ξέπνοα περνάει ο καιρός,
κι εγώ δεν συνετίστηκα.
Αλητεύω και λαξεύω
τις ασπίδες μου,
να 'χω ν' αντέχω,
σμιλεύω την κιβωτό μου,
ψηλώνουν οι ασκήμιες
και δεν κάμπτονται οι φόβοι,
απόκοσμα ο κόσμος
ψυχορραγεί.
Ανήμπορες θλίψεις
δεν εξαγνίζονται
κι ένα παράπονο ταχύ
διασχίζει τα πέρατα,
αδημονεί να μας σακατέψει,
μισεροί,
ανάπηροι όλοι από ματαιώσεις,
πτοημένοι από καχυποψία,
χρεωμένοι πιστώσεις,
ζωές που αναιρούνται
από προδοσίες.
Να ξαποστάσει η ανέχεια,
να ξεκουραστεί η παραφορά,
να λυτρωθούν οι πλανεμένοι,
αυτό ζητάνε οι ποιητές
και γι αυτό κάθε βράδυ
αναβλύζουν μυστικές
διασχίσεις,
ρακοσυλλέκτες στιγμών,
λιποτακτούν
κι επινοούν το απέραντο.
Εκμηδενίζομαι κι εγώ
μαζί με το ποίημα του κόσμου,
τσακίζομαι κι αφθονώ,
μια πτώση μας ένωσε όλους
και το στίγμα του ονείρου :
θα ραντίζουμε τη σπορά
της ψυχής μας
με μνήμες,
θα χαρακωνόμαστε μ' έρωτα.
ΑΓΓΕΛΙΝΑ ΣΠΟΝΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου