Μια πέτρα,απ' αυτές που στολίζουν χειμωνιάτικα ιερά,
έπεσε μισόγυμνη πάνω στο στήθος αλαφροπάτητου κιθαρωδού,
και φανέρωσε τα καλοσήμαδα των θεών.
Οι στίχοι μπαίνουν στις φύτρες μιας γιορτής και χιλιοχρονίζουν.
Στους πέρα τόπους,οι ρίζες μας θηλάζουν φίδια η πάχνη,
με ένα λειψό κέρατο φεγγαριού από σώμα αρχαίο.
Ισα που προλαβαίνουν να σπαργανώσουν τους ίσκιους τους.
Αντιγράφω την αταξία των χεριών σου σ' ένα αδιάβροχο φίλμ.
Βλέπω τη φωνή μου να περπατά ήσυχα- ήσυχα στο γάμο του Υμέναιου.
Μιαν ορισμένη ώρα,θα γράψεις πάνω σε ροδόφυλλα για τους τραυματισμένους στοχασμούς στο δάσος.
Θα κρύψεις τις αλυσίδες μου στο κοντινό ρυάκι
και θα μου πεις πως πρέπει εγώ να διαλέξω το δαχτυλίδι μας,
με σπλάχνα ζεστά,
μέσα στα μπερδεμένα φτερά κάποιου κύκνου
Μια πέτρα...
Ο κιθαρωδός...
Εμείς...
Σώμα αρχαίο και δαχτυλίδι,καίγαμε όλη νύχτα ξύλινα μισοφέγγαρα.-
Μαίρη Μαυρωνά
( υπό έκδοση)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου