Όταν δει κανείς για πρώτη φορά μια έκθεση ζωγραφικής της Γιάννας Ξέρα, χωρίς να γνωρίζει κανένα άλλο στοιχείο γι’ αυτήν, θα υποθέσεις ότι πρόκειται για μια μεγάλη στην ηλικία αυτοδίδακτη λαϊκή ζωγράφο που αποτυπώνει στο μουσαμά τα προσωπικά της βιώματα. Η έκπληξή μου ήταν μεγάλη όταν ανακάλυψα ότι αυτή η ναϊφ ζωγράφος είναι μια νέα δυναμική γυναίκα που δημιουργεί με το χρωστήρα έναν κόσμο που, ουσιαστικά, δεν γνώρισε ποτέ, που τον είδε μόνο με τα μάτια της φαντασίας της από διηγήσεις, αναγνώσματα και έρευνες. Γεννήθηκε το 1956 στην Σπερχειάδα της Λαμίας από γονείς αγρότες. Από μικρή ερωτεύτηκε το σχέδιο, το παιχνίδι με τα χρώματα, τη ζωγραφική. Απ’ το χαρτί του τετραδίου πέρασε γρήγορα στο μουσαμά,. Στην αρχή της καριέρας της πειραματίστηκε με τη μοντέρνα ζωγραφική, τάση που γρήγορα εγκατέλειψε. «Νιώθω να χάνω το γνώριμο τόπο της πατρίδας μου», λέει η ίδια. «Η σύγχρονη εποχή μας που χαρακτηρίζεται από το πάθος για την ηλεκτρονική και την εμμονή στα τσιμεντόκτιστα κτίρια, στερεί από τα μάτια μου την απόλαυση των παλιών περήφανων αρχοντικών μας, των χαμηλών σπιτιών με τις ασβεστωμένες αυλές και τα χίλια δυο λουλούδια, των γειτονιών με τους καημούς, τις γκρίνιες και τις χαρές τους».
«Η νοσταλγία για τα βουνά, τη φύση, την παλιά ανθρώπινη ζωή είναι τόσο έντονη μέσα μου, που εδώ και λίγα χρόνια, με συντροφιά την ποίηση του Κρυστάλλη και το γνήσιο δημοτικό τραγούδι, περιπλανιέμαι σε χωριά της Ρούμελης. Ζωγραφίζω αυτό που βλέπω, δίνοντας τον τόνο στη εγκατάλειψη αυτών των τόπων, παρουσιάζοντας έτσι ένα δικό μου κόσμο».
Δύσκολη η προσπάθεια για τη νέα ζωγράφο.
Το πείσμα της όμως τη δυναμώνει.
Αντέχει ακόμα, τρέχει, ρωτάει, δημιουργεί και παρουσιάζει σε μας μια αξιέπαινη από κάθε άποψη δουλειά. Χωρίς βοήθεια όμως από πουθενά, μέχρι πότε θα τρέχει;
«Η Γιάννα κάνει μια προσπάθεια που δεν την συναντάς εύκολα», λέει ο φωτογράφος της Εθνικής Αντίστασης Σπύρος Μελετζής, τον οποίο συναντήσαμε στην τελευταία έκθεσή της στην Αθήνα και συνεχίζει: «Παρ’ όλες τις απογοητεύσεις έχει το κουράγιο να ζωγραφίζει ακόμα. Δουλεύει ασταμάτητα και αποτυπώνει δημιουργικά αυτά που βλέπει. Είναι πραγματικά αξιέπαινη».
Τα τοπία της Γιάννας Ξέρα, συνδυασμένα με σκηνές του καθημερινού βίου, της αγροτικής ζωής μιας προβιομηχανικής περιόδου, αποτυπώνουν εικαστικά τον υπαιθριστικό χαρακτήρα και το ύφος μιας Ελλάδας που διατηρείται περισσότερο στις μνήμες, καθώς μέρα με την ημέρα φθίνει. Οι μορφές ωστόσο και τα χρώματα ξαναζωντανεύουν εκείνες τις εικόνες που επιζητούν μιαν ανάλογη διαπραγμάτευση.
Η Γιάννα Ξέρα με τον τρόπο της στιγμιοτυπικής μνημείωσης, ανάλογο με εκείνον που επιχειρούσαν σε υφάντρες του αργαλειού, αλλά και με τον άλλον, που θα επέλεγε η αθωότητα του παιδικού βλέμματος, αναθυμάται τις αλλοτινές ώρες της χαράς και της λύπης, του μόχθου και της ευδαιμονίας, της γιορτής και του πένθους, που εναλλάσσονταν αλληλοδιαδεχομένες η μια την άλλη, όπως οι εποχές του χρόνου ή τα καιρικά φαινόμενα.
Οι ήχοι και οι μυρωδιές στα ζωγραφικά έργα της Γιάννας Ξέρα γίνονται χρώματα, λαμπυρισμοί κ αρώματα μιας συμφιλιωτικής φύσης, που εμπερικλείει όλες τις αντιθέσεις. Τα κοντικά και μακρινά πλάνα των κάμπων, των βουνών και ανθρώπων που έδεσαν τη ζωή τους με τη ζωή των ρυθμών και των αναγκών της γης τους, η ζωγράφος τα επεξεργάζεται όπως και οι μικροτέχνες, προσφέροντάς μας την αισθαντικότητα και την φωταύγεια, μέσα από την ποικιλία των τόνων και των σχεδιαστικών σχηματισμών.
Η αλήθεια γίνεται μύθος στα έργα της και ο μύθος ένα θωπευτικό και οικείο παραμύθι, με τις συμβάσεις και τις παραδοξότητές του, τις αντιθέσεις και τις υπερβάσεις του, μεταγγίζοντάς μας τις αρμονικές ισορροπίες μιας ελεγείας για έναν κόσμο που εξαφανίζεται, παραμένοντας, πλέον στις νοσταλγίες της γαλήνης του.
Αθηνά Σχινά
Κριτικός & Ιστορικός Τέχνης
Ρώμη 28 Νοεμβρίου 2015: Η ελληνίδα ζωγράφος Iωάννα Ξέρα, υπήρξε η ειδικά τιμούμενη καλεσμένη της τελετής έναρξης του Ακαδημαϊκού Έτους 2015-2016, το 66ο έτος, από την ίδρυση της Ακαδημίας επιστημών γραμμάτων και τεχνών της Ρώμης, Accademia Angelica Costantiniana.Στο τέλος του εναρκτήριου λόγου, ο Πρόεδρος της Ακαδημίας Πρίγκηπας Αλέξιος Άγγελος Κομνηνός της Θεσσαλίας (Principe Alessio Angelo-Comneno di Tessaglia), δώρησε στην καλλιτέχνιδα Ιωάννα ΞΕΡΑ, το χάλκινο μετάλλιο ισάξιας ανταπόδωσης της Οικίας των Αγγέλων-Κομνηνών της Θεσσαλίας και της Ηπείρου με αξιέπαινο σφραγισμένο έγραφο: πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό δείγμα άξιας ανταπόδωσης επαίνου, που ο Ανώτατος κύριος του Οίκου και του Ιπποτικού Εμβλήματος, χορηγεί σε όποιον επιφέρει παγκοσμίως, αίγλη και δόξα στην Οικογένεια.
Accademia Angelica Costantiniana Γ. Ξέρα , Πύλη Παναγιά
Ιστορικές Ιερές Μονές και Τόποι Αγώνων
Οσιος Λουκάς Βοιωτίας ..2,50 Χ1,50
Μονή Ευαγγελιστρίας Σκιάθου
Ιερά Μονή Οσίου Σεραφείμ Δομπούς ..1,20 Χ 80
Μοναστήρι του Προφ.Ηλιου Παρνασσίδος
Μονή Ευαγγελιστρίας Σκιάθου
Ιερά Μονή Οσίου Σεραφείμ Δομπούς ..1,20 Χ 80
Μοναστήρι του Προφ.Ηλιου Παρνασσίδος
Ολοκαύτωμα της λευτεριάς - Παναγία Βαρνάκοβα
Μονή του Προυσσού
Προφήτης Ηλίας Παλαιοχωρίου ...1,20 Χ 80
Ιερά Μονή Λιγοβίτσι 1,20 Χ 80
Παναγία Ιερουσαλήμ Δαύλειας .1,20 Χ80...
Μονή Αντίνιτσας
Ιερά Μονή Λυκούρεση Βοιωτίας .
Ιερά Μονή Δαδιού -Αμφίκλειας ..1,20 Χ 80
Ιερά Μονή Μεταμόρφωσης Λειβανατών .
Μοναστήρι του Αγίου Συμεώνος
Ιερά Μονή Δαμάστας
Ιερά Μονή Δαμάστας
Μονή της ''Ακαταμαχήτου ''της Πόρτας Παναγιάς Πύλης Τρικάλων
Μάχη της Κλείσοβας - 25 Μαρτιου 1826,
Τιθορέα 2,50 Χ 2
Παλιά Λαμία 2,30 Χ1,40
Μενδενίτσα. .1,50 -2,50
Γραβιά 2,50 Χ1,50.
Τοπία του φθινοπώρου
Τοπία του φθινοπώρου
Κορυσχάδες Ευρυτανίας ..
Καστρί-Σπερχειός ποταμός
Τηλεοπτική εκπομπή - Πατριδογνωσία, Κώστας Ζουράρις - ΕΡΤ3
Ζωγραφιές μέσα από την λαϊκή ποίηση και το δημοτικό τραγούδι
Οι επιλογές των ποιημάτων είναι της ίδιας της ζωγράφου
Οι κάμποι επρασίνησαν γιέ μ’ και γέμισαν λουλούδια
γειά σου αγάπη μου καινούργια
κι εσύ δε βγαίνεις να σε ιδώ κι εγώ μέσα δε μπαίνω
γιατ’είναι η μάνα σου κακιά κι αδερφή σου σκύλα
και με παίρνουν με τα ξύλα.
Μάνα μου τα λουλούδια σου συχνά να τα ποτίζεις μάνα μ' έχε γεια.
Συχνά να τα ποτίζεις μάνα μου γλυκιά.
Φεύγω μάνα μ' μανούλα πάω στη ξενιτειά.
Δώσε μου την ευχή σου δεν θα με βλέπεις πια.
Αφήνω γεια στις όμορφες σ' όλες τις μαυρομάτες
μάνα μ' έχε γεια.
Σ' όλες τις μαυρομάτες μάνα μου γλυκιά.
Αφήνω και στην αγάπη μουτρία γυαλιά φαρμάκια
μάναμ' έχε γεια.
Τρία γυαλιά φαρμάκι μάνα μου γλυκιά
-Αφήνω γεια στις έμορφες και γεια στις μαυρομάτες
κι εγώ θα πάω στα Γιάννενα στου μπέη τα σαράγια
-Γεια σου χαρά σου μπέη μου, καλώς τηνε τη βλάχα
-Εγώ είμαι η βλάχα η έμορφη η βλάχα η παινεμένη
πό 'χω τα χίλια πρόβατα τα πεντακόσια γίδια
σ 'ένα βουνό τα πρόβατα σ' άλλο βουνό τα γίδια,
λύκος να φάει τα πρόβατα και τσάκαλος τα γίδια
να μείνει η βλάχα μοναχή στου μπέη τα σαράγια.
Και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονται παλληκάρια.
ν' ακόμη δεν εχάρηκα στεφάνι κι αρηβόνα
ν' ακόμη τούτ' την άνοιξη τούτο το καλοκαίρι
να πάω να βρώ να παντρευτώ,να βρω ν'αρηβονιάσω..
ν' ακόμη τούτ' την άνοιξη τούτο το καλοκαίρι
να πάω να βρώ να παντρευτώ,να βρω ν'αρηβονιάσω..
Οι βλάχοι φ’λάνε πρόβατα, οι βλάχοι φ’λάνε γίδια
τρείς μήνους κάνουν στο βουνό και τέσσερις στο δρόμο
κι άλλοι πεντέξι στο μαντρί, κι όντας διαβαίνει ο χρόνος
και παν’οι βλάχοι στα βουνά και πάνε στα λιβάδια
κι εγώ αναμένω μοναχή σαν καλαμιά στο κάμπο
τρείς μήνους κάνουν στο βουνό και τέσσερις στο δρόμο
κι άλλοι πεντέξι στο μαντρί, κι όντας διαβαίνει ο χρόνος
και παν’οι βλάχοι στα βουνά και πάνε στα λιβάδια
κι εγώ αναμένω μοναχή σαν καλαμιά στο κάμπο
και τίναξ ΄τα φτερούγια σου να πέσουν οι δροσιές σου
για να λουστούν οι έμορφες, κι αυτές οι μαυρομάτες
για να λουστεί και μια ξανθιά μιας χήρας θυγατέρα
για να λουστούν οι έμορφες, κι αυτές οι μαυρομάτες
για να λουστεί και μια ξανθιά μιας χήρας θυγατέρα
ας τραγουδήσω κι ας χαρώ ,
του χρόνου ποιος το ξέρει
αν θα πεθάνω η θα ζώ η ' θά΄μαι σ΄αλλα μέρη .
του χρόνου ποιος το ξέρει
αν θα πεθάνω η θα ζώ η ' θά΄μαι σ΄αλλα μέρη .
Μια βοσκοπούλα αγάπησα,
μιά ζηλεμένη κόρη
και την αγάπησα πολύ
ήμουν αλάλητο πουλί,
δέκα χρονών αγόρι.
Μιά μέρα που καθόμαστε
στα χόρτα τ' ανθισμένα,
-Μάρω, ένα λόγο θα σου πώ,
Μάρω, της είπα, σε αγαπώ,
τρελαίνομαι γιά σένα.
Από τη μέση με άρπαξε,
με φίλησε στο στόμα
και μού' πε: Γιά αναστεναγμούς,
γιά της αγάπης τους καημούς
είσαι μικρός ακόμα.
Μεγάλωσα και την ζητώ...
άλλον ζητά η καρδιά της
και με ξεχνάει τ' ορφανό...
Εγώ όμως δεν το λησμονώ
ποτέ το φίλημά της.
μιά ζηλεμένη κόρη
και την αγάπησα πολύ
ήμουν αλάλητο πουλί,
δέκα χρονών αγόρι.
Μιά μέρα που καθόμαστε
στα χόρτα τ' ανθισμένα,
-Μάρω, ένα λόγο θα σου πώ,
Μάρω, της είπα, σε αγαπώ,
τρελαίνομαι γιά σένα.
Από τη μέση με άρπαξε,
με φίλησε στο στόμα
και μού' πε: Γιά αναστεναγμούς,
γιά της αγάπης τους καημούς
είσαι μικρός ακόμα.
Μεγάλωσα και την ζητώ...
άλλον ζητά η καρδιά της
και με ξεχνάει τ' ορφανό...
Εγώ όμως δεν το λησμονώ
ποτέ το φίλημά της.
Τρύγος
Θερισμός
Παρελθόν και παρόν |
Χρόνια με παίδευε μια φυγή ,πέρα από τα συνηθισμένα ,πέρα από μέρη γνώριμα κι ανθρώπους
αναζητούσα ,την πόλη των ονείρων μου .
Κάποιο πρωί του Μαγιού άνοιξα τα φτερά μου
αφήνοντας πίσω μου την άνοιξη
Βρέθηκα σ΄ένα βρώμικο ουρανό και ψηλά τσιμεντένια κτίρια
χωρίς κόκκινα κεραμίδια και χρωματιστά παράθυρα ,
χωρίς ν' ανθίζουν στα περβάζια τους βασιλικοί και δυόσμοι .
Γκρίζες μοντέρνες φυλακές ,στολισμένες αντί με τριανταφυλλιές ,
διαφημιστικές ταμπέλες και συνθήματα ..
Μπερδεύομαι στους δρόμους ,τόσο μεγάλοι ,
σε προκαλούν να τρέξεις μα την ελευθερία σου την σταματούν
στολές και κόκκινα φανάρια ..
Θαρρώ τ' αυτοκίνητα αμέτρητα σαν κοπάδια
,ατίθασα ,αγκομαχούν στριγγλίζουν
και ξεφυσούν τον βρώμικο καπνό τους .
Γύρω μου μαύροι ,κόκκινοι, κίτρινοι και άσπροι ,
φάτσες χαμογελαστές ,σκυθρωπές και αδιάφορες ,
μικροπωλητές ,οδηγοί διαβάτες τροχονόμοι
φωνές διαμαρτυρίας κι ατέλειωτο βρίσιμο .
Αυτή ήταν η πόλη των ονείρων μου .
η πραγματικότητα δεν ήταν το παραμύθι της φυγής μου ...
Κι ενώ κάποτε ,οι γιαγιάδες οι παππούδες και γονείς
'κει που βραδιές ατέλειωτες στο φως του λυχναριού ,
στα παραμύθια μίλαγαν για ήρωες σαράντα και εικοσιένα
για μάρτυρες της πίστης μας ,για Αγίους σουβλισμένους
και φονικά που γίνονταν στο μίλημα της κόρης
την παρθενιά ,το πάντρεμα και τα πολλά παιδιά .
Κάστρα παράδοσης φτιαγμένα απ' τα παλιά της κλεφτουριάς,
και της σκλαβιάς,στα λεύτερα τα χρόνια , μ' αίμα,
θυσία κι αγώνα ,γίνανε χόμπι στις συνήθειες του εικοστού αιώνα .
Κουλτούρα ευρωπαική τις στάχτες τους κοιτάει ,
ταμπού προκαταλήψεις ,τα λέει και γελάει ...
Κι όμως ..
στης επαρχίας την ερημιά εκεί που η νιότη σύντομα
περνά στην μοναξιά της καθημερινότητας
έμαθα τη βρώμικη πόλη ν' αγαπώ .
Εκεί που τα μηχανήματα έγιναν άνθρωποι ,
και οι άνθρωποι μηχανήματα ,
εκει που 'χάσαν τη αξία λέξεις και συναισθήματα ,
εκεί που ο έρωτας λέγεται πήδημα ,η αγάπη συνήθεια
και η φιλία συμφέρον ,
εκεί που που συντροφεύουν τη μοναξιά άγνωστο πλήθος
και πολύχρωμα φώτα ,κρύβοντας τη βρωμιά και τη σαπίλα
έμαθα να ζω... .Αθήνα ΄82
Ιωάννα Ξέρα
Εξαιρετική καλλιτεχνική Ελληνική δουλειά
ΑπάντησηΔιαγραφήΘωμάς Τουσιάδης
Λαμία
Υπέροχη, μοναδική! Το έργο της κας Ξέρα φέρει την πανέμορφη ελληνική παράδοσι σε θαυμαστή σύνδεσι με την φύσι. Συγχαρητήρια στην ζωγράφο και στο ιστολόγιο για την μοναδική παρουσίασι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤὸ χάρηκα πολύ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑριστη δουλεια! το καθε ενα εργο καλυτερο απο το αλλο.Και τοσα πολλα, και το καθενα με τοση λεπτομερεια. Αναυδος εμεινα, και εστειλα το λινκ σε ολους εδω φιλους και γνωστους στο Σικαγο. Στα σιγουρα Η Ζωγραφος της Ρουμελης εζησε τα πλεον ευτυχη χρονια της ζωης της σε καποιο υπεροχο χωριο οπου χατηκε και παρετηρησε την καθε λεπτομερεια της φυσης. Ευγε της.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπαμπης Κωνσταντινιδες