Μια ιστορία για τους φόβους μου στροβίλιζε στ΄αστέρια κάθε απόβραδο
η ανεμόεσσα σκέψη μου στου μέλλοντος τη γύμνια να πέφτει σαν ίσκιος βαρύς, κι ανάμεσα μας να φτεροκοπούν οι λύπες μες στα στομάχια μας.
Κανείς δεν άκουσε τον άνεμο με τα πελώρια χέρια να παίρνει τα όνειρα μέσα από σένα για σένα, γιατί όλα τα σκότωσαν μέσα μου, καλύτερα να σωπαίνω.
Κι απόψε ο ύπνος μοιάζει αδύναμος χωρίς υποσχέσεις, γιατί στην μεγάλη πλατεία των φτωχών η επανάσταση άρχισε ανάμεσα στους νηστικούς για την χάραξη συνόρων, τ΄αρματολίκι τους ζώστηκαν κραδαίνοντας μια κουτάλα στον κλέφτη που τους έκλεινε το μάτι και μια φωνή ακούστηκε, απ΄τον βορρά; απ΄της ανατολής τα κύματα; δεν ξέρω, από το μακρινό παρελθόν τη νοιώθω να καταδιώκεται από τις Ερινύες ζώντας σε μια χαοτική κατάσταση, ποια κεφαλή άραγε να σκύβει το κεφάλι ζητώντας έλεος από ντροπή; θαμπά να θυμάται στο παρόν ψάχνοντας στα σκοτεινά το παρελθόν, μια φαντασίωση χρειάζεται, μια αυταπάτη μια κωμωδία να συμπορεύεται λειτουργικά με το δράμα, γιατί ποτέ δεν θα βρεθεί ορατή διέξοδος με μια κουτάλα.
Σούρσιμο ακούστηκε να βρυχάται από ρολόγια που γύρισαν ανάποδα πίσω στα ναυάγια, στους καθρέφτες όπου αντανακλούν τα μαύρα σκοτάδια, στο πορφυρό το αίμα να τρέμει ο θάνατος, στα σπαραγμένα κορμιά στα φαντάσματα, τότε το Σύμπαν άρχισε αστροπόλεμο με φωτερά χρώματα ζωγράφισε στο φως
ένα ρόδο για το πάθος, για σένα για μένα.
Το σήμερα ζήσε γιατί το αύριο θα γίνει χθες...
Σ΄ευχαριστώ Γεωργία μου για την ανάρτηση στην υπέροχη σελίδα σου Homo Universalis με σεβασμό στις τέχνες σε μια εποχή που όλα μεταβάλλονται, μαχητές πάντα με την πένα μας καταθέτουμε τις σκέψεις μας...
ΑπάντησηΔιαγραφή