Πέμπτη 19 Απριλίου 2018

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΡΑΒΟΣ ( 1948- 20 Απριλίου 1987 )

Ο Χρήστος Μπράβος (1948-1987) γεννήθηκε στη Δεσκάτη Γρεβενών, αλλά από τα δεκαοχτώ του χρόνια έζησε στην Αθήνα. Σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Πατρών και εργάστηκε στο Υπουργείο Οικονομικών. Ανήκει στη γενιά του 1970, αλλά κυκλοφόρησε όψιμα την πρώτη του ποιητική συλλογή "Ορεινό καταφύγιο", μόλις το 1983. Δυο χρόνια αργότερα εξέδωσε μια δεύτερη, "Με των αλόγων τα φαντάσματα", κι ένα μονόφυλλο το 1986 με το ποίημα "Σονέτο του σκοτεινού θανάτου", το οποίο γράφεται με αφορμή τα πενήντα χρόνια από το θάνατο του Λόρκα. Δημοσίευσε άρθρα, χρονογραφήματα και κείμενα κριτικής. Ανάμεσα στα τελευταία, πέντε όλα κι όλα, ενήμερα από βιβλιογραφική άποψη και οξυδερκή από αναγνωστική, ξεχωρίζουν τρία, για το λόγο ότι αναφέρονται στο Μίλτο Σαχτούρη, έναν ποιητή στον οποίο ο Μπράβος μαθήτευσεε ιδιαίτερα γόνιμα: "Η κριτική και ο Μίλτος Σαχτούρης. Ένας 'περίπατος' από αφορμή την Εισαγωγή στην ποιητική του Μίλτου Σαχτούρη του Γιάννη Δάλλα", περ. "Ο Λογοτεχνικός Πολίτης", τχ. 43 (Ιούνιος 1981), σ. 70-73· "Μίλτου Σαχτούρη ''Εκτοπλάσματα', σελίδες 21", περ. "Το Δέντρο", τχ. 33-34 (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1987), σ. 21-23· "Η 'αποκριά' του Μίλτου Σαχτούρη: Ξόρκι ή όχημα της φρίκης;", περ. "Γράμματα και Τέχνες", τχ. 16 (Απρίλιος 1983), σ. 24-25. Ο ποιητής ασθένησε σοβαρά και πέθανε στα 39 του χρόνια, στις 20 Απριλίου 1987, δεύτερη μέρα του Πάσχα. Ύστερα από το θάνατό του, το 1996, εκδίδεται η συλλογή "Μετά τα μυθικά", με εικόνες του Χρόνη Μπότσογλου, πρόλογο του Μιχάλη Γκανά και επιμέλεια-επίμετρο του Μισέλ Φάις. Η συλλογή, στην οποία εμπεριέχεται και το μονόφυλλο του 1986, μοιράζεται σε δύο ενότητες: "Ξύλινα τείχη" και "Μετά τα μυθικά", με πέντε και επτά ποιήματα αντίστοιχα. Τα πρώτα, χρονολογημένα, γράφονται ανάμεσα στις 28-3-1982 και 23-6-1983 (ένα στις 9-4-1985), ενώ τα δεύτερα είναι αχρονολόγητα αλλά πάντως γραμμένα μετά τις δύο δημοσιευμένες συλλογές του.http://www.biblionet.gr/


οι ήχοι

Ανάκουστος κελαηδισμός- σαν κλάμα.
Η νύφη μοναχή
σαλεύει ο φράχτης φέγγουν κοντακιές
πιο κάτω πλένουν σκούτινα
δε βάφουν της Λαμπρής τ’ αυγά.
Στάχυ της νύφης η φωνή
κι αλεύρι ο θάνατος
εκεί που οπλίζει ο γαμπρός
ο τόπος λαμπαδιάζει.
Η Χειμερία νάρκη έπεται.

✦✦✦✦

 οι δρόμοι

Κάρβουνα να περάσει ο Επιτάφιος
η Ελένη το πουλί θα κελαηδήσει.
Ο πραματευτής κατεβαίνει
κουβαλάει κρανία
ο Οδυσσέας ξεφεύγει
φίλοι παλιοί σ’ άλλη πτώση
-Φίλιππος Μιλτιάδης Ιωάννης Μιχαήλ-
ο Μπότσαρης που γνώρισες
εβγήκε Φώτης.
Ζαρκάδια στη γυάλα.

✦✦✦✦

Γενέθλιος τόπος

Πατρίδα των απόντων.

Οι φράχτες
κ οι φωλιές των βράχων
κρατούν ακόμα βογγητά.

Ο χρόνος μετριέται
με Ψυχοσάββατα.

✦✦✦✦

Η μηλιά

Σε φράκτη τελείωνε η γυναίκα,
ματωμένη. Έφερνε αέρας τα σκυλιά,
τα ‘παιρνε πάλι.

Επέρασ’ ένας μ’ άλογο,
κυνηγημένος. Η ματωμένη
τραύλιζε. Αυτός βαριά ελυπήθη.
Κι όπως την κάμα ετράβηξε
κι απόστρεψε τα μάτια

σκίστηκε η γης
βγάζει μηλιά
τα μήλα φορτωμένη

κι αυτή σε μαύρο σύννεφο
-ωι μηλιά-
για χαμηλά ποτάμια
ετραβούσε.

✦✦✦✦

Ανατολή
Στον Χρήστο Μπουρονίκο

Μα η μέρα το σκορπά το μυστικό της. Κ’ είπε
“σκοτάδι ας γίνει, ας γίνει φόβος'. Ακούστηκαν
χτυπήματα στην πόρτα. Με των αλόγων τα φαν-
τάσματα περνούσαν οι νεκροί. Σηκώθηκε μια λύπη.
Κι όλοι το ‘νιωσαν-ομάγος είχε φτάσει.
Τότε πέρασαν χρόνια. Τ’ άλογα ματωμένα
και τρελά κατέβαιναν στους κάμπους· έπεφταν
στ΄αποσπάσματα. Όμως ο μάγος σώπαινε. Τι-
ναζε μοναχά τα δάχτυλά του, τραβούσε αόρατα
σκοινιά. Ώσπου ανοίξανε τα σπλάχνα του και
βγήκε το βαμπάκι.

✦✦✦✦

Σημεία και πέρατα


1. Με κόσκινο εμάζεψαν το αίμα.
2. Άλλοι είπαν τον είδαν νεκρό στο Βίτσι·
άλλοι ζωντανό στην Τασκένδη.
3. Ο πατέρας. Ενθύμιον λύπης.
4. Δεν θέλουν να θυμούνταο πώς ανοίγει
η πόρτα στο υπόγειο, η γδαρμένη.
5. Το κούφιο δόντι τους. Αυτό με το φαρμάκι.
6. Αυτά που φύγαν, αίματα
Αυτά που ήρθαν, χιόνι.
7. Αυτά που φύγαν αίματα ήρθαν χιόνι.
8. Άλογα μαύρα στο σκοτάδι.
9. Ως τη συντέλεια της μνήμης.

✦✦✦✦

Συντέλεια

Είπε το νυχτοπούλι: «Πετούν δυο
μαύροι άγιοι». Τ’ άστρα γυρίσανε
να ιδούν«είναι δυο άγιοι
λαμπεροί» είπε η σελήνη

κι ακούστηκε ο κρότος ο μεγάλος
της γης
που τσακιζότανε τυφλή
πάνω στο βράχο.

✦✦✦✦

Απόκρυφο

Μ’ άλογο μαύρο και τυφλό
να μπω στον ύπνο σου. Ριγμένος
σταυρωτά. Με τα καρφιά μου.

Εσύ από χιόνι. Με το κάρβουνο
στα μάτια. Τα πέταλα ν’ ακούς
και τα φτερά. Το τζάμι του θανάτου
που θα σπάζει.

Να τιναχτείς-νύφη που ξύπνησαν
τα δάκρυα του γαμπρού ανοίγει
το ταβάνι ανεβαίνουν.
Να μη θυμάσαι τίποτα μετά-
μόνο του δαίμονα το χέρι
που ευλογούσε.

http://www.poiein.gr/

Ο Χρήστος Μπράβος διαβάζει ποιήματά του













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου