H καρδιά του ανθρώπου είναι ένα κουβάρι κάμπιες - φύσηξε, Χριστέ μου, να γίνουν πεταλούδες! - Νίκος Καζαντζάκης
Να με ξεριζώσεις, Χάρε,
σου αντιστέκομαι σα δρυ.
Όση φόρα θέλεις πάρε,
να με πάρεις δεν μπορεί.
Να με ξεριζώσεις, όχι!
Να με ξεριζώσεις, όχι!
δεν το θέλω και βαστώ,
όσον η καρδιά μου το ’χει
το κουράγιο της σωστό.
Στ’ αγιασμένο ετούτο χώμα,
Στ’ αγιασμένο ετούτο χώμα,
που ήπιεν αίμα ποταμό,
μας κρατάει το χρέος ακόμα
για το μέγα Λυτρωμό.
Δεν το θέλω άλλοι να φτάσουν
Δεν το θέλω άλλοι να φτάσουν
δίχως μου στην κορυφή,
στ’ άκρον ύψος να γιορτάσουν
οι γενναίοι μου σύντροφοι.
Θα γιορτάσουμε σαν ένας
Θα γιορτάσουμε σαν ένας
τη μεγάλη Ανατολή
κάθε τόπου, κάθε γέννας
κάθε γλώσσας οι καλοί.
Να μας ξεριζώσεις τώρα
Να μας ξεριζώσεις τώρα
μη σε τρώει η αποθυμιά!
όλ’ η Γης είναι μια Χώρα
ένα Δρυ και Ρίζα μια!
Πωλ Βερλαίν - Βρέχει στην καρδιά μου
Βρέχει στην καρδιά μου
Και στην πόλη βρέχει
Ποια είναι εκείνη η λύπη
Που στην ψυχή μου μπαίνει;
Ω γλυκέ ήχε της βροχής
Που στις στέγες πέφτεις και καταγής!
Για μιας καρδιάς τη θλίψη
Ω, τραγούδι της βροχής!
Δίχως λόγο βρέχει
Μες στην καρδιά που δεν αντέχει!
Δεν υπάρχει τάχα προδοσία;
Το πένθος είναι δίχως αιτία;
Είναι ο χειρότερος πόνος
Να μην ξέρω το γιατί
Δίχως αγάπη και δίχως μίσος
Να υπάρχει στην ψυχή μου τόσος πόνος!
Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου
Mirror of the Sinful (between 1701 and 1768), by Jacques Chiquet – πηγή
Πωλ Βερλαίν - Βρέχει στην καρδιά μου
Βρέχει στην καρδιά μου
Και στην πόλη βρέχει
Ποια είναι εκείνη η λύπη
Που στην ψυχή μου μπαίνει;
Ω γλυκέ ήχε της βροχής
Που στις στέγες πέφτεις και καταγής!
Για μιας καρδιάς τη θλίψη
Ω, τραγούδι της βροχής!
Δίχως λόγο βρέχει
Μες στην καρδιά που δεν αντέχει!
Δεν υπάρχει τάχα προδοσία;
Το πένθος είναι δίχως αιτία;
Είναι ο χειρότερος πόνος
Να μην ξέρω το γιατί
Δίχως αγάπη και δίχως μίσος
Να υπάρχει στην ψυχή μου τόσος πόνος!
Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου
Baude Cordier’s chanson “Belle, bonne, sage,” from The Chantilly Manuscript, ca. 1350-1400 – πηγή
Paul Verlaine - Il pleure dans mon coeur
Il pleure dans mon coeur
Comme il pleut sur la ville ;
Quelle est cette langueur
Qui pénètre mon coeur ?
Ô bruit doux de la pluie
Par terre et sur les toits !
Pour un coeur qui s'ennuie,
Ô le chant de la pluie !
Il pleure sans raison
Dans ce coeur qui s'écoeure.
Quoi ! nulle trahison ?...
Ce deuil est sans raison.
C'est bien la pire peine
De ne savoir pourquoi
Sans amour et sans haine
Mon coeur a tant de peine !
The Heart of Mary (ca.1759) by Juan Patricio Morlete Ruiz -πηγή
Η καρδιά της μάνας, J. Richepin
Μετάφραση - Άγγελος Βλάχος - Η καρδιά της Μάνας
Ένα παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
– Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.
Τρέχει ο νιος, την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
– Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!
Μουσική:Γιάννης Νικολάου Στίχοι:Αlice Tori
Ένα παλικάρι ήτανε μια φορά, που αγάπαγε με πάθος μια όμορφη κυρά. Μια μέρα, όπως έπαιρνε τα λάγνα της φιλιά, «ζήτα μου ο,τιδήποτε» τής λέει τρυφερά. «Αν μ' αγαπάς» τού είπε, με νάζι και καημό, «την καρδιά της μάνας σου εγώ επιθυμώ» Έτσι λοιπόν ξεκίνησε, να πάει στο πατρικό του, ποτέ του αυτός δεν πάτησε τον όρκο το δικό του. «Δώσε μου μάνα την καρδιά, στα πόδια της ν' αφήσω» «Αν είναι γιε μου για καλό, εγώ στηνε χαρίζω» Κι έτσι της πήρε την καρδιά και χάθηκε στο δρόμο, μα σε μια πέτρα σκόνταψε και δάκρυσε απ' τον πόνο. «Χτύπησες μήπως γιόκα μου, ψηλό μου κυπαρίσσι;» γυμνή η καρδιά τού μίλησε, προτού να ξεψυχήσει. Με ματωμένα χέρια φτάνει στο σπιτικό της, «να η καρδιά που γύρευες» και την αφήνει εμπρός της. Μα αυτή καν δεν τον κοίταξε κι άρχισε να γελάει, «μήπως θα 'ταν καλύτερο να μού τη φέρεις Μάη...»
Detail from a page of George Wither’s A Collection of Emblemes, Ancient and Moderne (1635) - πηγή
Νικηφόρος Βρεττάκος - Ύμνος
(Στη Λίτσα Τσιτσέρα)
Η καρδιά μου, η καρδιά σου, οι καρδιές – μια μεγάλη
καρδιά μες στο σύμπαν, που ακούγεται: απόψε,
την ακώ
σαν καμπάνα
Μητροπόλεως
που μέσα της
εκκλησιάζονται όλα τ’ αστέρια μ’ επικεφαλής τους ηλίους τους.
Detail from a page in The school of the heart; or, The heart of it self gone away from God brought back again to him, and instructed by him. In 47 emblems (1676), by George Wither - πηγή
Χαλίλ Γκιμπράν - Στο όνομα του Θεού, καρδιά μου
Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου,
κρύψε το πάθος σου.
Καλύτερα τον καημό σου να κρατάς κρυφό
από κείνους που σε βλέπουν.
Όποιος φανερώνει μυστικά
γίνεται ένα με τον ανόητο.
Σιωπή και μυστικότητα
είναι προτιμότερες για κείνον που αγαπά.
Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου, αν κάποιος
σε ρωτήσει, κρατά κρυφό αυτό που μου συμβαίνει.
Αν σε ρωτήσουν, καρδιά μου,
“Ποιαν λαχταρά”;
Πες; ”Εκείνη τώρα ξελόγιασε έναν άλλο
κι εκείνος δεν τη συλλογιέται πια”
Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου, κρύψε τη φλόγα σου.
Ξέρεις πως η αρρώστια τούτη σε εξάντλησε.
Ο έρωτας ανάμεσα στα πνεύματα
είναι σαν το κρασί στην κούπα.
Πώς είναι, δείχνει νερό,
μα στην πραγματικότητα είναι ζωή.
Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου,
αμπάρωσε τις έγνοιες σου.
Θα είσαι ασφαλής,
ακόμα κι αν αγριέψουν οι θάλασσες,
κι αν πέσουν τα ουράνια.
‘Seattle’s New Retail Business Center’, an idealized map of Seattle’s Belltown, Denny Hill / Denny Regrade, and South Lake Union neighborhoods, accompanying Baist’s Real Estate Maps of Surveys of Seattle (1905) - πηγή
e.e. cummings - κουβαλώ την καρδιά σου μαζί μου
Κουβαλώ την καρδιά σου μαζί μου (την κουβαλώ στην
καρδιά μου) δεν είμαι ούτε στιγμή χωρίς αυτήν (όπου
πηγαίνω εκεί πας, καλή μου· και ό,τι
καμώνεται από μονάχα εμένα είναι δικό σου κάμωμα, ακριβή μου)
φοβάμαι
μοίρα καμιά (γιατί εσύ είσαι η μοίρα μου, γλυκιά μου) θέλω
κόσμο κανένα (γιατί ωραία είσαι κόσμε μου, αληθινή μου)
και είσαι εσύ ό,τι ένα φεγγάρι εννόησε ποτέ
και ό,τι ένας ήλιος ποτέ θα τραγουδήσει εσύ είσαι
να το βαθύτερο όλων μυστικό που ουδείς γνωρίζει
(να η ρίζα από την ρίζα και ο ανθός απ' τον ανθό
κι ο ουρανός από τον ουρανό του δέντρου που λέγεται ζωή· που φύεται
ψηλότερο απ' όσο μπορεί να ελπίζει η ψυχή ή το μυαλό να κρύψει)
και να το θαύμα εκείνο που κρατάει τα άστρα χωριστά
κουβαλώ την καρδιά σου (την κουβαλώ στην καρδιά μου)
Κ. Καβάφης - Έπος καρδίας
Μετά σου το παν, νομίζω, προσηνές με μειδιά,
στον καθρέπτη των ματιών σου την χαράν αντανακλά.
Στάσου, φως μου, και ακόμη δεν σε είπα τα μισά
απ’ εκείνα που πιέζουν την ερώσαν μου καρδιά
και στα χείλη μου ορμούνε με μια μόνη σου ματιά.
Μη με ομιλής αν θέλης, μη με πης γοητευτικά
λόγια αγάπης και λατρείας. Φθάνει να ’σαι εδώ κοντά,
να σε λέγω πως σε θέλω, να σ’ εγγίζω, την δροσιά
του πρωιού που αναπνέεις ν’ αναπνέω• κι αν και αυτά
υπερβολικά τα βρίσκης, να σε βλέπω μοναχά!
Νίκος Καρούζος - Η χρησιμότητα της απειλής
Έχουν αρχίσει να με κυκλώνουν επικίνδυνα οι ώρες.
Ακούω τα φυλλώματα σήμερα
γίνηκαν ανήσυχα χορικά.
Πρέπει να ζήσω τις αντίστροφες δυνάμεις.
Ω καρδιά μου – τρομαχτικότερη σελήνη!
Νεότερος
[...] Αισθάνομαι μόνος
αφού δεν έχει δεύτερη ζωή ν’ αλλάξουμε
και το φεγγάρι ταξιδεύει πάντα ίδιο.
Σύντροφε ουρανέ
άλλοτε η ελπίδα φεγγοβολούσε στα χέρια
κοιτάζω το σώμα βρίσκω τ’ όνειρο
πάει κ’ η αγάπη
χάνεται
σαν το νερό στην πέτρα.
Τι είναι πια ένα δέντρο τι είναι τ’ ασημένια φύλλα;
Μέσ’ στην ορμή της ερημιάς γινόμαστε διάφανοι.
Κώστας Καρυωτάκης - Φύγε, η καρδιά μου νοσταλγεί
Φύγε κι άσε με μοναχό, που βλέπω να πληθαίνει
απάνω η νύχτα, και βαθιά να γίνονται τα χάη.
Ούτε του πόνου η θύμηση σε λίγο πια δε μένει,
κι είμαι άνθος που φυλλοροεί στο χέρι σου και πάει
Φύγε καθώς τα χρόνια κείνα εφύγανε, που μόνον
μια λέξη σου ήταν, στη ζωή, για μένα σαν παιάνας.
Τώρα τα χείλη μου διψούν το φίλημα της μάνας,
της μάνας γης, και ανοίγοντας στο γέλιο των αιώνων
Φύγε, η καρδιά μου νοσταλγεί την άπειρη γαλήνη!
Ταράζει και η ανάσα σου τα μαύρα της Στυγός
νερά, που με πηγαίνουν, όπως είμαι ναυαγός,
εκεί, στο απόλυτο Μηδέν, στην Απεραντοσύνη.
Τάσος Λειβαδίτης - Μη σημαδέψεις την καρδιά μου
Αδερφέ μου, σκοπέ
αδερφέ μου, σκοπέ
σ’ ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ’ ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ’ ακούω που βήχεις μες στην παγωνιά
σε γνωρίζω, αδερφέ μου
και με γνωρίζεις.
Στοιχηματίζω ότι έχεις μια κοριτσίστικη φωτογραφία στην
τσέπη σου.
Στοιχηματίζω αριστερά μέσα στο στήθος σου πως έχεις μια
καρδιά.
Θυμάσαι;
Είχες κάποτε ένα τετράδιο ζωγραφισμένο χελιδόνια
είχα κάποτε ονειρευτεί να περπατήσουμε κοντά – κοντά
στο κουτελό σου ένα μικρό σημάδι απ’ την σφεντόνα μου
στο μαντήλι μου φυλάω διπλωμένα τα δάκρυά σου
στην άκρη της αυλής μας έχουν ξεμείνει τα σκολιανά
παπούτσια σου
στον τοίχο του παλιού σπιτιού φέγγουν ακόμα
με κιμωλία γραμμένα τα παιδικά μας όνειρα.
Γέρασε η μάνα σου σφουγγαρίζοντας τις σκάλες των
υπουργείων
το βράδυ σταματάει στη γωνιά
κι αγοράζει λίγα κάρβουνα απ’ το καρότσι του πατέρα μου
κοιτάζονται μια στιγμή και χαμογελάνε
την ώρα που εσύ γεμίζεις τ’ όπλο σου
κ’ ετοιμάζεσαι να με σκοτώσεις.
Βασίλεψαν τα πρωϊνά σου μάτια πίσω απο ένα κράνος
άλλαξες τα παιδικά σου χέρια μ’ ένα σκληρό ντουφέκι
πεινάμε κ’ οι δυο για ένα χαμόγελο
και μια μπουκιά ήσυχο ύπνο.
Ακούω τώρα τις αρβύλες σου στο χιόνι
σε λίγο θα πας να κοιμηθείς
καληνύχτα, λυπημένε αδερφέ μου
αν τύχει να δεις ένα μεγάλο αστέρι είναι που θα
σε συλλογίζομαι
καθώς θ’ ακουμπήσεις τ’ όπλα σου στη γωνιά θα ξαναγίνεις
ένα σπουργίτι.
Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις
χτύπα με αλλού
μη σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δεν θα’ θελα να το λαβώσεις.
καρδιά μου) δεν είμαι ούτε στιγμή χωρίς αυτήν (όπου
πηγαίνω εκεί πας, καλή μου· και ό,τι
καμώνεται από μονάχα εμένα είναι δικό σου κάμωμα, ακριβή μου)
φοβάμαι
μοίρα καμιά (γιατί εσύ είσαι η μοίρα μου, γλυκιά μου) θέλω
κόσμο κανένα (γιατί ωραία είσαι κόσμε μου, αληθινή μου)
και είσαι εσύ ό,τι ένα φεγγάρι εννόησε ποτέ
και ό,τι ένας ήλιος ποτέ θα τραγουδήσει εσύ είσαι
να το βαθύτερο όλων μυστικό που ουδείς γνωρίζει
(να η ρίζα από την ρίζα και ο ανθός απ' τον ανθό
κι ο ουρανός από τον ουρανό του δέντρου που λέγεται ζωή· που φύεται
ψηλότερο απ' όσο μπορεί να ελπίζει η ψυχή ή το μυαλό να κρύψει)
και να το θαύμα εκείνο που κρατάει τα άστρα χωριστά
κουβαλώ την καρδιά σου (την κουβαλώ στην καρδιά μου)
The Holy Heart of Jesus and the Five Wounds of Christ’s Love (1521), a woodcut by Sigmund Grimm – πηγή
Κ. Καβάφης - Έπος καρδίας
Μετά σου το παν, νομίζω, προσηνές με μειδιά,
στον καθρέπτη των ματιών σου την χαράν αντανακλά.
Στάσου, φως μου, και ακόμη δεν σε είπα τα μισά
απ’ εκείνα που πιέζουν την ερώσαν μου καρδιά
και στα χείλη μου ορμούνε με μια μόνη σου ματιά.
Μη με ομιλής αν θέλης, μη με πης γοητευτικά
λόγια αγάπης και λατρείας. Φθάνει να ’σαι εδώ κοντά,
να σε λέγω πως σε θέλω, να σ’ εγγίζω, την δροσιά
του πρωιού που αναπνέεις ν’ αναπνέω• κι αν και αυτά
υπερβολικά τα βρίσκης, να σε βλέπω μοναχά!
Heart shaped map of the world from Paris, 1536 - πηγή
Νίκος Καρούζος - Η χρησιμότητα της απειλής
Έχουν αρχίσει να με κυκλώνουν επικίνδυνα οι ώρες.
Ακούω τα φυλλώματα σήμερα
γίνηκαν ανήσυχα χορικά.
Πρέπει να ζήσω τις αντίστροφες δυνάμεις.
Ω καρδιά μου – τρομαχτικότερη σελήνη!
Νεότερος
[...] Αισθάνομαι μόνος
αφού δεν έχει δεύτερη ζωή ν’ αλλάξουμε
και το φεγγάρι ταξιδεύει πάντα ίδιο.
Σύντροφε ουρανέ
άλλοτε η ελπίδα φεγγοβολούσε στα χέρια
κοιτάζω το σώμα βρίσκω τ’ όνειρο
πάει κ’ η αγάπη
χάνεται
σαν το νερό στην πέτρα.
Τι είναι πια ένα δέντρο τι είναι τ’ ασημένια φύλλα;
Μέσ’ στην ορμή της ερημιάς γινόμαστε διάφανοι.
Emblem from Devises et Emblemes Anciennes & Modernes (1699) - πηγή
Κώστας Καρυωτάκης - Φύγε, η καρδιά μου νοσταλγεί
Φύγε κι άσε με μοναχό, που βλέπω να πληθαίνει
απάνω η νύχτα, και βαθιά να γίνονται τα χάη.
Ούτε του πόνου η θύμηση σε λίγο πια δε μένει,
κι είμαι άνθος που φυλλοροεί στο χέρι σου και πάει
Φύγε καθώς τα χρόνια κείνα εφύγανε, που μόνον
μια λέξη σου ήταν, στη ζωή, για μένα σαν παιάνας.
Τώρα τα χείλη μου διψούν το φίλημα της μάνας,
της μάνας γης, και ανοίγοντας στο γέλιο των αιώνων
Φύγε, η καρδιά μου νοσταλγεί την άπειρη γαλήνη!
Ταράζει και η ανάσα σου τα μαύρα της Στυγός
νερά, που με πηγαίνουν, όπως είμαι ναυαγός,
εκεί, στο απόλυτο Μηδέν, στην Απεραντοσύνη.
Artist Bansky Artwork's Name Balloon Girl
Τάσος Λειβαδίτης - Μη σημαδέψεις την καρδιά μου
Αδερφέ μου, σκοπέ
αδερφέ μου, σκοπέ
σ’ ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ’ ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ’ ακούω που βήχεις μες στην παγωνιά
σε γνωρίζω, αδερφέ μου
και με γνωρίζεις.
Στοιχηματίζω ότι έχεις μια κοριτσίστικη φωτογραφία στην
τσέπη σου.
Στοιχηματίζω αριστερά μέσα στο στήθος σου πως έχεις μια
καρδιά.
Θυμάσαι;
Είχες κάποτε ένα τετράδιο ζωγραφισμένο χελιδόνια
είχα κάποτε ονειρευτεί να περπατήσουμε κοντά – κοντά
στο κουτελό σου ένα μικρό σημάδι απ’ την σφεντόνα μου
στο μαντήλι μου φυλάω διπλωμένα τα δάκρυά σου
στην άκρη της αυλής μας έχουν ξεμείνει τα σκολιανά
παπούτσια σου
στον τοίχο του παλιού σπιτιού φέγγουν ακόμα
με κιμωλία γραμμένα τα παιδικά μας όνειρα.
Γέρασε η μάνα σου σφουγγαρίζοντας τις σκάλες των
υπουργείων
το βράδυ σταματάει στη γωνιά
κι αγοράζει λίγα κάρβουνα απ’ το καρότσι του πατέρα μου
κοιτάζονται μια στιγμή και χαμογελάνε
την ώρα που εσύ γεμίζεις τ’ όπλο σου
κ’ ετοιμάζεσαι να με σκοτώσεις.
Βασίλεψαν τα πρωϊνά σου μάτια πίσω απο ένα κράνος
άλλαξες τα παιδικά σου χέρια μ’ ένα σκληρό ντουφέκι
πεινάμε κ’ οι δυο για ένα χαμόγελο
και μια μπουκιά ήσυχο ύπνο.
Ακούω τώρα τις αρβύλες σου στο χιόνι
σε λίγο θα πας να κοιμηθείς
καληνύχτα, λυπημένε αδερφέ μου
αν τύχει να δεις ένα μεγάλο αστέρι είναι που θα
σε συλλογίζομαι
καθώς θ’ ακουμπήσεις τ’ όπλα σου στη γωνιά θα ξαναγίνεις
ένα σπουργίτι.
Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις
χτύπα με αλλού
μη σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δεν θα’ θελα να το λαβώσεις.
Pink Mended Broken Heart Painting by Carol Suzanne Niebuhr
Τσάρλς Μπουκόφσκι - Καρδιά στο κλουβί
Φρενίτις στην αγορά.
Πόλεις καίγονται.
Ο κόσμος κλονίζεται και απαιτεί δημοκρατία.
Η δημοκρατία δεν αποδίδει.
Ο χριστιανισμός δεν αποδίδει.
Ούτε η αθεΐα.
Τίποτα δεν αποδίδει.
Εκτός από το όπλο
κι εκείνον που το εξουσιάζει.
Τίποτα δεν αλλάζει.
Οι αιώνες αλλάζουν
κι ο άνθρωπος παραμένει ο ίδιος.
Η αγάπη λυγίζει και διαλύεται.
Το μίσος είναι η μοναδική πραγματικότητα
στις ηπείρους.
Στις ηπείρους και στα δωμάτια δυο ανθρώπων.
Τίποτα δεν αποδίδει εκτός από το όπλο
κι εκείνον που το εξουσιάζει.
‘Ολα τ’ άλλα είναι θεωρίες.
Φρενίτις στην αγορά.
Πόλεις καίγονται για να ξαναχτιστούν.
Για να ξανακαούν.
Η δημοκρατία δεν αποδίδει.
Ο χριστιανισμός;
Μόνο το όπλο.
Υπάρχει μόνο το όπλο.
Κι αυτός που το εξουσιάζει.
Vivid Heart painting by Ivan Guaderrama
η ζωή σου είναι η δικιά σου ζωή
μην την αφήνεις να ενωθεί σε μια υγρή υποταγή.
να παραφυλάς.
υπάρχουν έξοδοι.
υπάρχει ένα φως κάπου.
μπορεί να μην είναι πολύ φωτεινό αλλά
διώχνει το σκοτάδι.
να παραφυλάς.
οι θεοί θα σου προσφέρουν ευκαιρίες.
να τις μάθεις.
να τις αρπάξεις.
δεν μπορείς να νικήσεις το θάνατο αλλά
μπορείς να νικήσεις το θάνατο στη ζωή, μερικές φορές.
και όσο πιο συχνά μάθεις να το κάνεις,
τόσο περισσότερο φως θα υπάρχει.
η ζωή σου είναι η δικιά σου ζωή
μάθε τήν όσο την έχεις.
είσαι υπέροχος
οι θεοί περιμένουν να πάρουν μεγάλη ευχαρίστηση
από εσένα.
One Love One Destiny Painting by Ivan Guaderrama
Charles Bukowski -The Laughing Heart
your life is your life
don’t let it be clubbed into dank submission.
be on the watch.
there are ways out.
there is a light somewhere.
it may not be much light but
it beats the darkness.
be on the watch.
the gods will offer you chances.
know them.
take them.
you can’t beat death but
you can beat death in life, sometimes.
and the more often you learn to do it,
the more light there will be.
your life is your life.
know it while you have it.
you are marvelous
the gods wait to delight
in you.
Painting by Waleska Nomura.
Εμιλυ Ντίκινσον -Η καρδιά αποζητά την ηδονή αρχικά
Η καρδιά αποζητά την Ηδονή – αρχικά –
Και έπειτα – εξαίρεση απ’ τον Πόνο –
Και έπειτα – εκείνα τα μικρά Αναλγητικά
Που νεκρώνουν το βάσανο
Και έπειτα – να πάει να κοιμηθεί –
Και έπειτα – εάν εισακουόταν
Απ’ τον Ανακριτή της
Το προνόμιο να πεθάνει
Waleska Nomura - A Heart In Love
Αλ Σαντίκ αλ Ράντι ( Σουδάν ) - Λαχτάρα
Η καρδιά μου βροντοχτυπά,
σαν να στέκεται εκεί
μπροστά στην πόρτα σου.
Ή σαν να περιμένει τον ερχομό σου
από στιγμή σε στιγμή.
Όλα τα πουλιά
του μεσημεριάτικου ουρανού
καταφθάνουν με θόρυβο στο παράθυρό σου.
Μια ζωή υπομονή
Ένα δάσος από φτερουγίσματα…
Elizabeth Chapman- art
Llyas Abu Shaaka ( Λίβανος ) -Σ’ αγαπώ
Σ’ αγαπώ περισσότερο απ΄όσο μια ανθρώπινη καρδιά μπορεί να αγαπήσει,
περισσότερο απ΄όσο ένας ποιητής ονειρεύεται ή ένας ερωτευμένος αισθάνεται.
Είσαι το σύννεφο με το υπέροχο άρωμα που στάλθηκε απ΄τον παράδεισο,
για να ρίξει πάνω μου τη βροχή του, την ευλογημένη δροσιά.
Αισθάνομαι την καρδιά σου, τις φλέβες σου να κυλούν μέσα στις δικές μου,
χωρίς καμιά χαραμάδα ανάμεσα μας για να χωθεί ο ακάθαρτος κόσμος.
Η καρδιά μου στέκει απέναντι στη δική σου, αντικρίζει τη δίδυμη εικόνα της,
σαν δυο χέρια που πλέκονται σε αέρινο όρκο.
Μέσα μας κόκκινο κρασί ενώνεται με κόκκινο κρασί,
φτιάχνουν μείγμα μεθυστικό από άρωμα, αύρα και δροσιά του πρωινού.
Η έμπνευση μου κατοικεί μέσα στα μάτια σου,
τα χείλη σου ενώνονται με τα δικά μου και οδηγούν την ποίηση μου.
Σε σένα και σε μένα η φωτιά φουντώνει, χωρίς κανείς να ρίχνει ξύλα.
Μολονότι είμαστε ήρεμοι, η καταιγίδα ξεσπά μέσα μας.
clockwork heart sculpture by richardsymonsart ..
Γ. Σαραντάρης - Ἡ καρδιά μας
Ἡ καρδιά μας εἶναι ἕνα κῦμα που δεν σπάει
στην ἀκρογιαλιά. Ποιος μαντεύει τη θάλασσα,
ἀπ᾿ ὅπου βγαίνει ἡ καρδιά μας; Ἀλλά εἶναι ἡ
καρδιά μας ἕνα κῦμα μυστικό, χωρίς ἀφρό.
Βουβά πιάνει μία στεριά. Και ἀθόρυβα σκαλίζει
το ἀνάγλυφο ἑνός πόθου, που δεν ξέρει
ἀπογοήτευση και ἀγνοεῖ την ἡσυχία.
Raven on Heart Sculpture Wood Sculpture (ID: A7991)
Created by Mark Orr
Γ. Σεφέρης - Όνειρο
Κοιμούμαι και η καρδιά μου ξαγρυπνά,
κοιτάζει τ’ άστρα στον ουρανό και το δοιάκι
και πώς ανθοβολά το νερό στο τιμόνι.
Jim Dine Painting
Ναζίμ Χικμέτ - Στηθάγχη
Αν η μισή καρδιά μου βρίσκεται, γιατρέ, εδώ πέρα
η άλλη μισή στην Κίνα βρίσκεται
με τη στρατιά που κατεβαίνει προς το Κίτρινο ποτάμι
Κι ύστερα, γιατρέ, την πάσα αυγή
την πάσα αυγή γιατρέ, με τα χαράματα
πάντα η καδιά μου στην Ελλάδα τουφεκίζεται.
Κι ύστερα, να, σαν οι φυλακισμένοι γέρνουνε στον ύπνο
και σβήνουν στο νοσοκομείο τα τελευταία βήματα
τραβάει ολόισια, γιατρέ, η καρδιά μου
τραβάει, γιατρέ, στην Ισταμπούλ, σ’ ένα παλιό ξύλινο σπίτι.
Κι ύστερα, δέκα χρόνια τώρα, να, γιατρέ
που τίποτα δεν έχω μες στα χέρια μου να δώσω στο φτωχό λαό μου
τίποτα πάρεξ ένα μήλο
ένα κόκκινο μήλο, την καρδιά μου.
Κι είναι γιατρέ, απ’ αφορμή όλα τούτα
που μες στα στήθια μου έχω τούτη την αρρώστια
όμως, γιατρέ, και μ’ όλα τα ντουβάρια που μου κάθονται στα στήθια
κοιτάω τη νύχτα ανάμεσα απ’ τα κάγκελα
κι όλη η καρδιά μου αντιχτυπά και στο πιο μακρινό αστέρι.
Αν η μισή καρδιά μου βρίσκεται, γιατρέ, εδώ πέρα
η άλλη μισή στην Κίνα βρίσκεται
με τη στρατιά που κατεβαίνει προς το Κίτρινο ποτάμι
Κι ύστερα, γιατρέ, την πάσα αυγή
την πάσα αυγή γιατρέ, με τα χαράματα
πάντα η καδιά μου στην Ελλάδα τουφεκίζεται.
Κι ύστερα, να, σαν οι φυλακισμένοι γέρνουνε στον ύπνο
και σβήνουν στο νοσοκομείο τα τελευταία βήματα
τραβάει ολόισια, γιατρέ, η καρδιά μου
τραβάει, γιατρέ, στην Ισταμπούλ, σ’ ένα παλιό ξύλινο σπίτι.
Κι ύστερα, δέκα χρόνια τώρα, να, γιατρέ
που τίποτα δεν έχω μες στα χέρια μου να δώσω στο φτωχό λαό μου
τίποτα πάρεξ ένα μήλο
ένα κόκκινο μήλο, την καρδιά μου.
Κι είναι γιατρέ, απ’ αφορμή όλα τούτα
που μες στα στήθια μου έχω τούτη την αρρώστια
όμως, γιατρέ, και μ’ όλα τα ντουβάρια που μου κάθονται στα στήθια
κοιτάω τη νύχτα ανάμεσα απ’ τα κάγκελα
κι όλη η καρδιά μου αντιχτυπά και στο πιο μακρινό αστέρι.
Christian Schloe - art
«Εν τω μεταξύ, κάθε μέρα έχω μαλώματα με την καρδιά μου..
«Καρδιά μου», της λέω, «κάνε κι εσύ μια υποχώρηση»
υπάρχει τόση ομορφιά σ’ αυτόν τον κόσμο,
υπάρχουν τόσα σαββατόβραδα για γλέντι,
επιτέλους δε χάθηκαν οι ευκαιρίες για προσήλωση»
«Δεν ξέρεις τι ζητάς», μου αποκρίνεται,
«σε χάλασαν οι τόσες διαψεύσεις,
σ’ έκανε εύκολο η απελπισία,
έπαψες να πιστεύεις πια στον έρωτα: σε κλαίω»..
Δεν ξέρω τι της έκανες αυτής της καρδιάς
και ξημεροβραδιάζεται με τ’ όνομά σου
όμως εγώ είμαι αδύνατος άνθρωπος,
η σάρκα μου πονάει, θέλει να φάει,
το αίμα μου κρυώνει, θέλει να ζεσταθεί…
Να φύγεις απ’ τη μνήμη μου και την καρδιά μου…
Abdul Razak Unique African Wood of Man and Woman with Heart Sculpture
Μαξίμ Γκόρκι - Η Φλογερή καρδιά του Ντάνκο
Τον πιο παλιό καιρό ζούσε εδώ μία κοινότητα Ανθρώπων. Γύρω απ’τις τρεις μεριές του οικισμού, ήταν το Μαύρο Δάσος. Και από την τέταρτη, η απέραντη στέπα. Για πολύ καιρό ο ήλιος έλαμπε και ο ουρανός ήταν γαλάζιος, και έτσι οι Άνθρωποι ήταν γενναίοι και ευτυχισμένοι. Μα κάποια μέρα, ήρθανε απ’την στέπα άλλοι Άνθρωποι, πιο νέοι, πιο βάρβαροι, πιο δυνατοί και έδιωξαν τους πρώτους, βαθιά μέσα στο Μαύρο Δάσος.
Painting of a Heart by Krysta Logan
|
Έλη τους περικύκλωσαν και βάλτοι και το σκοτάδι ήτανε πυκνό. Άρχισαν να πεθαίνουν, ο ένας μετά τον άλλο, απ’τα κουνούπια και τον μολυσμένο αέρα.
Τότε, γυναίκες και παιδιά, αρχίσανε τους θρήνους και όλοι μαζί καθήσαν να σκεφτούν σαν τι θα κάνουν.
-Δυό δρόμοι ανοίγονται γιά μας. Ο ένας, προς τα πίσω. Μα εκεί, βρίσκονται οι δυνατοί εχθροί μας. Ο άλλος μπροστά, πέρα απ’τα Μαύρα Δάση, εκεί που τα μεγάλα δέντρα, με τα πανίσχυρα κλωνιά τους αγκαλιάζονται κι οι κόμποι απ’τις γυμνές τους ρίζες βυθίζονται βαθιά, στη λιπαρή τη λάσπη.
Και το σκοτάδι ήταν πυκνό και τα μεγάλα δέντρα –δέντρα πέτρινα- στεκόντουσαν βουβά και ακίνητα, μέσα στο μαύρο θάμπος και πιό σφιχτά πλησίαζαν τόνα το άλλο, τριγύρω στους Ανθρώπους. Μα εκείνοι είχαν συνηθίσει την απλωσιά της στέπας και πιό πολύ τους στένευε το Δάσος, παρά θηλιά κρεμάλας στο λαιμό τους.
Και η Ώρα χτύπησε Έντεκα.
Και όμως, κάποτε ήταν δυνατοί και θα μπορούσαν να νικήσουν. Μα τώρα, κάτω απ’τα πυκνά κλαδιά, χάθηκε η ψυχή και –ίσως- το σώμα. Και οι θρήνοι γένησαν την Φρίκη.
Και οι Μάνες κλαίγανε τους πεθαμένους. Και οι ζωντανοί αλυσοδέθηκαν από τον Φόβο. Λόγια δειλίας άρχισαν να ακούγονται μέσα στο Δάσος. Και ήθελαν στους εχθρούς να παν και γονατίζοντας να τους προσφέρουνε τη λευτεριά τους.
Heart Sculpture by The Art of Alice Terrill |
Και είπε ο Ντάνκο:
-Σύντροφοι, δεν κυλάει η πέτρα με την σκέψη μόνο. Όποιος δεν κάνει τίποτε, δεν του συμβαίνει τίποτε. Γιατί να σπαταλιέται η δύναμή μας στον καημό; Πάμε στο Δάσος και ας το περάσουμε ως πέρα. Σίγουρα θάχει κάποιο τέλος. Όλα στον Κόσμο έχουν ένα τέλος. Εμπρός λοιπόν!
-Οδήγησέ μας, με μια φωνή είπανε όλοι.
Και ξεκινήσαν. Και σε κάθε βήμα, ο Βάλτος –άπληστο σάπιο στόμα- καταβρόχθιζε Ανθρώπους. Σαν φίδια απλωθήκανε παντού οι ρίζες και κάθε βήμα το πληρώνανε με αίμα. Περπάτησαν πολύ καιρό και όλο πυκνώναν τα σκοτάδια. Κουράστηκαν και άρχισαν να γκρινιάζουν γιά τον Ντάνκο και έλεγαν πως, άδικα, νέος και άπειρος τους έσυρε εδώ κάτω –κι ας είχαν όλοι τους συμφωνήσει. Και κάποτε, στο Δάσος μπόρα ξέσπασε. Και έγινε το σκοτάδι πιό μαύρο και απ’της Κόλασης τις νύχτες. Μα ο Ντάνκο περπατούσε πάντα εμπρός. Και τα κλαδιά των δέντρων τους κυκλώσανε. Και κεραυνοί σκίζανε τον αιθέρα. Όλο δυνάμεις και πιό λίγες τους απόμεναν. Μα εκείνος περπατάει πάντα μπρος –«ένας αυτός, και ζει γιά χίλιους».
Τσάκισαν και έχασαν το θάρος τους και ρίξανε το φταίξιμο στον Ντάνκο.
-«Σας οδηγώ εγώ», μας είπες!
-Σας οδήγησα. Μα εσείς; Σέρνεστε όλο πιό πολύ στη λάσπη, μπουσουλώντας με τα τέσσερα, σα ζώα.
Σκοτείνιασαν τα μάτια τους και φάνηκε μέσα σ’αυτά η λάμψη του θανάτου.
«Κοίτα τους», μονολόγησε, «πριν όλοι φίλοι, τώρα όλοι τους θηρία» και λάμψανε τα μάτια του σαν φάροι. Και βλέποντάς το αυτό, σκέφτηκαν πως τρελάθηκε και πως, γιαυτό -έτσι ζωηρά- φλογίστηκε η ματιά του και φυλάχτηκαν.
Και σαν κοπάδι λύκων –που θήραμα μυρίστηκε- μαζεύτηκαν, γιατί περίμεναν πως θα ριχτεί πάνω τους πρώτος. Και άρχισε να στενεύει γύρω του ο κλοιός. Και αυτός κατάλαβε τη σκέψη τους και η σκέψη γένησε στην φλογερή καρδιά του το παράπονο. Και όλο το Δάσος άρχισε να ψέλνει το μαύρο, πένθιμο τραγούδι του. Και ο κεραυνός βροντάει και η βροχή πέφτει ασταμάτητα.
-«Αν δεν καώ εγώ –αν δεν καείς εσύ- πως θα γενούνε τα σκοτάδια φως;» φώναξε, κι απ’τη Βροντή πιό δυνατά.
Και έσκισε με τα χέρια του το στήθος του και έβγαλε από μέσα την καρδιά του και την κρατάει ψηλά, απ’τα κεφάλια πάνω των Ανθρώπων.
Αναλαμπάδιασε η Καρδιά –σαν ήλιος- και το σκοτάδι διαλύθηκε μέσα στο φως. Και οι Άνθρωποι –κατάπληκτοι- μαρμάρωσαν.
-Εμπρός, φωνάζει ο Ντάνκο και ρίχνεται μπροστά, στην πρωτινή του θέση, ψηλά κρατώντας την Φλεγόμενη Καρδιά του -που φώτιζε την Μοίρα των Ανθρώπων.
Τον ακολούθησαν σαν μαγεμένοι. Το Δάσος αντιβούησε έκπληκτο, μα η βοή του πνίγηκε στον Ήχο των Χρωμάτων. Και τώρα πέθαιναν, μα πέθαιναν δίχως παράπονα και παρακάλια. Έτρεχαν γρήγορα μπροστά, με γεναιότητα, το Φως του Φάρου ακολουθώντας –την Καρδιά του. Και ο Ντάνκο πάντα προχωρούσε προς τα εμπρός και η Φλόγα της Καρδιάς του όλο φούντωνε και φούντωνε. Και τέλειωσε το Δάσος. Και έμεινε πίσω τους, βουβό. Και στα λιβάδια πέρα, στη μεγάλη στέπα σαν ξεμύτισαν, λούστηκαν ξαφνικά από ηλιόφως και καθαρό αέρα ξεπλυμένο απ’την βροχή. Και έλαμψε ο ήλιος και πέρα, το ποτάμι, σαν φιδίσιο σώμα αντιφέγγισε. Σουρούπωνε. Κατά το λιόγερμα, άρχισε να φαντάζει κόκκινο –σαν αίμα- το ποτάμι. Και εκείνος, χαμογέλασε περήφανα.
Και έγινε η Ώρα, Δώδεκα.
Στο χώμα πέφτει και η Μάνα Γη προστάζει, και λουλούδια τον αγκάλιασαν. Και δεν τον πρόσεξε κανείς πούπεσε κάτω. Και μόνο η γεναία του Καρδιά ακόμα άναβε. Και ένας, την πρόσεξε. Και –φοβισμένος- με το πόδι του την πάτησε. Και η Φλογερή Καρδιά του Ντάνκο, χάθηκε γιά πάντα.»
Mr. Brainwash's Heart Sculpture
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Με τι καρδιά να σ’ αποχαιρετήσω
Με τι καρδιά τραγούδι να σου πω
στον ουρανό με τ’ όνειρο θα ζήσω
στον ουρανό σαν άστρο θα χαθώ
Βάλε φωνή κοντά σου να γυρίσω
βάλε φωνή τη γη να θυμηθώ
Με τι καρδιά τα μάτια σου ν’ αφήσω
Με τι καρδιά τον κόσμο ν’ αρνηθώ
σε σκοτεινό γεφύρι θα καθίσω
σε σκοτεινό ποτάμι θα σταθώ
Δώσ’ μου φωτιά τη νύχτα μου να σβήσω
Δώσ’ μου φωτιά στον ήλιο να βρεθώ
Heart sculpture by Jim Dine
Στίχοι: Θανάσης Τσόγκας
Μουσική: Daniele Pace
Τρικυμία στην καρδιά μου
έχεις φέρει φοβερή
σαν της θάλασσας το κύμα
με χτυπάνε οι καημοί
Τη μία μέρα μου θυμώνεις
και την άλλη μου γελάς
Το πρωί μακριά με διώχνεις
και το βράδυ με φιλάς
Τι θα γίνω πια δεν ξέρω,
μ’έχεις κάνει και υποφέρω
Πιο κοντά μου να σε φέρω
προσπαθώ μα δεν μπορώ
Λαχταρώ τον έρωτά σου
μα τι κρύβεις στη ματιά σου
που να ψάξω να το μάθω,
να το βρω
Τρικυμία στην καρδιά μου
έχεις φέρει φοβερή
σαν της θάλασσας το κύμα
με χτυπάνε οι καημοί
Και οι φίλοι και οι γνωστοί μας
απορούν κι αυτοί μαζί μας
την αγάπη τη δική μας
μεταξύ τους συζητούν
Ότι φταις εσύ μου λένε
και τα λόγια τους με καίνε
μα τα μάτια σου που κλαίνε,
πάντα εμένα θα ζητούν
Πάψε πια να με παιδεύεις,
δείξε πόσο με λατρεύεις
για να πάψουν
και για τους δύο μας να μιλούν
Τρικυμία στην καρδιά μου
έχεις φέρει φοβερή
σαν της θάλασσας το κύμα
με χτυπάνε οι καημοί
Έλα να τους δείξεις
πως στ’ αλήθεια μ’ αγαπάς
Έλα να τους δείξω
πως για μένανε με πονάς
Μεσ’ την αγωνία
πάψε πια να με κρατάς
Σε λατρεύω
μα φαρμάκια με κερνάς
Τρικυμία στην καρδιά μου
έχεις φέρει φοβερή
Πάψε πια να με παιδεύεις
για να φύγουν οι καημοί
Έλα να τους δείξεις
πως στ’ αλήθεια μ’ αγαπάς
Έλα να τους δείξω
πως για μένανε με πονάς
Μεσ’ την αγωνία
πάψε πια να με κρατάς
Έλα να τους δείξεις
πως στ’ αλήθεια μ’ αγαπάς
Έλα να τους δείξω
πως για μένανε με πονάς
Μεσ’ την αγωνία
πάψε πια να με κρατάς
Mosaic Heart By Catherine Van Giap of Freshwater Mosaics
Στίχοι: Νατάσσα Μεσσήνη Μουσική: Ορφέας Περίδης Για πού το βαλες καρδιά μου μ' ανοιχτά πανιά για ποια πέλαγα ουράνια άστρα μαγικά για πού το βαλες καρδιά μου μ' ανοιχτά πανιά Για ποια μακρινή πατρίδα έρμη ξενητειά θάλασσα ουρανός μ' αστέρια πουθενά στεριά για πού το βαλες καρδιά μου μ' ανοιχτά πανιά Ποια αγάπη ποιο λιμάνι ποια παρηγοριά θα χεις αγκαλίά το κύμα χάδι το νοτιά για πού το βαλες καρδιά μου μ' ανοιχτά πανιά
Στίχοι: Λουκάς Θάνος
Μουσική: Λουκάς Θάνος
Την καρδιά σου σε κύκλο διπλό να την κλείσεις
σε κύκλο από φλόγα, σε κύκλο από πάγο
και στα χείλη ν’ ανθίζει πικρό χαμογέλιο
ακούγοντας τον κρύφιων παθών τον Ιάγο
Ό,τι εζήτησες να `ναι μακριά σου, μακριά σου
κρυφά κι από `σένα, να το’χεις βαθιά σου
στους μεγάλους τους δρόμους να φεύγεις αλήτης
και να `σαι εσύ η σκιά της σκιάς σου.
Τη φλόγα να κρύβεις κι απ’ τον αδερφό σου
ηφαίστειο αναμμένο ώσπου να γένει
και μια νύχτα η θύελλα που κρύβεις εντός σου
να σ’ έβρει σαν φύλλο ξερό που το σέρνει.
Public Art in Times Square / Ice Heart Sculpture
πηγές
http://www.greek-language.gr/
https://itzikas.wordpress.com/
https://www.translatum.gr/
http://nikiforosvrettakos.gr/
http://logotexnikesmikrografies.blogspot.gr/
http://www.kavafis.gr/
Εξαιρετικό!
ΑπάντησηΔιαγραφή