Κυριακή 10 Μαρτίου 2019

ΚΙΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ " ΝΥΧΤΑ " Απόσπασμα


Ποτέ δε κατάλαβα γιατί σε ντύνουν με μαύρα πέπλα και μαύρους μανδύες.
Ποτέ δε κατάλαβα γιατί μοιάζεις τόσο γαλήνια και αέρινη, μέσα στον τόσο έντονο δυναμισμό που κρύβεις και γεννάς.
Ποτέ δε κατάλαβα γιατί σε παρουσιάζουν σαν μια μυστηριώδη, μαυροφορεμένη γυναίκα που συνοδεύεται πάντα από κάποιον τυχάρπαστο τυχοδιώκτη.
Για μένα σήμερα φόρεσες σακάκι μαύρο και πουλόβερ βαρύ! 
Έπιασες κότσο ψηλό τα καστανά μαλλιά σου και τα σκέπασες με ένα μεγάλο, μαύρο, δαντελένιο καπέλο.
Με ένα σκουρόχρωμο παντελόνι φαρδύ φρόντισες να καλύψεις τα λευκά ακροδάχτυλα των ξυπόλητων ποδιών σου.
Βαριά και κουρασμένη δείχνεις καθώς περπατάς και βαδίζεις μέσα και πάνω από ξένα περβάζια. Δε μπορώ να μη διακρίνω το κόκκινο που στάζουν τα ματωμένα σου δάχτυλα. Οι τρυπημένες πατούσες σου!
Μια κόκκινη γραμμή που λάμπει μέσα στο σκοτάδι σέρνεται ξοπίσω σου και νοιώθω τον πόνο βλέποντας το σώμα σου να τρέμει, να σπαράζει.
Σε κοιτάζω σα θολή εικόνα να ξεμακραίνεις μπροστά μου και νοιώθω να μου κόβεται η ανάσα. 
Σε ακολουθώ μηχανικά….
Σε βλέπω να περιπλανιέσαι ανάμεσα σε ξεχασμένα, ερειπωμένα, βρόμικα κτήρια και να κρυφοκοιτάς πίσω από σπασμένα ή ραγισμένα παράθυρα τις ελπίδες των ανθρώπων!
Σε βλέπω να διαβαίνεις ανάμεσα σε ανθρώπινες ψυχές που κάτω είναι ξαπλωμένες και να στέκεσαι από πάνω τους σα να προσπαθείς να φυσήξεις στο στόμα τους και να πλημμυρίσεις με ζωή την αλόγιστη παράδοσή τους.
Σε βλέπω να τους αγγίζεις απαλά, να τους χαϊδεύεις τα μαλλιά, να προσπαθείς να τους αγκαλιάσεις, να τους απεγκλωβίσεις και όταν διακρίνω τα δάκρυα που κυλάνε στο πρόσωπό σου θέλω να τρέξω κοντά σου και να σε αγκαλιάσω! Να σε παρηγορήσω! 
Το αίμα όλο και πληθαίνει πίσω σου! Μα εκείνοι δε το βλέπουν! Κάθε φορά που αγγίζεις σπλαχνικά έναν ώμο, βαθύ κόκκινο αναβλύζει από τις πληγές που εξαπλώνονται σε όλο σου το σώμα!
Το βλέπω! Το παρατηρώ! Αρχίζω να φοβάμαι!
Θέλω να τρέξω κοντά σου και με το λευκό μου πουκάμισο να σκουπίσω τις ματωμένες σου πατούσες. Ίσως έτσι πάψουν τα ίχνη σου να μαρτυράνε αφόρητο πόνο!
Μα φοβάμαι! Δε το κάνω! 
Ντρέπομαι τόσο πολύ!
Μια αλυσίδα σφιχτά με κρατάει!
Σε παρακολουθώ από απόσταση να βαδίζεις ανάμεσα σε φαινομενικά άψυχα κορμιά και με τα λευκά σου δάχτυλα να αγγίζεις απαλά τις πληγές τους.
Ρίγη συγκίνησης με διαπερνούν καθώς σε βλέπω να σκύβεις και να φιλάς στο μέτωπο ανθρώπους που κάποιοι ονόμασαν στο παρελθόν παράσιτα και περιθωριακά στοιχεία.
Πολλοί σε αγαπήσανε και σε λατρέψανε, Νύχτα μου, μα άλλοι πάλι σε μισήσανε και πονέσανε εξαιτίας σου!
Δεν είναι που σέρνεις σκοτάδι και άβυσσο μαζί σου, έχεις άλλωστε προσωπικό οδηγό το υπέρλαμπρο φεγγάρι και πολλούς συνοδοιπόρους τα χιλιάδες φωτεινά σου άστρα, είναι που η ίδια ξέχασες πως υπάρχεις για το καλό των ανθρώπων και μας άφησες να σε αγγίξουμε, να σε λερώσουμε και να σε μολύνουμε ξανά και ξανά!
Είναι σα να επέτρεψες σε κάποιους να σε χρίσουν κατάχρηση ενώ στην ουσία ξέρεις πως είσαι δικαίωμα, Ελευθερία!
Κανείς δε νοιάζεται που δείχνεις τόσο ταλαιπωρημένη, εξαρτημένη, εξασθενημένη. Νοιάζονται μόνο που δεν είσαι μαζί τους ανεκτική όπως παλιά. Που δεν συγχωρείς τα λάθη τους αλλά τους τα επιστρέφεις!


Aπόσπασμα από το ποίημα σε ελεύθερο στίχο "Νύχτα", της πρώτης ποιητικής συλλογής της Κικής Κωνσταντίνου "Τα Λάφυρα της Ψυχής μου"


















1 σχόλιο: