Εκτυφλωτικό πρόσωπο, σαν κελάηδισμα της έμπνευσης, διόλου χαζό ύφος από σκονισμένα σκηνικά να υφαίνει εναέριους ιστούς χαράς σε θυελλώδεις ορίζοντες, αντίθετα η έκφραση της πρόδιδε άγρυπνο πνεύμα κι’ αντίληψη εξαιρετική στις αντηχήσεις της εποχής. Είχε τις γρήγορες κινήσεις του πουλιού εξατμίζοντας – εξαγνίζοντας περιρρέουσα ενέργεια σε ρόλους υπερφυσικής μπεμπέκας. Το πιο χαρακτηριστικό ήταν όμως χωρίς άλλο η φωνή της, δυνατή, μεταλλική, αλύγιστη. Μάλλον αινιγματική, φοβερά αισθησιακή, λυρική. Δοκιμασία για ξεκούρδιστα νεύρα σε μουσική υπόκρουση πιο πέρα από τις εσοχές της λύπης, πιο κάτω από τις οδύνες της ρήξης, πιο κοντά στο ρίγος της λήθης, την ώρα που η «Βασίλισσα του γέλιου», με επίκεντρο την αισθαντικότητα, παλλόταν στους ρυθμούς του γέλιου για να ανατιναχτεί στη δόνηση, στην άλωση, στην ένωση !
Mέσα σε μια θύελλα απελπισίας και ευαισθησίας, στη δύναμη του γέλιου που ηλέκτριζε το απαιτητικό κοινό απ΄ τα δεινά της καθημερινότητας χωρίς να γίνεται ορατή η κάμψη του φαινομένου των συλλαβών, βρισκόταν πίσω από αυτό το μέγα επίτευγμα ενθουσιασμού του αθηναϊκού πληθυσμού, προσφορά σαν μήνυμα χαράς και αισιοδοξίας. Με το πάχος της, το κοντό ανάστημά της, και γενικά με την περίεργη εμφάνιση της, θα ξετύλιγε τα πάθη, θα εξελισσόταν, θα γελούσε, θα χόρευε, θα γεννούσε, θα έπεφτε, θα σηκωνόταν πριν σηκωθεί να παίξει αυτό τον γιγάντιο ρόλο, να σηκώσει στους ώμους τον συγγραφικό άτλαντα για να ανοίξει τα χαρτιά στην τράπουλα της ιστορίας, φορώντας περιδέραιο, περασμένο χάντρα τη χάντρα, με μοναδική μαστοριά και τέχνη, περνώντας από ένα πλήθος εντυπώσεις και μνήμες ενός βιωμένου πλούτου έργων, ατομικών παρατηρήσεων, περιπετειών και προσωπικών εμπειριών ηρωίδων, χορών, συγκινήσεων, σε σπουδαία έργα, πολυσήμαντα, διαμαντένια σαν πολύτιμους λίθους των δύστυχων συγκυριών της εποχής της.
Η Μαρίκα Μαντινειού υπήρξε πρωτεϊκή γυναίκα με έφεση. Τώρα τι θα πει «πρωτεϊκή γυναίκα με έφεση στην Ελλάδα», αυτό είναι άλλο καπέλο. Κατά κανόνα όμως, εννοούμε μια γυναίκα με ερμηνευτικό ταλέντο και αξιοπρόσεκτη σκηνική παρουσία, που κάθε φορά, ήθελε να είναι καλύτερη, να κάνει κάτι καλύτερο. Ούτε παρθενική μωρία, ούτε βαρβαρικό πάθος. Ούτε θύμα, ούτε δήμιος. Ούτε αρρώστια, ούτε πάθος. Ούτε φαντασία, ούτε παραμύθι, μα ανανεωτική Μαρίκα Μαντινειού στη φυσιολογική κατάληξη της παράστασης, που απ’ τη μια έκανε τον πιο δύσκολο θεατή να γελάσει με πρόσωπα κι απ’ την άλλη σχημάτιζε στον πιο σκυθρωπό θεατή να θυμηθεί γεγονότα, συναρμολογώντας σαν ψηφιακό ολόγραμμα μια πειστική βαθμίδα της τέχνης της καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας. Κι ακόμα πως ζωντάνευε μια αστεία κωμική ιστορία μέχρι τις δυσκολίες της γέννας και τον φόβο της χρυσής ηλικίας, εκφράζοντας μια εσωτερική μελαγχολία της νέας γενιάς υπαρξιακής απόγνωσης και πολλαπλών καταπιέσεων σε βαθμούς εκρηκτικούς των έσωθεν κοινωνικών αναταραχών και δυσκολιών της ζωής για τις διασκεδαστικές και ασύγκριτα διδακτικής προσέγγισης του θεάτρου.
Μια Μαρίκα Μαντινειού έντονης εξωστρέφειας και εσωστρέφειας που σου ρουφούσε τόσο υπέροχα και τόσο άσχημα την ψυχή παράλληλα, μια θεατρίνα αξιών η οποία αυτοσχεδίαζε και καταργούσε τον τέταρτο τοίχο και έβλεπε γνωμικά στου κασίδη το κεφάλι, βλέποντας και κάνοντας, παρακολουθώντας ωστόσο την διεξαγωγή σκηνικής διεξαγωγής και υποκριτικής ικανότητας, ρυθμών, κίνησης και εικαστικής συμμετοχής για την προφύλαξη του θεατή από οποιαδήποτε μορφή με μια κρυστάλλινη και διαυγή δημιουργία. Μια νοοτροπία της Μαρίκας Μαντινειού Stand up ως φόρμα μιας μηχανής που δουλεύει από ένα απλό γρανάζι στα αποδεκτά πλαίσια της χιουμοριστικής κανονικότητας, σχέσεις και χαρακτήρες εντελώς γελοίας κατάστασης, που η συνειδητοποίηση έκανε τους θεατές να σκάσουν στα γέλια, χορεύοντας, τραγουδώντας και γελώντας με στάσεις και κινήσεις με τόση επιμέλεια και προσοχή δουλεμένες, είχε προσχωρήσει στο χώρο της λαϊκής-υψηλής τέχνης, δημιουργώντας ρόλους ζωής που συζητούν, λυπούνται και χαίρονται. Ενώ η Μαρίκα Μαντινειού μας είχε προειδοποιήσει ανεπανόρθωτα με το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο στο σικέ παιχνίδι που της επιφύλαξε η μοίρα, αισθανόταν μια εικόνα να προέρχεται από μια εσωτερική πηγή, ένα εσωτερικό όραμα για ν’ αναδειχθεί σε μαγικό κορίτσι του θεάτρου, σε χαρισματική γυναίκα με υποκριτική ευφράδεια συνάμα και υποκριτική δεξιοτεχνία σατιρίζοντας και προβληματίζοντας τους ορίζοντες της κοσμογονικής πρώτης εικοσαετίας του 19ου αιώνα, με μοναδικό στόχο να αποκαλυφθεί η αλήθεια, να εξαλειφθεί η πλάνη, να μην διαλυθεί ο μύθος, να μην αμαυρωθεί η «Βασίλισσα του γέλιου», ως πηγή έμπνευσης, ενθουσιασμού σαν μια προσπάθεια σοβαρών καλλιτεχνικών προθέσεων.
Πύρινο μέτωπο, κυριολεκτικά η μεγάλη δόξα και λαμπρή σταρ της οπερέτας και του μουσικού θεάτρου η Μαρίκα Μαντινειού – Λάσκαρη χωρίς παρεκτροπή, υπήρξε φλογερή ως «ηχητική και άδουσα» με εικόνες και επεισόδια, με έξυπνες μετακινήσεις σε χρόνους και χώρους, με αναδρομές και αναλαμπές, με επιδεικτική θεατρικότητα, με ερμηνείες ανάλογα με τον τρόπο που βίωνε τα χρόνια και τα γεγονότα της δικής της διαδρομής. « Βασίλισσα του γέλιου» χάρισε στους θαυμαστές της μια μεγάλη ποικιλία έργων , αυτοσχεδίαζε σε ευρύτερα σημεία ντοκουμέντα αποκαλύψεων και ζωντάνεψε χώρους παρατημένους διαλέγοντας με προσοχή τα σχήματα και τα θεάματα , κοντά σ’ ένα γραμμόφωνο, παίζοντας και ακούγοντας δίσκους με τραγούδια οπερέτας στις αντίστοιχες σκηνές. Τι εκτάσεις συναισθημάτων, τι ποικιλίες δονήσεων, πόσες προσωπικές μνήμες αλλά και ιστορικές γνώσεις, πόση συγκλονιστική αλήθεια στο μεγαλειώδες πάθος σε έλεγχο αυξομειούμενο ανάλογο με το μέγεθός της που ήθελε η επιθεώρηση ειδικής επιλογής, ικανότητας υποκριτικής, αντοχής και πολυμέρειας, ως τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα.
Τι απίστευτη ευγλωττία ! Στερεή, εκφραστική, με καθαρή άρθρωση για την μετάδοση νοήματος και συναισθήματος και προπαντός με την εναρμόνιση των χεριών μεταξύ τους. Με μια διαρκή κίνηση, σε αλλεπάλληλους μετασχηματισμούς ζωντανεύοντας με ζωηρές συνθέσεις των δαχτύλων, της παλάμης των βραχιόνων και μπράτσων ολόκληρη την κωμική ιστορία. Ήταν μια σπάνια σπουδή να παρατηρείς την εκφραστικότητα των χεριών της Μαρίκας που μαζί με τον άριστα ειπωμένο λόγο συμπλήρωναν μια συγκλονιστική διφωνία, δίνοντας έμφαση με τα χέρια, υπογραμμίζοντας χειρονομώντας με πολλούς τρόπους την αφήγηση της σ’ όλη τη διάρκεια της θεατρικής περιπέτειας. Τέλος. Υποκλίσεις. Χειροκροτήματα. Δεύτερα χειροκροτήματα, υποκλίσεις. Τρίτα χειροκροτήματα, υποκλίσεις. Φώτα πλατείας για την συγκλονιστική ηθοποιό Μαντινειού σε μεγάλους ρόλους, σε αναμετρήσεις με κλασικές διαστάσεις, σε επιτεύξεις αριστουργηματικές, με τίτλους, με τιμές, διακρίσεις, βραβεία και θριαμβικούς επαίνους. Η Πολιτεία απένειμε στην Μαρίκα Μαντινειού-Λάσκαρη το Μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων για την προσφορά της στην ψυχαγωγία του μαχόμενου Ελληνικού Στρατού κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940.
Από το υπό έκδοση βιβλίο : AΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΣΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΕΥΤΕΣ ΤΗΣ ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
" Η Δραματική αλήθεια και το κωμικό αθώο των Ελλήνων Ηθοποιών "
" Μίμηση Πράξεως στην 7η Τέχνη του Ουρανού"
[ Επεξήγηση: Aφιερώματα των εκλιπόντων Ηθοποιών από τον 19 ου αιώνα μέχρι σήμερα σε λογοτεχνική μορφή }
Η φωτογραφία είναι από το βιβλίο του Αρτέμη Μάτσα με τίτλο Μεγάλες Θεατρικές Οικογένειες.
Χρήστος Αθανασίου
Aπόφοιτος της Βαρβακείου Σχολής. Kάτοχος πτυχίων Υποκριτικής Θεάτρου – Κινηματογράφου του Υπουργείου Παιδείας και Υπουργείου Πολιτισμού καθώς και τίτλων Μεταπτυχιακών Σπουδών και Σεμιναρίων Υποκριτικής, Σωματικού Θεάτρου, Δημιουργίας Θεατρικού Λόγου, Κορυφωμένης και Επεισοδιακής Δραματικής Δομής - Γραφής και Σημειολογίας προς την παραστασιολογία, ως επιστήμη που αναλύει σε βάθος φαινόμενα της θεατρικής πράξεως. Ακροατής – Φοιτητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Αθηνών.
Συγγραφικό έργο:
«Λογοτεχνικές Αστραπές»
«Όταν ο ηλεκτρικός σπινθήρας φωτίζει την ζωή και το όνειρο»
«Aφιερώματα στους ταξιδευτές της υποκριτικής τέχνης» ( Υπό έκδοση )
«Η Δραματική αλήθεια και το κωμικό αθώο των Ελλήνων Ηθοποιών»
«Μίμηση Πράξεως στην 7η Τέχνη του Ουρανού»
[Επεξήγηση: Aφιερώματα των εκλιπόντων Ηθοποιών απ’ τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα σε λογοτεχνική μορφή]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου