Ποιος μπορεί να ξέρει καλύτερα απ’ τον χρόνο τι είχε μέσα της μια γυναίκα στην κορυφή του ελληνικού μελοδράματος ; Πόσο δύναμη έκρυβε μέχρι την ημέρα που θα αποφάσιζε να αξιοποιήσει αυτή την δύναμη της που μέχρι πριν την ανακαλύψει βρισκόταν εν υπνώσει μέσα της. Να την θέσει στην υπηρεσία των ανθρώπων που την είχαν ανάγκη εκτός από το χρυσό μετάλλιο κι ένα πιάνο που της απονεμήθηκε από το Ωδείο Αθηνών, από το οποίο και αποφοίτησε. Να παρακολουθεί ένα βράδυ από τις κουίντες τον πατέρα της να παίζει, να βγαίνει στη σκηνή μετά από ένα νεύμα του. Είναι κι αυτό μια μεγάλη τέχνη σε αντίθεση με την αφιλόσοφη ζωή μας στο τέλος των μεγάλων θριαμβευτικών τραγουδιών της στην ειδική βραδιά που είχε καθιερώσει τότε, το «Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιιών» για τη «Μνήμη του Ηθοποιού» στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού. Που πηγαίνουν να επικαθήσουν οι εμπειρίες της ζωής, η σοφία και η γνώση, όταν περάσουν τα χρόνια στη χώρα που γεννήθηκε το θέατρο για τις θύμισες και τους στοχασμούς του καιρού που πέρασε ;
Τι συμβαίνει δηλαδή όταν μια αξιοθαύμαστη ηθοποιός και περίφημη αοιδός Άρτεμις Κυπαρρίσση αξέχαστων θριάμβων με θαυμαστή υποκριτική ωριμότητα, γεμάτη αυτοπεποίθηση, έχει διαβεί μέσα από ένα τόσο δαιδαλώδη, μυστηριώδη, συνταρακτικό όσο και ναρκοθετημένο αιώνα, που ήταν συνυφασμένος με την ιστορία του ελληνικού μελοδράματος όπως ο 19ος και έχοντας ξεγλιστρήσει από τις παγίδες της απόλυτα φροντισμένης παράστασης, να φτάσει μέχρι το Δεκέμβρη του 1968. Σε τι χρησιμεύουν οι εμπειρίες αυτές στους νέους απ’ όλο τον πολιτισμένο κόσμο του σήμερα ; Δέχονται άραγε να τις μοιραστούν στις περισσότερες αντιθεατρικές μέρες ; Υπάρχει κάποια γέφυρα επικοινωνίας στη θυμελική τέχνη, μια αγάπη που δεν έχει άλλα ανταλλάγματα έξω απ’ τη χαρά των μαθητών της όπως η Μαρία Κάλλας, ο Νίκος Μοσχονάς και ακόμα ο Γιάννης Αγγελόπουλος ; Ποια είναι η μυστική φόρμουλα αυτής της μυστικής τέχνης που δεν χαλάει ποτέ, που προσπαθεί να συγκεντρωθεί, να ξεχαστεί, και να μπει στο πετσί του ρόλου, για να ζήσει την ηρωίδα που υποδύεται και να εκτοξεύσει πλημμυρισμένη από διαλεχτούς καλλιτέχνες μια και μόνη κραυγή ;
Η Άρτεμις Κυπαρίσση συγκρινόταν με τις καλύτερες ξένες αοιδούς. Η φωνή της βρισκόταν στην κορυφή της λίστας των πιο διάσημων, κρυστάλλινων φωνών. Σίγουρη χειρίστρια των πλούσιων υποκριτικών της μέσων που διέθετε. Κλασσική. Σωστή. Εύπλαστη. Εκφραστική. Πρωταγωνίστρια του πρώτου αιρετικού θιάσου με σκηνοθέτη τον Θωμά Οικονόμου στον κόσμο της Όπερας με τη «Λουκρητία Βοργία» στο θέατρο του Συντάγματος. Η απαλή πλαστικότητα στην κίνηση της φωνής. Το γνήσιο δραματικό και ευαίσθητο παίξιμο. Η μαεστρία της λυρικής σκέψης που έπαιρνε τις ακίνητες λέξεις και τις έκανε να περπατούν και να χορεύουν. Ο τόνος της χαμηλός, υποβλητικός με τις αναγκαίες εξάρσεις. Ρυθμός εναλλασσόμενος. Ακριβοζυγιασμένοι επιτονισμοί. Αβίαστη διάκριση του ευθύ από τον πλάγιο λόγο και προπάντων με δέος ο σεβασμός της σιωπής.
Θεατρίνα η Άρτεμις Κυπαρίσση ! Για το τραγούδι της ζωής εκείνο που δε μουσκεύει αλλά δροσίζει, ξανατονισμένο σε σκοπό ποιο χαμηλό, δοσμένο με δοξαριές, που τις θαμπώνει η ζωογόνηση του χρόνου κάτω από ένα ουρανό μουντό, που δεν ξανοίγει το κάμα του ήλιου να την προσμένει στα φιλικά αλλάγματα για ένα αξιόλογο θέατρο των αναμνήσεων, που φίλτραρε μέσα από την μεγάλη της αγάπη, τον άνθρωπο. Στο στοχασμό και στην φρεσκάδα του πνεύματός, η Άρτεμις Κυπαρίσση δεν κολάκευε ποτέ τους νέους, από κάθε μετερίζι δίπλα σε πόρτες ευτυχίας του πιο σιωπηρού και ελληνικού θορυβώδες κοινού. Μάλιστα στάθηκε πολύ αυστηρή απέναντί τους μέσα από τις εκατοντάδες διδασκαλίες που δίδαξε γι’ αυτούς, τους αιώνιους νέους, τους καλλιτέχνες, για να σπεύσει να γεννηθεί το αφάνταστα ενδιαφέρον μελόδραμα, που καταλαμβάνει επίλεκτη θέση στην ελληνική θεατρογραφία.
Το ιδιαίτερο πρόσωπο της γυναίκας ηρωίδας Άρτεμης Κυπαρίσση είχε κάτι διαφορετικό που αναδείκνυε το όπλο κύρους της ποιητικής φινετσάτης ερμηνεύτριας. Δεν ήταν τόσο εύκολο να την κατατάξει κάποιος σε μια συγκεκριμένη κατηγορία στην τέχνη της και εκεί ενδεχομένως έγκειται η αίγλη της. Δεν ήταν τόσο εύκολο να την βρεις αυτή την αυταπάρνηση πια σήμερα στην «Τζίλντα » από τον Ριγκαλλέτο, ή την «Τραβιάτα », ή την « Μπτερφλάι »και στον « Πρωτομάστορα » του Μανόλη Καλομοίρη. Τίποτα όμως δεν σου απαγορεύει να την ψάχνεις για μια «πρώτη διδάξασα» στο ρόλο της πρωταγωνίστριας. Το κοινό πάντως είδε αυτήν την αυταπάρνηση να ιριδίζει σ’ ένα πρόσωπο των Λυρικών Σκηνών του κόσμου εκείνης της εποχής, που σε μια στροφή του δρόμου γυναικώθηκε και αποκάλυψε μια φιλανθρωπία, άγνωστη στο σήμερα, που της διασφάλισε την παντοτινή νεότητα με υπέροχες αφηγήσεις και αποθεωτικά χειροκροτήματα. Τα κέρδισε περίτρανα τα δικαιώματα της η Άρτεμις Κυπαρρίση να βρίσκεται περασμένη, εκεί, στην λυρική έξοδο ανάμεσά μας.
Η Άρτεμις Κυπαρίση ευαισθητοποιούσε όλα τα κοινωνικά στρώματα κι η αλήθεια που εξέπεμπε διέσχιζε την πλατεία κι έφτανε μέχρι τη γαλαρία. Είχε αφήσει μια παρακαταθήκη έργου, όχι μόνο πελώριου σε όγκο αλλά και σε αξιοσημείωτη επιτυχία. Ένα έργο που η μαγεία του, το καθιστούσε καινούργιο και νεανικό, ακόμα και σε όσους δεν το γνώριζαν πριν. Όσα χρόνια έζησε, τόσα περίπου λείπει και από την ζωή. Το αστέρι της όμως ακόμη λάμπει και απόδειξη οι ακούραστοι σύγχρονοι δημιουργοί που αναπαρήγαν το έργο της. Μια από τις καλύτερες θεατρίνες αοιδούς η Κυπαρίσση, χάρμα οφθαλμών, ως δυνατή γροθιά στο στομάχι όλων των εποχών που η κυρία επιθεώρηση με τις διαρκείς ανατροπές μέχρι το τελευταίο λεπτό, ένιωθε μεγάλη περηφάνια γι’ αυτήν.
Οι ρόλοι που υποδυόταν η Άρτεμις Κυπαρίσση με το καλημέρα γινόντουσαν δικοί της, ξετυλίγοντας τους πιο απρόσμενους χαρακτήρες καταφέρνοντας επιπλέον να τιθασεύσει το περίσσιο πάθος της και να το διοχετεύσει στις κατάλληλες κορυφώσεις. Με ερμηνείες χαρακτηρισμένες από απόλυτη σκηνική αίσθηση, αξιοθαύμαστη ακρίβεια, εξαιρετική εκφραστικότητα στο λόγο και την κίνηση σε ρόλους ιδιαίτερους με πολλά και απρόβλεπτα πρόσωπα. Άψογη, ατσαλάκωτη, εκλεπτυσμένη, προσγειωμένη. Ήταν εκεί και ήταν 100% που η ψαγμένη ευαισθησία της, ερχόταν αντιμέτωπη με το εγώ της και φυσικά θα αναγκαζόταν να τα ανατρέψει όλα. Ακέραια και προσηλωμένη από την αρχή μέχρι το τέλος η Άρτεμις Κυπαρίσση με την εσωτερική θεατρικότητα που την διέκρινε σε συνδυασμό με την τραγικότητα, τον στοχασμό, τον αισθησιασμό και το χιούμορ ως σπάνιο, μοναδικό μείγμα, κατατάχθηκε ως πρόσωπο της μεγάλης ελληνικής θεατρικής ιστορίας.
Από το υπό έκδοση βιβλίο : AΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΣΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΕΥΤΕΣ ΤΗΣ ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
" Η Δραματική αλήθεια και το κωμικό αθώο των Ελλήνων Ηθοποιών "
" Μίμηση Πράξεως στην 7η Τέχνη του Ουρανού"
[ Επεξήγηση: Aφιερώματα των εκλιπόντων Ηθοποιών από τον 19 ου αιώνα μέχρι σήμερα σε λογοτεχνική μορφή }
Η φωτογραφία είναι από το βιβλίο του Αρτέμη Μάτσα με τίτλο Μεγάλες Θεατρικές Οικογένειες.
Χρήστος Αθανασίου
Aπόφοιτος της Βαρβακείου Σχολής. Kάτοχος πτυχίων Υποκριτικής Θεάτρου – Κινηματογράφου του Υπουργείου Παιδείας και Υπουργείου Πολιτισμού καθώς και τίτλων Μεταπτυχιακών Σπουδών και Σεμιναρίων Υποκριτικής, Σωματικού Θεάτρου, Δημιουργίας Θεατρικού Λόγου, Κορυφωμένης και Επεισοδιακής Δραματικής Δομής - Γραφής και Σημειολογίας προς την παραστασιολογία, ως επιστήμη που αναλύει σε βάθος φαινόμενα της θεατρικής πράξεως. Ακροατής – Φοιτητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστήμιου Αθηνών.
Συγγραφικό έργο:
«Λογοτεχνικές Αστραπές»
«Όταν ο ηλεκτρικός σπινθήρας φωτίζει την ζωή και το όνειρο»
«Aφιερώματα στους ταξιδευτές της υποκριτικής τέχνης» ( Υπό έκδοση )
«Η Δραματική αλήθεια και το κωμικό αθώο των Ελλήνων Ηθοποιών»
«Μίμηση Πράξεως στην 7η Τέχνη του Ουρανού»
[Επεξήγηση: Aφιερώματα των εκλιπόντων Ηθοποιών απ’ τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα σε λογοτεχνική μορφή]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου