Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΗΣ ΡΙΛΑ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΛΜΠΟΥΜ ΤΗΣ ΝΕΛΛΑΣ ΘΕΟΤΟΚΑΤΟΥ

Χαίρομαι που κατάφερα να επισκεφθώ αυτό το μεγαλειώδες μνημείο της Ορθοδοξίας!Ηταν μια εμπειρία μοναδική που έχει ξεχωρίσει!!!


 Ο Άγιος Ιωάννης της Ρίλα
Γεννήθηκε γύρω στο έτος 876 στο χωριό Σκρίνο της περιοχής Κιουστεντίλ, κατά τη βασιλεία του τσάρου Βόριδος,μετά τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων.
Ακόμα από τα νεανικά του χρόνια διαπαιδαγωγήθηκε με χριστιανικές αρχές από τους γονείς του.Μετά το θάνατό τους αφοσιώθηκε ολόψυχα στην εκκλησία και έγινε θεμελιωτής του αναχωρητισμού στη Βουλγαρία.
Ο Θεός εμφανίστηκε στον ύπνο του και του έδειξε ένα απόμακρο μέρος στο βουνό Ρίλα, όπου έπρεπε να ιδρύσει μοναστήρι και να αποδεχθεί το μοναχισμό.
Eκεί πέρασε 20 χρόνια-πρώτα σε μια σπηλιά, ύστερα στην κουφάλα παλιάς βαλανιδιάς και 7 χρόνια σε έναν απρόσιτο βράχο, στους πρόποδες του οποίου σήμερα υψώνεται η μεγαλόπρεπη Μονή της Ρίλας.
Στον άγιο πήγαιναν πολλοί άνθρωποι για συμβουλή και ηθική υποστήριξη.
Σύντομα έγινε τόσο δημοφιλής, που και ο ίδιος ο Βούλγαρος τσάρος Πέταρ ήθελε να συναντηθεί μ’ αυτόν.
Οι ασκητικοί αγώνεςτου Αγίου Ιωάννη της Ρίλας ήταν μεγάλοι,και στο τέλος της ζωής έμεινε σε μια σπηλιά απομονωμένος.
Για το θάνατό του δεν ήξερε κανένας-το πτώμα του δεν θάφτηκε και βρέθηκε από τον ηγούμενο της Μονής της Ρίλας 40 μέρες μετά το θάνατο του αγίου.
Σύμφωνα με την παράδοση ο ίδιος ο Αγ. Ιωάννης της Ρίλας εμφανίστηκε στον ηγούμενο και τον διέταξε να τον θάψει στην σπηλιά κοντά στο παλιό ασκητήριο.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση ο τσάρος Πέταρ ήθελε και πάλι να συναντηθεί με τον άγιο και έστειλε ανθρώπους να τον ψάξουν.
Αυτοί βρήκαν το πτώμα, ακολουθώντας τα ίχνη των άγριων ζώων και όταν μπήκαν στη σπηλιά, άκουσαν "κουδούνι να κουδουνίζει και σήμαντρο να ηχεί, είδαν το καντήλι να καίει και αντιλήφθηκαν τα λείψανα να μοσχοβολούν".
Αργότερα άγγελος εμφανίστηκε στον ύπνο του τσάρου Πεταρ και του είπε, ότι τα λείψανα του οσίου Ιωάννη της Ρίλας πρέπει να μεταφερθούν στη Σόφια, για να μπορεί και ύστερα από το θάνατό του να κηρύσσει στο λαό την πίστη στο Χριστό.
Με εντολή του τσάρου τα λείψανα πρώτα τέθηκαν στην επισκοπική εκκλησία, αργότερα στην εκκλησία του αγίου Λουκά και στο τέλος στην νέα τότε εκκλησία του Αγίου Ιωάννη της Ρίλας.
Αργότερα τα λείψανα μεταφέρθηκαν σαν τρόπαιο στην Ουγγαρία, αλλά το 1187, στη διάρκεια της εξέγερσης των αδελφών Ασέν και Πέταρ, επιστράφηκαν στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη της Ρίλας.
Στις 19 Οκτωβρίου 1195 τα λείψανα μεταφέρθηκαν με τιμές στο Τίρνοβο, για να αγιάσουν τη νέα βουλγαρική πρωτεύουσα, να εδραιώσουν τη νίκη επί των Βυζαντινών και να σταθεροποιήσουν το νεαρό βουλγαρικό κράτος.
Έμειναν εκεί μέχρι το έτος 1470 και θεράπευσε πολλούς ανθρώπους - τυφλοί άρχιζαν να βλέπουν, ανάπηροι να πετούν τα δεκανίκια, βωβοί να μιλάνε.
Από τον ΧV αιώνα τα λείψανα αναπαύονται στο Μοναστήρι, ιδρυμένο πέντε αιώνες προηγούμενα στο βουνό Ρίλα από τον Άγιο Ιωάννη, κοντά στο μέρος, όπου ζούσε σαν αναχωρητής.
Ακόμα από την ίδρυσή του το μοναστήρι ήταν κέντρο πλούσιας γραμματολογικής και διαφωτιστικής δραστηριότητας.
Ο Άγιος Ιωάννης ήταν αρκετά μορφωμένος άνθρωπος, όπως φαίνεται και από την πνευματική του διαθήκη.



Το Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη της Ρίλα, γνωστό και απλά ως Μοναστήρι της Ρίλα (βουλγ. Рилски манастир, Rilski manastir) είναι η μεγαλύτερη και πιο φημισμένη ορθόδοξη μονή στη Βουλγαρία. Βρίσκεται στα Όρη Ρίλα, σε ύψος 1.147 μέτρων και 117 χιλιόμετρα νότια της πρωτεύουσας, Σόφιας, στη βαθειά κοιλάδα του ποταμού Ρίλσκα. Το μοναστήρι έχει πάρει το όνομά από τον ιδρυτή του, τον ερημίτη Ιωάννη (Ιβάν) της Ρίλα (876 - 946 μ.Χ.) και σήμερα έχει περίπου 60 μοναχούς. Ολόκληρο το συγκρότημα της μονής καταλαμβάνει μια έκταση 8.800 m² και αποτελείται από μια μονόκλιτη βασιλική, κελιά όπου μένουν οι μοναχοί και έναν πύργο.



Το μοναστήρι ιδρύθηκε το 10ο αιώνα και αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά πολιτισμικά, ιστορικά και αρχιτεκτονικά μνημεία της Βουλγαρίας και σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο τόσο για τη Βουλγαρία, όσο και για τη Νότια Ευρώπη. Το 1976 ανακηρύχθηκε εθνικό ιστορικό μνημείο της Βουλγαρίας και το 1983 χαρακτηρίστηκε από την UNESCO ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Από το 1991 υπάγεται εξ' ολοκλήρου στην Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Βουλγαρίας. Το 2008 προσέλκυσε 900.000 επισκέπτες. Το μοναστήρι απεικονίζεται στην πίσω όψη του χαρτονομίσματος του 1 λεβ, που εκδόθηκε το 1999.



Σύμφωνα με την παράδοση, τη μονή ίδρυσε ο ερημίτης Άγιος Ιωάννης της Ρίλας, από τον οποίο και πήρε το όνομά της, κατά την περίοδο του Τσάρου Πέτρου Α' (927-968). Ο ερημίτης ζούσε, στην πραγματικότητα, σε μια σπηλιά χωρίς υλικά αγαθά κοντά στο μοναστήρι, το οποίο χτίστηκε από τους μαθητές του. Τα λείψανά του φυλάσσονται στη μονή.



Η μονή πάντοτε υποστηριζόταν και ήταν σεβαστή από τους Βούλγαρους άρχοντες. Μεγάλες δωρεές έγιναν από όλους σχεδόν τους τσάρους της Δεύτερης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας μέχρι την Οθωμανική Κατάκτηση, καθιστώντας το μοναστήρι το πολιτισμικό και πνευματικό κέντρο της βουλγαρικής εθνικής συνείδησης, που έφτασε στο απόγειό του από το 12ο ως το 14ο αιώνα. 



Στην τωρινή της θέση η μονή αναστηλώθηκε το πρώτο μισό του 14ου αιώνα από τον Χρέλιο Ντραγκόλοφ, ντόπιο φεουδάρχη υπό Σερβική επικυριαρχία. Τα παλαιότερα κτίρια στο συγκρότημα χρονολογούνται από αυτή την περίοδο - ο Πύργος του Χρέλια (1334 - 1335) και μια μικρή εκκλησία ακριβώς δίπλα του (1343). Στην εποχή αυτή ανήκουν επίσης ο επισκοπικός θρόνος και οι πλούσια σκαλισμένες πύλες του μοναστηριού. Ωστόσο την άφιξη των Οθωμανών στο τέλος του 14ου αιώνα ακολούθησαν πολυάριθμες επιδρομές και η καταστροφή του μοναστηριού στα μέσα του 15ου αιώνα.



Χάρη σε δωρεές της Σουλτάνας Μάρα Μπράνκοβιτς, της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Ρωσικής Μονής του Αγίου Ορους η Μονή της Ρίλα ανακατασκευάστηκε στα τέλη του 15ου αιώνα από τρεις αδελφούς από την περιοχή του Κιουστεντίλ. Με ενέργειες της Σουλτάνας Μάρας Μπράνκοβιτς τα λείψανα του Ιωάννη της Ρίλα μεταφέρθηκαν από το Τάρνοβο στο νέο συγκρότημα το 1469.



H Μονή αποτέλεσε θύλακα του βουλγαρικού πολιτισμού και γλώσσας κατά την περίοδο της ξένης κυριαρχίας. Κατά την εποχή της Βουλγαρικής Εθνικής Αναγέννησης (18ος - 19ος αιώνας) καταστράφηκε από φωτιά το 1833 και ανοικοδομήθηκε και πάλι μεταξύ 1834 και 1862 με χρήματα εύπορων πολιτών της χώρας, υπό το διάσημο αρχιτέκτονα Αλέξι Ρίλετς. Η ανέγερση των κτιρίων διαμονής άρχισε το 1816, ενώ το 1844 προστέθηκε ένα καμπαναριό δίπλα στον Πύργο του Χρέλιου. Ο Νεόφυτος της Ρίλα ίδρυσε αυτή την περίοδο μια σχολή στο μοναστήρι. Το μοναστήρι είναι γνωστό ως κρησφύγετο Βούλγαρων επαναστατών, όπως ο Βασίλ Λέβσκι, ο Γκότσε Ντέλτσεφ, ο Πέγιο Γιαβόροφ και άλλοι. Το μοναστηριακό συγκρότημα, θεωρούμενο ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της αρχιτεκτονικής της Βουλγαρικής Εθνικής Αναγέννησης, ανακηρύχθηκε εθνικό ιστορικό μνημείο το 1976 και Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1983.α.




Η κεντρική εκκλησία του μοναστηριού χτίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα. Αρχιτέκτονάς της είναι ο Πάβελ Ιωάννοφ, που εργάστηκε για αυτή από το 1834 ως το 1837. Η εκκλησία έχει πέντε τρούλους, τρεις άγιες τράπεζες και δυο πλαϊνά παρεκκλήσια, ενώ ένα από τα πολυτιμότερα στοιχεία στο εσωτερικό είναι το επίχρυσο εικονοστάσι, περίφημο για την ξυλογλυπτική του, για το οποίο εργάστηκαν τέσσερις τεχνίτες επί πέντε χρόνια. Οι νωπογραφίες, που ολοκληρώθηκαν το 1946, είναι έργο πολλών καλλιτεχνών από το Μπάνσκο, το Σάμοκοβ και το Ράζλογκ, ανάμεσά τους οι διάσημοι αδελφοί Ζαχάρι και Ντιμιτάρ Ζόγκραφ



Το τετραώροφο (χωρίς το υπόγειο) κτίριο διαμονής του συγκροτήματος αποτελείται από 300 δωμάτια, τέσσερα παρεκκλήσια, ένα αρχονταρίκι, μια κουζίνα (γνωστή για τα ασυνήθιστα μεγάλα σκεύη της) και μια βιβλιοθήκη, που περιέχει 250 χειρόγραφα και 9.000 παλιά έντυπα. Το εξωτερικό του συγκροτήματος, με τους ψηλούς πέτρινους τοίχους και τα μικρά παράθυρα μοιάζει περισσότερο με φρούριο, παρά με μοναστήρι.


Η απόλυτη σημασία της λεπτομέρειας !!!!!!




Το όλο συγκρότημα καταλαμβάνει μια έκταση 8.800 τ.μ. με μορφή ορθογωνίου, που επικεντρώνεται γύρω από την εσωτερική αυλή (3.200 τ.μ.), όπου βρίσκονται ο πύργος και η κεντρική εκκλησία.



Η εκκλησία στεγάζει επίσης πολλές πολύτιμες εικόνες, που χρονολογούνται από το 14ο ως το 19ο αιώνα. Οι στοές στην αυλή έχουν επιρροές από τους Μαμελούκους με τη ριγωτή ζωγραφική και τους θόλους, που έγιναν δημοφιλέστερες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου. Είναι πραγματικά αξιόλογο θέαμα. Στην εκκλησία βρίσκεται και το κενοτάφιο (υπάρχει εκεί μόνο η καρδιά του) του Τσάρου Μπόρις Γ΄ της Βουλγαρίας. Στο εσωτερικό της κεντρικής εκκλησίας απαγορεύεται η λήψη φωτογραφιών και βίντεο.



Το μουσείο του Μοναστηριού της Ρίλα φημίζεται ιδιαίτερα για το Σταυρό του Ραφαήλ, ένα ξύλινο σταυρό φτιαγμένο από ένα κομμάτι ξύλου (81 Χ 43 εκ.). Σκαλίστηκε από ένα μοναχό, ονόματι Ραφαήλ, με τη χρήση λεπτού κοπιδιού και μεγεθυντικών φακών για την αναπαραγωγή 140 θρησκευτικών σκηνών και 650 μορφών σε μικρογραφία. Η εργασία για το καλλιτέχνημα αυτό κράτησε δώδεκα χρόνια, πριν ολοκληρωθεί το 1802, οπότε ο μοναχός έχασε το φως του. Μέσα στο μουσείο απαγορεύεται η λήψη φωτογραφιών και βίντεο



Το μοναστήρι της Ρίλας, ή ακόμη καλύτερα το Θησαυροφυλάκιο της Βουλγαρίας, ανθίζει μεγαλοπρεπώς και αμάραντα στα έγκατα της οροσειράς Ρίλας, εκεί όπου εισρέουν τα πλούσια ύδατα των ποταμών Ντρούσλιαβιτσα και Ρίλσκα.
Το μοναστήρι ιδρύθηκε κατά το πρώτο ήμισυ του 10ου αιώνα, από τον ουράνιο προστάτη του λαού της Βουλγαρίας τον αξιοσέβαστο Ιωάννη της Ρίλα και μέχρι σήμερα αποτελεί λίκνο, υπόβαθρο και τόπος διαφύλαξης του Βουλγαρικού πνεύματος και εθνικότητας.


Ενώ τα δεδομένα για τη μοίρα των λειψάνων του Αγίου Ιωάννη της Ρίλας κατά τον 10ο – 14ο αιώνα είναι λεπτομερή, για την ίδια μονή της Ρίλας, οι πληροφορίες είναι ελάχιστες. Από τον 11ο αιώνα μέχρι σήμερα, στον χώρο αποθήκευσης βιβλίων φυλάσσονται λογοτεχνικά βιβλία, όπως το Γλαγολιτικό αντίγραφο του περίφημου έργου «Καθοδήγηση» του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, που είναι αποδεικτικά στοιχεία για συνεχόμενη λογοτεχνική δραστηριότητα. Στα χρυσόβουλα (διατάγματα δωρεών) του βασιλιά Ιβάν Σισμάν (1371 – 1393) αναφέρονται στοιχεία, ότι οι Βούλγαροι δημόσιοι άνδρες και συγκεκριμένα οι βασιλείς Ιβάν Ασέν Β` (1218 – 1241) και ο διάδοχός του Καλομάν (1241 – 1246) ενέκριναν τις κατοχές και τα δικαιώματα της Μονής και την τιμούσαν ως εστία αγιότητας και τόπο προσκύνησης.



Κατά το χρονικό διάστημα 1334 – 1335 ο σεβαστός Χρέλιο της Στρούμα, γενναιόδωρος δωρητής του Χιλανδαρινού μοναστηριού, κατασκεύασε προστατευτικό πύργο, μοναστικά κελλιά και ναό, που ήταν στην θέση του σημερινού ναού, ο οποίος ανεγέρθηκε κατά το έτος 1834.


Κατά την διάρκεια της τουρκοκρατίας (15ο – 19ο αιώνα) το μοναστήρι της Ρίλας έγινε κέντρο πνευματικής, πολιτιστικής και λογοτεχνικής διαφύλαξης και αναγέννησης του Βουλγαρικού πνεύματος και εθνικότητας. Μετά την πυρκαγιά της, η λογοτεχνική σχολή του Τάρνοβο μεταφέρθηκε στη μονή. Η βιβλιοθήκη της Ρίλας αποκαταστάθηκε και εμπλουτίστηκε με καινούρια χειρόγραφα. Κατά τα τέλη του 17ου αιώνα δημιουργήθηκε εργαστήριο βιβλιοδεσίας. Δημιουργήθηκαν σχέσεις με μοναστήρια του Αγίου Όρους, ενώ το έτος 1466 υπογράφηκε σύμβαση με το Ρωσικό μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα στο Άγιο Όρος για αμοιβαία βοήθεια και προσφορά καταφυγίου σε περίπτωση κινδύνου.



Κάθε νόμισμα μια ευχή,κάθε επίσκεψη μια προσευχή!



Από τον 16ο αιώνα χρονολογούνται και οι σχέσεις με την Ρωσία, όπου κατά την διάρκεια των επόμενων αιώνων στάλθηκαν μοναχοί της Ρίλας για την συγκέντρωση δωρεών (βιβλία, εικόνες, ιερά λατρευτικά αντικείμενα, λειτουργικά ενδύματα και χρήματα).



Κατά την διάρκεια της Αναγέννησης (18ο – 19ο αιώνα) στην Ιερά Μονή της Ρίλας εγκαινιάζονται καινούριες σχολές και σχολεία. Ο διακεκριμένος λογοτέχνης και ηγούμενος του μοναστηριού (από το έτος 1860 έως το έτος 1864) και συγκεκριμένα ο ιερομόναχος Νεόφυτος της Ρίλας, ο οποίος είναι πατριάρχης της Βουλγαρικής παιδαγωγικής, εκπαίδευε διδασκάλους και πνευματικούς για όλη την χώρα. Ο ίδιος ήταν ιδρυτής και πρώτος διδάσκαλος του περίφημου Γυμνασίου της π. Γκάμπροβο.


Μετά την απελευθέρωση της Βουλγαρίας από την οθωμανική κυριαρχία, η πνευματική ζωή στη μονή συνεχίζει την ακμή της, ενώ τα άφθαρτα λείψανα του Αγίου Ιωάννη της Ρίλας και μέχρι σήμερα αποτελούν πηγή παρηγοριάς, θαυμάτων και ουράνιας βοήθειας για τους προσερχόμενους με πίστη προσκυνητές των λειψάνων.


Για το μοναστήρι«… Από όλη την Βουλγαρική δόξα, όταν τόσο μεγάλα μοναστήρια και εκκλησίες υπήρχαν νωρίτερα στην Βουλγαρία, σήμερα ο Θεός έχει αφήσει μόνο το Μοναστήρι της Ρίλας να υφίσταται άθικτο μέσω των  προσευχών του Αγίου πατρός Ιωάννη. Το μοναστήρι προσφέρει μέγιστο ηθικό όφελος σε όλους τους Βουλγάρους, γι’ αυτό όλοι οι Βούλγαροι είναι υποχρεωμένοι να διατηρούν, προστατεύουν και να προσφέρουν ελεημοσύνη στο Ιερό Μοναστήρι της Ρίλας, για να μην σβήσει το μεγάλο όφελος και έπαινος των Βουλγάρων που λαμβάνουν από το Μοναστήρι μέσω των προσευχών του Αγίου, του δικού μας, πατρός Ιωάννη, ενδόξου Αγίου της Βουλγαρίας …»
/Αξιοσέβαστος Παΐσιος Χιλανδαρινός, «Σλαβοβουλγαρική ιστορία »/

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ : ΝΕΛΛΑ ΘΕΟΤΟΚΑΤΟΥ 

πηγές πληροφοριών 























Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου