Η Μονή Οσίου Λουκά, ή Αγιά-Σοφιά της Ρούμελης ή μικρή Αγιά Σοφιά, είναι χτισμένη σε υψόμετρο 430 μ. στις δυτικές υπώρειες του Ελικώνα στο Στείρι Βοιωτίας. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της μεσοβυζαντινής τέχνης και αρχιτεκτονικής και περιλαμβάνεται στην κατάλογο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCOαπό κοινού με τα άλλα δύο σωζόμενα μοναστήρια της μεσοβυζαντινής περιόδου στην Ελλάδα, τη Νέα Μονή και τη Μονή Δαφνίου. Ο Όσιος Λουκάς είναι ωστόσο μεγαλύτερος και διαφέρει από το Δαφνί και τη Νέα Μονή στο ότι είναι αφιερωμένος σε ένα μοναδικό Όσιο, τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (29 Ιουλίου 896 -7 Φεβρ. 953). Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από Βικιπαίδεια και την ιστοσελίδα "Το Μοναστήρι"
Είναι τo σπουδαιότερο βυζαντινό μνημείο της Ελλάδας του 11ου αιώνα και είναι ιδρυμένο σε γραφική πλαγιά στις δυτικές υπώρειες του Ελικώνα, κοντά στην αρχαία Στειρίδα.
Το μοναστήρι του Οσίου Λουκά βρίσκεται σε γραφική πλαγιά του Ελικώνα σε τοποθεσία όπου βρισκόταν άλλοτε ναός της Στειρίτιδας Δήμητρας και περιβάλλεται από οροπέδιο που καλύπτεται από ελαιώνα. Το φυσικό τοπίο δεν έχει αλλοιωθεί από οικιστική ή άλλη δραστηριότητα και διατηρεί την αυθεντικότητά του. Πληροφορίες για την ιστορία του μοναστηριού αντλούνται από τον βίο του Οσίου Λουκά, έργο ανωνύμου του 962, και τις Ακολουθίες της Κοιμήσεως και της Ανακομιδής του λειψάνου του, πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες κατά τους αρχαιολόγους . Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, ιδρυτής της μοναστικής ζωής στη Μονή είναι ο ίδιος ο Όσιος, ο οποίος ασκήτευσε εκεί τα τελευταία επτά χρόνια της ζωής του (946-953). Είχε γεννηθεί στο Καστρί Φωκίδας το 896 από γονείς πρόσφυγες από την Αίγινα. Από νωρίς ακολούθησε το μοναχισμό και στα τέλη του 910 ή 911 βρίσκεται ως μοναχός στην Αθήνα, ύστερα σε διάφορα ησυχαστήρια της Φωκίδας και της αντίπερα κορινθιακής ακτής στο Κόρφο Κορινθίας. Οι μετακινήσεις του Οσίου υπαγορεύονταν από την απειλή των Βουλγάρων του Συμεών. Το 946/947 εγκαθίσταται στην τοποθεσία του σημερινού μοναστηριού και πεθαίνει το 953.
Κτίσματα στον περιβάλλοντα χώρο.
Το μοναστήρι με τις δύο μεγάλες εκκλησίες (το ναό της Παναγίας και το Καθολικό), την Κρύπτη, το καμπαναριό, τα κελλιά και τ’ άλλα κτίσματα, αφιερωμένο στον θαυματουργό τοπικό άγιο, απέκτησε σύντομα μοναδική ακτινοβολία και τούτο γιατί η μορφή της τέχνης του θεωρείται πρότυπο για τα βυζαντινά μνημεία του 11ου αι. σε όλη την Ελλάδα.
Ο Όσιος ήταν μορφή αγαπητή στον τοπικό πληθυσμό και άσκησε φιλανθρωπικό και θεραπευτικό έργο ενώ είχε το χάρισμα να προφητεύει το μέλλον. Είχε μάλιστα προβλέψει το 941 την ανακατάληψη της Κρήτης από τον στρατηγό Νικηφόρο Φωκά επί Ρωμανού του Β΄ (961) με τα αποδιδόμενα λόγια: «Ρωμανὸς Κρήτην χειροῦται». Αυτές οι ικανότητες του οσίου και η φήμη του μετά θάνατον συνέβαλαν ώστε να αποκτήσει η περιοχήπροσκυνηματικό ενδιαφέρον και μάλιστα ο στρατηγός του θέματος Κρηνίτης χρηματοδότησε την οικοδόμηση εκκλησίας όσο ζούσε ο όσιος το 946, την Αγία Βαρβάρα, η οποία ολοκληρώθηκε μετά το θάνατο του Οσίου. Ο Όσιος τάφηκε στο δάπεδο του κελιού του και το 955 μοναχοί έκτισαν σταυροειδές κτήριο γύρω από τον τάφο του καθώς και τα πρώτα κελιά της μοναστικής κοινότητας.
Υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η μονή ήταν ξακουστή σε όλο το Βυζάντιο για την πολυτελή της διακόσμηση, η οποία απλωνόταν σε όλες τις επιφάνειες. Εκτός από τα τείχη, τη γλυπτική, τα χρυσά και αργυρά πινάκια, τις τοιχογραφίες και τα ψηφιδωτά (εξαιρετικά εντυπωσιακά στις κοίλες επιφάνειες) το εσωτερικό κοσμούσαν εικόνες, πολυέλαιοι, μεταξωτές κουρτίνες και υφάσματα βωμών (αντιμήνσια). Μόνο ένα τμήμα τους σώζεται σήμερα στη θέση του, κυρίως οι χρωματιστές επενδύσεις των μαρμάρων και τα κιγκλιδώματα των παραθύρων. Παρά τις απώλειες το Καθολικό δίνει την καλύτερη εντύπωση που μπορεί να αποκομίσει κανείς οπουδήποτε σήμερα, για τη μορφή του εσωτερικού ενός ναού τους πρώτους αιώνες μετά το τέλος της Εικονομαχίας....
Ειδικότερα, ο πλούσιος εσωτερικός διάκοσμος του Καθολικού περιλαμβάνει:
Συνθέσεις από χρωματιστά μάρμαρα που καλύπτουν το δάπεδο του ναού, όπως και τις κατακόρυφες επιφάνειες των τοίχων. Τα λαμπρά ψηφιδωτά που κοσμούν τις ανώτερες επιφάνειες του καθολικού, αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα ψηφιδωτά σύνολα της μεσοβυζαντινής τέχνης. Χρονολογούνται γύρω στη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 11ου αι., είναι δηλαδή πρωιμότερα από τα άλλα δύο μεγάλα ψηφιδωτά σύνολα του ελλαδικού χώρου, αυτά της Νέας Μονής Χίου και του Δαφνίου. Στη κόγχη του ιερού απεικονίζεται η Παναγία ένθρονη Βρεφοκρατούσα, ενώ στο χαμηλό θόλο πάνω από το ιερό παριστάνεται η Πεντηκοστή. Στο μεγάλο τόξο επάνω από την είσοδο του ιερού εικονίζονται οι δύο αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ.
Το ησυχαστήριο του Οσίου.
Στο διακονικό διατηρούνται δύο σκηνές της Παλαιάς Διαθήκης, ο Δανιήλ στο λάκκο των Λεόντων και οι Τρεις Παίδες στην κάμινο. Τη ψηφιδωτή διακόσμηση συμπληρώνουν παραστάσεις ενός πολύ μεγάλου αριθμού αγίων, κυρίως μοναχών, ιεραρχών, στρατιωτικών αγίων και αγίων ιατρών. Τα δύο παρεκκλήσια, βορειοδυτικό και νοτιοδυτικό, μικρό τμήμα του βορειοανατολικού διαμερίσματος και η κρύπτη κοσμούνται με τοιχογραφίες που χρονολογούνται στο τρίτο τέταρτο του 11ου αιώνα.
Στην Επανάσταση του 1821 η Μονή έγινε και πάλι το επαναστατικό ορμητήριο της Ρούμελης. Ο Δεσφινιώτης Ησαΐας, Δεσπότης Σαλώνων, ευλόγησε στις 27 Μαρτίου 1821 τα ρουμελιώτικα όπλα και κήρυξε επίσημα την Επανάσταση.Μετά την πυρπόληση της Λιβαδειάς τον Ιούνιο του 1821 από τον Ομέρ Βρυώνη, οι διασκορπισμένοι επαναστάτες συγκεντρώθηκαν στον Όσιο Λουκά και ξεκίνησαν για την επιστροφή στο Μοριά. Από τον Όσιο Λουκά πάλι, ξεκίνησε λίγους μήνες αργότερα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και ξαναπήρε τη Λιβαδειά. Κατά την κάθοδο του Δράμαλη οι Τούρκοι αποτελείωσαν ότι απέμεινε στον Όσιο Λουκά (1822-823). Όμως και πάλι το μοναστήρι επιβίωσε, διαθέτοντας την τεράστια περιουσία του στον Αγώνα.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ : ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου