Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2019

Φοίβος Δέλφης ( 1909 - 15 Φεβρουαρίου 1988 )

Πηγή: Αρχείο Ε.Λ.Ι.Α.
Ο Γεώργιος Κανέλλος, όπως είναι το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε το 1909 στους Δελφούς και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Σε παιδική, ακόμη, ηλικία γνωρίστηκε με τον φιλέλληνα αμερικανό θεατρικό συγγραφέα και ποιητή Τζορτζ Κραμ Κουκ (1873-1924), ο οποίος ζούσε στους Δελφούς και επηρεάστηκε στη διαμόρφωση της ανθρωπιστικής του ιδεολογίας. Αργότερα, γνώρισε τον Άγγελο Σικελιανό και συνεργάστηκε μαζί του στις Β’ Δελφικές Εορτές, το Μάιο του 1930.

Παρότι ζούσε στην Αθήνα από το 1929, δεν έπαψε ποτέ να διατηρεί στενές σχέσεις με την πατρίδα του. Σ’ αυτόν ανήκει η σύλληψη της ιδέας ενός πρώιμου ανοικτού Πανεπιστημίου, του «Δελφικού Περιπατητικού Πανεπιστημίου», που περιόδευε στα χωριά του Παρνασσού και η λειτουργία ενός ορειβατικού συλλόγου. Τη δεκαετία του ‘40 ήταν ένας από τους πρωτεργάτες των πολιτιστικών εκδηλώσεων που πραγματοποιούνταν στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών.

Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1937 με την ποιητική συλλογή «Ειδύλλια» (1937). Ακολούθησαν τα ποιητικά βιβλία «Βουκολικά» (1938), «Θλιμμένο Πάσχα» (1942), «Άν­θρωπος της γης (1943), «Ο άνθρωπος με την τσάπα» (1943), «Όργος οργής» (1948), «Η μοναξιά του λιθαριού» (1948), «Η μοναξιά του λιθαριού» (1949), «Αγροτική Συμφωνία» (1950) και άλλα. Ποιήματά του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες, κυρίως στα ιταλικά, ενώ ο ίδιος μετέφρασε ιταλούς ποιητές στα ελληνικά.

Για το έργο του τιμήθηκε με τον Α’ Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών. Υπήρξε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών και ιδρυτικό μέλος του Δελφικού Οργανισμού και της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Τη δεκαετία του ‘60 εξέδιδε την τριμηνιαία λογοτεχνική επιθεώρηση «Δελφικά Τετράδια».

Ο Φοίβος Δέλφης πέθανε στην Αθήνα στις 15 Φεβρουαρίου 1988, σε ηλικία 79 ετών.

Κρίσεις για το έργο του

Εδώ θα βάλω και το βουκολικό και αρχαιολατρικό Φοίβο Δέλφη («Ειδύλλια», 1939), που μετά το 1951 (όταν έβγαλε το βιβλίο του «Αχαιοί») περιέπεσε σε μακρά σιωπή, για να επανέλθει, πιστός πάντα στις αγάπες του, το 1973 («Ηνίοχος»). Οι Δελφοί, ο ομφαλός και του δικού του πνευματικού κόσμου, που συνδυάζει έξαλλου, με την αρχαία δόξα, κι ένα λιοπερίχυτο, ευφρόσυνο τοπίο, είναι η μόνιμη παρηγοριά του ποιητή (που από τον τόπον αυτό πήρε και το φιλολογικό όνομά του) και η μόνιμη αφετηρία του στις ουμανιστικές πνευματικές εκστρατείες του
Μιχάλης Μερακλής, φιλόλογος, λαογράφος και λογοτεχνικός κριτικός
 https://www.sansimera.gr/

Εργογραφία

(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι.Ποίηση

• Ειδύλλια. 1937.
• Βουκολικά. 1938.
• Το τραγούδι του Παρνασσού. Αθήνα, 1938.
• Θλιμμένο Πάσχα. Αθήνα, Μαυρίδης, 1941.
• Ο άνθρωπος της γης. Αθήνα, Μαρής- Κορόντζης, 1943.
• Ο άνθρωπος με την τσάπα. Αθήνα, Μαυρίδης, 1943.
• Όργος οργής. Αθήνα, 1948.
• Η μοναξιά του λιθαριού· Συνθετικό ποίημα. Πειραιάς, εκδ. του περ. Πειραϊκά Χρονικά, 1949.
• Πεσταλότσι· Ωδή Φοίβου Δέλφη. Αθήνα, 1950.
• Ο γερο Θωμάς. 1950.
• Αγροτική Συμφωνία. 1950.
• Αχαιοί. Αθήνα, Μαυρίδης, 1951.
• Ηνίοχος. Αθήνα, Καραβίας, 1973.
• Τα ρόδα του Απόλλωνα. Αθήνα, Καραβίας, 1973.
• Ελικώνια συμφωνία. Αθήνα, Ιωλκός, 1973.
• Λυκωρεια· Σύνθεση. Αθήνα, Το ελληνικό βιβλίο, [1974].
• Ποιήματα. Αθήνα, Καραβίας, 1975.
• Το σώμα των λέξεων. Αθήνα, Το ελληνικό βιβλίο, 1977.
• Τα μερόνυχτα του Προμηθέα. Αθήνα, 1978.
• Αθηνά σκεπτομένη. Αθήνα, Το ελληνικό βιβλίο, 1978.
• Πανσέληνος·( ο λυχνοφόρος της νύχτας). Αθήνα, Δελφικά Τετράδια, 1980.
• Οι στιγματισμένοι· (Ο Θεός των απόντων). Αθήνα, Δελφικά Τετράδια, 1980.
• Ζωολόγιο· (βιορυθμοί). Αθήνα, Δελφικά Τετράδια, 1980.
• Η ενδότερη πυρά. Αθήνα, Δελφικά Τετράδια, 1981.
• Χαραυγή· Ο κύκλος της φωτιάς· Ποιητική σύνθεση· Πρόλογος Περικλή Π.Βούζα – Σχέδια Λέαντρου Τσιμένη. Αθήνα, Ομφαλός, 1983.
• Στην Ελένη. Αθήνα, 1988.

ΙΙ.Μελέτες

• Γιάννης Κοφίνης· Ο ποιητής της Αγόριανης. Αθήνα, Ιωλκός, 1970.
• Ο Φράνκο Σάκκα κι’ ο βιγλάτορας πόνος. Αθήνα, Δίφρος, 1971.
• Δύο νεοέλληνες ποιητές. Αθήνα, Καραβία, 1973.
• Γιώργος Σαραντής· Η μαρτυρία μιας εποχής· Δοκίμιο. Αθήνα, Καραβίας, 1973.
• Στέλιος Ξεφλούδας· Ο συγγραφέας κ’ ο στοχαστής. Αθήνα, Το ελληνικό βιβλίο, 1978.
• Ο Δέλφης παρουσιάζει το ποιητικό έργο του Γιώργου Παπαστάμου Από την άνυδρη γη στο φως του Ροδάμανθυ. Αθήνα, Δελφικά Τετράδια, 1980.
• Ρήγας Γκόλφης· Ο λυρικός της εποχής του· Κριτικό δοκίμιο. Αθήνα, χ.χ.

ΙΙΙ.Μεταφράσεις

• James Boyer May, Έρευνα για την αλήθεια· Ποιήματα· Απόδοση Φοίβου Δέλφη. Αθήνα, 1953.
• Σύγχρονοι Λυρικοί Ιταλοί · (Ala Delfino). Αθήνα, 1957.
• Σύγχρονοι Έλληνες Λυρικοί· Φαίδων Ηλιάδης (Lucifer). Αθήνα, 1957 (στη σειρά Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Φοίβου Δέλφη, αρ.1).
• Σύγχρονοι Λυρικοί Ιταλοί · (Maria Grazia Lenisa). Αθήνα, 1957 (στη σειρά Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Φοίβου Δέλφη, αρ.2).
• Σύγχρονοι Λυρικοί Ιταλοί· (Elena Bono). Αθήνα, 1957 (στη σειρά Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Φοίβου Δέλφη, αρ.3)
• Σύγχρονοι Ιταλοί Λυρικοί· (Lionello Fiumi). Αθήνα, 1957 (στη σειρά Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Φοίβου Δέλφη, αρ.4).
• Σύγχρονοι Ιταλοί Λυρικοί · (Aldo Capasso). Αθήνα, 1957 (στη σειρά Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Φοίβου Δέλφη, αρ.5).
• Σύγχρονοι Ιταλοί Λυρικοί· (Enostrio Mastrolonardo – Remo A.Borzini). Αθήνα, 1958 (στη σειρά Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Φοίβου Δέλφη, αρ.8).
• Aldo Capasso, Απαγγελίες · Ποιήματα · Έκδοση, εισαγωγή και μετάφραση Φοίβου Δέλφη. Αθήνα, 1963.
• Antonina Maria Corsaro, Ημέρα του ρόδου· Ποιήματα· Εισαγωγή – μετάφραση Φοίβου Δέλφη. Αθήνα, Το ελληνικό βιβλίο, 1975.
• Εκλογή Ποιημάτων του Gabriele – Aldo Bertozzi σε μετάφραση Φοίβου Δέλφη και με προλεγόμενα Δημήτρη Αρμάου. Αθήνα, Ίαμβος, 1981 (δίγλωσση έκδοση).
• Pier Paolo Pasolini, Ανθοτόπιο· Πρόλογος- Μετάφραση- Επιμέλεια Φοίβος Δέλφης – Πάνος Μισερλής. Αθήνα, Δελφικά Τετράδια, χ.χ. [1981]


Ο ΔΕΛΦΙΩΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΦΟΙΒΟΣ ΔΕΛΦΗΣ, 1909-1988

Ο Σωτήρης Ραπτόπουλος παρουσιάζει το πορτραίτο το ποιητή με λίγα λόγια και πολλή ποίηση.
(Απο ημερίδα αφιερωμένη στη μνήμη του που πραγματοποιήθηκε στο Ευρωπαϊκό

  Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών στις 27 Μαρτίου 2004).

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ http://delphi-times.blogspot.com/

Ο Φοίβος Δέλφης (φιλολογικό ψευδώνυμο του Γιώργου Κανέλου) γεννήθηκε στους Δελφούς το 1909.
Υπήρξε μαθητής του αμερικανού θεατρικού συγγραφέα και ποιητή George Cram Cook, που είχε εγκατασταθεί την εποχή εκείνη στους Δελφούς. Γράφει τα πρώτα του ποιήματα στα 1925.
Το 1929 αφήνει τη γενέτειρά του για την Αθήνα – όπου σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Εκεί θα ζήσει ως το τέλος της ζωής του – με εξαίρεση τα δύο πρώτα χρόνια της γερμανικής κατοχής, που είχε επιστρέψει στους Δελφούς.


Με την ιδιαίτερη πατρίδα του δεν έπαψε ποτέ να διατηρεί στενές σχέσεις. Σ' αυτόν ανήκει η σύλληψη της ιδέας ενός πρώιμου ανοικτού Πανεπιστημίου, του “Δελφικού Περιπατητικού Πανεπιστημίου”, που περιόδευε στα χωριά του Παρνασσού και η λειτουργία ενός ορειβατικού συλλόγου.
“Η ζωή του στάθηκε μια αδιάκοπη ποιητική προσφορά, όπως μαρτυράνε η θάλασσα απο τους εκδομένους και ανέκδοτους στίχους και ποιητικές συνθέσεις του”, (Περικλής Π. Βούζας).
Παρ' όλο που μας είναι δύσκολο να παρακολουθήσουμε το αχανές του ποιητικό έργο – καθώς λείπουν τόσο η συνολική έκδοση όσο και η συνολική κριτική ματιά σε αυτό- μπορούμε να δούμε με ευκρίνεια τις ανησυχίες (αλλά και τις εμμονές του, που ήξερε να τις μπολιάζει ώστε να δίνουν ποιητικούς καρπούς) που σημάδεψαν την δημιουργία του απο τα πρώτα του βήματα, έως την στιγμή που έκλεισε τα μάτια του. Αυτές ήταν πρώτα, η αίσθηση της απώλειας της μητέρας του (που στο έργο του συμβολίζει την φθορά του έμψυχου και άψυχου κόσμου).

Εσυρες αγόγγυστα το σταυρό σου,
Επαιξες με καλοσύνη στο μεγάλο δράμα
χωρίς ποτέ σχεδόν με κάποια αντίσταση,
Ο χρόνος τώρα χάραξε με βαθιά αυλάκια
το φωτεινό σου πρόσωπο
και λεύκανε τα καστανά σου μαλλιά.
Πέτρα με ιερογλυφικά η μορφή σου
μητέρα, όπως εκείνος ο όρθιος βράχος
που χάραξαν πάνω στο μέτωπό του
τ' ακατάληπτα γράμματα οι καιροί.

Εδώ ήταν το τρυφερό πράσινο
με τις κληματαριές και τις περιπλοκάδες
που έπαιζαν κρυφτούλι τα σπουργίτια.
Θόλωσε τώρα το καθαρό νερό.
Μα εγώ δεν θέλω ακόμα να πιστέψω στο μαρασμό.

Πίνω απ' τη φρέσκια πηγή της αγάπης
που ήταν η καρδιά σου, η καρδιά μου.

Ολα είναι μια προσδοκία κι ακόμα ο χλιαρός ήλιος
που μας ζεσαίνει σα φίδια στον κόρφο του
κι ο ανάλαφρος αγέρας που παίζει
μες στης καρρδιάς μας τα φύλλα
το γλυκύτατο σουραύλι του.
Απ' τ' ανοιχτό μας παράθυρο
μπαίνει η αγάπη των άστρων κι ο θάνατος
σαν ευλογία μες στο χωριάτικο σπίτι μας.

... και αλλού :

Πεθαίνουν κι οι πηγές όπως η μάνα μου
όσες μητέρες τόσες οι νεκρές πηγές
που δεν μπορείς να πιείς να τις μετρήσεις.

...κι ακόμη, ως απόηχος της απώλειας αυτής, η απορία :

Α, γιατί, Θέ μου, όπως αυτό το ξερό στάρι,
όπως το ξερό χορτάρι
να μη βλασταίνει το νεκρό κορμί;

...μετά, η αντικατάσταση της ηθικής τάξης απο τη νομοτέλεια της Φύσης, η
αίσθηση της αρχαίας προέλευσης των κοινωνικών ρόλων:

Ω σβέλτο ελάφι κάποιος το δρόμο σου θα διακόψει
οι ληστές με τις σφενδόνες και τα τόξα θα σε υποδεχθούν
και θα καρφώσουν στο κορμί σου τα φθονερά τους βέλη
κάθε βέλος κι ένας πίδακας αιμάτου και μια πληγή.
Ετσι με τ' άγρια χτυπήματα απ το στήθος σου
θα ξεπηδήσουν κόκκινες και κοχλαστές πληγές
θέαμα οιχτρό και νάματα των στίχων μου.

Μη φανείς ελάφι μου, ελάφι θα σε περιμένουν
μη πιείς νερό και μη βοσκήσεις σήμερα
μη βιαστείς να ρθείς στη χώρα με τα δίχτυα
μη σε πλανέψει η ξαστεριά κι ο ήλιος της αγάπης.

Και σύ λαγέ τ' απόβραδο μη βγείς
απ τη μονιά σου να βοσκήσεις
μη σε πλανέψεει η σιωπή
κι η ξαστεριά της νύχτας.

...και η βίωση των κοινωνικών ρόλων μέσω της ιστορικής μνήμης:

Κι όμως ήταν τόπος αγαπημένος.
Πάνω στο τραπέζι είναι ακόμα ανοιγμένο
το νεανικό λεύκωμα με τη γεναία κι απερίσκεπτη
καρδιά. Ηλιος της μνήμης πάνω στα κιτρινισμένα
γράμματα τ' Απρίλη. Διαβάτη
όταν περνάς απ' εδώ σα ρόδο εκατόφυλλο
να το ξεφυλλίζεις, ώ ψυχή ν' ακούς βαθιά του,
όπως στα βάθη της γής το κοχλαστό νερό
ή όπως το βόμβο απ' ανοιξιάτικο μελίσσι
πιασμένο στο κλαδί της ανθισμένης μοναξιάς.

...και αλλού:

Ενα βραχνό τραγούδι έρχεται
απ' τα βάθη του χρόνου.
Είναι ο ασπρομάλλης παππούς
που ήξερε να γιατρεύει κάθε πληγή
με το σοφό του κελάϊδισμα.

...και, σαν αποτέλεσμα, η βίωση των προσωπικών ρόλων:

Αγρυπνο λιοντάρι ο πόθος μου πάνω στο βουνό
με τις μέλισσες τραγουδάει τον υμέναιο.
Φέγγει ένα φεγγάρι γύρω απ' το κορμί
που γδύνεται για το βραδυνό συμπόσιο.

Βόγγει η τρικυμισμένη θάλασσα.
Οι αναστεναγμοί της γεμίζουν τη νύχτα.
Στην πάλη δυό αγριμιών
φλογόβολης στιγμής ακούγεται η ανάσα.

Δώρο του ήλιου το τραγούδι σου
Φαέθωνα, στο λυπημένο μου χειμώνα.
Εισβολή της άνοιξης με τα χελιδόνια.
Αχ ο φτερωτός έρωτας σαϊτεψε την καρδιά.

Κοχλάζει μες στις φλέβες μου το αίμα
πύρινο ποτάμι που ξεχύλισε
και τρέχει, τρέχει, τρέχει.

Αγρυπνο λιοντάρι ο πόθος μου
πάνω στο βουνό με τις μέλισσες
τραγουδάει τον υμέναιο.

...ακολούθως, η αίσθηση της συλλογικής μνήμης και πορείας του Ελληνισμού, η νοηματοδότηση του ανθρώπινου αγώνα απο τον γεωγραφικό χώρο όπου αυτός διεξάγεται:

Σ' αυτό το σπίτι έμενε ο Μένανδρος
τώρα το κατοικεί ερημιά.
Δεν υπάρχεεο έρωτας πια και χλιδή.
Το δωμάτιο με το γραφείο και το μαγγάλι
ανοιχτό, όπου το άδειο μας καλεί
σαν κοφτερό μαχαίρι.
Ηρθες εδώ αινίγματα να λύσεις
ή ν' ακούσεις των ζωντανών τον πόνο;
Απ' έξω στην αυλή μια πλήμμυρα
απο φώς και κόκκινα λουλούδια
σαν τότε που τα φρόντιζε όλα
κάποιο στοργικό χέρι.

...και αλλού:

Οργασμός απο ζώα και μέλισσες.
Με φαλούς υψωμένους
μας υποδέχεται η ιερή Δήλος.
Εσύ είσαι ο μύθος της Αφροδίτης,
η σοφία της Φρύνης.
Εσύ είσαι η μήτρα μας,
η μήτρα της γής
που γεννάει θεούς και ανθρώπους.
Και μάρτυρες της αλήθειας.
Και οι λόφοι σου δεν είναι
χωρίς το κώνειο,
χωρίς προδότες ο τόπος σου.

Εσύ είσαι η μήτρα μας.
Και θεός της γονιμότητας ο Διόνυσος
Σαν την ύσκα ανάβεις και καίγεσαι.

...ακόμη κι αν ελλοχεύει η ματαιότητα, ο αγώνας αυτός είναι μνημειώδης :

ΟΙ ΦΩΝΕΣ ΤΗΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ
Διαβάτη τι ζητάς εδώ να βρείς; Ανάγλυφα
μονάχα του πόνου υπάρχουν και βαριές πλάκες.
Σε κάθε δρόμο οι φωνές κάποιας Κασσάνδρας
θα πληγώσουν την ψυχή σου.
Ενα τυφλό φώς σε τόπο φωτεινό.
Ολες οι πολιτείες οδηγούν στην περιπέτεια.
Ελένη, δεν είσαι εσύ η ομορφιά,
αλλά κι οι μαστοί της θλίψης μου.
Ενας θλιμμένος ήλιος σαν Απολλωνας
στ' αέτωμα της Ολυμπίας.
Πικρός ο Πήγασος και το καθάριο νερό
κώνειο στις φλέβες του σοφού.

...και αλλού:

Ο ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ
Θάρθουν να μαζέψουν και να συναρμολογήσουν
τα κομμάτια ενός ωραίου κορμιού.
Τα σκόρπια του ροδόλευκα μέλη.
Αυτό θα γίνει κάποτε μες στο χρόνο,
έγινε κι όλας. Κοιτώ με θλίψη τ' άγνωστο
παραμορφωμένο της άγαλμα,
τα φαγωμένα σαρκώδη χείλη.
Η σπασμένη καμπύλη του δοξαριού της
δεν μπορεί να διαδόσει την ηχώ εκείνης της σάρκας,
έτσι γλυκά γυμνής με το τέλειο στήθος
σαν το στρογγυλό καρπό.
Ω αγνότητα της Ελένης χαμένη για πάντα.
Μόνο με φθαρτά πράγματα ζυμώθηκε ο ήλιος.

...και η θέαση του έρωτα ως δύναμης παρούσας στο ιστορικό προσκήνιο:

Αγαπάτε, αγαπάτε.
Αύριο οι πόλεις θα καταχτιώνται
με τους γλυκούς ζέφυρους των φιλιών
και κάθε Τροία θα πέφτει
με τον έρωτα, με τον έρωτα.

...και αλλού:

Τα ροδια του Απόλλωνα
σας φέρνω απ' την καρδιά μου.
Αμάραντο στεφάνι της αγνότητας.
Κι ανάμεσα στα ρόδα
το δελφίνι μου
για φυλαχτό στο στήθος σας
να μη σας πιάνει βάσκανο
το βέλος του θανάτου.

Ανοίξτε τις καρδιές σας
στους Απρίληδες,
ανοίξτε τις καρδιές σας
στην αγάπη.

...ενός έρωτα που παραμένει ζητούμενο:

Μούρμουρο της ξανθιάς σου κυψέλης
ο έρημος κόσμος
βόμβος ερωτικός.

Ρόδο των ματιών και τηςς σκέψης μου
ρόδο της σάρκας
που είσαι τώρα, που είσαι;
Εσύ ο ξανθός μου Απρίλης,
της Κασταλίας πηγής το κελάρυσμα,
που είσαι;

...και αλλού:

Τούτη η ξηρασία της γής
είναι δική μας.
Κι εκείνες οι στοργικές γυναίκες
ανώφελα περιμένουν άγρυπνες τη γιορτή.
Φθείρουν μες στη μοναξιά τα ωραία τους μέλη,
βλέπουν στον ύπνο τους
όνειρα παράξενα, πειρασμούς.
Ξεράθηκαν τα χείλη τους χωρίς φιλιά,
τα ματόκλαδά τους.
Α! Κι είναι αυτές οι ίδιες πηγές.

...και τέλος, η κληρονομιά του Σικελιανού, ο Δελφοκεντρισμός που αναδύεται απο κάθε του στίχο... Ο ίδιος θεωρούσε τον Σικελιανό (που τον είχε εξ' άλλου σταφανώσει) περισσότερο ως μια πατρική μορφή, παρά ως πνευματικό του. Δάσκαλό του θεωρούσε κυρίως τον G.C.Cook.
Η φυσική και ιστορική πραγματικότητα, που σ' αυτόν γίνονται ένα, γέμουν απο την αίσθηση της Δελφικής του προέλευσης, την οποία αναγνωρίζει ως θείο δώρο :

Πάνω στα πόδια σου γεννήθηκα Παρνασσέ
με τα σκιρτήματα τ' αγριμιού
που σιγά σιγά ο χρόνος δαμάζει.
Φλέβα ατίθαση νερού που λευτερώνεται.
Δέθηκα με βαθιές ρίζες, με το τοπίο σου
(εικόνα του εαυτού μου που πόνεσε πολύ),
χαραγμένο με τις πληγές των αιώνων.
Κάτω απ' το γλαυκό σου ουρανό
άνοιξε τ' άνθος της ποίησης.
Ο πιο συγκλονιστικός τόπος με γέννησε.
Ηταν η εποχή των φιλάδελφων, της απλότητας.
Τότε που κοιμούμαστε κάτω στο πάτωμα όλοι μαζί
και τρώγαμε απο μια πήληνη γαβάθα.

Ανάμεσα στ' αρχαία ερείπια
ακούγεται κάτι σα θρόϊσμα
απ' τους άσπρους χιτώνες.

Πάνω στις ζεστές πέτρες
κάθησε ο οδοιπόρος,
στο δειλινό νάρκωμα.

Ησυχία κι ο αντίλαλος απ' τις Φαιδριάδες.
Πάνω στις μουριές ο χαρούμενος χορός
απ' τα σπουργίτια.
Πάνω σ' ένα βραχάκι
το μακρόσυρτο σφύριγμα του μελισσουργού.

...μια αρχιτεκτονική κρύβεται πίσω απο τον ανεπιτήδευτο λόγο:

Αρχαϊκέ Απόλλωνα,
οικοδόμησέ μας με την τετράγωνη λογική.
Δώσε μας το διασκέλισμα των ορθών λόγων,
την υγεία των Διόσκουρων,
του κορμιού σου που ατενίζεει με γαλήνη τα βάσανα.

Τρομερή ομορφιά είναι η ζωή.
Κι εσύ βαρύς, σκεφτικός.

Ο ωραιότερος όλων είναι ο θάνατος,
η τελευταία δύση του κόσμου.

Αρχαϊκέ Απόλλωνα,
οικοδόμησέ μας σαν τις πέτρες
του ναού σου.

...ο λόγος που φορές, γίνεται επιγραμματικός:

Πάνω στα βράχια μπορείς ν' ακούς τις κρωξιές των γυπαετών.
Στο φωτεινό πρόσωπο του Απόλλωνα
μπορείς να βλέπεις τις βαθιές σκιές,
την πονεμένη σκέψη να διαβάζεις.

Απ' τον ήλιο θάρχονται κι απ' την λαμπρότητα
οι πυκνές ομίχλες.
Ολα βαριά και σκοτεινά μέσα στο φώς!

Οι ανησυχίες του αυτές καταλήγουν να γίνουν αναγνωρίσιμοι “κοινοί τόποι” της ποίησής του, ανάγονται στην αγάπη του και τις έρευνές του για τους προσωκρατικούς φιλοσόφους – και ιδίως
για τον Αναξίμανδρο- στους οποίους βρίσκει τις απαντήσεις για τα μεγάλα μυστήρια της ζωής. Ξεκινά απο τον παραδοσιακό 15σύλλαβο για να περάσει, σύντομα, στον ελεύθερο στίχο, και απο τις πρώτες του συλλογές – τα Ειδύλλεια του '37 και τα Βουκολικά του '38- στις συλλογές της κατοχικής περιόδου (Θλιμμένο Πάσχα, Ανθρωπος με την τσάπα, Μπαρουτόβολα, την λυρική πρόζα Ανθρωπος της γής) και σ' εκείνες του Εμφύλιου ('Οργος οργής).
Το 1934 είχε συμμετάσχει, ως ιδρυτικό μέλος, στο Ενωτικό Κόμμα του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.

Την λιτή, ευθύβολη, “δωρική” γραφή του διακρίνει μια πρωτόγνωρη δύναμη:

Τις πασχαλιές, τα λουλούδια, τα πράσινα κλωνάρια
θα σου φορέσω για να βγείς στ' αλώνι να χορέψεις,
ω λυγερή, πεντάμορφη, κόρη μεγαλομάτα,
και για προικιό τον ακριβόν ανθοσωρό του Απρίλη.

Οτι λαφρό το σύγννεφο, τα ρόδια για στολή σου
φτερά πουλιών, νεράϊδινες λαλιές και θεία μύρα
ολα για σε σμιχτόφρυδη, περδικοστήθα κόρη,
τον ήλιο σου για πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι...

...και αλλού :

Κάποτε θ' ακούσεις κάτι να ξυπνά
σαν καμπάνα θεία μέσα στην ψυχή σου
να φωνάζει, ανάστα δόξα κι ωσαννά
και ν' αναγαλλιάζει τους αγωνιστές.

Ω κάμπε τ' Αργυρόκαστρου φωτοπλημμυρισμένε
κι ελληνικέ, σαν όραμα στα μάτια μου φαντάζεις
που σε θωρούν εκστατικά απ' του Πιτσαριού τα ράχια.

...και, σύντομα, περνά σ' έναν λόγο “ιστορικό”, ουσιώδη :

Ολες τις μέρες της ζωής μου
η εικόνα της συλλογισμένης Αθηνάς
με παρακολουθούσε
στημένη αντίκρυ στα πονεμένα μάτια μου
με τις βαθιές πληγές.

Ολες τις νύχτες της ζωής μου
η εικόνα της σκεπτόμενης Αθηνάς
εδέσποζε σ' αυτό το τραγικό τοπίο της Αττικής
και δε λέει ποτέ να μ' εγκαταλείψει.
Μούγινε ο αχώριστος σύντροφος
κι όλη μου η Ελλάδα.

...ο οποίος, όμως, δε μένει δίχως να θίξει τα κακώς κείμενα:

Μην ανεβείς για παραλήρημα καρδιά μου
στον σκουριασμένο τρίποδα.
Οι χρησμοί απλώνουν τα πλοκάμια τους,
καραδοκούν με πανοπλίες θανάτου.
Οι μάσκες του χρυσού πληθαίνουν.
Οι ανασκαφές τέρατα και σημεία μας αποκαλύπτουν.
Γδάρτες θεοί κι αγύρτισσες Πυθίες.
Χωρίς έλεος και τύψη θα γίνουν
όλα τα εγκλήματα.
Οι πορφυρές ώρες άναψαν τραγούδια
στέλνουν σινιάλα γυρισμού.

...και δεν μένει δίχως απροσδόκητες στροφές στην κρυμμένη λεπτομέρεια:

ΑΠ' ΤΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΔΙΑΖΩΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ
Ενας νεαρός ιππέας έπεσε απ' τ' άλογό του
-ποιός ξέρει πότε και πώς-
και δεν υπάρχει τρόπος πια να σηκωθεί.
Το ξορκισμένο του σώμα
βιγλίζει το αινιγματικό άπειρο.

Ενας οπλίτης έπεσε
διαπερασμένος απο τα βέλη του μίσους.
Ενας αδερφός απ' τα χέρια ενός αδερφού.
Πέρσης ή Σκύθης,
Αθηναίος ή Σπαρτιάτης.

Τώρα αν τον ρωτήσουμε γιατί,
δεν μπορεί να μας αποκριθεί
και δεν υπάρχει η θλιβερή του μάνα.

...και ακόμη:

Είμαστε οι αρχαϊκού κούροι
που ξεκίνησαν τη μάνα τους για το ναό
αφού ζεύτηκαν το αμάξι,
(...)

...στην ορθή οδό οι πλάγιοι
στη λογική μας οι παράλογοι
στο σατανά μας οι άγιοι.

...διατηρώντας την ανθρωποκεντρική οπτική:

“Ταξιδιώτες είμαστε μέσα στο χρόνο
ένα ταξίδι προς τον άνθρωπο”.

Η πύρινη απαγγελία του και το κάλεσμά του στα όπλα κατά των Γερμανών κατακτητών -απο το αρχαίο θέατρο των Δελφών, σε εκδήλωση του 1942- έχει γραφεί στην ιστορία με αναξίτηλα γράμματα. Οι Γερμανοί τον κυνηγούν και τον αναγκάζουν να φύγει στην Αθήνα -όπου οργανώνεται στην αντιστασιακή ομάδα του Αλκη Κωστάκη και Θέμου Κορνάρου. Αργότερα, το 1943, θα συγκροτήσει έναν αντιδικτατορικό σύνδεσμο.

Το ποιητικό του έργο σύντομα αναγνωρίζεται απο τους μεγάλους μας ποιητές και πεζογράφους (Παλαμά, Σικελιανό -υπήρξε συνεργάτης του στις Β' Δελφικές Εορτές- Γκόλφη, Βλαχογιάννη, Βλαστό, Καζαντζάκη, κ.α.) - αλλά και απο ξένους (G. Leopardi, Robert Graves, G. Prampolini, L. Gigli, G.Amici, N. Terranova, C. Picchio, D. Valeri) – ενώ τα ποιήματά του μεταφράζονται σε είκοσι γλώσσες.
Ελαβε πλήθος διακρίσεων στην Ελλάδα (Δελφοί, Ελευσίνα, Πειραιάς) – αλλά κυρίως στο εξωτερικό (Ιταλία, Αγγλία, κλπ, έως τις Φιλιππίνες).
Απο την Ιταλία έλαβε όλη εκείνη την αναγνώριση που του ώφειλε η πατρίδα του – και στα Ιταλικά ήταν που μετέφρασε τα περισσότερα ποιήματά του (ο Όργος Οργής μεταφράστηκε απο τον Giulio Caimi).

Il Chitone, il mio bianco Chitone       Ο Χιτώνας, ο λευκός ο Χιτώνας,
Simbolo della semplicita                    το σύμβολο της απλότητας,
Simbolo della purezza (…)                 το σύμβολο της αγνότητας (...)

Την δεκαετία του 1940 ήταν απο τους πρωτοστάτες των πολιτιστικών εκδηλώσεων που πραγματοποιούνταν στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, μαζί με τον συντοπίτη του Γ. Κουνούπη, ενώ την δεκαετία του 1960, εξέδιδε την τριμηνιαία λογοτεχνική επιθεώρηση “ΔΕΛΦΙΚΑ ΤΕΤΡΑΔΙΑ”. Γράφει συχνά με άλλα φιλολογικά ψευδώνυμα (όπως π.χ. Γιώργος Τίντος).
Την δεκαετία του '50 εκδίδει πλήθος ποιημάτων ποιητών (όπως η Τίλλα Μπαλή) κ.α. που είναι πιθανώς “persone” δικές του – όπως ο “Ιταλός” Ala Delfino. Με το όνομα του Φαίδωνα Ηλιάδη παρουσιάζει τη σύνθεση “Υπαρξισμός”, χαρακτηριστική των φιλοσοφικών του ανησυχιών:

ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ
Δεν ήταν πάντα, το Ωραίον, ωραίο,
ούτε ήταν σύγχρονα το Καλό, καλό.
Προήλθεν απο μέσα μου ο εξωραϊσμός
κ' έτσι, πολλές φορές συσχέτισα τον σταύλο,
σύγχιση με την άκρα ιδέα του πεντάμορφου,
του ραφινάτου, ωραιώτατου Αλόγου, όπου ήθελα
δια την ταχύτητα και το έκπαγλο του να ιππεύω,
προσομοιάζοντας σαν Πήγασσο, σε σταύλο υποφερτό.

Δεν ήταν πάντα το Ωραίον, ωραίο,
ούτε ήταν σύγχρονα το Καλόν, καλό.
Κ' υπερβολικά αφορά ο δαλτονισμός μου αυτός,
τους οπτασιασμούς μου στας αναζητήσεις μου πολύμορφα
κ' η αυταπάτη μου εχάϊδευσε εις διάστασιν πολλές φορές
τα πρόσωπα απο τα πράγματα, ή πάλιν όταν σύμφερε
στην ύπαρξή μου εξωράϊσε ένα εξωτερικό κουκούλι μεταξένιο,
το μέσα του γυμνό κρύο σκουλίκι ή ό,τι το κρυπτόμενο.

Κι ακόμη πιότερο, κατά τον ίδιο τρόπο πάντοτε,
πολλές φορές τα συμπαθή μου σύνδεσμα εξωράϊσα
με ψυχισμό δικό μου στολισμένο σ' οραματισμό,
κι ας ήταν ή κι ας τα 'νοιωθα πιό άψυχα πιό ανέκφραστα
κι απο τα άψυχα αντικείμενα τα περιβάλλοντα.
Κι ούτε οι τόποι ήσαν πάντα Καλλιστεία,
ούτε είχον πάντοτ' όσοι δίποδες με εσυντρόφευον,
στολήν αγγέλων πράγματι ή και πτερά αετών.

Αυτός μονάχα ο οπτασιασμός μου ο περίεργος,
αυτός μονάχα ο δαλτονισμός μου ο υπερτροφικός,
έδωσε στη ζωή μου ένα Νόημα ευχάριστο, δραστηριότητος,
κ' ίσως την Κίνηση προς το Αγαθό, την θέληση για τ' όμορφο,
και κάποια σχετική ικανότητα αντοχής στην Αναζήτηση,
αντίσταση και μέσα εις τον Ολεθρο του περιβάλλοντος.
Γιατί δεν ήταν πάντα το Ωραίον, ωραίο,
και ούτε σύγχρονα το Καλόν, καλό.

Σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων υπήρξαν ερανιστές/επιμελητές των ποιητικών του συλλογών (Γ. Σαράντης, Τάκης Παπατσώνης, κ.α.).
Ο Σικελιανός του αφιέρωσε την “Ωδή στον Φοίβο Δέλφη”:

...Πιστά να ανέβεις
τον δρόμο οπου ανηφορεί
και πάντα περιμένει
τους λίγους που θα χτίσουν
του Θεού την χώρα την ιερή
την αλησμονημένη.

Εφυγε απο τη ζωή το 1988 – χωρίς να έχει εγκαταλείψει την ποιητική δραστηριότητα, όπως μας φανερώνουν στίχοι σαν εκείνους του έργου του “Χαραυγή” :

...Ολα φέρνουν την αρχαία τους μάσκα
και δεν είναι ψυχή χωρίς το στίγμα της.
Το δικό μου, το δικό σου, των άλλων...

Ολα φέρνουν την αρχαία τους μάσκα
άγρυπνα μόρια σκόνης αόρατα
αιωρούμενα μεσ' στο χάος.

Ολα φέρνουν την μάσκα τους.
Και δεν υπάρχει ζωή χωρίς στίγμα.
Μάσκα αρχαία είναι που φόρεσαν
γύρω μας τα βουνά, οι θάλασσες,
η γή κι ο ουρανός...

Η Γυναίκα

Εγώ είμαι η γή με τον Πύθωνα.
Με το παλιό σάπιο καθεστώς,
αγώνας ατελείωτος.

Ο Ανδρας

Εγώ είμαι ο σπόρος των κούρων
οι ρήσεις του Μακρυγιάννη
του Καραϊσκάκη
του Κολοκοτρώνη.
Εγώ είμαι ο πλατυφτέρουγος
Παρνασσός
με τη σπαρμένη του γή.

Χορός

Εμείς είμαστε οι Πύθωνες
Οι πέτρινες γενιές
του Δευκαλίωνα και της Πύρρας.
Δεν αλλάζουν οι άνθρωποι...

Πέντε χρόνια μετά αφήνει τον κόσμο, ένα κρύο πρωϊνό του Φλεβάρη,
όρθιος στα πόδια του, σαν ήδη να πορευόταν στο μεγάλο άγνωστο:

Πως φεύγει η ψυχή μου απ' τον κόσμο σαν βέλος...”

ΦΟΙΒΟΣ ΔΕΛΦΗΣ
1909-1988











 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου