Συνέντευξη του Σπύρου Μελετζή , του φωτογράφου της Αντίστασης , στον Γιάννη Βέλλη, για την εφημερίδα “Η ΕΠΟΧΗ” (Αρ. Φύλλου 516, 6-2-2000)
Έζησε την Ελλάδα σε όλες τις καλές και κακές στιγμές του αιώνα που πέρασε…και την φωτογράφησε. Με πλούσιο αλλά και αναγνωρισμένο δημιουργικό έργο, ένας από τους τελευταίους των μεγάλων, δίνει το στίγμα του στην «Εποχή». Σε μια συζήτηση για αυτά που έγιναν ή που μπορούσαν να γίνουν και τελικά κάπου στο δρόμο…χάθηκαν. Όπως συμβαίνει,δυστυχώς συχνά, σε αυτόν τον τόπο. Γ.Β
Κύριε Μελετζή πριν λίγα χρόνια, το 1992 νομίζω, στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Βιέννης φιλοξενήθηκε Έκθεσή σας με έργα από το σύνολο της τότε δουλειάς σας (1923-1991) και παράλληλα εκδόθηκε ένα Φωτογραφικό Λεύκωμα. Τι ήταν αυτό που συγκίνησε τους ξένους στο έργο σας;
Πιστεύω πως τους ξάφνιασε ευχάριστα το γεγονός ότι είχαν τη δυνατότητα, μέσω του έργου ενός Έλληνα φωτογράφου να ξεναγηθούν στη χώρα του. Τους συγκίνησε η γνωριμία με τα ήθη και τα έθιμα του λαού μας, το ανυπόταχτο και η πάλη του όπως απεικονιζόταν στις φωτογραφίες της Εθνικής Αντίστασης, οι αρχαιολογικοί χώροι, που ίσως οι περισσότεροι επισκέπτες γνώριζαν μόνο από περιγραφές βιβλίων. Τους συγκίνησε η ομορφιά της Ελλάδας όπως απεικονιζόταν στις φωτογραφίες μου.
Είσαστε από τα ιδρυτικά μέλη της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας. Μήπως θυμόσαστε στην εναρκτήρια συνάντηση που έγινε κάποια σημεία από το λόγο σας ή άλλων ομιλητών;
Στην Ελληνική Φωτογραφική Εταιρεία που ήταν από τις πρώτες σημαντικές προσπάθειες ένωσης των φωτογράφων, θυμάμαι πως έκανα μια αναδρομή στην ιστορία της φωτογραφίας, στην εξέλιξή της και στο ρόλο που μπορεί να παίξει σε κρίσιμες περιπτώσεις, καταγράφοντας σημαντικά γεγονότα της κοινωνικής ζωής, του ιστορικού γίγνεσθαι. Θυμάμαι, μάλιστα, πως απευθύνθηκα κυρίως στους ερασιτέχνες φωτογράφους γιατί θεωρώ πως αυτοί έχουν περισσότερη διάθεση για αναζήτηση, σε αντίθεση με τους επαγγελματίες που οι περισσότεροι, οχυρώνονται στα στενά όρια ενός στούντιο, παγιδεύονται στις ανάγκες της καθημερινότητας αλλά και στην απληστία της παραγωγικής καταναλωτικής διαδικασίας.
Η πολιτεία σας τίμησε αλλά…δεν σας δικαίωσε. Η σύνταξη, έστω και Εθνικής Αντίστασης αφού είναι γνωστή εντός και εκτός Ελλάδας η φωτογραφία σας εκείνης της χρονικής περιόδου, δεν σας δόθηκε ποτέ. Πώς σχολιάζετε την ενέργεια αυτή;
Αν εννοείτε την παρασημοφόρησή μου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλο, ναι, πράγματι η πολιτεία τυπικώς με τίμησε. Τώρα αν δεν με δικαίωσε ουσιαστικά, απονέμοντας μου όπως σε άλλους κάποια σύνταξη ως καλλιτέχνη ή αντιστασιακού προτιμώ να μην το σχολιάσω. Άλλωστε, έχω βαρεθεί τις υποσχέσεις πολλών επωνύμων.
Ρώτησα το φίλο σας, τον Κώστα Μπαλάφα, ρωτώ και εσάς:
Υπάρχουν κάποια γεγονότα στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης κατά του κατακτητή, αλλά και των ξένων δυνάμεων που επηρέαζαν τις πολιτικές καταστάσεις, στη χώρα μας, που σας έχουν μείνει αξέχαστα;
Γεγονότα πολλά. Δεν θα σταθώ όμως σε μεμονωμένα περιστατικά. Θα σας πω για το στοιχείο που το έβλεπα κάθε στιγμή μπροστά μου, διάχυτο σε κάθε εκδήλωση. Το στοιχείο του ενθουσιασμού, της πίστης και αυταπάρνησης που ξεχείλιζε παντού. Από τον πιο ασήμαντο ως τον πιο σημαντικό άντρα ή γυναίκα, μικρό ή μεγάλο που βρισκόταν στο βουνό.
Αυτόν τον ενθουσιασμό που τους έδινε κουράγιο να αγωνίζονται με τα ελάχιστα μέσα που διέθεταν, διεκδικώντας τη λευτεριά, την αξιοπρέπεια και την ελπίδα για μια καλύτερη πατρίδα. Αυτή την αποφασιστικότητα και τη φλόγα προσπάθησα να αποτυπώσω με το φακό μου στα πρόσωπα και στις κινήσεις όσων βρίσκονταν δίπλα μου στο βουνό.
Πριν αρκετό χρονικό διάστημα είχατε τονίσει ότι η ηγεσία της Αριστεράς παραγνώρισε, εάν όχι αγνόησε πλήρως, την σημασία των φωτογράφων της Εθνικής Αντίστασης. Η δήλωσή σας αυτή ήταν αποτέλεσμα πρόσκαιρης απογοήτευσης ή ισχύει μέχρι σήμερα;
Η ερώτησή σας, ειλικρινά, μου προκαλεί θλίψη. Θα ήθελα να μπορούσα να πω πως έχω αναθεωρήσει την προηγούμενη άποψή μου, αλλά δυστυχώς δεν συμβαίνει αυτό. Εξακολουθώ να πιστεύω πως η ηγεσία της Αριστεράς, τουλάχιστον αυτή, όφειλε να υιοθετήσει διαφορετική στάση.
Έχετε κάνει φωτορεπορτάζ, φωτογράφηση αρχαίων μνημείων, τελευταίως φωτογραφήσατε την ιδιαίτερη πατρίδα σας την Ίμβρο, μέσα από τα σημάδια του χρόνου, της εγκατάλειψης και του ξένου δυνάστη. Τελικά πόσο σταθερά, κατά τη γνώμη σας, είναι τα ερεθίσματα ενός φωτογράφου και πόσο αυτό επηρεάζει το έργο του;
Τα ερεθίσματα του φωτογράφου είναι στενά συναρτημένα με την ευαισθησία του, την καλλιέργειά του, το ταλέντο, ακόμη και με τη συναισθηματική φόρτιση της στιγμής. Αυτές θεωρώ σταθερές παραμέτρους δημιουργίας και μέσα απ’ αυτές μορφώνεται κάθε φορά το ερέθισμα του καλλιτέχνη. Όσο οι παράμετροι αυτές εξελίσσονται, τόσο η φωτογραφία πλησιάζει σ’ αυτό που λέμε «καλλιτεχνική δημιουργία», εκπέμποντας το μήνυμα που θέλει ο δημιουργός της. Διαφορετικά θα παραμείνει απρόσωπη και ψυχρή απεικόνιση του αντικειμένου.
Πρόσφατα παρουσιάσατε την νέα σας φωτογραφική δουλειά μέσα από το Φωτ. Λεύκωμα «ΙΜΒΡΟΣ». Θα μιλήσετε λίγο και για αυτό;
Το Λεύκωμα αυτό αποτελεί την πραγμάτωση ενός πολύ παλιού σχεδιασμού, μιας συναισθηματικής οφειλής στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Ίμβρο. Είναι μια «κατάθεση ψυχής» όπου, και από μένα με το φακό μου και από την ανιψιά μου, Ελένη Αιματίδου – Αργυρίου με τα κείμενα, γίνεται μια προσπάθεια σφαιρικής θα’ λεγα παρουσίασης της Ίμβρου. Του πανέμορφου χαμένου νησιού και της ιστορίας του, παλιάς και νεώτερης.
Φαίνεται παντού η τραγική εικόνα του, μεθοδικά, ξεριζωμένου Ελληνισμού σε αντίθεση με την πάντα, παρά τις τουρκικές οικολογικές παρεμβάσεις, εντυπωσιακή φυσική του ομορφιά. Είναι πιστεύω ένα βιβλίο που εκτός από την οπτική απόλαυση προσφέρει και αφορμές προβληματισμού για τις σχέσεις μας με τους ανατολικούς γείτονές μας.
Σήμερα στη χώρα μας έχουμε πληθώρα φωτογραφικών σχολών, σεμιναρίων, διαλέξεων για τη φωτογραφία, αποφοίτων φωτογραφίας και επαγγελματιών φωτογράφων. Πιστεύετε ότι η φωτογραφία μέσα σε αυτές τις νέες συνθήκες θα δώσει καλύτερα αποτελέσματα στην Τέχνη ή ότι θα αποτελέσει, κυρίως, ένα καλό προϊόν της παραγωγικής και της καταναλωτικής μας κοινωνίας;
Η πληθώρα των φωτογραφικών σχολών δεν εξασφαλίζει κα την ποιότητα των μαθητών τους. Μου έχουν τύχει περιπτώσεις αποφοίτων που, σε φωτογράφηση υπαίθρου, οι νεαροί πτυχιούχοι φωτογράφοι είχαν παντελή άγνοια βασικών κανόνων π.χ. του ρόλου του φωτός και πως πρακτικά εκμεταλλευόμαστε τα παιχνιδίσματά του. Δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ: Μα τι μαθαίνουν, άραγε, στις σχολές τους; Όπως βλέπετε, λοιπόν, τα διπλώματα και τα σεμινάρια δεν αποτελούν εγγύηση.
Τα πάντα εξαρτώνται από την προσωπική ολοκλήρωση, θεωρητική και πρακτική, του φωτογράφου και τους στόχους του. Τα σύγχρονα μέσα θα βοηθήσουν, αν τους γίνει σωστή χρήση και μακάρι οι στόχοι των νέων να ξεφύγουν από τον καταναλωτισμό και να υπηρετήσουν την Τέχνη. Οι νέοι θα αποφασίσουν για αυτό.
Τελειώνοντας, τι θα προτείνατε στους νέους που θέλουν να ασχοληθούν με τη φωτογραφία;
Θα τους πρότεινα να μελετούν, να μελετούν και πάλι να μελετούν. Να επισκέπτονται τα Μουσεία παρατηρώντας την εξέλιξη της αρχαίας Ελληνικής Τέχνης. Να μάθουν «να βλέπουν», να συνηθίσει το μάτι τους την αρμονία.
Να μελετήσουν σύνθεση. Συγχρόνως όμως να παρακολουθούν και τις τεχνολογικές εξελίξεις, ώστε να μπορούν να τις εκμεταλλευτούν αποδίδοντας, όσο γίνεται καλύτερα, ό,τι η ευαισθησία και γνώση τους, το υποδεικνύει. Ασφαλώς, όπως σε όλες τις τέχνες, προϋπόθεση για το ξεχωριστό είναι το ταλέντο, το οποίο τελειοποιώντας το κανείς, θα μπορέσει να δώσει κάτι αξιόλογο που να ανεβάζει και να καταξιώνει τη φωτογραφία ως «καλλιτεχνικό έργο».
Όποιος λοιπόν έχει φιλοδοξίες για κάτι ανώτερο από τις συνήθεις διαφημίσεις και φωτογραφίες ταυτοτήτων, πρέπει να κουραστεί, να διευρύνει τις γνώσεις του, άρα και το πνεύμα του, και τότε, αξιοποιώντας τις δυνατότητές του, θα εκπλαγεί με τα αποτελέσματα της δουλειάς του. Τίποτα δεν μας χαρίζεται, παιδιά, θα τους έλεγα. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Όλα θέλουν προσπάθεια, γνώση, επιμονή και το ποιο σημαντικό: αγάπη σε ό,τι κάνουμε…
Η παλιότερη αυτή συνεντευξη του Σπύρου Μελετζή έχει ρόλο παιδευτικό για τους νεώτερους.
Γιάννης Βέλλης
Ο καλλιτέχνης Γιολδάσης φωτογραφίζει τον Άρη και φωτογραφίζεται από το Σπύρο Μελετζή
Μάθημα χειρισμού του πυροβόλου
Ο Βρετανός ταγματάρχης Μόργκαν
και ο διοικητής του τμήματος σαμποτέρ Θεσσαλίας του ΕΛΑΣ
Θέατρο στην Ελεύθερη Ελλάδα
Αθήνα, Οκτώβρης 1944
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου