Χάθηκες μονάκριβη αυγή μου
Νύχτωσε στο από μόχθο λαξεμένο σώμα
το απρόσκλητες ψυχές γεμάτο
Έσβησαν οι θύμησες
πέρα μονάχο σιγολιώνει
Κι σεις ψυχές; Ποιά τύχη άραγε σας έμελε;
Α, στα σίγουρα
κάπου αλλού θα έχετε φωλιάσει
με άλλα μάτια θα αγναντεύετε
με άλλα χείλη θα κερνάτε
Προίκα και κληρονομιά
για κείνον που γυμνός στο πουθενά πλανιέται
και λιγωμένος τα χέρια απλώνει στον αέρα
Να, πάρε και τα κούφια κόκκαλα
πάρε και τα μαλλιά τα λασπωμένα
με το χώμα ποτέ δε φίλιωσαν
πάρε τα όλα
και το αγριολούλουδο που γελάστηκε
και πάνω τους πήγε να φυτρώσει
Χαρά και τούτη, ανείπωτη
ανέλπιστη, τέτοιο χουνέρι που ήταν η ζωή
έτσι όπως όλα στο τέλος σιάχτηκαν
τίποτα χαμένο να μην πάει
τίποτα να μην ξεμείνει
έννοια καμιά να μην υπάρχει
Βρήκε χώρο η παρηγοριά και ξάπλωσε
στην άδεια τη στερνή την κλίνη
.
/>*/<
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου