Η καρδιά των πουλιών μικρή σαν τη στιγμή την άπειρη. Τα μάτια τους ταξιδευτές του χρόνου. Γυρίζει ο άνεμος ζητιάνος στις χώρες με το πρόσωπο το λαβωμένο. Περνοδιαβαίνουν οι άχραντες κόρες με τις ματαιωμένες υποσχέσεις του ορίζοντα στα δυο τους χέρια. Περίσσεψε η γνώση στα βλέμματα με τα γυμνά ηλιοβασιλέματα να θηλάζουν τις νύχτες. Χρόνος αργός μετράει τις μέρες των αναστατωμένων χελιδονιών. Περνάει ο τυφλός άγιος απ' τις γειτονιές με τα ξυπόλυτα παιδιά. Τον παίρνουν στο κατόπι τα σύννεφα με το πικρό δάκρυ. Γέρνει το μεγάλο πλατάνι της πλατείας να φιλήσει τις προτομές των νεκρών. Ο πόνος ρέει στα ρυάκια με τα νερά μιας βροχής καταρρακτώδους. Μεγάλα μυστικά φυλαγμένα στις πατρίδες τις αόρατες των βράχων με τη βραχνή μιλιά. Ο ουρανός πέφτει βαρύς στο χώμα με την ταπείνωση των κεκοιμημένων στα σπλάχνα του. Αγιοκέρια πλάι στα χαμολούλουδα και τις ιστορίες τις περαστικές του σούρουπου. Φιλούν τους αγγέλους στα μάτια οι χρυσαετοί. Δοξασμένη η μεγάλη πίκρα που ωρίμασε τον καιρό. Παλιά κρίματα εξομολογούνται στον ουρανό με τα γαλάζια μάτια. Τα μικρά περιστέρια κουρνιάζουν πλάι στην αγωνία. Προμηνύονται τα μελλούμενα απ' τη σκόνη της ερημιάς. Φύλακες με πρόσωπο αόρατο στις πύλες της αιωνιότητας. Διαβαίνουν τα πλήθη με τη μεγάλη λαβωματιά στην καρδιά. Ιωάννα Αθανασιάδου


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου