Ο Τάκης Βαρβιτσιώτης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος από το 1940 ως το 1968. Την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποίησε το 1937 με δημοσιεύσεις στίχων στο περιοδικό Μακεδονικές Ημέρες. Η πρώτη του ποιητική συλλογή είχε τίτλο Φύλλα Ύπνου και εκδόθηκε το 1949. Από τα πρώτα ποιητικά του βήματα ο Τάκης Βαρβιτσιώτης δέχτηκε έντονες επιρροές από το καλλιτεχνικό ρεύμα του υπερρεαλισμού (κυρίως από τους Ρεβερντύ και Ελυάρ). Μετέφρασε Μπωντλαίρ, Λόρκα, Απολλιναίρ, Ελυάρ και άλλους συγγραφείς και ασχολήθηκε με λογοτεχνικές μελέτες. Στην ποίησή του κυριαρχούν ονειρικά και φυσιολατρικά στοιχεία, ενώ έντονη είναι η μουσικότητα του λόγου του. Ως σταθμός στο έργο του θεωρείται η ποιητική συλλογή Το πέπλο και το χαμόγελο (1963). Τιμήθηκε με το Βραβείο Ποίησης της Ομάδας των 12 (1959), με το Α΄ Κρατικό Βραβείο του Δήμου Θεσσαλονίκης (1959), με το Βραβείο Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών (1978), με το Χρυσό Μετάλλιο της Λουβαίν με το Χρυσό Μετάλλιο του Ροταριανού Ομίλου. Ταξίδεψε στην Αμερική (1965) και τη Ρουμανία (1979), με πρόσκληση του Υπουργείου Εξωτερικών των Η.Π.Α. και του Υπουργείου Πολιτισμού της Ρουμανίας αντίστοιχα, και έδωσε διαλέξεις, οργάνωσε σεμινάρια και διάβασε ποιήματά του σε πολλά Πανεπιστήμια. Εκπροσώπησε την Ελλάδα στο δεύτερο Φεστιβάλ Ευρωπαϊκής Ποίησης στη Λουβαίν του Βελγίου (1980) και το 1982 πήρε μέρος τιμητικά στο έκτο Παγκόσμιο Συνέδριο Ποιητών της Μαδρίτης και στην πρώτη συνάντηση Συγγραφέων της Μεσογείου στη Βαλένθια της Ισπανίας. Διετέλεσε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες.
Εργογραφία (πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) Ι.Ποίηση • Φύλλα ύπνου. Θεσσαλονίκη, έκδοση του περ. Κοχλίας, 1949. • Επιτάφιος. Θεσσαλονίκη, 1951. • Το χειμερινό ηλιοστάσιο μαζί με το Ξύλινο άλογο και το Αλφαβητάριο. Θεσσαλονίκη, 1955. • Η γέννηση των πηγών. Θεσσαλονίκη, 1959. • Το πέπλο και το χαμόγελο. Θεσσαλονίκη, 1963. • Η μεταμόρφωση. 1971. • Η φθινοπωρινή σουΐτα και άλλα ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1975. • Ταπεινός αίνος προς την Παρθένο Μαρία· Γραμμένος με το χέρι και στολισμένος από τον Αργύρη Κούντουρα. Θεσσαλονίκη, 1977. • Η Άννα της απουσίας. Θεσσαλονίκη, Φιλολογική Θεσσαλονίκη, 1979. • Ενωμένα χέρια. Θεσσαλονίκη, Φιλολογική Θεσσαλονίκη, 1980. • Καλειδοσκόπιο. Θεσσαλονίκη, Φιλολογική Θεσσαλονίκη, 1983. • Η ατραπός. Θεσσαλονίκη, Φιλολογική Θεσσαλονίκη, 1984. • Fragmenta ή η βλάστηση των ορυκτών. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1985. • Δέκα ποιήματα της οργής και του χρέους μαζί με το Δοξαστικό της Ελευθερίας. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1986. • Ακόμα ένα καλοκαίρι (1980-1982). Θεσσαλονίκη, 1987. • Φαέθων. Θεσσαλονίκη, Μπίμπη, 1992. • Η θαυμαστή Αλιεία. Θεσσαλονίκη, Μπίμπη, 1993. • Άρωμα ενός κομήτη. Αθήνα, Καστανιώτης, 1997. • Νήματα της Παρθένου. Αθήνα, Κέδρος, 1997. • Όχι πια δάκρυα. Αθήνα, Κέδρος, 1998. ΙΙ.Δοκίμιο • Ποίηση και ποιητικά θέματα του Γιώργου Σαραντάρη. Θεσσαλονίκη, 1988 (ανάτυπο από το περιοδικό ΔιαγώνιοςΔ΄, σ.646-647). • Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα · ένας περιπαθής του ενστίκτου. Θεσσαλονίκη, 1964. ΙΙΙ.Μετάφραση • Saint- John Perse, Και σεις θάλασσες. Θεσσαλονίκη, 1959. • Pablo Neruda, Επιλογή από το έργο του· Σε μετάφραση Τάκη Βαρβιτσιώτη.Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1972. ΙV. Συγκεντρωτικές εκδόσεις • Σύνοψη · ΠοιήματαΑ’· (1941-1957). Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1980. • Σύνοψη· ΠοιήματαΒ’ · (1958-1972). Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1981. • Σύνοψη· ΠοιήματαΓ’· (1973-1979). Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1988. |
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
i) Δέκα ποιήματα της οργής και του χρέους, 1972-1973 (10)
Στον Γιάννη Ρίτσο
10
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ταξιδεύοντας από τη μιαν όχθη στην άλλη
Πάνω στην πλώρη ενός καραβιού
Μοιράζοντας κόκκινα γαρύφαλλα
Στους ναυαγισμένους
Ανακαλύπτοντας περίσσια θύματα
Που δεν χάνονται
Ακόμα κι όταν κλείσαμε τα μάτια
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ακολουθώντας ένα ποτάμι όπου σμίγουν
Αίμα και φως
Παίζοντας μια σάλπιγγα
Που συναδέλφωνε όλους τους ανθρώπους
Που έκανε να σωριαστούν οι τοίχοι
Και να γίνουν κίτρινη σκόνη
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ολομόναχοι σ' ένα κελί
Κρυμμένοι άλλοτε σ' ένα σεντούκι
Κι άλλοτε πάλι στριμωγμένοι
Σε μια λουρίδα ήλιου
Που θα μπορούσε να τη σβήσει
Ακόμα και το χέρι
Ενός αδιάφορου επισκέπτη
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Εκεί όπου σήμερα ηγεμονεύει η σιωπή
Τραγουδώντας εύθυμα τραγούδια
Μαζεύοντας μ' ένα φτυάρι τα χιόνια
Μικραίνοντας με τη χαρά μας την απόσταση
Που χωρίζει τη γη από τον ουρανό
Από τη συλλογή Δέκα ποιήματα της οργής και του χρέους (1986)
Στον Γιάννη Ρίτσο
10
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ταξιδεύοντας από τη μιαν όχθη στην άλλη
Πάνω στην πλώρη ενός καραβιού
Μοιράζοντας κόκκινα γαρύφαλλα
Στους ναυαγισμένους
Ανακαλύπτοντας περίσσια θύματα
Που δεν χάνονται
Ακόμα κι όταν κλείσαμε τα μάτια
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ακολουθώντας ένα ποτάμι όπου σμίγουν
Αίμα και φως
Παίζοντας μια σάλπιγγα
Που συναδέλφωνε όλους τους ανθρώπους
Που έκανε να σωριαστούν οι τοίχοι
Και να γίνουν κίτρινη σκόνη
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Ολομόναχοι σ' ένα κελί
Κρυμμένοι άλλοτε σ' ένα σεντούκι
Κι άλλοτε πάλι στριμωγμένοι
Σε μια λουρίδα ήλιου
Που θα μπορούσε να τη σβήσει
Ακόμα και το χέρι
Ενός αδιάφορου επισκέπτη
Μάθαμε τον έρωτα και το θάνατο
Εκεί όπου σήμερα ηγεμονεύει η σιωπή
Τραγουδώντας εύθυμα τραγούδια
Μαζεύοντας μ' ένα φτυάρι τα χιόνια
Μικραίνοντας με τη χαρά μας την απόσταση
Που χωρίζει τη γη από τον ουρανό
Από τη συλλογή Δέκα ποιήματα της οργής και του χρέους (1986)
ii) Το γαλάζιο λιβάδι
Θα 'μαστε μόνοι εγώ κι εσύ
Και δε θα υπάρχουν πια
Ούτε αποχωρισμοί ούτε αναχωρήσεις
Ούτε μέρα ούτε νύχτα
Και θα 'χει τόσο κάποια λάμψη απεριόριστη απλωθεί
Πάνω στα πρόσωπά μας
Που θα ελευθερωθούν τα βλέφαρα απ' τον γύψο
Θα προχωρήσουμε μαζί στην όχθη του φωτός
Και τα δικά σου βήματα θ' απορροφήσουν τα δικά μου
Μια σκουριασμένη αξίνα κι ένα φτυάρι θα 'ναι πάντα εκεί
Να μου θυμίζουνε το τρομερό εκείνο απόγευμα μιας Κυριακής
Θα περπατήσουμε μαζί σ' ένα γαλάζιο λιβάδι
Κι από τους λόφους θ' αναβλύζει
Κάποιο ανάκουστο τραγούδι
Που ποτέ δε θα τελειώσει
Από τη συλλογή Η μεταμόρφωση (1971)
Θα 'μαστε μόνοι εγώ κι εσύ
Και δε θα υπάρχουν πια
Ούτε αποχωρισμοί ούτε αναχωρήσεις
Ούτε μέρα ούτε νύχτα
Και θα 'χει τόσο κάποια λάμψη απεριόριστη απλωθεί
Πάνω στα πρόσωπά μας
Που θα ελευθερωθούν τα βλέφαρα απ' τον γύψο
Θα προχωρήσουμε μαζί στην όχθη του φωτός
Και τα δικά σου βήματα θ' απορροφήσουν τα δικά μου
Μια σκουριασμένη αξίνα κι ένα φτυάρι θα 'ναι πάντα εκεί
Να μου θυμίζουνε το τρομερό εκείνο απόγευμα μιας Κυριακής
Θα περπατήσουμε μαζί σ' ένα γαλάζιο λιβάδι
Κι από τους λόφους θ' αναβλύζει
Κάποιο ανάκουστο τραγούδι
Που ποτέ δε θα τελειώσει
Από τη συλλογή Η μεταμόρφωση (1971)
iii) Ο μικρός πρίγκιπας
Το βράδυ που σβήνουν τα χαμόγελα
Ο καπνός ξεδιπλώνει το πένθος του
Μέσα στο τζάκι
Σχηματίζοντας γκρίζα λουλούδια
Που γλιστρούν κρυφά προς τα έξω
Από την καπνοδόχο
Τότε εκείνος μεταμορφώνεται
Σ' έναν μικρό πρίγκιπα
Και φιλά με πάθος
Τη μικρή του αγαπημένη
Που ρυθμίζει
Τον χορό των ονείρων του
Κι από το φιλί του ξεχύνεται
Ένα γαλάζιο κύμα
Κι από τις φλέβες το αίμα του
Που αρχίζει να ταξιδεύει
Πάνω στα τζάμια
Ψιθυρίζοντας
Μια πανάρχαιη μουσική
Από τη συλλογή Όχι πια δάκρυα (1998)
Το βράδυ που σβήνουν τα χαμόγελα
Ο καπνός ξεδιπλώνει το πένθος του
Μέσα στο τζάκι
Σχηματίζοντας γκρίζα λουλούδια
Που γλιστρούν κρυφά προς τα έξω
Από την καπνοδόχο
Τότε εκείνος μεταμορφώνεται
Σ' έναν μικρό πρίγκιπα
Και φιλά με πάθος
Τη μικρή του αγαπημένη
Που ρυθμίζει
Τον χορό των ονείρων του
Κι από το φιλί του ξεχύνεται
Ένα γαλάζιο κύμα
Κι από τις φλέβες το αίμα του
Που αρχίζει να ταξιδεύει
Πάνω στα τζάμια
Ψιθυρίζοντας
Μια πανάρχαιη μουσική
Από τη συλλογή Όχι πια δάκρυα (1998)
iv) Εωθινή ελεγεία (Θα 'ρθουν χαρούμενα παιδιά...)
[Από την ενότητα Εωθινή ελεγεία (1947)]
Θα 'ρθουν χαρούμενα παιδιά
Που θα τρυγήσουν τα λιπόθυμα χρώματα,
Θα 'ρθουν κορίτσια
Που θ' ανεμίσουνε τις σημαιούλες των αγρών,
Ορφανεμένες Κυριακές
Μ' όλη την αίγλη μιας καμπάνας
Εωθινής.
Και δεν ξεχνώ μήτε τα δέντρα με τους καρπούς των,
Μήτε και τον ιδρώτα εκείνων που τα πότισαν
Για να ψηλώσουν.
Τα φύλλα δίνουνε τα χέρια τους,
Μοιράζονται τη φτώχεια της ζωής τους.
Μέσ' απ' τα στίφη των νεκρών
Πορεύεται η ελπίδα.
Ένας χείμαρρος πλημμυρίζει
Τα στεγνά καλοκαίρια.
Η αγάπη ανοίγει, καρτερεί
Το βλέφαρο του ήλιου.
[Από την ενότητα Εωθινή ελεγεία (1947)]
Θα 'ρθουν χαρούμενα παιδιά
Που θα τρυγήσουν τα λιπόθυμα χρώματα,
Θα 'ρθουν κορίτσια
Που θ' ανεμίσουνε τις σημαιούλες των αγρών,
Ορφανεμένες Κυριακές
Μ' όλη την αίγλη μιας καμπάνας
Εωθινής.
Και δεν ξεχνώ μήτε τα δέντρα με τους καρπούς των,
Μήτε και τον ιδρώτα εκείνων που τα πότισαν
Για να ψηλώσουν.
Τα φύλλα δίνουνε τα χέρια τους,
Μοιράζονται τη φτώχεια της ζωής τους.
Μέσ' απ' τα στίφη των νεκρών
Πορεύεται η ελπίδα.
Ένας χείμαρρος πλημμυρίζει
Τα στεγνά καλοκαίρια.
Η αγάπη ανοίγει, καρτερεί
Το βλέφαρο του ήλιου.
v) Χιόνι
Εκεί ψηλά πια δεν υπάρχει κανένας
Μακριά σημαίνουν καμπάνες
Έξω η νύχτα παραμονεύει
Γεμάτη φυλλώματα
Ορθάνοιχτα μάτια
Εχθρικούς καθρέφτες
Νεκρά τα πλοία μες στην ομίχλη
Η σιωπή μια πληγή δίχως όνομα
Το δάσος βελούδινο
Μια παιδο
Εκεί ψηλά πια δεν υπάρχει κανένας
Μακριά σημαίνουν καμπάνες
Έξω η νύχτα παραμονεύει
Γεμάτη φυλλώματα
Ορθάνοιχτα μάτια
Εχθρικούς καθρέφτες
Νεκρά τα πλοία μες στην ομίχλη
Η σιωπή μια πληγή δίχως όνομα
Το δάσος βελούδινο
Μια παιδο
ύλα κοιμάται στον ίσκιο του
Απ' την ανάσα της
Γεννιούνται αδιάκοπα
Άστρα λευκά
Από τη συλλογή Το πέπλο και το χαμόγελο (1963)
Απ' την ανάσα της
Γεννιούνται αδιάκοπα
Άστρα λευκά
Από τη συλλογή Το πέπλο και το χαμόγελο (1963)
vi) Ἐρείπια
Το κλειστό βιβλίο
Το λυπημένο βιολί
Ο ραγισμένος άγγελος που αγρυπνεί
Το λυπημένο βιολί
Ο ραγισμένος άγγελος που αγρυπνεί
Πού είστε παιδικά μου χέρια
Με λησμονήσατε
Μα δεν μπορώ
Δεν έχω πια τα μάτια μου να κλάψω
Με λησμονήσατε
Μα δεν μπορώ
Δεν έχω πια τα μάτια μου να κλάψω
Η βροχή αποκλείστηκε στον κήπο
Απ' τα κλαδιά των δέντρων κρέμονται
Καρδιές
Μικρά φώτα
Ο ήχος μιας καμπάνας
Η προσευχή
Απ' τα κλαδιά των δέντρων κρέμονται
Καρδιές
Μικρά φώτα
Ο ήχος μιας καμπάνας
Η προσευχή
Ακόμα καπνίζουν
Των ημερών τα ερείπια
Των ημερών τα ερείπια
Από Φύλλα ύπνου (1949)
vii) Μεταθανάτιο
Θρυμματίστηκε ο καθρέφτης μου
Και το χαμόγελό μου
Και το χαμόγελό μου
Πίσω απ’ τα σύννεφα
Μια λευκή μορφή
Με περιμένει
Μακραίνοντας του χαμογέλιου μου τα θρύμματα
Μια λευκή μορφή
Με περιμένει
Μακραίνοντας του χαμογέλιου μου τα θρύμματα
Ύστερα έρχεται το σκοτάδι
Μια αιχμή λαμπερή
Ένα μεγάλο μάτι που αργοπορεί σε κάθε γραμμή
Το κρύο και η αλήθεια
Μια αιχμή λαμπερή
Ένα μεγάλο μάτι που αργοπορεί σε κάθε γραμμή
Το κρύο και η αλήθεια
Ένας καπνός που βγαίνει από το στήθος μου
viii) Αυτός ο μικρός θεός που μιλά
Ο ποιητής
Αυτός ο αθώος
Αυτός ο μάγος
Ο θαυματοποιός
Ο μυστηριώδης δαμαστής των λέξεων
Που λατρεύει την ομορφιά
Αυτός ο μικρός θεός που μιλά
Και με το λόγο του γίνεται φως
ix) «Όταν ο ποιητής…»
Όταν ο ποιητής
Ανοίγει τα μάτια του
Στο καθημερινό θαύμα
Εμφανίζονται σιγά - σιγά
Όλα τα πένθιμα φαντάσματα
Όλα τα όνειρα τα λυπητερά
Σαν κεριά που καπνίζουν
Τότε με το χλωμό του δάκτυλο
Χαράζει τ’ αρχικά της αστραπής
Πάνω στη στιβαγμένη σκόνη
Πάνω στο πρόσωπο της χρονιάς
Που γέρνει
Μαστιγωμένο απ’ όλους τους ανέμους
Αλλάζει τη λάσπη
Σε κρουνούς από φωτεινό αίμα
Μεταμορφώνει το θάνατο
Σ’ ερωτικό τραγούδι
Ω ποίηση αναμάρτητη
Εμπιστευμένη στη δροσιά της θύελλας
Ω ποίηση ατελεύτητη
Φτεροκόπημα χελιδονιών.
x) Κάποια μέρα
Κάποια μέρα
Θα βαδίσεις πάνω στα ίχνη μου
Να με συναντήσεις
Γυμνή
Όπως την πρώτη μέρα της δημιουργίας
Με το αίμα όλων των νεκρών
Και με το αίμα όλων των ζωντανών
Πάνω στα χείλη σου
Παγωμένο
Κι όταν σημάνει η ώρα
Θα είσαι όμορφη πολύ
Όμως μικρή
Τόσο μικρή
Σαν μια νιφάδα χιονιού
Ή τόσο απέραντη
Σαν τον ωκεανό
Στιλπνή
Και θα προφέρεις μόνο τ' όνομά μου
Και θ' απομένεις έξω από το χρόνο
Αγάπη μου παντοτινή
Από τη συλλογή Τα δώρα των μάγων (1999)
Τα ποιήματα από