Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ "Ο χρόνος που φεύγει… Αναζητώντας ένα νόημα ζωής."

 «Δεν μπορώ να κάνω τις μέρες μου μεγαλύτερες γι’ αυτό

αγωνίζομαι να τις κάνω καλύτερες».(Paul Theroux)

 

Την ημέρα που φεύγει μια χρονιά όλοι νιώθουμε την ανάγκη για έναν απολογισμό. Ο καθένας, βέβαια, χρησιμοποιεί και διαφορετικό τρόπο απολογισμού ή και αξιολόγησης εκείνων των γεγονότων που σημάδεψαν τόσο την προσωπική του ζωή όσο και την κοινωνική, εθνική ή και παγκόσμια. Η αξία του απολογισμού διακονεί μία εσωτερική ανάγκη και μάς βοηθά στην βαθύτερη αυτογνωσία μας αλλά και σε έναν δημιουργικό αναστοχασμό. Σε ένα άλλο επίπεδο ο απολογισμός ανατροφοδοτεί την πράξη μέσα από την καθοδήγηση και τον εμπλουτισμό της σκέψης μας.

Κάθε απολογισμός, όμως, ή μια ανασκόπηση προσκρούει πάντα στην επιλογή των κριτηρίων που θα επιλεγούν. Κι αυτό γιατί ένα γεγονός δεν έχει τον ίδιο αντίκτυπο ή συνέπειες σε όλους τους ανθρώπους. Ένας δεύτερος παράγοντας που επηρεάζει την ανασκόπηση είναι και η κατηγοριοποίηση των γεγονότων (οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά…). Έτσι, λοιπόν, κάθε απολογισμός ή ανασκόπηση είναι από τη φύση τους «ατελείς»υποκειμενικοί και ατελέσφοροι στο βαθμό που εστιάζονται μονομερώς σε κάποια γεγονότα, σε μια εποχή και σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζονται από την πολυπλοκότητα και το «ντετερμινιστικό χάος».

Ωστόσο, υπηρετώντας το «έθιμο» της ανασκόπησης και στοχεύοντας στην καταγραφή εκείνων των γεγονότων που το αποτύπωμά τους είναι έντονο, θα επιχειρηθεί μία αξιολόγηση των σημαντικότερων και με έναν σχηματικό τρόπο λόγω των περιορισμών του χώρου. Εξάλλου κάθε επιστροφή στο χθες μάς ταξιδεύει άλλοτε στο χώρο της θλίψης και της μελαγχολίας κι άλλοτε στο χώρο της ψυχικής αγαλλίασης και ευφορίας.

Η πανεξουσία του κορωνοϊού

Η πανδημία του κορωνοϊού δεν θα μπορούσε να μην αποτελεί το κυρίαρχο γεγονός της χρονιάς αφού επηρέασε καταλυτικά όλο το φάσμα της προσωπικής και κοινωνικής μας ζωής. Ένα γεγονός που απλώθηκε με την ίδια ένταση σε όλο τον κόσμο λαμβάνοντας έναν επικίνδυνο οικουμενικό χαρακτήρα. Ο παγκοσμιοποιημένος χαρακτήρας της πανδημίας ανέδειξε τόσο το θετικό όσο και το αρνητικό πρόσωπο της παγκοσμιοποίησης. Κι αυτό γιατί ο κορωνοϊός ως ιός διευκολύνθηκε στην «μεταδοτικότητά» του λόγω της κατάργησης των εθνικών συνόρων. Από την άλλη πλευρά η συνεργασία των κρατών και ο συντονισμός των προσπαθειών σε επίπεδο θεραπείας (εμβόλια…) πιστοποίησαν τη θετική συμβολή της παγκοσμιοποίησης.

Ωστόσο, η επέλαση του Covid 19 προκάλεσε την αμφισβήτηση της Επιστήμης (πολλοί μιλούν ότι την εξέθεσε και την απογύμνωσε) στον τομέα της πρόγνωσηςπρόβλεψης και γρήγορης αποτελεσματικής αντιμετώπισης. Το εμβόλιο διχάζει, αφού για άλλους θεωρείται ένα μοναδικό επίτευγμα της επιστήμης και για άλλους – τους αρνητές ως ένα ακόμη προϊόν που αυξάνει τα κέρδη των πολυεθνικών και ιδιαίτερα των φαρμακευτικών κολοσσών. Στο σημείο αυτό – ως παράπλευρη απώλεια – θα πρέπει να επισημανθεί πως το εμβόλιο και η σκέψη – απόφαση για την υποχρεωτικότητά του επώασαν την γέννηση – εμφάνιση διάφορων κοινωνικών ομάδων ως αρνητών. Ομάδες που οι λεξικογράφοι, οι κοινωνιολόγοι, οι ψυχολόγοι και οι πολιτικοί αναλυτές αδυνατούν να προσδιορίσουν τη σύνθεσή τους και τους απώτατους σκοπούς τους.

Επιπρόσθετα, η πανδημία επέφερε πολλά ψυχολογικά προβλήματα στους ανθρώπους, όπως: φόβο, αγωνία, μοναξιά και αβεβαιότητα για το μέλλον. Οι παραδοσιακές σταθερές υποχώρησαν κι ένα κλίμα ρευστότητας και τυχαιότητας κυριαρχεί σε όλα τα επίπεδα. Στον τομέα της οικονομίας η πανδημία διέψευσε το μύθο περί της γραμμικής πορείας της ανάπτυξης και ανέδειξε το σκληρό πρόσωπο του φιλελευθερισμού. Κάποιοι κρατιστές αναθάρρησαν και μιλούν για ιστορική δικαίωση του κρατικού παρεμβατισμού.

Κλιματική αλλαγή και Οικοκτονία

Η οικολογική καταστροφή του πλανήτη μας συνιστά μία άλλη γκρίζα περιοχή της χρονιάς που πέρασε. Πολλοί μιλούν για μία μη αναστρέψιμη πορεία – κατάσταση κι εκείνο πλέον που ανησυχεί τους ειδικούς είναι το μέγεθος των επιπτώσεων. Ο παρανοϊκός τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος διαχειρίζεται το περιβάλλον καταδεικνύει τα σαθρά θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομήθηκε το οικονομικό μας μοντέλο και ο πολιτισμός μας γενικότερα. Ο άνθρωπος και ο πολιτισμός μας βρίσκονται σε μία διαρκή σύγκρουση με το μέλλον τους. Τελικά ως άνθρωποι και πολιτισμός είμαστε όμηροι ενός τρόπου ζωής που εξοστράκισε κάθε στοιχείο Γεω-Ηθικής.


Ο ιστορικός τύπος ανθρώπου, ο Homo Sapiens κινδυνεύει να καταστεί το παράσιτο της Γης, αφού καταστρέφει τους ίδιους τους όρους της βιολογικής του ύπαρξης. Η παραδοξότητα της οικοκτονίας ανιχνεύεται και στο γεγονός πως η απειλή για την ανθρωπότητα δεν πηγάζει από φυσικούς κινδύνους αλλά από τον ίδιο τον πολιτισμό μας που εξέθρεψε την απληστία μας και την άμετρη οίησή μας. Τα ερωτήματα που διατυπώνονται είναι γεμάτα από τον προβληματισμό και την αγωνία για το μέλλον του πλανήτη. Μπορούμε να επαναφέρουμε την θερμοκρασία του πλανήτη σε όρια που να μην προκαλέσουν κλιματικές διαταραχές; Μπορούμε να απαλλάξουμε την Γη μας από τα απόβλητα, τους ρύπους και τα τοξικά απόβλητα που έχουμε συσσωρεύσει; Μπορούμε να αποδεχτούμε κάποιες αρχές της απο-ανάπτυξης για την θεμελίωση ενός άλλου μοντέλου ανάπτυξης, πιο φιλικού στο οικοσύστημα;

Η αλλόκοτη βία – Γυναικοκτονία

Το δυστοπικό τοπίο του 2021 στη χώρα μας το χρωματίζει έντονα και η βία σε όλες τις εκφάνσεις της. Μία βία αλλόκοτη, τυφλή και πρωτόγονη. Κατεξοχήν, όμως, εκείνο που ανησυχεί τους ειδικούς είναι η νεανική βία. Όταν πρωταγωνιστές βίαιων πράξεων είναι οι νέοι, τότε πρέπει να αναρωτηθούμε ως κοινωνία πού λανθάνουμε στην διαπαιδαγώγησή της; Όταν η ζωντάνια και η ενεργητικότητα κάποιων νέων διοχετεύεται στον αδιέξοδο χώρο της βίας, τότε ως κοινωνία οφείλουμε να στοχαστούμε για το περιεχόμενο των ιδανικών και του αξιακού μας συστήματος. Τη νεανική βία δεν μπορούμε εύκολα να την χρεώσουμε στην κοινωνική βία, στον ανταγωνισμό, στον άκρατο εγωισμό και στην ηθική αποβιταμίνωση των σχέσεών μας. Η νεανική βία υπόρρητα «κραυγάζει» για τα αδιέξοδα που χτίζουν η απουσία νοήματος ζωής, η έλλειψη οραμάτων, ο μύθος της προόδου και η λαθεμένη βιοθεωρία της «ήσσονος» προσπάθειας αλλά και της έντονης επιθυμίας για βίωση των πιο ακραίων εμπειριών στον μικρότερο δυνατό χρόνο.

Ωστόσο, εκείνο που σημάδεψε έντονα την κοινωνία μας την χρονιά που φεύγει – έφυγε είναι και οι γυναικοκτονίες. Μπορεί ο όρος να προκαλεί ακόμη διχογνωμίες ανάμεσα στους νομικούς, ωστόσο το μείζον είναι η απώλεια ζωής γυναικών που πηγάζει από τις βαθύτατες έμφυλες ανισότητες που είναι βαθιά ακόμη ριζωμένες τόσο στην ελληνική οικογένεια όσο και στην κοινωνία μας. Φαίνεται πως κάποια αναχρονιστικά στερεότυπα και ορισμένες ρατσιστικές προκαταλήψεις διαμορφώνουν ακόμη στην κοινωνία μας ανάλογους κοινωνικούς ρόλους που με την σειρά τους επωάζουν τα φαινόμενα γυναικοκτονίας. Η έμφυλη βία στο βαθμό που έχει γνώρισμα – αιτία το άλλο φύλο (γυναίκα…) αποκαλύπτει τη διαστροφική αντίληψη της εξουσίας και της δύναμης

" Η διεκδίκηση του δικαιώματος για απόλυτη κυριαρχία, ζωής και θανάτου,επάνω στον σύντροφο δεν είναι ποτέ εκδήλωση αγάπης αλλά η βεβήλωσή της"( Massimo Recalcati "Το σύμπλεγμα του Τηλέμαχου").

Την διαπίστωση πως η «ανθρώπινη ιστορία άρχισε με μία πράξη βίας» οφείλουμε ως κοινωνία που σέβεται και αναγνωρίζει την ελευθερία του συνανθρώπου μας να την συμπληρώσουμε με το «Ας υπερισχύσει ο άνθρωπος».

Ο Homo  digitalis στο μετά-σύμπαν (meta-verse)

Ένα άλλο στοιχείο που κυριάρχησε ως οικουμενικό φαινόμενο με υπερ-εθνικά χαρακτηριστικά είναι κι αυτό της Πληροφόρησης και της Επικοινωνίας. Οι νέες τεχνολογίες σαρώνουν το χώρο της πληροφόρησης και ανοίγουν νέες προοπτικές αλλά εμπεριέχουν και πολλούς κινδύνους. Αρχικά το 5G και πρόσφατα το Metaverse μάς υπόσχονται υπερταχύτητες και διευρυμένα πεδία επικοινωνίας. Η πληροφόρηση και η επικοινωνία θα έχουν μία άλλη διάσταση και περιεχόμενο και ο άνθρωπος θα λάβει τη μορφή του μετα-ανθρώπου, του Homo digitalis. Οι αλγόριθμοι ολοένα και περισσότερο θα καταλαμβάνουν περισσότερο ζωτικό χώρο από την ελευθερία και την αυτονομία μας.

Η διανοητική διαδρομή του ανθρώπου παλιότερα ήταν να μπορεί να μετατρέψει τα δεδομένα σε πληροφορίες, την πληροφορία σε γνώση και τη γνώση σε σοφία. Δυστυχώς, όμως, ο όγκος των πληροφοριών και η ταχύτατη ροή τους κατέστησαν αναγκαίους τους αλγόριθμους που για πολλούς είναι η άλλη όψη του Οργουελικού big brother. Έτσι από την υποπληροφόρηση του παρελθόντος και των αυταρχικών κοινωνιών περάσαμε στην υπερπληροφόρηση, στο πληροφορικό σύννεφο. Ο Χαράρι απέδωσε με εύστοχο τρόπο αυτό το φαινόμενο:

«Στις αρχαίες εποχές, η δύναμη ήταν η πρόσβαση στα δεδομένα. Σήμερα η δύναμη είναι να ξέρεις τι να αγνοείς. Επομένως, με βάση όλα όσα συμβαίνουν στον χαοτικό κόσμο μας, σε τι πρέπει να εστιάσουμε;»

(Homo Deus)

Το παγκόσμιο τοπίο

Θα ήταν παράλειψη η μη καταγραφή των νέων ισορροπιών που διαμορφώνονται στο διεθνές σκηνικό. Ο διπολικός κόσμος ξέφτισε, διαμορφώνονται νέοι συσχετισμοί και αναδύονται νέες δυνάμεις. Οι μικρότερες χώρες ανασυντάσσονται και επιδιώκουν νέες συμμαχίες για την εθνική τους επιβίωση. Τίποτα, πλέον, δεν θεωρείται δεδομένο αφού οι τεκτονικές πλάκες του παγκοσμιοποιημένου κόσμου κινούνται με μεγάλη ταχύτητα και ανατρέπουν βίαια παλιά δεδομένα και παγιωμένες ισορροπίες ή συμμαχίες. Ο κόσμος έγινε πλέον πολυπολικός αυξάνοντας επικίνδυνα την εντροπία σε έναν έτσι κι αλλιώς χαοτικό κόσμο.

Οι παραδοσιακές μεγάλες δυνάμεις επαναπροσδιορίζουν τους στρατηγικούς και στρατιωτικούς τους στόχους προκαλώντας ισχυρούς κλυδωνισμούς στη διεθνή πολιτική. Από την άλλη πλευρά πολλά εθνικά κράτη επιστρέφουν στο εθνικό τους κέλυφος με στόχο τη διάσωσή τους και τη διαφύλαξη της εθνικής τους καθαρότητας από τους κατατρεγμένους πρόσφυγες και μετανάστες που παραμένουν η μεγαλύτερη «ηθική πληγή» της εποχής μας. Η δημιουργία του AUKUS δημιουργεί κλίμα ψυχρού πολέμου. Στο χαοτικό αυτό σκηνικό υφέρπουν και οι υπόνοιες περί κήρυξης ενός άτυπου ή ακήρυκτου υβριδικού πολέμου. Ο κορωνοϊός ενίσχυσε αυτές τις υπόνοιες και γιγάντωσε τη διεθνή δυσπιστία. Η διεθνής κανονικότητα είναι το άμεσο ζητούμενο.

Δίπλα σε αυτό το παγκόσμιο τοπίο η Ε.Ε. αναζητεί την ταυτότητά της και τον νέο της ρόλο. Άλλοτε με ανακολουθίες κι άλλοτε με τολμηρά βήματα προσπαθεί να ισορροπήσει μέσα από τον πολυεθνικό και πολυφωνικό της χαρακτήρα. Το Brexit την πλήγωσε, αλλά δεν την τραυμάτισε θανάσιμα. Οι φυγόκεντρες τάσεις ελλοχεύουν, αλλά η συνοχή παραμένει ακόμη ισχυρή. Οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά η Ε.Ε. παραμένει πόλος έλξης για πολλούς ανθρώπους (πρόσφυγες – μετανάστες) στοιχείο που επικυρώνει την επιτυχία αυτού του «μορφώματος». Ο αργός βηματισμός της στην λήψη αποφάσεων συνιστά την αχίλλειο πτέρνα της.

Ελλάδα: «Και εγένετο κράτος…»

Μαζί με την αυλαία του 2021 πέφτει και η αυλαία των εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821. Δυστυχώς η πανδημία θάμπωσε τη λαμπρότητα των εκδηλώσεων και δεν αναδείχτηκαν στον βαθμό που έπρεπε οι διάφορες συντεταγμένες 200 χρόνων ελεύθερου εθνικού βίου. Σε αυτό συνέβαλαν και κάποιες αρχικές ιδεολογικές προσεγγίσεις για το ιδεολογικό στίγμα της επανάστασης του 1821 αλλά και του τρόπου εορτασμού.

Κάποιες αναλύσεις και ιστορικές ερμηνείες άθελά τους μεταφράστηκαν ως μία προσπάθεια αποδόμησης των «εθνικών» μας μύθων και δεν ευδοκίμησαν. Ωστόσο προκάλεσαν έναν προβληματισμό όχι τόσο για τον τρόπο εορτασμού, αλλά για το αν η σύγχρονη Ελλάδα θα πρέπει να βαδίσει το μονοπάτι της εσωστρέφειας ή την λεωφόρο της εξωστρέφειας. Κάποιες ιστορικές αλήθειες δεν μπορούν ακόμη να ενσωματωθούν στο εθνικό αξιακό μας σύστημα και αντιδρούμε με «εθνικό πάθος» σε κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης της μοναδικότητάς μας ως έθνος. Ο εθνοκεντρισμός και ο πατριωτισμός των Ελλήνων είναι βαθιά ριζωμένος στο «εθνικό τους ασυνείδητο» και δεν αναγνωρίζουν ούτε αποδέχονται τους κανόνες της «πολιτικής ορθότητας» που λειαίνουν το έδαφος του εθνομηδενισμού.

Από την άλλη πλευρά οι επετειακές εκδηλώσεις συνέβαλαν – όχι βέβαια στο βαθμό που φιλοδοξούσαν – στην καλλιέργεια της εθνικής μνήμης και συνείδησης. Αποφεύχθηκαν κάποιες ανιστόρητες εθνικές ιδεοληψίες, αναδείχτηκαν κάποιες ιστορικές αλήθειες ως προϊόντα των σκληρών νόμων του «ιστορικού γίγνεσθαι», καταγράφηκε ο ρόλος του εξωτερικού παράγοντα στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα (ναυμαχία Ναυαρίνου 1827) και γενικότερα καλλιεργήθηκε το εθνικό αίσθημα παραμερίζοντας τους ζηλωτές ενός άγονου εθνικισμού.


Ωστόσο το ζητούμενο όχι μόνον των επετειακών εκδηλώσεων – ακολουθούν και τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή – είναι πώς θα μπορέσουμε ως έθνος να επιβιώσουμε και να δημιουργήσουμε στο νέο και σε πλήρη «αταξία» διεθνές περιβάλλον. Να δώσουμε, δηλαδή, τον αγώνα μας ως Έλληνες και με αποσκευές την Ιστορία μας, την Ταυτότητά μας και τον Πολιτισμό μας ενάντια στην εθνική πολτοποίηση που επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση. 

                             Τα  Πρόσωπα - Μίκης Θεοδωράκης

        Το 2021 το σημάδεψε και ο θάνατος του Μίκη Θεοδωράκη.Πεθαίνουν, όμως, οι μύθοι και τα σύμβολα...Όχι, γιατί αυτά εγγράφονται στο συλλογικό μας ασυνείδητο και γίνονται οι οδοδείκτες της ζωής μας .Είναι αυτά που μάς συντροφεύουν στην ανηφόρα και στον αγώνα να κατακτήσουμε την κορυφή .Είναι αυτά που διασώζουν την ατομικότητά μας και μάς απελευθερώνουν από το γήινο πάθος να αναζητούμε την ελευθερία μας στην ασφάλεια της αγέλης..

       Γι αυτό, Μίκησε ευχαριστούμε....

         *Για   τους θεσπέσιους ήχους και τις υπέροχες μελωδίες.* Για τον πολιτισμό που δίδαξες μέσα από τις νότες και τους στίχους των τραγουδιών σου.Για την μουσική διδασκαλία της  ποίησής μας.* Για το θάρρος να αντιστέκεσαι μόνος σου όταν οι άλλοι επέλεγαν την φυγή ως λύση.* Για την προβολή της Ελληνικότητας όταν κάποιοι την λοιδορούσαν ως φθηνό και παρωχημένο εθνικισμό. * Για τον ρυθμό που μάς χάριζες στον βηματισμό μας στις πολυπληθείς πορείες της μεταπολίτευσης για ελευθερία και δημοκρατία...

Για ένα νόημα ζωής…

Στο λυκόφως κάθε περασμένου χρόνου και στο λυκαυγές της νέας χρονιάς όλοι μας εκτός από τις συνήθεις ευχές και απολογισμούς, αναλωνόμαστε σε φιλοσοφικές θεωρήσεις για τη φύση του χρόνου, για τις προοπτικές μας και για το νόημα της ζωής μας. Παρακολουθώντας αμήχανοι την πορεία και την ταχύτητα του «βέλους του χρόνου» συχνά διατυπώνουμε ερωτήματα για τις αυταπάτες που μάς καθόρισαν, αλλά και για τις νέες αλήθειες που μάς υπόσχονται μία άλλη εκδοχή της ευτυχίας και της ζωής. Οι παλιοί μύθοι για ένα κόσμο πλήρη και αρμονικό αντικαθίστανται από νέες θεωρίες για έναν κόσμο που τον χαρακτηρίζει η μεταβλητότητα, η ρευστότητα και η τυχαιότητα. Εύκολα συνειδητοποιούμε τη νέα πραγματικότητα, όπως εύστοχα τη διατύπωσε ο Χαράρι:

«Σε αντίθεση με τους φυσικούς νόμους, οι οποίοι είναι απαλλαγμένοι από ασυνέπειες, κάθε ανθρώπινη τάξη είναι γεμάτη εσωτερικές αντιφάσεις. Οι πολιτισμοί προσπαθούν διαρκώς να συμφιλιώσουν τις αντιφάσεις αυτές και η διαδικασία αυτή οδηγεί στην αλλαγή».

Όλοι στην αγωνία, στο φόβο και στο άγχος που μάς συσσώρευσε ο κορωνοϊός αναρωτιόμαστε για το νόημα της ζωής μας και τη θέση μας στον κόσμο αυτό με τις νέες πραγματικότητες που τον ορίζουν. Αναζητούμε μια ιστορία, ένα αφήγημα, ένα ευχάριστο «ψέμα» για την σπουδαιότητά μας και για το ρόλο μας στο σύγχρονο κοσμικό δράμα. Αναθαρρούμε όταν σε κάποιες «απαντήσεις» διαπιστώνουμε πως δεν είμαστε μόνοι, αλλά ανήκουμε σε κάτι ευρύτερο που μπορεί να δώσει νόημα και περιεχόμενο στις επιλογές και στη ζωή μας. Δυστυχώς ή ευτυχώς τον άνθρωπο τον τρέφουν περισσότερο οι ιστορίες και τα ευχάριστα αφηγήματα και λιγότερο τα γεγονότα. Η μυθοπλασία προηγήθηκε της ψυχιατρικής. Ο μύθος του Πλατωνικού σπηλαίου παραμένει το πιο δημοφιλές ανάγνωσμα για τις αυταπάτες του «ανθρώπου δεσμώτη» που βλέπει μόνον σκιές κι αυτές τις μεταφράζει – βιώνει ως την μόνη πραγματικότητα.

Ωστόσο ο άνθρωπος πολλές φορές αδυνατεί να εντοπίσει τα σαφή όρια της αντικειμενικής με την υποκειμενική πραγματικότητα. Αυτή η σύγχυση προκαλεί προβλήματα τόσο στους στόχους που θέτει όσο και στην πραγμάτωση της ευτυχίας του. Κι αυτό γιατί αγνοεί πως εκτός από την αντικειμενική πραγματικότητα (πράγματα και γεγονότα ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις και τα συναισθήματά μας) και την υποκειμενική (προσωπικές πεποιθήσεις, εμπειρίες, βιώματα, συναισθήματα) υπάρχει και η διυποκειμενική. Είναι αυτή η πραγματικότητα που εδράζεται στην επικοινωνία και στην ενσυναίσθηση πολλών ανθρώπων και όχι στα βιώματα και στα «πιστεύω» του μεμονωμένου ανθρώπου. Απτό παράδειγμα το χρήμα – νόμισμα που ενώ δεν έχει κάποια αντικειμενική – απτή αξία (βρώσιμο, πόσιμο…) εντούτοις όλοι ομνύουν στην αξία του γιατί όλοι το αναγνωρίζουν ως αξία.

«Ο άνθρωπος είναι παγιδευμένος ανάμεσα στον πόθο να ξεπεράσει τους άλλους (η νιτσεϊκή θέληση για δύναμη)

και στην ανάγκη να είναι με τους άλλους (η χριστιανική κοινωνία,

η ισότητα ή ο μαρξισμός εξισωτισμός).(Ζαν-Μαρκ Ντουρέ)

Νοημοσύνη και Συνείδηση

Στην δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα ως ανθρώπινο είδος χρειαζόμαστε τόσο την νοημοσύνη όσο και την συνείδηση για να μην γίνουμε θύματα – ανδράποδα της τεχνητής νοημοσύνης των αλγόριθμων. «Υπέρτατη εντολή είναι να προστατεύσουμε το ανθρώπινο είδος από τον εκφυλισμό σε υπανθρώπους και να ενθαρρύνουμε την εξέλιξή του σε υπερανθρώπους». Αυτή είναι η εντολή του «εξελικτικού ανθρωπισμού» σύμφωνα με τον Χαράρι («Sapiens»).

Το μέλλον και η ευτυχία μας δεν βρίσκονται σε κάποιον Μεγάλο Αδελφό αλλά στην Λογική και την ελεύθερη βούλησή μας. Μόνο αυτές θα νοηματοδοτήσουν τη ζωή μας αφού κανείς δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις εμπειρίες, τα βιώματα και τα συναισθήματά μας. Μόνον έτσι και με οδηγό μια σύγχρονη και προοδευτική ηθική και πολιτική σκέψη μπορούμε να πραγματώσουμε και τα κοινωνικά μας οράματα. Να βρούμε ένα νέο modus vivendi με το βαθύτερο «είναι» μας αλλά και με τους συνανθρώπους μας.

Ο ισραηλινός συγγραφέας Χαράρι καταγράφοντας μία πραγματικότητα υπόρρητα διακηρύσσει και το επιθυμητό πλαίσιο ζωής για την κατάκτηση ενός νέου νοήματος ζωής:

«Βιώνεις την κόλαση κάθε φορά που ανάβεις τις φωτιές της οργής και του μίσους στην καρδιά σου. Απολαμβάνεις παραδείσια μακαριότητα κάθε φορά που συγχωρείς τους εχθρούς σου, μετανιώνεις για σφάλματά σου και μοιράζεσαι τα πλούτη σου με τους φτωχούς». («Homo Deus»)

 ΑΠΟ https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/






Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2021

Έλληνας δούλεψε 13 χρόνια για να αναδημιουργήσει τρισδιάστατα την αρχαία Αθήνα και το αποτέλεσμα είναι μαγικό

 


Έλληνας δούλεψε 13 χρόνια για να αναδημιουργήσει τρισδιάστατα την αρχαία Αθήνα και το αποτέλεσμα είναι μαγικό (Βίντεο)


Τον 5ο αιώνα π.Χ. η πόλη των Αθηνών αναπτύσσεται ραγδαία. Η πόλη της Θεάς Αθηνάς θα καταφέρει υπό την αρχηγία του περίφημου Ρήτορα Περικλή, να γνωρίσει την μεγαλύτερη δόξα που θα γνώριζε ποτέ πόλη! Ο Περικλής θα είναι αυτός που θα την αναδείξει και μέσα από την πολιτική του η Αθήνα θα εισέλθει στον λεγόμενο «Χρυσό Αιώνα».

Ο φωτογράφος και animator Δημήτρης Τσαλκάνης αναβιώνει τη χρυσή εποχή του Περικλέους

Ο Δημήτρης Τσαλκάνης, χρειάστηκε 13 χρόνια προκειμένου να αναδημιουργήσει μέσω προγραμμάτων τρισδιάστατων απεικονίσεων, το σημαντικό αυτό κεφάλαιο στην ιστορία της πόλης των Αθηνών.

Ο ιστότοπος με τίτλο «Αρχαία Αθήνα 3D»

Ο ιστότοπος με τίτλο «Αρχαία Αθήνα 3D» αποτελεί μια εντυπωσιακή και άκρως διαφορετική εμπειρία καθώς παρουσιάζει τα σπουδαία μνημεία της πόλης μέσα από επτά περιόδους που χρονολογούνται από το 1200 π.Χ. και τη Μυκηναϊκή περίοδο μέχρι τα νεότερα χρόνια (1833 μ.Χ). Η τεχνολογία του ιστότοπου και το μεράκι του δημιουργού κάνει τον Δημήτρη Τσαλκάνη να προσθέτει ενημερώσεις κάθε φορά που υπάρχουν νέα δεδομένα σχετικά με τις αρχαιολογικές επιφάνειες της Αθήνας προκειμένου ο χρήστης να έχει πληρέστερη εικόνα.
Δημιουργώντας τον ιστότοπο «Αρχαία Αθήνα 3D» το 2008

Ο εμπνευστής κι δημιουργός του Δημήτρης Τσαλκάνης θέλησε να παρουσιάσει τις επτά περιόδους που προβάλλονται με τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης τους να αλληλοεπικαλύπτονται – χωρίς ωστόσο να ταιριάζουν απόλυτα με εκείνες των κειμένων.

Η περιήγηση στον ιστότοπο

Η επιλογή μιας από τις περιόδους, από το μενού του ιστότοπου, οδηγεί τον χρήστη σε μια σελίδα με ένα σύντομο μάθημα ιστορίας και συνδέσμους σε μεμονωμένα μνημεία, τα οποία παρέχονται με τις αρχιτεκτονικές προσθήκες κάθε εποχής.

Όπως αναφέρει ο ίδιος στον ιστότοπο «Αρχαία Αθήνα 3D» οι αναπαραστάσεις που παρουσιάζονται στην ιστοσελίδα αποτελούν καλλιτεχνικές απεικονίσεις ενώ προσφέρει επίσης μια ματιά στην καθημερινή ζωή πολλές χιλιετίες πίσω.

Κλείνοντας ο δημιουργός Δημήτρης Τσαλκάνης αναφέρει: «Το 3-D είναι ένα απίστευτο εργαλείο για να οραματιστεί κανείς το παρελθόν και να προσομοιάσει τον τρόπο που πριν από 2,500 χρόνια οι άνθρωποι βίωναν στην Αθήνα» λέει και προσθέτει πως:

«δίνει την ευκαιρία να πειραματιστούμε με κάθε δυνατό τρόπο χωρίς να βλάψουμε τα πραγματικά μνημεία».

Απολαύστε την εικονική Αρχαία Ελλάδα


ΘΟΔΩΡΗΣ ΜΠΕΛΙΤΣΟΣ "La Revanche d’O[micron]"

 


Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο, λένε. Η περιπέτεια με αυτό το πεισματάρικο συνάχι που λέγεται «όμικρον» θυμίζει, σε όσους είμαστε λίγο πιο μεγάλοι, το γαλλικό ερωτικό φιλμ της δεκ. ’70 “Histoire d’O”. Το φιλμ ήταν βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Pauline Réage που απέσπασε το 1955 το γαλλικό βραβείο λογοτεχνίας ‘Prix des Deux Magots’. Καταπιάνεται με θέματα όπως τα όρια της αγάπης, της κυριαρχίας και της υποταγής και είναι σαφώς επηρεασμένο από τα έργα του Marquis de Sade. Παρά τη βράβευσή του, η τολμηρή θεματολογία του (η ιστορία μιας νεαρής κοπέλας που εκπαιδεύεται ως διαθέσιμη σκλάβα σε κάθε μορφής σεξουαλική διαστροφή, αποδέχεται αυτόν το ρόλο ώσπου αντιδρά και αυτοκτονεί) προκάλεσε αντιδράσεις που οδήγησαν σε διάφορου τύπου απαγορεύσεις από τη γαλλική λογοκρισία τα πρώτα χρόνια, όπως την περικοπή κάποιων κεφαλαίων του βιβλίου και την απαγόρευση της διαφήμισης και της προβολής του. Η πλήρης έκδοσή του επιτράπηκε το 1967.

Καθώς η δημιουργός το είχε εκδώσει με ψευδώνυμο, πολλοί θεωρούσαν πως ήταν έργο άνδρα συγγραφέα. Κατά καιρούς διατυπώνονταν διάφορες εικασίες, π.χ. για τον André Malraux, τον Henry de Montherlant κ.ά. Μόλις το 1994, μια 86χρονη μάλλον συντηρητική διανοούμενη, πολυγραφότατη συγγραφέας και μεταφράστρια, η Dominique Aury, αποκάλυψε σε μια συνέντευξή της πως έγραψε το βιβλίο, ως απάντηση στον ισχυρισμό του τότε αγαπημένου της ότι καμιά γυναίκα δεν είναι ικανή να γράψει ένα ερωτικό μυθιστόρημα. Του έδωσε τη μορφή μιας σειράς επιστολών, τις οποίες του έστελνε ώστε να τον δελεάσει να τη δει ερωτικά καθώς, όπως ισχυρίστηκε, δεν είχε άλλον τρόπο αφού στα 47 της χρόνια δεν ήταν πια ούτε νέα ούτε όμορφη.

Αλλά και το Dominique Aury, τελικά δεν ήταν παρά το λογοτεχνικό ψευδώνυμο, όπως αποκαλύφθηκε μετά το θάνατό της, της Anne Cécile Desclos (1907-1998), μιας πρωτοπόρου της γυναικείας δημοσιογραφίας από την προπολεμική περίοδο, υποδιευθύντριας επί είκοσι πέντε χρόνια της κορυφαίας λογοτεχνικής επιθεώρησης ‘La Nouvelle Revue française’ και βασικής συνεργάτιδας του εκδοτικού οίκου ‘Gallimard’.

Το 1975 ο Γάλλος σκηνοθέτης Just Jaeckin μετέφερε το βιβλίο στο σινεμά, με πρωταγωνιστές την Corinne Cléry και τον Γερμανό Udo Kier. Η οπτική του όμως ήταν αντιφεμινιστική, μάλλον ηδονοβλεπτική, αλλοιώνοντας την ουσία του έργου, αν και δεν περιέχει ιδιαίτερα ρεαλιστικές ερωτικές σκηνές ή σκληρή γλώσσα. Η υποβλητική μουσική του Pierre Bachelet, δεν κατάφερε να το σώσει. Αποδοκιμάστηκε πολύ περισσότερο από το βιβλίο και τελικά απαγορεύτηκε ή λογοκρίθηκε σε πολλές χώρες· σε κάποιες η απαγόρευση ισχύει ακόμα. Κατέληξε να κυκλοφορεί παράνομα σε κασέτες και DVD, ανεξέλεγκτα.

-ο-ο-ο-

Η Anne Cécile Desclos δεν τόλμησε να χρησιμοποιήσει ούτε το επίσημο λογοτεχνικό της ψευδώνυμο, για να μην αποδομήσει την εικόνα της ως συγγραφέας. Ακόμα κι όταν το αποκάλυψε στα γεράματά της, και πάλι δεν ανέφερε ποια ήταν η αληθινή της ταυτότητα. Ένα βιβλίο βραβευμένο, που κυκλοφορούσε σε πολλά γαλλικά σπίτια, η επικρατούσα ηθική επέβαλε να είναι αγνώστου συγγραφέως.

Και να που ήρθε τώρα αυτή η μετάλλαξη «όμικρον», ως νέα “histoire d’O”, να μας θυμίσει την υποκρισία που μας διακατέχει ως κοινωνία. Αδιαφορώντας για τις απαγορεύσεις, εισβάλλει σε κάθε χώρα, σε κάθε σπίτι, σε κάθε οργανισμό. Μας εκδικείται, αναδεικνύοντας με τον πιο επώδυνο τρόπο, αυτό το οποίο είμαστε. Αγνοούμε την πραγματικότητα και η πραγματικότητα μας ξεπερνάει. Αγνοούμε τον κίνδυνο και μετά τρέχουμε από πίσω του.

Σε παλιότερες εποχές, η επικρατούσα ηθική επέβαλε τη σιωπή στα θέματα σεξ, στις ερωτικές σχέσεις, υποτιμούσε τη γυναικεία επιθυμία, αγνοούσε υποκριτικά αυτά τα θέματα, με συνέπεια η άγνοια να οδηγεί στην αναζήτηση υποκατάστατων, σε βιβλία ή ταινίες όπως η “histoire d’O”, τις οποίες η επίσημη ηθική έσπευδε να αποδοκιμάσει ή απαγορεύσει αλλά εκείνες έπαιρναν την εκδίκησή τους καθώς την ίδια ώρα η κοινωνία κρυφά κι ανεπίσημα τις ανεχόταν.

Κάπως έτσι υποτιμήθηκε η «Όμικρον» και τώρα που έχει εγκατασταθεί σε κάθε σπίτι, σπεύδουμε να την αποκηρύξουμε. Αλλά εκείνη μας χαμογελά χαιρέκακα, διότι δεν υπάρχει τρόπος να αναχαιτιστεί πλέον. Υποκρινόμαστε πως λαμβάνουμε μέτρα, ενώ όλοι γνωρίζουμε πως δεν μπορούν πια να φέρουν αποτέλεσμα.

Ως κοινωνία παλιά μας ένοιαζε τι θα πει ο κόσμος για το κορίτσι ή για το ιδιαίτερο αγόρι κι όχι τι ποθεί και τι επιθυμεί το ίδιο. Ως πολιτεία σήμερα νοιαζόμαστε περισσότερο αν θα αντέξει το σύστημα υγείας αλλά αδιαφορούμε να το θωρακίσουμε. Υποκύπτουμε στις αντιεπιστημονικές εμμονές θρησκόληπτων ή ιδεόπληκτων ατόμων και φορέων και κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, επειδή αυτοί είναι ψηφοφόροι μας.

Ως πολίτες κι ως ανθρώπινη κοινωνία για άλλη μια φορά αποδεικνύουμε ότι εμπιστευόμαστε τους κάθε λογής αυτόκλητους προφήτες και τσαρλατάνους κι αμφισβητούμε ή είμαστε επιφυλακτικοί στη στέρεα γνώση που προσφέρει η επιστήμη. Τι διαφορά έχουμε άραγε από τους προβιομηχανικούς λαούς που γοητεύονταν από τις χάντρες και από τα καθρεφτάκια των προχωρημένων Ευρωπαίων; Τι διαφορά έχουμε από τους προγόνους μας που θυσίαζαν την Ιφιγένεια για να φυσήξει ευνοϊκός άνεμος;

Φοβόμαστε το εμβόλιο, δεν φοβόμαστε την αρρώστια. Φοβόμαστε τα μέτρα, δεν φοβόμαστε τη νόσηση. Κι όπως η ‘Ο’ στην ιστορία της, όταν βρεθούμε ενώπιοι-ενωπίω με την ωμή αλήθεια, αντιλαμβανόμαστε πως δεν υπάρχει πλέον σωτηρία.

Καλά ξεμπερδέματα!

Θ. Μπελίτσος, 29.12.2021









ΒΙΚΥ ΠΡΑΣΙΝΟΥ - Τέσσερα ποιήματα



i.Πίσω από ένα γράμμα


Είμαι ένα μικρό παιδί.
Για πρώτη φορά γράφω ένα γράμμα.
Το πιο παλιό στην ιστορία των γραμμάτων.

Σχηματίζω δύο ανάποδα κέρατα ενός ταύρου
που πατούν στέρεα στη γη
κι ένα κεφάλι προς τον ουρανό
να υψώνει ένα στόμα που χάσκει
γκρεμούς και απορίες
κι εκπλήξεις και απειλές
και αυταρέσκειες
και ξαφνικές τρομάρες.

Για πρώτη φορά ζωγραφίζω μια φωνή.
Την πιο παλιά στην ιστορία των φωνών.

Απλή σαν μια εκπνοή που ξεχύνεται
χωρίς να απαιτεί τίποτε περισσότερο
-ούτε καν τον κόπο μιας προσπάθειας.

Σαν κραυγή βγαίνει απ’ τον ουρανίσκο
μιας ορθάνοιχτης κοιλάδας
που γεννά ανέμους κι αντηχεί χελιδονίσματα.

Τεράστιες σάλπιγγες σαν κρίνα την μιλούν
κοιτώντας προς το Άπειρο
και τραγουδώντας τη δίψα τους για ουρανό.

Γράφω ένα γράμμα
κρυμμένο μέσα στον πυρήνα μιας λέξης
που στη διάσπασή της
ακτινοβολεί ήλιο.
Κρυμμένο μέσα στον πυρήνα μιας σκέψης
που γεννάει πάντοτε Αρχές,
ξημερώνει Ανατολές
κι αντέχει τις στερήσεις των Αρνήσεων.

Είμαι ένα παιδί.
Γράφω ένα γράμμα που ταξιδεύει μέσα στα λόγια.
Κι όλη του η ζωή είναι εκατομμύρια μοιραία
συναπαντήματα
που συνωστίζονται στα σοκάκια της γλώσσας
-μοιραία αλλά διόλου τυχαία.

Μπροστά στην ευαισθησία ενός βήτα
γίνεται αβέβαιο βήμα.
Μπροστά στην κινητικότητα ενός έψιλον
γίνεται αέναη επαγρύπνηση.
Μπροστά στη διαίσθηση ενός κάπα
γίνεται ακατέργαστο κεχριμπάρι.

Είμαι ένα παιδί.
Βλέπω στον ουράνιο θόλο κάθε βράδυ
τη Μεγάλη Άρκτο
να με κοιτάζει από ψηλά
να μου φωτίζει τις γραμμές του τετραδίου
για να γράφω γράμματα.

Είμαι ένα παιδί.
Γράφω ένα γράμμα.
Σφηνωμένο μέσα σε μια λέξη.
Στριμωγμένο μέσα σε μια σκέψη.
Το γράμμα άλφα.

                      🌼

ii.Κάτι σπάνιο

Κυνηγώ κάτι σπάνιο.
Ν’ αδράξω μια κατάφαση μέσα στις αρνήσεις.
Ένα μικρό «ναι» πλασμένο από φως
και υλικά αποδοχής.
Πάνω σε τρεις άσημους καλοσυνάτους φθόγγους
να στήσω τη ζωή μου.
Σε μια μικρή μονοσύλλαβη λέξη
-που αντέχει σε καταιγίδες και σεισμούς-
να θεμελιώσω το σπίτι μου.

Να μπαίνει απ’ τα παράθυρα
ένα ελαφρύ βλέμμα συγκατάνευσης
με νεύμα να μοιάζει φεγγαριού
ή με ευχή από πεφταστέρι
που δεν αρνείται τις χαρές
και συμφωνεί στις ευτυχίες.

Με μια ασημένια του συναίνεση,
με μια χρυσή του πτώση,
να βιάζεται ν’ ανεβάσει τις ελπίδες μου
στον ουρανό.

               🌼

iii. Αόρατος

Κουρελιασμένο το νοικοκυριό του
μέσα σε μια χαλασμένη βαλίτσα
που δεν κλείνει ποτέ.
Του κλήρωσε η ζωή για λαχνό
το φωτοβόλο ύπνο των αστεριών.
Μα σαν πέσει το σκοτάδι
τ’ αστέρια ανάποδα γέρνουν,
μπερδεύονται μέσα στα μάτια του.
Λες και προσγειώνονται στην άσφαλτο.
Τα βλέπει σαν λυχνίες αναμμένες
να σκοτώνονται
κάτω από τις ρόδες των αυτοκινήτων.

Είναι που ξεσυνήθισε να κοιτάζει προς τα πάνω.
Είναι που ξέμαθε να ονειρεύεται.

Η λεωφόρος δεν κοιμάται ποτέ.
Συνωστίζονται μέσα της
ήχοι, σιωπές, βίες και άστρα.

Σκεβρώνουν τα γόνατα
πάνω στο χαρτόκουτο.
Πρησμένα από υγρασία.
Τυλιγμένα μέσα στο μαδημένο τρίχωμα
μιας κουβέρτας
που ήταν κάποτε βελούδινη.
Μα τώρα τραχιά σαν γυαλόχαρτο
λιμάρει τις προσδοκίες τους
μέχρι να τις εξαφανίσει.

Καμιά φορά οι γκρίζες σκέψεις του
αδειάζουν από λόγια.
Γεμίζουν μόνο από βροχή.
Τις σκεπάζει όσο μπορεί
με τους λεκέδες ενός μαξιλαριού.

Υπάρχει κάπου πάνω του ένα τρίτο μάτι
ανοιχτό όλη τη νύχτα σαν προβολέας
να περιφρουρεί την ασφάλειά του.

Ξημερώνοντας μετρά μια ακόμη μάχη που κέρδισε.
Είναι σίγουρος ότι αόρατος δεν είναι…
Κάποτε είχε δει τον εαυτό του στον καθρέπτη.
Θα έπαιρνε όρκο ότι υπήρχε είδωλο μέσα στο γυαλί.

Ξεκινάει μια καινούρια μέρα…

Περιχαρής πετάει
την καχυποψία του διαβάτη
στον κάδο των σκουπιδιών.

Και παραδίδεται ολότελα
στην περαστική φιλανθρωπία
των αδέσποτων σκύλων.

(Από την ποιητική συλλογή «Κρύβομαι Κυνηγώ Κουτσαίνω», εκδόσεις Άλφα Πι)

               🌼

iv. Γέννηση

Ψηλαφίζω πάνω μου βαρύ το ανάγλυφο σημάδι
μιας ελπίδας.
Αφουγκράζομαιήχους κι υδάτινες σκιές.
Χτύπους καρδιάς.
Όχι δικούς μου… Όχι ξένους…
Υπόκωφη μια σιωπή θέλει ν’ αντικρίσει το Φως.
Θέλει ν’ αγγίξει τη χειμωνιάτικη λάμψη των αστεριών.
Μετρώ μέσα μου μια κρυμμένη ευτυχία
χωρίς να φοβάμαι
το μοιραίο ξέσπασμα της καταιγίδας
ούτε το αλέτρι του πόνου που με χαράζει.
Ένα ανυπόμονο κλάμα θα ξεπηδήσει
μέσα από τα σπλάχνα
μιας θαρραλέας αγωνίας.
Ένα γέλιο θα γεννηθεί
πάνω σε ιερής συγκομιδής μαχαίρι.

(Ανέκδοτο ποίημα)



Πίνακας : Art: Vladimir Kush ~ "Diary of Discovery"








ΣΟΦΙΑ Δ. ΝΙΝΙΟΥ "Δώρο απ’ τον Άγιο" Διήγημα


Ο Αποστόλης

Βαριά η μοναξιά. Βαρύς ο χειμώνας.
Να περιμένω την άνοιξη μήπως;

Τα ’φερνα έτσι στο μυαλό μου, τα ’φερνα αλλιώς, δε μου ’βγαινε το σχέδιο. Δύσκολα. Με τον καιρό τα πράματα πάντα δύσκολα τα ’βρισκα. Και το χειρότερο; Χριστούγεννα! Φτάναν! Μπήκε Δεκέμβρης.

Αλλιώτικος. Πόσο αλλιώτικος! Η Ελένη θα ’χε κιόλας φτιάξει δέντρο.

Φυσικά και θα είχε. Απ’ τους πρώτους αγοράζαμε δέντρο. Μόλις βλέπαμε τα έλατα στις πλατείες ή σ’ εκείνα τα φαρδέματα των δρόμων να περιμένουν τους επίδοξους αγοραστές, βγαίναμε στη γύρα. Ρωτάγαμε εδώ, ρωτάγαμε εκεί ύψος-τιμή απ’ το πρώτο Σαββατοκύριακο κιόλας. Αρχίζαμε την Παρασκευή. Μέχρι το Σάββατο το μεσημέρι είχαμε διαλέξει το δέντρο μας, όπως το ’θέλαμε. Το φορτώναμε στη σχάρα του COROLLA και βουρ για το σαλόνι μας.

Εκεί το στήναμε. Ψηλό. Πολύ! Έναν αέρα απ’ το ταβάνι ίσα-ίσα για το αστέρι. Το Σάββατο το βράδυ έτοιμο! «Σαν τη νύφη στολισμένο, στο σαλόνι τ’ ανοιχτό… »! Κι αυτό κι άλλα τέτοια και διαφορετικά τραγούδια βάζαμε να παίζουν την ώρα που στολίζαμε. Η απόλυτη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα!

Πολύ το πρόσεχε η Ελένη μου αυτό. Από τότε που της είχα εμπιστευτεί το ανεκπλήρωτο παιδικό μου όνειρο για «ευτυχισμένα Χριστούγεννα», άλλο δεν έκανε. «Εγώ θα στα χαρίσω», μου είπε. Και κάθε χρόνο, οχτώ στη σειρά, συνεπέστατη.

Αλλά αυτό δεν ήταν τίποτα. Το πιο πολύ ήταν που με έβαζε να γράφω και γράμμα στον Άη-Βασίλη. Ναι! Και όμως! Το γράμμα τ’ άφηνα στο δέντρο. Το ’κρυβα στα κλαριά. Ανάμεσα σε παιχνίδια και κορδέλλες. Αυτή έψαχνε διακριτικά, το διάβαζε και τ’ άφηνε εκεί. Κι ό, τι ζητούσα το ’χα. Ό, τι ζητούσα!

Κι αυτή… αυτή τη φορά δεν το άνοιξε. Δεν το διάβασε. Και την παραμονή των Χριστουγέννων το ’κανε κομμάτια. Και τα κομμάτια τ’ άφησε πλάι στη φάτνη. Κι έφυγε.

Άδειασε το σπίτι. Άδειασε κι η ζωή μου.

Πήρα βουβός, με τα πόδια ζωσμένα απ’ το φόβο, τα δάκρυα σταματημένα, πήρα όλα εκείνα τα κομμάτια κι άρχισα να διαβάζω τις σπασμένες φράσεις. Σκόρπιες οι λέξεις. Τις κοιτούσα. Ανίχνευα τη σειρά τους. Μια στρεφόμουν στα χαρτιά, μια στο βάθος μου. Το παζλ της ζωής μου ήταν μπροστά μου, μες στα χέρια μου. Στην απόλυτη αποσύνθεση. Είχα όλα τα κομμάτια. Έτσι έδειχνε δηλαδή. Μου διέφευγε όμως εκείνο το ένα, που μου χρειαζόταν για να κάνω την αρχή.

Έψαχνα σαν τρελός. Ούτε ήξερα τι έψαχνα, αλλά έψαχνα. Απ’ τη βιασύνη μου τ’ άρπαξα κάποια στιγμή και με τις δυο μου χούφτες και πήγα να τ’ ακουμπήσω στο τραπεζάκι του σαλονιού. Βρήκα το χώρο μικρό, τα βούτηξα και πήγα στο μεγάλο τραπέζι που τρώγαμε, όταν είχαμε φίλους ή τις μέρες τις καλές οι δυο μας.

Τ’ άπλωσα με τεντωμένα τα δάχτυλα της δεξιάς παλάμης με δυνατές κινήσεις αριστερά-δεξιά, όπως κάνουμε, όταν προσπαθούμε να καθαρίσουμε το σκονισμένο παγκάκι για να κάτσουμε, γιατί τα πόδια μας δε μας κρατάνε άλλο. Ή όπως κάνουμε, όταν προσπαθούμε να καθαρίσουμε το τζάμι του αυτοκινήτου, όταν θολώνει. Ή όπως, όταν ψάχνεις το χαρτί στη σκορπισμένη τράπουλα για να ρίξεις να σου μιλήσει για το τι μέλλει γενέσθαι.

Τώρα που το σκέφτομαι για «καλό χαρτί» έψαχνα μάλλον. Κι ας μην ήξερα ποιο ήταν.

Σωρό οι σπασμένες λέξεις…

Βουβός. Στάθηκα βουβός.

Στο μεταξύ, στο μυαλό μου άρχισαν να γυρνάνε διάφορες φράσεις. Γνώσεις δεδομένες. «Τα λόγια είναι περιττά» και κάτι ανάλογα. Εγώ ξέρω απλώς ότι τα λόγια είχαν τελειώσει. Ξαφνικά είχαν τελειώσει. Έκρυψα το πρόσωπό μου με τα χέρια μου με μια κίνηση απελπισίας. Απόγνωσης. Και τα δάκρυα είχαν τελειώσει.

Ωραία!

Και τώρα; Τι θα ’κανα τώρα; Έσκαγα. Και πονούσα. Τα χέρια μου ανέβηκαν στα μαλλιά μου κι άρχισαν να κινούνται σαν τσατσάρα βιαστική κι αγχωμένη. Και είδα ότι βημάτιζα. Πέρα-δώθε… Η απόγνωση σ’ όλο της το μεγαλείο!

Την είχα χάσει.

Αυτό ήταν. Αυτό είχε γίνει. Αυτό έπαθα. Μου ’φυγε.

Έφυγε…

Πήγα στο μπάνιο. Στάθηκα μπροστά στον καθρέφτη. Και μου ’ριξα την πιο αυστηρή ματιά που έχω. Δεν την άντεξα. Δεν άντεξα το επικριτικό μου βλέμμα. Κοίταξα χαμηλά. Άνοιξα τη βρύση κι άρχισα με τις χούφτες μου ν’ αδειάζω κρύο νερό στο πρόσωπό μου. Έσκαγα. Ακόμα έσκαγα. Μέχρι που κατάλαβα ότι έκλαιγα. Και ξανάχωσα τα απελπισμένα μου δάχτυλα στα μαλλιά μου προσπαθώντας να τακτοποιήσω τα μυαλά μου. Τι έκανα ο τρελλός; Τι είχα κάνει, Θε μου; Την έχασα. Είχα στρωμένη την μπάλλα, το γήπεδο δικό μου και γκολ δεν έβαλα. Εγώ, που περηφανευόμουνα για τις επιδόσεις μου στο ποδόσφαιρο. Είχα να το λέω. Δεν παίζομαι. Είμαι ο καλύτερος. Κολοκύθια! Πότε ήμουνα ο καλύτερος;

Καλά τα κατάφερα! Μπράβο μου! Κι εκεί πάνω στη διαπίστωση ένιωσα τον απόλυτο φόβο. Τα πόδια μου και το στομάχι μου έχασαν τη θέση τους. Εξεταστίτιδα! Έτσι το λέγαμε στο σχολείο. Πραχτικά; Το αίσθημα που προκύπτει, όταν ξέρεις ότι ακολουθεί μια μεγάλη και δύσκολη φάση με άγνωστη έκβαση και απροσδόκητες εξελίξεις, τις οποίες θα ζήσεις, θα αντιμετωπίσεις ― αδιάφορο, αν αντέχεις, αν θες, αν στο κάτω-κάτω τα βγάλεις πέρα.

Τι έκανα; Ότι και στο σχολείο. Είπα· μεγάλε, την πάτησες! Δρόμο κατά πίσω δεν έχει. Κανόνισε την πορεία σου.

Σκέψη πρώτη: Να τρέξω πίσω της!

Ανόητη σκέψη! Να πάω πού; Μήπως την είδα να φεύγει; Μήπως

μου ’πε; Είχα κάποια ιδέα, έστω; Τίποτα! Σκοτάδι. Βαθύ, πυκνό κι αδιαπέραστο.

Επομένως; Αλλαγή πορείας!

Σκέψη δεύτερη: Να σκεφτώ!

Τελικά μόνο αυτό είχα. Να σκεφτώ έπρεπε. Μου ’φυγε. Γιατί μου ’φυγε έπρεπε να βρω. Η αιτία θα ’ταν μια αρχή. Λογικά θα με οδηγούσε κοντά της.

Κοντά της; Κοντά της είπα; Έψαχνα πού είναι. Πώς θα βρεθώ κοντά της. Ε! Ήμουνα τρελός. Ήμουν απαράδεκτος. Κοντά μου δεν την είχα; Την είχα. Αλλά… δεν την είχα. Ή , πιο σωστά, δεν ήμουνα εκεί. Αυτή ήταν. Εγώ έλειπα. Αλλά δεν το ’ξερα. Το κλασικό. Το κορμί παρόν απόντος του πνεύματος, και φυσικά, απούσης της ψυχής.


Η Ελένη

Το τελευταίο γράμμα ήταν και το πιο απαιτητικό. Σαν κι αυτό που φτιάχνουν τα μοναχοπαίδια. Τα ’θελε όλα. Τα ζητούσε όλα.

Ίσως γιατί φοβόταν ότι θα τα ’χανε όλα. Κι εμένα μαζί.

Κι έγραψε… και τι δεν έγραψε μέσα!

Και ζήτησε… και τι δε ζήτησε!

Πώς λέμε το alter ego του; Να είμαι μαζί του. Γύρω του. Παντού.

Μαζί του δεν ήμουνα; Έλα, Θεέ και Κύριε! Τίποτ’ άλλο δεν έκανα όλη μέρα! Να σκέφτομαι πώς θα του δίνω χαρά. Τι φαΐ να του ετοιμάσω, τι γλυκάκι να πάρω για το καφεδάκι του, τι καφεδάκι να ψήσω, ποιο σινεμαδάκι να του προτείνω να πάμε… ατελείωτος ο κατάλογος με τα προβλεπόμενα «θέλω» του Αποστολάκη μου.

Δεν μπορώ να πω. Στην αρχή, για κανά δυο χρόνια δηλαδή, απολάμβανε τις υπηρεσίες μου. Γιατί υπηρεσίες καταλήξαν οι φροντίδες μου. Αλλά χωρίς φιλοδώρημα. Κάνει διαφορά, όπως και να ’χει. Κατέληξα να είμαι υποχρεωμένη για τα πάντα. Κι ο Αποστολάκος μου; Στην γκρίνια. Δεν άνοιγε ο σταυρός του με τίποτα!

Γύρναγε απ’ τη δουλειά… του Αμιλήτου! Κάθε μέρα. Όλη μέρα. Τίποτα δεν του ’δινε χαρά. Και γκρινιάρης, όπου μπορούσε να στήσει ιστορία. Βρε καλέ μου, βρε χρυσέ μου… τι έχεις; Τι τρέχει;

Αποστολάκο μου! Μες στη γλύκα εγώ. Τα κατάφερα με τον τρόπο μου να φταίω για όλα. Του ’δινα την πρόφαση έτοιμη. Δε χρειαζόταν να ψάξει αλλού. Και φυσικά δε χρειαζόταν να αναρωτηθεί για τίποτα.

―Σ’ αρέσουν, Αποστόλη, τα μπιφτέκια;

Τι να ’λεγα; Αφού έβλεπα ότι δεν του άρεσαν. Άσχετα που κάποτε ξετρελλαινόταν. Στην αρχή στις παρόμοιες ερωτήσεις μου, κάτι μουρμούραγε. Ούτε ξέρω τι. Απαλλακτικό ακουγόταν. Έλεγα, εντάξει. Με τον καιρό περάσαμε στις αναλύσεις. Κάτι έπρεπε να πει για να δικαιολογήσει τη θέση του. Κι έφτασε να γίνει τιμητής των πάντων. Υπήρχα πια μόνο για να δούμε τι λάθος θα κάνω και μετά ν’ αρχίσει η δίκη και ακολούθως η απαξία. Εγώ εκεί. Σταθερή. Στου κύρη μου τα γούστα αφοσιωμένη. Να ψάχνω τι θα τον έκανε ευτυχισμένο. Μου διέφευγε το τραγουδάκι που λέει για τον άντρα που είναι από μόνος του φτιαγμένος. Μπορεί και να μην είχε ακόμα γραφτεί. Ποιος ξέρει; Άλλα κι άλλα μου ξέφυγαν. Τι να λέει ένα στιχάκι;

Τελικά χρειάστηκε να περάσουν οχτώ χρόνια για να πάρω απόφαση ότι η περίπτωσή του ήταν ανίατη. Έτσι θα αποφαινόμουν, αν ήμουν γιατρός. Αλλά δεν ήμουν παρά μια τυφλωμένη από έρωτα γυναίκα, που τρόμαξε να δει ότι είχε καταλήξει να είναι η μαμά ενός μεγάλου παιδιού που το είχε κακομάθει κιόλας.

Κι αποφάσισα να κάνω ότι μια σωστή μάνα. Να γίνω αυστηρή για να συνετίσω το τέρας του εγωισμού του που το είχα ταΐσει με τα ίδια μου τα χέρια. Και τι έκανα η αθεόφοβη; Ό, τι και οι μανούλες. Τον τιμώρησα. Με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Στερώντας του το χριστουγεννιάτικο δώρο του. Εννοώ, εκείνο που φέρνει ο Άη-Βασίλης. Ναι! Όπως το ακούτε! Του έφερνε δώρο ο Άγιος. Το ’χα κανονίσει κι αυτό. Μόνο απ’ την καμινάδα δεν είχα μπει για το χατήρι του. Όχι γιατί ήμουνα χοντρή. Τζάκι δεν είχαμε! Αυτό το δώρο δεν του το είχε φέρει ο Άγιος. Λυπόταν εμένα που δεν μπορούσα να κουβαλάω και ξύλα.

Για να είμαι ειλικρινής, όλα αυτά τα χρόνια μάλλον δεν είχα τίποτα καλύτερο να κάνω. Έπαιζα τις κούκλες. Η κούκλα μου ήταν. Μάλλον θα φταίει που δεν έπαιξα αρκετά όσο ήμουνα μικρή.

Τότε δεν είχαν πλάκα, γιατί τις έβρισκα ψεύτικες. Έλειπε η ζωντάνια απ’ το παιχνίδι. Μετά που ζωντάνεψε η κούκλα, και τη λέγανε κι Απόστολο, ζόρισα. Δεν άντεξα.

Ίσως να μην ήταν το παιχνίδι που μου ταίριαζε, αφού κι έτσι κι αλλιώς κόλλησε το πράγμα.

Παραμονή Πρωτοχρονιάς έφυγα απ’ το σπίτι μας. Και απ’ το γάμο μας. Υπήρχε κι άλλος ένας λόγος που διάλεξα να είναι αυτή η μέρα. Ήθελα να του πω ακόμα πως το μεγαλύτερο δώρο που θα είχε πάρει ποτέ, θα ’ταν η φυγή μου. Θα γλίτωνε από μένα χαλαρά. Πώς το λένε; Χωρίς ν’ ανοίξει ρουθούνι. Ούτε φωνές ούτε καβγάδες. Πανικός γινόταν σ’ άλλα σπίτια για κάτι που γίνεται τόσο απλά· ανοίγεις την πόρτα και φεύγεις. Μεγάλοι άνθρωποι είμαστε.

Έτσι ένιωσα, έτσι έκανα. Και γλίτωσα. Κάτι φορές βέβαια, τον θυμάμαι. Τώρα, παραμονές… δεν κάνω τίποτ’ άλλο. Ιδιαίτερες μέρες. Τι να λέμε; Μπήκε στο πετσί μου όλη αυτή η ιστορία με τα στολίσματα και το γράμμα στον Άγιο και μου λείπει. Το ζούσα αληθινά κι εγώ. Πιο πολύ απ’ ό, τι παιδί. Μπορεί επειδή ανέλαβα εγώ να δώσω χαρά σαν αυτή που έπαιρνα. Όταν το σκέφτηκα, ούτε κατ’ ιδέαν δεν είχα διανοηθεί πόσο καλό θα ’κανε στο χαρακτήρα μου. Ούτε λίγο ούτε πολύ είχα αναλάβει να κάνω τα όνειρα ενός ανθρώπου πραγματικότητα. Πού στράβωσε η δουλειά, ακόμα το ψάχνω.

Μήπως οι άνθρωποι πρέπει μόνοι τους να πραγματοποιούν τα όνειρά τους; Και τότε, ποιος είναι ο ρόλος της νεράιδας στα παραμύθια; Για να μαθαίνουν στα παιδιά τη ζωή δεν τα διαβάζουν οι μεγάλοι;

Είχα θελήσει να κάνω ότι κι οι καλές νεράιδες και, όταν απέτυχα, έκανα ό, τι και οι κακές; Έτσι θα ’ναι. Σύγχυση ρόλων, θα έλεγαν οι ψυχολόγοι.

Μαντάρα τα ’κανες, θα ’λεγε κι ο τελευταίος άσχετος.

Αν ήταν να γεννηθώ νεράιδα, θα είχα γεννηθεί. Μια γυναίκα είμαι. Μια γυναίκα και μόνο. Και ήθελα έναν άντρα να τον αγαπάω, να τονε φροντίζω, να ’ναι το μωρό μου, όπως λένε τα τραγούδια, αδερφέ…

Πού στράβωσε η δουλειά; Πού στράβωσε; Να ’ξερα! Μόνο να ’ξερα!


Ο Αποστόλης


Όσο τα σκέφτομαι, ένα βρίσκω πως μου μένει να κάνω. Τώρα είναι που πρέπει να γράψω γράμμα στον Άγιο. Μόνο αυτός μπορεί να με ξεμπλέξει, έτσι που τα ’κανα.

Και τι να του ζητήσω; Μα την Ελενίτσα μου φυσικά. Μόνο αυτό! Αλλά στο βάθος ξέρω ότι αυτό είναι όλα. Και το κακό είναι πως δεν είμαι πια παιδί. Κι αυτό άργησα να το μάθω. Και δεν έχω και την Ελένη μου να μου πει μπράβο.

Άργησα. Πολύ άργησα που να πάρει!

Εδώ που τα λέμε, έπαψα να ’μαι παιδί. Αλλά, άντρας έγινα; Ιδού η απορία! Δε βγαίνει τίποτα με διακηρύξεις και δηλώσεις. Πάλι αυτό κάνω. Το παραδέχομαι. Κι αν πράγματι μεγάλωσα, πρέπει να πάρω τα μούτρα μου και να πάω να την βρω. Σοκαρίστηκα, όταν έσκασε μύτη ο κύριος δικηγόρος για το διαζύγιο, αλλά την βρήκα. Τώρα ξέρω πού είναι. Δεν έχω παρά να ζητήσω συνάντηση και να της αποδείξω ότι άλλαξα.

Δεν είναι κι εύκολο. Οι άνθρωποι δεν αλλάζουν. Όλοι το λένε. Όλοι το ξέρουν. Κι εγώ το ξέρω.

Εγώ όμως δεν είμαι σαν τους άλλους. Έμαθα τι είναι αγάπη. Έμαθα; Εύκολο είναι; Την γεύτηκα. Ήμουν τυχερός και την γνώρισα. Να την έμαθα… μάλλον όχι! Τώρα που την έχασα, έμαθα τι έχασα. Απλώς έμαθα τι έχασα. Και ούτε. Σχετικός είμαι! Είμαι! Και αυτό θέλω ν’ αποδείξω στην Ελένη μου. Ότι θα την μάθω καλύτερα. Μ’ αυτήν την έννοια, μπορώ ν’ αλλάξω. Εξάλλου, αυτό δεν έλεγαν οι καθηγητές στη μάνα μου χρόνια και χρόνια; Αν μελετήσει, έχει περιθώρια βελτιώσεως. Και το πίστευε κι αυτή και την γλίτωνα εγώ. Περιθώρια είναι αυτά. Αντιμετωπιζόταν η περίπτωσή μου. Άλλο που δεν έγινε ποτέ. Έφταιγα όμως. Δεν κούνησα ούτε το δαχτυλάκι μου για να βελτιωθώ. Μα τώρα είναι αλλιώς. Μελετάω την περίπτωσή μου. Ένα χρόνο τώρα. Δεν μπορεί. Κάτι θα έμαθα. Αλλά δεν είναι εδώ η Ελενίτσα μου για να το διαπιστώσει.

Πρέπει να την πείσω να συναντηθούμε. Πρέπει…

 Σοφία Δ. Νινιού