i) ΑΙΘΟΥΣΑ ΜΕΤΑΓΓΙΣΕΩΝ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΙΜΙΑΣ
Συγκοινωνούντα δοχεία
μυρωμένα με δυο σακιά υπομονή
αποστρέφονται δυο αντιπηκτικούς ασκούς αίμα,
καρτερούν εφιδρωμένοι, σιωπηλοί
την διψασμένη μετάγγιση,
της ενδοφλέβιας λύτρωσής τους,
μιας χρόνιας 15ήμερης σωσίβιας λέμβου.
Πόσο αυξήθηκε το προσδόκιμο ζωής στην ομίχλη;
Που εφευρέθηκε το πολύτιμο αλλά λαθραίο χάπι
για την πολυπόθητη ένδυση της παράτασης;
Κληρονομικές αλυσίδες ζητούν συγνώμες
για τον απρόσεχτο κόμπο΄
Για τη Θεία πνοή και το ασύλληπτο
που ΄ναι αγαλματένια προσφορά κι ακριβό δώρο.
Ακόμη μετράς τις σταγόνες
να αργοπέφτουν στο κιούπι της νιότης,
αποτυπώνοντας εύθραυστες μνήμες,
διανύοντας το μονοπάτι της γόνιμης ελπίδας,
φωτογραφίζοντας τον κλειστό εαυτό σου,
ως ορειβάτη να σπάει τον γόρδιο δεσμό του
σε απόκρημνη πλαγιά κρεμασμένος.
Η γη συνεχίζει να γυρίζει,
ii ) ΕΓΙΝΕΣ ΗΡΩΑΣ, ΕΓΙΝΕΣ ΑΥΛΟΣ
Στον Πατέρα μου
Η γη συνεχίζει να γυρίζει,
η σημαία ψηλά να κυματίζει,
η Ακρόπολη να συμβολίζει,
η γενιά μας παιδιά να πολλαπλασιάζει,
τίποτα να μη μας σκιάζει.
Μόνο εσύ έγινες ήρωας, έγινες άϋλος.
Η εκκλησία εξακολουθεί να διδάσκει,
ο ήλιος ψηλά να στέκει,
η γοητεία να συνυπάρχει,
η νομοθεσία κάπως να πάσχει,
τίποτα να μη μας ανησυχεί.
Μόνο εσύ έγινες ήρωας, έγινες άϋλος.
Η Ελλάδα φαντάζει υπέροχη,
η λευτεριά αγέρωχη,
η πολιτεία μας στριμώχνει ένοχη,
η φιλοδοξία μοιάζει έντεχνη,
τίποτα να μη μας ανησυχεί.
Μόνο εσύ έγινες ήρωας, έγινες άϋλος.
iv) ΡΑΚΕΝΔΥΤΗ
Δεν με πείραξε που ήμουν φτωχά ντυμένη,
με κουρασμένα πόδια,
με ροζιασμένα χέρια,
καμπουριαστή,
ασπρομάλλα,
με άδειες τσέπες,
δίχως αγαθά,
με άδειο πιάτο
και χωρίς φίλους.
Με ενόχλησε
που δε θυμόσουν
πως το φιλί μας ήταν
μια επανάσταση.