Ο Κωνσταντίνος Ι. Δεσποτόπουλος (Σμύρνη, 8 Φεβρουαρίου 1913 - Αθήνα, 7 Φεβρουαρίου 2016) ήταν Έλληνας φιλόσοφος και πολιτικός στοχαστής, αντιστασιακός, πανεπιστημιακός δάσκαλος, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και πρώην υπουργός Παιδείας.
Οικογένεια - ερχομός στην Ελλάδα
Γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 8 Φεβρουαρίου 1913. Οι γονείς του, Ιωάννης Δεσποτόπουλος και Στέλλα Σαμούχου, ανήκαν στην εύπορη και καλλιεργημένη τάξη της πόλης. Αδελφός του πατέρα του ήταν ο ολυμπιονίκης γυμναστής Ματθαίος Δεσποτόπουλος. Είχε έναν δίδυμο αδελφό, τον Αλέξανδρο (Αλέκο) Δεσποτόπουλο —τον μετέπειτα γνωστό ιστορικό— και μια αδελφή, την Ελισάβετ. Mετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, αρχικά στην προσφυγική περιοχή του Βύρωνα. Ήταν εξάδελφος του συνονόματού του Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου, του Γεωργίου, νομικού, ανώτατου στελέχους του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ, μετέπειτα βουλευτή Χίου της ΕΔΑ. Εξάδελφός του ήταν και ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος, διάσημος αρχιτέκνων, πολεοδόμος, καθηγητής του ΕΜΠ.
Φοιτητικά χρόνια
Τελείωσε το Α΄ Γυμνάσιο Αθηνών με βαθμό απολυτηρίου «ακέραιο άριστα», όπως ο ίδιος τόνιζε συνήθως. Σπούδασε, ενώ εργαζόταν, νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρακολουθώντας παράλληλα μαθήματα φιλοσοφίας, ιστορίας και κοινωνιολογίας. Το 1939 αναγορεύτηκε διδάκτωρ. Η διατριβή του, που είχε ως θέμα την «έννοια του δικαιώματος», βαθμολογήθηκε με «άριστα» παμψηφεί και, όπως ανέφερε η αρμόδια κριτική επιτροπή στην εισηγητική έκθεσή της, αποδείκνυε «την παρά τω συγγραφεί υπάρχουσαν εξαιρετικήν ιδιοφυΐαν». Ως νέος, ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και ιδίως με το βόλεϊ, παίζοντας στο Βύρωνα, αλλά και στην εθνική ομάδα. Στα φοιτητικά του χρόνια γνωρίστηκε και συνδέθηκε —έκτοτε— με στενή φιλία με τους λεγόμενους «νεοκαντιανούς» καθηγητές Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Κωνσταντίνο Τσάτσο και Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλο. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας, αλλά και κατόπιν, στα κατοχικά χρόνια, ο Δεσποτόπουλος κατηύθυνε έναν σπουδαστικό όμιλο συζητήσεων και προβληματισμού. Σε αυτόν είχε ενταχθεί —μεταξύ άλλων— και ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο οποίος με την προτροπή του Δεσποτόπουλου, στράφηκε στη μελέτη του αρχαιοελληνικού φιλοσοφικού στοχασμού και, ιδίως, της σκέψης του Αριστοτέλη. Η έκρηξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου τον βρήκε έφεδρο αξιωματικό στη Σύρο, απ΄ όπου στάθληκε στο μέτωπο.
Κατοχή
Στη διάρκεια της Κατοχής, ο κύκλος συζητήσεων που συμμετείχε ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος εντάχθηκε στην αντιστασιακή οργάνωση ΠΕΑΝ, που βρισκόταν υπό την πολιτική καθοδήγηση του Π. Κανελλόπουλου. Ωστόσο, ο Δεσποτόπουλος, όπως και ο δίδυμος αδελφός του Αλέξανδρος, δεν ακολούθησαν τα υπόλοιπα μέλη σε αυτήν την επιλογή. Σε όλη τη διάρκεια των κατοχικών χρόνων βρισκόταν σε επαφή και «συμβουλευτική συνεργασία» με διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις, χωρίς όμως να ενταχθεί σε καμμία. Δημοσίευσε άρθρα εμψυχωτικού και πολιτικού χαρακτήρα στον παράνομο αντιστασιακό τύπο, ενώ παράλληλα δραστηριοποιήθηκε προς την κατεύθυνση της επεξεργασίας θέσεων γύρω από τις μεταπολεμικές διπλωματικές και εδαφικές διεκδικήσεις της Ελλάδας. Ένα από τα έντυπα που συνεργάστηκε ήταν τα Ελληνικά Νειάτα, όργανο της Ιερής Ταξιαρχίας, που ήταν ουσιαστικά η σπουδαστική οργάνωση της ΠΕΑΝ. Την περίοδο εκείνη γνωρίστηκε με πολιτικούς όπως οι Γεώργιος Καρτάλης και Κ. Μητσοτάκης, διπλωμάτες όπως ο Δημήτριος Μπίτσιος και καλλιτέχνες όπως οι Άγγελος Σικελιανός, Γιάννης Τσαρούχης και Μάνος Χατζιδάκις.
Διώξεις μετά την Απελευθέρωση
Το 1945 ανέλαβε, με την παρότρυνση του στενού φίλου του Καρτάλη, την προεδρία του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου Νέων, θέση από την οποία εργάστηκε για την προώθηση της υπόθεσης της ένταξης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα. Επίσης, εξελέγη υφηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η συμμετοχή του στον Ελληνοσοβιετικό τού κόστισε την απόλυση από τη θέση του και τη δίωξη. Τον Ιούλιο του 1947 εκδιώχθηκε από το Πανεπιστήμιο και συνελήφθη μαζί με χιλιάδες άλλους —με εντολή του Υπουργού Δημόσιας Τάξης Ναπολέοντα Ζέρβα—, μεταφέρθηκε στην Ψυττάλεια και κατόπιν εκτοπίστηκε στην Ικαρία. Λίγο αργότερα επανήλθε στην Αθήνα με απόφαση της Κυβέρνησης Σοφούλη. Το Σεπτέμβριο κλήθηκε να υπηρετήσει στο στρατό ως έφεδρος αξιωματικός και το Νοέμβριο μετατέθηκε από το στρατόπεδο Χαϊδαρίου στο στρατόπεδο της Μακρονήσου. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του, δεν υπέστη διώξεις και βασανιστήρια μέχρι το Μάρτιο του 1948. Αργότερα, αρνούμενος πεισματικά και σθεναρά να υπογράψει «δήλωση», αντέτεινε στους βασανιστές του: «Έχω καθήκον να περισώσω την τιμήν της ελληνικής φιλοσοφίας». Το καλοκαίρι του 1948, συμπεριελήφθη από τους δεσμοφύλακές του στην ομάδα των λιγοστών «αμετανόητων». Παρέμεινε έγκλειστος στο στρατόπεδο της Μακρονήσου ως το 1950.
Από το 1950 έως την πτώση της Χούντας
Μετά την απελευθέρωσή του, ο Δεσποτόπουλος δεν κατόρθωσε να επανέλθη στο πανεπιστήμιο. Ασχολήθηκε με τη δικηγορία, από ανάγκη βιοπορισμού, χωρίς να παραμελεί με τις φιλοσοφικές έρευνές του. Συμμετείχε σε επιστημονικά συνέδρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και δίδαξε σε ιδιωτικές σχολές και σεμιναριακούς, επιμορφωτικούς κύκλους συλλόγων. Την περίοδο της δικτατορίας των Απριλιανών, αυτοεξορίστηκε στη Γαλλία. Τις πρώτες μέρες, μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, κρύφτηκε στο σπίτι του τότε σύγαμπρού του Φ. Γκιζίκη. Ευρισκόμενος στο Παρίσι, απασχολήθηκε αρχικά ως συνεργάτης του γαλλικού Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών (Centre national de la recherche scientifique —CNRS). Στη συνέχεια. ο Δεσποτόπουλος δίδαξε ως καθηγητής στο πανεπιστήμιο Νανσύ ΙΙ (Université Nancy ΙΙ).
Ύστερα από τη Μεταπολίτευση
Έπειτα από τη Μεταπολίτευση εκλέχτηκε καθηγητής στην Πάντειο, διατελώντας μάλιστα πρύτανης του ιδρύματος την περίοδο 1978-1979.
Το 1978, ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος υπέστη δίωξη για την άρνησή του να δώσει θρησκευτικό όρκο ενώπιον του ανακριτή, όπου είχε κληθεί ως μάρτυρας, επικαλούμενος —ως χριστιανός ορθόδοξος— τη σχετική ρητή ευαγγελική απαγόρευση, αλλά και την επιστημονική ευσυνειδησία του. Καταδικάστηκε σε δεύτερο βαθμό το 1979, χωρίς ωστόσο να εκδικαστεί η υπόθεση και από τον Άρειο Πάγο, λόγω παραγραφής. Η απολογία του στο Εφετείο Αθηνών (20 Σεπτεμβρίου 1979), όπως και το σχετικό υπόμνημά του στον Άρειο Πάγο, συνιστούν έως σήμερα ισχυρά νομικά κείμενα για την επιχειρηματολογία όσων εναντιώνονται στην ορκοδοσία. Εκ πεποιθήσεως πολέμιος της θανατικής ποινής, ο Δεσποτόπουλος αγωνίστηκε για την κατάργησή της στην Ελλάδα. Ως υπέρμαχος της ισότητας των δυο φύλων είχε εμπνευστεί και προτείνει ένα σύστημα για το σχηματισμό των ελληνικών επιθέτων, με το οποίο επιβίωνε η θηλυγονική σειρά μιας οικογένειας, δίπλα στην αρρεγονική.
Το 1989 ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου παιδείας στην κυβέρνηση Γρίβα και το 1990 στην κυβέρνηση Ζολώτα. Στο δημοψήφισμα του 2015 τάχθηκε υπέρ του ''Ναι''.[27]
Διέμενε μόνιμα στην Αθήνα. Απεβίωσε στις 7 Φεβρουαρίου 2016, μια ημέρα πριν κλείσει την ηλικία των 103 ετών.
Τιμές, διακρίσεις, αναγνώριση
Ο Δεσποτόπουλος έχει τιμηθεί πολλές φορές, μεταξύ άλλων και από τους Προέδρους της Δημοκρατίας της Eλλάδας, Γαλλίας και Ιταλίας. Το 1984 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας το 1993 ανέλαβε πρόεδρος. Επίσης, ήταν επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας και μέλος διαφόρων ξένων ακαδημιών. Διετέλεσε πρόεδρος της Στέγης Παναγιώτη Κανελλόπουλου και πρόεδρος και επίτιμος πρόεδρος της Εταιρίας Φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Το 1990 προτάθηκε από τον Ενιαίο Συνασπισμό (όπου μετείχε και το ΚΚΕ) κατά την τέταρτη και πέμπτη ψηφοφορία για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Έλαβε 21 ψήφους κατά την διαδικασία της ψηφοφορίας στην Βουλή, ερχόμενος πίσω από τους Κωνσταντίνο Καραμανλή (πρόταση της Νέας Δημοκρατίας που τελικά εξελέγη) και Ιωάννη Αλευρά (πρόταση του ΠΑΣΟΚ).
Ο Κωνσταντίνιος Δεσποτόπουλος συνέγραψε πάνω από 30 βιβλία σχετικά με φιλοσοφικά, πολιτικά και ιστορικά θέματα. Σε αυτά αναδείκνυε τα μεγάλα ηθικά προβλήματα που ταλανίζουν την ανθρωπότητα, το ζήτημα της ελευθερίας και της συνεπούς βίωσής της σε προσωπικό επίπεδο. Στις επεξεργασίες του πρόβαλλε την πρακτική πτυχή του φιλοσοφικού στοχασμού, την πραξιολογία όπως έλεγε, τη σύνδεση της θεωρίας με την ανθρώπινη δράση, την προσέγγιση της φιλοσοφίας με την κοινωνιολογία.
Μετά το θάνατό του, το Μάρτιο του 2016, το Πάντειο Πανεπιστήμιο αποφάσισε να ονομάσει μία αίθουσα προς τιμήν του.
https://el.wikipedia.org/Εργογραφία
Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2013) Αναπολήσεις, Εκδόσεις Παπαζήση
(2012) Ιστορικά, Εκδόσεις Παπαζήση
(2007) Φιλολογικά, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2007) Φιλοσοφικά, Εκδόσεις Παπαζήση
(2006) Αναπολήσεις, Εκδόσεις Παπαζήση
(2005) Αναπολήσεις, Εκδόσεις Παπαζήση
(2005) Αοιδίμων φήμη, Τυπωθήτω
(2005) Μηνύματα πολιτικής, Εκδόσεις Παπαζήση
(2004) Μελετήματα φιλοσοφίας του δικαίου, Εκδόσεις Παπαζήση
(2001) Φιλοσοφία και θεωρία του πολιτισμού, Εκδόσεις Παπαζήση
(2000) Περί προσώπων και θεσμών, Εκδόσεις Παπαζήση
(1999) Φιλοσοφίας εγκώμιον, Ελληνικά Γράμματα
(1998) Ελληνικά, Εκδόσεις Παπαζήση
(1998) Μελετήματα φιλολογίας και φιλοσοφίας, Ελληνικά Γράμματα
(1997) Συμβολή στη φιλοσοφία της εργασίας, Εκδόσεις Παπαζήση
(1997) Φιλοσοφία του Πλάτωνος, Ακαδημία Αθηνών
(1996) Από το βήμα της ακαδημίας, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1995) Φήμη απόντων, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1994) Ελληνικά, Εκδόσεις Παπαζήση
(1994) Λεξικόν της προσωκρατικής φιλοσοφίας, Ακαδημία Αθηνών
(1991) Philosophy of History in Ancient Greece, Ακαδημία Αθηνών
(1990) Φιλοσοφία και διαλεκτική, Βάνιας
(1987) Επίμαχοι θεσμοί και άλλα θέματα, Εκδόσεις Παπαζήση
(1986) Δοκίμια, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1983) Μελετήματα πολιτικής φιλοσοφίας, Εκδόσεις Παπαζήση
(1983) Φιλοσοφία της ιστορίας κατά Δημόκριτον, Εκδόσεις Παπαζήση
(1982) Μελετήματα φιλοσοφίας, Εκδόσεις Παπαζήση
(1982) Φιλοσοφία της ιστορίας κατά Πλάτωνα, Εκδόσεις Παπαζήση
(1981) Φιλολογικά, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(1980) Μελετήματα φιλοσοφίας, Εκδόσεις Παπαζήση
(1979) Θέματα ιστορίας και πολιτικής, Εκδόσεις Παπαζήση
(1978) Μελετήματα πολιτικής φιλοσοφίας, Εκδόσεις Παπαζήση
(1978) Μελετήματα φιλοσοφίας, Εκδόσεις Παπαζήση
(1977) Θέματα ιστορίας και πολιτικής, Εκδόσεις Παπαζήση
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013) Πρακτικά επιστημονικού συνεδρίου για τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Εταιρεία Φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου [εισήγηση]
(2011) Κωστής Παλαμάς, Ακαδημία Αθηνών [εισήγηση]
(2010) Οι δημοκρατικές αρχές των κλασικών χρόνων στους σύγχρονους πολιτικούς θεσμούς, Διεθνές Ίδρυμα για την Ελληνική Γλώσσα και τον Πολιτισμό
(2007) Μαρτυρίες φοιτητικών χρόνων, Futura
(2006) Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Φιλοσοφίας: Φιλοσοφία, Ακαδημία Αθηνών
(2006) Ο ιστορικός Αλέξανδρος Ι. Δεσποτόπουλος, Εκδόσεις Παπαζήση
(2005) Σωκράτης: 2400 χρόνια από το θάνατό του, Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών
(2004) Universal Values, Ακαδημία Αθηνών [εισήγηση]
(2003) Τα παιδικά μου χρόνια, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1999) Μνήμη του Ηλία Βενέζη, Ευθύνη
(1984) Άμητος στη μνήμη Φώτη Αποστολόπουλου, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών
(1983) Αναφορά στον Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλο, Ευθύνη
(1983) Σημείον του Αιμ. Χουρμούζιου, Ευθύνη
(1982) Έκφραση τιμής στον Κωνσταντίνο Τσάτσο, Ευθύνη
Για τη δημοτική γλώσσα, Γρηγόρη
Μεταφράσεις
(2013) Συλλογικό έργο, Περί ανθρώπου και ηθικής, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης [ανθολόγηση, μετάφραση]
(2004) Συλλογικό έργο, Περί της πολιτικής, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης [ανθολόγηση, μετάφραση]
Λοιποί τίτλοι
(2018) Συλλογικό έργο, Περί ψυχής και παιδείας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης [ανθολόγηση]
(1988) Λεξικόν της προσωκρατικής φιλοσοφίας, Ακαδημία Αθηνών [επιμέλεια]
http://www.biblionet.gr/
Συνάντηση: Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος (07/06/2014)
Τηλεόραση της Βουλής
«Γιατί δεν υπογράφω τη δήλωση μετανοίας»
Η «Εφημερίδα των Συντακτών» φέρνει σήμερα, για πρώτη φορά, στη δημοσιότητα τα ιστορικά στοιχεία εκείνης της άρνησης που φωτίζουν -ενδεχομένως όσο τίποτε άλλο σ’ αυτόν τον βαθμό- την προσωπικότητα του Κ. Δεσποτόπουλου. Είναι το υπόμνημα που κατέθεσε στη Μακρόνησο με το οποίο αρνείται να υπογράψει δήλωση μετανοίας, εξηγώντας τους λόγους που τον υποχρεώνουν να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Το δισέλιδο χειρόγραφο υπόμνημα του Κ. Δεσποτόπουλου, στο τέλος του οποίου διακρίνονται η υπογραφή του και η ημερομηνία |
Πρόκειται για ένα έγγραφο μεγάλης αξίας το οποίο ξεπερνά τον ίδιο, καθώς αποτελεί πηγή έμπνευσης, αρχών, φρονηματισμού και προτύπου στάσης ζωής τόσο για τους απλούς Ελληνες πολίτες όσο και για τους πνευματικούς ανθρώπους αυτής της χώρας.
Σε μια εποχή που αξίες και αρχές δοκιμάζονται, αμφισβητούνται και βρίσκονται σε κρίση, το παράδειγμα του Κ. Δεσποτόπουλου δείχνει έναν δρόμο που, μάλλον, πρέπει να ξαναδιαβούμε.
Το υπόμνημα αυτό αποτελεί -κατά την άποψή μας- ένα από τα κορυφαία πνευματικά κείμενα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Ας το παρακολουθήσουμε:
Ηθικός ακρωτηριασμός
και παιδαγωγική αχρήστευσις
Προς το
Παρά τω Γ.Κ.Π.Α. Προανακριτικόν Γραφείον
Υπόμνημα
του εφέδρου ανθ/γού Πεζικού Δεσποτοπούλου Κων/νου
Ο υπογεγραμμένος έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πεζικού Δεσποτόπουλος Κωνσταντίνος, διατελέσας εν τω πολιτικώ βίω υφηγητής της φιλοσοφίας του δικαίου εν τω Πανεπιστημίω Αθηνών και συγγραφεύς βιβλίων ηθικής και φιλοσοφίας καθόλου, εις συμπλήρωσιν της ενώπιον υμών γραπτής καταθέσεως, και ειδικώς ως προς τους λόγους δι’ ους είναι ηθικώς αδύνατος δι’ εμέ η υπογραφή της αιτηθείσης «δηλώσεως», έχω να προσθέσω τα εξής:
Η δήλωσις αύτη, επιβαλλομένη ουχί εις πάντας τους Ελληνας αξιωματικούς αλλ’ ειδικώς εις εμέ και ωρισμένους άλλους, προϋποθέτει μειωμένην ηθικήν κατάστασιν εμού και αυτών, και ενέχει την έννοιαν απεμπολήσεως ωρισμένου παρελθόντος, «μετανοίας», «ανανήψεως» (οίαν δεν θα είχεν, εάν επεβάλλετο εις πάντας τους Ελληνας αξιωματικούς).
Είναι όμως εξουθενωτικόν διά το κύρος του πνεύματος, να εμφανισθή ούτω εις τοιαύτην αντίφασιν με τον εαυτόν του, με τοιούτον άθλιον, απεμπολητέον παρελθόν εις κατ’ εξοχήν Ελλην καθηγητής της ηθικής φιλοσοφίας, καθηγητής της αρετής, της ελληνικής (μη έχων άλλωστε εις το παρελθόν του ουδέν, όπερ δύναται ν’ αποτελέσει αντικείμενον μετανοίας).
Περαιτέρω όμως η αυτή δήλωσις παρέχει ως εκ τούτου ισχυράν υπόνοιαν, ότι γίνεται παρά συνείδησιν (υπό το κράτος των βαρειών συνθηκών της ειδικώς αυστηράς στρατιωτικής πειθαρχίας) ότε δίδεται η εντύπωσις η φρικτή διά τους πνευματικούς ανθρώπους, ότι το πνεύμα, η φιλοσοφία, και δη η ελληνική φιλοσοφία, με την υψηλήν παράδοσιν της σωκρατικής ισαπολύτου ανεξαρτησίας από των εγκοσμίων ατυχιών, αισχρώς ήδη προδίδων εαυτήν, υποκύπτουσα εις την επίσεισιν ή και επιβολήν σωματικών κακώσεων ή άλλων ομοίων.
Οθεν η προκειμένη δήλωσις ενέχει διασυρμόν εν τω προσώπω μου της απροσώπου αξίας του πνεύματος και εμμέσως κατά της Ελλάδος, ήτις εις την συνείδησιν των εκλεκτών ανθρώπων της Οικουμένης ταυτίζεται με την αξίαν του πνεύματος. Τοιαύτην, ήκιστα τιμητικήν, συνέπειαν, όχι καλώς διά το πρόσωπό μου, θα είχεν η παρ’ εμού υπογραφήν δηλώσεως και μάλιστα με απήχησιν δυσμενεστάτην όχι εις το εσωτερικόν μόνον.
Και υπάρχει βεβαίως και η άλλη σοβαρά άποψις, ότι εκ της αυτής πράξεως θα επήρχετο ηθικός ακρωτηριασμός και ούτω παιδαγωγική αχρήστευσις μιας από τας πρώτας -ας συγχωρηθή ο αναγκαίος ενταύθα αυτοχαρακτηρισμός- παιδαγωγικάς μονάδας του Εθνους, προς ζημίαν σοβαράν του ζωντανού πολιτισμού αυτού, του τιμιωτέρου καθ’ ημάς στοιχείου της ζωής του και εις μίαν τόσον κρίσιμον ώραν της ιστορίας του.
Τοιαύτης βαρύτητος λόγοι στηρίζουν την εμμονήν μου εις το περιεχόμενο του εθνικού χρέους μου, όπως η πνευματική και ηθική ηλικία μου μου επέτρεψαν να το συλλάβω.
Μετά σεβασμού
Κ. Δεσποτόπουλος
Εν ΓΣΤ 902β 29-5-1948