Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

ΚΟΤΣΟΒΟΛΟΥ ΑΘΗΝΑ "Κάθε φέτος Μανόλη φοβάμαι και περισσότερο.."



Ήρθανε μέρες αδίστακτες Μανόλη και φοβάμαι.. Ακόμα και η ατμόσφαιρα είναι εναντίον
μουντή η αλλόκοτη υγρασία που μου διαβρώνει τα κόκκαλα και μου σαπίζει το είναι. Είναι η μουντή ατμόσφαιρα, που έκανε ασορτί κουστούμι με την γενικότερη κατάσταση. Κάθε φέτος Μανόλη κι εγώ φοβάμαι περισσότερο..
Γιατί οι αδίστακτες μέρες ήρθανε μα αυτές που θα έρθουν θα είναι ακόμα χειρότερες. Και φοβάμαι Μανόλη, φοβάμαι τους πολιτικούς στα προεκλογικά μπαλκόνια που μας τάζανε καλύτερες μέρες και τώρα βάλθηκαν να μας εκμηδενίσουν. .
Φοβάμαι αυτές τις μέρες της πλήρους συγχύσεως και ανοησίας, ότι σε λίγο θα πληρώνω και το λειψό αέρα που θα ανασαίνω. Γιατί σε λίγο καιρό δεν θα έχω δικαίωμα ούτε να ζήσω ούτε να πεθάνω.. Φοβάμαι Μανόλη γιατί η υγεία έγινε αγαθό για τους πλούσιους μόνο. Γιατί κάποτε έκλεισαν τις εντατικές κλινικές για να υποδεχθούν τους Ολυμπιακούς αθλητές κι άφησαν τον απλό κοσμάκη να πεθαίνει..
Φοβάμαι το άλλο πρόσωπο της δικαιοσύνης, αυτό που μου έδειξαν ήδη. Φοβάμαι ότι κάποια στιγμή θα ελέγχουν ακόμα και τη σκέψη μου.. Πως θα γίνουμε έρμαια των γεγονότων, ανήμποροι να αντιδράσουμε η να αντισταθούμε. Φοβάμαι τους λογής λογής νεόκοπους φωνασκούς, που επαναστατούν οργίζονται και κραυγάζουν χωρίς να καταλαβαίνουν το μοναδικό νόημα κάθε επανάστασης (όπως εσύ είχες πει!)
Φοβάμαι τα παιδιά που μεγαλώνουν στα ιντερνέτ καφέ και sites ξεχνώντας τις αλάνες και τις πλατείες.. φοβάμαι εκείνους που επιβιώνουν παντός καιρού και ξέρουν πάντα κατά που θα φυσήξει ο άνεμος.. τους έχοντες εξουσία που απλά φοβούνται και κατέληξαν διεκπεραιωτές αλληλογραφίας.. τους έχοντες την εξουσία που την χρησιμοποιούν προς ίδιο όφελος…Φοβάμαι τον βολεμένο υπάλληλο που έμαθε μόνο να μετρά τις ώρες μέχρι να φύγει από το γραφείο.
Φοβάμαι Μανόλη γιατί κάποιοι μου έκλεψαν τον ύπνο μου και τα γλυκά ξυπνήματα των πρωινών μου. Τον ήλιο που από ζωοδότης έγινε θανατηφόρος. Φοβάμαι το σκοτάδι που κρύβει την αλήθεια, μα με τρομάζει πιότερο η ασχήμια της αλήθειας.
Φοβάμαι πολλά Μανόλη. Για τους προφήτες ποιητές που θα ξεχαστούν, για τα παιδιά μας που σπουδάζουν για να γίνουν άβουλοι υπάλληλοι η φυγαδευμένοι μετανάστες.
Για τις μανάδες που θα ξαναβγούν ξυπόλητες στους δρόμους, για τους κουρεμένους καταδίκους με τις καραβάνες. Φοβάμαι γιατί φέτος η επέτειος του Πολυτεχνείου πέρασε στα ψιλά των ειδήσεων. Φοβάμαι για μας που δεχόμαστε επανωτά τα χτυπήματα από αυτούς που κυβερνούν και μεις ανήμποροι να αντιδράσουμε... απαθείς ...οργιζόμαστε θυμώνουμε αλλά μένουμε απαθείς .. Για την αμνησία που μας διακατέχει μπροστά στην κάλπη κάθε φορά..
Φοβάμαι Μανόλη την υποταγή που θα οφείλω όταν θα κυριαρχήσει η αμάθεια και η ανέχεια.
Φοβάμαι για μένα φοβάμαι για σένα, για το σήμερα και το αύριο ακόμα και για το χτες.. Φοβάμαι να πεθάνω Μανόλη αλλά αίφνης φοβάμαι ακόμα και να ζήσω..
Κάθε φέτος Μανόλη φοβάμαι και πιο πολύ.
© Αθηνά Κοτσόβολου
Παρασκευή, 26 Νοεμβρίου 2010


ΥΓ Γραμμένο με ερέθισμα το "Φοβάμαι" του Μανόλη Αναγνωστάκη. 



"Φοβάμαι
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο."








Κ.ΚΑΒΑΦΗΣ ""Φωνή απ’ την Θάλασσα"


Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.

Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη,
όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη
σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός.

Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα
η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα
θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό.
Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε,
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.

Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα,
σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα,
τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός, 
γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει
το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει
και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά.
Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη
της θάλασσας ο πόθος· θα σε ’πη μια λέξι
το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη
με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά.

Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή — 
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.


Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων,
που σάβανό των έχουν τον ψυχρόν αφρό,
και κλαίν για ταις γυναίκες των, για τα παιδιά των,
και τους γονείς των, για την έρημη φωλιά των,
ενώ τους παραδέρνει πέλαγο πικρό,


σε βράχους και σε πέτραις κοφτεραίς τους σπρώχνει,
τους μπλέκει μες στα φύκια, τους τραβά, τους διώχνει,
κ’ εκείνοι τρέχουνε σαν νάσαν ζωντανοί
με ολάνοιχτα τα μάτια τρομαγμένα,
και με τα χέρια των άγρια, τεντωμένα,
από την αγωνία των την υστερνή.

Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων;—
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων
που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό.
Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν,
και με λουλούδια χέρια προσφιλή στολίζουν,
και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ’ ευσπλαγχνικό.

Τάφο, που ο πανάχραντος Σταυρός φυλάει,
που κάποτε κανένας ιερεύς θα παή
θυμίαμα να κάψη και να ‘πη ευχή.
Χήρα τον φέρνει που τον άνδρα της θυμάται
ή υιός, ή κάποτε και φίλος που λυπάται.
Τον πεθαμένο μνημονεύουν· και κοιμάται 
πιο ήσυχα, συγχωρεμένη η ψυχή. 


(Από τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος 1983)








Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ" Λουλούδια κατὰ γῆς"


Ἦταν στὶς δόξες τῶν περιβολιῶν 
κι ἡ ὥρα τῶν ταξιδιάρικων πουλιῶν, 
κι οἱ ἄξαφνες οἱ ἀνάσες, οἱ μισές, 
ποὺ εὐκολοκατελοῦν τὶς φυλλωσιές. 
Στὸ ἄφραχτο χαμοκάλυβο μπροστά, 
λουλούδια ἐσυγκομίζαν σωριατά, 
λουλούδια σωρευτά, λογῆς-λογῆς, 
χυμένα ἀπὸ πανέρια κατὰ γῆς.

Μὲ τὰ μάτια τὰ φίλησα, πολύ... 
Ψυχὴ σιμά μου. Μόνο στὴν αὐλὴ 
περιδιάβαζε ἀργὴ περπατησιὰ 
καὶ τὴν τύλιγε ἡ ἄκρα μοναξιά. 
Κι ἔτσι ἤθελα ἡ θωριά τους μοναχὴ 
ν᾿ ἀφήσω νὰ μοῦ πιεῖ ἀπ᾿ τὴν ψυχή... 
Μὰ οἱ μνῆμες ἀναζήσανε σ᾿ αὐτὰ 
τὰ λουλούδια τὰ χρωματιστά...

Ἔγνοιες, ἀδημονίες, μεταγνωμοί, 
μελίσσι ὅλα προστρέξαν στὴ στιγμή, 
σὰ νἆταν μαγεμένα ἀπ᾿ τὸν Καιρό, 
καθόταν στὰ λουλούδια, ἕνα σωρό. 
Τοῦ περβολιοῦ τὸ κέντημα σπαρτὸ 
πίκρα καὶ συννεφιὰ ἔγινε μεστό, 
κι ἔγιναν τὰ κοτσάνια του σκληρὲς 
μύτες, καρφιά, πληγὲς αἱματηρές.

Ἀναποδογυρίστηκε ἡ χαρὰ 
βγῆκε ἡ θλίψη, ἀκόμα μιὰ φορά. 
Κι ἐστάθηκαν, μακρότατη γραμμή, 
θλιμμένα ρόδα διάφανοι καημοί. 
Μὰ ἂς εἶναι, ὅταν, στὸν κάμπο τὸ βαθύ, 
βουρκώσει ἀστραποβρόχι καὶ χυθεῖ, 
κι ὅταν οἱ ἀνέμοι κλάψουνε γοερά, 
ποιὸς θὰ μοῦ κλέψει τότε ἀπ᾿ τὴ χαρά;







ΥΨΩΜΑ 731 : ΟΙ ΝΕΕΣ ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ.

Γράφει ο Γιάννης Δημάκης

     731, ένα νούμερο χαραγμένο πάνω στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Τι σημαίνει αυτός ο αριθμός και γιατί τον χάραξαν εκεί. Όλη η ιστορία του Υψώματος 731. Μια ιστορία ηρωϊσμού.
Το Ύψωμα 731 (υψόμετρο 731 μ.) που βρίσκεται ανάμεσα από τον  ποταμό Αώο και Άψο απέχει από την Κλεισούρα  20 περίπου χιλιόμετρα, ήταν ένα από τα ισχυρότερα ερείσματα που κατέλαβε ο Ελληνικός Στρατός μας  τους χειμερινούς αγώνες  που προηγήθηκαν, κλειδί  της όλης τοποθεσίας στον κεντρικό τομέα τη Αλβανίας. Το ύψωμα αυτό έπρεπε κατά τους επιδρομείς μας, τους Ιταλούς να το ανακαταλάβουν από τον  Ελληνικό Στρατό, ώστε να  επιδείξουν  τη δύναμη της ισχύος των. Ο Μουσολίνι διεπίστωσε  ότι τα γεγονότα στον Ελληνο -Ιταλικό πόλεμο εξελίσσονταν σε βάρος  του Ιταλικού Στρατού και αποφάσισε να προσέλθει στην ζώνη πυρός  ο ίδιος ώστε να επιβλέψει και να κατευθύνει τη νικηφόρα, όπως νόμιζε, εαρινή επίθεση εναντίον του υψώματος 731.
Είχε διασυρθεί σε εξευτελιστικό βαθμό παγκοσμίως και, στην ουσία, χάρισε δόξα στο αντίπαλο στρατόπεδο, στους λιγοστούς Έλληνες. Όλη η Ευρώπη και όλος ο κόσμος επευφημούσε τον ηρωισμό των Ελλήνων μαχητών, που αποδείκνυαν ότι είναι άξιοι συνεχιστές των προγόνων τους.Βαρύ λοιπόν το πλήγμα για τους Ιταλούς. Βαρύς όμως ήταν και ο φόρος ζωής και αίματος των Ελλήνων.
Οι πορείες συνεχείς. Το βάθος κατά το οποίο είχαν προχωρήσει οι Έλληνες εντός του αλβανικού εδάφους κυμαινόταν από 30 έως και 80 χιλιόμετρα, αναλόγως της τοποθεσίας. Οι θερμοκρασίες πολικές. Περίπου για τέσσερις μήνες μάχονταν κάτω από αντίξοες συνθήκες και ο υδράργυρος είχε σταματήσει στους μείον 20. Το χιόνι ξεπερνούσε τα δύο μέτρα. Οι νεκροί από τις παγοπληξίες ήταν περισσότεροι από τους νεκρούς της μάχης. Στρατιώτες κείτονταν νεκροί από το ψύχος στη σκοπιά, στα ορύγματα και οι πιο “τυχεροί” έφευγαν για κόσμο μακρινό μέσα στον ύπνο τους χωρίς να ξαναδούν ποτέ μάνα, αδέρφια, γυναίκα, παιδιά και φίλους. Και ο φασίστας επέμενε. Πίστευε. Ήλπιζε ότι θα έχει έστω και μία μάχη νικηφόρα σε βάρος αυτών που έριξαν το γόητρό του, αυτών των αθανάτων.
Μέσα λοιπόν στην απόγνωση που συγκλόνισε την Ανώτατη Πολιτική και Στρατιωτική Ηγεσία της Ιταλίας, ο Μουσολίνι κηρύσσει μια δεύτερη, μια μεγαλύτερη επίθεση εναντίων των Ελλήνων, που έμεινε στην ιστορία ως η «Μεγάλη Εαρινή Επίθεση των Ιταλών». Αποφασίζοντας να διευθύνει προσωπικός την όλη ενέργεια συγκέντρωσε στην περιοχή της επιχείρησης ότι διαθέσιμο είχε, στρατολογώντας ακόμα και υπουργούς του, εμμένοντας στην απόφαση να θυσιάσει ακόμα περισσότερους συμπατριώτες στρατιώτες του και να συνεχίσει αυτόν τον φρενήρη πόλεμο.Πιο συγκεκριμένα, ο Μουσολίνι μέσα στον πανικό του, επιστρατεύει τους πάντες,  για να πετύχει έστω και μία νίκη προτού επέμβουν οι σιδερόφρακτες στρατιές του Χίτλερ.
Είναι σίγουρος πως θα παρελάσει έφιππος στην πρωτεύουσα της Ελλάδος, στην Αθήνα, καβάλα σε ένα άσπρο άλογο! Μάλιστα αποφασίζει να διευθύνει ο ίδιος προσωπικά την επιχείρηση με κωδικό όνομα «PRIMAVERRA", δηλαδή «Άνοιξη». Γιατί αυτό πίστευε! Ότι θα ξημερώσει η δική του άνοιξη μετά από αυτήν την ορμητική και θυελλώδη επίθεση την οποία σχεδίαζε.
Οι Έλληνες δε βρέθηκαν απροετοίμαστοι. Το περιμένουν. Ξέρουν τις ενέργειες του αντιπάλου. Τι ψυχή! Να περιμένεις το θάνατο ενώ ξέρεις ότι έρχεται, ενώ ξέρεις ότι αν φύγεις θα σωθείς. Οι νικηφόρες επιθετικές ενέργειες των Ελλήνων σταματούν. Οργανώνονται αμυντικά.
Οι Ιταλικές Δυνάμεις διέθεταν :
Το δυνατό τους χτύπημα οι Ιταλοί είχαν λογαριάσει να το καταφέρουν σε μέτωπο στενό, μόλις έξη χιλιόμετρα πλάτος, για να είναι συγκεντρωτικό, θα­νάσιμο. Κύριος άξονας του η κατεύθυνση από Γκλάβα σε Μπούμπεσι, στη ζώνη της Γ ελληνικής Μεραρχίας. Η αποστολή αυτή ανατίθεται στο VIII ιταλικό Σώμα Στράτου, που το αποτελούν οι Μεραρχίες Κάλιαρι, Πούλιε, Πινερόλο, Μπάρι και δύο τάγματα Μελανοχίτωνες. Πλαισιώνονται στο δεξί τους από τη Μεραρχία Σφορτσέσκα, στ' αριστερό από τη Μεραρχία Κυνηγοί των Αλπεων. Σε δεύτερο κλιμάκιο έχουν τις Μεραρχίες Μπάρι και Σιέννα.
Αργότερα, θα ερχόταν να προστεθεί σε αυτές η Μεραρχία Λύκοι της Τοσκάνης. Εφεδρικές μεραρχίες είταν η Πιεμόντε και οι Κένταυροι. Στη ζώνη ανάμεσα Αώο και Αψο, βρίσκονταν συντάγματα Βερσαλλιέρων, τάγματα Αλπινιστών, Μιλανοχίτωνες, το όλο κάπου δεκαπέντε τάγματα πεζικό και δύο τάγματα πολυβόλα.
Το σύνολο, δώδεκα μεραρχίες, όπως το λέει ο ίδιος ο Μουσολίνι στην έκθεσή του που προαναφέραμε, είταν επιβλητικό. Από πυροβολικό, η στρατιά αυτή διέθετε γύρω στα 400 στόμια πυρός.Συνολικά οι Ιταλοί διέθεταν 12 Μεραρχίες, Τάγματα Αλπινιστών και Μιλανοχιτώνων, 2 τάγματα πολυβολικού με 400 περίπου στόμια πυρός, και αεροπορία.
Αντίκρυ της τί παρέτασσε το έθνος των Ελλήνων; Οι μονάδες του στο μέτωπο είταν πολύ ταλαιπωρημένες, δεκατισμένες από τα κρυοπαγήματα, τις κακουχίες, τις αεροπορικές επιδρομές του εχθρού. Οι Μεραρχίες Ι, XV και XI είχανε πολεμήσει δίχως αναπαμό από την αρχή της εκστρατείας. Tο Γενικό Στρατηγείο, ύστερα από τη XVII Μεραρχία που είχε προωθηθεί και πολέμησε στην Τρεμπεσίνα και στο Σεντέλι, όπου βρισκότανε τώρα μαζί με την V, είχε διατάξει την IV Μεραρχία (συνταγματάρχης Κλ. Μπουλαλάς) να είναι έτοιμη να πορευτεί από την περιοχή του Αργυροκάστρου στη ζώνη του Β' Σώματος Στρατού. Από την περιοχή της Κορυτσάς εξ άλλου, η VI Μεραρχία (υποστράτηγος Ν. Μάρκου) θα ξεκινούσε με πορείες να πάει στην περιοχή της Πρεμετής, για εφεδρεία. Συνολικά, σ' όλη αυτή τη ζώνη, βρίσκον­ταν έξη ελληνικές μεραρχίες, μόνο που, από αυτές, η VI και η XI δεν είχαν πιά παρά έξη τάγματα η μιά, πέντε η άλλη.
Οι Ελληνικές Δυνάμεις διέθεταν :
6 Μεραρχίες ταλαιπωρημένες και αποδεκατισμένες από τα κρυοπαγήματα, τις κακουχίες, τις αεροπορικές επιδρομές, που πολεμούσαν συνεχώς από την αρχή του πολέμου, και Αεροπορία ανύπαρκτη λόγω των απωλειών που είχε υποστεί.Στο ύψωμα 731 χίλιοι διακόσιοι πενήντα μοναχά στρατιώτες,περιμένουν...............
9 Μαρτίου 1941, ώρα 06:00 το πρωί. Η τιτανομαχία ξεκινά. ................
Ο Μουσολίνι δίνει το σύνθημα. Ρίχνει το κύριο βάρος των δυνάμεών του στο πιο ευάλωτο, από εδαφικής απόψεως, σημείο, ένα απλό χωματοβούνι με υψομετρικό 731 στους πρόποδες του όρους Τρεμπεσίνα. Δεν υπολογίζει όμως ότι εκεί απέναντι βρίσκεται το ηρωικό ΙΙ/5 Τάγμα του Βολιώτη Διοικητή Δημήτριου Κασλά. Ο Ιταλός Φασίστας ανεβαίνει στο απέναντι ύψωμα το Κόμαριτ για να παρακολουθήσει, όπως ο ίδιος είπε, τον περίπατο των ανδρών του.
   Το Κόμαριτ βρισκόταν σε απόσταση βολής από το Ελληνικό Πυροβολικό! Τόση λύσσα είχε να δει τις Ελληνικές δυνάμεις να συνθλίβονται, ώστε η ιστορία τον κατέγραψε ως τον μοναδικό ηγέτη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που είδε από τόση κοντινή απόσταση πολεμική σύγκρουση. Ως άλλος Ξέρξης λοιπόν, έκατσε να δει αυτό που δεν πραγματοποιήθηκε ολόκληρο το χειμώνα του 1940, τη σύνθλιψη των Ελληνικών δυνάμεων.
 Εκατό χιλιάδες φλόγες τ’ ουρανού(βλήματα πυροβολικού) πέφτουν συρίζοντας στα Υψώματα731 και 717, μέσα στις πρώτες δυόμισι ώρες της Εαρινής.
Ο τιτάνιος αγώνας στο ύψωμα 731 μέσα από το ημερολόγιο του Ταξίαρχου Δημήτρη Κασλά
Στο προσωπικό χειρόγραφο ημερολόγιο του Ταγματάρχη (τότε) Δημητρίου Κασλά, από το Πουρί Ζαγοράς,Διοικητή του ΙΙ (2ου) Τάγματος του 5ου Συντάγματος Τρικάλων, που με τους στρατιώτες του υπερασπίστηκε το ύψωμα 731, αναφέρει:
«(Ημέρα πρώτη: Κυριακή 9η Μαρτίου 1941, «έναρξις της επιθέσεως»)
(Πρωινές ώρες): Την 06:30 ώραν ήρξατο τρομακτικόν και καταιγιστικόν πυρ του εχθρικού Πυροβολικού και όλμων. Η πρώτη ομοβροντία μιας βαρέως Πυροβολαρχίας ερρίφθη ακριβώς την 06:30 ώραν επί του υψώματος 731, όπου ο Σταθμός Διοικήσεώς μου ήτο το σύνθημα της ενάρξεως της βολής.
Ο βομβαρδισμός συνεχίζεται με αυξάνουσαν έντασιν. Σμήνη αεροπλάνων ρίπτουν συνεχώς τα φορτία των επί των υψωμάτων 731 και 717. Το ύψωμα 731, όπου το Τάγμα μου, σείεται συνεχώς, σκόνη, φωτιά και καπνός, η ατμόσφαιρα είναι βαρειά, δύσκολα αναπνέει κανείς από τα αέρια των εκρήξεων, κόλασις πυρός, μας περιβάλλαν καπνοί και αι φλόγες, δεν ημπορούμε να διακρίνουμε τι γίνεται εις απόστασιν 10 μέτρων. Το ύψωμα 731 ήτο δασωμένον με δέντρα ύψους 4-5 μέτρων, εντός διώρου έμεινε γυμνόν.
Τα συρματοπλέγματά μας κατεστράφησαν, τα χαρακώματα ισοπεδώθηκαν, οι στρατιώται καλύπτονται εις τας οπάς των οβίδων και αγωνίζονται απεγνωσμένα να επανορθώσουν τας ζημίας, ιδίως να προστατεύσουν τα πολυβόλα και οπλοπολυβόλα από την καταστροφήν, από τις πέτρες και χώματα που εγείροντο από τας εκρήξεις. Τα υπάρχοντα επί του υψώματος 731 δύο πυροβόλα των 6,5 και αντιαρματικός ουλαμός των 37 κατεστράφησαν ολοτελώς.
Περί την 07:30 ώραν κατόρθωσα να επικοινωνήσω τηλεγραφικώς δια λίγα λεπτά με τον Συνταγματάρχην Κετσέαν, επίσης μετά του Διοικητού του Συγκροτήματος Συνταγματάρχου Γεωργούλα Ν., οι οποίοι αγωνιούσαν να πληροφορηθούν την κατάστασίν μας. Με ερώτησαν εάν οι άνδρες του Τάγματος κρατούν τας θέσεις των, τους απάντησα ότι οι Λόχοι ευρίσκονται εις τας θέσεις των. Μου διεβίβασεν την εξής Διαταγήν γραπτήν: 
«Επί των θέσεών σας θ' αμυνθήτε μέχρις εσχάτων, Η Πατρίς, η Ανωτάτη Διοίκησις απαιτεί να κρατήσητε ψηλά την τιμήν των όπλων.».
...Του απήντησα: 
οτιδήποτε και αν συμβή δεν θα εγκαταλείψωμεν το 731 και έχω πεποίθησιν ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί.
Περί την 8ην ώραν το Πυροβολικόν του εχθρού ήρχισε να επιμηκύνη την βολήν του εις τα μετόπισθεν του Τάγματος και την 08:30 έπαυσεν την βολήν του επί των υψωμάτων 731 και 717. ΄Ητο φανερόν πλέον ότι θα ήρχιζεν η επίθεσις των Ιταλών. Διέταξα τους Λόχους να ετοιμάσουν τα αυτόματα και να μη βάλουν από μεγάλας αποστάσεις, παρά μόνον όταν οι Ιταλοί θα έφθαναν εις ωρισμένα σημεία του εδάφους που υπεδείχθησαν επί τόπου εις απόστασιν περίπου 200 μέτρων.
Περί την 09:30 ώραν οι Ιταλοί χρησιμοποιούντες τας δεξιά του 5ου Λόχου βαθείας γραμμάς πλησιάζουν επικινδύνως και προσεγγίζουν τα κατεστραμμένα συρματοπλέγματα. Αρχίζει πλέον ο αγών διά της χειροβομβίδος. Οι Ιταλοί δοκιμάζουν με τρόμον και φωνάς τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των αμυντικών μας χειροβομβίδων.
(Μεσημέρι): Την μεσημβρίαν προσπαθούν οι Ιταλοί να επαναλάβουν την επίθεσίν των, αλλά ευθύς ως αναπτύσσονται καθηλούνται και διασκορπίζονται από το Πυροβολικό και τα Πολυβόλα μας.
(Απόγευμα): Το απόγευμα και ενώ μέχρι της στιγμής εκείνης τα εχθρικά πυρά είχον αραιωθή, εκσπά και νέα επίθεσις μετά σφοδρού βομβαρδισμού, εφ' ολοκλήρου του τομέως της Ι Μεραρχίας και ανασκάπτεται πάλιν το έδαφος από το πυροβολικόν και τας βόμβας αεροπλάνων. Οι στρατιώται περιμένουν να πλησιάσουν τα εχθρικά τμήματα πεζικού, τα παραλαμβάνουν με τα αυτόματα και τα αποδεκατίζουν με επιτυχείς ριπές και όταν ο εχθρός χρησιμοποιή τας βαθείας γραμμάς και προσεγγίζει τα χαρακώματα, επιτίθενται διά της χειροβομβίδος και της λόγχης.
Οι Ιταλοί όμως δεν παραιτούνται. Δοκιμάζουν διά μία ακόμα φοράν, προτού νυκτώση, να διασπάσουν τας γραμμάς μας επί του υψώματος 731.Και η προσπάθεια αυτή αποκρούεται σε σοβαροτάτας απωλείας.
(Βράδυ): Η νύκτα μας βρίσκει όλους εξηντλημένους σωματικώς. Είμεθα όλη την ημέραν νηστικοί. Εν τούτοις κανείς δεν θέλει να φάγη. Έχουμε άφθονο κονιάκ.
Οι Λόχοι δεν ζητούν ψωμί αλλά χειροβομβίδας αμυντικάς και σκαπανικά εργαλεία. Καθ' όλην την νύκτα οι ημιονηγοί του Τάγματος, οι αφανείς αυτοί ήρωες επηγαινοερχόνταν εις τον σταθμόν εφοδιασμού διά να μας φέρουν εκατοντάδας φορτίων χειροβομβίδων, πυρομαχικών και λοιπών εφοδίων.
(Ημέρα δεύτερη: Δευτέρα 10 Μαρτίου 1941).
(Πρωινές ώρες): «Την 7ην πρωινήν ήρχισε πάλιν το ιταλικόν πυροβολικόν. Εις τας 9 ώρα αρχίζει η Ιταλική επίθεσις. Αυτήν την ημέραν κατευθύνεται προς το αριστερόν μας διά να υπερφαλαγγίσουν το 731 εκ του αριστερού. Οι Ιταλοί κινούνται με μυρίας προφυλάξεις, τους καταλαμβάνει πρώτον το Πυροβολικόν μας και τους αποδεκατίζει. Το Πυροβολικόν των Ιταλών προσπαθεί να υποστηρίζει την κινουμένην φάλαγγα. Οι Ιταλοί προχωρούν κατά διαδοχικά κύματα με προφανή σκοπόν να καταλάβουν οπωσδήποτε το 731, χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν τας απωλείας των. Οι Ιταλοί φθάνουν εις απόστασιν από 50-100 μ. από την γραμμήν αντιστάσεως.
Διά να εξαπατήσουν τους στρατιώτας μας υψώνουν λευκά μανδίλια, προς στιγμήν υπέθεσαν ότι επρόκειτο να παραδοθούν. Αντελήφθην εκ πρώτης στιγμής ότι επρόκειτο περί απάτης. Επενέβην αμέσως, διέταξα έντασιν των πυρών διά χεροβομβίδων και τοπικήν αντεπίθεσιν.
Οι Στρατιώται κραυγάζοντες την περίφημον πολεμικήν ιαχήν «αέρα» διά της λόγχης και των χειροβομβίδων αιφνιδιάζουν τους Ιταλούς, οι οποίοι αρχίζουν να τρέχουν προς τα οπίσω, μεταβαλόντες την υποχώρησίν των εις πανικόβλητον φυγήν. Η επίθεσις των συνετρίβη.
(Μεσημέρι): Ολίγον προ της μεσημβρίας διεξάγεται νέα προσπάθεια εις το ίδιο σημείον παρά Ιταλών κατόπιν πάλιν προπαρασκευής διά σφοδρού βομβαρδισμού και η επίθεσις αύτη συνετρίβη προ του ακαμάτου ηρωισμού των Λόχων, διά της λόγχης, μέχρι την 12:30 ώραν τρέπομεν εις νέαν άτακτον φυγήν τους Ιταλούς.
(Απόγευμα): ... Εις τας 06:30 αρχίζει βομβαρδισμός επί των υψωμάτων 731 και 717 και μετ' ολίγον νέα επίθεσις των Ιταλών και κατά των δύο πλευρών του υψώματος 731, δηλαδή εναντίον και των δύο Λόχων μου. Και η επίθεσις αυτή απεκρούσθη με βαρυτάτας απωλείας διά τον εχθρόν.
(Βράδυ): Προς το εσπέρας νομίζουν ότι θα κλονίσουν το ηθικόν των στρατιωτών μας, ρίπτουν δι' αεροπλάνων χιλιάδας προκηρύξεις, καλούν τους στρατιώτας μας να ρίψουν τα όπλα και να σπεύσουν να παραδοθούν. Αι προκηρύξεις αυταί μόνον γέλωτας προσέφερον εις τους ηρωικούς οπλίτας.
Και η δευτέρα ημέρα της επιθέσεως έκλεισε με την απόλυτον διατήρησιν των θέσεών μας επί του υψώματος 731, καθώς επίσης και το δεξιά μου ΙΙΙ Τάγμα επί του υψώματος 717.»
11 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Εκαναν  επίθεση στο 731, αποκρούστηκαν, τους κυνήγησε η αντεπίθεση, πιάστηκε αιχμάλωτος κι' ο Διοικητής τους.
12 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Τέταρτη ημέρα. Ο καιρός είναι κρύος, συννεφιασμένος, πότε-πότε φέρνει και βροχή. Τη νύχτα, λίγο πριν από τη μία, ο εχθρός είχε κάνει επίθεοη σ’ όλο το μέτωπο της Ι Μεραρχίας και είχε αποκρουστεί.Είταν ημέρα αξιομνημόνευτη και για τη XVII Μεραρχία. Εκεί στην περιοχή της σημειώθηκε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κατορθώματα του πολέμου. Στις 7 το πρωί, κοντά οτον Αώο, πάνω στο βραχοβούνι έξω από τη Μετζκοράνη, δύο ελληνικές ομάδες μάχης μ’ έναν έφεδρο υπολοχαγό Διοικητή τους, πέτυχαν μ’ εγχείρημα τολμηρότατο να αίχμαλωτίσουν δώδεκα Ιταλούς αξιωματωκούς και διακόσιους εικοσιτρείς στρατιώτες. Ο ένας από τους αιχμαλώτους είταν αντισυνταγματάρχης, ο άλλος ταγματάρχης. Εκτελούοαν αναγνώριση, για να προετοιμάσουν επίθεση, και πιάστηκαν προτού φτάσει το κύριο σώμα. Οταν κατάλαβαν σε τι ισχνό ελληνικό τμήμα είχαν παραδοθεί, δεν μπόρεσαν να κρύψουν την κατάπληξή τους
13 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Η νέα αυτή προσπάθεια εκδηλώθηκε αργά, μετά το μεσημέρι. Συνεχίστηκε ίσαμε τις 9 το βράδι σχεδόν, και τότε λούφαξε. Η πέμπτη ήμερα έκλεισε με παραίτηση γι’ άλλη μιά φορά των Ιταλών.
14 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Την έκτη ημέρα, είχαν αρχίσει από τα χαράματα.
Είταν η δέκατη πέμπτη ιταλική απόπειρα, στις έξη τ’ απόγευμα θα επιχειρήσουν τη δέκατη  έκτη. Αλλά τώρα πιά το 731 έχει γίνει φαλακρό, το δάσος που το σκέπαζε τις πρώτες ημέρες πετσοκόπηκε, ξερριζώθηκε από τις εκρήξεις. Δεξιά το 717, που είταν πριν χωματοβούνι, δεν υπάρχει πιά, ισοπεδώθηκε. Η μανία των ανθρώπων παραμόρφωνε το τοπίο του Θεού.
Τριακόσιες – τόσες εξόδους είχε κάνει την ημέρα εκείνη η ιταλική Αεροπορία και γύρω στους πενήντα βομβαρδισμούς.
15 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Την έβδομη ημέρα, το πείσμα των Ιταλών φάνηκε να καταπέφτει αποκαμωμένο. Το πρωί πέρασε ήσυχο. Τ’ απομεσήμερο άρχισαν να ρίχνουν με το πυροβολικό τους, πάντα πάνω στο 731, και μόνο στις οκτώ το βράδι, ύστερα από παύση της βολής, έκαναν μια αιφνιδιαστική επίθεση.
16-18 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Τρείς ημέρες, από 16 έως 18 Μαρτίου, το μέτωπο ησυχάζει, ξαναγυρίζει στην παλιά του όψη την πρίν από την επίθεση :
αραιός διάλογος πυροβολικού, περίπολοι, κάπου-κάπου κανένα αεροπλάνο.
 19 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Ξαφνικά, χαρά­ματα της 19 Μαρτίου, το ιταλικό πυροβολικό ξεσπάζει βουρλισμένο. Αμέσως εκδηλώνεται επίθεση κατά του 731, η δέκατη όγδοη.
Αυτή τη φορά οι επιτιθέμενες δυνάμεις είταν μικτές : Μπροστά πήγαιναν τέσσερα άρματα μάχης, πίσω το πεζικό.
Κοντά στις οχτώ η ώρα, το ιταλικό τμήμα είχε αποδεκατιστεί, οι αξιωματικοί του σκοτώθηκαν όλοι, εκτός από έναν που πιάστηκε αιχμάλωτος με λίγους στρατιώτες. Στο πεδίο της μάχης είχανε μείνει εκατόν-τόσοι νεκροί. Τα άρ­ματα, χτυπημένα από το πυροβολικό των Ελλήνων, που δεν είτανε καν αντι­αρματική.
20 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Την άλλη νύχτα οι Ιταλοί δοκίμασαν μιά κρούση ισχυρή, στον τομέα της XVIII Μεραρχίας, αλλά απέτυχαν κι’ εκεί. Η ορμή τους όλο και ξέ­πεφτε, η μεγάλη προσπάθεια τους είχε εξαντλήσει.
22 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
To πρωί της 22 Μαρτίου, στις δεκάμιση η ώρα, παρουσιάστηκαν στις πρώτες ελληνικές γραμμές, μπροστά στο 731, κήρυκες του εχθρού με λευκή σημαία. Είταν τρείς στρατιω­τικοί παπάδες μ’ έναν υγειονομικό αξιωματικό και τραυματιοφορείς. Αλλά ο επικεφαλής παπάς βρισκόταν σε κακή κατάσταση. Μ' όλο που του είχανε δέσει στις προφυλακές τα μάτια, είχε προλάβει να ιδεί κάτι από το τρομερό θέαμα που απλωνόταν μπροστά στο 731. Οι πρώτες καλοκαιρίες είχανε κάνει τα πτώματα να τουμπανιάσουν, άρχιζε με την αποσύνθεοή τους και η αποφορά. Αλλά δεν είταν βέβαια αυτό το χειρότερο, γιατί η σφαγή είχε φτάσει στο απο­κορύφωμά της κοντά στις ελληνικές γραμμές. Κι’ έτσι όμως, με ότι πρόλαβε να ιδεί ο άμοιρος Ιταλός παπάς, είχε κυριευτεί από τρεμούλα, το πρόσωπό του είταν λεμόνι. Οταν στο σταθμό διοικήσεως του τάγματος 111/19 του έβγαλαν τον επίδεσμο από τα μάτια, τα σκέπασε με τις δυό του παλάμες και ψιθύ­ρισε:
 «TERRIBILE»! – Τρομερό!

 Πήγε να λιγοθυμίσει και τον συνέφεραν με δυνατές  δόσεις κονιάκ.
 Πραγματικά: το θέαμα μπροστά στο 731 ξεπερνούαε την αντοχή του αν­θρώπου. Θα το διαπιστώσει το ίδιο απόγεμα ο ταγματάρχης του ελληνικού στρατού που θα διατρέξει το χώρο ανάμεσα στα δύο υψώματα, 731 και 717, για να πάει στους Ιταλούς μ' εντολή να υπογράψει το πρωτόκολλο. Σ' όλο το πλάτος της λουρίδας, κάπου εκατόν πενήντα μέτρα, τα πτώματα στιβάζονταν σε σωρούς, εδώ διαμελισμένα, αλλού παραμορφωμένα, με πληγές φο­βερές, που έχασκαν. Είταν αγκαλιασμένα σε συμπλέγματα, Ιταλοί μεταξύ τους ή και μ’ Ελληνες από τις αντιπεθέσεις, σκόρπια μέλη κομμένα, θερι­σμένα από το πυροβολικό. 
Θα γράψει μια μέρα, δύο μήνες αργότερα, το πρακτορείο Στεφάνι, πως εκεί, ανάμεσα 9 και 14 Μαρτίου του 1941, δόθηκαν μάχες που σπάνια ανα­φέρονται στην Ιστορία. Κι' αλήθεια: μετά το θρύλο του Βερντέν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν είχε σημειωθεί τέτοια εκατόμβη καθώς του 731. 
 24 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Η επίθεση θα ξανάρχιζε αργά, μετά τα μεσάνυχτα της 24ης. Είταν αι­φνιδιαστική, χωρίς πυροβολικό, και πάντα για το 731.
. Την υποστήριζαν πυκνά πυρά από τα πολυβόλα και τους όλμους. Κατόρθωσε να φτάσει ίσαμε τις ελλη­νικές θέσεις, εκεί όμως, μέσα από τα χαρακώματα, ακούστηκε το παγερό ξεθηράκωμα και η κλαγγή από τις ξιφολόγχες. Οι Ελληνες ετοιμάζονταν για αντεπίθεση, άρχιζαν κιόλας να προβαίνουν. Τότε τα Ιταλικά τμήματα λύγισαν, έκριναν φρονιμώτερο ν' αποσυρθούν. Μιά φωτοβολίδα τινάχτηκε στον ουρανό ψηλά, έδειξε πως η επίθεση είχε αποκρουστεί.
 25 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941
Στις τρεισήμιση τα νύχτα νέα απόπειρα για ιταλική επίθεση καταπνί­γηκε στο ξεκίνημα της. Την τελευταία του κρούση ο Καβαλλέρο θα την κάνει την ημέρα της Εθνικής Γιορτής των Ελλήνων, 25 Μαρτίου, στην Πέστανη και στο Σεντέλι, με ταυτόχρονο βομβαρδισμό όλου του μετώπου από πυροβολικό με αεροπορία. Αλλά θα σκοντάψει οριστικά κι’ εκεί, θα πέσει να πνιγεί μέσα στο αίμα.
Εναντίον του «731» εξαπολύθηκαν :
18 επιθέσεις από 9 έως 19 Μαρτίου, 1 στις 24 Μαρτίου, και η τελευταία την 25ηΜαρτίου ημέρα της Εθνικής Γιορτής.
 Η «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών απέτυχε. Ο Μουσολίνι έφυγε ταπεινωμένος. Το ύψωμα 731 έγινε δόξα και το όνομά του γράφτηκε στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη: «731».
Στο ύψωμα αυτό  δεν πολέμησε μόνο το Δυτικοθεσσαλικό 5 Σύνταγμα, αλλά και άλλα Συντάγματα και προπαντός το 19 Σύνταγμα . Το 19 Σύνταγμα, που σήκωσε τεράστιο βάρος της  επάλξεως αυτής αποτελούνταν από άνδρες από τη Μακεδονία και τα Χάσια της Θεσσαλίας. Ο πολεμιστής  του υψώματος 731 Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Θεόδωρος Ζήκος  σε  βιβλίο του γράφει:
«Δεν υπάρχει διαφορά ΜΑΡΑΘΩΝ -  ΘΕΡΜΟΠΥΛΑΙ - ΥΨΩΜΑ 731 διότι εις μεν τον Μαραθώνα και Θερμοπύλες συνετρίβησαν οι επιδρομείς της Ανατολής, εις δε το 731 ύψωμα συνετρίβησαν οι επιδρομείς της Δύσεως. Η αντίστασις του 731 υψώματος είναι η συνισταμένη του Ελληνο-ιταλικού αγώνος.  Εκεί εκρίθη το αήττητον των Ελλήνων και η αρετή του Έλληνος πολεμιστού».

ΤΙ ΕΧΕΙ ΓΡΑΦΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΥΨΩΜΑ 731

(ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών Α।Ε. 1978, τόμος ΙΕ, σελ.441-442)."Επί 7 ημέρες, ως τις 25 Μαρτίου η μεραρχία δοκιμάστηκε σκληρά, αλλά απέκρουσε τα κύματα των επιτιθέμενων αντιπάλων.Οι επιθέσεις και αντεπιθέσεις άρχιζαν με πυκνό κανονιοβολισμό που κατέσκαβε τα υψώματα, για να καταλήξουν σε συμπλοκές,όπου το λόγο είχαν η χειροβομβίδα και η λόγχη.Το ύψωμα 731, μεταξύ Αώου και Άψου, έμεινε θρυλικό.Ως τις 19 Μαρτίου, μετά από σχετική τριήμερη ανάπαυλα, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν κατά του υψώματος 731 όχι λιγότερες από 18 επιθέσεις.Το «731», όπως έμεινε γνωστό στην πολεμική ιστορία και των δύο αντιπάλων, υπήρξε ίσως ένα από τα πιο αιματοβαμμένα υψώματα ολόκληρου του παγκοσμίου πολέμου".

Άγγελος Τερζάκης, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΪΑ 1940-1941, Αθήναι 1964, σελ.177-178
"Ξημερώνει η 10 Μαρτίου 1941 ,ημέρα Δευτέρα, και το πυροβολικό του Καβαλλέρο ξαναρχίζει.Ξαναρχίζει από την Τρεμπεσίνα, με πείσμα διπλό, γιατί η πρώτη μέρα χάθηκε κι αυτό είναι άσχημο για μιαν επίθεση, που πρέπει να το πετύχει στις πρώτες ώρες της.Το κανονίδι τώρα απλώνεται ανατολικά, στο 731. Είναι τέτοιο που μόνο με τους θρυλικούς βομβαρδισμούς του Βερντέν, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να παραβληθεί. Τ' ακούει και ζαρώνει περίτρομη η ψυχή του ανθρώπου.
Τα ελληνικά πυρά της έκοψαν την ορμή, ως που το μεσημέρι οι Ιταλοί ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις, ξανάρχισαν, όμως, το πεζικό κατόρθωσε με μόνα τα δικά του να σπάσει το πρώτο κύμα του εχθρού. Στις 6 τ' απόγεμα οι Ιταλοί άνοιγαν μεγάλη φωτιά κατά του 731.Χύμηξαν ύστερα με ταυτόχρονη προσπάθεια να το υπερκεράσουν από τη δημοσιά, ενώ έπιαναν και να βομβαρδίζουν την Τρεμπεσίνα.Είταν η έβδομη επίθεσή τους για το 731. Το ύψωμα έμπαινε πια, ζωσμένο με φλόγες στο θρύλο"

Του Νικηφόρου Βρεττάκου
Ξυπνήσαμε κι είμαστε όλοι μας σα να βγαίναμε από κακό όνειρο. Ανακαθίσαμε ξαφνιασμένοι.- Τι είναι;Είχε πάρει να φέγγει. Βγάλαμε τα κεφάλια μας από τ’ αντίσκηνο.- Το ύψωμα 731 καίγεται!...Είχαμε τέσσερους μήνες πόλεμο και τέτοιο κακό δεν το είχαμε ματαϊδεί. Δέσαμε τις γκέτες μας γρήγορα.Σε λίγο είχαμε όλοι μας ειδοποιηθεί. Από στιγμή σε στιγμή μπορεί να χρειαστεί να ενισχύσουμε το ύψωμα.Πιάσαμε τα φρύδια του λόφου και κοιτάζαμε με σφιγμένη καρδιά. Το ύψωμα 731 ήτανε τυλιγμένο στον καπνό και στη σκόνη.
Δε φαινότανε ούτε μια πέτρα. Το εχθρικό πυροβολικό το ’χε σκεπάσει με μια βροχή από οβίδες από πάνω ως κάτω.- Πώς είναι δυνατό να υπάρχουνε εκεί πάνω άνθρωποι; ακούσαμε να λέει ένας αξιωματικός βηματίζοντας ανήσυχα.- Πάει ο λόχος του Λούη… είπε κάποιος.Όλοι μας λέγαμε για το λόχο του Λούη και θα νόμιζε κανείς, το λιγότερο, πως ο Λούης ήτανε διοικητής λόχου.Ενώ δεν ήτανε ο Λούης παρά ένας απλός στρατιώτης, ένας απλοϊκός ανθρωπάκος από την Αθήνα, που, όταν ήτανε πολίτης, πουλούσε κάρβουνα μ’ ένα καροτσάκι στις γειτονιές. Ήτανε όμως ένας περίεργος άνθρωπος. Ένας ξένοιαστος άνθρωπος, μ’ ένα γέλιο που ακούστηκε σ’ όλα τα ξεροχώραφα και σ’ όλες τις πέτρες της Αλβανίας που έτυχε να περάσουμε.Πάνω απ’ το σύνταγμα φτερούγιζε πάντοτε σα σημαία το τραγούδι του Λούη. Η φωνή του ήτανε δυνατή, πιο δυνατή κι από τη σάλπιγγα.
Σηκωνότανε όρθιος στην ώρα της μάχης και χόρευε.Την προηγούμενη μέρα έφυγε με το λόχο του για το ύψωμα 731. Την άλλη ξέσπασε η μεγάλη ιταλική επίθεση. Κοιτούσαμε το ύψωμα και λέγαμε πως οι πέτρες θα ’χουνε γίνει ασβέστης. Όσο για τους ανθρώπους… ο θεός να βάλει το χέρι του.- Δε θα ξαναϊδούμε κανέναν πια από το δέκατο λόχο…Ο συνταγματάρχης προσπαθούσε να επικοινωνήσει με το ύψωμα. Τα καλώδια είχανε όλα κοπεί από το βομβαρδισμό του πυροβολικού.Παρ’ όλη την αποφασιστικότητα η αγωνία ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του. Τα συνεργεία των τηλεφωνητών έφευγαν το ένα μετά το άλλο.Ένας οπτικός που μας απάντησε από το ύψωμα, σώπασε κι αυτός μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Ο βομβαρδισμός του πυροβολικού συνεχίζονταν. Κανείς δε μιλούσε για το τι θα γίνει. Κι ο τελευταίος στρατιώτης όμως ήξερες πως, αν έσπαζε η γραμμή του 731, το βράδυ θα μας εύρισκε ίσως πίσω κι από την Κλεισούρα.- Το μέτωπο κινδυνεύει!…
Ο συνταγματάρχης προσπαθούσε να συνεννοηθεί με συνδέσμους. Το πυροβολικό άρχισε να βάζει τώρα παντού, για να εμποδίσει κάθε ενίσχυση. Δε μπορούσαμε να σταθούμε στα πόδια μας. Μέχρις δέκα χιλιόμετρα πίσω μας η γης καίγονταν. Κάθε στιγμή που περνούσε τα πράγματα γινόντουσαν και πιο σοβαρά. Μ’ όλη την ομίχλη, σχηματισμοί από αεροπλάνα φτάνανε να βοηθήσουνε το πυροβολικό.Σ’ απόσταση δέκα μέτρων δεν άκουγες τίποτα.- Ο εχθρός εισεχώρησε στη χαράδρα προσπαθώντας να υπερφαλαγγίσει το ύψωμα 731, τέσσερα πυροβόλα της πεδινής πυροβολαρχίας μας γαβγίζουν σα γεννημένη σκύλα, ρίχνοντας χωρίς ούτε ενός δευτερολέπτου διακοπή στη χαράδρα. Έχουν ανάψει να ρίχνουν συνεχώς από τα χαράματα. Κοιτάζαμε τους πυροβολητές όρθιους μες στις οβίδες του εχθρικού πυροβολικού. Ένας να πέφτει και άλλος να παίρνει τη θέση του. Τα μάτια μας γιομίζουνε δάκρυα. «Ποτέ μου δεν είδα τέτοιο πράμα», λέει ο συνταγματάρχης.
«Ούτε είδα ούτε και μπορούσα να το φανταστώ. Αν μου ’λεγαν πως έχω τέτοιους στρατιώτες δε θα το πίστευα. Και δε θα το πίστευα γιατί δε φανταζόμουνα ποτέ πως μπορεί να υπάρχουν στον κόσμο τέτοιοι στρατιώτες.»Είναι περασμένο το μεσημέρι. Το πυροβολικό έχει αραιώσει κάπως τις βολές του, επιτέλους. Μόνο απάνω στο 731 εξακολουθεί να τσακίζει τα δέντρα. Τα πολυβόλα δίνουν και παίρνουν. Τώρα έχουμε περισσότερες ελπίδες. Κάτω στο δρόμο βλέπομε να κατεβαίνουν τα πρώτα φορεία.Τρέχομε.- Βαστάμε καλά, μας λένε οι πρώτοι στρατιώτες που περπατάνε ανάμεσα σε μια σειρά από γέρους και γυναικόπαιδα που τα οδηγούν προς τα πίσω, γιατί φοβόνται μήπως κάνουν κατασκοπεία. Είναι μια θλιβερή πορεία από Αλβανούς, μια πορεία τόσο συνηθισμένη σ’ όλουςτους πολέμους. Είναι όλοι τους φορτωμένοι μ’ ό,τι μπόρεσε να πάρει ο καθένας τους. Και πίσω τους μικρά παιδιά που περπατάνε ξυπόλητα στο κρύο......
Νύχτωσε। Ψαχουλεύοντας το σκοτάδι έχουμε πάρει τη χαράδρα σε μια φάλαγγα κατά άντρα। Οι οβίδες του πυροβολικού φωτίζουν τον ορίζοντα .Τραβάμε για το 731.

Αφήγηση ενός Ιταλού, έφεδρου ανθυπολοχαγού, που ηγήθηκε πολλές φορές των ανδρών του στις επιθέσεις κατά του 731
«Όταν εφορμήσαμε την πρώτη φορά κατά του 731, πίστευα ότι δεν θα συναντούσαμε ούτε έναν Έλληνα ζωντανό πάνω στο ύψωμα.Τόσο σφοδροί ήταν οι βομβαρδισμοί που προηγήθηκαν. Όμως εκείνοι ήταν εκεί και μας περίμεναν. Συνέχισα να πιστεύω το ίδιο και στις επόμενες επιθέσεις μας, που πάντα εκδηλώνονταν ύστερα από καταιγιστικά πυρά του πυροβολικού και της αεροπορίας μας. Όμως πάντα μας περίμεναν και μας απέκρουαν. Μετά την τρίτη μέρα των επιθέσεών μας, έπαψα πια να ελπίζω ότι δεν θα συναντούσαμε ζωντανούς τους υπερασπιστές του 731. Και οι στρατιώτες μας έπαψαν κι αυτοί να ελπίζουν πως η αεροπορία και το πυροβολικό μας θα έκαναν τη δουλειά μας αντί για μας. Αυτό είχε πολύ άσχημο αντίκτυπο στο ηθικό τους, το έβλεπα. Συχνά οι Έλληνες μας περίμεναν όρθιοι μπροστά στα κατεστραμμένα χαρακώματά τους με τις λόγχες περασμένες στα όπλα τους। Συχνά γελούσαν δυνατά και φώναζαν.Είχαν υπερβεί τον άνθρωπο. Δεν ήταν άνθρωποι πλέον, το πιστεύω αυτό, ήταν θηρία». 

Ο αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγοςαναγνωρίζοντας τον ρόλο της Διοικήσεως και των μαχητών του, σε ειδική για τους αγώνες στο ύψ. 731 διαταγή του, αναφέρει μεταξύ άλλων: "... Η προσπάθεια, την οποίαν καταβάλλει εναντίον σας ο εχθρός, δεν σας εκλόνισε, σας έδωσε μία νέα αφορμή να αποδείξητε, δια πολλοστήν φοράν, τας λαμπράς αρετάς σας και προπαντός την πίστην σας επί το δίκαιον τον αγώνος σας... Η μάχη αυτή, την οποίαν νικηφόρως διεξαγάγατε, σας εκάλυψε με δάφνας δόξης άφθαστου... Ολόκληρος ο Στρατός μας, τον οποίον Σεις τόσο λαμπρά αντιπροσωπεύετε και εις την ιστορίαν του οποίου προσθέσατε νέας ένδοξους σελίδας, σας παρακολουθεί και σας θαυμάζει. Σας απευθύνω τα πλέον θερμά συγχαρητήρια. Ζήτω ο Ελληνικός Στρατός".

Λέει ο ο Γιάννης Κασλάς γιος τουΤαγματάρχη Δημήτριου Κασλά 
..... Ο πατέρας μου, ήταν από τους λίγους που γύρισαν από το ύψωμα 731.Οσο ζούσε όμως, δεν έλεγε τίποτε για την δράση του, γιατί είχε απογοητευθεί. Μετά από όλες τις ταλαιπωρίες που πέρασε πολεμώντας στην Μικρά Ασία, απ όπου γύρισε τυφλός από τις κακουχίες, κατόπιν στο Αλβανικό και αργότερα στην Εθνική Αντίσταση όπου ήταν Διοικητής στο 52 Σύνταγμα του ΕΛΑΣ στο Λιανοκλάδι, όταν τελείωσε η αντίσταση, τον έστειλαν εξορία Κι ήταν πάρα πολύ στεναχωρημένος, γιατί δεν του αναγνώρισαν τίποτα. 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ..


Την 25η Μαρτίου 1941  στο Υψωμα 731 δεν υπήρχαν πια καστανιές να ανθίσουν την άνοιξη που ερχόταν.To τοπίο άλλαξε, τα δένδρα ξεριζώθηκαν και το ανάγλυφο μεταβλήθηκε καθώς μειώθηκε το ύψος της κορυφής κατά πέντε μέτρα .,(731 μέτρα ηταν το αρχικό υψος).Το αίμα είχε ποτίσει βαθιά τη γη και από  Ελληνες και από Ιταλούς . Στην πλαγιά του, η ιταλική μεραρχία Πούλιε είχε εξοντωθεί .Τα πτώματα των Ιταλών χρησίμευαν για προπύργιο του ρημαγμένου λόφου.
Παρά τις επιθέσεις που εκτόξευσαν οι Ιταλοί εναντίον του 731, αυτό έστεκε σαν βράχος απόρθητος που επάνω στον οποίο θραύονταν όλες οι λυσσώδεις ενέργειες του εχθρού।Το θέαμα που αντίκριζε κανείς στο χώρο μεταξύ των υψωμάτων 731 και στο διπλανό 717,ήταν μακάβριο και φρικιαστικό ξεπερνούσε τις δυνατότητες κάθε φαντασίας.Ο ακριβής αριθμός Ελλήνων πεσόντων μόνο στο 731 δεν είναι γνωστός σίγουρα ήταν πάνω από 500 και η πλειοψηφία αυτών ήταν από τα μέρη της Καρδίτσας και των Τρικάλων. 
Οι απώλειες των ελληνικών μονάδων που έλαβαν μέρος στον αγώνα για την απόκρουση της εαρινής επιθέσεως, ανήλθαν σε 47 αξιωματικούς και 1.196 οπλίτες νεκρούς, σε 144 αξιωματικούς και 3.872 οπλίτες τραυματίες και σε 42 οπλίτες αγνοουμένους. Οι απώλειες των Ιταλών κατά την ιδία περίοδο έφτασαν τους 11.800 νεκρούς και τραυματίες.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η μάχη του υψώματος 731 έκρινε τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Αν οι Ιταλοί έσπαζαν τις Ελληνικές γραμμές, τότε ο Χίτλερ δε θα επενέβαινε στην Ελλάδα. Αντιθέτως όμως επενέβη και οι επιπτώσεις ήταν ιδιαιτέρως σοβαρές. Πιο συγκεκριμένα, καθυστέρησε να επέμβει αργότερα στη Ρωσία, με αποτέλεσμα να τον πιάσει ο ρωσικός χειμώνας και να καθηλωθούν οι στρατιές του στα χιόνια και στις πολικές θερμοκρασίες.
Στο ύψωμα 731 ύψωσαν οι Ιταλοί το γενικό μνημείο των πεσόντων στην Αλβανία μαχητών τους και το ονόμασαν “Ιερή ζώνη”,και καλά έκαναν. Οι Ιταλοί έπραξαν το καθήκον των. Το  Ελληνικό  Έθνος μέχρι σήμερα τίποτα δεν έκανε. Εάν ξεχαστεί ο αγώνας του 731 υψώματος και το αίμα των ηρώων μαχητών θα είμαστε ασυγχώρητοι...».Και πράγματι. Μέχρι σήμερα  το Ελληνικό Έθνος  τίποτε δεν έκανε ώστε να στηθεί εκεί επάνω στα αιματοβαμμένα χώματα του υψώματος 731 αντάξιο ΜΝΗΜΕΙΟ της θυσίας  χιλιάδων νεκρών μας ......
Τα κόκαλα των δικών μας ακόμα βρίσκονται διάσπαρτα στο 731 ύψωμα,
 στον λόφο με τις καστανιές…










Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

ΠΑΛΑΜΑΣ Κ "Γύριζε"




Γύριζε, μη σταθείς ποτέ, ρίξε μας πέτρα μαύρη
ο ψεύτης είδωλο είναι εδώ, το προσκυνά η πλεμπάγια
η Αλήθεια τόπο να σταθή για μια στιγμή δε θάβρη.
Αλάργα. Νέκρα της ψυχής της χώρας τα μουράγια.

Η Πολιτεία λωλάθηκε, κι απόπαιδα τα κάνει
το Νου, το Λόγο, την Καρδιά, τον Ψάλτη, τον Προφήτη
κάθε σπαθί κάθε φτερό, κάθε χλωρό στεφάνι
στη λάσπη. Σταύλος ο ναός, μπουντρούμι και το σπίτι.

Από θαμπούς δερβίσηδες και στέρφους μανταρίνους,
κι από τους χαλκοπράσινους η Πολιτεία πατιέται.
Χαρά στους χασομέρήδες! Χαρά στους Αρλεκίνους!
Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.

Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα
ραγιάδες έχεις, μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.

Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι
και Μαμμωνάδες βάρβαροι και χαύνοι λεβαντίνοι
λύκοι, κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
και οι χαροκόποι αδιάντροποι, και πόρνη η Ρωμιοσύνη!

(Κ. Παλαμάς, «Η πολιτεία και η μοναξιά», 1912)