Φιλοξενούμενος είναι ο Συγγραφέας/Στιχουργός Γιώργος Σ. Κόκκινος.
― Tί είναι Τέχνη για σένα και με ποιό τρόπο την εκφράζεις μέσα από το έργο σου;
Η εξωτερίκευση των συναισθημάτων μας είναι η Τέχνη. Η έκφραση του εσωτερικού κόσμου του εαυτού μας ή της γενιάς και της εποχής μας. Αυτοί που προτίμησαν να φυλάξουν τις δημιουργίες τους σε ημερολόγια μέσα σε κλειδωμένα συρτάρια απλά δεν έγιναν καλλιτέχνες. Οι υπόλοιποι που μοιραστήκαμε το συναίσθημα αποκτήσαμε αυτή την ”ιδιαιτερότητα”. Βέβαια όταν εξωτερικεύεις τα συναισθήματά σου απαιτείται και μια στοιχειώδης επεξεργασία για να έχουν μέσα τους επαγγελματισμό, όπου κι αν θες να τα παρουσιάσεις δημόσια, και φυσικά εξαιτίας αυτής της απαραίτητης επεξεργασίας αλλοιώνονται αισθητά τα νοήματα. Απλά η γνώμη μου είναι πως θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται όλα τα είδη της λογοτεχνίας, όπως και όλα τα είδη της μουσικής αλλά και οι άλλες μορφές Τέχνης, επί ίσοις όροις. Δηλαδή να εκφράζεται οποιαδήποτε ”ιδέα” και να έχει την ίδια απήχηση και τύχη που έχουν και οι υπόλοιπες ιδέες μέσα σε μια Δημοκρατία. Σε κάθε ποίημα, θα διαπιστώσετε ότι υπάρχουν πάντα σε κάθε στροφή ”ιδέες” που συνθέτουν την κεντρική δομή του ποιήματος, την κεντρική ιδέα. Αλίμονο σε όσους προσπαθούσαν πάντα να διαβάσουν αυτολεξεί τα ποιήματα όπως είναι γραμμένα. Να γιατί η Ποιητική ως τέχνη ανοίγει πνευματικούς ορίζοντες. Γιατί αναπτύσσει την φαντασία της αποκωδικοποίησης! ”Φαντασία (=) η ψυχική/νοητική λειτουργία που βοηθά στην παροχή ενός νοήματος και στην εμπειρία κατανόησης της γνώσης”. Το αποτέλεσμά μας είναι μια μορφή τέχνης της εποχής, που οφείλετε να την αντιληφθείτε ως τέχνη ανεξαρτητοποιημένη από όποιον την έγραψε. Ο καλλιτέχνης δεν δημιουργεί Τέχνη για τον εαυτό του, αλλά για τους ομοίους του, προκειμένου να τη διαμοιραστεί, ανεξάρτητα από το αν υιοθετεί ο ίδιος σαν άνθρωπος αυτό που εκφράζει ή όχι. Η αλήθεια είναι πως βγάζουμε και τα απωθημένα μας στη γραφή, αλλά αυτό πρέπει πάντοτε να γίνεται με επαγγελματισμό. Τα συστατικά είναι τρία: Έμπνευση, Τέχνη, Τεχνική. Όπως και ο ζωγράφος με ορισμένες τεχνικές ζωγραφίζει με το πινέλο του. Το ίδιο και ο φωτογράφος με κάποιες τεχνικές απαθανατίζει το περιβάλλον στο κάδρο. Η τεχνική είναι απαραίτητη στα κείμενα του γραπτού λόγου για να τη λογαριάζουμε Τέχνη. Ένα κείμενο, ένα ποίημα, ένα τραγούδι χρειάζεται να έχει ”ψυχή” μέσα του. Με την απαραίτητη λογοτεχνική του επεξεργασία, το αποτέλεσμα έχει αλλοιωθεί από την πρώτη του γραφή.
Το λογοτεχνικό κείμενο ως έργο τέχνης για εμάς τους συγγραφείς, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία εάν διαθέτει ή δεν διαθέτει ISBN, ή εάν είναι έντυπο ή ηλεκτρονικό. Σωστό λογοτεχνικά οφείλει να είναι. Και αυτό μπορεί να κριθεί μονάχα μέσα από την αξιολόγησή του μετέπειτα, όταν παρουσιαστεί κάπου. Τα έργα όλων μας δεν απευθύνονται κατευθείαν στο κοινό, αλλά είναι ”υποχρεωμένα” να περάσουν από την κριτική νωρίτερα, ώστε να φύγουν μετά για τον κόσμο. Αυτό το νόημα είχε πάντα η έκδοση ενός έντυπου βιβλίου. Δηλαδή να αξιολογηθεί το υλικό από ομάδα φιλολόγων και μετά να διατεθεί από τον εκδοτικό, ήδη αξιολογημένο. Ορισμένοι από εμάς παρέκαμψαν την ”κριτική” μέσω της αυτοέκδοσης είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή (μετά και την Κοινοτική οδηγία που υιοθετήθηκε στην Ελλάδα από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου με τα creative commons) όμως και πάλι αυτό το λογοτεχνικό κείμενο οφείλει σε μεταγενέστερο χρόνο να κριθεί για την ποιότητα και τη τέχνη του. Δεν είμαστε χομπίστες. Είμαστε κι εμείς καλλιτέχνες. Πρέπει να γνωρίζουμε καλά ποιά είναι η Τέχνη που υπηρετούμε. Άλλος μπορεί να έχει μεγαλύτερη εμπειρία κι άλλος μικρότερη, αλλά όλοι πρέπει να αξιολογούμαστε.
Παλαιότερα είχα πει κάπου ότι εμείς οι συγγραφείς ”είμαστε οι εργάτες της ελεύθερης έκφρασης”. Αυτό αφορά δύο δικαιώματα: Το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, αλλά και το δικαίωμα της ελευθεροστομίας. Η τέχνη όμως έχει ηθικά όρια, κι επειδή ο ίδιος ο όρος παραπέμπει σε κάτι επιτρεπτό και σε μη επιτρεπτό ή σε θεμιτό και μη θεμιτό, τα όρια της τέχνης επαναπροσδιορίζονται κάθε φορά ανάλογα με το πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της εκάστοτε εποχής. Μέσω των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών προκύπτουν ηθικοί περιορισμοί ακούσια ή εκούσια από τα λεγόμενα ”ταμπού” που λογοκρίνουν την Τέχνη. Από το παραγόμενο έργο υποδεικνύεται ανά εποχή το ”επιτρεπτό” πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να κινηθεί το καλλιτεχνικό έργο. Η επικρατούσα άποψη ότι οι τέχνες θα πρέπει να επικεντρώνονται στην παραγωγή του ”ωραίου”, θεωρείται στη σύγχρονη εποχή ξεπερασμένη. Επομένως η έννοια του ”ωραίου” στην Τέχνη, σήμερα επανασυστήνεται και επαναπροσδιορίζεται μέσα από καινούργιες θεωρίες και καλλιτεχνικά ρεύματα. Ένα προϊόν τέχνης που προσβάλλει την ανθρωπιά μας, προκαλεί αποτροπιασμό και χαρακτηρίζεται από τους πολλούς ως ”ανήθικο” δεν μπορεί να θεωρηθεί αποδεκτό καλλιτεχνικά. Θα πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη μας ότι ο καλλιτέχνης δεν πρεσβεύει απαραίτητα τις θέσεις που εκφράζονται μέσω του έργου του. Ο καλλιτέχνης είναι ελεύθερος να δημιουργήσει, άλλωστε δεν μπαίνει σε κλουβί η δημιουργία, όμως θα πρέπει να έχει την εμπειρία να γνωρίζει το κατά πόσο την δημιουργία αυτή, μπορεί να την υιοθετήσει μια κοινωνία. Επιπλέον μην ξεχνάτε τη γνωστή ρήση του Σεφέρη, ”δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη”. Στηριζόμαστε στους ώμους των προγενέστερων για την έμπνευσή μας, που τη γεννά το βίωμα από την τέχνη, όπως και τα βιώματα της ζωής. Αλλά είμαι πεπεισμένος ότι αν ζούσε ο Εμπειρίκος σήμερα και κυκλοφορούσε στις μέρες μας κάτι ανάλογο όπως τον Μεγάλο Ανατολικό, η κριτική θα είχε πετάξει το μυθιστόρημά του στην πυρά και τον ίδιο τον Εμπειρίκο η κοινωνία θα τον είχε αλυσοδέσει πάνω από τη φωτιά, με τον ίδιο τρόπο που καίγανε τις μάγισσες στον Μεσαίωνα. Αξίζει επιπλέον να πω ότι στην ποίηση δεν θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνουμε τα αποφθέγματα (γνωμικά, αφορισμοί και ρητά, σοφίες) που βλέπουμε πλέον κατά κόρον σε ποιητικά βιβλία, επειδή αυτά κατατάσσονται σε άλλες κατηγορίες της λογοτεχνίας και δεν ακολουθούν την ποιητική φόρμα. Και στην τελική, ποιητής δεν είναι αυτός που θα γράψει ένα ακόμα μικρό ποιηματάκι που θα αρέσει στους πολλούς, αλλά μια ποιηματάρα ΝΑ! για τις ματάρες μιας κοπέλας που συνάντησε στο διάβα του και ήθελε να χωθεί, να κολυμπήσει μέσα τους, να βυθιστεί στα μάτια της. Ο ίδιος, δεν τόλμησα να αποκαλέσω ποτέ τον εαυτό μου ποιητή, παρά το άφησα να με κρίνουν οι υπόλοιποι.
― Πώς βλέπεις τον χώρο της Λογοτεχνίας σήμερα στην Ελλάδα και ποιά προβλήματα μπορεί να έχει;
Ο χώρος της Λογοτεχνίας στην Ελλάδα, είναι λίγο χύμα. Χύμα στο κύμα. Θα έλεγα μάλιστα ότι δεν χρειάζεται μόνο λίγα ”συμμαζεματάκια” αλλά ολική, ριζική αναδιάρθρωση και επαναπροσδιορισμό του ορισμού της συγγραφικής τέχνης. Ας ξεκαθαρίσουμε όμως τα όρια μεταξύ Λογοτεχνών και Συγγραφέων. Ένας καθηγητής πανεπιστημίου που θα συγγράψει μια επιστημονική μελέτη και θα την δημοσιεύσει σε βιβλίο, αυτομάτως θεωρείται Συγγραφέας, αλλά δεν είναι λογοτέχνης, καθώς η Λογοτεχνία εκφράζει καθαρά προσωπικές απόψεις και βιώματα, είτε μέσα από ένα δοκίμιο, είτε μέσα από ιστορίες και ποιήματα. Ο Λογοτέχνης λοιπόν, είναι αυτό που έχει ουσιαστικά καθιερωθεί στη συνείδηση του κόσμου ως ”Συγγραφέας”, και είναι κάτι που καλύπτει με τα έργα του πολλά και διάφορα είδη της Λογοτεχνίας. Επειδή στην Ελλάδα δεν έχουμε κάποια σχολή που να βγάζει Λογοτέχνες (ποιητές, στιχουργούς, συγγραφείς, σεναριογράφους ή θεατρικούς συγγραφείς) η κατάρτισή μας πάνω στο αντικείμενο πρέπει κάπως να πιστοποιείται, όπως πιστοποιείται και στους υπόλοιπους καλλιτεχνικούς χώρους. Αυτό που λείπει ακόμα είναι η δημιουργία ενός συνδικαλιστικού φορέα που θα εποπτεύει την εύρυθμη και απρόσκοπτη λειτουργία των προϋποθέσεων της δουλειάς μας. Ως επαγγελματίας δημιουργός, ακριβώς επειδή σέβομαι το αντικείμενό μου, με ενδιαφέρει να βλέπω την πρόοδο σε αυτό το αντικείμενο. Η δουλειά μου περιορίζεται στο να παραδώσω ένα προϊόν τέχνης αποδεκτό στη λογοτεχνική κοινότητα, ακριβώς επειδή από την εμπειρία μου γνωρίζω τον τρόπο για να περάσει από την αξιολόγηση. Και λέω περιορίζεται, γιατί δεν έχω την αρμοδιότητα να αξιολογήσω το περιεχόμενο της τέχνης των υπολοίπων. Θα πρέπει να επισημάνουμε ακόμα ότι ο συγγραφέας δεν είναι υπάλληλος του εκδότη κι ότι η σχέση συνεργασίας που έχουν περιορίζεται μόνο στα δικαιώματα που απορρέουν από το βιβλίο του, τα οποία διακρίνονται σε πνευματικά (οικονομικό δικαίωμα) και συγγραφικά (ηθικό δικαίωμα). Το αληθινό πρόβλημα όμως ξεκινάει από εκεί που το αναγνωστικό κοινό προτιμάει μόνο τα βιβλία που διαφημίζονται, όταν αυτό το βιβλίο πρωθείται από κάποιους ως ”επώνυμο”. Όλες τις υπόλοιπες κυκλοφορίες τις αγνοεί, ακριβώς επειδή δεν έτυχαν προβολής.
Κάθε βιβλίο έχει από πίσω μια δική του φιλοσοφία δημιουργίας. Μια δική του συνοχή ως προς τον τρόπο δημιουργίας του. Ακριβώς όπως κι ένα ενιαίο μουσικό έργο, έναν δίσκο, έχει κι αυτό εισαγωγή, κυρίως μέρος και επίλογο. Κάθε κείμενο ή κάθε ποίημα που έχει δημιουργηθεί πρέπει να έχει έχει παρόμοια χαρακτηριστικά, δηλαδή ένα εισαγωγικό σημείωμα, την κεντρική του ιδέα και ένα όμορφο τελείωμα. Αυτό από μόνο του απαιτεί επεξεργασία. Δηλαδή μετά την έμπνευση το περνάς σ’ έναν υπολογιστή και του αλλάζεις τα φώτα. Κείμενο που δεν έχει περάσει την στοιχειώδη επεξεργασία ώστε να γίνει τέχνη δεν θα έπρεπε να γίνεται αποδεκτό από οποιονδήποτε. Γι’ αυτό επιμένω ότι τα μαθήματα συγγραφής είναι μια καλή αρχή, μια χρήσιμη εμπειρία για όποιον θα ήθελε να δει πιο επαγγελματικά την τέχνη μας, ώστε να έχει την ευκαιρία να παρουσιάσει αυτό που έγραψε δημόσια οπουδήποτε αλλά και να είναι ευπαρουσίαστο. Είναι σημαντικό επίσης για να έναν νέο συγγραφέα, να προσέχει τυχόν ορθογραφικά και συντακτικά λάθη στο κείμενο, αλλά και να διαβάζει αξιόλογα βιβλία και κείμενα άλλων. Οι συγγραφείς, και εκ φύσεως πιο πολύ οι ποιητές, είμαστε υποχρεωμένοι να γνωρίζουμε ορθά την Ελληνική αφού αξιολογούμαστε από φιλολόγους. Συμπέρασμα: Διαβάστε σοβαρά βιβλία λογοτεχνίας όπως δοκίμια και ποίηση για την κατανόηση οποιουδήποτε κειμένου. Άλλωστε αυτή είναι η κατευθυντήρια γραμμή για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Άσχετα με το αν τα βιβλία αυτά είναι αυτοεκδόσεις ή όχι. Μπορεί να ανακαλύψετε μέσα τους μια νέα ”Γκέμμα” που θα σας ανοίξει τους πνευματικούς σας ορίζοντες.
― Ποια θα είναι η καλλιτεχνική σου δραστηριότητα από εδώ και πέρα;
Είμαι συγγραφικά ανενεργός εδώ και μία πενταετία, αλλά καλλιτεχνικά πάντα ενεργός για οποιαδήποτε συνεργασία με το έργο που έχει ήδη δημιουργηθεί. Είμαι ένας καλλιτέχνης με εικοσαετή καλλιτεχνική δραστηριότητα και το έργο μου απαρτίζεται από ψηφιακές συλλογές κειμένων και ποιημάτων, νουβέλες, συλλογές στίχων, ένα θεατρικό έργο και μία αμιγώς ποιητική έντυπη συλλογή, ενώ στο ενεργητικό μου έχω πολλές-πολλές ακόμα καλλιτεχνικές συνεργασίες και μουσικές δημιουργίες. Υπάρχουν κείμενα που δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας, αλλά και στίχοι που θα μπορούσαν να μελοποιηθούν επειδή δεν είναι κατάλληλοι να ενταχθούν σε κάποια ποιητική συλλογή. Θεωρώ απίθανο το ενδεχόμενο στις εποχές μας να γραφτεί κάτι καινούργιο από μένα. Σε μια εποχή που το βιβλίο έχει γίνει διακοσμητικό ποδιών και γοφών, εγώ παραμένω σιωπηλός. Έχω αφιερωθεί στη μετάδοση των γνώσεών μου σε άλλους, που ενδιαφέρονται για την ποιοτική λογοτεχνία, το σοβαρό βιβλίο, την επαγγελματική οπτική αυτής της τέχνης.
― Πώς βλέπει τον κόσμο με τα μάτια του ένας συγγραφέας σήμερα στην Ελλάδα;
Ο συγγραφέας θεωρείται μαστόρι, είναι δηλαδή τεχνίτης μιας τέχνης, ”καλής τέχνης” εν προκειμένω, και φτιάχνει προϊόντα τέχνης στα οποία έχει αφιερώσει πνευματικό κόπο και χρόνο από τη ζωή του. Η λογοτεχνία είναι κάτι που αναπτύσσεται με όλο και πιο σύγχρονες τεχνικές και εξελίσσεται ως τέχνη, όπως όλες οι άλλες καλές τέχνες, ακόμα και αν αφορά τραγούδι (κάτι που η θεωρία της λογοτεχνίας το κατατάσσει και αυτό στη λυρική ποίηση). Εκεί πρέπει να βρεθεί ο κατάλληλος μάστορας για να το εξελίξει ως είδος, είτε αφορά λογοτεχνικό κείμενο είτε τραγούδι, είτε θεατρικό κείμενο, είτε σενάριο, είτε δοκίμιο. Ο λογοτέχνης λοιπόν, επιχειρεί να αφήσει κάτι στους επόμενους που θα το βρουν έτοιμο και θα εμπνευστούν από αυτό και θα το προχωρήσουν. Οι στίχοι μας γράφτηκαν για να διαμοιράζονται, και όχι να μένουν φυλακισμένοι σε βιβλία. Ο ποιητής οφείλει όμως να μην ακολουθεί τις ”νόρμες” που ορίζουν οι άλλοι (το σύστημα αξιών, οι ηθικές αξίες μια κοινωνίας κλπ.). Και δυστυχώς η κοινωνία μας σήμερα είναι βαθύτατα συντηρητική, άσχετα αν όλοι το παίζουν απελευθερωμένα μυαλά. Κι αυτό είναι ένα καθαρά κοινωνικό ζήτημα που δεν σχετίζεται με την πολιτική ή τους πολιτικούς, αλλά έχει ένα διαστρεβλωμένο και βαθύ ριζικό υπόβαθρο στα κατάβαθα της σκέψης μας.
Να γνωρίζετε, πως τα υπολείμματα που μένουν στην ψυχή μας δεν εξαϋλώνονται στο χρόνο όπως τα σώματα των νεκρών, παρά με την πάροδο του καιρού κι όσο συσσωρεύονται μεταλαμπαδεύονται στην παράλληλη διάσταση (χωροχρόνο) που ζουν οι ψυχές των νεκρών ως μαγνητικές επιδράσεις στον δικό μας κόσμο, κι αυτό δημιουργεί ένα κομφούζιο αρνητικής ενέργειας που μαζεύει συνεχώς θραύσματα αναμνήσεων από τους ανθρώπους που έχουν φύγει από κοντά μας. Γι’ αυτό ας καθαρίσουμε την ψυχή μας κι ας αποβάλλουμε την αρνητική ενέργεια του κόσμου μας όσο αυτός στέκει ακόμα όρθιος, πριν αυτά τα υπολείμματα αναμνήσεων κουβαληθούν στη διάσταση των πεθαμένων ως μαγνητικές πηγές αρνητικής ενέργειας. Σκεφτείτε πόσα πράγματα μπορούμε να κάνουμε για να καθαρίσουμε, όχι το σώμα, αλλά το βασικότερο στοιχείο που μας διαφοροποιεί πλήρως μεταξύ μας, την ψυχή, που μετέπειτα μετατρεπόμενη σε μια άλλη μορφή ενέργειας θα συνεχίσει να υφίσταται μεταφέροντας γνώση στον κόσμο, κι ας αφεθούμε, κι ας διοχετεύσουμε την ενέργειά μας είτε στην τέχνη που έχει ανάγκη αυτή την φόρτιση, είτε σε οποιοδήποτε άλλη μορφή παρακαταθήκης μπορούμε για τις επόμενες γενεές. Και θα κλείσω αυτή τη συζήτηση με στίχους δικού σου, του ποιητή μας Πάτροκλου Χατζηαλεξάνδρου, που λένε: ”Έχω πεθάνει…/ Χρόνια τώρα/ κι απλά περιμένω/ να το ακούσω/ στις ειδήσεις των εννιά…”.
Ο Πάτροκλος Χατζηαλεξάνδρου είναι Συγγραφέας/Ποιητής
και ιδιοκτήτης του Λογοτεχνικού περιοδικού Περι-Γραφής
(https://www.peri-grafis.net/)
Πρώτη δημοσίευση https://www.ebooks4greeks.gr/