Ετικέτες
- Άρθρα
- Βιβλιοπαρουσίαση
- Γλυπτική
- Διαθεματικότητα
- Εκδηλώσεις
- Επιστήμη
- Ζωγραφική
- Θέατρο
- Ιστορία
- Κινηματογράφος
- Κοινωνία
- Λαογραφία
- Λογοτεχνία
- Μνήμες
- Μουσική
- Μουσική.
- Μυθολογία
- Παιδεία
- Περιβάλλον
- Σαν Σήμερα
- Σύγχρονη Λογοτεχνία
- Ταξιδιωτικές Εντυπώσεις
- Τέχνη
- Τεχνολογία
- Τηλεόραση
- Υγεία
- Φιλοσοφία
- Φωτογραφία
- Ψυχολογία
Σάββατο 31 Αυγούστου 2013
ΒΕΤΟΥΛΑΚΗ ΜΑΡΙΑ - έρμαιο
Από Τελεία σε Τελεία
Κάθε Εμπειρία,
στο μεσοδιάστημα,
μια Φρούδα Στιγμή
για την Αυταπάτη
μια Ανάγκη που Τάϊζε
τους Λύκους σου
αυτούς που ξεγελούσαν
τόσα χρόνια
το εφηβικό σου μυαλό
Έρμαιο,
έτσι θα σε αποκαλώ,
σταμάτησα ν' αναρωτιέμαι πια
μ' αυτό το αόρατο λουρί στο λαιμό σου
πόσο μακριά μπορείς να φτάσεις
σταμάτησα πια ν' αναρωτιέμαι
πως συντρίφτηκες
μετωπικά
με τη Μελαγχολία
τώρα ξέρω
η καταθλιπτική σου Υπερένταση
σ' έπλασε άμοιρο
κι αν αρωματιζόσουν στους καθρέφτες
ήταν κι αυτοί
έρμαια είδωλα
της πλήξης σου...
σ' έκαναν
σήμερα
μια σκονισμένη
ψυχή.
Ένα Ποτάμι στον Ωκεανό
Όχι δεν πρόκειται για τίτλο ποιήματος, ούτε για τίτλο «έντεχνου» κομματιού αλλά για πραγματικότητα. Πρόκειται για μια γνωστή υποβρύχια σπηλιά στο Μεξικό με το όνομα Cenote Angelita (Μικρός Άγγελος), όπου φαινομενικά ένας υποβρύχιος ποταμός διασχίζει τον ωκεανό.
Στην ουσία όμως, πρόκειται για ένα λεπτό στρώμα θειικού υδρογόνου που σχηματίζεται κατά το διαχωρισμό του γλυκού νερού από το αλμυρό νερό της επιφάνειας. Οι δύτες μπορούν να κολυμπήσουν μέσα σε αυτό το «κρυμμένο σύννεφο» που μοιάζει με ποτάμι. Τα κλαδιά και οι κορμοί των δέντρων που υπάρχουν εκεί κάνουν πιο ισχυρή την ψευδαίσθηση ότι κολυμπάς σε ένα ποτάμι.
Πηγή: http://www.lifo.gr
ΔΗΜΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ "ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ....Κεραμοποιός"
Κεραμοποιός
Κεραμιδάδες ή κεραμιτζήδες ήταν οι τεχνίτες που κατασκεύαζαν στα κεραμοποιεία χειροποίητα κεραμίδια, αλλά και απλά τούβλα.
Ο άνθρωπος όταν βρεθεί έξω στην ύπαιθρο ή στον δρόμο και αρχίσει να βρέχει, το πρώτο πράγμα που κάνει ασυναίσθητα, είναι να σηκώσει και τα δύο του χέρια πάνω από το κεφάλι του. Είναι μία κίνηση που εκφράζει την έμφυτη ανάγκη του ανθρώπου να προστατευτεί από αυτό το στοιχείο της φύσεως, συγχρόνως και την ανάγκη να “βάλει το κεφάλι και την φαμελιά του κάτω από μια στέγη”…Βασικό υλικό για την στέγη είναι τα κεραμίδια. Το κεραμίδι είναι η προστασία για το σπίτι, για την περιουσία και για τους ανθρώπους, με το κεραμίδι το σπίτι αναπνέει, ζει, αερίζεται! Το κεραμίδι κρατάει την υγρασία και το σπίτι δροσερό.
Λόγω των ειδικών καιρικών συνθηκών που απαιτεί η παραγωγή, οι κεραμοποιοί ασκούσαν τις δραστηριότητές τους από την άνοιξη ως και το φθινόπωρο. Για την κατασκευή μεσολαβούσαν πολλά στάδια επεξεργασίας: εξεύρεση και μεταφορά του «κεραμιδοχώματος» (αργίλου), καθάρισμα και μετατροπή του χώματος σε λάσπη, ειδική επεξεργασία της λάσπης, κατασκευή των κεραμιδιών και τούβλων με βάση τις μήτρες - καλούπια, στέγνωμα (στον ήλιο) και τέλος ψήσιμο στα καμίνια. Ορισμένοι όροι που χρησιμοποιούσαν οι κεραμοποιοί για να προσδιορίσουν κατηγορίες τεχνιτών που εμπλέκονταν στην παραγωγή, ήταν: σουσμετζής, λασπατζής, ρίχτης, κ.ά.
Η δουλειά ήταν βαριά και πολύωρη. Ο κεραμοποιός εργαζόταν από τις 3 τα ξημερώματα έως τις 10 το βράδυ, με ένα διάλλειμα το μεσημέρι, λόγω της υπερβολικής ζέστης. Αγόραζε ή νοίκιαζε το χώρο που εργαζόταν τριών περίπου στρεμμάτων με καλό και μπόλικο χώμα που να επαρκεί για 3 με 4 χρόνια. Εκεί έστηνε το εργαστήριό του.
Άνοιγε ένα πηγάδι βάθους 3 μέτρων και κατασκεύαζε μια ξύλινη καλύβα. Τη χρησιμοποιούσε για αποθήκη των προϊόντων του και για ύπνο. Στη συνέχεια, πίσω από την καλύβα κατασκεύαζε το καμίνι με τούβλα και λάσπη, οι τοίχοι του οποίου είχαν πάχος 60 - 80 εκατοστά. Το κάτω μέρος του καμινιού ήταν ημιυπόγειο και είχε ύψος 70 εκατοστά, και εκεί άναβε τη φωτιά. Το επάνω μέρος του καμινιού είχε διαστάσεις 3x4 μέτρων και ύψος 3 μέτρων και έμοιαζε με ένα ευρύχωρο δωμάτιο. Όταν τέλειωνε η κατασκευή του καμινιού, καθάριζε ο κεραμοποιός καλά το έδαφος ολόγυρα από την καλύβα έτσι ώστε να είναι λείο. Αυτό ήταν το ‘αλώνι’, στο οποίο θα τοποθετούσε αργότερα τα τούβλα και τα κεραμίδια για να στεγνώσουν. Οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούσε για την κατασκευή χειροποίητων τούβλων και κεραμιδιών ήταν χώμα, νερό και λίγη ποταμίσια άμμο. Η δουλειά ξεκινούσε από το σημείο εκσκαφής, γνωστό ως ‘λάκα’. Εκεί δυο εργάτες όπου ονομαζόντουσαν λασπάδες, έσκαβαν με τσάπες το έδαφος και έβγαζαν όσο χώμα χρειάζονταν.
Έπειτα το αργιλόχωμα το έσπαζαν με ένα ξύλινο ραβδί που ήταν κατάλληλα γυρισμένο στην άκρη για να διαλυθούν οι χωμάτινες μάζες.
Στη συνέχεια, αντλώντας νερό από το πηγάδι με την τραμπάλα, το έστελναν με ένα αυλάκι στη ‘λάκα’, στο σημείο όπου είχαν εναποθέσει το σκαμμένο χώμα. Ανακατεύοντας το χώμα με το νερό, αρχικά με τσάπες και στη συνέχεια με τα πόδια, έφτιαχναν τη λάσπη (πηλό).Μετά με τα χέρια αφού έβγαζαν το περισσότερο νερό, την ψαχούλεβαν και αφαιρούσαν κανένα χαλίκι ή κλαδάκι που έβρισκαν.
Με μια ‘καζάκα’ κατασκευασμένη από ενωμένες σανίδες, μήκους και πλάτους 60 εκατοστών περίπου, που στις δυο άκρες είχε δυο μακριά ξύλα για χερούλια, οι λασπάδες μετέφεραν λίγη λίγη τη λάσπη από τη ‘λάκα’ στο ‘αλώνι’. Στο ‘αλώνι’ άρχιζαν να τη ζυμώνουν με τα χέρια, μια φορά αν ήθελαν να κατασκευάσουν τούβλα και δυο με τρεις φορές αν ήθελαν να κατασκευάσουν κεραμίδια. Μετά το ζύμωμα, τοποθετούσαν δίπλα στο σωρό της λάσπης το ‘ντισγιάφι’, δηλαδή τον ξύλινο πάγκο που ήταν κατασκευασμένος έτσι ώστε να έχει χώρο για την ψιλή ποταμίσια άμμο και χώρο για ένα δοχείο με νερό. Ο τεχνίτης που ονομαζόταν ‘κόφτης’, είχε πάνω στον πάγκο και μπροστά του το σιδερένιο, σε ελλειπτικό σχήμα καλούπι για την κατασκευή κεραμιδιών. Τα καλούπια των κεραμιδιών ήταν σιδερένια σε σχήμα μισού κυλίνδρου, με διαφορετική περίμετρο σε κάθε άκρη (ώστε να δημιουργείται κλίση και να φεύγει το νερό από τις σκεπές). Το αλάτιζε με λίγη άμμο και στη συνέχεια έπαιρνε με τα χέρια του μια μικρή ποσότητα λάσπης, την τοποθετούσε με δύναμη μέσα στο καλούπι και με το βρεγμένο ‘λιγρί’ (ένα ειδικό παχύ ξύλο το οποίο ύστερα από κάθε χρήση το τοποθετούσε πάλι στο δοχείο με το νερό) ίσιαζε τη λάσπη ώστε να πάρει σχήμα καλουπιού. Αμέσως μετά δυο νέοι εργάτες, τα λεγόμενα ‘ριχτάρια’, έπαιρναν εναλλάξ με τη καμπυλωτή ‘λαγούτα’ το μαλακό κεραμίδι, το αλείφανε στο επάνω μέρος με λίγο νερό για να κλείσουν οι πόροι και να αποκτήσει γυαλάδα, και το τοποθετούσαν στο ‘αλώνι’, τραβώντας τη ‘λαγούτα’ με προσοχή ώστε να μη χαλάσει το σχήμα του κεραμιδιού. Τα άφηναν στον ήλιο 24 ώρες για να στεγνώσουν και μετά τα συγκέντρωναν ανά δεκάδες και τα αποθήκευαν μέσα στην καλύβα. Ακολουθούσε η κατασκευή των τούβλων. Ο ‘κόφτης’ χρησιμοποιούσε ένα καλούπι με δυο φωλιές, το οποίο σε ανάγλυφη μορφή είχε γραμμένο στον πάτο το όνομα του κεραμά.
Τα καλούπια των τούβλων (τα οποία κατασκεύαζαν οι ίδιοι ως επί το πλείστον), ήταν ορθογώνια ξύλινα κουτιά που στον πάτο τους είχαν ένα σχήμα (ορθογώνιο ή ρόμβο συνήθως), για να δημιουργηθεί μια εσοχή (για λόγους μονώσεως).
Πριν τοποθετήσει τη λάσπη στο καλούπι με τις δυο φωλιές, το αλάτιζε καλά με λίγη άμμο. Πρόσεχε να μην αφήσει κενά μέσα στο καλούπι και με ένα χοντρό ξύλο, τον ‘κόφτη’, αφαιρούσε όση λάσπη περίσσευε από το καλούπι. Τα δυο ‘ριχτάρια’ μετέφεραν το καλούπι στο ‘αλώνι’ και αναποδογύριζαν το περιεχόμενο στο έδαφος με προσοχή. Επειδή τα τούβλα είχαν μεγαλύτερο πάχος από τα κεραμίδια, 5 με 6 εκατοστά, χρειαζόντουσαν περισσότερο χρόνο για να στεγνώσουν. Αφού περνούσαν 3 με 4 μέρες, οι κεραμάδες μετέφεραν τα τούβλα στην καλύβα και συνέχιζαν την εργασία τους. Η παρασκευή των τούβλων και των κεραμιδιών δεν τελείωνε εδώ. Όταν συγκεντρωνόταν ένας μεγάλος αριθμός κεραμιδιών και τούβλων, άρχιζε το ‘καμινάρισμα’ όπου διαρκούσε μια μέρα. Μετέφεραν από την καλύβα τα κεραμίδια και τα τούβλα στο καμίνι και τα τοποθετούσαν με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Στο κάτω μέρος τοποθετούσαν σταυρωτά και αραιά μερικές σειρές τούβλων, ώστε η φλόγα της φωτιάς να μπορεί να περνάει εύκολα. Μετά τοποθετούσαν μερικές σειρές κεραμίδια, τούβλα και πάλι κεραμίδια, χωρίς κενά αυτή τη φορά. Όταν γέμιζε το καμίνι, έκλειναν με παλιά τούβλα την πόρτα του καμινιού και γέμιζαν τα κενά με λάσπη ανακατεμένη με άχυρο. Άναβαν τα καυσόξυλα που είχαν τοποθετήσει στη βάση του καμινιού με πετρέλαιο, και κρατούσαν τη φωτιά αναμμένη για 24 ώρες. Η θερμοκρασία έφτανε μέχρι 900 – 950 βαθμούς κελσίου. Όταν τέλειωνε ο απαιτούμενος χρόνος, ο κεραμάς τα άφηνε στο καμίνι 2 με 3 μέρες για να κρυώσουν. Στη συνέχεια τα στοίβαζε σε ντάνες.
Η παρακμή στο επάγγελμα του κεραμιδά επήλθε με την τεχνολογική εξέλιξη και τη δημιουργία εργοστασιακών υποδομών για τη μαζική κατασκευή κεραμιδιών, εξέλιξη που δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τα μικρά οικογενειακά κεραμοποιεία.
ΠΗΓΕΣ........
http://www.entre.gr/wp-content/uploads/2010/02/cf84ceb5cebbceb9cebacf8ccf82-cebfceb4ceb7ceb3cf8ccf82-cf80ceb1cf81ceb1ceb4cebfcf83ceb9ceb1cebacf8ecebd-ceb5cf80ceb1ceb3ceb3ceb5cebb.pdf
http://komianos.wordpress.com/2010/08/18/%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B4%CE%BF%CF%8Τετάρτη 28 Αυγούστου 2013
ΨΑΡΡΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ "Βαρύ φορτίο.."
Βαρύ φορτίο
πάνω στους ώμους του ξωμάχου
η τσάπα κι ο κασμάς.
Το χώμα άγονο γιομάτο πέτρες
φτύνει στις ροζιασμένες παλάμες του
κι αρχίζει ο πόλεμος.
Βογγά η αξίνα στα χτυπήματα
ο ιδρώτας αυλακώνει το μέτωπο του
στάζει στην σκόνη,σα να θέλει να την κάμει πηλό
να πλάσει το αμπέλι που ονειρεύεται.
Πιό πέρα...
στο δικό του το χωράφι ο ποιητής
μ' ένα μολύβι κι ένα άγραφο τετράδιο
νιώθει να του βαραίνει ο νούς
να γίνονται βουνό οι λέξεις
όταν παλεύει να τις συνταιριάξει
στις άδειες γραμμές.
Άλλοτες δεν βρίσκει τίποτα
σαν διψασμένος προσκυνητής σε έρημο
που αναζητά μιάν όαση
να πιεί νερό να ξαποστάσει.
Το τέλος της μέρας τους βρίσκει κατάκοπους
κι απάνω στης παλάντζας τα μπρούτζινα τάσια
ισορροπούν η τσάπα κι ο κασμάς
με το φτηνό μολύβι και το λιγόφυλλο τετράδιο.
ΠΟΔΑΡΑΣ ΣΠΥΡΟΣ "Το ηλιοβασίλεμα " 26/08/2013
Ανατολή
Σε περιμένω
Ηλιοβασίλεμα υπομονής
καρδιές απελπισμένες πετούν ψάχνοντας μια αγκαλιά
δυο μάτια αγάπης για να περάσει η βραδιά
Χέρια σέρνονται στην θάλασσα
σαν άλλες γοργόνες ψάχνουν τον Μεγαλέξανδρο τους
σε έναν σίγουρο πνιγμό
άστρα απόμερα σβηστά
σε πένθιμο χορό
φωτίζουν την μοναξιά
και εγώ ψάχνω εσένα τούτο το βράδυ
αγάπη σε λένε
Σε βλέπω να τρεμοπαίζεις
είσαι εκεί ψηλά βασίλισσα στον θρόνο σου
θολός ο ορίζοντας σε ψάχνω απελπισμένα
φυσώ τα σύννεφα για να σε δω
τρέχω πάνω στα αφροκύμματα να πάω ψηλά στο απέναντι βουνό
θα είμαι ποιο κοντά σου
ίσως ακουμπήσουν τα χείλη μας
ίσως αγγίξω το όνειρο μου
σου φωνάζω
αγάπη
αγάπη
Ανώφελο σαν μαγνήτης η νύχτα σε τραβά στην δική της αγκαλιά
σε αποχωρίζονται τα γήινα
σε χρειάζονται οι άγγελοι
ζωή στην νύχτα δίνεις
Ο θόρυβος που κάνει η σιωπή σου τεράστιος
ασήκωτο βάρος η μοναξιά μου
σηκώνω τα χέρια στα άστρα ζητώντας βοήθεια
αίμα στα μάτια μου
τρεμοπαίζουν τα άστρα κοιτάζοντας με
δεν θα σε αφήσουν ποτέ
με περιγελούν
Σας ιστός αράχνης τα σύννεφα κλείνουν αυλαία
φωνάζω
αγάπη
αγάπη
Πλησιάζει η ανατολή θα σε χάσω
μια αγκαλιά σου ζητιανεύω
ένα σου φιλί
ένα σου χάδι
μια σου ματιά
λίγο ηδονή
Υπομονή μου λες θα' ρθει το ηλιοβασίλεμα
Εκλιπαρώ
Θέλω μια αγάπη
θέλω να κατέβουν τα άστρα στην καρδιά μου
θέλω ο ήλιος να μας βρίσκει αγκαλιά
αγάπη
αγάπη να φωνάζω
και να ακούω
και εγώ σ' αγαπώ
Ανατολή υπομονής
σε περιμένω
αγάπη σε λένε
Σ.Π. <Τα ερωτικά >
Ανατολή
Σε περιμένω
Ηλιοβασίλεμα υπομονής
καρδιές απελπισμένες πετούν ψάχνοντας μια αγκαλιά
δυο μάτια αγάπης για να περάσει η βραδιά
Χέρια σέρνονται στην θάλασσα
σαν άλλες γοργόνες ψάχνουν τον Μεγαλέξανδρο τους
σε έναν σίγουρο πνιγμό
άστρα απόμερα σβηστά
σε πένθιμο χορό
φωτίζουν την μοναξιά
και εγώ ψάχνω εσένα τούτο το βράδυ
αγάπη σε λένε
Σε βλέπω να τρεμοπαίζεις
είσαι εκεί ψηλά βασίλισσα στον θρόνο σου
θολός ο ορίζοντας σε ψάχνω απελπισμένα
φυσώ τα σύννεφα για να σε δω
τρέχω πάνω στα αφροκύμματα να πάω ψηλά στο απέναντι βουνό
θα είμαι ποιο κοντά σου
ίσως ακουμπήσουν τα χείλη μας
ίσως αγγίξω το όνειρο μου
σου φωνάζω
αγάπη
αγάπη
Ανώφελο σαν μαγνήτης η νύχτα σε τραβά στην δική της αγκαλιά
σε αποχωρίζονται τα γήινα
σε χρειάζονται οι άγγελοι
ζωή στην νύχτα δίνεις
Ο θόρυβος που κάνει η σιωπή σου τεράστιος
ασήκωτο βάρος η μοναξιά μου
σηκώνω τα χέρια στα άστρα ζητώντας βοήθεια
αίμα στα μάτια μου
τρεμοπαίζουν τα άστρα κοιτάζοντας με
δεν θα σε αφήσουν ποτέ
με περιγελούν
Σας ιστός αράχνης τα σύννεφα κλείνουν αυλαία
φωνάζω
αγάπη
αγάπη
Πλησιάζει η ανατολή θα σε χάσω
μια αγκαλιά σου ζητιανεύω
ένα σου φιλί
ένα σου χάδι
μια σου ματιά
λίγο ηδονή
Υπομονή μου λες θα' ρθει το ηλιοβασίλεμα
Εκλιπαρώ
Θέλω μια αγάπη
θέλω να κατέβουν τα άστρα στην καρδιά μου
θέλω ο ήλιος να μας βρίσκει αγκαλιά
αγάπη
αγάπη να φωνάζω
και να ακούω
και εγώ σ' αγαπώ
Ανατολή υπομονής
σε περιμένω
αγάπη σε λένε
Σ.Π. <Τα ερωτικά >
ΣΤΕΛΛΑ - ΣΟΦΙΑ ΖΥΓΟΥΡΗ "Αγάπης μονοπάτια… "
Φλογίτσες ελπίδας κι ομορφιάς κάθε «κενής» στιγμής μας.
Μπουμπούκι πανευώδιαστο και μια δροσιά αγάπης, απ’ της ψυχής τις πιο γλυκές κι αθώες απολαύσεις.
Ευφραίνεται η καρδούλα σου, καθώς τα αντικρίζεις,και τρυφερά αισθήματα συμπάθειας πλημμυρίζεις.
Του Παραδείσου μια γωνιά, νομίζεις πως αγγίζεις.
...Ανέμελα χαμογελούν κι έμπλεα καλοσύνης, αγάπη αυτά δεν σου ζητούν, μα εσύ πολλή τους δίνεις.
Και τον σκληρό τον άνθρωπο, αυτά τον μαλακώνουν,όταν γλυκό χαμόγελο κι αγάπη τον «φορτώνουν».
Τότε η σκληράδα χάνεται, και λιώνει σαν το χιόνι,και πίστη πια του γίνεται πως λάλησε ένα αηδόνι.
Είναι το δώρο του Θεού να βλέπεις τέτοια μάτια, τέτοια γλυκά χαμόγελα, Αγάπης μονοπάτια… (Στελλα Ζυγούρη 2010)
Μ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ «Στ᾿ Ἀστεῖα Παίζαμε!»
ΠΙΝΑΚΑΣ Γ. ΙΑΚΩΒΙΔΗ «ΤΟ ΚΟΥΚΟΥ» |
Δὲ χάσαμε μόνο τὸν τιποτένιο μισθό μας
Μέσα στὴ μέθη τοῦ παιχνιδιοῦ σᾶς δώσαμε καὶ τὶς
γυναῖκες μας
Τὰ πιὸ ἀκριβὰ ἐνθύμια ποὺ μέσα στὴν κάσα κρύβαμε
Στὸ τέλος τὸ ἴδιο τὸ σπίτι μας μὲ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα.
Νύχτες ἀτέλειωτες παίζαμε, μακριὰ ἀπ᾿ τὸ φῶς τῆς
ἡμέρας
Μήπως πέρασαν χρόνια; σαπίσαν τὰ φύλλα τοῦ
ἡμεροδείχτη
Δὲ βγάλαμε ποτὲ καλὸ χαρτί, χάναμε· χάναμε ὁλοένα
Πῶς θὰ φύγουμε τώρα; ποῦ θὰ πᾶμε; ποιὸς θὰ μᾶς
δεχτεῖ;
Δῶστε μας πίσω τὰ χρόνια μας δῶστε μας πίσω τὰ
χαρτιά μας
Κλέφτες!
Στὰ ψέματα παίζαμε!
Τρίτη 27 Αυγούστου 2013
ΜΕ ΤΟ ΦΑΚΟ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΜΠΕΡΑΤΗ - ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2013
Υπέροχες φωτογραφίες από την καλοκαιρινή Ελλάδα,του αγαπημένου φίλου Οδυσσέα σχολιασμένες από τον ίδιο -με το δικό του μοναδικό τρόπο ..... |
Το πουλί που ξαπόστασε για το μεγάλο ταξίδι..... |
Πρωϊνές καχυποψίες.....
|
Βγαίνανε μαζί σεργιάνι...
Σε μιά
θάλασσα ανοιχτή και ανέλεη
μαδά η επιτυχία...Οδ. Ελύτης |
"Κομμάτια θάλασσες εδώ - κομμάτια θάλασσες πιo πέρα.." Οδ. Ελύτης |
Και πες
εμείς οι ασύμμετροι πως είμαστε
τ αχνάρια που άφησαν - και που ακολούθησες - η άγρια μέλισσα κι ο αμνός ο πενθοφόρος. Οδυσ. Ελύτης |
Στο πάνου κάστρο
του νησιού
στοιχειώσαν οι φραγκοσυκιές και τα σπερδούκλια" Γ. Ρίτσος Όπως (καθώς απαρχής της ζωής μου), εβάδιζα πάνω σε χαλίκια κι αγκάθια, πότε μ’ έναν ιβίσκο στ’ αυτί μου και πότε με ένα κρίνο στο χέρι μου, είχα την αίσθηση πως με φωτογράφιζαν άγγελοι. Νικ. Βρεττάκος Ξύπνημα γαλανό μέσ' στην πηγή Της μέρας Ήλιος - Οδ. Ελύτης
Το
σταφύλι αυτό που δίψασε η ψυχή
γεμισμένη απτόητο άνεμο.
Η θητεία του καλοκαιριού
στα πεύκα και στα κύματα.
Ένας έρωτας μεγάλος και γλαυκός,
με γυμνές ώρες που κρατάν στα
δάχτυλα την ύπαρξη.
Κυματιστή, ξεφυλλισμένη, ελεύθερη, σαν φως στα πλατιά ενδόμυχα δωμάτια. Ο. Ελύτης Κόκκινα χείλη φίλησα....
Παλεμένο στ' άγρια το
πυργί των δώδεκα μηνών γυρνούσε
στους καιρούς κόντρα κι ακουγες τα εύ των δέντρων να ευστοχούν. Περαστικός ένας μικρός Ιούλιος μοίραζε τους Νόμους: ο καθείς και η λυγαριά του διαλαλούσε. Οδυσ. Ελύτης
|
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)