Πέμπτη 25 Ιουνίου 2020

Οι Παναγιές στα τραγούδια του ποιητή Νίκου Γκάτσου



Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ

{....}

Στην Δημοτική ανώνυμη ποίηση, την έντεχνη επώνυμη αδερφή της, στα λαϊκά στιχουργήματα και στιχάκια, τα ρεμπέτικα τραγούδια και σε ορισμένους του νταλγκά αμανέδες, συναντάμε στίχους και ποιητικές μονάδες, άμεσες και έμμεσες αναφορές στην Θεοτόκο. Το όνομα της Παναγίας, είτε μέσω ποιητικών παρακλήσεων, είτε μέσω στιχουργικών ικεσιών, είτε σαν υπόμνηση ελπίδας και ελέους, παρηγοριάς ή χαράς, συναντάται και αναγνωρίζεται συχνότατα μέσα στο ελληνικό ποιητικό σώμα και στο αντίστοιχο στιχουργικό.

Επώνυμοι ποιητές και ποιήτριες, στιχουργοί, έγραψαν εκατοντάδες ποιήματα και τραγούδια που απευθύνονται ή μνημονεύουν το όνομα της Παναγίας, επικαλούνται την χάρη και βοήθειά της. Είναι ίσως, ή τουλάχιστον παράλληλα με εκείνο του Χριστού όνομα, το πλέον πολυεπαναλαμβανόμενο θρησκευτικό και εκκλησιαστικό σύμβολο μέσα στην ελληνική ποίηση και τα λαϊκά τραγούδια. Το όνομα της Παναγίας, δεν το βλέπουμε να πρυτανεύει μόνο στην εκκλησιαστική ποίηση και υμνολογία μέσα στο διαχρονικό διάβα της ορθόδοξης ελληνικής και οικουμενικής παράδοσης, αλλά έχει την ίδια βαρύνουσα συμβολική και θρησκευτική σημασία μέσα στα λαϊκά τραγούδια και επώνυμη ποίηση.

Οι ποιητές μας την αναφέρουν συχνότατα όπως και οι στιχουργοί μας, οι συνθέτες μας. Η Παναγία είναι μάλλον το ισχυρότερο πρόσωπο μέσα στην ιστορία του θείου δράματος που δεν αποκαθηλώθηκε ποτέ από το ιερό της πίστης εικόνισμα και της ελπίδας των ανθρώπων. Είναι το Πρόσωπο που στέκει ως γέφυρα μεταξύ του ενθάδε και του επέκεινα. Ο πιστός, ο απλός άνθρωπος, δεν την υμνεί μόνο, δεν την δοξάζει ελπιδοφόρα αλλά και την τραγουδεί, υφαίνει στίχους για αυτήν, διασκεδάζει έχοντάς την συντροφιά, χορεύει μαζί της, στήνει πανηγύρια, πηγαίνει σε ταβέρνες και τραγουδά, σε κουτούκια και πίνει το κρασί του με την παρέα του, σε λαϊκά μαγαζιά διασκέδασης και τέρπεται ακούγοντας λαϊκά τραγούδια που έχουν μέσα στα λόγια τους το όνομα της Παναγίας.

Η Παναγία είναι η πινακοθήκη των ανθρώπινων ενεργειών και δράσεων, συναισθημάτων, μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Είναι το Πρόσωπο του θείου σχεδιασμού που εμπεριέχεται στις απλές καθημερινές συνήθειες και κοινωνικές δράσεις των πιστών ή λιγότερο πιστών ανθρώπων πέρα και έξω από του ιερούς ναούς και τα μοναστήρια, τα κελιά και τους τόπους προσκύνησης. Η παρουσία της είναι ζυμωμένη με τις ζωές των ορθόδοξων ανθρώπων ανεξαρτήτου βαθμού και αναβαθμού πίστης. Είναι το προγονικό Πρόσωπο παρηγοριάς των Ελλήνων και Ελληνίδων μέσα στην ιστορία και παράδοση που κυκλοφορεί ανάμεσά τους με τέτοια άνεση και πλέρια συγκατάβαση, που δεν αποιεροποιήθηκε ποτέ. Η Παναγία, είναι ο άγιος χρόνος του Μύθου που είναι διαρκώς παρών μέσα στην παρούσα φθαρτότητα της ζωής. Το εγκόσμιο μεθύσι της ισχύς της παράδοσης στις συνειδήσεις και ψυχές των ανθρώπων.

Πολλοί είναι οι έλληνες και οι ελληνίδες ποιητές και στιχουργοί που αναφέρονται στην Παναγία. Συνηθέστερα χρησιμοποιούν το προσωνύμιο Παναγία ή Παναγίτσα ή άλλα Θεοτοκονύμια-από τα εκατοντάδες που έχουν συντεθεί για αυτήν καθ’ άπασα την ελληνική επικράτεια ανά τους αιώνες. Οι σχετικές θρησκευτικές και άλλες γενικότερου θεματικού ενδιαφέροντος ανθολογίες, δημοσιεύουν ή αναδημοσιεύουν ποιήματα ή τραγούδια που αναφέρονται στο Πρόσωπό της. Για τους έλληνες στιχουργούς είναι ένα σύνηθες θέμα η αναφορά στο όνομά της, είτε γράφουν ερωτικούς στίχους, είτε μπαλάντες, είτε καψουροτράγουδα, λαϊκούς ύμνους, είτε οι στίχοι τους μας μιλούν για ερωτικού περιεχομένου θέματα, κοινωνικά, διαπροσωπικών σχέσεων ζητήματα, τα σταθερά της ζωής των ανθρώπων συλλογικά και ατομικά αδιέξοδα.



Αν ο μουσικόφιλος ακούσει στίχους που έχουν συνθέσει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Πυθαγόρας, ο Κώστας Βίρβος, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ο Νίκος Γκάτσος, ο Μάνος Χατζιδάκις και πάρα πολλοί άλλοι στιχουργοί, για να αναφέρω ελάχιστα από τα γνωστά μας ονόματα-θα διαπιστώσει μέσα στα χιλιάδες τραγούδια τους να αναφέρεται το όνομα της Παναγίας.

Οι έλληνες στιχουργοί αναφέρουν το όνομά της (συμβολοποιώντας τις θείες ενέργειες βοήθειά της) σε στίχους τους όταν θέλουν να εκφράσουν τον βαθύ πόνο των ανθρώπων, την επίκληση για παρηγοριά, το έλεος, την αναζήτηση βοήθειας και ελπίδας από την Χάρη της. Ή παράκληση στο όνομα και τις πρεσβείες της, είναι όχι μόνο στιχουργικός τόπος αλλά και πολλές φορές ο ίμερος των συναισθημάτων που πηγάζουν από το νόημα και τις λέξεις του τραγουδιού. Το εγκόσμιο νόημα μιας μεταφυσικής και όμως παρούσας ελπίδας. Η μνημόνευσή της μέσα στους στίχους τους γίνεται απρόσκοπτα, θρησκευτικά ή εκκλησιαστικά, θα γράφαμε ασκόνταφτα, ομαλά, χωρίς να αλλοιώνεται η διασκεδαστική έμπνευση και πρόθεση του στιχουργού και του ίδιου του τραγουδιού. Γίνεται με ελάχιστες αφηρημένες αναφορές, χωρίς κραυγαλέες θρησκευτικές προθέσεις πίστης, δίχως μεταμφιέσεις κοινωνικών αναγωγών ή συνεκδοχικά εκκλησιαστικά σχήματα ιεροπρέπειας ή ταπεινότητας, που υιοθετεί ο κατεξοχήν χώρος της εκκλησιαστικής ποίησης και υμνολογίας.

Το γενικό περίγραμμα των στίχων ενός λαϊκού τραγουδιού είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό της εκκλησιαστικής υμνογραφίας, η εικονοποιία του δεν έχει άμεση σχέση με την εκκλησιαστική γραμματεία και παράδοση, παρά ταύτα, η έμπνευση του στιχουργού, η λυρική του διάθεση, η μελική του επιθυμία, το ταλέντο διαχείρισης των κοινωνικών αναφορών και των θεμάτων του άπτονται και προσώπων του θείου δράματος και ιδιαίτερα αυτό της Παναγίας.

Η δίψα της ανθρώπινης παρηγοριάς και ελπίδας που εκφράζει και αποτυπώνει ένας στιχουργός με τα τραγούδια του δεν μπορεί μάλλον, αν δεν αναφέρει το όνομά της να έχει νοηματική αρτιμέλεια. Ασφαλώς δεν έχουμε μια τραγουδιστική ή στιχουργική βιογραφία της Παναγίας όπως έχουμε στην εκκλησιαστική ποίηση, η θύραθεν μελοποιία έχει άλλους κανόνες και άλλους τρόπους επικοινωνίας των ανθρώπων και επεξεργασίας των προβλημάτων τους, των μεταφυσικών τους αναζητήσεων. Όμως ο ζωτικός συγκεφαλαιωτικός μύθος παρηγοριάς της Ρωμιοσύνης μέσα στο σώμα της παράδοσης της ποίησης και των τραγουδιών, παραμένει ενεργός ως τα σήμερα και ίσως και αυτόφωτος.

Ο ποιητικός λόγος-και μέσα σε αυτόν συμπεριλαμβάνεται και ένα μεγάλο μέρος των λαϊκών μας τραγουδιών, φέρει μέσα του τον ζωογόνο ψίθυρο μιας λαϊκής μεταφυσικής και ενός συμβολισμού, που δεν συρρικνώνει την ελπιδοφορία των ανθρώπων σε κανονιστικές διατάξεις ατομικής αποτροπής και δόγματα ιερής κοινωνικής απαγόρευσης, δεν φέρει μέσα του την «εκλεκτικότητα» της πίστης ή της απιστίας που φέρει ο λόγος των ιερέων ή των αρνητών της πίστης, αλλά τον συμβολισμό μιας κοινωνικής σχέσης που αληθεύει στις ζωές των ανθρώπων και της ίδιας της Ζωής. Ο λαϊκός στίχος δεν διαψεύσει ή λοιδορεί την πίστη αλλά την διευρύνει με έναν άλλο τρόπο, έστω και με έναν απαγορευτικό τρόπο διασκέδασης και ψυχαγωγίας για τους ιερείς ή μοναχούς.

Τα λαϊκά τραγούδια μπορεί να έχουν ερωτικό κυρίως περιεχόμενο, ιστορικό, κοινωνιολογικό, πολιτικό, ιδιοσυγκρασιακό, να αναφέρονται σε ανθρώπινους νταλγκάδες και άλλες ατομικές της ζωής περιπέτειες, να είναι όπως τα ρεμπέτικα, κυρίως, χασικλίδικα, να είναι «λούμπεν» θεματικού περιεχομένου όμως, όταν μνημονεύουν το όνομα της Παναγίας, συντηρούν με τον τρόπο τους-την γραφή τους-έναν πανάρχαιο συμβολισμό ατομικής παρηγοριάς, μια άλλου είδους κοινωνούντα ρεαλιστική αποτύπωση της απλής και ζώσας πίστης των ανθρώπων.

Μπορεί η μορφή ενός λαϊκού τραγουδιού να ποικίλη ανάλογα τον στιχουργό όμως η αναφορά του ονόματος της Παναγίας και ο βαθύς συμβολισμός του μέσα στο κοινωνικό σώμα, ανακαλεί υγειά συναισθήματα και εσωτερικές διεργασίες πολύπλευρων θετικών κοινωνικών εκδηλώσεων. Η ποιητική ή στιχουργική έμπνευση όπως και η ψυχαγωγία των ανθρώπων, ιδιαίτερα των ελλήνων, δεν υπόκεινται σε κράσπεδα απαγόρευσης αλλά σε όρη ελευθερίας.

Εξάλλου η ποίηση όπως και το τραγούδι δεν είναι οι επίσημες μούσες του θανάτου; Ή αν θέλετε μιας αναστάσιμης προσδοκώμενης ελπιδοφορίας;



Καταγράφω τους στίχους του ποιητή Νίκου Γκάτσου που αναφέρονται ή μνημονεύουν ή φέρουν μέσα στο τραγούδι το όνομα της Παναγίας. Τα τραγούδια αυτά, που πολλοί από εμάς έχουμε τραγουδήσει και απολαύσει αρκετές φορές, δεν έχουν κατ’ ανάγκη θρησκευτική ατμόσφαιρα τα περισσότερα, δεν κινούνται μέσα σε μια εκκλησιαστική τυπικότητα αναφορών και υμνολογίας, αλλά είναι τραγούδια και στίχοι θρησκευτικού συμβολισμού και έντονου και βαθιού ανθρώπινου συναισθήματος. Μιας θρησκευτικής ελληνικής πνοής που υπερβαίνει το χρόνο της δημιουργίας της και ταξιδεύει προς το μέλλον.

Τα θαυμάσια αυτά τραγούδια του ποιητή Νίκου Γκάτσου, του έλληνα παραμυθά και λάτρη της ελλάδας και της παράδοσής της, γράφτηκαν για να καλύψουν τις «επαγγελματικές» ανάγκες ενός ποιητή, ο οποίος συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους μουσικοσυνθέτες της εποχής του. Φέρουν μέσα τους τις αρετές που φέρει και το μοναδικό του ποιητικό έργο «Αμοργός». Αυτής της μοναδικής ποιητικής συλλογής των έξι άτιτλων μικρών μερών του ποιητή, που συντέθηκε το 1943 περίοδο ιστορικά δύσκολη και αντίξοη για την Ελλάδα. Μια ποιητική σύνθεση διαχρονικής ρεαλιστικής και κοινωνούσας της παραδοσης έμπνευσης που φέρει μέσα της όχι μόνο έναν απύθμενο λαϊκό πλούτο και επιρροές από την λαϊκή μας παράδοση, ακούσματα και ποιητικά μελίσματα, ομηρικές ανιχνεύσεις και εικόνες λαϊκών δοξασιών αλλά, και τις απαρχές της μοντέρνας ποίησης και των απαρχών του υπερρεαλισμού στον ελληνικό ποιητικό λειμώνα.

Να θυμήσουμε ότι την ίδια περίοδο ο Οδυσσέας Ελύτης δημοσιεύει τον “Ήλιο τον πρώτο”. Ένας ποιητικός λυρισμός εκφρασμένος με σύγχρονο αλλά όχι ξένο προς την ελληνική παράδοση τρόπο και ύφος που τον συναντάμαι κατά κόρον και στα κατοπινά τραγούδια του και στίχους του. Με ένα κοινό λεξιλόγειο ύφους, μελωδίας και νοηματικών οραμάτων. Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος, όντας από στόφα αυθεντικού ποιητή, υπηρέτησε τον ελληνικό λόγο διττά. Όχι μόνο με τα ελάχιστα ποιήματά του αλλά και τους μετέπειτα κυρίως τραγούδια του.

Ο Νίκος Γκάτσος, μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι, διατήρησε ζωντανό την μύθο και τα νάματα της ελληνικότητας στην χώρα μας, υπήρξε ένας μαϊστορας εκφραστής της ελληνικής λαϊκής ευαισθησίας και χειριστής της εληνικής γλώσσας από τους λίγους. Άριστος τεχνίτης και δουλευτής της ποίησης. Είτε σύνθετε ερωτικά τραγούδια, είτε έγραφε μπαλάντες, είτε ύμνους, είτε «προσευχές» είτε σάτιρες, είτε παραλλαγές, είτε δημοτικοφανείς συνθέσεις, είτε πολιτικού περιεχομένου τραγούδια ή ερωτικά στιχάκια με ευτράπελο περιεχόμενο, είτε ερωτικούς νταλγκάδες, είτε ολόκληρη σειρά ποιημάτων- τραγουδιών που αναφέρονται στον Πειραιά και τους Πειραιώτες, (ο ακροατής των τραγουδιών του και αναγνώστης του θα διαπιστώσει πάνω από 16 τραγούδια του που έχουν σαν θέμα τους τον Πειραιά και τους Πειραιώτες), είτε τραγούδια με θαλασσινό περιεχόμενο και την αρμύρα του ψαρά και την τέχνη του, ή τραγούδια για τον γάλλο ποιητή Αρθούρο Ρεμπώ ή το Άγιο όρος, τον περιηγητή Σατομπριάν και τον Καραγκιόζη, τον ελεύθερο φυλακισμένο, ήταν ο ίδιος.

Ο σημαντικός έλληνας ποιητής του προηγούμενου αιώνα που κωδικοποίησε τον ελληνικό λυρισμό και ευαισθησία μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι. Η στιχουργική του καρποφορία είναι μεγάλη. Τραγούδια για τόπους που αγάπησε και για την φυσική χλωρίδα. Δεκάδες μυρωδιές του ελληνικού φυσικού λειμώνα αποπνέει η ποίησή του. Από τραγούδια γραμμένα για τον Διγενή ως την λαϊκή αστρολογία, την μικρασιατική καταστροφή και τον Οδυσσέα Ελύτη, αποπνέουν όλα τους το άρωμα και το κλίμα μιας Ελλάδας μιας άλλης εποχής που βίωσε και αγάπησε με παθιασμένη εμμονή. Αξιοποίησε κάθε μυστική πτυχή των μυστικών της γλώσσας, για να γράψει κείμενα για τον Γιώργο Μαρίνο και την Νανά Μούσχουρη. Να μας μιλήσει για τον επαναστάτη Τσε Γκεβάρα και για την αρχαία ηρωίδα Αντιγόνη, η επιμέλεια του λόγου του ήταν μία και η αυτή.

Ο κύκλος τραγουδιών του Κατά Μάρκου (Βαμβακάρη) ή Κατά Μάρκου (Ευαγγέλιο) το τραγούδι-ποίημα για τον Γιώργο Σεφέρη, δηλώνουν τον χαρακτήρα του ποιητή και στιχουργού, ανιχνεύουμε την με την ευρύτερη έννοια θρησκευτική του-μυστική φύση του χαρακτήρα του. Εικόνες απλές, οικίες, πολλές φορές παιχνιδιάρικες, σαρκαστικές, ίσως και ναζιάρικες, νανουρίσματα και μοιρολόγια, συγγενικά αισθήματα και βαδίσματα ζωής απλών ανθρώπων, καημοί και πάθη, όνειρα και οράματα ολάκερης της φυλής, προσδοκίες εθνικές, φυλακισμένες και ελεύθερες υπάρξεις, ύμνοι ατέλειωτοι σε κοριτσόπουλα και παλαιές αγάπες μισο ανεκπλήρωτες. Τραγούδια με νοήματα πολλαπλά γεμάτα κοινωνικούς και μεταφυσικούς συμβολισμούς και εικόνες.

Ο Νίκος Γκάτσος, στα τραγούδια του, εκφράζει όλο τον πλούτο και τα μυστικά της λυρικής και ονειρικής του ονειροδιάβασης. Θα λέγαμε ότι προσέδωσε στο απλό λαϊκό καθημερινό τραγούδι μια ποιητικότητα πρωτοφανέρωτη στα ελληνικά γράμματα. Η αγάπη του για τον ισπανό ποιητή, δολοφονημένο ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, του ενίσχυσε τα φτερά του δικού του ελληνικού λυρισμού. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί, ακόμα και αν ορισμένα του τραγούδια δεν κλείνουν ομαλά την φόρμα τους, φέρουν μέσα τους το βάρος και την ποιότητα ενός ουσιαστικού ανθρωπιστικού νοήματος και σημασίας. Εμπειρίες ζωής ζυμωμένες μέσα στο καμίνι του ελληνικού χρόνου. Βάσανα και καημοί, ελπίδες και επικίνδυνες περιπέτειες βίου, ριψοκίνδυνες ενέργειες και πρακτικές, παραφυσικά φαινόμενα (όπως οι Δροσουλίτες) μετατρέπονται στην μαγεία του βλέμματός του σε πανελλήνιο τραγούδι, συγκίνηση και χορευτική διάθεση.

Υπάρχει μια σχεδιαστική ποιητική αρμονία μεταξύ των ιδεών που εκφράζει στα τραγούδια του και στις λέξεις που επιλέγει να αποτυπώσει αυτές τις πανάρχαιες μέσα στην ελληνική συνείδηση κοινωνούντες ιδέες και όνειρα. Η λαϊκή σοφία συμπλέκει με την ποιητική ευγένεια και παράγεται ένα έργο απίστευτης μαγείας και εκφρστικών τύπων, ακόμα και όταν ορισμένες φορές επαναλαμβάνεται το νόημα των τραγουδιών του από τραγούδι σε τραγούδι ή κερματισμένο το ποιητικό νόημα διαχέεται σε πολλές τραγουδιστικές του μονάδες.

Εικόνες και λέξεις, στίχοι και σύμβολα, αισθήματα και νοήματα, εξεγερτικές διαθέσεις, ελπιδοφόρες προσδοκίες και απαισιοδοξία, χρήσεις παλαιών μοτίβων της παράδοσης και των λαϊκών προλήψεων και δοξασιών, σωματικοί δεσμοί με την ελληνική γη και την ατμόσφαιρά της, παιδικές μυητικές μνήμες ζωής και παραστατικές παρομοιώσεις, λαϊκή μαρτυρολογία και βιώματα πανάρχαια της παράδοσης, αμάραντες παρουσίες κοριτσιών και παλληκαρόπουλα στην πολεμική τους ακμή και ρώμη των νιάτων τους, ανοιξιάτικες ομορφιές της ζωής και της φύσης, θυσιαστικά της ιστορίας δάνεια, σήματα αντιπροσωπευτικά ενός μυστικού ελληνικού κόσμου, ευκταίες προσδοκίες και ευδαιμονικές προθέσεις, και πολλοί άλλοι διάσπαρτοι συμβολισμοί και προφητικοί γονιμοποιοί συμβολισμοί, μαγικές τελετουργίες του Κλήδονα, έχουν την σημασία τους και την ιδιαίτερή τους αξία στο ελληνικό υφαντό του Νίκου Γκάτσου. Συγκινήσεις ζωής που καθρεφτίζουν έναν κόσμο που κινείται μεταξύ ουρανού και γης, μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Μεταξύ ποίησης και αγαθότητας. Όλα υφασμένα με έναν σύγχρονο μοντέρνο κώδικα.

Τα τραγούδια του ποιητή Νίκου Γκάτσου, διδάσκουν ήθος στίχου, ποιητική τραγουδιών, καλαισθησία ύφους, αλλά προπάντων, δίδαξαν και διδάσκουν ακόμα ατμόσφαιρα και ήθος ζωής μιας άλλης Ελλάδας που χάνεται μέσα στις στοές του χρόνου και τα φαράγγια της μυστικής παράδοσης. Η δεξιοτεχνία του, του επέτρεπε να αφουγκράζεται φωνές τόσο της ελληνικής γης όσο και των ιερών παθών των Ελλήνων.

Πολλά του τραγούδια ξεχωρίζουν για τις συχνές εμμονές του σε συγκεκριμένα θέματα. Όπως παραδείγματος χάριν η στηλίτευση της Μάνας μας Ελλάδας, η πίκρα που εκφράζει απέναντί της, είναι μεγάλη και διαρκής. Και δεν έχει άδικο. Λιτότητα αλλά και πυκνότητα περιέχουν τα τραγούδια του, είτε αυτά υμνούν είτε μιλούν με πίκρα για την μητέρα πατρίδα μας την Ελλάδα, που τα παιδιά της σκλάβους ξεπουλά. Όμως ο Νίκος Γκάτσος δεν μπαίνει στον πειρασμό να απορρίψει παντελώς αυτήν την άκαρδη και άστοργη πατρίδα την μητριά, την Ελλάδα.

Οι τόποι που αγάπησε και υμνεί με τα τραγούδια του, είναι τα δίχτυα της ευαισθησίας του που απλώνει για να ψαρέψει οσμές και αρώματα, χρώματα και άνθη, απόκρημνες κορφές και ξερά πεζούλια, αμπελώνες και ρακί, συζευκτικές αισθήσεις και συγκινήσεις, ηρωικές της ιστορίας ροές και στοιχεία στολίδια βότσαλατου χρόνου, θαλλάσσια ατμόσφαιρα σφρύγους ζωής που συναποτελούν το σώμα της ελληνικής παράδοσης. Είναι τα ιστορικά και παραδοσιακά σταμπωτά της ύπαρξής και της ζωής της μέσα στο χρόνο της ιστορίας της.

Αξίζει να τονιστεί ότι η λέξη ανθρώπινο σώμα, δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου στα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου, παρά του ότι τα τραγούδια του είναι άκρως ερωτικά και υμνητικά για την γυναίκα. Αντίθετα η λέξη παιδί, παλληκάρι, νιός, ήρωας, επαναλαμβάνεται αρκετές φορές. Όπως αντίστοιχα και η λέξη ουρανός, κόσμος, θάλασσα. Κάτι που σημαίνει τον διαρκή προβληματισμό του έντεχνου λόγου του Γκάτσου για τα μετά της ενθάδε ζωής. Για την ζωή πέρα του κόσμου τούτου. Ο ποιητής είναι ένας μεσάζοντας μεταξύ του πόνου του μακρινού και του πόνου των εδώ περιπετειών.

Ελληνοκεντρικός, θα τολμούσαμε να σημειώναμε, στα πάνω από τα 340 τραγούδια που ύφανε στον προσωπικό του αργαλειό ο ποιητής Νίκος Γκάτσος. Ελληνοκεντρικός αλλά και οικουμενικός ταυτόχρονα, όπως είναι και το ιερό σύμβολο της Παναγίας στις ψυχές των πιστών.



Συναντάμε μέσα στο στιχουργικό του σώμα, περίπου 40 τραγούδια του που μνημονεύουν με τον έναν ή άλλον τρόπο το όνομα της Παναγίας ή φέρουν τίτλο τραγουδιού που έχει το όνομά της. Από αυτά μεταφέρω σχεδόν τα μισά που καλύπτουν πιστεύω τον κύριο σκοπό αυτού του αφιερώματος. Στο σύνολο των θεματικών τραγουδιών που αναφέρουν το όνομα της Παναγίας, οφείλουμε να συμπεριλάβουμε και το ιδιαίτερης ευαισθησίας τραγούδι του «Μάνα μου μάνα» από τον κύκλο τραγουδιών Δροσουλίτες, που παρ’ ότι δεν αναφέρεται η Παναγία, ο εσταυρωμένος Χριστός είναι που επικαλείται και παρακαλεί την Παναγία:

Μάνα μου μάνα

Μάνα μου μάνα

στο δρόμο μου σπείρανε

πέτρα κι αψιθιά.

Μάνα μου μάνα

τα νιάτα μου γείρανε

κάτω απ’ τα σπαθιά.

…………….

Ουρανέ μου

στείλε μου νερό

να ποτίσω την έρημο

να φυτρώσει

λουλούδι δροσερό

στο κορμί μου τ’ αέρινο

μάνα μου μάνα

τον ήλιο σου φέρε μου πάνω στο σταυρό. 


Μια Παναγιά

Μια Παναγιά

μιάν αγάπη μου έχω κλείσει

σ’ ερημοκλήσι

αλαργινό.

Κάθε βραδιά

της καρδιάς την πόρτα ανοίγω

κοιτάζω λίγο

και προσκυνώ.


Πότε θα ΄ρθει πότε θα ΄ρθει

το καλοκαίρι

πότε τ’ αστέρι

θ’ αναστηθεί

να σου φορέσω στα μαλλιά

χρυσό στεφάνι

σαν πυροφάνι

σ’ ακρογιαλιά.


Μια Παναγιά

μιάν αγάπη μου έχω κλείσει

σ’ ερημοκλήσι

αλαργινό.

Κάθε βραδιά

της καρδιάς την πόρτα ανοίγω

δακρύζω λίγο

και προσκυνώ.


Καλυμνιώτικο

(Τώρα που πας στην ξενιτιά)

Τώρα πού πάς στην ξενιτιά

πουλί θα γίνω του νοτιά

γρήγορα να σ’ ανταμώσω

για να σου φέρω το σταυρό

που μου παράγγειλες να βρώ

δαχτυλίδι να σου δώσω.


Άντρα κι αφέντη μου έχε γειά

να ‘ναι μαζί σου η Παναγιά

κι άμα ‘ρθει το περιστέρι

θα ‘χω κρεμάσει φυλαχτό

στο παραθύρι τ’ ανοιχτό

την καρδιά μου σαν αστέρι.


Ήσουν κυπαρίσσι

στην αυλή αγαπημένο

ποιος θα μου χαρίσει

το φιλί που περιμένω.

Στ’ όμορφο ακρογιάλι

καρτερώ να μου ‘ρθεις πάλι

σα μικρό χαρούμενο πουλί.


Η βαγιά

Στής εκκλησιάς μας την αυλή

μια βαγιά είναι ριζωμένη

παράγγειλα μ’ ένα πουλί

την αυγή να με προσμένει

στα γιορτινά ντυμένη.


‘Ω καλή μου Παναγιά

φύλαξέ μου τη βαγιά.


Στη μακρινή την ξενιτιά

Μια καρδιά είναι ξεχασμένη

παράγγειλα με το νοτιά

Κυριακή να με προσμένει

στα νυφικά ντυμένη.


Ώ καλή μου Παναγιά

φύλα την σαν τη βαγιά.


4.Νανούρισμα *

(Νάνι του ρήγα το παιδί)

Νάνι του ρήγα το παιδί του βασιλιά τ’ αγγόνι

νάνι του κήπου η πασχαλιά του Μάη το χελιδόνι.


Κοιμήσου φώς της χαραυγής κι άστρο χρυσό τ’ Απρίλη

κι η Παναγιά στον ύπνο σου χαμόγελα θα στείλει.


Κάμε τον ύπνο σύννεφο και τ’ όνειρό σου πάχνη

και το πουλί τ’ Αυγερινού να σ’ ανταμώσει ψάχνει.

*»Νανούρισμα», «Θαλασσοπούλια μου» «Το τραγούδι της Σειρήνας»: Για την ταινία Aliki, mylove του Ρ. Ματέ.


[Στο Λαύριο γίνεται χορός]

Έριξα πέτρα στο πηγάδι για να βρω νερό

ένα χρυσό φλουρί στον Άδη και σε καρτερώ.


Δεν έχω ελπίδα να χαρώ

τη χάρη σου μες στο χορό.


Ψυχή στο βράχο καρφωμένη με εφτά καρφιά

μπόρα σκληρή σε περιμένει και μια συννεφιά.


Εφτά καρφιά, εφτά παιδιά

μού ‘χουν ματώσει την καρδιά.


Μια σπίθα ανάβει μεσ’ απ’ τη σβησμένη πυρκαγιά

είναι κερί που καίει τη νύχτα μπρός στην Παναγιά.


Ποιος είν’ απόψε ο τυχερός;

Στο Λαύριο γίνεται χορός.


Άσπρη μέρα και για μας

Θα ποτίσω

μ’ ένα δάκρυ μου αρμυρό

τον καιρό

πικρά

καλοκαίρια

έμαθα κοντά σου να περνώ

νεκρά

περιστέρια

γέμισε η αυγή τον ουρανό.


Θα γυρίσω

λυπημένη Παναγιά

έχε γειά

μην κλαίς

το μαράζι

μάθε φυλαχτό να μην κρεμάς

να λές

δεν πειράζει

θα ‘ρθει άσπρη μέρα και για μας.


Θυμάμαι

Θυμάμαι

ήταν η πρώτη του μηνός

είδα του χωρισμού τ’ αστέρι

μά δεν το είπα κανενός.


Θυμάμαι

μια κουρασμένη Παναγιά

σου ‘βαλε αγιόκλημα στο χέρι

κι εγώ σού είπα έχε γειά.


Ποιος αγαπάει και μένει μόνος

ποιός θέλει δάκρυ για νερό;

Όσες ημέρες έχει ο χρόνος

τόσες κι εγώ σε καρτερώ.


Κυκλαδίτικο

Στη Μύκονο στη Σέριφο στη Σίκινο στη Μήλο

πετάς κυπαρισσόμηλο κι εγώ πετάω μήλο.

Στην Αμοργό στην Κίμωλο στη Νιό στη Σαντορίνη

μου στέλνει κιτρολέμονο σου στέλνω μανταρίνι.


Παράγγειλα του κύρη σου πού πίνει τον καφέ του

να σ’ έχει μαντζουράνα του να σ’ έχει κατιφέ του.

Παράγγειλα της μάνας σου πού πλένει στο σκαφίδι

να μη σού λέει πικρόλογα τι θα τη φάει το φίδι.


Να δώσει η Μεγαλόχαρη κι η Παναγιά η Κανάλα

να μεγαλώσεις γρήγορα σαν τα κορίτσια τ’ άλλα.

Και τ’ Άγιο-Λιός ανήμερα στη Νάξο και στην Πάρο

να δώσει η Καλαμιώτισσα γυναίκα να σε πάρω.


Παράγγειλα του κύρη σου πού ρίχνει παραγάδι

ν’ ‘ρθει να κουβεντιάσουμε την Κυριακή το βράδυ.

Παράγγειλα στη μάνα σου πού μοιάζει με βαρέλι

να σε ποτίζει αφρόγαλο να σε ταϊζει μέλι.


Στη Μύκονο στη Σέριφο στη Σίκινο στη Μήλο

πετάς κυπαρισσόμηλο κι εγώ πετάω μήλο.

Στην Αμοργό στην Κίμωλο στη Νιό στη Σαντορίνη

μού στέλνεις κιτρολέμονο σού στέλνω μανταρίνι.


Άσπρο περιστέρι

Όποιος πόνεσε

μέσα στη ζωή

όποιος έκλαψε

σα μικρό παιδί-

τώρα τίποτα

πιά δε σου ζητά

μόνο στ’ όνειρο

θα σ’ αναζητά.


Άσπρο περιστέρι

μές στη συννεφιά

μού ‘δωσες το χέρι

να ‘χω συντροφιά.

Άσπρο περιστέρι

μαύρο μου φτερό

κάθε καλοκαίρι

θα σε καρτερώ.


Όταν σήκωσα

το βαρύ σταυρό

μου παράγγειλες

να ‘ρθω να σε βρώ.

Κι όταν δάκρυσα

σαν την Παναγιά

ήταν άνοιξη

και Πρωτομαγιά.


Άσπρο περιστέρι

μές στη συννεφιά

μου ‘δωσες το χέρι

να ‘χω συντροφιά.

Άσπρο περιστέρι

μαύρο μου φτερό

κάθε καλοκαίρι

θα σε καρτερώ.


Στ’ ουρανού την άκρη

Στραβά το καπελάκι μου στριμμένο το τσιγάρο

πολλές φουρτούνες πέρασα και δε φοβάμαι χάρο.

Τη θάλασσα πολέμησα του κόσμου την αρμύρα

μά τώρα πού σε γνώρισα την κάτω βόλτα πήρα.


Στ’ ουρανού την άκρη

Παναγιά σε φίλησε

παγωμένο δάκρυ

στην καρδιά μου κύλησε.


Στραβά το καπελάκι μου στο χέρι κομπολόι

μετρώ τα σκαλοπάτια σου κι η έγνοια σου με τρώει.

Μά πρίν με διώξεις άκαρδη θερμά παρακαλώ σε

περκάλι βενετσάνικο να κοιμηθούμε στρώσε.


Στ’ ουρανού την άκρη

Παναγιά σε φίλησε

παγωμένο δάκρυ

στην καρδιά μου κύλησε.


[Κάνε τη ζωή δροσιά]

Τότε πού σ’ αντάμωσα στο δρόμο

άναψα κερί στην Παναγιά

καριοφίλι σού ‘βαλα στον ώμο

κι είπα έχε γειά.


Έρημα και δύστυχα τα χρόνια

πάνω στου πολέμου τη φωτιά

έσβησε η αγάπη κι η συμπόνια

μέσα στη ματιά.


Φίλος ήσουν κι αδερφός

Άι-Δημήτρης μου κρυφός.

Έλα κάνε τη ζωή δροσιά

μές στην κοσμοχαλασιά.

Κάνε τη ζωή δροσιά

μές στην κοσμοχαλασιά

φίλος ήσουν πάντα κι αδερφός

Άι-Δημήτρης μου κρυφός.


Τώρα τα λιμάνια θα ματώσω

κι άμα δώ κουρσάρικο σταυρό

γρήγορο καράβι θ’ αρματώσω

να ‘ρθω να σε βρώ.


Θα ‘χω κερασόρακο στ’ αμπάρι

και μονεβασιώτικο κρασί

κι αν μού κάνει μάγια το φεγγάρι

μίλα του κι εσύ.


Ο μαύρος αητός

Ήτανε μια φορά

μια μάνα με δυό παιδιά

το ‘να τ’ αγάπαγε ο Χριστός

και τ’ άλλο η Παναγιά.


Μαύρος αητός περνά

και παίρνει τα δυό παιδιά

το ‘να μακριά στη θάλασσα

και τ’ άλλο στα βουνά.


Μαύρε αητέ που πάς

φωνάζουνε τα παιδιά

δρόμος μακρύς ο πόλεμος

κι η μάνα μας γερνά.

–Μαύρε αητέ που πάς

φωνάζουνε τα παιδιά

δρόμος μακρύς ο θάνατος

κι η μάνα μας πονά.


Μια σκοτεινή βραδιά

χαθήκανε τα παιδιά

το ‘να το πήρε ο Χριστός

και τ’ άλλο η Παναγιά.


Μαύρος αητός περνά

τη μάνα τους προσκυνά

στο μάτι του τ’ αδάκρυτο

δάκρυ πικρό κυλά.


Μαύρε αητέ μην κλαίς

τα δυό μου τα ορφανά

δρόμος μακρύς ο πόλεμος

και ποιος ξαναγυρνά.


Μαύρε αητέ μην κλαίς

τα χρόνια μου τα στερνά

δρόμος μακρύς ο θάνατος

και ποιος τον λησμονά.


Καλοκαίρια και βροχές

Τώρα πού πάς γιαλό γιαλό

πώς να σε λησμονήσω

την Παναγιά παρακαλώ

για να σε φέρει πίσω.


Τώρα πού παίρνεις τη χαρά

την Κυριακή του κόσμου

μίλα μου ακόμα μια φορά

και ξαναγίνε φώς μου.


Τώρα πού πάς γιαλό γιαλό

και σου φωνάζω στάσου

την Παναγιά παρακαλώ

γονατιστός μπροστά σου.


Μέρες έρχονται και πάνε

καλοκαίρια και βροχές

κι οι καρδιές που αγαπάνε

μένουν πάντα μοναχές.


Ψαλμός

Στάλα στάλα, στάλα στάλα

πάνω στ’ ουρανού τη σκάλα

κοίτα κάποιος ανεβαίνει

που πηγαίνει πού πηγαίνει

ούτε εκείνος δεν το ξέρει

μόνο της αυγής τ’ αστέρι

θα ‘ναι τώρα σύντροφός του

με τ’ αγγελικό το φώς του.


Στάλα στάλα, στάλα στάλα

απ’ τα μάτια τα μεγάλα

στής καρδιάς μου τον καθρέφτη

το ζεστό του δάκρυ πέφτει

γίνεται βροχή και χιόνι

μά η ελπίδα δεν τελειώνει

κι ό,τι εκείνος έχει αφήσει

κάποιος άλλος θα τ’ αρχίσει.


Στάλα στάλα, στάλα στάλα

Παναγιά μου παρακάλα

κοίτα κάτω και λυπήσου

να σωθούν οι άνθρωποί σου

κι όποιου η γης μας δεν του φτάνει

φόρα του χλωρό στεφάνι

μείνε πλάι του ωσότου

να ‘βρει τον παράδεισό του


Ο Χαραλάμπης

Προχτές το μεσημέρι

μεγάλη αναποδιά

μου στήσανε καρτέρι

Θεούλη μου Θεούλη μου

δυό ζόρικα παιδιά.


Ο ένας με φοβέρα

ο άλλος με σουγιά

μού πήραν τον αέρα

συχώρα με Θεούλη μου

και βόηθα Παναγιά *


Στα σίδερα με κλείσανε

κι ο ήλιος έξω λάμπει

με λένε Χαραλάμπη

και πώς να παντρευτώ.

Στα σίδερα με κλείσανε

μοσχοβολούν οι κάμποι

με λένε Χαραλάμπη

και πώς να παντρευτώ.

*Ο ένας με μαχαίρι

ο άλλος με σουγιά

μου φέραν το χαμπέρι…


Ο μαύρος ήλιος

Μαύρος ο ήλιος σήμερα

κι η ξαστεριά μια χίμαιρα

μα βρήκα βράχο και γιαλό

στον κόσμο τον αμαρτωλό

κι έριξα τα κρίματα

σε σαράντα κύματα.


Άμοιρο αδέρφι σου ‘φερα

της λευτεριάς τα νούφαρα

και με την πίκρα στην ματιά

μάζεψα τ’ άγια σου σκουτιά

κι έπλυνα τα αίματα

σε σαράντα ρέματα.


Μαύρος ο ήλιος σήμερα

κι είναι βουβά τα σήμαντρα

μα εγώ στού πόνου την πλαγιά

προσκύνησα την Παναγιά

κι έκλαψα τα θύματα

σε σαράντα μνήματα.


[Πέρασε η ντροπή]

Ένα κι ένα δύο

πέρασε η ντροπή

άσε το βιβλίο

πιάσε το τσαπί-

άνθισαν οι τάφοι

σαν την μυγδαλιά

στο παλιό χωράφι

άρχισε η δουλειά.


Εσύ κι εγώ

θα ‘χουμε οδηγό

μές στην ερημιά

δυό γερά κορμιά

και σαν παιδιά

κάθε βραδιά

τη ζωή θα τραγουδάμε

με ζεστή καρδιά.


Βγήκε το κοκόρι

πάνω στη σκεπή

πιάσε πηλοφόρι

κι έλα στο γιαπί

πρίν το δεί παλάτι

κάστρο σε βουνό

του Θεού το μάτι

το παντοτινό.

Εσύ κι εγώ…

Άσπρο χελιδόνι

σ’ το ΄χω ξαναπεί

άσε το τιμόνι

πιάσε το κουπί

κι όλο κόστα κόστα

με την Παναγιά

τα καλά σου δώσ’ τα

στη φτωχολογιά.

Εσύ κι εγώ…


Κορίτσι κυριακάτικο

Κορίτσι κυριακάτικο

με την δροσιά στην όψη

λουλούδι μου μαγιάτικο

ποιος θα σε πρωτοκόψει.


Στής εκκλησιάς τα μάρμαρα

στής Παναγιάς την πόρτα

σκορπάς του ήλιου μάλαμα

κι ανάβουνε τα χόρτα.


Κορίτσι κυριακάτικο

με τη δροσιά στην όψη

τριαντάφυλλο μαγιάτικο

ποιος θα σε πρωτοκόψει.


Κορίτσι κυριακάτικο

στητό σαν κυπαρίσσι

αμπέλι μου χωριάτικο

και ποιος θα σε τρυγήσει.


Στής εκκλησιάς τα μάρμαρα

στής Παναγιάς τ’ αλώνι

σκορπάς του ήλιου μάλαμα

και μια καρδούλα λιώνει.


Κορίτσι κυριακάτικο

στη μαρμαρένια βρύση

τσαμπί καλοκαιριάτικο

και ποιος θα σε τρυγήσει.


Δώδεκα τρελά παιδιά

Δώδεκα τρελά παιδιά

πήραν δρόμο μια βραδιά

με πινέλα και μπογιά

κι έναν ξύλινο σουγιά.


Τι ζητάτε βρέ παιδιά

μέσα στην αναποδιά

τι ζητάτε παλληκάρια

ματωμένα μου φεγγάρια;

Κάποιος βλέπει στη γωνιά

και βουίζει η γειτονιά

που γεμίσατε τους τοίχους

με συνθήματα και στίχους.


Δώδεκα τρελά παιδιά

έχουν ξάστερη καρδιά

βόηθα μάνα Παναγιά

μην τά σφάξουν σαν τραγιά.


Τι ζητάτε βρέ παιδιά

μέσα στην αναποδιά

τι ζητάτε μαθητούδια

με φωνές και με τραγούδια;

Ρίχτε πάλι πετονιά

Για να πιάστε το φονιά

το κουράγιο τι να κάνει

μπρός στού πιστολιού την κάννη!


Κάτω στα τριπόταμα

Κάτω στα τριπόταμα

δίψασα κι απόκαμα

ώσπου βρήκα-Παναγίτσα μου

ίσκιο στη ιτιά

και νερό στη ρεματιά.


Τ’ άλογό μου πότισα

κι όταν πιά ξαπόστασα

είδα ξάφνου-Παναγίτσα μου

να ‘ρχεται μια γριά

μια κυρούλα καλογριά.


Ταπεινά τη ρώτησα

γνώρισες γερόντισσα

το αγόρι –Παναγίτσα μου

τ’ αγγελόκρουστο

πού ‘χε φίλο το Χριστό;


Στρατοκόπε τι ρωτάς

δέκα χρόνους περπατάς

και γυρεύεις-Παναγίτσα μου

το χλωμό παιδί

σά φεγγάρι σε κλαδί.


Η ζωή το μοίρανε

κι ήρθαν και το πήρανε

να το πάνε-Παναγίτσα μου

περ’ απ’ τη Φραγκιά

μια βραδιά μ’ αστροφεγγιά.


Απελάτη θα το δείς

στ’ όνειρό σου αποβραδίς

μά τα δάκρυα-Παναγίτσα μου

μάθε να κρατείς:

ο Θεός είν’ ο κριτής.

Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος, κουβαλώντας τον αμέριστο νόστο της Ελλάδας μέσα στην καρδιά του και την παράδοσή της, την φύση και την γλώσσα της, τα χαμένα ιδεώδη της και ευαισθησίες της, συνεργάστηκε με τον Μάνο Χατζιδάκι κυρίως και πρωτίστως και δημιούργησαν σχολή τραγουδιού πρόσωπο προς πρόσωπο, αλλά και με τον Σταύρο Ξαρχάκο, τον Δήμο Μούτση, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Γιώργο Χατζηνάσιο και άλλους έλληνες συνθέτες. Έγραψε τραγούδια επικαιρικά, για επιθεώρηση αλλά και ένα αγγλόγλωσσο, για την Νανά Μούσχουρη.
Ο Νίκος Γκάτσος υπήρξε ένας περιηγητής της ελληνικής ευαισθησίας και της ελληνικής γης, που συντροφιά με τον Μάνο Χατζιδάκι μας δίδαξε τα μυστικά του παρόντος και του άλλου ελληνικού κόσμου. Σαν ένας στιχουργός Διγενής βιγλάτορας σε κάθε τι το ελληνικό που μυρίζει δυόσμο και θυμάρι, φλισκούνι και έρωτα, προσευχή και κόκκινο μπρούσκο κρασί από τις πεζούλες των ελληνικών αμπελώνων.


Μητέρα τ’ ουρανού

Μητέρα τ’ ουρανού

στίγμα φωτεινό του νού

γίνε πυρσός της γης

για να μ’ οδηγείς.


Δώσ’ μου πνοή

να σε κάμω τραγούδι μου

δώσ’ μου ανάσα

να σε κάμω μουσική.

Δώσ’ μου γιαλό

να σε κάμω καράβι μου

δώσ’ μου λιμάνι

να σημάνει Κυριακή.


Μητέρα τ’ ουρανού

ίλεως εσύ γενού

βγάλε με απ’ το βυθό

ν’ απολογηθώ.

Αυτήν την πνοή, πρόσφερε μεγαλόψυχα η Παναγία στον ποιητή και στιχουργό Νίκο Γκάτσο, και εκείνος την έκανε τραγούδι, την έκανε να σημάνει Κυριακή απολογίας αγάπης και ποίησης.

Τα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου εκδόθηκαν-μέρος από αυτά-στον τόμο «φύσα αεράκι φύσα με/ μη χαμηλώνεις ίσαμε» και εκδόθηκαν από τον εκδοτικό οίκο «ΙΚΑΡΟ»-Αθήνα 1992, με μια προμετωπίδα του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη και μια παρτιτούρα του Μάνου Χατζιδάκι. Το 1999 οι εκδόσεις «ΠΑΤΑΚΗ» τόλμησαν με την συμπαράσταση της συντρόφου του ποιητή στιχουργού Αγαθής Δημητρούκας και εξέδωσαν τον ογκώδη τόμο Νίκος Γκάτσος «ΟΛΑ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ». Ο τόμος αυτός περιέχει το σύνολο των τραγουδιών του ποιητή Νίκου Γκάτσου. Χρήσιμες και πολύτιμες εκδόσεις όχι μόνο για τον χώρο της ελληνικής ποίησης αλλά του Ελληνικού πολιτισμού.

Συμπληρωματικά, να αναφέρουμε ότι και τις δύο αυτές καλαίσθητες εκδόσεις των Τραγουδιών του ποιητή Νίκου Γκάτσου, υποδέχθηκαν θετικά:
Για την έκδοση του «ΙΚΑΡΟΥ» βλέπε Ευγένιος Αρανίτσης, Ελευθεροτυπία Τετάρτη 11/11/1992, σ.30, Μερικά τραγούδια είναι όντως όμορφα.
Αμάντα Μιχαλοπούλου: επιμέλεια, Η Καθημερινή Κυριακή 8/11/1992, σ. 12-, Ανέκδοτα ποιήματα του Νίκου Γκάτσου.
Ερατώ Μ. εφ. Το Παρόν Κυριακή 3/1/1992.

Για την έκδοση «ΠΑΤΑΚΗ» βλέπε:
Στρατής Πασχάλης, Το Βήμα 6/12/1992, Ο Νίκος Γκάτσος των τραγουδιών
Νίκος Μωραϊτης, Το Βήμα Τετάρτη 12/5/1999, Σε βιβλίο όλα τα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου
Νίκος Μωραιτης, Το Βήμα Κυριακή 19/5/2002, σ.30-, Ο ποιητής τραγουδιών
Βασίλης Αγγελικόπουλος, Η Καθημερινή Κυριακή Σάββατο 14-Κυριακή 15 Αυγούστου 1999, σ.34, «Άπαντα» τραγουδιών Νίκου Γκάτσου.
Νίκος Μπουρσινός, Ημερησία 4/9/1999, «όλα κύριε Νίκο είν’ εδώ»
Μισέλ Φάϊς, Ελεύθερος Τύπος Κυριακή 1/8/1999, σ.14, Το φωτεινό αίνιγμα.
Μισέλ Φάις, Ελεύθερος Τύπος Δευτέρα 6/9/1999, Το αίνιγμα του Νίκου Γκάτσου
Πάρη Σπίνου, Κυριακάτικη 16/5/1999, σ. 58- Προδημοσίευση, Μαζί όλα τα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς 11 Αυγούστου 2018




ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ https://www.timesnews.gr/











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου