Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

ΠΕΡΣΑ ΖΗΚΑΚΗ "Χριστουγεννιάτικη γιάφκα"

Φωτογραφία : Πέρσα Ζηκάκη

Οπλοστάσιο ολάκερο η αποθήκη στο βάθος του κήπου. Αόρατο σχεδόν το κρησφύγετο από βλέμματα μα με τη μυρωδιά του θανάτου μέσα του νωπή. Ράφια στολισμένα με όπλα κάθε λογής. Πιστόλια, πυρομαχικά εκρηκτικά όλα βαλμένα με τάξη και κατά κατηγορίες. Οι ενοχές πηγαινοέρχονταν με ύφος αθώο κι αυτό ήταν πολύ ανησυχητικό. Άδεια κόκκινα τενεκεδάκια της Coca Colla πεταμένα στο πάτωμα. Οι δύο νεαροί άντρες που περιφέρονταν στην αποθήκη ανήκαν στο "προσωπικό φύλαξης" του "καταστήματος". -Ρε συ Μιχάλη, εμείς εδώ τώρα που λείπουν οι άλλοι δεν κάνουμε μια μαγκιά; -Εξαρτάται Μπούφο, εξαρτάται από το τι μαγκιά εννοείς. 'Αρχισε να "κουμπώνεται" ο Μπούφος. Κοσμάς ήταν το πραγματικό όνομά του."Μπούφος" ήταν το παρατσούκλι που προσδιόριζε σαφώς και τη νοημοσύνη του. Πώς να του έλεγε τη σκέψη του. Τελικά το ξεστόμισε το μαργαριτάρι. -Να ρε συ, σκέφτομαι Χριστούγεννα έρχονται, να μη στολίσουμε κι εμείς ένα δεντράκι; έτσι για το καλό. Βρήκα ένα μικρό μέσα στο μπαούλο της γριάς. Ούτε πρόλαβε να αρθρώσει άλλη κουβέντα ο Μπούφος. Ήταν τόσο δυνατή η σφαλιάρα του τρομοκράτη που τον άφησε σχεδόν ημιλιπόθυμο... Όταν άνοιξε τα μάτια, ο Μιχάλης δεν ήταν εκεί. Σηκώθηκε ο Μπούφος απτόητος και πήγε ως το μπαούλο. Βρήκε το ψεύτικο ελατάκι που είχε επισημάνει κι άρχισε με ειδική σβελτάδα να ανοίγει τα κλαδιά του. Έπειτα μάζεψε από το πάτωμα όλα τα άδεια τενεκεδάκια και τα ξέπλυνε. Του χρειάζονταν όμως και κάποιες κορδέλες χρωματιστές για να τα δέσει και να τα κρεμάσει στο δεντράκι τους. Θυμήθηκε πως όταν ήταν παιδί μικρό ακόμα, πριν μερικά χρόνια, η μάνα του κάπως έτσι είχε στολίσει ένα δέντρο στον κήπο του σπιτιού τους. Πού να βρισκόταν όμως τέτοιο πράγμα στη γιάφκα! Τι σκεφτόταν ο Μπούφος; Πως μάλλον είχε δίκιο ο Μιχάλης που του είχε αστράψει τη σφαλιάρα, τέτοιες ώρες τέτοια λόγια". Δεν το έβαλε κάτω όμως. Κορδόνια μάλλον χρειαζόταν και σπάγγο κι από αυτά τα είδη είχαν μπόλικα. "Δεν πειράζει που δεν είναι χρωματιστά" σκέφτηκε κι άρχισε να δένει τα τενεκεδάκια με σπάγγο και τέλος τα κρέμασε στα κλαδιά του δέντρου. Φωτάκια χρειαζόταν αλλά εκεί μέσα που βρισκόταν όλα έπρεπε να είναι σκοτεινά. Όταν τελείωσε με αυτή τη σύντομη διαδικασία πήγε προς το κομμάτι του χώρου που ονόμαζαν "κουζίνα". Σε ένα πιάτο υπήρχαν μερικοί κουραμπιέδες που δυο μέρες πριν τους είχε φέρει...αλήθεια ποιος τους είχε φέρει; Ούτε που θυμόταν. Πήρε δυο τρεις στο χέρι του και τίναξε την άχνη τους στα κλαδιά του μικρού δέντρου. Χιονισμένο κι όμορφο του φάνηκε. Χαμογέλασε. "Καλά Χριστούγεννα Μπούφο" ευχήθηκε στον εαυτό του και πήγε σχεδόν ευτυχισμένος και ξάπλωσε στο ντιβάνι δίπλα στα ράφια με τα όπλα.
Π.Ζ "Κομμάτια ζωής στο συρτάρι"












Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου