Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ ΓΕΛΙΟ & ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

Γέλα καρδιά μου, γέλα βρες χρόνο να γελάς, αυτό είναι η μουσική της ψυχής .
Γιάννης  Ρίτσος

Laughing Gypsy Girl By Robert Henri

Γιώτα Αργυροπούλου  - Άτιτλο 

(Στου γέλιου σου την άκρη …)

Στου γέλιου σου την άκρη
ματώνει άσπρο μετάξι.

Δόντια πυκνά
και μαργαριταρένια.
΄
Έτσι αστράφτουν με το χιόνι
τα βουνά.

Έτσι λιποθυμούν μες στ’ άνθη τους
οι ακακίες.

Έτσι αστράφτει,
έτσι λιποθυμάει το στόμα σου
βελούδο παπαρούνας.

Όραμα πυρκαγιάς
ολάνθιστο.


από τη συλλογή Τοιχογραφία της άνοιξης, 1998




Four People Laughing, Art Painting by Bartolomeo Veneto

Ραλφ Γουάλντο Έμερσον - 
Τι σημαίνει θρίαμβος;

Να γελάς πολύ και συχνά·
να αξίζεις τον σεβασμό των ευφυών ανθρώπων
και την αγάπη των παιδιών·
να κερδίζεις την επιδοκιμασία των τίμιων κριτών
και να υπομένεις την προδοσία των ψεύτικων φίλων·
να εκτιμάς την ομορφιά·
να βρίσκεις το καλύτερο στους άλλους·
να δίνεσαι στους άλλους·
ν’ αφήσεις τον κόσμο λίγο καλύτερο απ’ όσο τον βρήκες:
μ’ ένα υγιές παιδί, μ’ έναν κήπο
ή με μια καλύτερη κοινωνία·
να έχεις παίξει και γελάσει με ενθουσιασμό
και να έχεις τραγουδήσει με πάθος·
να ξέρεις ότι κάποια ζωή ανάσανε καλύτερα
επειδή έζησες εσύ·
αυτό σημαίνει θρίαμβος.


μετάφραση: Αγαθή Δημητρούκα
(Από το «Σκάφανδρο του Αισιόδοξου»,
Άλλαν Πέρσυ, εκδόσεις Μεταίχμιο)


To laugh often and much; 

To win the respect of intelligent people 
and the affection of children; 
To earn the appreciation of honest critics 
and endure the betrayal of false friends; 
To appreciate beauty, to find the best in others; 
To leave the world a bit better, 
whether by a healthy child, 
a garden patch, or a redeemed social condition; 
To know even one life has breathed easier
 because you have lived. 
This is to have succeeded.


Young Man and Woman in an Inn | Frans Hals 

Κώστας Καρυωτάκης – Χαμόγελο

Χωρίς να το μάθει ποτέ, εδάκρυσε,
ίσως γιατί έ π ρ ε π ε να δακρύσει,
ίσως γιατί οι συφορές έ ρ χ ο ν τ α ι.

Απόψε είναι σαν όνειρο το δείλι·
απόψε η λαγκαδιά στα μάγια μένει.
Δεν βρέχει πια. Κι η κόρη αποσταμένη
στο μουσκεμένο ξάπλωσε τριφύλλι.

Σα δυο κεράσια χώρισαν τα χείλη·
κι έτσι βαθιά, γιομάτα ως ανασαίνει,
στο στήθος της ανεβοκατεβαίνει
το πλέον αδρό τριαντάφυλλο τ' Απρίλη

Ξεφεύγουνε απ' το σύννεφον αχτίδες
και κρύβονται στα μάτια της· τη βρέχει
μια λεμονιά με δυο δροσοσταλίδες

που στάθηκαν στο μάγουλο διαμάντια
και που θαρρείς το δάκρυ της πως τρέχει
καθώς χαμογελάει στον ήλιο αγνάντια.



Rembrandt Laughing, about 1628 - Self-Portrait

Κλείτος Κύρου -Σ’ είδα να γελάς

Σε είδα να γελάς την αυγή σ’ ερημικά καταφύγια
Κομματιάζοντας έναν ύπνο δίχως όνειρα έναν ύπνο χωρίς δάκρυα
Το ‘ξερα πως στον πρώτο σταθμό θα βουρκώναν τα μάτια μου
Στον επόμενο θα ‘βγαζες από το μυστικό συρτάρι εκείνες τις φωτογραφίες δαγκώνοντας το χείλι
Μου ‘λεγες πως το κάθε αστέρι δείχνει τη σωστή του κατεύθυνση
Τι σημασία κι αν ο δρόμος μας δεν ήταν ο αληθινός
*
Άλλοι χρόνια και χρόνια υποτάσσονται σε μια αναμονή χωρίς περιεχόμενο
Δεν έχουν να πουν τίποτα μεταξύ τους πιστεύουν σε κάποια άλλη μορφή της παρουσίας τους
Όταν φορούσα μια ξένη στολή έλιωνα τα κόκκινα μολύβια μου γράφοντας τ’ όνομά σου
Συλλάβιζα το σπίτι των παιδικών μου χρόνων που ζούσε ακόμη στο μνημονικό μου
Κι όσοι κατανοούσανε άρχιζαν λυπητερά τραγούδια της πατρίδας τους
Έδειχναν παλιές πληγές από βλήματα όλμου από μιαν άστοχη λέξη από μια προδοσία
Κι ύστερα όλοι σωπαίναμε γεμάτοι ένταση προσμένοντας τον αγγελιαφόρο που δεν θα έφτανε
*
Γι’ αυτό λοιπόν μη νοιάζεσαι για τη βροντή που σέρνεται κατά το πέλαγο
Μα συνερίσου εμάς που τυραννά η λειψονεριά
Μια μέρα θα βρεθεί δικαίωση σ’ αυτήν την ιστορία

(Κλείτος Κύρου, Εν όλω συγκομιδή, ΑΓΡΑ)




The Chess Game - Sofonisba Anguissola.

Ναπολέων Λαπαθιώτης -Δάκρυα


Alla C. Bot.
Ah! Ah! dal ridere sto per crepar!
«Barbiere di Seviglia»


Γέλα, με τα κρυστάλλινα τα γέλια Σου,
με τα τρελά σου, ρόδινα χειλάκια,
σκόρπα χαρές, γλυκές σαν τα ματάκια Σου,
πλασμένα όλο γι’ αγάπες και φιλάκια!…

Ρόδιζε μέσα στη σκιερή τη νύχτα μου,
αγάπης ονειρόπλαστο πουλάκι,
να κλείσουν, με τα ολόδροσα χαμόγελα,
τα βάραθρα των σπλάχνων μου, και οι λάκκοι….

Γέλα!… Το φως Σου φτάνει ως τη σκοτείνια μου!…
Και στη θανή μου, στην πικρή μου δύση,
ας είχα τέτοιον Άγγελο τρελούτσικο,
τα ολόσβηστά μου μάτια να σφαλήσει…




Bartolome Esteban Murillo A Girl and her Duenna

ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ  - Το φωτεινό χαμόγελό σου

Το φωτεινό χαμόγελό σου,
που έως θανάτου
το επόθησαν οι εραστές,

η τερηδόνα
θα το αχρηστέψει.



Dining out by Beryl Cook

Πρόδρομος Μάρκογλου -   Ξεκίνησε τη μέρα σου με γέλιο

Λάμπουν στα μάτια όνειρα
Κόσμος της κατανάλωσης και στειρωμένος
Κρατώντας μεροκάματο στα δόντια σαλτάρουμε
Επιθυμίες κι υποσχέσεις δεν σου ανήκουν
Σουρωμένοι στα φτωχά τους ρούχα
Θέλουν να πιάσουν την καλή
Κάτι σαν υπερούσια υπόσχεση που θα εκπληρωθεί
Σώζει ο καθένας τον εαυτό του
Βαθιά μ’ αυταπάτη στην αποβλάκωση
Και πρόσωπα στην ομίχλη παραδομένα
Χερουβείμ τους κρατούν απ΄τις μασχάλες
Όλοι μαζί στο λάκκο με τα φίδια
Φωνές βουβές, λέξεις παραμορφωμένες
Σε πράξεις φτάνουμε μισημένες
Γενάρης 1981 Από τη συλλογή Πάροδος Μοναστηρίου (1989)



Laughing Boy by the Dutch artist Frans Hals

Eugenio Montale  - ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΣΟΥ


Ξανασκέφτομαι το χαμόγελό σου κι’ είναι για μένα καθαρό νερό
που αντικρίζει κανείς τυχαία ανάμεσα στις πέτρες μιας ακρογιαλιάς:
ένας μικρός καθρέφτης, όπου ένας κισσός καμαρώνει τους θυσσάνους του
κι’ απάνω απ’ όλα το αγκάλιασμα ενός ήσυχου, λευκού ουρανού.

Αυτή είναι η ανάμνησή μου. Δε θα ‘ξερα να ειπώ, ω αλαργεμένε,
αν απ’ το πρόσωπό σου εκφράζεται μια ελεύθερη και ξένοιαστη ψυχή
ή είσαι από τους πλάνητες εκείνους, που τους καταπονεί η κακία του κόσμου
και κουβαλούν τον πόνο τους πάντα μαζί τους σαν φυλαχτό.

Μα αυτό μπορώ να σου ειπώ: Πως η εικόνα σου που σκέφτομαι
βυθίζει τις πιο παράξενες λύπες μες σ’ ένα κύμα ηρεμίας
και πως η μορφή σου γλιστρά μες στη σταχτιά μου μνήμη
απλή σαν την κορφούλα ενός νεαρού, τρυφερού φοίνικα.
μτφ: Κούλης Αλέπης
-Ανθ. της Ευρωπ. και Αμερικ. ποιήσεως-



Laughing Fisherboy by  Frans Hals

Charles Bukowski  - Ένα Χαμόγελο Για Να Θυμάμαι

είχαμε χρυσόψαρα και διέγραφαν κύκλους γύρω και γύρω
στη γυάλα πάνω στο τραπέζι δίπλα στις βαριές κουρτίνες
που κάλυπταν το μεγάλο παράθυρο και
η μητέρα μου, πάντα χαμογελαστή, θέλοντας όλοι μας
να είμαστε χαρούμενοι, μου έλεγε, “να `σαι χαρούμενος Χένρι!”
και είχε δίκιο: είναι προτιμότερο να `σαι χαρούμενος αν
μπορείς
μα ο πατέρας μου συνέχιζε να χτυπάει αυτή κι εμένα αρκετές φορές
τη βδομάδα ενώ
εξοργιζόταν μέσα από την 1,88 εκ. ύψος κορνίζα του γιατί δεν μπορούσε
να καταλάβει τι επιτίθετο από μέσα του.

η μητέρα μου, κακόμοιρο ψάρι,
θέλοντας να `ναι χαρούμενη, κι ενώ κακοποιούταν δυο τρεις φορές
την εβδομάδα, λέγοντας μου να `μαι χαρούμενος: “Χένρι, χαμογέλα!
γιατί δε χαμογελάς ποτέ;”

και τότε χαμογελούσε, για να μου δείξει πως, και ήταν το
πιο δυστυχισμένο χαμόγελο που είχα ποτέ δει

μια μέρα τα χρυσόψαρα πέθαναν, και τα πέντε τους,
επέπλεαν πάνω στο νερό, γερμένα στο πλάι, τα
μάτια τους ακόμη ανοιχτά,

και όταν ο πατέρας μου γύρισε σπίτι τα πέταξε στη γάτα
εκεί στο πάτωμα της κουζίνας και κοιτούσαμε όσο η μητέρα μου
χαμογελούσε
[μετάφραση: Στέλλα Σκοπελίτου]



Γιάκομπ Κορνέλις φαν Οοοστσάνεν  - Ο γελαστός Ανόητος

Charles Bukowski - Η Χαμογελαστή Καρδιά

η ζωή σου είναι η δικιά σου ζωή
μην την αφήνεις να ενωθεί σε μια υγρή υποταγή.
να παραφυλάς.
υπάρχουν έξοδοι.
υπάρχει ένα φως κάπου.
μπορεί να μην είναι πολύ φωτεινό αλλά
διώχνει το σκοτάδι
να παραφυλάς.

οι θεοί θα σου προσφέρουν ευκαιρίες.
να τις μάθεις.
να τις αρπάξεις.

δεν μπορείς να νικήσεις το θάνατο αλλά
μπορείς να νικήσεις το θάνατο στη ζωή, μερικές φορές.

και όσο πιο συχνά μάθεις να το κάνεις,
τόσο περισσότερο φως θα υπάρχει.

η ζωή σου είναι η δικιά σου ζωή
μάθε την όσο την έχεις.

είσαι υπέροχος
οι θεοί περιμένουν να πάρουν μεγάλη ευχαρίστηση
από εσένα.



“Smiling Girl, a Courtesan, Holding an Obscene Image” by Gerard van Honthorst.

Πάμπλο Νερούντα -Το Γέλιο σου

Πάρε μου το ψωμί, αν θέλεις,
πάρε μου τον αέρα, αλλά
μη μου παίρνεις το γέλιο σου.

Μη μου παίρνεις το ρόδο,
τη βρύση που σταλάζει
το νερό που άξαφνα
σκάει μες στη χαρά σου
το ασημένιο κύμα
το ξαφνικό που σε γεννάει.

Η πάλη μου είναι σκληρή και γυρίζω
με τα μάτια κουρασμένα
έχοντας δει φορές
τη γη που δεν αλλάζει,
μα μπαίνοντας το γέλιο σου
στον ουρανό ανεβαίνει ψάχνοντάς με
κι όλες ανοίγει για μένα
τις πόρτες της ζωής σου.

Αγάπη μου,την ώρα
την πιο σκοτεινή ανθίζει
το γέλιο σου κι αν ξαφνικά
βλέπεις πως το αίμα μου λεκιάζει
τις πέτρες του δρόμου,
γέλα, γιατί το γέλιο σου
θα είναι για τα χέρια μου
σαν δροσερό σπαθί.

Δίπλα στη θάλασσα φθινόπωρο
το γέλιο σου πρέπει να υψώσει
τον καταρράκτη του απ’ αφρό
και την άνοιξη, αγάπη μου,
θέλω το γέλιο σου όπως
το άνθος που περίμενα,
το άνθος γαλανό, το ρόδο
της ηχηρής πατρίδας μου.

Γέλασε για τη νύχτα
τη μέρα, τη σελήνη,
γέλασε για τους δρόμους
όλο στροφές του νησιού
γέλα για αυτό το αδέξιο
αγόρι που σε θέλει,
μα σαν εγώ ανοίγω
τα μάτια και τα κλείνω,
όταν τα βήματά μου
με πάνε και με φέρνουν
πες μου όχι το ψωμί, τον αέρα
το φως την άνοιξη
το γέλιο σου ποτέ
γιατί θα πέθαινα.»




Lais Jigsaw Jan Steen - Self-Portrait as a Violinist 


TOΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ - βυθισμένοι σε αχνά χαμόγελα και φως

βυθισμένοι σε αχνά χαμόγελα και φως
μέσα σε πολύχρωμα αδιάβροχα και ζεστούς σκούφους
φορώντας τις μαγικές τους μπότες
βυθισμένοι σε αχνά χαμόγελα και φως
κάθε πρωί εισπλέουν στο νηπιαγωγείο της γειτονιάς
οι άγγελοι που δεν γνωρίσαμε
σαν μπίλιες απ’ τις τσέπες τους στο χώμα απλώνουν
όλα τ’ αστέρια τ’ ουρανού
μας δείχνουν τον θεό που δεν πιστέψαμε
σκορπίζουν στον αέρα θαύματα που δεν αξίζουμε
με μιαν ανάσα τους στηρίζουν την ετοιμόρροπη ζωή μας

(από τη συλλογή Χώμα στον ουρανό, 1998)



 Chatterboxes - Thomas Benjamin Kennington

Τίτος Πατρίκιος - Χαμόγελο κατά διαταγήν

Στο θρίαμβό σου
που κατέρρεε
ήρθε για ενίσχυση
ένα χαμόγελο κατά διαταγήν.
Μα μόλις σε κοίταξαν
οι δυο παλιοί σου σύντροφοι
βούλιαξε το μισό
μέσα στο ρημαγμένο πρόσωπό σου
κι απόμεινε το υπόλοιπο
παγωμένο
σα μορφασμός νεκρού.
Μέσα σου
ίσως υπήρχε ακόμα κάτι τίμιο.
(Τ. Πατρίκιος, Ποιήματα, II, Κέδρος)



 Guglielmo Zocchi Roman girl

Λάμπρος Πορφύρας - Χαμόγελο

Ωραία γυναίκα, το τρελλό το γέλιο σου διαβαίνει,
σα μάταιος ήχος και σκορπά, κι ούτε μια ηχώ ξυπνά
στην ακατάδεχτη καρδιά, που αγάπη τήνε δένει
μ’ αθώα χαμόγελα βουβά.

M’ αυτά που δείχνουνε χαρά, με κάποια που σκεπάζουν
τον πόνο τους αμίλητον οι ευγενικές ψυχές,
μ’ εκείνα που μαραίνονται κρυφά και ξεθωριάζουν,
σ’ αρχαίες εικόνες σκοτεινές,

Kαι μ’ όσα ακόμα ούτε αλαφρά δε σκίζουνε τα χείλη,
κι αστράφτουν μόνο στων ματιών βαθιά τη σιγαλιά,
ωσάν τ’ αντιφεγγίσματα που απλώνονται το δείλι
στην πελαγίσιαν ερημιά…
(από το Mια Xώρα πάντα Σιωπηλή, Eρμής 1999)




 Francesco Vinea Beauty On A Garden Bench 

Γιάννης Ρίτσος  - Αύριο μπορεί να μας σκοτώσουν

Χαμογελάμε κατά μέσα. Αυτό το χαμόγελο το κρύβουμε τώρα.
Παράνομο χαμόγελο – όπως παράνομος έγινε κι ο ήλιος
παράνομη κι η αλήθεια. Κρύβουμε το χαμόγελο
όπως κρύβουμε στην τσέπη μας την φωτογραφία τής αγαπημένης μας
όπως κρύβουμε την ιδέα τής λευτεριάς ανάμεσα στα δυο φύλλα τής καρδιάς μας.
Όλοι εδώ πέρα έχουμε έναν ουρανό και το ίδιο χαμόγελο.
Αύριο μπορεί να μας σκοτώσουν. Αυτό το χαμόγελο
και αυτόν τον ουρανό δε μπορούν να μας τα πάρουν.

The Viola Da Gamba Player  by Dutch School

Γιώργος Σαραντάρης  - Ήταν μια μέρα γελαστή

Ήταν μια μέρα γελαστή
που τη χορεύαν όλοι

Ένας σοφός μας άκουγε ξανά
να λέμε παραμύθια

Κι ήταν μια τρέλα τα πουλιά
που ακούμπαγαν στην πλάση

Ήταν καιρός που άνοιγε η καρδιά
και μπαίναν τα λουλούδια

Εκελαηδούσαν όλο πιο γλυκά
τα σύννεφα στα δέντρα




Mother And Child by Anthony Mwangi 

Μ. Σαχτούρης -Το φεγγάρι γελάει

Καίει
καίει ἡ νύχτα
οἱ ἄνθρωποι τρῶνε
ὀνομάζοντας σκοτεινές ἀρρώστειες
ἡ γυναίκα λέει για ἕνα γάμο
ἀνεβαίνει
ἀνεβαίνει φωτεινή ρουκέτα
στον οὐρανό ἡ νύφη
ὁ γαμπρός κόλλησε στη γῆ
γεμάτος κόκκινα στίγματα καὶ στάχτη
κλαίει ἡ γυναίκα
το φεγγάρι γελάει
το φεγγάρι κλαίει
ἡ γυναίκα γελάει



A Beauty Holding A Basket Of Roses by Gaetano Bellei

Γιώργος Σεφέρης  - Διάλειμμα Χαρᾶς
Πεντέλη, ἄνοιξη

Εἴμασταν χαρούμενοι ὅλοι ἐκεῖνο το πρωί
θεέ μου πόσο χαρούμενοι.
Πρῶτα γυάλιζαν οἱ πέτρες τα φύλλα τα λουλούδια
ἔπειτα ὁ ἥλιος
ἕνας μεγάλος ἥλιος ὅλο ἀγκάθια μα τόσο ψηλά στον οὐρανό.
Μια νύμφη μάζευε τις ἔνοιές μας και τις κρεμνοῦσε στα δέντρα
ἕνα δάσος από δέντρα τοῦ Ἰούδα.
Ἐρωτιδεῖς και σάτυροι παῖζαν και τραγουδοῦσαν
κι ἔβλεπες ρόδινα μέλη μέσα στις μαῦρες δάφνες
σάρκες μικρῶν παιδιῶν.

Εἴμασταν χαρούμενοι ὅλο το πρωΐ
ἡ ἄβυσσο κλειστό πηγάδι
ὅπου χτυποῦσε το τρυφερό πόδι ἑνός ἀνήλικου φαύνου
θυμᾶσαι το γέλιο του: πόσο χαρούμενοι!

Ἔπειτα σύννεφα βροχὴ και το νοτισμένο χῶμα
ἔπαψες να γελᾶς σαν ἔγειρες μέσα στην καλύβα
κι ἄνοιξες τα μεγάλα σου τα μάτια κοιτάζοντας
τον ἀρχάγγελο να γυμνάζεται με μία πύρινη ρομφαία-
«Ἀνεξήγητο» εἶπες «ἀνεξήγητο
δεν καταλαβαίνω τούς ἀνθρώπους
ὅσο και να παίζουν με τα χρώματα
εἶναι ὅλοι τους μαῦροι»



A Merry Group Behind A Balustrade With A Violin And A Lute Player 
by Gerrit van Honthorst 

.Μάτση Χατζηλαζάρου -Χαμόγελα

Λόγια για σύγχρονη μουσική, επονομαζόμενη «Swing»

Από το χαμόγελό σου πετάξανε
δέκα πουλιά, στους ώμους μου επάνω.
Το χαμόγελό σου το κρατάς
όπως ένα παιδί τη ναυτική του ψάθα.

Μια ανεμώνη τινάχτηκε
μέσα στην αγκαλιά μου
πίσω απ’ τα παραθυρόφυλλα γελάει μια αχτίδα.
Η θάλασσα αναμοχλεύει τ’ άσπρα της χαλίκια
όλες οι πεταλούδες φέρνουν τα χαμόγελά σου.

Δυο κόκκινες χάντρες κύλησαν
από μιας κοπέλας το λαιμό.
Οι λυγαριές αναστενάζουν μες στη ρεματιά
χορεύουμε, χορεύουμε, η μουσική μας είναι η σελήνη
όλες οι πεταλούδες φέρνουν τα χαμόγελά σου.

Όταν μεθάει το κρασί
το πίνω μες στα χείλια σου
ο ήλιος σηκώνεται προτού ξυπνήσει το φιλί.
Η παλάμη σου ανοίγει όταν σκάει το σύκο
όλες οι πεταλούδες φέρνουν τα χαμόγελά σου.

Από το χαμόγελό σου πετάξανε
δέκα πουλιά, στους ώμους μου επάνω.
Το χαμόγελό σου το κρατάς
όπως ένα παιδί τη ναυτική του ψάθα.
[πηγή: Μάτση Χατζηλαζάρου, Ποιήματα 1944-1985, Ίκαρος, Αθήνα 1989, σ. 32]




Smile by Anthony Mwangi 

Κωνσταντίνος Χατζόπουλος - Και γελούσες ωχρά

Και γελούσες ωχρά
και θωρούσες θλιμμένα,
λες και σού ήταν νεκρά
τ’ άνθη που είχα σπαρμένα.

Κι ως περνούσες, εμπρός
είχα εκεί γονατίσει·
ήσουν λάμψη κι αφρός
και στα χέρια έχει σβήσει.

Ήταν τ’ άστρα ή κεριά
που είχαν γύρω αναμμένα;
Άδεια μένει η μεριά
και τα μάτια κλαμένα.

Από το βιβλίο: Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, «Τα ποιήματα», Νεοελληνική Βιβλιοθήκη Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 1992, σελ. 336.

The Bunch Of Grapes  by William-Adolphe Bouguereau


Είπαν για το γέλιο 

Μην κλαις επειδή τελείωσε. Χαμογέλα επειδή συνέβη.
Dr. Seuss, 1904-1991, Αμερικανός συγγραφέας παιδ. Βιβλίων

Μη σταματάς ποτέ να χαμογελάς. Επειδή δεν ξέρεις ποιος θα μπορούσε να ερωτευτεί το χαμόγελό σου.
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, 1927-2014, Κολομβιανός συγγραφέας

Χαμογέλα στον καθρέφτη. Κάν’ το αυτό κάθε πρωί και θα αρχίσεις να βλέπεις μια τεράστια διαφορά στη ζωή σου.
Γιόκο Όνο, 1935-, Γιαπωνέζα καλλιτέχνις (σύζυγος του Τζων Λένον)

Εάν θέλετε να σας χαμογελάσει η ζωή, πρώτα χαρίστε της την καλή σας διάθεση.
Μπαρούχ Σπινόζα, 1632-1677, Ολλανδός φιλόσοφος

Ένα ζεστό χαμόγελο είναι η διεθνής γλώσσα της καλοσύνης.
William Arthur Ward, 1921-1994, Αμερικανός συγγραφέας αυτοβοήθειας

Ένα χαμόγελο είναι η ευτυχία που θα βρεις κάτω από τη μύτη σου.
Tom Wilson, 1959-, Αμερικανός ηθοποιός & συγγραφέας

Τα δάκρυα είναι ένα ακραίο χαμόγελο.
Σταντάλ, 1783-1842, Γάλλος συγγραφέας

Χαμογελάστε! Οι χειρότερες συνέπειες απ’ αυτά που κάνουμε δεν θα γίνουν αντιληπτές προτού πεθάνουμε.
Ashleigh Brilliant, 1933-, Βρετανός σκιτσογράφος

Το χαμόγελο είναι ένα λίφτινγκ προσώπου που είναι οικονομικά προσιτό σε όλους.
Tom Wilson, 1959-, Αμερικανός ηθοποιός & συγγραφέας

Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι κάθε φορά που ένας άνθρωπος χαμογελάει —πολύ περισσότερο, όταν γελάει— προσθέτει κάτι σ’ αυτό το κομμάτι της ζωής.
Laurence Sterne, 1713-1768, Ιρλανδός συγγραφέας και κληρικός

Ο σύγχρονος άνθρωπος συχνά επικοινωνεί καλύτερα με το χαμόγελό του παρά με τη γλώσσα.
Paul Carvel, 1964-, Βέλγος συγγραφέας & γνωμικογράφος

Το χαμόγελο είναι πιο ενδιαφέρον από το γέλιο. Αφήνει χώρο για να μαντέψεις κάτι.
Anne Barratin, 1832-1915, Γαλλίδα γνωμικογράφος

The Rich V by Irmgard Schoendorf Welch

Τι λένε για το γέλιο και το χαμόγελο 7 διάσημοι συγγραφείς;

Post by: Αλέξανδρος Δρίβας 21/12/2015

Οι περισσότεροι άνθρωποι που δε διαβάζουν λογοτεχνία, όταν τους ρωτήσεις γιατί δεν ασχολούνται με το διάβασμα, θα σου απαντήσουν με διάφορες δικαιολογίες. Σπάνια θα σου πουν απλά «δε μ’ αρέσει το διάβασμα». Εκτός από το «θα το ήθελα πολύ αλλά δεν έχω χρόνο», μια αιτία που αναφέρουν για τη μη ενασχόλησή τους, είναι οτι έχουν ταυτίσει τη λογοτεχνία με το «βαρύ κλίμα», με τις ιστορίες θλίψης και στην καλύτερη περίπτωση, με μελοδραματικά φινάλε. Θεωρούν πως οι συγγραφείς είναι κάποιοι «σκοτεινοί» τύποι που δεν έχουν πολλά να πουν γύρω από το γέλιο και τελικά…δεν έχουν πλάκα. Aς δούμε 7 διάσημους συγγραφείς τι έχουν πει για το γέλιο και για το χιούμορ!

Όσκαρ Ουάϊλντ
Ο Όσκαρ Ουάϊλντ, είναι από εκείνους που στα έργα τους μίλησαν πολύ για το γέλιο και ταυτόχρονα, έγραφαν πράγματα γι’αυτό. Μάλιστα, πολλές φορές έγραψε πράγματα με μαύρο και κυνικό χιούμορ! Σε κάθε περίπτωση, στο έργο το «Αηδόνι και το ρόδο», λέει : «Αν θες να πεις στους ανθρώπους την αλήθεια, κάνε τους να γελάσουν γιατί αλλιώς θα σε σκοτώσουν». Κάπως έτσι χρησιμοποίησε το χιούμορ στα έργα του εκείνος! Μήπως αυτό δεν έκανε και ο Αριστοφάνης; Πέραν από όλα αυτά, καλό είναι να λέμε τις αλήθειες με χιούμορ ώστε να καταπίνονται καλύτερα και από μας και από τους άλλους.

Τσαρλς Ντίκενς
Αγαπημένος συγγραφέας από όλα τα παιδιά του κόσμου. Ο Ντίκενς, δε γινόταν να μην γράψει πράγματα αστεία από τη στιγμή που τα μηνύματά του, απευθύνονταν κυρίως σε παιδιά. Στο διάσημο «Πνεύμα των Χριστουγέννων», λέει για την αξία του γέλιου : «Τίποτε στον κόσμο δεν είναι περισσότερο μεταδοτικό από το γέλιο και το καλό χιούμορ». Χαμογελάτε, είναι μεταδοτικό. Πολύ σπάνια αντιστέκεται μια παρέα ατόμων όταν κάτι αστείο ακουστεί από ένα μέλος της παρέας! Μακάρι να συνεχίζει να μεταδίδεται!

Τζ. Ντ. Σάλιντζερ
Ο «Φύλακας στη σίκαλη» δεν είναι ένα έργο που έχει πολύ πλάκα. Παρόλα αυτά, ο Σάλιντζερ προσπαθεί μέσα στο έργο να δώσει κάποιες παύσεις ασχολούμενος και με το γέλιο, λέει: «Έχω εκείνον τον τύπο γέλιου τον πολύ φωναχτό και ηλίθιο. Πιθανότατα, αν μπορούσα να κάτσω δίπλα στον εαυτό μου σε μια ταινία, θα σηκωνόμουν να φύγω ή θα μου φώναζα να σταματήσω». Άλλος ένας τρόπος μετάδοσης του γέλιου, είναι να έχει κανείς αστείο γέλιο. Πολύ καλύτερα!

Bίκτωρας Ουγκώ
Στο πιο διάσημό του βιβλίο, στο «Οι Άθλιοι», ο μεγάλος αυτός συγγραφέας έχει υφάνει μια πολύ ωραία φράση για το γέλιο, που είναι η ακόλουθη: «Το γέλιο, είναι ηλιακό φως. Διώχνει τον χειμώνα από το ανθρώπινο πρόσωπο». Πόσο όμορφη φράση και ταυτόχρονα, πόσο αληθινή! H θλίψη και η στεναχώρια, έχουν μόνο έναν αντίπαλο! Το γέλιο!

Μάγια Αγγέλου
Σπουδαία προσωπικότητα, ολοκληρωμένο καλλιτεχνικό πνεύμα θα μπορούσαμε να πούμε. Πάντα ήταν χαρούμενη και γελαστή. Τι έλεγε λοιπόν η Μάγια Αγγέλου για το γέλιο; «Δεν μπορώ να εμπιστευτώ εκείνον που δε γελάει». Ένας άνθρωπος που είναι χαρούμενος και γελάει, μας εντυπώνεται ως «ανοιχτόκαρδος». Αντίθετα, η πολλή σοβαρότητα και η εσωστρέφεια, δημιουργεί αμφιβολίες και ερωτηματικά. Προσοχή, άλλο το να έχει κανείς θλίψη και άλλο να μη γελάει επειδή είναι αρνητικός άνθρωπος.

Μαρκ Τουέιν
Τεράστια προσωπικότητα των γραμμάτων και με έντονη διαίσθηση. «Οι Περιπέτειες του Τομ Σώγερ» και «Οι Περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν», τον έκαναν διάσημο στα πέρατα της οικουμένης. Αρκετά καυστικός με την ανθρώπινη φύση, ο παράξενος Τουέιν, λέει: «Στην πραγματικότητα, το μόνο αποτελεσματικό όπλο του ανθρώπου, είναι το γέλιο». Δεν είναι τυχαίο οτι οι περισσότεροι άνθρωποι, βάζουν πολύ ψηλά στα κριτήριά τους το χιούμορ, όταν σκιαγραφούν τον ιδανικό σύντροφο ή φίλο. Το χιούμορ κατακτά εύκολα και γρήγορα όσα οι τσακωμοί δε θα κατακτήσουν ποτέ.

Φλάννερυ Ο’ Κόνορ
Η Φλάννερυ Ο’ Κόνορ, ήταν μια από τις πιο διάσημες συγγραφείς του Αμερικανικού Νότου. Ένα από τα πολύ γνωστά της έργα, είναι το «Σπάνια να σου τύχει καλός άνθρωπος». Αναφορικά με το χιούμορ, τη θετική διάθεση και το γέλιο, η Αμερικανίδα συγγραφέας είχε μια ενδιαφέρουσα άποψη: «Μόνο αν είμαστε ασφαλείς και άνετοι με τον εαυτό μας μπορούμε να αντιληφθούμε την αστεία πλευρά του σύμπαντος». Αν είμαστε θετικοί με αυτό που έχουμε μέσα μας και πιστεύουμε ότι είμαστε ό,τι καλύτερο μπορούσε να μας συμβεί, αυτή η άποψη διαχέεται και στο πως αντιμετωπίζουμε τη ζωή. Ακόμη και το σύμπαν, μπορούμε να το δούμε σαν ένα παιχνίδι.

Bacchante With An Ape  by Mountain Dreams

Tο γέλιο που παγώνει

«– Bλέπεθε, μου λέει,... νείμαι ζο Xάγγεκλος χτου Mπαρλάξενου!
– Aρκετά παράξενος, στ’ αλήθεια, τόλμησα ν’ αποκριθώ. Όμως νόμιζα πως οι άγγελοι έχουν φτερά.
– Nτι; Φθεκρά; φώναξε οργισμένος. Nτι ζα ντα γκάνω; Mπήμπωθ με μπήρατε ζα γκοθόκουλο;»
(Έντγκαρ Άλλαν Πόε, «O Άγγελος του Παράξενου», μετάφραση: Γιάννης Βαρβέρης)

O ορισμός που πρότεινε ο Φάλσταφ, εδώ και αιώνες, ήθελε το χιούμορ να δηλώνεται από το θλιμμένο ύφος με το οποίο λέγεται ένα χωρατό. Σ’ αυτήν την παραπλανητική στυλιστική ερμηνεία φαίνεται να συνοψίζεται η ουσιώδης συγγένεια του χιούμορ με τη λογοτεχνία. Θεωρούμε εφεξής αυτονόητο να διερωτώμεθα αν ο τάδε συγγραφέας «έχει χιούμορ» ή αν ένα κείμενο είναι «χιουμοριστικό», μια και νομίζουμε πως μαντεύουμε την απάντηση σε κάποιον διαρκή ελιγμό του ύφους ή σε κάποια ροπή του συγγραφέα ή και στα δυό.... Θεωρούμε εξίσου αυτονόητο να αναζητήσουμε τα ίχνη του χιούμορ στην πρόζα, όχι στην ποίηση όπου το χιούμορ θα ήταν απλώς η αναίρεσή της. H λυρική ποίηση υπήρξε ανέκαθεν «το ανάπτυγμα ενός επιφωνήματος» κι άλλην δεν ξέρουμε εδώ και πολύ καιρό· το χιούμορ είναι η επιπλοκή ενός χαμόγελου ή το ανάπτυγμα ενός αυθόρμητου γέλιου.

Aν αναζητήσουμε, υπ’ αυτούς τους όρους, το χιούμορ εκεί που όλοι περιμένουμε να βρεθεί, θα το διακρίνουμε πικρό και πανταχού παρόν στον Pοΐδη, χαρούμενο και λιγάκι πονηρό στον Iωάννη Kονδυλάκη, εύθυμο και αβλαβές στον Eιρηναίο Aσώπιο, λόγιο και διαβρωτικό στον Στέφανο Kουμανούδη, άγριο και αυτοκαταστροφικό στον Mάριο Xάκκα· ο Πεντζίκης θα παρέμενε σημείο αντιλεγόμενο... Δεν θα το διακρίνουμε πάντως άφθονο: ο Pοΐδης σηκώνει σχεδόν μόνος του το βάρος που στην Aγγλία μοιράστηκαν πολλοί, από τον Σουΐφτ ώς τον Oυάιλντ και τον Tσέστερτον.

Aν, αντιθέτως, λησμονήσουμε πως το χιούμορ είναι κάτι τόσο προφανές όσο το γέλιο, είναι πιθανόν να το εντοπίσουμε συχνότερα εκεί που επίμονα αποκρύπτεται – όχι στη συνειδητή απαγωγή ενός κόσμου εις άτοπον (αυτό είναι η αγγλική nonsense, κι εμείς Λιούις Kάρολ δεν έχουμε), αλλά σε μια συνθήκη διχασμού, αντίφασης, άτοπης συνύπαρξης: στο τραύλισμα ενός παράξενου άγγελου, που ο ίδιος φαντάζεται τον εαυτό του λυρικό. Ή δεν έχει πια αυταπάτες; O Tέλλος Άγρας –ένας έξοχος ειρωνιστής– έλεγε πως εξακολουθούσε να γράφει (ή να ζει;) «με την συνειδητήν ευγένεια της απελπισίας»· κι ο Kierkegaard οδηγούσε τον δονζουανικό ήρωά του από την ειρωνεία στο χιούμορ: «H ειρωνεία είναι η καλλιέργεια του πνεύματος· διαδέχεται την αμεσότητα· κατόπιν έρχεται ο ηθικός, κατόπιν ο χιουμοριστής, εντέλει το θρησκευτικό πνεύμα». Aυτή η διαφυγή του ειρωνιστή από το ναρκισσιστικό σύμπαν του οφείλεται στη γνωριμία του με την οδύνη, το λάθος, τον χρόνο και τη φθορά: τις πρώτες ύλες της λογοτεχνίας. Eδώ όμως έχουμε βρεθεί στους αντίποδες: το χιούμορ εμφανίζεται ν’ αλληγορεί τη λογοτεχνία εν συνόλω, εφόσον η λογοτεχνία δεν αρκείται (πια) να καταφάσκει τον εαυτό της και τον κόσμο μας.

Yπάρχει ένα καταστατικό σφάλμα για το οποίο μας ειδοποιούσε η παλιά, ξεπερασμένη τυπική λογική: δεν είναι σωστό να συγκρίνουμε τα ανόμοια. Tο χιούμορ είναι μια διάθεση του πνεύματος (παλαιότερα έλεγαν: του χαρακτήρος, παλαιότερα ακόμη: του σώματος), το σώμα της λογοτεχνίας είναι κείμενα, ο χαρακτήρας της η γλώσσα και το πνεύμα της «the madness of art». Aντί να αναδιατυπώνουμε ή να επιμερίζουμε διαρκώς μια σχέση που την θεωρούσαμε προφανή, ίσως πρέπει να θεωρήσουμε τη σχέση –και τη σύγκριση– χιούμορ και λογοτεχνίας καταρχήν άτοπη – και να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, για να ελέγξουμε εντέλει εκ νέου την απλή εξίσωση που προϋποθέτουμε αληθή: την εξίσωση του γέλιου με το χιούμορ. *

Στα τέλη του Mεσαίωνα, η ένσταση στη μεταφυσική οργανώθηκε, όπως έχουμε ξαναπεί, γύρω από την –καινούργια τότε– πεποίθηση ορισμένων θεολόγων πως οι καθολικές υποστάσεις (ας πούμε εμείς: οι αφηρημένες γενικές έννοιες, οι «ιδέες», τα «universalia») όχι απλώς δεν προηγούνται των πραγμάτων αλλά είναι μόνον μια «πνοή φωνής» («flatus vocis»)· ο Γουλιέλμος Occam, ο εξέχων νομιναλιστής του όψιμου Mεσαίωνα, λιγότερο παραστατικός, μιλούσε απλώς για «nomina», λεκτικά σύμβολα δηλαδή στα οποία προσφεύγει ο ανθρώπινος νους προκειμένου να κατανοήσει τα πράγματα. Θα παραδεχόμασταν λοιπόν μια σχέση χιούμορ και λογοτεχνίας, εφόσον προηγουμένως αντιστρέφαμε τα παραδεδεγμένα: το χιούμορ δεν θα ήταν μια αυθύπαρκτη οντότητα στην οποία μπορούν να μετέχουν τα κείμενα (τά «πράγματα» της λογοτεχνίας) και να εμφανίζονται ως το παλλαπλό της είδωλο· δεν θα ήταν καν μια υπερβατική ιδιότητα των κειμένων (όπως είναι φερ’ ειπείν η παρωδία) – αλλά μόνον μια «πνοή φωνής», μια διάθεση του πνεύματος· κάτι εκτός λογοτεχνίας, ένα προϊόν αναγωγισμού, μια έννοια (ένα «όνομα») όπου προσφεύγουμε για να κατανοήσουμε μια πραγματικότητα. Όμως τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα: γιατί αυτή η πραγματικότητα, αν ονομαστεί διά του χιούμορ, υφίσταται αλλοίωση και επιπλέον χάνει το όνομα το οποίο ήδη –και ορθώς– είχε: σάτιρα, γκροτέσκο, μπουρλέσκ, κωμωδία.

Aν πάλι, ανανεώνοντας μια συνθήκη διχασμού από την οποία είναι έτσι κι αλλιώς αδύνατον να απαλλαγούμε, μετατοπίσουμε το χιούμορ στους αντίποδες, το αναγνωρίσουμε ως γλωσσικό γεγονός· αν αναζητήσουμε στη λογοτεχνία το πεδίο εφαρμογών του, αν την αντιληφθούμε ως μια πνοή φωνής που φτάνει ώς εμάς από τον Παράδεισο του χιούμορ, τότε θα δούμε πως το χιούμορ, που δανείζει στα πάντα ένα όνομα, δεν έχει πια όνομα: το όνομά του είναι λεγεών. Tο χιούμορ είναι ο βαθμός μηδέν των συνωνύμων του, η αναγωγή τους στη μονάδα, η μεταφορά τους εκτός λογοτεχνίας. Aπό κει η κοινή τους ουσία προβάλλεται σε άλλοτε άλλο πεδίο και κάθε φορά ονομάζεται αλλιώς: όταν προβάλλεται στο ηθικό πεδίο γίνεται σάτιρα, όταν γίνεται αντιληπτή ως λογοτεχνικό είδος ονομάζεται κωμωδία, όταν ονομάζεται γκροτέσκο εκφράζει, όπως λέει ένας εγκεκριμένος ορισμός, «τη συνύπαρξη του κωμικού και κάποιου άλλου στοιχείου που είναι ασυμβίβαστο με το κωμικό». Kι υπάρχει βέβαια η ειρωνεία, που –αν σκεφτούμε αντίθετα από τον Kierkegaard, που, όπως κάθε «γραφομανής», παρέκαμπτε τη λογοτεχνία– δεν είναι απλώς η εξαλλαγή του χιούμορ σε ρητορικό ελιγμό ή σε γνώρισμα ύφους. H ειρωνεία είναι το χιούμορ που δεν καταφάσκει πια ούτε τον εαυτό του· όχι πια ο άγγελος του παράξενου αλλά ο άγγελος του δηλητήριου.

Kαι το χιούμορ; Δεν κερδίζει ποτέ τ’ όνομά του, δεν υπάρχει εντός λογοτεχνίας καθ’ εαυτό;

Σχιζοειδές εξ υπαρχής, ενδιάθετο αλλά και απολύτως ζήτημα παιδείας και αισθηματικής αγωγής, το χιούμορ αναδέχεται το όνομά του αρνούμενο τον εαυτό του. Πολύ συχνά έγινε λόγος για τα (εκτός λογοτεχνίας αλλά πάντοτε έντεχνα) κείμενα που «κάνουν χιούμορ»... Yπάρχει εδώ μια παρεξήγηση που πρέπει να λυθεί: η κοινοτοπία είναι ο μεγάλος εχθρός αλλά και το κατεξοχήν υλικό του χιουμοριστή, η συνθήκη του διχασμού του. Θα ήμασταν πολύ κοντά στην αλήθεια αν λέγαμε ότι το χιούμορ και η λογοτεχνία, εξ ορισμού μη συγκρίσιμα, συγκρίνονται και συγχέονται ως προς τρίτον τι: την banalité, στην οποία δεν έχουν ν’ αντιτάξουν παρά το ίδιο το είδωλό της – κλονισμένο, παραμορφωμένο ώς την αλήθεια του. Tο χιούμορ, όπως και η λογοτεχνία, είναι αυτός ο κραδασμός, αυτή η απόκλιση, αυτή η πνοή κι η συστροφή μιας τετριμμένης αλήθειας περί τον άξονά της. Ποιες αλήθειες δεν είναι τετριμμένες άλλωστε; Tο χιούμορ προϋποθέτει σύστημα αξιών, όπως η λογοτεχνία προϋποθέτει παράδοση· δεν είναι το κενό, αλλά το χείλος της αβύσσου· δεν βρίσκεται στην αφασική ζώνη (ακόμα κι αν την μιμείται η γλώσσα) αλλά είναι τόπος της γλώσσας, πιθανόν το σκουλήκι στον πυρήνα της, πιθανός ο πυρήνας στον σεσηπότα καρπό της – πιθανότερο όμως, η ίδια η εύχυμη σάρκα της, φευγαλέα, γλυκιά, δροσερή και πλούσια. Tο χιούμορ –όπως και η λογοτεχνία– προϋποθέτει μια κίνηση κατακόρυφη: όχι το σάρωμα και την απομίμηση ενός σκουπιδότοπου αλλά τον βαθύ, εκ θεμελίων κλονισμό και την αναπαράσταση του σύμπαντος, όπου «πάντα τα μεν του σώματος ποταμός, τα δε της ψυχής όνειρος και τύφος, ο δε βίος πόλεμος και ξένου επιδημία, η δε υστεροφημία λήθη». Παίρνει μιαν όψη απίστευτα ελαφριά – γιατί μιλά πάντοτε περί Ύψους.

Ίσως γι’ αυτό έχει νόημα ν’ αναζητήσουμε το χιούμορ εκεί που η ενδεχόμενη παρουσία του θα είναι απροσδόκητη και η τιμή του απόλυτη. Nα το αναζητήσουμε στην ποίηση, όχι ως αναίρεσή της αλλά ως την παράδοξη στιγμή της: τη στιγμή της μόλυνσής της από τον ιό του μυθιστορήματος ή από την άνοδο δεύτερου υποκριτή στη σκηνή, τη στιγμή που η βέβαιη λυρική φωνή τραντάζεται, ραγίζει, διασπάται, ακούγεται παρ’ ολίγον κοινότοπη και αντιφατική... O Άγρας έλεγε πως οι στροφές του ποιήματος είναι «μια πνοή καθαρού κενού» – όπως το χιούμορ.

Kαι το γέλιο; Tα αυτονόητα που συνήθως διακινούμε υπό μορφήν απόψεων θέλουν το γέλιο να λείπει από την ποίηση ή τους κοινούς τόπους της να θρυμματίζονται μέσα στον στρόβιλο ενός βίαιου καγχασμού – ένα απ’ τα δύο. Όμως τα φάρμακα που φέρνει η τέχνη της ποιήσεως και κάνουνε –για λίγο– να μην νιώθεται η πληγή (αυτό το «για λίγο» είναι ο ιδεότυπος της ειρωνείας) αποδεικνύονται επικίνδυνα δηλητήρια. Eξού και τα ποιήματα που ενδεικτικά δημοσιεύουμε εδώ δεν εικονογραφούν μια ποικιλία εκδηλώσεων του χιούμορ, αφηγούνται την αναπόφευκτη ιστορία του: την ιστορία του γέλιου που παγώνει. Διανύοντας την απόσταση πού χωρίζει τους γεφυρισμούς του Bάρναλη και τα σκώμματα του Λασκαράτου από τη χλεύη του Bερλαίν ή του Laurent Tailhade και τον αυτοσαρκασμό του Λαφόργκ (συνοπτικά λοιπόν: από τον Καρυωτάκη), τείνοντας προς το λεπτό, αδιόρατο χαμόγελο του Kαβάφη, δεν απομακρυνόμαστε από το χιούμορ: προσεγγίζουμε την ειρωνεία. Έπειτα το εκκρεμές θα κινηθεί αντίστροφα.

«Tο μαύρο χιούμορ είναι ο κατεξοχήν θανάσιμος εχθρός της αισθηματικότητας» (Mπρετόν). Aπ’ αυτήν την άποψη, κάθε χιούμορ είναι σκοτεινό: ο αιώνιος εχθρός του Aπόλυτου – υπό την προϋπόθεση ότι εφόσον νοσταλγούμε το Aπόλυτο, υπάρχει. Tο γέλιο υπήρξε ανέκαθεν νοσταλγικό· ακούγεται ολοένα πιο μακρινό αλλά δεν παύει ν’ ακούγεται: είναι το κοινό λίκνο απ’ όπου κάποια στιγμή ξέφυγε το χιούμορ για να ενηλικιωθεί κι όπου η λογοτεχνία, εντείνοντας τους κοινούς τόπους της, διαρκώς προετοιμάζεται να επιστρέψει.

Smoking Gypsy With Fruit  by Rudolf Jelinek 


Χαμογελάτε... είναι Μεταδοτικό!

Λίζα Βάρβογλη

Η εξελικτική σημασία του χαμόγελου

Με μια ματιά γύρω μας, καθώς ο καιρός βελτιώνεται, διαπιστώνουμε ότι οι άνθρωποι χαμογελάνε περισσότερο απ’ ότι τον χειμώνα. Ο μέσος άνθρωπος γελάει περίπου 17 φορές τη μέρα. Ενώ αυτό μοιάζει με μια απλή αντανακλαστική πράξη, στην πραγματικότητα τώρα ξέρουμε ότι το να γελάσουμε με κάτι αστείο είναι μια σύνθετη αντίδραση που τη μαθαίνουμε στη διάρκεια της ζωής μας και η οποία μοιράζεται πολλά κοινά στοιχεία με τη νοητική διαδικασία της επίλυσης προβλημάτων. Και αυτή είναι η βασική διαφορά του ανθρώπου από τα άλλα έμβια ζώα: το γέλιο! Ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να γελάει και να χαμογελάει, κάτι που δεν διαθέτουν τα ζώα. Ακόμα και οι χιμπαντζήδες, των οποίων η συμπεριφορά έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη δική μας, δεν έχουν την ικανότητα του γέλιου. Γιατί λοιπόν “δημιουργήθηκε” το γέλιο και τι σκοπό εξυπηρετεί; Οι ψυχολόγοι της εξέλιξης πιστεύουν ότι το πριν φτάσουμε στο γέλιο ξεκινήσαμε από το χαμόγελο, μια μυική έκφραση του προσώπου που αρχικά ήταν μια πολύ βασική μορφή επικοινωνίας, με την οποία τα άτομα έδειχναν την πρόθεσή τους να συνεργαστούν με κάποιον άλλον. Φυσικά αυτό παραμένει και σήμερα, με το χαμόγελο να σημαίνει ενθάρρυνση του άλλου, το πράσινο φως στην επικοινωνία. Όμως, το πρόβλημα με το χαμόγελο, όπως όλοι ξέρουμε, είναι ότι μπορεί να είναι και εντελώς ψεύτικο. Για επικοινωνιακούς λόγους, έπρεπε να βρεθεί μια άλλη μορφή δύσκολη στην τεχνητή αναπαραγωγή. Το γέλιο είναι μια τέτοια μορφή επικοινωνίας, γιατί δεν είναι εύκολο να προσποιηθεί κανείς ότι γελάει. Ετσι, γελώντας μαζί με κάποιον άλλον, οι πρόγονοί μας έδειχναν τις ειλικρινείς προθέσεις τους, έκαναν συμμαχίες και οριοθετούσαν τη μορφή της σχέσης τους.

Τι είναι όμως το γέλιο;

Το γέλιο είναι μια αρχέγονη κραυγή που εκφράζει συναίσθημα και μεταβιβάζει στους άλλους την πληροφορία της ευχάριστης συναισθηματικής κατάστασης αυτού που γελάει. Πρόκειται για μια ηθελημένη μορφή επικοινωνίας σε μη λεκτικό επίπεδο. Φανταστείτε μια παρέα από μικρά παιδιά που δε μιλάνε την ίδια γλώσσα: παίζουν μαζί βγάζοντας διάφορες κραυγές και κυρίως γελώντας, για να δείξουν την ευχαρίστησή τους.

Γιατί γελάμε;

Το γέλιο είναι μια μορφή επικοινωνίας και όχι απλά η αντίδραση του ανθρώπου απέναντι σε ένα αστείο. Οι γυναίκες γελάνε με πιο δυνατό και κακαριστό γέλιο όταν βρίσκονται ανάμεσα σε άντρες, κάνοντας το γέλιο τους να αποτελεί ερωτική κραυγή, και οι άντρες γελάνε περισσότερο όταν είναι με τους φίλους τους. Το γέλιο μπορούμε να το δούμε και σαν μια μορφή συμπεριφοράς που είναι σχεδιασμένη να κάνει κάποιον να νιώσει όμορφα και να έχει θετική στάση στους γύρω του. Μια από τις πιο βασικές ανταμοιβές στις ανθρώπινες σχέσεις είναι το να γελάει κανείς με τα αστεία που λέμε.

Το γέλιο αποτελεί και τον συνδετικό κρίκο μιας ομάδας. Στις μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού, που χρειάζεται να γνωριστούν τα μέλη των διαφόρων τμημάτων, γίνονται συγκεντρώσεις με επικεφαλείς ψυχολόγους για να χτίσουν γερές ομάδες, το λεγόμενο team-building. Το γέλιο και το χιούμορ είναι από τα βασικά εργαλεία των επαγγελματιών, όχι μόνο για να σπάσουν τον πάγο αρχικά, αλλά και για να συσφίξουν τα μέλη της ομάδας, να τα βοηθήσουν να χαλαρώσουν, να βρουν κοινό τρόπο επικοινωνίας και να δεθούν μεταξύ τους. 

Η νευρολογική βάση του γέλιου

Οι άνθρωποι είμαστε από τη φύση μας φτιαγμένοι για να γελάμε. Τα μωρά γελάνε όταν τα γαργαλήσουν. Μεγαλώνοντας, ορισμένοι άνθρωποι μαθαίνουν να κρατιούνται και να μη γελάνε, αλλά στις μικρές ηλικίες το γέλιο είναι βασικό σημάδι σωστής νευρολογικής λειτουργίας. Άτομα με νευρολογικές διαταραχές δεν μπορούν να γελάσουν αν τα γαργαλήσουν.

Χιούμορ, εγκέφαλος και νοημοσύνη

Ενα άλλο στοιχείο σχετικά με το χιούμορ και το γέλιο είναι ότι ο μετωπιαίος λοβός του εγκεφάλου παίζει σημαντικό ρόλο σε διανοητικές διεργασίες και στην ικανότητα αντίληψης του χιούμορ. Εκεί συνδυάζονται πληροφορίες από τα κέντρα της σκέψης και τα κέντρα του συναισθήματος. Έρευνες με ασθενείς που έχουν εγκεφαλική βλάβη στο μπροστινό μέρος του εγκεφάλου τους (όπως από εγκεφαλικό ή από ατύχημα) δείχνουν ότι αυτά τα άτομα δεν μπορούν να αντιληφθούν το χιούμορ σε ανέκδοτα ή γελοιογραφίες, ενώ τα κανονικά άτομα ή ασθενείς με βλάβη σε άλλο σημείο του εγκεφάλου αντιλαμβάνονται το χιούμορ και γελάνε.

Η νοημοσύνη και η ικανότητα να σκεφτόμαστε αφαιρετικά είναι απαραίτητο συστατικό στα «έξυπνα» λεκτικά ανέκδοτα. Τα περισσότερα ανέκδοτα ακολουθούν ένα βασικό μοτίβο: μας οδηγούν λεκτικά σε κάποιο σημείο, μας κατευθύνουν να σκεφτούμε με μια λογική σειρά, αλλά στο τέλος μπαίνει ένα νέο στοιχείο που δεν το περιμέναμε, διακόπτει την ομαλή πορεία της σκέψης, και αυτό το στοιχείο της έκπληξης και της έξυπνης λύσης ή λογοπαιγνίου μας κάνει και γελάμε, γιατί ερμηνεύουμε το ανέκδοτο εκ νέου. 

Στρες και γέλιο

Το γέλιο και το χιούμορ έχουν βασικό ρόλο στη ζωή μας. Επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι το γέλιο μας ανακουφίζει ψυχικά και μας βοηθάει να απαλλαγούμε από το στρες και να ζήσουμε πολλά και χαρούμενα χρόνια. Το γέλιο είναι ένα είδος εσωτερικού τζογκιν: ανεβάζει την πίεση ώστε να αυξήσει την παροχή οξυγόνου και αίματος στους ιστούς. Αλλάζει τον κύκλο της αναπνοής ώστε να γίνεται εισπνοή περισσότερου οξυγόνου και εκπνοή περισσότερου διοξειδίου του άνθρακα. Με το γέλιο, μπορεί να κινηθούν 400 διαφορετικοί μυς στο σώμα μας! Οι μυες όλου του σώματος τεντώνονται και χαλαρώνουν με τον ίδιο τρόπο παρατηρείται σε ασκήσεις κατά του στρες και στη γιόγκα. Αν κανείς μπορούσε να γελάει τρανταχτά για μια ολόκληρη ώρα, θα έκαιγε 500 θερμίδες! Οταν γελάμε εκκρίνονται στον εγκέφαλό μας ενδορφίνες, ουσίες που επίσης εκκρίνονται με τη φυσική άσκηση και που σχετίζονται με τη γενικότερη ευεξία μας. Έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι με καλή αίσθηση του χιούμορ έχουν και καλό ανοσοποιητικό σύστημα.

Ο συνδυασμός του χιούμορ και του γέλιου θεωρείται ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσουμε το στρες και δύσκολες καταστάσεις που είναι δύσκολο ή αδύνατο να αλλάξουμε. Το χιούμορ, ακόμα και αν είναι αυτοσαρκασμός, μας δίνει μια λυτρωτική αίσθηση του τύπου “αφού μπορώ και γελάω ακόμα δε χάθηκαν όλα”. Αν μπορούμε να γελάσουμε με κάτι, όσο δύσκολο και αν είναι, μπορούμε και να το ξεπεράσουμε. Και αυτό δίνει ελπίδα στον άνθρωπο. Το χιούμορ και το γέλιο δίνουν την αίσθηση ότι διατηρούμε κάποιον έλεγχο των πραγμάτων, όσο δύσκολα και αν είναι. Με αυτά βλέπουμε τα πράγματα από νέα οπτική γωνία και αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα με περισσότερη συγκέντρωση κι ελπίδα. 

Ο Φρόιντ αναγνώρισε τη σημασία των αστείων για την καλή ψυχική υγεία. Από ψυχολογική σκοπιά, το κάθε αστείο αποτελείται από δυο μέρη: το ένα σχετίζεται με την ψυχική ένταση που δημιουργείται ακούγοντας ένα αστείο και παίρνοντας διάφορες πληροφορίες, και το άλλο μέρος σχετίζεται με την ανακούφιση και το γέλιο που έρχονται όταν μας λένε το τέλος του αστείου, που συνήθως έχει να κάνει με μια έξυπνη φράση-κλειδί ή απροσδόκητη λύση του ζητήματος. Αν το καλοσκεφτούμε, τα αστεία είναι σαν προβλήματα ή γρίφοι, που έχουν μια αναπάντεχη και έξω από τα συνηθισμένα ευρηματική λύση. Μαζί με το γέλιο που μας βγαίνει εξαιτίας του αστείου, και όλη η συσσωρευμένη πίεση και το άγχος που έχουμε ξεμπλοκάρεται και φεύγει από μέσα μας.
Λίζα Βάρβογλη

H Λίζα Βάρβογλη είναι Ph.D. Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια



Mona Lisa, by Leonardo da Vinci


Το χαμόγελο της Τζοκόντα 

Η Μόνα Λίζα (γνωστή και ως Τζιοκόντα, ή Πορτραίτο της Λίζα Γκεραρντίνι, συζύγου του Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο) είναι προσωπογραφία που ζωγράφισε ο Ιταλός καλλιτέχνης Λεονάρντο ντα Βίντσι. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο λεύκης, που ολοκληρώθηκε μέσα στη χρονική περίοδο 1503-1519. Αποτελεί ιδιοκτησία του Γαλλικού Κράτους, και εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. Ο πίνακας, διαστάσεων 77 εκ. × 53 εκ., απεικονίζει μία καθιστή γυναίκα, τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, η έκφραση του προσώπου της οποίας χαρακτηρίζεται συχνά ως αινιγματική. Η Μόνα Λίζα θεωρείται το πιο διάσημο έργο ζωγραφικής.

Ο πίνακας πήρε το όνομά του από τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, που ήταν μέλος της οικογένειας Γκεραρντίνι από τη Φλωρεντία και την Τοσκάνη και σύζυγος του εύπορου έμπορου μεταξιού Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο. Ο πίνακας ήταν παραγγελία για το καινούριο τους σπίτι και για να γιορτάσουν τη γέννηση του δεύτερου γιου τους, Αντρέα. Η ταυτότητα της εικονιζόμενης γυναίκας αναγνωρίστηκε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης το 2005 από έναν ειδικό που ανακάλυψε ένα σημείωμα του 1503 το οποίο είχε γράψει ο Αγκοστίνο Βεσπούτσι.

Διάφορες εναλλακτικές απόψεις έχουν εκφραστεί σχετικά με το θέμα. Κάποιοι μελετητές θεωρούν πως η Λίζα ντελ Τζιοκόντο ήταν το αντικείμενο μιας άλλης προσωπογραφίας, και εντοπίζουν τουλάχιστον άλλους τέσσερις πίνακες στους οποίους αναφέρεται ο Βασσάρι αποκαλώντας τους Μόνα Λίζα. O Σίγκμουντ Φρόυντ πίστευε πως το περιώνυμο μειδίαμα της Μόνα Λίζα ήταν αποτέλεσμα ανάκλησης ανάμνησης της μητέρας του Λεονάρντο. Άλλες προτάσεις για την ταυτότητα της εικονιζόμενης γυναίκας είναι: η μητέρα του Λεονάρντο Κατερίνα, η Isabella από τη Νάπολη,η Cecilia Gallerani,[18] η Costanza d'Avalos, Δούκισσα της Francavilla, η Ισαβέλλα του Έστε, η Pacifica Brandano or Brandino, η Isabela Gualanda, η Κατερίνα Σφόρτσα, η Βιτόρια Κολόνα, η Ισαβέλλα της Αραγώνας, η Φιλιμπέρθα του Σαβόι, η Πατσίφικα Μπραντάνο και ο ίδιος ο Λεονάρντο. Σήμερα οι απόψεις των ιστορικών της τέχνης συγκλίνουν στην ιδέα πως ο πίνακας απεικονίζει τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, που πάντα ήταν η παραδοσιακή άποψη.

Η Μόνα Λίζα του Λεονάρντο ντα Βίντσι είναι ίσως το πιο γνωστό έργο σύγχρονης τέχνης παγκοσμίως. Αυτό που αποτελεί ανεξήγητο μυστήριο και γοητεύει τους ειδικούς, αλλά και τον απλό κόσμο είναι το αινιγματικό χαμόγελό της. Πολλοί επιχείρησαν να ερμηνεύσουν το μυστηριώδες χαμόγελο της γυναίκας που απεικονίζεται. Πρόκειται μάλλον για την σύζυγο ενός επιχειρηματία από τη Φλωρεντία, ονόματι Φραντσέσκο ντελ Τζιοκόντο την οποία ζωγράφισε ο Λεονάρντο ντα Βίντσι το 153-1506. Όμως, τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό για την προσωπικότητα της γυναίκας ώστε να ερμηνευτεί η έκφραση του προσώπου της. 
Το 2005 μια ομάδα από το πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ χρησιμοποίησε ειδικό πρόγραμμα σε υπολογιστή για να αναλύσει το χαμόγελο της Μόνα Λίζα. Το πρόγραμμα αυτό αναλύει και αξιολογεί διάφορα χαρακτηριστικά, όπως ρυτίδες γύρω από τα μάτια ή γραμμές γύρω από το στόμα με σκοπό να προσεγγίσει τις εκφράσεις και να ερμηνεύσει τα συναισθήματα που τις προκαλούν, όπως ευτυχία, φόβο, θυμό. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης με τη βοήθεια του υπολογιστή οδήγησαν την ομάδα στο συμπέρασμα ότι η έκφραση της Μόνα Λίζα είναι αυτή μιας ευτυχισμένης γυναίκας σε ποσοστό 83%. 
Ωστόσο, η αιτία της ευτυχίας παρέμενε άγνωστη. Το 2006 μια ακόμα έρευνα έριξε περισσότερο φως στο αινιγματικό χαμόγελο. Μια ομάδα ειδικών ερευνητών και επιστημόνων από τον Καναδά μετέβη στο μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι, με σκοπό να προσπαθήσει με επιστημονικές μεθόδους να ερμηνεύσει το διάσημο χαμόγελο. Με τη βοήθεια προηγμένης τεχνολογίας και λέιζερ δημιούργησαν μια τρισδιάστατη αναπαράσταση του πίνακα. Αυτή η τεχνική επιτρέπει να έρθουν στην επιφάνεια λεπτομέρειες που βρίσκονται κάτω από τις διάφορες στρώσεις των χρωμάτων του πίνακα. Από ιστορικές αναφορές ήταν γνωστό ότι ο Λεονάρντο ντα Βίντσι είχε πραγματοποιήσει κάποιες αλλαγές στον αρχικό πίνακα. Η ομάδα αυτή λοιπόν έβαλε στο στόχαστρο της έρευνας το υπόστρωμα του πίνακα. Το γεγονός ότι αυτή η ομάδα κατάφερε να δει στοιχεία και λεπτομέρειες κάτω από την τελική επιφάνεια του πίνακα ήταν εξαιρετικής σημασίας για την εξαγωγή νέων συμπερασμάτων. 
Οι εικόνες που ήρθαν στο φως με τη βοήθεια της τεχνολογίας έδειξαν ότι ο Λεονάρντο ντα Βίντσι είχε αρχικά ζωγραφίσει τη γυναίκα με τα μαλλιά της πιασμένα σε κότσο και όχι λυτά όπως τη βλέπουμε σήμερα αλλά και σε μια ελαφρώς διαφορετική στάση. Το πιο σημαντικό στοιχείο όμως είναι πως η γυναίκα φορούσε φόρεμα από τούλι. Στην Ιταλία του 16ου αιώνα τέτοια φορέματα φορούσαν μόνο οι γυναίκες που είτε εγκυμονούσαν είτε είχαν μόλις γίνει μητέρες. Τώρα πλέον οι ειδικοί αναρωτιούνται αν αυτό το αινιγματικό χαμόγελο της Μόνα Λίζα σχετίζεται με τον ερχομό ενός παιδιού....



Είναι πασίγνωστο έργο. Είναι ο πίνακας που εκατομμύρια άνθρωποι ταξιδεύουν από όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου για να τον θαυμάσουν από κοντά. Είναι κατά κοινή ομολογία, ένα υπέροχο έργο! Αν κάποιος θέλει, ίσως, να μιλήσει για τέχνη, φέρνει στο μυαλό του την Μόνα Λίζα.

Πρέπει να ξέρετε ότι δεν ήταν ανέκαθεν έτσι τα πράγματα. Η λατρεία του έργου αυτού ξεκίνησε κάπως...πρόσφατα. Παρόλο που το έργο ζωγραφίστηκε το 1506 οι άνθρωποι το αναγνώρισαν ως πραγματικό αριστούργημα το 1913! Κι αυτό μάλιστα για να συμβεί χρειάστηκε μια κλοπή. Η κλοπή της Τζοκόντα από το μουσείο του Λούβρου, όταν οι θεατές προσπερνούσαν το έργο και δεν έκαναν ουρές, όπως σήμερα, για να το εκθειάσουν.

Το 1911 ένας επισκέπτης του Λούβρου διαπίστωσε οτι η Μόνα Λίζα έλειπε από την θέση της. Προσέξτε! Όχι κάποιος φύλακας. Αλλά ένας επισκέπτης.
Οι έρευνες απέβησαν άκαρπες και η απώλεια έμοιαζε οριστική. Όμως το 1913, ο Βινσέντζο Περούτζα, πρώην υπάλληλος στο Λούβρο μίλησε με έναν έμπορο τέχνης στη Φλωρεντία με σκοπό να πουλήσει το έργο. Ο Περούτζα είχε κρυφτεί, λέει, σε μια ντουλάπα τη νύχτα της κλοπής και το πρωί βγήκε με τον πίνακα κάτω από το παλτό του. Καθώς είπε, ο πατριωτικός οίστρος τον ώθησε να επαναφέρει την Μόνα Λίζα στην Ιταλία. Η επαναφορά του έργου στο μουσείο του Λούβρου ήταν ένα γεγονός με παγκόσμια εμβέλεια. Από εκείνη την στιγμή κι έπειτα, τα πλήθη άρχισαν να συρρέουν για να δουν το πολυθρύλητο αριστούργημα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Κι επιπλέον για να εξερευνήσουν το μυστήριο χαμόγελο της Μόνα Λίζα. Το χαμόγελο που κανείς δεν καταφέρνει να αποκωδικοποιήσει!

«- Κι εμείς; θα μου πείτε, πότε θα καταφέρουμε να αποκωδικοποιήσουμε την διάσημη Μόνα Λίζα; Μίλησε μας για τον πίνακα! Εξήγησέ μας, επιτέλους, ποιό είναι το φοβερό μυστικό που κρύβεται πίσω από την Τζοκόντα;
Πρώτα, αγαπητέ μου φίλε, θα μάθεις να παρατηρείς καλά αυτό που βλέπεις. Πριν ενδιαφερθείς για την σημασία ενός έργου, πρωτίστως μάθε να το κοιτάς με προσοχή και μάλιστα να το αναλύεις με την ματιά σου. Δηλαδή, ως αρχή του ταξιδιού σου επάνω στον πίνακα θα κάμεις τις εξής σκέψη: «Τι αναπαριστά εδώ; Πως στέκεται αυτή η φιγούρα; Τι εικονίζεται πίσω στο φόντο της;»
Εδώ, λοιπόν, έχουμε μια γυναίκα με κατσανά μάτια, μεγάλο μέτωπο και στρογγυλό σαγόνι. Φορά ένα κομψό πλισέ πέπλο και τα χέρια της ακουμπούν στο μπράτσο μιας καρέκλας. Το μπαλκόνι όπου κάθεται προεξέχει παραδόξως στον γκρεμό κι από αυτή την θέση έχει μια υπέροχη θέα, ενός τοπίου γεμάτο με δρόμους, ποταμούς, λόφους και κοιλάδες. Αυτή εν ολίγοις είναι η περιγραφή της διάσημης προσωπογραφίας της Μόνα Λίζα. Τι όμως καινούργιο εισάγει εδώ ο Λεονάρντο ντα Βίντσι; Κατ’ αρχάς την πόζα. Όπως κάθεται, ο θεατής κανονικά θα έπρεπε να βλέπει την ράχη της, όμως στρέφει το σώμα της προς εμάς και μας κοιτάει κατάματα. Αυτή η μετακίνηση του άξονα του σώματός της μας δίνει μια αίσθηση κίνησης. Λες και κάποιος από τους θεατές την φώναξε με το όνομα της κι εκείνη αυθόρμητα γύρισε για τον δει. Γύρισε, όμως, με τέτοια χάρη που έμπλεξε τα χέρια της και επαναπροσδιόρισε την πόζα της παραμένοντας εκεί για μια ολόκληρη αιωνιότητα.

Το δε φόντο γίνεται πιο ανάλαφρο, αφού ο απίστευτος Λεονάρντο, μετατοπίζει το δεξί μέρος προς τα κάτω και το αριστερό προς τα πάνω. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει φυσική συνέχεια του τοπίου ως προς το πλάτος. Αυτή είναι μια συνειδητή απόπειρα του Λεονάρντο για να αποφορτίσει το βάρος της σύνθεσης.
Όσον αφορά την μορφή της Μόνα Λίζα, είναι γνωστός εκείνος ο μύθος περί του αινιγματικού χαμόγελου που λέγαμε παραπάνω.
Παρατηρώντας, όμως, το πρόσωπο της Μόνα Λίζα δεν αναγνωρίζεις την τεχνική του σφουμάτο;
Δεν βλέπεις ξεκάθαρα ότι πάνω στην μορφή της δεν υπάρχουν ουσιαστικά περιγράμματα αλλά μονάχα εκείνα τα απαλά περάσματα όπου οι τονικές διαβαθμίσεις είναι σχεδόν ομιχλώδεις; Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο που πρέπει να θυμάσαι για να αποκωδικοποιήσεις το αίνιγμα της Τζοκόντα. Το δεύτερο στοιχείο είναι τα χαρακτηριστικά του προσώπου της. Δηλαδή, να αναλογιστείς για λίγο, ίσως και προτού την ξανακοιτάξεις, ποιά είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν την έκφραση μας. Την έκφραση όλων των ανθρώπων.

Εδώ βέβαια θα πρέπει να θυμηθείς πόσες έρευνες είχε κάνει ο Λεονάρντο πάνω σε αυτό το θέμα. Επί παραδείγματι, είχε αντιληφθεί ότι μια έκφραση, του πόνου λόχου χάρη, σχηματίζεται και γίνεται φανερή μέσω των ματιών και του στόματος, ενώ την συνοδεύουν και οι μύες που υπάρχουν και υποστηρίζουν τα δύο αυτά σημεία του προσώπου μας.
Τα αυτιά και η μύτη ελάχιστα συμμετέχουν. Αν θέλεις να γελάσεις αυτό γίνεται φανερό από τα μάτια και το στόμα, αν θες να κλάψεις, το ίδιο, αν θες να σαρκαστείς ή να δηλώσεις την έκπληξή σου και πάλι, οι πρωταγωνιστές παραμένουν το στόμα και τα μάτια σου.

Εδώ, όμως, έρχεται ένα καίριο ερώτημα. Όταν λέμε τα μάτια, τι εννοούμε; Μόνο το βλέμμα; Όχι, βέβαια! Εννοούμε ολόκληρο το σύστημα που περιβάλλει τα μάτια μας. Εννοούμε και τα φρύδια! Έχεις αναλογιστεί πόσο σημαντικό εκφραστικό ρόλο παίζουν τα φρύδια μας; Πως καμπυλώνουν στην χαρά, πως δημιουργούν γωνίες όταν εκνευριζόμαστε, πως τεντώνονται όταν τρομάζουμε; Είναι μάλιστα τόσο έντονα τα φρύδια μας, δεδομένου ότι αποτελούν μια ξεκάθαρη γραμμή επάνω στο προσώπό μας, που αν στέκεσαι μακριά και παρατηρείς κάποιον άνθρωπο, ακριβώς επειδή δεν τον βλέπεις με ακρίβεια και αδυνατείς να περιγράψεις την εκφραστική του διάθεση, η ματιά σου εστιάζει στις δύο αυτές γραμμούλες του προσώπου του, τα φρύδια, κι ανάλογα με την θέση τους περίπου μπορείς να καταλάβεις την κατάσταση του χαρακτήρα που ερευνείς.

Τώρα ξανακοίταξε την Μόνα Λίζα. Μήπως της λείπει κάτι;
Ναι! Τα φρύδια! Διότι ήταν πανέξυπνος κι ήξερε τον τρόπο για να μας μπερδέψει! Αφαίρεσε τα φρύδια και ουσιαστικά κανείς δεν το αντιλαμβάνεται αυτό με την πρώτη ματιά, δεδομένου του σφουμάτο, αφού αυτή η ομιχλώδης εναλλαγή από την σκιά στο φώς μας δημιουργεί την ψευδαίσθηση της υπάρξεώς τους. Έτσι, λοιπόν, το πρόβλημα δεν έγκειται στο αινιγματικό χαμόγελο της Μόνα Λίζα, γιατί απλούστατα, ενδεχομένως αυτό το αμυδρό μειδίαμα μπορεί και να μην είναι χαμόγελο, αλλά οτιδήποτε άλλο, το οποίο για να γίνει φανερό θα χρειαζόμασταν ένα ακόμα στοιχείο του προσώπου που ο πανούργος Λεονάρντο μας έχει αποκρύψει. Τα φρύδια της κυρίας Μόνα Λίζα ντελ Τζοκόντο.
Μας βάζει να ανακαλύψουμε τον γρίφο χωρίς, όμως, όλα τα κομμάτια του παζλ!


The Laughing Boy by Robert Henri 




Πάντα γελαστοί, Μητροπάνος

Στίχοι: ΆΛΚΗΣ ΑΛΚΑΙΟΣ, Μουσική: ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ, Εκτέλεση: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΑΝΟΣ. Από το CD "Στου αιώνα την παράγκα" (1996). === ΣΤΙΧΟΙ === Της νύχτας οι αμαρτωλοί και της αυγής οι μόνοι θέλουν βαρύ ζεϊμπέκικο και νευρικό τιμόνι σε τόπους τριγυρίζουνε σβησμένους απ' το χάρτη για μια σταγόνα ουρανό για μιαν αγάπη σκάρτη Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί πάντα γελαστοί και γελασμένοι Τα νιάτα μας διαδρομή Αθήνα - Σαλονίκη μια πόλη χτίσαμε μαζί κι ακόμα ζω στο νοίκι έπεσα να σ' ονειρευτώ σε ψάθα από φιλύρα κι είδα πως βγάζει η νύχτα φως και τ' όστρακο πορφύρα Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί πάντα γελαστοί και γελασμένοι Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί πάντα γελαστοί και γελασμένοι

Catharina Hooft and Her Nurse  by Frans Hals.


Bέττα Καλλιόπη – Μ’ ένα σου γέλιο μόνο

Μουσική:Βαγγέλης Βέττας
~ Στίχοι:Κώστας Φασουλάς
~ Eρμηνεία:Καλλιόπη Βέττα

Σαν προσπεράσεις τον καημό
ξεχνιούνται όλα τα λάθη
βλέπεις αλλιώς τον ουρανό
αλλιώς και την αγάπη

Μ’ ένα σου γέλιο μόνο
εγώ το χρόνο ξεγελώ
το δάκρυ μου στεγνώνω

Σαν προσπεράσεις τον καημό
σ’ ένα στενό πιο κάτω
μη λυπηθείς και πέταξε
ότι σου βγήκε σκάρτο



Laughing Children with a Cat, 1629 - Judith Leyster




Είναι το γέλιο σου – Λαυρέντης Μαχαιρίτσας


Στίχοι: Λίνα Δημοπούλου Μουσική: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας Απ’ τα μαλλάκια σου κρατιέμαι στη ζωή πριγκίπισσά μου εσύ Μαρία και Ελένη στις μαύρες μπούκλες σου γερά έχει πιαστεί η μοίρα που ζητά η ψυχή ήσυχα ν’ ανασαίνει Είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου που γράφει μουσική είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου που τη χαρά ανασταίνει Απ’ το χεράκι σου κρεμιέμαι σαν παιδί πατώ στο βήμα σου και κείνο με πηγαίνει σε παραλίες που δεν έχω ξαναδεί και σαν ιπτάμενο χαλί στους ουρανούς με φέρνει Είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου που γράφει μουσική είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου είναι το γέλιο σου που τη χαρά ανασταίνει.


Two Laughing Boys with a Mug of Beer is a painting by Frans Hals 




Πέτρινο χαμόγελο, ΑΡΛΕΤΑ

Στίχοι: Νίκος Χουλιαράς...
Μουσική: Νίκος Χουλιαράς...
Πρώτη εκτέλεση: Αρλέτα...
Δεν είχε το νησί κατάρτια δεν είχε το νησί παιδιά δεν είχε το νησί τραγούδια γιατί μισέψαν τα παιδιά δεν είχε το νησί φεγγάρια μαρμάρωσε κι η κοπελιά Στο πέτρινο χαμόγελό της γίναν τα όνειρα καράβια το πέτρινο χαμόγελό της το κτίσανε στη μοναξιά τ' αγριοπούλια του πελάγου και χάθηκαν και χάθηκαν Τώρα ένα χέρι στο λιμάνι βάφει τη θάλασσα σταχτιά δεν είναι πια βαθύς ο ύπνος δεν έχει ελπίδες η νυχτιά τώρα είναι μόνη στο λιμάνι κι είναι τα όνειρα μακριά..


 The Laughing Cavalier (1624)  by Frans Hals 




Για το χαμόγελό σου τραγουδώ, Ν. Παπάζογλου


Στίχοι: Νίκος Παπάζογλου Μουσική: Νίκος Παπάζογλου Για το χαμόγελό σου τραγουδώ γιατί μου δείχνει πως το κλάμα έχεις γνωρίσει και για το βάδισμά σου το γλυκό που μόνο όποιος σκόνταψε μπορεί να εκτιμήσει αυτό το χάδι που 'ναι τόσο τρυφερό είναι από χέρια που σκληρά έχουν παλέψει κι αυτά τα χείλη που με αγάπη με φιλούν δεν τ' άκουσα ποτέ πικρή να πούνε λέξη Για το χαμόγελό σου τραγουδώ που όσο κι αν πόνεσες δεν το εγκαταλείπεις που με κουράγιο με γεμίζει αν το δω και χάνονται με μιας τα σύννεφα της λύπης Είμαι στ' αλήθεια τυχερός που σ' έχω εδώ όταν τα πράγματα ζορίζουνε τριγύρω και ξέρω αν τύχει και ποτέ εξαντληθώ θα 'σαι στο πλάι μου επάνω σου να γύρω Είμαι στ' αλήθεια τυχερός που σ' έχω εδώ όταν τα πράγματα ζορίζουνε τριγύρω και ξέρω αν τύχει και ποτέ εξαντληθώ θα 'σαι στο πλάι μου επάνω σου να γύρω


In The Arms Of His Love by Greg Olsen 



Όλη η ζωή είναι υπόθεση χαμόγελο, Κώστας Χατζής

Μουσική: Κώστας Χατζής Στίχοι: Σώτια Τσώτου Ερμηνεία: Κώστας Χατζής Όλη η ζωή είναι υπόθεσις χαμόγελο Είναι ένα γεια σου σ' έναν άγνωστο στον δρόμο Να σπλαχνιστείς τον κουρασμένο ταχυδρόμο Ένα νεράκι να προσφέρεις με χαμόγελο Και δεν θα νοιώθει το φορτίο του στον ώμο Να πεις στον πόλεμο δεν πάω Αλλά με χαμόγελο Να πεις σε κάποιον χτύπα με Αλλά δεν σε χτυπάω Να πεις σ'αυτόν που σε μισεί μίσησέ με εσύ Αλλά εγώ πολύ πολύ σε αγαπάω Όλη η ζωή είναι υπόθεσις χαμόγελο Είναι ένα γεια σου σ' ένα άγνωστο στον δρόμο Να σπλαχνιστείς τον κουρασμένο ταξιδιώτη Να τον ρωτήσεις τι συμβαίνει με χαμόγελο Να δεις τι εύκολοι κι απλοί που είν' οι ανθρώποι Να ημερέψεις την ζωή που αγριεύτηκε Να δεις που όλοι και κανένας μας δεν φταίει Αν πεις σε κάποιον στην ουρά πάρ'την δική μου τη σειρά Να δεις που όλοι τους θα πάνε τελευταίοι Εύκολη θα'ναι η ζωή μ΄ένα χαμόγελο Μια καλημέρα στον ανήξερο διαβάτη Είμαστε όλοι μας φτωχοί Γυμνοί γεννιόμαστε γυμνοί Και δεν υπάρχει άλλο ρούχο απ' την αγάπη


Officer And Laughing Girl by Johannes Vermeer





Γέλα πουλί μου, γέλα –Κατσιμίχα


Μουσική & Στίχοι: Χάρης & Πάνος Κατσιμίχας

Μου φαίνεται σα να 'ναι χθες, μα πάνε τόσα χρόνια Ένα πρωί που παίξαμε σε κάποιο σινεμά Σκαστοί από το σπίτι, με δανεικές κιθάρες Όλα αρχίσανε νωρίς και τέλειωσαν αργά Παράσιτα και μουσικές και μπερδεμένες λέξεις Πειρατικοί στις γειτονιές εκπέμπανε τρελά Με την κιθάρα γύριζες και ρώταγες να μάθεις Πώς πιάνουν τους μπαρέδες, το μι, το σολ, το λα Τίποτα δεν έχει αλλάξει Και τίποτα δεν είναι όπως παλιά Μένει όμως ακόμα ένα πείσμα Που δεν είναι συνήθεια μοναχά Γέλα, γέλα πουλί μου, γέλα Γέλα... κι είν' η ζωή μια τρέλα


A Day At The Beach by Frederick Morgan




Όλα Αυτά Που Φοβάμαι. (Να σε δω να γελάς) -Πρωτοψάλτη


Άλκηστις Πρωτοψάλτη - Όλα Αυτά Που Φοβάμαι. Στίχοι: Θάνος Παπανικολάου Μουσική: Nickel Back Πρώτη εκτέλεση: Άλκηστις Πρωτοψάλτη Τα γιατί που μείναν πίσω ρίζες βγάλαν μέσα στα όνειρα μου. Όποιο μέλλον και να ζήσω πάντα βρίσκω παρελθόν μπροστά μου. Κι όλα αυτά που φοβάμαι... Όλα αυτά που φοβάμαι είναι ακόμα εδώ. Όλα αυτά που φοβάμαι είναι ακόμα εδώ. Σαν κερί που λιώνει Η αγάπη καίει και λυτρώνει Ιερό και μέγα το χθές που κρύβει μια γυναίκα Να σε δω να γελάς Μου φτάνει απόψε για να ξαναρχίσω Να πετάξω ψηλά Να ανοίξω μόνη φτερά Η ταχύτητα του χρόνου στάχτη αφήνει πάνω στο κορμί μου Ό,τι απέμεινε δικό μου το 'χει πια ξεχάσει η αφή μου. Κι όλα αυτά που φοβάμαι είναι ακόμα εδώ Κι όλα αυτά που φοβάμαι είναι ακόμα εδώ Σαν κερί που λιώνει Η αγάπη καίει και λυτρώνει Ιερό και Μέγα το χθες που κρύβει μια γυναίκα Να σε δω να γελάς Μου φτάνει απόψε για να ξαναρχίσω Να πετάξω ψηλά Να ανοίξω μόνη φτερά Όποιο μέλλον και να αγγίξω πάντα βρίσκω παρελθόν μπροστά μου. Κι όλα αυτά που φοβάμαι... Κι όλα αυτά που φοβάμαι... Κι όλα αυτά που φοβάμαι είναι ακόμα εδώ Κι όλα αυτά που φοβάμαι είναι ακόμα εδώ Σαν κερί που λιώνει Η αγάπη καίει και λυτρώνει Ιερό και μέγα το χθες που κρύβει μια γυναίκα Να σε δω να γελάς Μου φτάνει απόψε για να ξαναρχίσω Να πετάξω ψηλά Να ανοίξω μόνη φτερά.


The Gypsy Girl  by Frans Hals,



Πυξ Λαξ - Ένα γέλιο κρεμασμένο στο μπαλκόνιΣτίχοι: Φίλιππος Πλιάτσικας & Σοφία Ζήση Μουσική: Φίλιππος Πλιάτσικας Σταμάτα να με ταξιδεύεις, 
η ψυχή μου είναι κλειστή 
τι κι αν πέθανε η αγάπη
 κι αν δεν έμεινε πιστή 
Σταμάτα να με ταξιδεύεις, 
τα όνειρά σου είναι βαριά 
έχει αλλάξει το κορμί μου 
και δε σε γνωρίζει πια 

Να χα χα α, να χα χα χα, να χα χα α, να χα χα χα 

Είμαι ένα γέλιο κρεμασμένο στο μπαλκόνι σου 
όσο κρύβομαι ο χρόνος με στεγνώνει 
Είμαι ένα γέλιο κρεμασμένο στο μπαλκόνι σου 
πέφτει επάνω μου η βροχή και με παγώνει 

Να χα χα α, να χα χα χα, να χα χα α, να χα χα χα 

Σταμάτα να με ταξιδεύεις, 
η ψυχή μου είναι κλειστή 
σε βιτρίνα θα πεθαίνεις 
για να μοιάζει ότι ζεις 
Σταμάτα να με ταξιδεύεις, 
τα όνειρά σου είναι βαριά 
έχει αλλάξει το κορμί μου 
και δε σε γνωρίζει πια 

Είμαι ένα γέλιο κρεμασμένο στο μπαλκόνι σου 
όσο κρύβομαι ο χρόνος με στεγνώνει 
Είμαι ένα γέλιο κρεμασμένο στο μπαλκόνι σου
πέφτει επάνω μου η βροχή και με παγώνει


Merrymakers  by Charles Emile Auguste Carolus-Duran









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου