Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2019

Κριστίνα Ροσέτι (5 Δεκεμβρίου 1830 – 29 Δεκεμβρίου 1894)

Η Κριστίνα Τζωρτζίνα Ροσέτι (5 Δεκεμβρίου, 1830 – 29 Δεκεμβρίου, 1894) ήταν Αγγλίδα ποιήτρια και αδελφή του ποιητή και ζωγράφου Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι (Dante Gabriel Rossetti) καθώς και των Ουίλιαμ Μάικλ Ροσέτι (William Michael Rossetti) και Μαρία Φραντσέσκα Ροσέτι (Maria Francesca Rossetti). Ο πατέρας τους, Γκάμπριελ Ροσέτι (Gabriele Rossetti), ήταν Ιταλός ποιητής και πατριώτης από τη Νάπολη, που ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Αγγλία, και η μητέρα τους, Φράνσις Πολιντόρι (Frances Polidori), ήταν αδελφή του ιατρού και προσωπικού φίλου του Λόρδου Βύρωνος, Τζων Ουίλιαμ Πολιντόρι (John William Polidori).

Η Ροσέτι γεννήθηκε στο Λονδίνο και μορφώθηκε στο σπίτι από τη μητέρα της. Στις αρχές της δεκαετίας του 1840, η οικογένειά της αντιμετώπισε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, καθώς επιδεινώθηκε η σωματική και ψυχική υγεία του πατέρα της. Όταν η ίδια ήταν δεκατεσσάρων ετών υπέστη νευρικό κλονισμό, γεγονός που επηρέασε και τη μετέπειτα ζωή της, καθώς κατά περιόδους έπασχε από κατάθλιψη και σχετικές ασθένειες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου της ζωής της η Ροσέτι, μαζί με τη μητέρα και την αδελφή της συμμετείχαν στο Αγγλο-Καθολικό κίνημα που ήταν μέρος της Εκκλησίας της Αγγλίας, και αυτή η θρησκευτική αφοσίωση έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προσωπική ζωή της Ροσέτι για το υπόλοιπο της ζωής της. Προς το τέλος της εφηβείας της είχε αρραβωνιαστεί τον ζωγράφο Τζέιμς Κόλινσον (James Collinson), αλλά τελικά ο δεσμός τους διαλύθηκε λόγω θρησκευτικών διαφορών ( ο Κόλινσον ασπάστηκε τον Καθολικισμό). Αργότερα διατηρούσε δεσμό με τον γλωσσολόγο Charles Cayley, αλλά δεν παντρεύτηκαν επίσης για θρησκευτικούς λόγους.

Αν και η Ροσέτι ξεκίνησε το συγγραφικό της έργο σε νεαρή ηλικία, η ποιήσή της δεν έτυχε ιδιαίτερης προσοχής μέχρι τη δημοσίευση της συλλογής Goblin Market and Other Poems το 1862. Η συλλογή συγκέντρωσε πολλούς κριτικούς επαίνους, και σύμφωνα με την βιογράφο της Τζαν Μαρς(Jan Marsh) «ο θάνατος της Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ (Elizabeth Barrett Browning) πριν από δύο μήνες οδήγησε στο να αναδειχτεί η Ροσέτι φυσική διάδοχός της ως διακεκριμένη γυναίκα ποιήτρια.» Το ποίημα του τίτλου της συλλογής αποτελεί το πιο γνωστό έργο της Ροσέτι. Παρόλο που με μια πρώτη ματιά μπορεί να φανεί ως ένα παιδικό ποίημα με ομοιοκαταληξία για τα δεινοπαθήματα δύο αδελφών με τελώνια, το ποίημα είναι πολυεπίπεδο, προκλητικό και περίπλοκο, και οι κριτικοί του έχουν δώσει πολλές διαφορετικές ερμηνείες, βλέποντάς το ως μια αλληγορία για τον πειρασμό και τη σωτηρία ή ως ένα σχόλιο πάνω στους ρόλους των φύλων και τη δραστηριοποίηση των γυναικών κατά τη Βικτωριανή εποχή, καθώς και ως ένα έργο για την ερωτική επιθυμία και την κοινωνική επανόρθωση. Κάποιοι αναγνώστες του αποδίδουν μια ομοιότητα με το ποίημα του Σάμιουελ Τέιλορ Κόλριτζ (Samuel Taylor Coleridge) «Ancient Mariner », δεδομένου του θρησκευτικού θέματος του πειρασμού και της αμαρτίας, και της λύτρωσης μέσω του βασανισμού για χάρη των άλλων.

Κατά τη διάρκεια του υπολοίπου της ζωής της, η Κριστίνα Ροσέτι συνέχισε να γράφει και να δημοσιεύει το έργο της, αφοσιώθηκε όμως περισσότερο στα γραπτά περί θρησκευτικής πίστης και σε παιδική ποίηση. Παρόλο που οι κανόνες της θρησκείας καθόριζαν τον τρόπο ζωής της, εξακολουθούσε να διατηρεί έναν ευρύ φιλικό κύκλο, και για δέκα χρόνια εργαζόταν εθελοντικά σε ίδρυμα υποστήριξης γυναικών «κακής φήμης». Ήταν αναποφάσιστη σχετικά με το δικαίωμα ψήφου των γυναικών, αλλά πολλοί ακαδημαϊκοί έχουν προσδώσει φεμινιστικό χαρακτήρα στην ποίησή της. Επιπλέον, όπως λέει η Μαρς, «ήταν αντίθετη στον πόλεμο, τη δουλεία (στον Αμερικανικό Νότο), τη σκληρότητα προς τα ζώα, την εκμετάλλευση ανήλικων κοριτσιών στην πορνεία και όλες της μορφές στρατιωτικής επιθετικότητας».

Το 1893 η Ροσέτι προσεβλήθη από καρκίνο. Πέθανε τον επόμενο χρόνο, στις 29 Δεκεμβρίου 1893, και τάφηκε στο Κοιμητήριο Χάιγκειτ. Στις αρχές του εικοστού αιώνα η δημοτικότητα της Ροσέτι έφθινε, όπως και η φήμη πολλών αξιόλογων συγγραφέων της Βικτωριανής εποχής, μπροστά στην ορμητικότητα του Μοντερνισμού. Η Ροσέτι παρέμεινε αφανής μέχρι τη δεκαετία του 1970, οπότε και φεμινίστριες ακαδημαϊκοί άρχισαν να ανακαλύπτουν ξανά το έργο της και να γράφουν για αυτό. Τις τελευταίες δεκαετίες τα γραπτά της Ροσέτι επανήλθαν στο προσκήνιο, και ξανακέρδισαν την είσοδό τους στον Βικτωριανό λογοτεχνικό κανόνα. https://el.wikipedia.org/

Πορτραίτο της Κριστίνα Ροσέτι, από τον αδελφό της Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι

ΠΟΙΗΜΑΤΑ 

Κήπος του Οκτώβρη


Πρόθυμη ήμουν στον κήπο μου τον φθινοπωρινό
Στα τριαντάφυλλά μου ανάμεσα τα σκόρπια, να θρηνώ∙
Για το τελευταίο αλλοίμονο, του ρόδου το μπουμπούκι αυτό
Που στου φθινόπωρου τη βροχή ανοίγει και σε ήλιο νωθρό
Όταν η φύση ολόκληρη οδεύει προς το λιγοστό!
Που του Ιούνη το δισταγμό δεν έχει νιώσει το γλυκύ,
Κι ούτε τ’ αηδόνι τη μελωδία του έχει ακούσει να κελαηδεί.

Φαρδυπρόσωπα “αστέρια” στου κήπου μου τη βόλτα μαζί,
Δεν είστε άλλο από βάναυσα αν με τα ρόδα ένας σας συγκρίνει:
Φροντίδα περισσότερη, δαπάνη πιο μεγάλη από το μπουμπούκι που ξανοίγει
Δειλά αρωματισμένο, κορφολογημένο, στο δικό του πάνω το τσουνί,
Το ελάχιστο αυτό και τελευταίο που άνεμοι ακυρώνουνε ψυχροί∙
Ένα τριαντάφυλλο, αν και ελάχιστο και τελευταίο όλων, είναι
Για μένα ένα ρόδο, παρά που μέσ’ στο φθινόπωρο είναι.

An October Garden

In my Autumn garden I was fain
To mourn among my scattered roses;
Alas for that last rosebud which uncloses
To Autumn’s languid sun and rain
When all the world is on the wane!
Which has not felt the sweet constraint of June,
Nor heard the nightingale in tune.

Broad-faced asters by my garden walk,
You are but coarse compared with roses:
More choice, more dear that rosebud which uncloses
Faint-scented, pinched, upon its stalk,
That least and last which cold winds balk;
A rose it is though least and last of all,
A rose to me though at the fall.

***

Βιολέτες του Φθινοπώρου

Φύλαξε για την νεότητα την αγάπη, και για την άνοιξη τις βιολέτες:
Ειδάλλως, αν αυτές ανθίσουν όταν κατάκοπο το φθινόπωρο θλιβεί,
Άφησέ τες κρυμμένες να μένουν κάτω από φύλλων σκιά διπλή,
Μόνες τους, κι άλλες να μαραίνονται κάτω πεσμένες

Γιατί τα ία φχαριστιούνται όταν του τόπου τα πουλιά χτίζουν και τραγουδούν∙
Όχι όταν το ταξιδιάρικο πουλί σ’ ένα πέρασμα μείνει πιστό∙
Ούτε με τα διψασμένα στάχυα από δεμάτια σοδειάς μετά το θερισμό,
Αλλ’ όταν του πράσινου του κόσμου τα μπουμπούκια ανθούν.

Τις βιολέτες για την άνοιξη φύλαξε, κι η αγάπη για τα νιάτα ας κρατηθεί,
Αγάπη που, με την ομορφιά, τη χαρά και την ελπίδα θά ‘πρεπε να κατοικήσει:
Ή αν μια αργοπορημένη αγάπη πιο θλιβερή πρόκειται να γεννηθεί

Είθε χάρη πέραν τής γνώσης της, μη ζητήσει,
Μ’ από μόνη της ας δοθεί, μηδέ να ικετεύσει η αλήθεια ν’ απαντηθεί–
Μια Ρουθ ευγνωμονούσα αν και φτωχικό καρπό σταχυολογεί.

Autumn Violets

Keep love for youth, and violets for the spring:
Or if these bloom when worn-out autumn grieves,
Let them lie hid in double shade of leaves,
Their own, and others dropped down withering;

For violets suit when home birds build and sing,
Not when the outbound bird a passage cleaves;
Not with dry stubble of mown harvest sheaves,
But when the green world buds to blossoming.

Keep violets for the spring, and love for youth,
Love that should dwell with beauty, mirth, and hope:
Or if a later sadder love be born,

Let this not look for grace beyond its scope,
But give itself, nor plead for answering truth–
A grateful Ruth tho’ gleaning scanty corn.

Εικόνα από το εξώφυλλο της συλλογής ποιημάτων της Κριστίνα Ροσέτι Goblin Market and Other Poems (1862), από τον αδελφό της Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι


Θα 'θελα να θυμόμουνα τη μέρα

Θα 'θελα να θυμόμουνα τη μέρα,
την ώρα, το λεπτό που σε πρωτοείδα,
αν είχε φως ή ερχόταν καταιγίδα,
αν ήταν πρωί ή αν έφτανε η εσπέρα.
Έτσι απρόσεκτη διάβηκα πέρα,
τόσο τυφλή ήμουνα που την αχτίδα
δεν πρόσεξα που προμηνούσε ελπίδα,
το αστέρι που πλανιόταν στον αιθέρα.
Τη μέρα αυτή να ‘ταν να θυμηθώ,
που έφυγε δίχως ίχνος, σαν το χιόνι
που κάτω από το χάδι του ήλιου λιώνει.
Άδεια έμοιαζε, δεντρί δίχως ανθό.
Ω, να μπορούσε τη στιγμή να φέρει
πίσω, που αγγίξαμε χέρι με χέρι.

Κριστίνα Ροσέτι – Ξένοι Λυρικοί, εκδ. "Ποταμός"
Μετάφραση: Γ. Νίκας

I wish I could remember that first day

I wish I could remember that first day,
First hour, first moment of your meeting me,
If bright or dim the season, it might be
Summer or Winter for aught I can say;
So unrecorded did it slip away,
So blind was I to see and to foresee,
So dull to mark the budding of my tree
That would not blossom yet for many a May.
If only I could recollect it, such
A day of days! I let it come and go
As traceless as a thaw of bygone snow;
It seemed to mean so little, meant so much;
If only now I could recall that touch,
First touch of hand in hand – Did one but know!

Όταν, αγαπημένε μου, πεθάνω
Όταν, αγαπημένε μου, πεθάνω,
Μην τραγουδήσεις πιά για μένα θλιβερά·
Τριαντάφυλλα στο μνήμα μη φυτέψεις,
Ούτε ψηλού κυπαρισσιού σκιά:
Πάνω μου να' σαι το χλωρό χορτάρι
Βρεγμένο απ 'τη βροχή και τη δροσιά·
Κι αν θέλεις, τότε να θυμάσαι,
Αν όχι, ξέχασέ με πιά.
Εγώ δεν θ' αντικρύσω πιά σκιές,
Ούτε και τη βροχή θα αισθανθώ·
Τ' αηδόνι δεν θα αφουγκραστώ να τραγουδάει
σαν πληγωμένο, σταθερά τον ίδιο τον σκοπό:
Καθώς θα ονειρεύομαι περνώντας στο λυκόφως
Που ούτε δύση έχει, ούτε ανατολή,
Ίσως και τότε ακόμη να θυμάμαι,
Μα ίσως και να' ρθει η λησμονιά μαζί.


When I am dead, my dearest (1848)

When I am dead, my dearest,
Sing no sad songs for me;
Plant thou no roses at my head,
Nor shady cypress tree:
Be the green grass above me
With showers and dewdrops wet;
And if thou wilt, remember,
And if thou wilt, forget.
I shall not see the shadows,
I shall not feel the rain;
I shall not hear the nightingale
Sing on, as if in pain:
And dreaming through the twilight
That doth not rise nor set,
Haply I may remember,
And haply may forget.


Ποιος έχει δει τον άνεμο;

Ποιος έχει δει τον άνεμο;
Ούτε εσύ ούτε εγώ:
Μα όταν τα φύλλα τρεμοπαίζουν
Ο άνεμος περνάει ανάμεσα

Ποιος έχει δει τον άνεμο;
Ούτε εσύ ούτε εγώ:
Μα όταν τα δέντρα λυγίζουν τα κεφάλια τους
Ο άνεμος περνάει ανάμεσα

Who Has Seen the Wind?

Who has seen the wind?
Neither I nor you:
But when the leaves hang trembling,
The wind is passing through.


Who has seen the wind?
Neither you nor I:
But when the trees bow down their heads,
The wind is passing by

https://www.hallofpeople.com/








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου