Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

ΒΙΚΥ ΔΡΑΚΟΥΛΑΡΑΚΟΥ " Αμαλθείας κέρας " Ποιητική Συλλογή


Βίκυ Δρακουλαράκου : Αμαλθείας κέρας
Εκδόσεις : Οστρια
Ετος έκδοσης : Νοέμβριος 2018
Είδος : Ποιητική Συλλογή


Οπισθόφυλλο

Στην ποιητική μου συλλογή Αμαλθείας κέρας
συνυπάρχουν και διαπλέκονται πολλά συναισθήματα.
Σ΄αυτή την παραμυθία της γραφής μου προσπάθησα
να καλλιεργήσω μία δημιουργική σχέση ανάμεσα
στο ποίημα και τον αναγνώστη.
Πνευματωρύχος του βιβλίου είναι ο έρωτας.
Ανθικοί άξονες επίσης είναι στοιχεία ενός ενδότερου νόστου
με αλληγορίες και μεταφορές, πολλάκις δε με μεταβαλλόμενο νόημα.
Σ΄αυτό το ποιητικό μου ταξίδι
αντιμετωπίζω τις λέξεις μου με αφοπλιστική ειλικρίνεια
προκειμένου να επαναπροσδιορίσω
προσδοκίες, απωθημένες επιθυμίες, μνήμες της παιδικής ηλικίας,
την μελαγχολία της καθημερινότητας,
ή την μοναξιά και την εγκατάλειψη.
Τα όνειρα που ναυάγησαν αλλά και την άνιση μάχη
του χρόνου και την φθορά.
Με χαρά παραδίδω στο κοινό το πόνημα μου
ιδωμένο με ψυχική ευθύνη και σεβασμό.
Η γραφή είναι χειρωναξία, εν πολλοίς, η ίδια
αλλά κυκλοφορεί εθιστικά στο είναι μου.
Χαιρετίζω σας με αγάπη!
~~~~~~~~~



Ποιήματα Συλλογής
Το πιο όμορφο ταξίδι
είναι αυτό που μας χαρίζουν τα βιβλία
και η πιο ωραία περιπλάνηση η αναγνωστική.
~~~~~~~~~~~~
Νύμφες ψυχές


Κίνησαν οι θηρευτές, οι αγγελοκαμωμένοι,
φορώντας τα μεταξωτά, τα χιλιοπλουμισμένα.
Μ΄αθύρματα στολιδιάρικα, πορφυρά στεφανωμένοι
φέροντας στον κόρφο τους, της Αμαλθείας κέρας

Στον ήλιο τον περιλαμπή,
άστραψαν οι αστροπλέξεις στα ζωνάρια.
Μειλίχιες μορφές, στα χείλη τα δεσμά του πόθου.
Λάφυρα ψυχών καλούν, οι αιμοσταγείς σειρήνες,
γλάρες αγκαλιές σκορπούν, στου δειλινού την πλάνη.

Νύμφες ψυχές, παρά θίν αλός, μειδιούν ποζάτες,
στέκουν ανέμελες, τους διάττοντες αστέρες καρτερώντας.
Λευκοντυμένα γιασεμιά, με την κόμη τους λυμένη,
στον κίβδηλο θυρεό, με φαιδρότητα την ανεμίζουν.

Ελαφίνες λυγερές,
με εσπευσμένο τον παλμό στο στήθος,
της φρεναπάτης την έλευση, με ευπείθεια προσμένουν.

Η σελήνη τους η ολόγιομη
με τον Ενδυμίωνα, κρυφά συνομιλάει.
Φεγγάρια ασύνετα, κι ατρόμητα στην άλωση.
Άγνωστες λέξεις στ΄όνειρο...
Της καρδιάς οι κονκισταδόροι!

~~~~~~~~~~~~

Βράδιασε η ζωή

Πήρε να βραδιάσει η ζωή.
Σιδερένιος κι αψίθυμος ο ουρανός
ορμητικά βουτάει στο στέρνο.
Ένα κορίτσι αλλοτινό
με όψιμη θωριά,
σαν σκόνης κύμα φάνηκε
στη φλόγα του κεριού,
που ξέχασα κοντά στο παραθύρι.
Έχει πληγές στα γόνατα
και αίματα στα χέρια του,
απ΄τα παιχνίδια της αλάνας.
Βαδίζει όλο τσαχπινιά, μ΄ένα φόρεμα φλοραλ
στους αστραγάλους σηκωμένο.
Με νάζι απλώνει όνειρα στα σχοινιά
με καράβια και χάρτες ζωγραφισμένα.
Πήρε και βράδιασε η ζωή
κι ο αψίθυμος ουρανός
απόσωσμα ψυχής άρχισε να στάζει.
Κι ένας άνεμος γεμάτος συντριβή
έσβησε το κερί στο παραθύρι.
Τα προικιά απ΄τις αγάπες
και τις αναμνήσεις του κοριτσιού
απ΄τα σχοινιά,
μην ξεχάσω να μαζέψω.

~~~~~~~~~~~~

Νοθευμένο μέλι

Κίτρινη πόλη και στρωσίδι μισερό
βαθιά η σιωπή κι η άνοιξη στο γέρμα.
Ο ήλιος δεν ανέτειλε σβήστηκε στο χιόνι
αγύρτισσα η πρωτομαγιά που έκλινε το γόνυ.

Ναυάγησε η στράτα του στα μουχλιασμένα τα λαγούμια
πνίγηκε στης Ομόνοιας τον σταθμό με νοθευμένο μέλι.
Τώρα σακατιλίκι είναι ζωντανό στις στράτες του πυθμένα.

Με τ΄άστρα δεν κοιμήθηκε η χίμαιρα τον πλάνεψε
το κορμί του πάγωσε στην κρυψώνα του χειμώνα.
Η σβήτρα της πνοής μονάξιασε της ζωής τους δρόμους
κι η ανάγκη έγινε βαριά στις φλέβες η ζωή στενεύει.

Δυο βήματα έκανε μπροστά κι άλλα δυο πισωγυριστά
άσπρο μαντήλι δένει στο λαιμό και στο κενό γλιστράει.
Ο Θεός σκυφτός στρίβει στο στενό
με της ευθύνης του την ζυγαριά στον ώμο.
Κι η στίλβη εκεί ψηλά, άρχισε να δυναμώνει...

~~~~~~~~~~~~

Ρακένδυτο όραμα

Ρακένδυτο το όραμα αλώνει τούτο το βράδυ
ένας έρωτας κάλπικος θωπεύει το φεγγάρι,
τον λωλό εκπορνευτή που σαγήνεψε
της θύμησης τα λόγια και λικνίζει εικόνες αθέατες
μες το απύθμενο γιορτάσι της παρακμής του.

Φιλιά ανέλπιδα οδοιπορούν στην αμμουδερή ακτή του,
στους αιμάτινους ορίζοντες χαιρετίζονται δυο γλάροι.
Της μοίρας θύτες λιάνισαν την κρυφή μου προσδοκία,
απλανείς οι παρουσίες των συρρικνωμένων σιωπών
τις λέξεις ξόδεψε η απουσία σου, Απόντα.

Εφιάλτες συνωστίζονται στα ρείθρα που η αγάπη στάζει
καμώνονται φιλήματα στου έρωτα την δολερή αυταπάτη
σε παραπαίουσα εικόνα με σκιές αναλαμπής
σε μια διάτρητη φιγούρα αγκάλης.

Αναστενάζουσα η νυχτιά έλκει ζωγράφισμα σκιάς μες το σκοτάδι
σ΄ένα πρεβάζι ευωδιαστό την οδηγεί ο λογισμός της που στενάζει.
Ντύνει με ανάσες στεναγμών την ποιητική μιλιά της,
διανθίζει προσεκτικά τις εφθαρμένες λέξεις
με τόνους, σάστισμα στα κόμματα και ανάσασμα στις τελείες.

Και κρυφοκοιτά να δει αν εσύ θα με διαλέξεις,
αν σου φαντάζω ως Αμφιτρύων πλαστουργός,
ωσάν ισόθεος που στέκει άβουλος δειλός
όταν για σέ η πένα του,
ο εσκεμμένος αυτουργός, γράφει.

~~~~~~~~~~~~

Ησυχία

Πόσο μ΄εκνευρίζει αυτή η Ησυχία...
Μόνο φασαρία κάνει κι όλο μόνη της μονολογεί.
Την μια ποιήματα απαγγέλει
και την άλλη βάζει δυνατά την μουσική.
Κάνει αλλόκοτες χειρονομίες, με τις λέξεις κουβεντιάζει
και στο τέλος τις πετάει, στα γεράνια της αυλής.
Στο μπαλκόνι μπαινοβγαίνει, κάτι ψίχουλα μαζεύει
που το δείλι στις καρέκλες αραδιάζει
για να ΄χει κάποιον να μιλάει να μην νιώθει μοναχή.
Δίχτυα στην στεριά απλώνει, το κρεβάτι της στην αμμουδιά το δένει
κι ένα κύμα περιμένει
να την πάρει να την πνίξει, λέει, να μην έχει μοναξιά.
Τις φωνές πάντα μου βάζει, γιατί ξέχασα…
τα φώτα της να ανάψω,
μη και περάσει η Αγάπη, και νομίζει πως κοιμάται η δεν μένει πια εδώ.
Τις ντουλάπες της τα πρωινά αδειάζει, τα ρούχα της στο πάτωμα στιβάζει
συχνά τους βάζει και φωτιά.
Μετά τις στάχτες τους μαζεύει,
και ενώ σαρκαστικά γελάει, γυαλίζει τα ασημικά.
Τα μεσάνυχτα κρύβεται πίσω απ΄τις γρίλιες
με λαχτάρα κρυφοκοιτά τα ζευγαράκια
κι είναι ώρα που μ΄αφήνει
στην δική μου ησυχία, γιατί ώρες δεν μιλάει
μόνο σιγοτραγουδά...
....Θα ρθει μια φορά , να νιώσω πως κι εγώ ανήκω κάπου .
Θα έρθει σαν το φως , άνθρωπος καθαρός κι εγώ η σκιά του.
Να μου κρατάει σφιχτά , σφιχτά το χέρι ,
και λόγια καθαρά , μόνο να μου φέρει…
~~~~~~~~~~~~

Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά
Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.
Κ.Π.Καβάφης ( Η μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου )


Το φιλί

-Πού πας κορίτσι με τα γκρίζα μαλλιά,
καμωμένη μιαν αντάμωση με τη μπαλάντα στο χέρι;
Ποιας νιότης θεριό γήτεψε η ροδοκόκκινη, χωρίς φτιασίδια ομορφιά σου
κι όνειρα ζωγραφίζει η γη σου η ανότιστη στ΄ουρανού τη σκέπη;
Ποια θάλασσα αναζητάς, να ξεπλύνει τη ρυτίδα που σαρκάζει;
Ποιον ήλιο καρτεράς, να ξεβάψει τον ίσκιο στον καθρέφτη;
O κόσμος βράδιασε, τα νιτερέσια του δεν διαφεντεύεις πια.
Στο παραθύρι σου άνθισε μια λύπη, μέσα στη λεβάντα,
το κορμί σου έδρεψαν των παλικαριών οι χάρες,
και την δροσιά σου στέρεψαν στα αίθρια σκοτάδια...
Τα έσβησες τα πάθη σου στου έρωτα τα χνώτα,
γυρίζοντας το ξύπνημα της φύσης σου σε ήλιους και αλώνια.
Τη λογική σου κούρσεψε τις νυχτιές το σμίλευμα του γλύπτη,
το νήμα της αναπνοής σου το ΄κοψε με το γλυκοφίλημά του
στα μονοπάτια τ΄ουρανού. στου φεγγαριού τα καλντερίμια.
- <<Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά
κορίτσι με τα ξανθά μαλλιά.
Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι>>.
Γυρεύω μόνο το φιλί
εκεί, στην άκρη του σχοινιού το βλέπω, εκεί…
Θυμάμαι πως με πόνεσε πολύ,
μα το Μόνον είναι,
που βάφει τα σύννεφα σε χρώμα βιολετί.

~~~~~~~~~~~~

Εμβόλιμη λαβωματιά

Θα με βρίσκεις,
στων χειλιών σου τη μελανιά
να την σκεπάζω όταν κρυώνει.
Στο φιλί το μεθυσμένο θα με γεύεσαι
εκεί στην άκρη των στεναγμών του.

Για κέρασμα στην ανήμερη μνήμη σου
στις νύχτες που σ΄αγάπαγα με άφησα κρυμμένη.
Στου ήλιου την πρώτη φεγγοβολή
το φλογωμένο στέρνο σου να θωπεύω
κι απόκρυφα το χάδι μου πάνω του να σεργιανάω.

Θα με βλέπεις
τον έρωτα να σού ποιώ
στο μυριοστόλιστο σκοτάδι της πηγής σου.
Τα αναγαλλιασμένα χείλη σου να κορφολογώ
και ζωή να σταλάζεις πάνω στην βρεγμένη χλόη.

Θα με νιώθεις
στο ανταρεμένο στήθος σου να αποκοιμιέμαι
και το άγριο μέλι μου να βλασταίνει την ψυχή σου.
Με την εμβόλιμη λαβωματιά σου ν΄αναριγώ
και την ελπίδα μου να διψά για το ανάβλυσμα σου.

Θα με ακολουθείς
με λαχτάρα σ ένα ταξίδι μυστικό σε ίχνη ενωμένα
και τ΄ όνειρο στο σώμα σου θα στάζει μια νοτισμένη γλύκα.
Μέσα σε κείνη τη κρυφή περπατησιά θα ζεις την αμαρτία
όταν το μερωμένο αγρίμι μου θα σου γέρνει το κορμί
και η ανάσα μου τον ουρανίσκο σου θα γλυκαίνει

~~~~~~~~~~~~

Ο ερχομός

Η νύχτα μύριζε ευωδιά.
Μια γλυκιά σιγή είχε απλώσει η προσμονή στη φύση
για να σ΄ακούσω ότι έρχεσαι με ένα φιλί στα χείλη...
Πόσο με γλύκαινε αυτή η προσμονή που μέσα μου καιρό είχε αρχίσει...

Θυμάσαι:
Έφερες και τον Έρωτα μαζί σου εκείνη τη βραδιά που ήρθες να με συναντήσεις.
Σε κράταγε απ΄τη μέση ... Θεέ μου με τι κίνηση και πόση χάρη σε λίκνιζε πάνω στο σχήμα του φιλιού του. Με τίγλύκα και τί ομορφιά είχε στολίσει το πρόσωπό σου!
Ανάμεσα μας στάθηκε...
Το λαχάνιασμα της ανάσας του ήταν ευωδιαστό, το βλέμμα του με ατένιζε βαθιά και ένα ταξίδι όασης υποσχόταν η βαριά αναπνοή του.
Σε θέλω…
Θρόιζε ο ήχος της φωνής του το σώμα του απαλά και δειλά όλο και τύλιγε το δικό μου. Στα γαλαζοπράσινα μάτια του έρρεαν οι αποχρώσεις του ουράνιου τόξου.Τα ακροδάχτυλά του χάιδευαν την φλεγόμενη αίσθησή μου και το πάθος του κούρσευε τον δισταγμό της παραδοχής μου.
Ανάμεσά μας παραμόνευε…
Να γευθεί το πρώτο μας φιλί, και ν΄ακούσει τους ήχους απ΄το κατευόδιο της ευφροσύνης στο γλυκασμό της τρυφερότητας.
<< - Άσε με να σ΄αγαπώ μου ψιθύρισε... καιρό ακροζυγιάζω τα φτερά μου στα ύψη τ΄ουρανού σου !
Σε διψώ…
Μέσα στα λόγια τ΄ανείπωτα άδικα σου αντιμάχομαι. Είσαι δροσοσταλίδα φεγγαρή κι ανάβεις στα όνειρά μου.
Σε ποθώ…
Το φιλί σου φλυαρεί ευέξαπτα, όταν η φαντασία μου σ΄αγκαλιάζει και νιώθω ένα πρωτοτάξιδο ερωτικό σκαρί να σεργιανίζει στο πυρωμένο εντός μου ! >>
Τί μαγεία Χριστέ μου αναβαστούσε η εύθραυστη σιωπή ανάμεσά μας. Μέσα στους ιριδισμούς των ματιών του έβλεπα την ταραχή μου! Ακόμα κι η ψυχή μου ορθώθηκε να δει το θαύμα!
Και πόθησα…
Γεράκι να υψωθώ στου έρωτά σου τον αιθέρα! Να σ΄αγγίξω… ν΄ αγγιχτώ… κι ας πληρώσω με το ίδιο μου το νου το κόστος στην πρεμιέρα.
Να σε δω να με φιλάς της ψυχής μου ανοιξιάτικο κρίνο κι ο αγιασμός σου τα χείλη μου να σιγήσει.
Να σε δω δίπλα μου να πλαγιάζεις σαν από έρωτα εφηβικό με τρυφερεύει το φιλί σου…
Γουλιά- γουλιά τα μάτια μου να σε πιουν ακόμα κι αυτή την περίσσεια η καρδιά μου με την χάρη σου να αναγαλλιάσει.
Να σε δω να με κοιτάς το φυλλοκάρδι μου γλυκά ν΄αηδονάει.
Το πλάνο το φως σου να δω κι ας κάψει του ανθού μου τα φύτρα.
Να δω... να σε γλυκοφιλάει ο μπάτης στα μαλλιά τον πόθο μου να σου λουλουδίζει...
Να τον ρωτήσεις γιατί εδώ μοσχοβολά κι αυτός να σου απαντήσει τρυφερά...
Εδώ η αγάπη μένει. !


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ



Έχει συμμετάσχει σε ανθολόγια ποίησης των εκδόσεων ΟΣΤΡΙΑ,
Ιούλιος 2016 και Καλοκαίρι 2017.
Στον Α και Β τόμο της Ανθολογίας σύγχρονης ερωτικής ποίησης
των εκδόσεων ΚΥΜΑ.
Στην 4η Ομαδική Ποιητική Συλλογή των εκδόσεων ΔΙΑΝΥΣΜΑ.
Στο ανθολόγιο ποίησης 2017-2018 των εκδόσεων ΌΣΤΡΙΑ.
Στο σύγχρονο ανθολόγιο πεζών και ποίησης
με τίτλο Χρώματα ψυχής εκδόσεων ΟΣΤΡΙΑ
Στο Συλλεκτικό Ανθολόγιο Ποίησης
με τίτλο Συνομιλώντας με τον Καβάφη εκδόσεων ΟΣΤΡΙΑ












3 σχόλια: