Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΠΑΝΤΑΖΗ - Ποίημα για την ποιητική συλλογή «Ο Μέσα Ήλιος» του ποιητή Δημήτρη Παπακωνσταντίνου




Λαχταρά η πέτρα την καυτή αμμουδιά,
της θάλασσας η πεθυμιά κοχλάζει,
συλλέκτης χρόνος θαρρείς πως κολυμπά,
τρυπά τα μεσημεριανά λιοπύρια,
σηκώνει τα πανιά κι αναμοχλεύει.
Μούσα του Μέσα Ήλιου πάρε με αγκαλιά,
να πλέξω τα στεφάνια που σου πρέπουν.
Μαγική κατάδυση σε αχόρταγα νερά,
άρωμα απόδρασης σε αστέρια μαγικά,
ατέρμονο τραγούδι να σε λούζει.
Ξαπλώνει ο φλοίσβος στην ανέμελη ματιά
απρόσμενο λιμάνι σε ταξίδι,
γίνεται η σκέψη σου πουλί να κελαηδά,
μοιάζει η ζωή σου απρόσμενη φωτιά
και σε προσμένει.
Παλίρροιες τα τρένα που περνούν,
σε ατέλειωτο ταξίδι δραπετεύεις
κι οι επιβάτες πάντα μοναχοί
και εσύ στην απαλάμη του Θεού χορεύεις.
Της πένας συγχορδίες μοιάζουν κύματα
μαχαίρια κοφτερά, καυτά σημάδια,
ξέφρενο σεργιάνι που συνήθως ξενυχτά
στης λευκής σελίδας τα αχόρταγα πλοκάμια.
Απόκρημνα μονοπάτια του πόθου χρώματα
λιώνεις σε λυρικό καμβά κραυγές και λέξεις,
να πιεις γέλιο με δάκρυ σφηνάκια της ζωής
τον πιο μεγάλο έρωτα θαρρείς.
Πιάνεις την πένα απαλά, φοβάσαι μη θυμώσει
κι ο Μέσα Ήλιος της κρυφτεί, μήπως δεν ξημερώσει.
Στου στίχου το μικρό αραξοβόλι
απύθμενη αγάπη κολυμπά
κι η σιωπή σου θάλασσα σεμνή αστράφτει,
η έμπνευσή σου αρχιτέκτονας θαρρείς
που ρίχνει σπόρους σε άσπαρτο λιβάδι.
Μικρό υφάδι του έρωτα τρυγά,
η αχτίδα που τρυπώνει στο σκοτάδι,
χέρια κοράλλια, ανάσες μουσικές,
άνθος τρελής χαράς στο ακροθαλάσσι.
Μη σε τρομάζει το σκοτάδι κι η σιωπή
έχουν κι οι δυο φωτιά στα σπλάχνα.
Δοξάρι εύθραυστο κεντάς με τις χορδές
μεθάς με φως και πλάθεις παραμύθια
είναι του Μέσα Ήλιου οι ευχές
κι οι κρυφές οι πεθυμιές σου μες στα στήθια.
Στον αργαλειό της ποίησης πονάς
κι είναι η σαΐτα σου ακούραστο καράβι,
που τα πανιά του είναι μάτια ανοιχτά
στου ταξιδιού σου το αγέρωχο κατάρτι.
Μη σε τρομάζουν τα τρένα που περνούν,
φεύγουν πάντα και πίσω δε γυρνάνε
κι είναι οι Σειρήνες τους κόρες της αυγής,
είναι στιγμές και μην αργείς, ποτέ δεν καρτεράνε.
Άσπρος των τρένων να΄ναι ο καπνός
κι εκείνος ο σταθμάρχης που θυμάσαι
ένας λησμονημένος Ποιητής
που σε φυλάει όταν ξυπνάς κι όταν κοιμάσαι.
Σαν άγγιγμα στα βλέφαρα της άνοιξης,
το φως των στίχων σου ανάσα μες στα βράδια
κι είναι η αγάπη που ξεσπά μέσα στο θόρυβο
κι ο Μέσα Ήλιος που νικάει τα σκοτάδια.

Βασιλική Πανταζή 5-11-2018












1 σχόλιο:

  1. Ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου τη φίλη ποιήτρια Βασιλική Πανταζή για την τόσο ευγενική χειρονομία της. Δε φανταζόμουν ποτέ πως κάποιος θα έγραφε ποίημα για το δικό μου βιβλίο. Είναι μια έμπρακτη χειρονομία αγάπης και η αγάπη είναι πάντα συγκινητική! Ευχαριστώ επίσης θερμά τη φίλη Γεωργία για την ανάρτηση!

    ΑπάντησηΔιαγραφή