πηγή φωτογραφίας |
Από τη μύτη του ξεκίνησε το κακό. Το προηγούμενο βράδυ είχε πάλι ξεστομίσει τόσα ψέμματα, που κάποια ενοχή τον έκανε να δει στον ύπνο πως η μύτη του μεγάλωνε συνέχεια, όπως στον Πινόκιο. Πετάχτηκε τα ξημερώματα έντρομος, "ευτυχώς ήταν όνειρο" είπε κι έφερε το χέρι στη μύτη χαμογελώντας με τις φάρσες που κάνουν στους ανθρώπους, τα όνειρα.
Εκεί ακριβώς περίμενε η έκπληξη: Όπως στο όνειρο, στη θέση του δέρματος, η μύτη του είχε αποκτήσει ξύλινη υφή, χωρίς αίσθηση, ούτε με το άγγιγμα, ούτε όταν άρχισε να τη ζουλάει και να την τσιμπάει για να τη ζωντανέψει. "Ακόμα ονειρεύομαι" πετάχτηκε κι έτρεξε στον καθρέφτη: Η μύτη του ήταν στ' αλήθεια ξύλινη, ένα πράγμα νεκρό, σουβλερό, όπως ακριβώς στη μαριονέττα-Πινόκιο, στη θεατρική παράσταση λίγες μέρες πριν, που είχαν στήσει προς τιμή του τα παιδιά του σχολείου.
" Όχι, ακόμη κι αν ήταν αλήθεια αυτή η συμφορά, θα 'πρεπε να χτυπήσει κάποιον άλλον, έναν κακό, εγώ είμαι καλός άνθρωπος!" ξεφώνισε στον καθρέφτη, κι αυτό το τέρας ανάμεσα στα μάτια του μεγάλωσε κι άλλο!
"Είμαι καλός!" έβγαλε λυγμό, "τι σημασία έχει που λέω ψέμματα, είναι για το καλό τους, για να τους ικανοποιώ, να διαψεύδω κάθε φόβο κι οργή, να τους κανακεύω, να τους κάνω να... να... να μ' αγαπήσουν!" είπε με μάτια γουρλωμένα παρακολουθώντας στον καθρέφτη τη μύτη του να μεγαλώνει λίγο ακόμη.
"Μα δεν είναι αυτό, ψέμμα" ούρλιαξε κι η μύτη του, αλάνθαστος κριτής, μεγάλωσε κι άλλο. Οι άκρες των δακτύλων του μούδιασαν ξαφνικά. Μια ακατανόητη δύναμη είχε αναλάβει να μεταλλάξει τα δάχτυλα, τις αρθρώσεις, το δέρμα, τα νεύρα, τους καρπούς και σιγά σιγά ολόκληρα τα χέρια, σε ξύλο. Κι αν μπορούσε να κινείται ήταν γιατί αυτός ο δαίμονας, που τον έπλαθε τώρα απ' την αρχή, είχε κι όλας κατασκευάσει αλάνθαστες σχισμές στο ξύλο, μηχανικούς αρμούς στη θέση των κλειδώσεων που ανήκαν στο παρελθόν.
Από τα χέρια, από τα πόδια των οποίων η ξυλοποιήση ολοκληρώθηκε σύντομα με τρόπο απαράλλαχτο, το κακό προχώρησε στο κέντρο του σώματος. Το δέρμα, οι σπόνδυλοι, τα νεύρα, οι μύες, τα αγγεία, τα σπλάχνα, όλα ακολουθούσαν αυτόματα το ένα μετά το άλλο, μια κολασμένη πορεία χωρίς γυρισμό, κάθε ζωντανό κύτταρο μετατρεπόταν αθόρυβα σε ίνα ξύλου!
Μέσα στο πρωινό, ο αρχιψεύταρος - στήλη άλατος ή μάλλον στήλη ξύλου όπως είχε μείνει - έκανε την έσχατη σκέψη που, δυστυχώς, είπε φωναχτά: "Λοιπόν, είναι εφιάλτης, σε λίγο θα ξυπνήσω κι όλα θα είναι όπως πριν!" κι η μύτη του συνέχισε να μεγαλώνει.
Αλλά είχε φτάσει η ώρα να βγει στο μπαλκόνι. Τα πλήθη ζητωκραύγαζαν, καλώντας τον με ενθουσιασμό παροξυστικό. Οι φόβοι του, ο εφιάλτης που μόλις βίωσε, το τι και το πώς για τα μελλούμενα, έδωσαν τη θέση τους σε κατάσταση γαλήνης. Η ξυλοποίηση προχώρησε μέχρι τέλους, μετάλλαξε τα εγκεφαλικά του κύτταρα, νέκρωσε το συναίσθημα κι επομένως κάθε ανασφάλεια. Ο αρχιψεύταρος ήταν σίγουρος πως με τόση ευπιστία που είχε το ακροατήριό του, με τόση αθωότητα, αφέλεια, κοντή μνήμη, με τέτοιο ξεπούλημα των αξιών στο όνομα του κίβδηλου, θα μπορούσε κάλλιστα να συνεχίσει και - γιατί όχι; - να βελτιώσει κι άλλο τη μεθοδολογία των ψεμμάτων του και ν' ανέβει ακόμη πιο ψηλά.
Αντίθετα από τον Πινόκιο που, παραδομένος στην αγάπη, την ευσπλαχνία και τη συνολική ωρίμανση, έλαβε το δώρο της αληθινής ζωής, στην περίπτωση του δικού μας αρχιψεύτη, η φύση τον παρέδωσε στον συναισθηματικό αφανισμό. Γιατί όλα τα πλάσματα, ακόμη και τα μεταλλαγμένα, έχουν τη θέση τους κάτω από τον ήλιο για να παραδίδουν μαθήματα στις μάζες, ανάλογα με τα ταλέντα τους.
Ι. Φ.
Excellent story telling ! Congrats !!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή