Το τελευταίο δικαίωμα το απαγχόνισα με μια άσπρη γραβάτα που είχα αγοράσει φτηνά μια μέρα φθινοπώρου κατηφορίζοντας άσκοπα την οδό Πανεπιστημίου. Δεν ξέρω γιατί την έκανα δική μου. Ούτε που θυμάμαι ποια ηλίθια παρόρμηση με έσπρωξε σ’ αυτή τη ματαιότητα. Μα δεν τη φόρεσα και ποτέ. Οι άσπρες γραβάτες είναι για ηλίθιους και γώ, ως γνωστόν, δεν είμαι ηλίθιος, ή τουλάχιστον όχι καθ έξιν.
.
Ο κόμπος μονός γύρω απ’ το λαιμό, επίτηδες για να μείνουν μπλαβιά τα σημάδια στο δέρμα. Είπα «μετράω μέχρι το δέκα και μετά κλωτσάω σκαμνί», μα δεν τήρησα λόγο. Στο ένα έδωσα την κλωτσιά και στο δύο άκουσα το κρακ του αυχένα. Δεν άφησα ούτε μια στερνή προσευχή να εκπνεύσει απ’ τα χείλη του όπως πισθάγκωνα στην αδιόρατη κλωστή τού ψέματός του το είχα δεμένο.
.
Έτσι είναι, άμα δίνεις κούφια δικαιώματα μετά καταντάς δολοφόνος της ελαφρότητας που σε έκανε να τα ξεστομίσεις.
.
.
Ν.Λ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου