Παρασκευή 8 Αυγούστου 2025

Δύο διηγήματα του Αλβανού Συγγραφέα Hiqmet Meçaj στα Ελληνικά






10011*

ΜΙΑ ΤΖΙΤΖΙΚΙΝΑ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ

-Πού σ’ έχω δει; Είπε αυτή.
-Πουθενά, είπε ο Ναμέτης.
-Μου μοιάζεις με κάποιον, είπε αυτή.
-Είμαστε πάνω από έξι δισεκατομμύρια ζωντανοί άνθρωποι, είπε ο Ναμέτης, κι εσύ μοιάζεις με κάποιον.
Εκείνη σκέφτηκε πως ο Ναμέτης έκλεισε τη συζήτηση και σώπασε. Ήταν γεγονός πως ο Ναμέτης είχε τελειώσει την κουβέντα. Ήθελε ν’ ακούσει μια αργοπορημένη τζιτζικίνα που ’χε χωθεί μες την κοιλιά του το ζεστό καλοκαίρι, κι ακόμα δεν είχε σκάσει.
Εκείνη το κατάλαβε και τον ρώτησε.
-Ακούς τη τζιτζικίνα;
-Καλύτερα τη τζιτζικίνα, είπε ενώ μπορούσε να προσθέσει αντί για σένα, αλλά μετάνιωσε.
-Αντί για μένα, του έκλεψε τη σκέψη αυτή.
Ο Ναμέτης ξαφνιάστηκε. Εκείνη άρχισε να γελάει. Ήταν σκοτάδι, δεν είχε δει ούτε την ηλικία της ούτε το χρώμα της. Το γέλιο της είχε το χρώμα της σοκολάτας, περιτυλιγόταν από ένα τροπικό άρωμα που δεν είχε ξαναμυρίσει ποτέ.
-Στον τόπο σου, έτσι τραγουδάνε οι τζιτζικίνες; τον ρώτησε.
Διέκοψε τη σιωπή. Ακούστηκε το τραμ που ερχόταν. Αυτή σηκώθηκε, μπήκε στην πόρτα που άνοιξε, αλλά πρόλαβε να του ψιθυρίσει:
-Η τζιτζικίνα που δεν έχει σκάσει ακόμα είμ’ εγώ. Αυτή η τζιτζικίνα είμ’ εγώ.
Τι θλιβερό που έγινε το παγκάκι. Τώρα πια τίποτε δεν τραγουδούσε κι ο Ναμέτης τυλίχτηκε σε μια φυγή απ’ όπου η μουσική έλειπε. Και το τραμ δεν ξαναγύρισε ποτέ για να του φέρει τη τζιτζικίνα του…

*Ο αριθμός του τραμ. 10.09.2007

🌺
10024*

(ΣΚΙΕΣ ΚΑΙ ΣΚΙΣΙΜΑΤΑ)


Είμαι μόνος. Σήμερα το τραμ οδηγεί μόνο για μένα. Δεν ξέρω από πού έχω ξεκινήσει και πού θέλω να πάω. Μπαίνουν κατσαρίδες και τρώνε το ταβάνι. Είναι πεινασμένες, με βλέπουν και συνεχίζουν να μασάνε. Μπαίνουν πράσινα σκουλήκια και σκάβουν τα καθίσματα.
Μια κραυγή ακούγεται ξαφνικά. Έφαγαν τον οδηγό του τραμ.
Τώρα το τραμ πάει μόνο του και μόνο για μένα. Δεν ξέρω αν έχουν μείνει οι γραμμές ή μήπως τις έχουν καταβροχθίσει κι αυτές τα λαίμαργα έντομα.
Λένε πως οι άνθρωποι αλλάζουν την πολιτεία μια φορά στα εκατό χρόνια ενώ η πολιτεία αλλάζει τους ανθρώπους της μια φορά στα ογδόντα χρόνια. Σήμερα είναι η νύχτα της μεγάλης αλλαγής.
Νιώθω φτερά κατσαρίδων να με κρατούν στην πλάτη τους, να πετάω και να βρίσκομαι κάπου που μοιάζει με το σπίτι μου. Βγαίνω στο μπαλκόνι, ένα λιόδεντρο μου λέει:
-Πήδα, δεν θα σκοτωθείς.
Σήμερα η πολιτεία άλλαξε τους ανθρώπους όχι μ’ αυτούς που θα ’ρθουν αλλά μ’ αυτούς που έχουν χαθεί.
Μεγάλα πράσινα σκουλήκια μαζεύτηκαν εκεί κάτω και γιορτάζουν. Μασάνε φύλλα αντί για αρνάκια, πίνουν δροσιά αντί για κρασί. Μεθούν και τραγουδάνε όπως ξέρει το καθένα. Τώρα και το τραμ μεταμορφώθηκε σ’ ένα ακίνητο σκουλήκι, ούτε τρώει ούτε πίνει.
Εκεί κάτω υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, είν’ αυτοί που έχουν χαθεί και τους έχουμε ξεχάσει. Δε θυμόμαστε ούτε τη φωνή, ούτε το πρόσωπό τους· γι’ αυτό είναι στενοχωρημένοι. Τραγουδάνε ένα τραγούδι που μοιάζει με τις σκιές και τα σκισίματα. Έχουν τη νοσταλγία της ανάμνησης που χτυπάει και δεν της ανοίγουν την πόρτα.


*Πέμπτη 19.04.2007 15:04:27
10024 Ο αριθμός του τραμ







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου