Νύχτα βαθιά.
Βλέμμα φυλακισμένο στην υγρή κόγχη.
Φωτιές πύρινες τ’ αστέρια,
σπίθες απόγνωσης μοιράζουν
για την κάθε απουσία.
Πού να ’ξεραν
πως η πιο μακρινή απ’ αυτές
πονά περισσότερο,
γιατί δεν υπολογίζει ο νους αποστάσεις.
Τις φέρνει η σκέψη κοντά,
λες κι ακούει το κλάμα ενός μωρού
στην διπλανή κατοικία.
Και το μόνο που κάνει
είναι ν’ ανταμώνει τα δάκτυλα
και να μετρά,
κάνοντας προσθαφαιρέσεις
μ’ αυτά που έδωσαν ζωή στην καρδιά
και τ’ άλλα που της γέμισαν πληγές.
Πληγές που αν και οι εικόνες τους
-όπως έρχονται- φαίνονται παγωμένες,
απ’ όποια μεριά, όμως και να τις πιάσεις
μερικές… και τώρα ακόμα
στάζουν αίμα
και μπορείς και να πονέσεις.
Αλλά, τι να κάνεις…
Βλέπεις -ευτυχώς-, στο τέλος
πως στο μέτρημα
δυο δάκτυλα περισσεύουν.
Και παρηγοριέσαι που αναθαρρεύεις.
Που έχεις ένα ελάχιστο πλεόνασμα
να ευελπιστείς,
πως αν έρθει κάποια ξαφνική μπόρα,
θα έχεις ένα κρατούμενο ικανό
να την τιθασεύσεις,
χωρίς να σκέφτεσαι τόσο
την απώλεια.
22/4/2019
Γιώργος Καραγιάννης
Η φωτογραφία είναι από το Pinterest
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου