Σάββατο 20 Απριλίου 2019

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (Απρίλιος 1564 - 3 Μαΐου 1616)


Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (Απρίλιος 1564 - 3 Μαΐου 1616) ήταν Άγγλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Θεωρείται ευρέως ως ο σημαντικότερος συγγραφέας που έγραψε στην αγγλική γλώσσα και ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς παγκοσμίως. Συχνά αποκαλείται εθνικός ποιητής της Αγγλίας και «Βάρδος του Έιβον». Τα σωζόμενα έργα του, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων συνεργασιών, αποτελούνται από περίπου 38 θεατρικά έργα, 154 σονέτα, δύο μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα και πολλά άλλα ποιήματα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου και ερμηνεύονται περισσότερο συχνά από τα έργα οποιουδήποτε άλλου θεατρικού συγγραφέα.
Δεν έχουν σωθεί παρά λίγες καταγραφές για την ιδιωτική ζωή του Σαίξπηρ και έχουν σημειωθεί σημαντικές εικασίες για ζητήματα όπως η εξωτερική του εμφάνιση, η σεξουαλικότητά του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις και κατά πόσον τα έργα που του αποδίδονται είναι γραμμένα από άλλους.
Ο Σαίξπηρ έγραψε τα περισσότερα από τα γνωστά έργα του μεταξύ του 1589 και του 1613 και κατάφερε να χειριστεί με απόλυτη δεξιοτεχνία τόσο την κωμωδία όσο και το δράμα και την τραγωδία. Τα έργα του διαπνέονται από μία βαθειά κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και παραμένουν επίκαιρα. Η επίδρασή του, ειδικότερα στην αγγλική λογοτεχνία, θεωρείται τεράστια. Οι Ρομαντικοί αναγνώρισαν την ιδιοφυΐα του και οι Βικτωριανοί τον λάτρεψαν κατά τρόπο που ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω αποκάλεσε «βαρδολατρεία»
Πολλοί ιστορικοί συμφωνούν πως ο ηθοποιός, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Ουίλλιαμ Σαίξπηρ αποτελεί πράγματι ένα και μοναδικό πρόσωπο, όπως πιστοποιούν σημαντικά ιστορικά ευρήματα.
Ο Σαίξπηρ γεννήθηκε στο χωριό Στράτφορντ-απόν-Έιβον (ή απλά Στράτφορντ) το 1564. Η ακριβής ημερομηνία γέννησης παραμένει έως σήμερα άγνωστη. Η μόνη γνωστή πληροφορία που υπάρχει σχετικά είναι πως η βάπτισή του έγινε στις 26 Απριλίου, όπως καταγράφεται στα μητρώα εκκλησίας του Στράτφορντ. Επιπλέον, είναι γνωστό πως την εποχή εκείνη η τελετή της βάφτισης γινόταν λίγες μόνο ημέρες μετά τη γέννηση. Παραδοσιακά έχει επικρατήσει να θεωρείται ως ημερομηνία γέννησης του Σαίξπηρ η 23η Απριλίου, ημέρα του Αγίου Γεωργίου. Η ημερομηνία αυτή, η οποία προέρχεται από μία λανθασμένη εκτίμηση ενός μελετητή του 18ου αιώνα, αποδείχθηκε ελκυστική για τους βιογράφους δεδομένου ότι ο Σαίξπηρ πέθανε στις 23 Απριλίου του 1616 (σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο).
Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ ήταν το τρίτο από τα οκτώ παιδιά και ο μεγαλύτερος επιζών γιος του Τζων Σαίξπηρ και της Μαίρης Άρντεν. Η Μαίρη Άρντεν ήταν κόρη ενός εύπορου γαιοκτήμονα και ο Τζων Σαίξπηρ ήταν ένας από τους προύχοντες του χωριού. Ο Τζων Σαίξπηρ ανήκε επίσης στο σωματείο των κατασκευαστών γαντιών αλλά συμμετείχε και σ' άλλες επιχειρήσεις, όπως στο εμπόριο δερμάτων. Είχε πολιτικές γνωριμίες και αρκετές φορές διορίστηκε σε ανώτερες θέσεις. Για ένα διάστημα μάλιστα, όταν ο Ουίλλιαμ ήταν 4 ετών, υπήρξε δήμαρχος του Στράτφορντ.
Σαν μέλος λοιπόν μίας τόσο εξέχουσας οικογένειας ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ έμαθε από πολύ μικρός να γράφει και να διαβάζει. Αν και δεν έχουν σωθεί παρουσιολόγια εκείνης της περιόδου, οι περισσότεροι βιογράφοι συμφωνούν ότι ο Σαίξπηρ πιθανότατα εκπαιδεύτηκε στο Νέο Σχολείο του Στράτφορντ, το οποίο ιδρύθηκε το 1553 από το βασιλιά Εδουάρδο ΣΤ'. Κατά τη διάρκεια της Ελισαβετιανής εποχής, τα σχολεία διέφεραν μεταξύ τους ως προς την ποιότητα αλλά το πρόγραμμα σπουδών υπαγορεύτηκε με νόμο σε όλη την Αγγλία και το σχολείο παρείχε κλασική παιδεία και εντατική εκπαίδευση στη Λατινική γλώσσα. Έχοντας μελετηρό χαρακτήρα, ο Σαίξπηρ διάβαζε πολύ στα νεανικά του χρόνια, αν και δεν έγραφε πολύ. Τον περισσότερο καιρό του τον περνούσε μελετώντας Λατινικά απαγγέλλοντας απ' έξω μεγάλα αποσπάσματα από ποιήματα. Χωρίς να το μαντεύει, ακόνιζε έτσι τη μνήμη του και την ομιλία του, στοιχεία απαραίτητα για τη μετέπειτα σταδιοδρομία του ως ηθοποιός.
Το Νοέμβριο του 1582 ο Σαίξπηρ παντρεύτηκε την κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερή του, Ανν Χάθαγουεϊ. Έξι μήνες αργότερα απέκτησαν μία κόρη, τη Σουζάνα, η οποία βαπτίστηκε στις 26 Μαΐου του 1583, ενώ σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, στις 2 Φεβρουαρίου του 1585, καταγράφεται η βάπτιση των δύο δίδυμων παιδιών τους, του Χάμνετ και της Τζούντιθ. Ο Χάμνετ πέθανε από άγνωστα αίτια σε ηλικία 11 ετών και τάφηκε στις 11 Αυγούστου του 1596.
Μετά τη γέννηση των διδύμων, ο Σαίξπηρ άφησε ελάχιστα ιστορικά ίχνη μέχρι που το 1592 αναφέρεται ως μέλος της θεατρικής σκηνής του Λονδίνου. Οι μελετητές αναφέρονται στα χρόνια μεταξύ του 1585 και του 1592 ως τα "χαμένα χρόνια" του Σαίξπηρ. Πολλά έχουν γραφτεί για τις προσπάθειες του Σαίξπηρ να επιβληθεί ως ηθοποιός και συγγραφέας στο Λονδίνο, αλλά ελάχιστα αποδίδουν την πραγματικότητα. Μία ιστορία του 18ου αιώνα φέρει τον Σαίξπηρ να ξεκινά τη θεατρική του καριέρα ως ιπποκόμος που κέρδιζε τα προς το ζην φυλάγοντας τα άλογα των πλούσιων θεατών και των αφεντικών των θεάτρων. Εντούτοις δεν υπάρχει κανένα ιστορικό στοιχείο που να αποδεικνύει ότι ο Σαίξπηρ βρέθηκε σ' αυτή τη θέση. Αντιθέτως, στα 28 του χρόνια ήταν πλέον ένας φτασμένος ηθοποιός. Και ως τα 52 του, που πέθανε, ήταν πάντα δημοφιλής και περιζήτητος. 


Η υπογραφή του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ 

Λονδίνο και θεατρική καριέρα

Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς άρχισε να γράφει ο Σαίξπηρ αλλά αναφορές της εποχής του και αρχεία παραστάσεων δείχνουν ότι κάποια από τα έργα του είχαν ανέβει στη λονδρέζικη σκηνή από το 1592. Οι βιογράφοι θεωρούν ότι η καριέρα του πρέπει να άρχισε μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1580. Αργότερα ο Σαίξπηρ καθώς και όλη η θεατρική ομάδα στην οποία ανήκε, τελούσε υπό την εύνοια της βασίλισσας Ελισάβετ Α' της Αγγλίας. Συχνά έπαιζαν μπροστά στη βασίλισσα και την αυλή της τις μέρες των Χριστουγέννων ή άλλων εορτών. Ο Αρχιθαλαμηπόλος της Ελισάβετ ήταν ο ανάδοχός τους γι' αυτό και τους έλεγαν "οι Άνθρωποι του Αρχιθαλαμηπόλου" (The Lord Chamberlain's Men). Τα έργα του Σαίξπηρ εκτελούνταν μόνο από τους Lord Chamberlain's Men, οι οποίοι ήταν πλέον η κορυφαία θεατρική ομάδα του Λονδίνου.
Μετά το θάνατο της Ελισάβετ Α' το 1603, βασιλιάς της Αγγλίας ανέλαβε ο Ιάκωβος Α'. Όταν ο νέος βασιλιάς ήρθε στο Λονδίνο, ο Σαίξπηρ μαζί με άλλους εκλεκτούς ηθοποιούς και συγγραφείς της χώρας τον υποδέχτηκε στην είσοδο της πόλης. Ευτυχώς για τον Σαίξπηρ ο βασιλιάς Ιάκωβος αγαπούσε το θέατρο το ίδιο όπως κι η προκάτοχός του. Διανοούμενος ο ίδιος υποστήριζε τη φιλολογία και προστάτευε τις τέχνες. Δέκα μέρες μετά τη στέψη του ο βασιλιάς πήρε επίσημα υπό την προστασία του τον θίασο του Σαίξπηρ. Από τότε η θεατρική ομάδα μετονομάστηκε σε "οι Άνθρωποι του Βασιλιά" (The King's Men).
Αρκετά νομικά έγγραφα της εποχής καταγράφουν επενδύσεις και αγορές ακινήτων που έκανε ο Σαίξπηρ, γεγονός που πιστοποιεί πως στη διάρκεια αυτής της περιόδου κέρδισε αρκετά χρήματα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το 1597 απέκτησε το New Place, το οποίο ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο σπίτι στο Στράτφορντ. Το 1599, ο Σαίξπηρ και άλλα μέλη του θιάσου έχτισαν το δικό τους θέατρο στη νότια όχθη του ποταμού Τάμεση και το ονόμασαν Γκλομπ (Globe). Το 1608 ανέλαβαν επίσης το θέατρο Μπλακφράιαρς (Blackfriars).
Κάποια από τα έργα του Σαίξπηρ άρχισαν να δημοσιεύονται από το 1594. Το 1598, και καθώς είχε γίνει ήδη γνωστός, το όνομα του Σαίξπηρ άρχισε να εμφανίζεται και στα εξώφυλλα. Παρά την επιτυχία του ως δραματουργός, ο Σαίξπηρ συνέχισε να παίζει τόσο στα δικά του έργα όσο και σε έργα άλλων δραματουργών. Ο ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Μπεν Τζόνσον τον αναφέρει στους ηθοποιούς που έπαιξαν σε δικά του έργα γι' αυτό και η απουσία του ονόματός του από τον κατάλογο των ηθοποιών που έπαιξαν το 1605 στο "Βολπόνε" έχει εκληφθεί από ορισμένους μελετητές ως ένδειξη ότι η καριέρα του Σαίξπηρ ως ηθοποιού πλησίαζε στο τέλος της. Ωστόσο αργότερα ο Σαίξπηρ εμφανίζεται ως ένας από τους κυριότερους ηθοποιούς σε έργα τα οποία ανέβηκαν για πρώτη φορά στη σκηνή μετά το "Βολπόνε", αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα ποιους ρόλους έπαιξε.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Σαίξπηρ μοίραζε το χρόνο του μεταξύ του Λονδίνου και του Στράτφορντ. Το 1596, τη χρονιά πριν αγοράσει το New Place στο Στράτφορντ, ο Σαίξπηρ ζούσε στην ενορία της Αγίας Ελένης στο Μπίσοπσγκεϊτ του Λονδίνου, βόρεια του ποταμού Τάμεση. Μετακόμισε στην άλλη μεριά του Τάμεση, στο Σάουθγουορκ του Λονδίνου, το 1599, δηλαδή τη χρονιά που κατασκευάστηκε το θέατρο Γκλομπ. Το 1604 μετακόμισε και πάλι βόρεια του ποταμού, σε μία περιοχή με πολλά ωραία σπίτια βόρεια του Καθεδρικού ναού του Αγίου Παύλου. Εκεί νοίκιαζε δωμάτια από έναν Γάλλο Ουγενότο που κατασκεύαζε περούκες για κυρίες. 

Τα τελευταία χρόνια

 Ο τάφος του Σαίξπηρ

Μετά το 1606 ο Σαίξπηρ έγραψε λίγα έργα και κανένα δεν αποδίδεται σ' αυτόν μετά το 1613. Πέθανε στις 3 Μαΐου του 1616 (23 Απριλίου σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο) αφήνοντας πίσω του τη σύζυγό του και δύο κόρες.
Στη διαθήκη του, ο Σαίξπηρ άφησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στη μεγαλύτερη κόρη του, Σουζάνα, ενώ αναφέρεται ελάχιστα στη σύζυγό του, Άννα, η οποία πιθανότατα δικαιούνταν αυτομάτως το ένα τρίτο της περιουσίας. Συγκεκριμένα έγραψε ότι της αφήνει "το δεύτερο καλύτερό μου κρεβάτι", ένα κληροδότημα που έχει οδηγήσει σε πολλές εικασίες. Μερικοί μελετητές βλέπουν το κληροδότημα αυτό ως προσβολή για την Άννα, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι το δεύτερο καλύτερο κρεβάτι είναι το γαμήλιο κρεβάτι και επομένως το κληροδότημα είναι πλούσιο σε σημασία.

Ο Σαίξπηρ τάφηκε δύο ημέρες μετά το θάνατό του, στο ιερό της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας στο Στράτφορντ-απόν-Έιβον. Στον τάφο του τοποθετήθηκε έπειτα από δική του επιθυμία μία επιγραφή, λαξευμένη στην πέτρινη πλάκα που καλύπτει τον τάφο. Η επιγραφή περιλαμβάνει μία κατάρα ενάντια στη μετακίνηση των οστών του, η οποία και αποφεύχθηκε επιμελώς κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης του ναού το 2008.

Η επιγραφή γράφει: 

Good frend for Iesvs sake forbeare,
To digg the dvst encloased heare.
Bleste be ye man yt spares thes stones,
And cvrst be he yt moves my bones.

και σε ελεύθερη μετάφραση: 

Καλέ φίλε, στο όνομα του Θεού συγκρατήσου,
Από το να σκάψεις τη σκόνη που εσωκλείεται εδώ.
Ευλογημένος ας είναι όποιος ήσυχες αφήσει αυτές τις πέτρες,
Και καταραμένος ας είναι όποιος μετακινήσει τα κόκκαλά μου.


Σχετικά με την επιγραφή αυτή, καλλιεργήθηκε ένας μύθος, σύμφωνα με τον οποίο αδημοσίευτα έργα του Σαίξπηρ πιθανόν να βρίσκονται εντός του τάφου. Μέχρι σήμερα δεν έχει αποπειραθεί να διαπιστωθεί η αλήθεια αυτής της υπόθεσης.
Πριν το 1623, στο βόρειο τοίχο του ναού της Αγίας Τριάδας στήθηκε ένα ταφικό μνημείο του Σαίξπηρ που τον απεικονίζει την ώρα που γράφει. Η επιγραφή τον συγκρίνει με τον Νέστορα, τον Σωκράτη και τον Βιργίλιο. 

Τα έργα

Οι περισσότεροι θεατρικοί συγγραφείς της περιόδου συνήθως συνεργάζονταν με άλλους και οι κριτικοί συμφωνούν ότι ο Σαίξπηρ έκανε το ίδιο, ως επί το πλείστον στις αρχές και στο τέλος της καριέρας του. 

 Τα πρώτα καταγεγραμμένα έργα του Σαίξπηρ είναι ο "Ριχάρδος Γ'" και τα τρία μέρη του "Ερρίκου ΣΤ'", τα οποία γράφτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1590, σε μία εποχή που το ιστορικό δράμα ήταν της μόδας. Ωστόσο τα έργα του Σαίξπηρ είναι δύσκολο να χρονολογηθούνκαι οι μελέτες των κειμένων του δείχνουν ότι ο "Τίτος Ανδρόνικος", η "Κωμωδία των Παρεξηγήσεων", το "Ημέρωμα της Στρίγγλας" και οι "Δύο Άρχοντες από τη Βερόνα" ανήκουν επίσης στην πρώτη περίοδο του Σαίξπηρ. Οι πρώτες ιστορίες του, οι οποίες αντλήθηκαν από τα "Χρονικά της Αγγλίας, Σκωτίας και Ιρλανδίας" του Ραφαήλ Χόλινσεντ, δραματοποιούν τα καταστροφικά αποτελέσματα της αδύναμης ή διεφθαρμένης εξουσίας και έχουν ερμηνευθεί ως δικαιολόγηση της προέλευσης του Οίκου των Τυδώρ. Τα πρώτα έργα ήταν επηρεασμένα από τα έργα άλλων Ελισαβετιανών δραματουργών, από τις παραδόσεις του μεσαιωνικού δράματος και από τα έργα του Σενέκα Η "Κωμωδία των Παρεξηγήσεων" βασίστηκε επίσης σε κλασικά μοντέλα, αλλά δεν βρέθηκε καμία πηγή για το "Ημέρωμα της Στρίγγλας", αν και σχετίζεται μ' ένα άλλο έργο με τον ίδιο τίτλο και μπορεί να προέρχεται από τη λαϊκή παράδοση. Όπως οι "Δύο Άρχοντες από τη Βερόνα", όπου δύο φίλοι φαίνεται να εγκρίνουν το βιασμό, έτσι και η ιστορία της Στρίγγλας, όπου το ανεξάρτητο πνεύμα μιας γυναίκας εξημερώνεται από έναν άντρα, προβληματίζουν μερικές φορές τους σύγχρονους κριτικούς και σκηνοθέτες.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1590, οι πρώιμες κλασικές και ιταλικού τύπου κωμωδίες του Σαίξπηρ παραχωρούν τη θέση τους στη ρομαντική ατμόσφαιρα των σημαντικότερων κωμωδιών του. Το "Όνειρο Θερινής Νυκτός" είναι ένα πνευματώδες μίγμα ρομαντισμού, μαγείας και κωμικών σκηνών. Η επόμενη κωμωδία του Σαίξπηρ, ο εξίσου ρομαντικός "Έμπορος της Βενετίας", απεικονίζει τον εκδικητικό Εβραίο τοκογλύφο Σάιλοκ με τρόπο που αντανακλά τις απόψεις εκείνης της εποχής αλλά στα σημερινά ακροατήρια μπορεί να φαίνεται υποτιμητικός. Τα έξυπνα λογοπαίγνια του "Πολύ κακό για το τίποτα", το μαγευτικό περιβάλλον του "Όπως Αγαπάτε" και το ζωντανό γλέντι της "Δωδέκατης Νύχτας" ολοκληρώνουν τη σειρά των μεγάλων κωμωδιών του Σαίξπηρ. Μετά τον λυρικό "Ριχάρδο Β'", ο οποίος είναι γραμμένος σχεδόν εξ ολοκλήρου σε ομοιοκατάληκτο στίχο, ο Σαίξπηρ εισήγαγε την κωμωδία πρόζας στα έργα "Ερρίκος Δ΄" (1ο και 2ο μέρος) και "Ερρίκος Ε΄", περί τα τέλη της δεκαετίας του 1590. Οι χαρακτήρες του γίνονται όλο και περισσότερο σύνθετοι και εναλλάσσοντας επιδέξια κωμικές και σοβαρές σκηνές, πρόζα και ποίηση, επιτυγχάνει την αφηγηματική ποικιλία του ώριμου έργου του. Η περίοδος αυτή αρχίζει και τελειώνει με δύο τραγωδίες: το "Ρωμαίος και Ιουλιέτα", το διάσημο ρομαντικό δράμα για την εφηβεία, την αγάπη και το θάνατο, και τον "Ιούλιο Καίσαρα" -βασισμένο σε μία μετάφραση που έκανε το 1579 ο σερ Τόμας Νορθ στο έργο του Πλούταρχου "Βίοι Παράλληλοι"- που εισήγαγε ένα νέο είδος δράματος.
Στις αρχές του 17ου αιώνα, ο Σαίξπηρ έγραψε τις κωμωδίες "Με το Ίδιο Μέτρο", "Τρωίλος και Χρυσηίδα" και "Τέλος Καλό Όλα Καλά" καθώς και μερικές από τις πιο γνωστές τραγωδίες του. Πολλοί κριτικοί πιστεύουν ότι οι μεγαλύτερες τραγωδίες του Σαίξπηρ αντιπροσωπεύουν την αιχμή της τέχνης του. Ο Άμλετ, ο ήρωας της διάσημης ομώνυμης τραγωδίας του Σαίξπηρ, πιθανότατα έχει συζητηθεί περισσότερο από κάθε άλλο σαιξπηρικό χαρακτήρα, ειδικά για τον περίφημο μονόλογό του "Να ζει κανείς ή να μη ζει, ιδού η απορία".Σε αντίθεση με τον εσωστρεφή Άμλετ, του οποίου ο δισταγμός αποδεικνύεται μοιραίος, οι ήρωες των τραγωδιών που ακολούθησαν, ο Οθέλος και ο Βασιλιάς Ληρ, χαρακτηρίζονται από τη βιαστική και λανθασμένη εκτίμησή τους. Η εξέλιξη των τραγωδιών του Σαίξπηρ εξαρτάται συχνά από τέτοια μοιραία λάθη ή μειονεκτήματα, τα οποία ανατρέπουν την τάξη των πραγμάτων και καταστρέφουν τον ήρωα κι εκείνους που αγαπά. Στον "Οθέλο", ο κακόβουλος Ιάγος προκαλεί τη ζηλοτυπία του Οθέλου, ο οποίος φτάνει στο σημείο να δολοφονήσει την αθώα γυναίκα του που τον αγαπά. Στο "Βασιλιά Ληρ", ο βασιλιάς διαπράττει το τραγικό λάθος να παραιτηθεί από το θρόνο του σηματοδοτώντας την έναρξη των γεγονότων που οδηγούν στη δολοφονία της κόρης του και στο βασανισμό και τη τύφλωση του Κόμη του Γκλόστερ. Στον "Μάκβεθ", τη μικρότερη τραγωδία του Σαίξπηρ, η ανεξέλεγκτη φιλοδοξία υποκινεί τον Μάκβεθ και τη σύζυγό του, Λαίδη Μάκβεθ, να δολοφονήσουν το νόμιμο βασιλιά και να σφετεριστούν το θρόνο, μέχρι που καταστρέφονται από τις ενοχές τους. Οι τελευταίες μεγάλες τραγωδίες του Σαίξπηρ, "Αντώνιος και Κλεοπάτρα" και "Κοριολανός", περιέχουν μερικά από τα καλύτερα ποιήματά του και θεωρήθηκαν ως οι πιο επιτυχημένες τραγωδίες του από τον ποιητή και κριτικό Τόμας Στερνς Έλιοτ.
Στην τελευταία του περίοδο, ο Σαίξπηρ στράφηκε στο ρομαντισμό και στην ιλαροτραγωδία και ολοκλήρωσε άλλα τρία μεγάλα έργα: "Κυμβελίνος", "Το Χειμωνιάτικο Παραμύθι" και "Η Τρικυμία", καθώς και τον κατόπιν συνεργασίας "Περικλή". Λιγότερο ζοφερά από τις τραγωδίες του, αυτά τα τέσσερα έργα είναι πιο σοβαρά σε ύφος από τις κωμωδίες της δεκαετίας του 1590 και τελειώνουν με συμφιλίωση και συγχώρεση των δυνητικά τραγικών λαθών. Ορισμένοι σχολιαστές έχουν δει αυτή την αλλαγή στη διάθεση ως απόδειξη μιας πιο γαλήνιας άποψης της ζωής από την πλευρά του Σαίξπηρ, αλλά μπορεί να αντικατοπτρίζει απλώς τη θεατρική μόδα της εποχής. Ο Σαίξπηρ συνεργάστηκε με άλλο δραματουργό σε δύο επιπλέον σωζόμενα έργα: τον "Ερρίκο Η΄" και το "Οι Δύο Συγγενείς Άρχοντες". 

Εμφανίσεις


Δεν είναι σαφές για ποιες θεατρικές επιχειρήσεις έγραψε ο Σαίξπηρ τα πρώτα έργα του. Το εξώφυλλο του "Τίτου Ανδρόνικου" στην έκδοση του 1594 αποκαλύπτει ότι το έργο είχε παιχτεί από τρεις διαφορετικούς θιάσους. Μετά από τις επιδημίες της Μαύρης πανώλης τα έτη 1592-1593, τα έργα του Σαίξπηρ ερμηνεύτηκαν από το δικό του θίασο σε θέατρο βόρεια του Τάμεση. Όταν ο θίασος βρέθηκε σε διαμάχη με τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου, οι ηθοποιοί κατεδάφισαν το θέατρο και χρησιμοποίησαν τα ξύλα για να κατασκευάσουν στη νότια όχθη του Τάμεση το θέατρο Γκλομπ, το πρώτο θέατρο που χτίστηκε από ηθοποιούς για ηθοποιούς. Το Γκλομπ άνοιξε το φθινόπωρο του 1599 και ο "Ιούλιος Καίσαρ" ήταν ένα από τα πρώτα έργα που ανέβηκαν στη σκηνή. Τα περισσότερα έργα που έγραψε ο Σαίξπηρ μετά το 1599 γράφτηκαν για το Γκλομπ, συμπεριλαμβανομένων του "Άμλετ", του "Οθέλου" και του "Βασιλιά Ληρ".
Παρά το γεγονός ότι οι καταγραφές των παραστάσεων είναι αποσπασματικές, φαίνεται πως ο θίασος του Σαίξπηρ έπαιξε επτά φορές στην αυλή του βασιλιά Ιάκωβου Α' από την 1η Νοεμβρίου 1604 μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 1605, μεταξύ των οποίων αναφέρονται και δύο παραστάσεις του "Έμπορου της Βενετίας". Μετά το 1608 έπαιζαν στο κλειστό θέατρο Μπλακφράιαρς κατά τη διάρκεια του χειμώνα και στο Γκλομπ κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Ο εσωτερικός χώρος σε συνδυασμό με τη μόδα της εποχής, επέτρεψε τον Σαίξπηρ να εισάγει πιο περίτεχνα σκηνικά. Στον "Κυμβελίνο", για παράδειγμα, ο Δίας κατεβαίνει εν μέσω βροντών και κεραυνών καθισμένος πάνω σ' έναν αετό, οπότε ρίχνει έναν κεραυνό και τα φαντάσματα πέφτουν στα γόνατά τους.
Το γεγονός ότι ο Σαίξπηρ εκτός από το ότι έγραφε τα έργα του τα έπαιζε κιόλας, τον έκανε ασυναγώνιστο μεταξύ των άλλων συγγραφέων. Ο Σαίξπηρ δεν έγραφε απλά για να γράφει, αλλά για να ζει. Ζούσε τα έργα του. Όπως οι θεατές παρακολουθούσαν εκείνουν, έτσι κι εκείνος παρατηρούσε τους θεατές και παρακολουθούσε τις αντιδράσεις τους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που άλλαζε στη σκηνή τα λόγια του προσπαθώντας ν' αποδώσει όσο μπορούσε καλύτερα το νόημα και να ικανοποιήσει περισσότερο τους θεατές. Είχε τέτοια ικανότητα ν' ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κοινού, ώστε ακόμα και σήμερα τα έργα του εξακολουθούν να γοητεύουν το θεατή με τη ζωντάνια τους. 



Εξώφυλλο της έκδοσης του 1623 με έργα του Σαίξπηρ. 
Χαλκογραφία του Martin Droeshout. 

 Γραπτές πηγές

Το 1623 δύο ηθοποιοί, που υπήρξαν φίλοι του Σαίξπηρ, εξέδωσαν μία συλλογή έργων του, αποτελούμενη από 36 κείμενα, εκ των οποίων τα 18 τυπώθηκαν για πρώτη φορά. Πολλά από τα έργα του είχαν ήδη εμφανιστεί σε διάφορες εκδόσεις, για τις οποίες δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο Σαίξπηρ τις ενέκρινε. Υπάρχουν έργα των οποίων τα σωζόμενα αντίτυπα διαφέρουν από το ένα στο άλλο. Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται σε αντιγραφικά ή τυπογραφικά λάθη, από σημειώσεις ηθοποιών ή του κοινού ή ακόμα και από τα ίδια τα έγγραφα του Σαίξπηρ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα στον "Άμλετ", στον "Τρωίλο και Χρυσηίδα" και στον "Οθέλο", μπορεί ο Σαίξπηρ μετά την πρώτη τους έκδοση να είχε αναθεωρήσει τα κείμενα. Ωστόσο στην περίπτωση του "Βασιλιά Ληρ" υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στην πρώτη έκδοση και σ' εκείνη του 1623. 

Ποιήματα

Το 1593 και το 1594, όταν τα θέατρα ήταν κλειστά εξαιτίας της πανούκλας, ο Σαίξπηρ δημοσίευσε δύο αφηγηματικά ποιήματα με ερωτικά θέματα, τα "Αφροδίτη και Άδωνις" και "Ο Βιασμός της Λουκρητίας". Στο πρώτο ένας αθώος Άδωνις απορρίπτει τις ερωτικές προκλήσεις της Αφροδίτης ενώ στο δεύτερο η ενάρετη Λουκρητία βιάζεται από τον λάγνο Ταρκήνιο. Με επιρροή από τις "Μεταμορφώσεις" του Οβίδιου, τα ποιήματα δείχνουν την ενοχή και την ηθική σύγχυση που προκύπτουν από μία ανεξέλεγκτη επιθυμία. Και τα δύο αποδείχθηκαν ιδιαίτερα δημοφιλή και ανατυπώθηκαν αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ζωής του Σαίξπηρ. Ένα τρίτο αφηγηματικό ποίημα, "Το Παράπονο ενός Εραστή", όπου μία νεαρή γυναίκα θρηνεί την αποπλάνησή της από ένα πειστικό μνηστήρα, τυπώθηκε στην πρώτη έκδοση των Σονέτων το 1609. "Ο Φοίνικας κι η Τρυγόνα", που τυπώθηκε το 1601, θρηνεί το θάνατο του θρυλικού Φοίνικα και της ερωμένης του, της πιστής Τρυγόνας. Το 1599, δύο προσχέδια των σονέτων 138 και 144 εμφανίστηκαν στον "Περιπαθή Προσκυνητή", ένα ανθολόγιο ποιημάτων υπό το όνομα του Σαίξπηρ που εκδόθηκε χωρίς την άδεια του. 

Σονέτα

Τα "Σονέτα" δημοσιεύτηκαν το 1609 και ήταν τα τελευταία μη δραματικά έργα του Σαίξπηρ που εκδόθηκαν. Οι μελετητές δεν είναι βέβαιοι για το πότε γράφτηκε το καθένα από τα 154 σονέτα, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Σαίξπηρ έγραφε σονέτα σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του για ένα ιδιωτικό αναγνωστικό κοινό. Σύμφωνα με κάποιους αναλυτές ο Σαίξπηρ σχεδίαζε να εκδώσει δύο αντίθετες σειρές: μία για την ανεξέλεγκτη επιθυμία για μία παντρεμένη γυναίκα και μία για την πολύπλοκη αγάπη για ένα νεαρό άντρα. Παραμένει ασαφές αν τα στοιχεία αυτά αντιπροσωπεύουν πραγματικά άτομα ή αν το συγγραφικό "εγώ" με το οποίο απευθύνεται σ' αυτούς αντιπροσωπεύει τον ίδιο τον Σαίξπηρ. Πάντως η έκδοση του 1609 αφιερώθηκε σε κάποιον κύριο "W. H.", ο οποίος πιστώνεται ως "ο μόνος γεννήτορας" των ποιημάτων.
Δεν είναι γνωστό αν αυτό γράφτηκε από τον ίδιο τον Σαίξπηρ ή από τον εκδότη, του οποίου τα αρχικά εμφανίζονται στο κάτω μέρος της σελίδας όπου γράφτηκε η αφιέρωση. Επίσης δεν είναι γνωστό ούτε ποιος ήτανε ο κύριος W. H., παρά τις πολυάριθμες θεωρίες, ούτε αν ο Σαίξπηρ είχε δώσει την άδεια του για τη δημοσίευση των σονέτων. Οι κριτικοί επαινούν τα Σονέτα ως μία βαθιά περισυλλογή σχετικά με τη φύση του έρωτα, το ερωτικό πάθος, το θάνατο και το χρόνο. 



Άγαλμα του Σαίξπηρ στη Λέστερ Σκουέρ (Λονδίνο)

Επιρροή

Το έργο του Σαίξπηρ επηρέασε σημαντικά το θέατρο και τη λογοτεχνία. Συγκεκριμένα, επέκτεινε τις δραματικές δυνατότητες των χαρακτήρων, της πλοκής, της γλώσσας και του ύφους. Για παράδειγμα, μέχρι τον "Ρωμαίο και Ιουλιέτα" τα ρομαντικά έργα δεν θεωρούνταν αξιόλογα θέματα για τραγωδίες. Οι μονόλογοι χρησιμοποιούνταν κυρίως για τη μεταφορά πληροφοριών σχετικά με τους χαρακτήρες ή τα γεγονότα, αλλά ο Σαίξπηρ τους χρησιμοποίησε για να εξερευνήσει τις σκέψεις των χαρακτήρων. Το έργο του επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και την ποίηση. Οι Ρομαντικοί ποιητές προσπάθησαν να αναβιώσουν το δράμα στο ύφος του Σαίξπηρ αλλά με μικρή επιτυχία.
Ο Σαίξπηρ επηρέασε συγγραφείς όπως ο Τόμας Χάρντι, ο Γουίλιαμ Φώκνερ και ο Κάρολος Ντίκενς. Οι μονόλογοι του Αμερικανού μυθιστοριογράφου Χέρμαν Μέλβιλ οφείλουν πολλά στον Σαίξπηρ. Ο καπετάνιος Άχαμπ στο "Μόμπυ Ντικ" είναι ένας κλασικός τραγικός ήρωας, εμπνευσμένος από τον "Βασιλιά Ληρ". Οι μελετητές έχουν εντοπίσει 20.000 μουσικά κομμάτια που συνδέονται με τα έργα του Σαίξπηρ. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται δύο όπερες του Τζουζέπε Βέρντι, ο "Οθέλος" και ο "Φάλσταφ", των οποίων η κριτική αποδοχή συγκρίνεται με αυτή των πρωτότυπων θεατρικών έργων. Ο Σαίξπηρ ενέμπνευσε επίσης πολλούς ζωγράφους, συμπεριλαμβανομένων των Ρομαντικών και των Προραφαηλιτών. Μάλιστα ο Ελβετός Ρομαντικός καλλιτέχνης Χάινριχ Φύσλι, φίλος του Ουίλλιαμ Μπλέηκ, μετέφρασε τον "Μάκβεθ" στα γερμανικά. Ο ψυχαναλυτής Σίγκμουντ Φρόυντ μελέτησε έργα του Σαίξπηρ, και ιδιαίτερα τον Άμλετ, για να αναπτύξει τις θεωρίες του γύρω από την ανθρώπινη φύση.
Την εποχή του Σαίξπηρ, η αγγλική γραμματική, η ορθογραφία και η προφορά ήταν λιγότερο τυποποιημένες απ' ό,τι είναι τώρακαι η χρήση της γλώσσας του βοήθησε στο σχηματισμό της σύγχρονης αγγλικής γλώσσας. Εκφράσεις όπως "with bated breath" ("με κομμένη την ανάσα", από τον "Έμπορο της Βενετίας") και "it was a foregone conclusion" ("ήταν αναπόφευκτο", από τον "Οθέλο") χρησιμοποιούνται πλέον στην καθομιλουμένη. 

Κριτική αποδοχή

Μετά την παλινόρθωση της μοναρχίας το 1660 και πριν το τέλος του 17ου αιώνα, οι κλασικές ιδέες ήταν στη μόδα. Το αποτέλεσμα ήταν οι κριτικοί εκείνης της εποχής να τοποθετήσουν τον Σαίξπηρ χαμηλότερα από άλλους δραματουργούς της εποχής του. Όμως κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα οι κριτικοί άρχισαν να ανταποκρίνονται στο έργο του Σαίξπηρ και να αναγνωρίζουν τη φυσική μεγαλοφυία του. Μία σειρά επιστημονικών εκδόσεων των έργων του βοήθησε στην αυξανόμενη φήμη του και μέχρι το 1800 είχε καθιερωθεί ως εθνικός ποιητής. Το 18ο και το 19ο αιώνα η φήμη του εξαπλώθηκε και στο εξωτερικό. Ανάμεσα σ' αυτούς που τον υπερασπίστηκαν ήταν ο Βολταίρος, ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε και ο Βικτόρ Ουγκώ.

"Ο Σαίξπηρ υπήρξε ευφυΐα όχι μόνο για την εποχή του αλλά για όλους τους αιώνες."
Μπεν Τζόνσον

Οι Βικτωριανοί ανέβαζαν συχνά έργα του Σαίξπηρ υπό τη μορφή πλούσιου θεάματος. Ο θεατρικός συγγραφέας και κριτικός Τζορτζ Μπέρναρντ Σω χλεύασε τη λατρεία που υπήρχε για τα έργα του Σαίξπηρ, ονομάζοντάς την "βαρδολατρεία", ενώ υποστήριζε ότι τα έργα του Ερρίκου Ίψεν έκαναν τον Σαίξπηρ παρωχημένο.
Η μοντερνιστική επανάσταση στις τέχνες κατά τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, όχι μόνο δεν απέρριψε τον Σαίξπηρ αλλά προσάρμοσε το έργο του στις ανάγκες της αβάν-γκαρντ. Οι Εξπρεσιονιστές στη Γερμανία και οι Φουτουριστές στη Μόσχα αναπαρήγαγαν τα έργα του. Υπό την επιρροή του Σαίξπηρ, ο μαρξιστής θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης Μπέρτολτ Μπρεχτ επινόησε ένα επικό θέατρο. Ο δε ποιητής και κριτικός Τόμας Στερνς Έλιοτ τοποθετήθηκε κατά του Σω υποστηρίζοντας ότι ο "πρωτογονισμός" του Σαίξπηρ στην πραγματικότητα τον έκανε σύγχρονο. Ο Έλιοτ μαζί με τους υποστηρικτές της Νέας Κριτικής δημιούργησαν ένα κίνημα για την πιο προσεκτική ανάγνωση των έργων του Σαίξπηρ. Τη δεκαετία του 1950, ένα κύμα νέων κριτικών προσεγγίσεων αντικατέστησε το μοντερνισμό και άνοιξε το δρόμο για τις μεταμοντέρνες μελέτες του Σαίξπηρ.
Το 1964 εορτάστηκαν με μεγαλοπρέπεια στην Αγγλία τα 400 χρόνια από τη γέννηση της "μεγαλύτερης βρετανικής συμβολής στο παγκόσμιο θέατρο", του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, όπως έγραψε ο σερ Λόρενς Ολίβιε. Επτά πρωτοποριακοί θίασοι από την Ευρώπη κλήθηκαν στο Λονδίνο για μία σειρά παραστάσεων. Ανάμεσα στην Κομεντί Φρανσέζ, το ιστορικό Άμπι Θίατερ και το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, πρόσκληση δέχθηκε και ο Κάρολος Κουν με το δικό του σχήμα, το Θέατρο Τέχνης, για να παρουσιάσει τους Όρνιθες του Αριστοφάνη σε σκηνικά-κοστούμια του Γιάννη Τσαρούχη και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Κατά τη διάρκεια του εορτασμού της 400ετηρίδας, ο Λόρενς Ολίβιε ερμήνευσε τον θρυλικό Οθέλο του στο Νάσιοναλ Θίατερ και το Φεστιβάλ Σαίξπηρ εξέδωσε νέα σειρά γραμματοσήμων
Τη δεκαετία του 1980, τα έργα του Σαίξπηρ έγιναν αντικείμενα μελέτης του Γλωσσολογικού Στρουκτουραλισμού και του Φεμινισμού.

Εικασίες

Η ταυτότητα του Σαίξπηρ


Περίπου 150 χρόνια μετά το θάνατο του Σαίξπηρ, άρχισαν να εκφράζονται αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητά του και την πατρότητα των έργων που του έχουν αποδοθεί. Συγγραφείς όπως ο Ουώλτ Ουίτμαν, ο Μαρκ Τουέην και ο Χένρι Τζέιμς, αλλά και προσωπικότητες όπως ο Σίγκμουντ Φρόυντ, εξέφρασαν τη δυσπιστία τους σχετικά με την υπόθεση πως ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ του Στράτφορντ ταυτίζεται με το συγγραφέα που έδωσε τα σαιξπηρικά έργα. Ο σκεπτικισμός αυτός στηρίζεται σε διάφορες ενδείξεις μεταξύ των οποίων η απουσία κάποιου βιβλίου ή χειρόγραφου έργου στην -κατά τ' άλλα λεπτομερή- διαθήκη του.
Πολλοί αποδίδουν αυτή τη διαφωνία στη γενική έλλειψη και ασάφεια γύρω από πολλά ιστορικά στοιχεία της περιόδου κατά την οποία έζησε ο Σαίξπηρ. Ακόμη και το πορτραίτο του στην Εθνική Πινακοθήκη Πορτρέτων του Λονδίνου αμφισβητείται έντονα πως απεικονίζει πράγματι τον Σαίξπηρ, ενώ και ένα δεύτερο διάσημο πορτραίτο του αποδείχθηκε με τη βοήθεια χημικής ανάλυσης ότι στην πραγματικότητα δημιουργήθηκε το 19ο αιώνα. Ορισμένοι μελετητές του έργου που αποδίδεται στον Σαίξπηρ, θεωρούν πως ένα μέρος του πιθανά ανήκει σε άλλους συγγραφείς, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται συχνά ο Φράνσις Μπέηκον, ο Κρίστοφερ Μάρλοου, καθώς και ο 6ος κόμης του Ντέρμπυ, Ουίλλιαμ Στάνλεϊ. Ο Edward de Vere, 17ος κόμης της Οξφόρδης, θεωρείται επίσης ένας από τους πιθανούς συγγραφείς κάποιων έργων που αποδίδονται στον Σαίξπηρ. Ιστορικά στοιχεία γύρω από την ύπαρξη του κόμη de Vere έγιναν γνωστά περίπου το 1920 και αρκετοί πιστεύουν πως τα γεγονότα της ζωής του εμφανίζουν ομοιότητες με καταστάσεις που αποτυπώνονται και στο έργο του Σαίξπηρ.
Ωστόσο, μόνο μία μικρή μειοψηφία ακαδημαϊκών πιστεύει ότι υπάρχει λόγος αμφισβήτησης της παραδοσιακής απόδοσης των έργων του Σαίξπηρ. Η πλειοψηφία των ακαδημαϊκών μελετητών δε δέχεται τις παραπάνω εκτιμήσεις, ωστόσο θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο ο Σαίξπηρ να μην αποτελεί και το μοναδικό συγγραφέα των έργων του, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη πολλοί δραματουργοί και θεατρικοί συγγραφείς συνεργάζονταν στενά μεταξύ τους. https://el.wikipedia.org/



Sir Thomas Francis Dicksee - Romeo and Juliet


Ρωμαίος και Ιουλιέτα

Μεταφραστής: Δημήτριος Βικέλας

ΠΡΑΞΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ  - ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΑ.

Ο κήπος του Καπουλέτου.
(Εισέρχεται ο ΡΩΜΑΙΟΣ).

ΡΩΜΑΙΟΣ
Όποιος δεν έπαθε πληγήν, γελά τον πληγωμένον!

(Η Ιουλιέτα φαίνεται εις το παράθυρόν της).

Αγάλια! 'ς το παράθυρον τι φως εκεί προβάλλει;
Ανατολή επρόβαλε, κ’ η Ιουλιέτα ήλιος!
Ήλιε γλυκέ, ανάτειλε και σβύσε την Σελήνην.
Ιδέ την απ' την ζήλειάν της αχνίζει και θαμπόνει,
διότι συ την ξεπερνάς 'ς την δόξαν και 'ς τα κάλλη.
Μη την λατρεύης (31)· άφες την, αν είναι και ζηλεύη·
πρασινοκίτρινην θωριάν η φορεσιά της έχει,
και μοναχά εις τους τρελλούς ταιριάζει(32)· πέταξέ την!
Είν' η αγάπη μου εκεί· η δέσποινα μου είναι.
Ω! ας το ήξευρε! — Λαλεί. — Όχι· — δεν είπε λέξιν
αλλά το μάτι της λαλεί. Απόκρισιν θα δώσω.
Πλην υπερηφανεύθηκα· δεν ομιλεί εμένα.
Δύο αστέρια τ' ουρανού, τα ωραιότερα του,
θέλουν 'ς την γην να καταιβούν, και ως που να γυρίσουν
παρακαλούν τα μάτια της 'ς τους ουρανούς να λάμπουν.
Και τι, εάν τα μάτια της εκεί επάνω ήσαν;
Και τι, εάν κατέβαιναν ς' την κεφαλήν της τ' άστρα; —
Η λάμψις του μετώπου της θα θάμπονε τ' αστέρια,
καθώς θαμπόνει λύχνου φως 'ς την λάμψιν της ημέρας,
και θα' χυναν τα μάτια της ‘ς τους ουρανούς επάνω
ένα ποτάμι φωτερόν να φέγγη τον αιθέρα,
που τα πουλιά να κελαδούν 'σαν να μην ήτο νύκτα!
Ιδέ την, πώς ακούμβησε το μάγουλον ‘ς το χέρι.
Ας ήμουν εις το χέρι της χειρόφτι, να εγγίζω
το μάγουλόν της το γλυκόν!

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Αχ

ΡΩΜΑΙΟΣ
Ομιλεί. — Ομίλει,
ομίλει, άγγελε λαμπρέ! — Μου έλαμψες ‘ς το σκότος,
καθώς οπόταν ο θεός εις τους ανθρώπους στέλνει
τον πτερωτόν του μυνητήν απ' του ουρανού τα ύψη,
κι αναστηλόνουν έκθαμβα οι άνθρωποι τα μάτια,
και γέρνουν τα κεφάλια των οπίσω, να τον βλέπουν,
που κάθεται ‘ς τα σύννεφα τα αργοκινημένα
και αρμενίζει υψηλά ‘ς τους κόλπους του αιθέρος!

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Ρωμαίε, ω Ρωμαίε! Αχ! τι λέγεσαι Ρωμαίος;
Αρνήσου τον πατέρα σου, παραίτα τ' όνομά σου,
ή αν δεν θέλης, μοναχά πως μ' αγαπάς ορκίσου
και έπαυσα να λέγομαι του Καπουλέτου κόρη (33)

ΡΩΜΑΙΟΣ
Ν' ακούσω κι’ άλλα; ή αυτά με φθάνουν;

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Τ' όνομά σου
είναι ο μόνος μου εχθρός. Μοντέκης αν δεν ήσουν,
μη άλλος θα εγίνεσο; τι θα ειπή Μοντέκης;
Μη τύχη κ' είναι πρόσωπον, ή χέρι, ή ποδάρι,
ή άλλο μέρος του κορμιού; Ω! τ' όνομα ν' αλλάξης!
Και τι σημαίνει τ’ όνομα; τ' άνθος που λέγουν ρόδον,
με οποίαν λέξιν κι’ αν το 'πουν, το ίδιον θα μυρίζη.
Και ο Ρωμαίος, τ' όνομα Ρωμαίος αν δεν είχε,
την χάριν δεν θα έχανε που έχει φυσικήν του.
Λοιπόν παραίτησε και συ, Ρωμαίε, τ' όνομά σου,
και δι’ αυτό σου τ’ όνομα, που μέλος σου δεν είναι,
εμένα όλην πάρε με.

ΡΩΜΑΙΟΣ
'Σ τον λόγον σου σε παίρνω·
'πέ με αγάπην σου, κ' ευθύς μ' εβάπτισες εκ νέου·
από εδώ κ' εμπρός εγώ δεν είμαι ο Ρωμαίος.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Ποιος είσαι συ, που έρχεσαι κρυμμένος ‘ς το σκοτάδι,
και χώνεσαι ‘ς τα μυστικά κρυφομιλήματά μου;

ΡΩΜΑΙΟΣ
Δεν' ξεύρω με τι όνομα να σου ειπώ ποιος είμαι·
το όνομα μου το μισώ, ω δέσποινα γλυκειά μου,
διότι το εχθρεύεσαι. Γραμμένον αν το είχα,
θα το εξέσχιζα εδώ.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Τ' αυτιά μου μόλις ήπιαν
ως τώρα λέξεις εκατόν από αυτό το στόμα,
αλλά γνωρίζω την φωνήν. — Δεν είσαι ο Ρωμαίος;
Δεν είσαι του Μοντέκη υιός;

ΡΩΜΑΙΟΣ
Κανέν από τα δύο,
αφού εσύ δεν τ' αγαπάς, ω κόρη γλυκυτάτη.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Εδώ πώς ήλθες; λέγε μου· και διατί να έλθης;
Ο τοίχος είναι υψηλός και δύσκολα πηδάται,
και δι’ εσένα θάνατος αυτός ο κήπος είναι,
αν σ' εύρη έξαφνα εδώ κανένας συγγενής μου.

ΡΩΜΑΙΟΣ
Με τα πτερά του Έρωτος επήδησα τον τοίχον.
Με λίθινα εμπόδια δεν κλείεται ο Έρως,
κι ό,τι του είναι δυνατόν τολμά και να το κάμη·
κι ούτε μου ήλθεν εις τον νουν των συγγενών σου φόβος.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Εάν σ' ιδούν σ' εσκότωσαν!

ΡΩΜΑΙΟΣ
Αλλοίμονον 'ς εμένα!
Φοβούμαι περισσότερον το ιδικόν σου μάτι,
παρά σπαθιά των είκοσι. — Με γλύκαν κύτταξέ με,
και ούτε συλλογίζομαι την ιδικήν των έχθραν.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Δεν ήθελα να σε ιδούν διά τον κόσμον όλον.

ΡΩΜΑΙΟΣ
Δεν έχει φόβον της νυκτός το ράσον με σκεπάζει,
φθάνει εσύ να μ' αγαπάς, κι’ ας μ' εύρουν δεν με μέλει!
Καλλίτερα η έχθρα των να κόψη την ζωήν μου,
παρά να μη με αγαπάς, κι’ ο θάνατος ν' αργήση.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Και ποιος σ' ωδήγησεν εδώ τον δρόμον σου να εύρης;

ΡΩΜΑΙΟΣ
Ο Έρως, που μου έδειξε τον τρόπον να τον μάθω·
εκείνος έβαλε τον νουν, κ' έβαλα 'γώ τα μάτια.
Δεν είμ' εγώ θαλασσινός, αλλά και εις την άκρην
του κόσμου αν ευρίσκεσο, — και έως τ' ακρογιάλι
που βρέχει του ωκεανού το τελευταίον κύμα
δι’ ένα τέτοιον θησαυρόν τολμούσα ν' αρμενίσω.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Ξεύρεις, το σκότος της νυκτός το έχω προσωπίδα,
ειδέ θα μ' εκοκκίνιζε παρθενική σεμνότης
δι’ όσα λόγια ήκουσες απόψε να προφέρω.
Εταίριαζε να έμενα έως εκεί που πρέπει,
και όλ' αυτά να τ' αρνηθώ· αλλά, το καθώς πρέπει
ας 'πάγη τώρα 'ς το καλόν. — Με αγαπάς; — Το ξεύρω
θα μου ειπής πως μ' αγαπάς, κ' εγώ θα σε πιστεύσω
αλλά και αν με τ' ορκισθής 'μπορείς να με γελάσης
εις απιστίας εραστών ο Ζευς γελά, μας λέγουν.
Αν μ' αγαπάς, ειπέ μου το αληθινά, Ρωμαίε.
Ή αν θαρρής πως εύκολα μ' εκέρδισες, ειπέ το,
ώστε να κάμνω την κακιάν, τα φρύδια να σουφρόνω
και όχι ν' αποκρίνωμαι, και να σε βασανίζω
πριν με κερδίσης· — ειδεμή, αλλέως δεν το κάμνω·
Αληθινά, αισθάνομαι πολύ ερωτευμένη,
κ' ίσως ευρίσκης ελαφρύ πολύ το φέρσιμόν μου·
αλλ' όμως εμπιστεύσου με, Ρωμαίε, και θα μ' εύρης
πλέον πιστήν από αυτάς, που ξεύρουν να κρατούνται.
Τ' ομολογώ, να κρατηθώ κ' εγώ εχρεωστούσα,
πλην άθελά μου ήκουσες τον μυστικόν μου πόθον,
και πριν το πάρω είδησιν· λοιπόν συμπάθησέ με,
κ' εις ελαφράδα της καρδιάς μη τύχη κι’ αποδώσης
τα όσα εξεσκέπασεν η σιωπή του σκότους.

ΡΩΜΑΙΟΣ
Αγάπη μου, ορκίζομαι, μα το σεμνόν Φεγγάρι,
που τα κλαδιά τα φουντωτά των δένδρων ασημόνει....

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Μη ‘ς το φεγγάρι ορκισθής, το άστατον φεγγάρι,
που κάθε μήνα κι’ αλλαγήν ‘ς τον δίσκον του μας κάμνει,
μη τύχη κ' η αγάπη σου αλλάζη 'σαν εκείνο.

ΡΩΜΑΙΟΣ
Εις τι λοιπόν να ορκισθώ;

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Μην ορκισθής διόλου.
Ή ‘ς την χαριτωμένην σου την ύπαρξιν ορκίσου,
'ς αυτήν, που είναι ο Θεός οπού εγώ λατρεύω,
και σε πιστεύω.

ΡΩΜΑΙΟΣ
Αν ποτέ η καρδιακή αγάπη...

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Μην ορκισθής καλλίτερα. — Αν κ' ήσαι η χαρά μου,
απόψε δεν την χαίρομαι την ένωσιν αυτήν μας.
Ορμητικά, κ' εξαφνικά κι’ ανέλπιστα μου ήλθε· —
ήτον ωσάν την αστραπήν, οπού περνά και φεύγει
πριν ‘πή κανένας: άστραψε! — Γλυκέ μου, καλήν νύκτα!
Ίσως αυτό το σφαλιστόν το άνθος της Αγάπης
‘ς την αύραν του καλοκαιριού τα φύλλα του ανοίξη,
κι ανθίζει και μοσχοβολά ως που να ξαναέλθης.
Καλή σου νύκτα κι’ αγαθή! Το στήθος σου να είναι
αναπαυμένον κ' ήσυχον καθώς το ιδικόν μου.

ΡΩΜΑΙΟΣ
Μ' αφίνεις; κ' ευχαρίστησιν δεν θέλεις να μου δώσης;

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Και ποίαν ευχαρίστησιν απόψε περιμένεις;

ΡΩΜΑΙΟΣ
Το τάγμα της αγάπης σου αντί της ιδικής μου.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Και μη δεν σου την έταξα και πριν μου την ζητήσης;
Και όμως θα μου ήρεζε να μη την είχα δώσει.

ΡΩΜΑΙΟΣ
Και διατί, αγάπη μου, να μου την πάρης πίσω;

ΙΟΥΛΙΕΤΑ
Διά να έχω μοναχά να σου την ξαναδώσω.
Αλλά γυρεύω του κακού το πράγμα οπού έχω.
Είν' η αγάπη μου βαθειά 'σαν πέλαγος, κ' εξ ίσου
και η φιλοδωρία μου 'σαν πέλαγος μεγάλη,
και όσον περισσότερον σου δίδω, τόσον μένει,
διότι ανεξάντλητα τα έχω και τα δύο.

(Η παραμάνα κράζει έσωθεν),

Ακούω μέσα θόρυβον. Αγάπη μου σ' αφίνω.
— Αμέσως, παραμάνα μου. — Έσο πιστός, Μοντέκη.
Πρόσμειν' εδώ μίαν στιγμήν κι’ αμέσως επιστρέφω.

(Αποσύρεται).


Απόσπασμα 


The Macbeth and the Three Witches 1855 by Theodore Chasseriau
 Μάκβεθ
Μεταφραστής: Δημήτριος Βικέλας

ΠΡΑΞΙΣ ΠΡΩΤΗ - ΣΚΗΝΗ Δ'

Τα ανάκτορα εις Φόρες.
Εισέρχονται ο ΔΩΓΚΑΝ, ο ΜΑΛΚΟΛΜ, ο ΔΟΝΑΛΒΑΙΝ,
ο ΛΕΝΟΞ και συνοδία.

ΔΩΓΚΑΝ
Δεν τον απεκεφάλισαν τον Καουδώρ ακόμη;
Πού είναι οι εκτελεσταί της αποφάσεώς μου;

ΜΑΛΚΟΛΜ
Ακόμη δεν επέστρεψαν, αυθέντα σεβαστέ μου,
αλλ' όμως ένας, που παρών τον είδε ν' αποθάνη,
μου είπ' ότι εκήρυξε το κρίμα του πανδήμως
και ότι παρεκάλεσε να του το συγχωρήσης,
κι' απέδειξε μετάνοιαν μεγάλην. Την ζωήν του
τίποτε τόσον δεν τιμά όσον ο θάνατος του!
Απέθανε 'σαν άνθρωπος καλά ετοιμασμένος
το ό,τι πλέον ακριβόν να το αποτινάξη
ωσάν να ήτο η ζωή πράγμα χωρίς αξίαν.

ΔΩΓΚΑΝ
Αν ήτο τρόπος την ψυχήν το πρόσωπον να δείχνη!
Είχα 'ς τον άνθρωπον αυτόν τυφλήν εμπιστοσύνην (9)!

(Εισέρχονται ο ΜΑΚΒΕΘ, ο ΒΑΓΚΟΣ, ο ΡΩΣ και ο ΑΓΚΟΣ)

ΔΩΓΚΑΝ
Το είχα βάρος 'ς την καρδιάν ότι σου είμ' αγνώμων,
Ξάδελφέ μου· αλλά συ τόσον γοργά πηγαίνεις,
ώστ' όσον γρήγορα πτερά η Αμοιβή κι' αν έχη,
να σε προφθάση δεν 'μπορεί! Να μην αξίζης τόσον
μόνον και μόνον δι' αυτό το ήθελα, ω Μάκβεθ,
διά να είναι δυνατόν να σου ανταποδώσω
τους επαίνους χρεωστώ κι' όσον μισθόν σου πρέπει,
Δεν έχω άλλο να σου 'πώ παρά πως μ' ό,τι δώσω
την πληρωμήν του χρέους μου δεν θα την ξεπληρώσω.

ΜΑΚΒΕΘ
Σου χρεωστώ την πίστιν μου και την εκδούλευσίν μου
κ' είναι μισθός μου αρκετός το χρέος μου αν κάμνω.
Συ έχεις δικαιώματα εις τα καθήκοντά μου,
αυτά είναι του θρόνου σου τα τέκνα και οι δούλοι
κι' ούτε σου έκαμαν ποτέ, με ό,τι και αν κάμουν
παρ' όσον 'ς την αγάπην σου κ' εις την τιμήν οφείλουν.

ΔΩΓΚΑΝ
Καλώς μου ήλθες! Έργον μου και πόθος μου θα είναι
καθώς σ' επρωτοφύτευσα και να σε μεγαλώσω! —
Ω Βάγκε, ολιγώτερον δεν χρεωστώ κ' εσένα.
και ούτε ολιγώτερον ποθώ να σου το δείξω.
Εις την καρδιάν μου έλα 'δώ κ' εσένα να σε σφίξω.

ΒΑΓΚΟΣ
'Εάν φυτρώσω μέσα της, 'δικός σου ο καρπός της!

ΔΩΓΚΑΝ
Απ' την πολλήν της την χαράν 'ξεχείλισ' η καρδιά μου
και ξεθυμαίνει με αυτούς τους σταλαγμούς της λύπης.
Ακούσατέ με, τέκνα μου και συγγενείς και Θάναι
και όλοι σεις πλησίον μου. Εις τον πρωτότοκόν μου,
τον Μάλκολμ, την διαδοχήν του θρόνου μου ορίζω·
εις το εξής θα λέγεται της Κουμβερλάνδης πρίγκηψ!
Αλλ' ασυντρόφευτον αυτόν δεν τον τιμώ και μόνον·
άστρα πολλά θα μοιρασθούν, σημεία ευγενείας,
'ς τα στήθη να λαμποκοπούν εκείνων που τ' αξίζουν.
Πηγαίνω εις το Ίνβερνες όπου θα με ξενίσης.

ΜΑΚΒΕΘ
Να κοπιάζω διά σε ανάπαυσίς μου είναι.
Τον ερχομόν σου μόνος πηγαίνω να αναγγείλω,
και πρώτος την γυναίκα μου να την χαροποιήσω
μ' αυτήν την καλήν είδησιν! Σε προσκυνώ, αυθέντα.

ΔΩΓΚΑΝ
Αγαπητέ μου Καουδώρ!

ΜΑΚΒΕΘ (καθ' εαυτόν)
Της Κουμβερλάνδης πρίγκηψ!
Αυτό είναι ανύψωμα, όπου ή θα σκοντάψω
να κρημνισθώ, ή χρεωστώ να το υπερπηδήσω!
Με σταματά 'ς τον δρόμον μου. — Κρύψετε την φωτιά σας,
ω άστρα, φως να μην ιδή τον σκοτεινόν μου πόθον,
να μην ιδή το 'μάτι μου το χέρι! — Πλην να γείνη
ό,τι το 'μάτι να ιδή θα τρέμη, όταν γείνη!

(Εξέρχεται).

ΔΩΓΚΑΝ
Αλήθεια, Βάγκε αγαθέ, γενναίος είν' ο Μάκβεθ!
Κατήντησα να τρέφομαι με τα εγκώμια του
συμπόσιόν μου είν' αυτά! Πηγαίνωμεν! Εκείνος
επήγ' εμπρός με τον σκοπόν να μας προϋπαντήση.
Τι συγγενής! Το ταίρι του ο κόσμος δεν το έχει!

(Σάλπιγγες. Εξέρχονται).


Hamlet- Act Iv, Scene V by Benjamin West

Αμλετ
Μετάφραση - Ιάκωβος Πολυλάς

Πράξις Πέμπτη -ΣΚΗΝΗ Β'. 

Αίθουσα εις το ΚΑΣΤΕΛΙ
Εισέρχονται ΑΜΛΕΤΟΣ και ΟΡΑΤΙΟΣ

ΑΜΛΕΤΟΣ
Ως προς τούτο αρκετά· τώρ' ας ιδούμε τ' άλλο·
την περίστασιν όλην, Κύριε, την θυμάσαι;

ΟΡΑΤΙΟΣ
Αν την θυμούμαι, Κύριέ μου!

ΑΜΛΕΤΟΣ
'Σ την καρδιά μου
πόλεμον είχα, οπού μου σήκονε τον ύπνον·
ανήσυχος κειτόμουν, ως αντάρταις ναύταις
'ς τα σίδερα δεμένοι· απόκοτα — και ας έχη
έπαινον κείν' η αποκοτιά· να μάθωμ' ότι
με την αστοχασιά μας να σωθούν συμβαίνει
τα βαθυά σχέδιά μας, όταν αποτύχουν,
και ας διδαχθούμεν ότι 'ς τους σκοπούς μας, όπως
και αν εμείς χοντρά τους πελεκούμε, δίδει
κάποια θεότης την μορφήν —

ΟΡΑΤΙΟΣ
Μεγάλη αλήθεια.

ΑΜΛΕΤΟΣ
απ' την καμπίναν μου ξεκίνησα, κλεισμένος
'ς την κάπαν μου, και μες το σκότος να τους εύρω
πασπάτευσα κ' επίτυχα ό,τι επιθυμούσα·
τον φάκελλόν τους εξεσκάλισα και οπίσω
γυρίζω 'ς τα δωμάτιόν μου και αυθαδιάζω —
ενίκησεν ο φόβος τα καλά μου ήθη —
να ξεβουλλώσω την μεγάλην εντολήν τους·
αυτού, φίλε μου, ευρήκα — ιδέ, κακοτροπία
βασιλική! — μιαν προσταγήν καθαρωτάτην,
με πολλούς λόγους αρτυμένην, 'πού αποβλέπαν
των Δανών και των Άγγλων το κοινό συμφέρον,
ως να εγεννούσε σκιάκτρα, τρόμους, η ζωή μου,
μόλις το γράμμ' αναγνωσθή, χωρίς να χάσουν
καιρόν, ουδ' όσον να τροχίσουν λαιμητόμον,
η κεφαλή μου να κοπή.

ΟΡΑΤΙΟΣ
Να το πιστεύσω;

ΑΜΛΕΤΟΣ
Πιάσε την εντολήν και με την ησυχίαν
ανάγνωσέ την. Πώς ενέργησα θ' ακούσης;

ΟΡΑΤΙΟΣ
Να μου το ειπής παρακαλώ.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Παγιδευμένος
από κακούργους καθώς ήμουν — προτού (16) κάμω
τον πρόλογον μες τον εγκέφαλόν μου, τούτος
είχε αρχίση το δράμα — κάθομαι και νέαν
σχεδιάζω εντολήν και την καθαρογράφω·
θεωρούσα κ' εγώ με τους πολιτικούς μας,
άλλοτε, ως έργο ποταπό να γράφ' ωραία,
κ' εμόχθησα πολύ την τέχνην να ξεμάθω,
αλλά 'ς την χρείαν μου καλήν υπηρεσίαν
μώκαμε τώρα· επιθυμείς τώρα να μάθης
ό,τ' είχ' αυτού γραμμένο;

ΟΡΑΤΙΟΣ
Κύριέ μου, λέγε.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Εξορκισμούς δεινούς από τον βασιλέα,
αν θέλ' η Αγγλία, καθώς είναι υποτελής του,
την πίστιν να του δείξη, την υποταγήν της,
αν θέλ' η αγάπη τους ν' ανθίζη ως το φοινίκι,
αν θέλη της ειρήνης το σταχυοφόρο
στεφάνι αμάραντο να μένη και ωσάν κόμμα (17)
ταις δύο τους καρδιαίς γλυκοδεμέναις να 'χη,
και μ' άλλ' «αν θέλη», βαρετόν επανωγόμι,
ευθύς 'πού ιδή το γράμμα και ό,τι περιέχει
γνωρίση, δίχως να σκεφθή, δίχως να κρίνη
ολίγον ή πολύ, 'ς τον θάνατον να στείλη
τους κομιστάς, χωρίς καιρόν να τους αφήση
να εξομολογηθούν.

ΟΡΑΤΙΟΣ
Ποιαν έβαλες σφραγίδα;

ΑΜΛΕΤΟΣ
Και εις τούτο, βλέπεις, πρόβλεψε ο Θεός· συνέβη
να 'χω μαζί μου την σφραγίδα του πατρός μου,
ομοίωμα της βούλλας της Δανιμαρκίας.
Το γράμμα εδίπλωσα 'ς τα σχήμα 'πού 'χε πρώτα,
το επανωγράφω, το βουλλόνω και το βάζω
'ς την θέσιν του ασφαλώς, και τ' αλλαγμένο βρέφος
δεν εγνωρίσθη· την ακόλουθην ημέραν
έγινε η ναυμαχία· τα κατόπιν ξεύρεις.

ΟΡΑΤΙΟΣ
Λοιπόν ο Ροζενκράς και ο Γυιλδενστέρνης πήγαν.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Ε! φίλε μου, δεν βλέπεις; κείνοι αφ' εαυτού των
τούτην την εντολήν εζήλευσαν να λάβουν·
βάρος δι' αυτούς δεν έχω 'ς την συνείδησίν μου·
από τον δουλικόν τους ζήλον εχαθήκαν.
Παθαίνουν οι αγενείς, όταν τον εαυτόν τους
'ς την μέσην βάζουν από ξίφη μανιωμένα
δυνατών αντιπάλων.

ΟΡΑΤΙΟΣ
Θε! τι βασιλέας
είναι τούτος!

ΑΜΛΕΤΟΣ
Δεν έχω, ειπέ μου, τώρα χρέος —
του βασιλέως μου τον άτιμον φονέα,
τον μοιχόν της μητρός μου, αυτόν 'πού εχώθη σφήνα
της εκλογής και των ελπίδων μου 'ς την μέσην,
αυτόν, οπού τ' ορμίδι του έχει ρίξη ακόμη
με τόσον δόλον να ψαρεύση την ζωήν μου, —
μήπως δεν το απαιτεί συνείδησις δικαία
εγώ μ' αυτό το χέρι να τον τιμωρήσω;
και δεν κολάζομαι αν αφήσω τον καρκίνον
τούτον της φύσεώς μας να γεννήση και άλλην
καταστροφήν;

ΟΡΑΤΙΟΣ
Δεν θέλει αργήση απ' την Αγγλίαν,
ό,τι συνέβη εκεί, να μάθη.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Δεν θ' αργήση
το πράγμα· ο μεταξύ καιρός είναι δικός μου·
και όσον έ ν α να ειπής τόσ' η ζωή του ανθρώπου.
Αλλά κατάκαρδα λυπούμαι, Οράτιε φίλε,
'πού τόσο μέσ' από τα όριά μου εβγήκα
με τον Λαέρτην· επειδή, μέσ' από την όψιν
του αγώνος μου, βλέπω του ιδικού του εικόνα.
Θέλει ζητήσω να τον έχω φίλον· μόνον
η έπαρσις της θλίψεώς του μ' έχει φέρη
'ς την κορυφήν του πάθους.

ΟΡΑΤΙΟΣ
Σιωπή! Ποιος είναι;

Εισέρχεται ΟΣΡΙΚΟΣ

ΟΣΡΙΚΟΣ
Υψηλότατε, καλώς επανήλθες εις την Δανίαν.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Ταπεινώς ευχαριστώ σε, Κύριε. — [Προς τον ΟΡΑΤΙΟΝ
ιδιαιτέρως] Γνωρίζεις τούτην την νεροψυχαρούδα;

ΟΡΑΤΙΟΣ
[Προς τον ΑΜΛΕΤΟΝ ιδιαιτέρως] Όχι, καλέ μου Κύριε.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Είσαι πλησιέστερος εις την Θείαν Χάριν· διότι όποιος
τον γνωρίζει κολάζεται· έχει πολλά χωράφια και καρπο-
φόρα· αρκεί ένα ζώο να εξουσιάζη ζώα, και το παχνί του
έχει θέσιν εις τα βασιλικό τραπέζι. Είναι μία καρακάξα·
αλλά, καθώς είπα, μέγας ιδιοκτήτης κοπριάς.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Χαριτωμένε μου Κύριε, αν η Υψηλότης σου ευκαι-
ρούσε, ήθελε της ανακοινώσω κάτι από μέρος της Μεγα-
λειότητός του.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Έτοιμος είμαι να το δεχθώ με όλην την προθυμίαν του
πνεύματός μου. — Κάμε την ορθήν χρήσιν του καλύμμα-
τός σου· χρησιμεύει διά την κεφαλήν.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Ευχαριστώ σε, Υψηλότατε, κάμνει πολλήν ζέστην.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Όχι, πίστευσέ με, κάμνει πολύ ψύχος· πνέει βορράς.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Κάμνει (18) αρκετό ψύχος τωόντι, Κύριέ μου.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Και όμως ο καιρός, αισθάνομαι, είναι πολύ πληκτικός
και ζεστός, ή το 'χει η κράσις μου —

ΟΣΡΙΚΟΣ
Υπερβολικά, Κύριέ μου· πολύ πληκτικός, — οπωςδή-
ποτε, — δεν ηξεύρω πώς! Αλλά, Κύριέ μου, η Μεγαλειό-
της του μ' επρόσταξε να σου αναγγείλω ότι εβαλεν ένα
στοίχημα διά λογαριασμόν σου. Κύριε, ιδού το πράγμα —

ΑΜΛΕΤΟΣ
[Του κάμνει νεύμα να σκεπασθή] Παρακαλώ, παρακαλώ, ενθυ-
μήσου —

ΟΣΡΙΚΟΣ
Όχι, 'ς την τιμήν μου· το κάμνω διότι μ' ευχαριστεί,
'ς την τιμήν μου. Κύριε, νεόφερτος από την Γαλλίαν ήλ-
θεν ο Λαέρτης· ένας (19) τέλειος ευγενής, πίστευσέ με· γε-
μάτος αξιόλογα διακριτικά, γλυκοκοινώνητος και παρρη-
σιαστικός· τωόντι, αν δι' αυτόν θα ομιλήσωμεν αισθαντι-
κώς, είναι ο χάρτης ή το ημερολόγι της ευγενείας, διότι
εις αυτόν θα εύρης το περιεχόμενο των προτερημάτων, όσα
δύναται να επιθυμήση κάθε ευγενής.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Εις την περιγραφήν σου, Κύριε, ο νέος σώζεται όλος·
αν και καλώς γνωρίζω ότι, αν θελήσωμε να τον καταμε-
ρίσωμεν απογραφικώς, θα ζαλίσωμε την αριθμητικήν του
μνημονικού, και ότι τούτο θα μείνη οπίσω, τόσο ογλήγορα
αρμενίζει εκείνος. Αλλά, διά να τον υμνολογήσωμεν αλη-
θώς, λέγω ότι είναι ψυχή με άπειρην προίκα, και ο χυλός
του είναι τόσο ακριβός και δυσκολοεύρετος, ώστε, αν θα τον
χαρακτηρίσωμεν όπως πρέπει, δεν έχει ομοίωμα άλλο ειμή
τον καθρέφτην του, και οποίος θα τον ακολουθήση θα μείνη
σκιά του, τίποτε άλλο.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Η Εξοχότης σου εξαίσια τον χαρακτηρίζει.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Αλλά εις τα προκείμενο, Κύριε· προς τι να περιζώνω-
μεν αυτόν τον ευγενή με την εξαγριωμένην πνοήν μας;

ΟΣΡΙΚΟΣ
Κύριε;

ΟΡΑΤΙΟΣ
Δεν γίνεται τέλος πάντων να εννοηθήτε εις άλλην γλώσ-
σαν; Θα το κάμης, Κύριε· είναι ώρα.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Προς τι ανέφερες αυτόν τον Κύριον;

ΟΣΡΙΚΟΣ
Τον Λαέρτην;

ΟΡΑΤΙΟΣ
[Ιδιαιτέρως προς τον ΑΜΛΕΤΟΝ] Το πουγγί του άδειασε· τα
χρυσά του λόγια ετελείωσαν.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Μάλιστα, Κύριε, αυτόν.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Γνωρίζω ότι έχετε γνώσιν —

ΑΜΛΕΤΟΣ
Άμποτε (20) να το εγνώριζες, Κύριε· μ' όλον ότι αν συ
το ανεγνώριζες, τούτο δεν θα μ' εσύσταινε παρά πολύ. Λοι-
πόν, Κύριε;

ΟΣΡΙΚΟΣ
ότι έχετε γνώσιν της μεγάλης αξίας του Λαέρτη —

ΑΜΛΕΤΟΣ
Δεν τολμώ να ομολογήσω τούτο, εκτός αν ήθελα να συγ-
κριθώ με αυτόν εις την αξίαν· διότι το να γνωρίζη τις τους
άλλους σημαίνει να γνωρίζη τον εαυτόν του.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Εννοώ, Κύριε, εις το όπλο του· όλος ο κόσμος ομο-
λογεί ότι εις αυτό είναι ασύγκριτος.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Ποίο είναι το όπλο του;

ΟΣΡΙΚΟΣ
Το ξίφος και η μάχαιρα.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Έως τώρα έχομε δύο όπλα του· αλλά ας ήναι.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Ο Βασιλέας, Κύριε, εστοιχημάτισε μαζί του έξι άλογα
της Βαρβαρίας, και απέναντι αυτών εκείνος έβαλε κάτω,
νομίζω, έξι γαλλικά ξίφη και εγχειρίδια με τα ευτρεπί-
σματά τους, δηλαδή ζωνάρια, κρεμαστάρια και λοιπά·
τρία από αυτά τα εφοδιάσματα, μα την αλήθειαν, είναι
πολύ χαριτωμένα, πολύ ταιριασμένα με τα χερούλια,
εξαίσια εφοδιάσματα, γενναίο εφεύρημα της τέχνης.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Τι εννοείς με εφοδιάσματα;

ΟΡΑΤΙΟΣ
[Ιδιαιτέρως προς τον ΑΜΛΕΤΟΝ] Το ήξευρα ότι ήθελες να
νοστιμευθής και το περιθώρι, πριν τελειώση.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Τα εφοδιάσματα, Κύριε, είναι τα κρεμαστάρια.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Η λέξις θα εταίριαζε καλήτερα με το πράγμα, αν
έπρεπε να εφοδιάσωμε κανόνια· πριν γίνη τούτο, θα επρο-
τιμούσα να τα λέγωμεν απλώς κρεμαστάρια. Αλλά, εμ-
πρός· έξι βαρβαρικά άλογα από το ένα μέρος, και από το
άλλο έξι γαλλικά ξίφη με τα ευτρεπίσματά τους και τρία
γενναιοτάτης εφευρέσεως εφοδιάσματα, τούτο είναι το γαλ-
λικό στοίχημα απέναντι του δανικού. Διατί λοιπόν τα έβα-
λαν, Κύριε;

ΟΣΡΙΚΟΣ
Ο Βασιλέας, Κύριε, εστοιχημάτισε, Κύριε, ότι εις
δώδεκα ξιφομαχήματα μεταξύ σας ο Λαέρτης δεν θα σε
υπερβή τρία κτυπήματα· εστοιχημάτισε (21) εννέα προς δώ-
δεκα· και δύναται να γίνη αμέσως ο αγώνας, αν η Υψη-
λότης σου ευδοκήση να τον απαντήση.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Και αν απαντήσω όχι;

ΟΣΡΙΚΟΣ
Εννοώ, Κύριέ μου, να ειπώ την έκθεσιν του προσώπου
σου εις τον αγώνα.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Κύριε, εγώ θα περιπατώ εδώ εις την αίθουσαν· με την
άδειαν της Μεγαλειότητός του, τούτη είναι η ώρα οπού
έρχομαι να αναπνέω καθαρόν αέρα· ας φέρουν τα ξίφη, και
αν αυτός ο κύριος θέλη, και ο Βασιλέας μένη εις την γνώ-
μην του, εγώ θα κερδίσω δι' αυτόν το στοίχημα, αν δυ-
νηθώ· ειδεμή δεν θα κερδίσω παρά την εντροπήν μου και
τα περισσότερα κτυπήματα.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Τούτο θα αναφέρω ακριβώς, Κύριέ μου.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Αυτό είναι το νόημα, Κύριε· καλλώπισέ το έπειτα συ
όπως θέλεις.

ΟΣΡΙΚΟΣ
Συσταίνομαι πιστός υπηρέτης της Υψηλότητός σου.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Εγώ 'ς εσάς, εγώ. [Εξέρχεται ΟΣΡΙΚΟΣ] Κάμνει καλά
να συσταίνεται μόνος του· ποιος άλλος θα τον συστήση;

ΟΡΑΤΙΟΣ
Τούτο το σχοινοπούλι φεύγει και φορεί ακόμη το αυγό-
φλουδο 'ς το κεφάλι.

ΑΜΛΕΤΟΣ
Τούτος επροσκύνησε την ρώγαν της μητρός του πριν
την πιάση να την βυζάξη. Κατ' αυτόν τον τρόπον τούτος
και τόσοι άλλοι από την ίδιαν φωλιά και οπού τους καμα-
ρόνει ο αιώνας ο αχρείος, επήραν τον ρυθμόν του καιρού,
το γυάλισμα της συμπεριφοράς, ωσάν έναν συμμαζωμένον
αφρόν, οπού τους βγάζει πέρα ανάμεσα και από ταις ανόη-
ταις και από ταις λιχνισμέναις γνώμαις των ανθρώπων·
αλλά, φύσα επάνω τους να τους δοκιμάσης, και σπαν η
φουσκαλίδαις.

 Απόσπασμα 
https://el.wikisource.org/

 Τα Έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ - πίνακας του σερ Τζον Γκίλμπερτ, 1849
ΣΟΝΕΤΑ

ΣΟΝΕΤΟ XVIII 

 
Να σε συγκρίνω με μια μέρα θερινή;
Εσύ υπερέχεις σε απαλότητα και χάρη·
λυγίζει αέρας τα τριαντάφυλλα του Μάη
και δεν κρατούν τα καλοκαίρια μας πολύ.

Άλλοτε καίει πολύ των ουρανών η φλόγα,
θαμπώνεται άλλοτε η ολόχρυσή τους όψη·
τ’ όμορφο κάποτε χάνει την ομορφιά του
απ’ την πορεία της φύσης είτε από την τύχη.

Μα το δικό σου αιώνιο θέρος δε θα σβήσει,
της ομορφιάς την κατοχή δε θα τη χάσεις,
κι ο Χάρος δεν θα καυχηθεί πως μπήκες στη σκιά του·
θα λάμπεις πάντα εσύ μέσα σ’ αιώνιους στίχους!

Όσο θα βλέπουν μάτια κι άνθρωποι αναπνέουν,
οι στίχοι αυτοί θα ζουν κι εσύ θα ζεις μαζί τους.
μτφρ. Στυλιανός Αλεξίου
http://digitalschool.minedu.gov.gr/
 
ΣΟΝΝΕΤΟ αρ. 1


Μακάρι οι νιοι κι ωραίοι πιότεροι να ʼναι,
της ομορφιάς ο ανθός μη μαραθεί –
σαν φύγουνε μια μέρα οι που γερνάνε
στο ταίρι η θύμηση να μη χαθεί.

Μα μες στη φωτεινή σου τη ματιά,
τρώγεσʼ εσύ απʼ τη φλόγα του φωτός σου
κι όπου ήταν πλούτη, η φτώχεια μένει πια –
κακός σου οχτρός, ο ολόγλυκος εαυτός σου.

Εσύ, με την πιο ολόδροσην ειδή
του κόσμου, που άγγελος του θέρους είσαι,
θάβεσʼ εντός σου, αθώο μικρό παιδί
κι όσα κρατείς για σε, τόσα στερείσαι.

Δείξʼ οίχτο ή φάτον πια τον κόσμο αυτόνε:
ο τάφος να τον φάει κι εσύ, γραφτό ʼναι.

Μετάφραση: Παναγιώτης Πάκος


ΣΟΝΝΕΤΟ αρ. 23

Όπως ένας αδέξιος θεατρίνος
πʼ όλο ξεχνάει τα λόγια του, αγχωμένος,
και σαν το άγριο, λυσσασμένο χτήνος,
που την καρδιά του τρώει περίσσιο μένος,

έτσι κι εγώ, που νʼ ανοιχτώ φοβάμαι,
ξεχνώ τα λόγια της αγάπης τʼ άγια•
λειωμένος απʼ το εντός μου πάθος, να με,
και με λυγούν βαριά του έρωτα μάγια.

Άσʼ, της καρδιάς μου που φωνάζει, να ʼναι
οι στίχοι μου, λοιπόν, βουβοί αγγέλοι,
κι απόκριση κι αγάπη να ζητάνε
πιότερο απʼ όσα η γλώσσα να πει θέλει.

Μάθʼ όσα ο πόθος μου έχει να σου πει•
τα μάτια σου θʼ ακούνε στη σιωπή.
Μετάφραση: Παναγιώτης Πάκος

 
ΣΟΝΝΕΤΟ αρ. 138

Ορκίζετʼ η καλή μου ότι είνʼ αλήθεια
όλα όσα λέει και την πιστεύω – διότι
μʼ αρέσει που της νιότης την ευήθεια
μέσα μου βλέπει, κι όλη την αγνότη.

Ματαιόδοξα, θαρρώ πως με περνάει
για νιο κι ας ξέρει ότι έχω πια γεράσει,
μα λέω ʼτι η γλώσσα της δε με γελάει –
για μας τους δυο η αλήθεια ʼχει σωπάσει.

Πρέπο να λέει αλήθεια τι να το ʼχει,
κι εγώ να πω είμαι γέρος τι με βιάζει:
Πίστη στα λόγια ο έρως θέλει κι όχι
τα χρόνια μου η καλή μου να φωνάζει.

Ψέμματα εγώ, λοιπόν, κι αυτή ίσα κι όμοια,
κι ο ένας τʼ άλλου πλέκουμε τα εγκώμια.

Μετάφραση: Παναγιώτης Πάκος


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου