Κυριακή 21 Απριλίου 2019

Κριτική του Θοδωρή Μπελίτσου για το βιβλίο "Τι άρωμα φοράς, γιαγιά;" της Βαρβάρας Βαγιάκου-Βλαχοπούλου


Βαρβάρα Βαγιάκου-Βλαχοπούλου
«Τι άρωμα φοράς, γιαγιά;»
μυθιστόρημα, σελ. 220.
εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη

 
Κυριακή των Βαγιών σήμερα και καθώς η σύγχρονη εποχή δεν λογαριάζει γιορτές και σχόλες, την μετέτρεψε σε εργάσιμη. Έτσι απόμεινα μόνος ως συνταξιούχος, μιας και η υπόλοιπη οικογένεια εργάζεται. Πέρασα, λοιπόν, το πρωινό μου συντροφιά με το καινούργιο βιβλίο της Βαρβάρας Βαγιάκου-Βλαχοπούλου «Τι άρωμα φοράς, γιαγιά;», κάτι που αποδείχτηκε μια πολύ εύστοχη επιλογή. Και τούτο διότι το «άρωμα» της Βαρβάρας ευωδιάζει σαν φρεσκοκομμένο μπουκέτο. Το βιβλίο ρουφιέται κυριολεκτικά σαν ζεστή μυρωδάτη σοκολάτα. Η Βαρβάρα έχει το χάρισμα να σε μεταφέρει στον κόσμο της, χωρίς να νιώθεις πως είσαι ξένος ή μουσαφίρης αλλά σα να ζούσες από πάντα εκεί. Σε μπάζει στο σπίτι της και μετά από λίγο νομίζεις πως είσαι κομμάτι του.

Το βιβλίο είναι ένας «διάλογος» ανάμεσα σε γιαγιά και εγγονή, ανάμεσα στη Βαρβάρα και στη Βαρβαρούλα. Ένα τέτοιο θέμα πολύ εύκολα μπορεί να εξελιχθεί είτε σε μια στεγνή καταγραφή οικογενειακών στιγμών είτε σε ένα νοσταλγικό και γλυκανάλατο ανάγνωσμα. Μα η Βαρβάρα έχει την ικανότητα να συνδυάζει τις οικογενειακές ιστορίες με μια γλαφυρή ανάλυση των συναισθημάτων που κατακλύζουν την ίδια. Γνωρίζουμε, όσοι διανύουμε την έβδομη δεκαετία, πως το μυαλό και η καρδιά δεν γερνούν ποτέ, πως στο εσωτερικό σύμπαν του καθενός συνυπάρχουν φύρδην μίγδην οι αναμνήσεις και τα συναισθήματα όλων των περιόδων της ζωής μας. Παππούδες, γονείς, παιδικοί φίλοι, νεανικοί έρωτες, συζυγική ζωή, παιδιά, εγγόνια, βιώματα διάφορα και ξένα μεταξύ τους, έρχονται και επανέρχονται στο νου ανάκατα, χωρίς χρονική σειρά. Εύκολα ανασύρεις ιστορίες και τις αφηγείσαι σε μια παρέα, αλλά η μεταφορά τους στο χαρτί δεν είναι εύκολη υπόθεση. Τότε το πράγμα δυσκολεύει πολύ.

Εδώ βρίσκεται το μεγάλο μυστικό, και ταλέντο συνάμα, που κάνει γοητευτικά τα κείμενα της Βαρβάρας Βαγιάκου. Με εξαιρετική μαεστρία καταφέρνει να χοροπηδά ανεπαίσθητα στο χρόνο και άλλοτε γίνεται μάνα, άλλοτε εγγονή, άλλοτε κόρη κι άλλοτε γιαγιά. Αυτό το γνώριζα ήδη τόσο από τα κείμενα που δημοσιεύει κατά καιρούς σε έντυπα και ιστοσελίδες, όσο κι από τα υπόλοιπα βιβλία της: «Με βοριάδες και νοτιάδες», «Σαν φυλαχτό από την Σμύρνη», «Επάγγελμα οικιακά» και «Να μη ξεχνάς, είν’ αμαρτία να ξεχνάς» (τα τέσσερα πεζά, διότι έχει εκδώσει ακόμη την ποιητική συλλογή «Στης Μάντρας τα τραχώματα» και το θεατρικό «Το παραμύθι του γάμου»).

Στο νέο της βιβλίο η γιαγιά Βαρβάρα αφηγείται τη σχέση με την πρώτη εγγονή της. Και καθώς η σχέση αυτή εξελίσσεται όσο η μικρή μεγαλώνει, καταγράφει τις αγωνίες, τα συναισθήματα και τα άγχη της κατά πόσο ανταποκρίνεται στο ρόλο της γιαγιάς. Όπως είναι αναμενόμενο, η σχέση αποδεικνύεται ανταποδοτική, αφού σταδιακά συνειδητοποιεί πως δεν δίνει μόνο στην εγγονή της αλλά εισπράττει κιόλας. Διότι το μυστικό δεν είναι η λογική προσέγγιση αλλά η αγάπη που αναπτύσσεται μεταξύ τους.

Όσοι γνωρίζουν την Βαρβάρα Βαγιάκου ξέρουν πως είναι πραγματίστρια και δυναμική. Όμως, όσοι διαβάσουν το βιβλίο θα διαπιστώσουν πως δεν είναι γραμμένο με το μυαλό αλλά με την καρδιά. Αυτό είναι το μεγάλο προσόν του. Η τελική πρόταση που εισπράττει ο αναγνώστης από την συγγραφέα είναι ότι με τη λογική και τη μυαλωμένη σκέψη μπορείς να επιτύχεις πολλά αλλά με την ανοιχτή καρδιά μπορείς να πετύχεις τα πάντα.

Αγαπήστε το βιβλίο αυτό και δεν θα βγείτε χαμένοι.
Θοδωρής Μπελίτσος
Ν. Σμύρνη, 21/4/2019

Αυτοβιογραφικό σημείωμα της συγγραφέα 
 
Είμαι η Βαρβάρα Βλαχοπούλου. Γεννήθηκα στη Μύρινα της Λήμνου στις 4 Δεκεμβρίου του 1940. Καθώς αποφοίτησα από το τότε εξατάξιο γυμνάσιο, παντρεύτηκα τον Γρηγόρη Βλαχόπουλο, κτηνίατρο στο επάγγελμα και στα πλαίσια ενός προγράμματος ανταλλαγής επιστημόνων βρεθήκαμε με συμβόλαιο στην Τυνησία. Εκεί ζήσαμε πέντε χρόνια. Ένα καλλίτερο συμβόλαιο μας οδήγησε στο Μιλάνο της Βορείου Ιταλίας. Έχουμε δύο γιούς και πέντε εγγόνια. Είμαι ενεργό μέλος του Λυκείου Ελληνίδων Αθηνών επί είκοσι πέντε χρόνια και επανιδρύτρια του Λυκείου Ελληνίδων Λήμνου. Άρχισα να γράφω κατόπιν παρακίνησης των παιδιών μου, όταν γυρίσαμε στην Αθήνα για μόνιμη πλέον εγκατάσταση. Τα παιδιά ήθελαν «τα παραμύθια» γραπτά. Η στέρηση της ιδιαίτερής μου πατρίδας, της Λήμνου, ήταν πηγή των «παραμυθιών» αυτών και το λάκτισμα για την προσπάθεια ν’ αποτυπώσω στο χαρτί ότι θυμόμουν. Προσπαθώντας να ραμφίσω όσο πιο βαθειά μπορούσα τις θύμισες της παιδικής και εφηβικής μου ζωής, ανέκυψε μέσα μου η επιθυμία να αποδώσω την αποθησαύριση της ψυχής μου στους απογόνους. Ασχολούμαι ως επί των πλείστον με την παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου μου, τα οποία περνώ μέσα από τη ζωή των ηρώων των βιβλίων μου. Έτσι αισθάνομαι πως κάνω το καθήκον μου καταγράφοντας ό,τι δεν πρέπει να ξεχαστεί.

Πηγή βιογραφικού: http://varvara-vagiakou-vlachopoulou.gr/ 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 


 
 
 

 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου