Έξαλλο νιάτο έμοιαζε τις μέρες με τα κουρεία,
να ’ναι κλειστά και τα μαλλιά ανεμιστά,
ακούρευτος έξι βδομάδες τώρα.
Στο μυαλό του έρχονταν,
της μακαρίτισσας μάνας του, τα λόγια.
Όταν φοιτητής για τη μακριά του χαίτη, του ’λεγε:
-"Σαν παπάς είσαι! Να πας να κουρευτείς".
-"Άσε βρε μάνα να χαρείς, όταν πάω στρατό, τότε"!
Σήμερα μια ανάμνηση παλιά το μακρύ του μαλλί.!
Όταν η νεανική μαλλούρα του ανέμιζε πάνω στη μηχανή.
Τώρα με αραιά μαλλιά και γκρίζους τους κροτάφους,
που πήγε άραγε το πλούσιο μαλλί του;
Πήρε τηλέφωνο να κλείσει έγκαιρα,
ραντεβού στο κουρείο,
σαν ανακοινώθηκε πως στις 4 του Μάη,
στην καραντίνα θα πούμε μπάι μπάι!
-"Πρώτο πρώτο πρωί τη Δευτέρα, στις 7 σε έβαλα".
Του είπε ο γείτονας κουρέας.
-"Εντάξει".
-"Να βάλεις μάσκα και γάντια! "
Σίγουρος για το ραντεβού του, στο κουρείο.
Έστειλε την Κυριακή το τελευταίο sms με τον αριθμό 6.
Για την τελευταία ελεγχόμενη τσάρκα.
Δευτέρα βγήκε για καλωσόρισμα της ελεύθερης μέρας
που την ονόμασαν νέα κανονικότητα.
που την ονόμασαν νέα κανονικότητα.
Με πρόσωπο χαρούμενο κίνησε για το ραντεβού του.
Από μακριά βλέπει κοσμοσυρροή έξω απ’ το κουρείο.
Πεντέξι παππούδες περίμεναν αξημέρωτα, να ανοίξει.
Κάνει να μπει, βλέπει στην καρέκλα έναν θρονιασμένο,
με τη μάσκα και την ποδιά, στολισμένο!
Τι έγινε το ραντεβού ρωτάει τον κουρέα
την απάντηση έδωσε μια κυρία.
Σας αλλάξαμε το ραντεβού, πλάκωσε πελατεία,
ξάφνου κατάληψη γίνηκε από τα γηρατεία!
Θέλησε να παραπονεθεί τότε στον κουρέα,
Έφυγε μονολογώντας:
- "Καλύτερα φαίνεται, μου πάει η ουραία!"
Γιάννης Κοκκάλας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου