Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

Ο ΗΛΙΟΣ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

…Έβλεπα τον ήλιο που ανέβαινε
και δε μου ’λειπε η ελπίδα.
Μα όλο και μ’ έδιωχναν
απ’ το φως της ημέρας
οι άνθρωποι…
Ν.Βρεττάκος
Ελληνικό καλοκαίρι, Γιώργος Σταθόπουλος

Νικηφόρος Βρεττάκος - Περιφρόνηση

Και τις αχτίδες σου, ήλιε, θα σ’ τις επιστρέψω.
Στου σύμπαντος τον οργασμό θα ζεσταθώ,
θα ‘χω εξοφλήσει πια στη γη κάθε μισθό –
και τις αχτίδες σου θα σου τις επιστρέψω.

Τίποτα λογαριάζω πως δεν σου χρωστώ.
Μέσα στον τάφο μου το σώμα θ’ αντιστρέψω
και τις αχτίδες σου θα σου τις επιστρέψω,
στη σκληρή πλάκα μου διαθλώντας σου το φως.

Από τη συλλογή Κατεβαίνοντας στη σιγή των αιώνων (1933) του Νικηφόρου Βρεττάκου 
Claude Monet – Impression, Sunrise (1872)

Νικηφόρος Βρεττάκος - Ο χορός του κορυδαλλού

Μου βάσταξες τις σκαλωσιές του ήλιου
– ώσπου αναλήφθηκα.

Είδα τον κόσμο από το ύψος του τελευταίου φωτός.
Είσαι συ, που με βοήθησες ν' ανακαλύψω λοιπόν
πως ο κ ό σ μ ο ς... γυρίζει έξω απ' τη νύχτα.
Πως ο ά ν θ ρ ω π ο ς είναι ένα σύστημα ήλιου.
Πως όλα τα κύτταρά μου είναι λίμνες...
που αναδίνουνε Φως.
Κι είσαι συ που με βοήθησες
ν' ανακαλύψω πως τ' αστέρια είναι πεντάγραμμα,
πως τ' αυτιά δεν ακούν, πως δε νιώθουν τα δάχτυλα
τη μωβ απόχρωση της πέτρας όταν δύει ο ήλιος.
Και πως ο Ή λ ι ο ς αυτός...
είναι ο Μέγας ε ξ ο υ σ ι ο δ ο τ η μ έ ν ο ς
του στερεώματος,
να 'ναι ο πανταχού παρών – σ' όλα τα βάθη του.
Απόσπασμα 
......................................................................
H ανατολή-η άνοδος του ήλιου, Francois Boucher

Γιάννης Δάλλας [Ήλιος αργυραμοιβός]

(απόσπασμα από το ποίημα «ΤΑ ΠΑΡΘΕΝΙΑ»)

Ο ήλιος
είναι ένα νόμισμα
που καίγεται
δούναι λαβείν δεν ξέρει
ο ημερήσιος αργυραμοιβός.
(από το «Σύγχρονη ερωτική ποίηση», Καστανιώτης)


The White Sun  by Farah Faizal

Νίκος Εγγονόπουλος - Μπολιβάρ

(απόσπασμα)

[…]

αντιστροφή
(the love of liberty brought us here)

τ’ άροτρα στων φοινικιών τις ρίζες
κι ο ήλιος
που λαμπρός ανατέλλει
σε τρόπαι’ ανάμεσα

και πουλιά
και κοντάρια
θ’ αναγγείλη ώς εκεί που κυλάει το δάκρυ
και το παίρνει ο αέρας στης
θαλάσσης
τα βάθη
τον φριχτότατον όρκο
το φρικτότερο σκότος
το φριχτό παραμύθι:
Libertad

The sower, Vincent Van Gogh

Οδυσσέας Ελύτης - Ο ήλιος ο ηλιάτορας

(απόσπασμα)

ΑΦΗΓΗΤΗΣ

Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας
ο πετροπαιχνιδιάτορας
από την άκρη των ακρώ
κατηφοράει στο Ταίναρο
Φωτιά “ναι το πηγούνι του
χρυσάφι το πιρούνι του.

[…]

ΑΦΗΓΗΤΗΣ

Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας
ο πετροπαιχνιδιάτορας
λίγο το στόμα του άνοιξε
κι ευθύς εμύρισε άνοιξη
Τα δέντρα κελαηδήσανε
τα ζωντανά σουνίσανε
κι οι άνεμοι χρωματιστούς
γεμίσανε χαρταετούς.

Ο ΗΛΙΟΣ

Τι να σας πω γυναίκες τι να μη σας πω
παρηγοριά κι αλήθεια που να μην ντραπώ
Μόνο να σας ακούω πότε θλίβομαι
πιάνω τα σκοτεινά στα νέφη κρύβομαι
Πότε μα το Θεό περηφανεύομαι
βάζω τα κόκκινα μου και πορεύομαι
Στα χώματα όπου η ρίζα μ” αφουκράστηκε
γύρισε τ” άνθος κι από μένα πιάστηκε
Με το φαρμάκι δένει κόμπο στα κρυφά
το γιατρικό που σώζει κι όλ” η ομορφιά
Το φως όπου σηκώνω και τον έρωτα έννοια σας 
μήτ” εγώ δεν τα “χω απλέρωτα
Μέσα μου ρίχνει ο χρόνος ασταμάτητα
του κόσμου όλα τα βρόμικα και τ” άπλυτα 
Κι όσον καιρό κρεμιέμαι πάνω απ” τα νερά
κι όσον περνώ στα μακρινά τα Τάρταρα
Τυραγνίες ζηλοφθονίες φόνους παιδεμούς
τ” αλέθω για τους χρόνους τους μελλούμενους
Τ” αλέθω τα γυρίζω και τα πάω στη γη
που “δωσε το σκοτάδι φως για να το πιει
Κουράγιο περιστέρες και ανεμώνες μου
Οι ωραίες κι οι συντροφιαστές κι οι μόνες μου
Όπου μαυρίλα κλώθεται και γνέθεται
Ήλιοι μικροί γενείτε κι όλο αλέθετε
Σ” ευλογημένη μέρα βγάζει το κακό
σε δημοσιά πλατιά το στενοσόκακο
Κι είναι στη σκοτεινιά και στην ερήμωση
όπου ριζώνει κι ευωδιάζει η θύμηση
Ρίζα πικρή μου ρίζα και κρυφή πηγή
δώσε την περηφάνια πάρε την οργή
Σ” όλα τα σπίτια σ” όλα τα παράθυρα
δάφνες και κουμαριές και φοινικόκλαρα
Σ” ένα μακρύ τραπέζι κόκκινο κρασί
νέοι και γέροι κι άντρες ξεμανίκωτοι
Πάρτε μεράκι φλόγα λόγο μάλαμα
πάρτε μικρό λαγούτο πάρτε μπαγλαμά
Ν” αρχίσει το τραγούδι ν” ανεβεί ο καημός
να πάρει και να δώσει ο νους κι ο λογισμός
Τι με το «χα» και με το «νο» και με το «νται»
όλα του κόσμου τ” άδικα ξε-χά-νο-νται.

Κόκκινος ήλιος, Χουάν Μιρό

Ο. Ελύτης - Πίνοντας ήλιο κορινθιακό

Πίνοντας ήλιο κορινθιακό
Διαβάζοντας τα μάρμαρα
Δρασκελίζοντας* αμπέλια θάλασσες
Σημαδεύοντας με το καμάκι
Ένα τάμα* ψάρι που γλιστρά
Βρήκα τα φύλλα που ο ψαλμός του ήλιου αποστηθίζει*
Τη ζωντανή στεριά που ο πόθος χαίρεται
Ν' ανοίγει.

Πίνω νερό κόβω καρπό
Χώνω το χέρι μου στις φυλλωσιές του ανέμου
Οι λεμονιές αρδεύουνε* τη γύρη της καλοκαιριάς
Τα πράσινα πουλιά σκίζουν τα όνειρά μου
Φεύγω με μια ματιά
Ματιά πλατιά όπου ο κόσμος ξαναγίνεται
Όμορφος από την αρχή στα μέτρα της καρδιάς.
Τη ζωντανή στεριά που ο πόθος χαίρεται

* δρασκελίζοντας: πηδώντας, τρέχοντας από πάνω * τάμα: τάξιμο, εδώ μεταφορικά * αποστηθίζει: μαθαίνει απέξω * αρδεύουνε: ποτίζουν

Olive Trees and Yellow Sky - Vincent van Gogh

Ο. Ελύτης - Της Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ

Της Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ και μυρσίνη συ δοξαστική
μη παρακαλώ σας μη λησμονάτε τη χώρα μου!

Αετόμορφα έχει τα ψηλά βουνά στα ηφαίστεια κλήματα σειρά
και τα σπίτια πιο λευκά στου γλαυκού το γειτόνεμα!

Της Ασίας αν αγγίζει από τη μια της Ευρώπης λίγο αν ακουμπά
στον αιθέρα στέκει να και στη θάλασσα μόνη της!

Και δεν είναι μήτε ξένου λογισμός και δικού της μήτε αγάπη μια
μόνο πένθος αχ παντού και το φως ανελέητο!

Τα πικρά μου χέρια με τον Κεραυνό τα γυρίζω πίσω απ’ τον Καιρό
τους παλιούς φίλους καλώ με φοβέρες και μ’ αίματα!

Μα ’χουν όλα τα αίματα ξαντιμεθεί κι οι φοβέρες αχ λατομηθεί
και στον έναν ο άλλος μπαίνουν εναντίον οι άνεμοι!

Της Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ και μυρσίνη συ δοξαστική
μη παρακαλώ σας μη λησμονάτε τη χώρα μου!




Morning Sun, 1952 -Έντουαρντ Χόπερ

Κ. Π. Καβάφης - Ο ήλιος του απογεύματος

«Την κάμαρην αυτή, πόσο καλά την ξέρω.
Τώρα νοικιάζονται κι αυτή κ’ η πλαγινή
για εμπορικά γραφεία. Όλο το σπίτι έγινε
γραφεία μεσιτών, κ’ εμπόρων, κ’ Εταιρείες.

A η κάμαρη αυτή, τι γνώριμη που είναι.

Κοντά στην πόρτα εδώ ήταν ο καναπές,
κ’ εμπρός του ένα τουρκικό χαλί•
σιμά το ράφι με δυο βάζα κίτρινα.
Δεξιά• όχι, αντικρύ, ένα ντολάπι με καθρέπτη.
Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε•
κ’ η τρεις μεγάλες ψάθινες καρέγλες.
Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι
που αγαπηθήκαμε τόσες φορές.

Θα βρίσκονται ακόμη τα καϋμένα πουθενά.

Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι•
ο ήλιος του απογεύματος τώφθανε ώς τα μισά.

…Aπόγευμα η ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθεί
για μια εβδομάδα μόνο … Aλλοίμονον,
η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.»

Van Gogh sunflowers


Νίκος Καρούζος -  [Ο ήλιος]

(από το ποίημα «Κατέβηκε τη φύση κι ανέβηκε την πράξη»)

Ο ήλιος είναι διχασμός και πόλεμος, είναι κ’ εχθρός των άστρων
είναι σα γέροντας με τη φωτιά γενειάδα χωρίς άνεμο
και στον ουράνιο αγρό πηγάδι για τις φλόγες
έρωτας στην ανατολή κι αγάπη προς τη δύση
το αίμα που τον απειλεί χάνεται στο σκοτάδι.
Σπαραγμένη μέρα σαν τον Πενθέα σαν τα σφάγια
τι να τον κάνουμε τον ήλιο μέσ’ στο αίμα
και τα χαράματα γιατί μονάχος να τ’ αποστηθίσω;
Φτωχά και τρίφτωχα μάτια
γυρεύω τον Πατέρα πέρ’ απ’ το φωστήρα
και δεν έχει μάτια κανένας
ούτε τα δέντρα που ’ναι πιο σοφά κι απορεμένα
φωνάζω στις γάτες ο Πόνος φωνάζω στα σκυλιά
μήπως εκείνα βλέπουν τίποτα
κι όλα τα ζώα που σύντυχα βαθιά τα ρώτησα μήπως εκείνα
κι όταν ένα ελάτι βουνίσιο αγριεύει στο ψήλος θα τυφλώνεται
και πάλι ο ήλιος περιγελαστής αόμματος με το μπαστούνι μαύρο
ή τραπεζίτης του πυρός μιλώντας τη γλώσσα μας
ο φωτοδότης και κάτοχος του χρυσίου.
(Νίκος Καρούζος, Τα ποιήματα, τ. Α’, Ίκαρος)

Red Sun Over Paris, Marc Chagall


Νίκος Καρούζος - Εκέκραξα

Ήλιε πατρίδα μεγάλη
εσύ ο πλωτός Όνειρος και των πτηνών ευτυχία

των δεινών ο ασσύριος
και στην έρημη γη το μεθυσμένο χόρτο
δράστης της ωραιότητας ο ποιητής.

Τα πάθη μʼ έχουν εύρει στην καρδιά
μέρες και νύχτες είμαι ο σωματικός που λιώνει
σε λαμπερά ποτάμια σε μαύρες φωνές
αγγίζοντας την ηλιόλουστη Ελένη
και μʼ ενʼ αγγελικό σπαθί
τον άρτο της χαράς έχω μοιράσει.
Εδώ είναι σκοτάδι κι όνειρο βαθύ
πέρα της άλλης νύχτας τα μαλάματα. 

Rising sun on the plaza by Giorgio De Chirico ...


Κ. Καρυωτάκης - Κυριακή

«Ο ήλιος ψηλότερα θ’ ανέβει σήμερα που ‘ναι Κυριακή.
Φυσάει το αγέρι και σαλεύει μια θημωνιά στο λόφο εκεί…

Τώρα καμπάνες που χτυπάνε είναι ο θεός αληθινός.
Πέρα τα σύννεφα σκορπάνε και μεγαλώνει ο ουρανός.
Άσε τον κόσμο στη χαρά του κι έλα, ψυχή μου, να σου πω,
σαν τραγουδάκι χαρωπό, ένα τραγούδι του θανάτου.»
 

Πάουλ Κλέε Το Κάστρο και ο Ήλιος
΄
ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ - Κορίτσι μου σαρακηνό

«Κορίτσι μου σαρακηνό και σβέλτο,
ο ήλιος που δένει τους καρπούς,
που σφίγγει το στάρι μες στα στάχια,

που ακονίζει τον αθέρα του σίδερου,
έπλασε και το έκπαγλο κορμί σου και τα πάμφωτα μάτια σου,
έπλασε και το στόμα σου με το νερένιο χαμόγελο.
Σκοτεινός, νυχτερινός ο ήλιος νανουρίζεται στους βοστρύχους
της αράπικης χαίτης σου, όταν ανοίγεις εσύ την αγκάλη σου.
Παίζεις με τον ήλιο σα να είναι ρυάκι που κυλάει
κι εκείνος σου αφήνει στα μάτια σου δυο σκούρους νερόλακκους.
Κορίτσι μου σαρακηνό και σβέλτο,
τίποτα εδώ δεν με οδηγεί κοντά σου.
Σα πάντα σου με διώχνουνε μακριά, σαν σε καταμεσήμερο.
Είσαι η αλλοπαρμένη νιότη της μέλισσας.
η μέθη των κυμάτων, η ρώμη του καρπισμένου σταχιού.
Η έρημη καρδιά μου σ’ αναζητάει, χωρίς βαρκούλα και πανί.
το αγαπάω εγώ το έκπαγλο σώμα σου,
τη γλυκιά, την απαλή φωνή σου.
Σαρακηνή μου πεταλούδα εσύ, θωπευτική και άτρεπτη
σαν τα γεννήματα και σαν τον ήλιο, σαν παπαρούνα και σα νερό.»

Angel Moon by Nik Helbig

Τόλης Νικηφόρου - χειμωνιάτικος ήλιος, 2

πέρα εκεί στην άκρη τ’ ουρανού
φωτολάμπει ο Πύργος του Ήλιου
και το θάμπωμα του νου.
Αντρειωμένα βασιλόπουλα,
το καθένα δόξα ενός λαού,
βγήκαν σε κυνήγι απίστευτο,
και σταμάτησαν αυτού.
Ήρθεν ο Ήλιος, ήρθε ο δράκοντας,
ήρθε ο γίγαντας ο αλύπητος·
τρισαλιά του όποιου σιμώνει
πέρα εκεί στην άκρη τ’ ουρανού…
Και ήρθεν ο Ήλιος με τα μάγια του,
και τα βασιλόπουλα λιθώνει!
Ούτε γαλανό, ούτε πράσινο,
ίσκιος ούτε, ούτε πνοή·
μόνο ολόγυρα ένας θάνατος
από φως κι από αστραπή.
Και στον πύργο μέσα κι έξω,
σαν από τεχνίτη στυλωτοί,
στέκονται, αγαλμάτων κόσμος,
των ρηγάδων οι βλαστοί.
Από τα βαθιά σβησμένα μάτια
κάτι κάτι σα ματιά
πολεμάει για να προβάλει.
Σα να καρτερούν οι λιθωμένοι
κάποιο απάντεχον αρμένισμα
πέρα από του κόσμου τ’ ακρογιάλι.
και ήρθες αποπέρα, λυτρωτής,
κι έφεξε ώς κι ο πύργος του Ήλιου
από φως μιας νέας αυγής.
Ξέρεις το κροντήρι που ανασταίνει,
και να τό βρεις πας, και αργοπατείς·
πυργοφύλαχτο είναι το κροντήρι
με το νάμα της ζωής.
Και το δράκοντα δαμάζεις,
και το νάμα παίρνεις της ζωής,
και τα βασιλόπουλα ραντίζεις,
και τα βασιλόπουλα ξυπνάς·
και σαν ήλιος πιο γιγάντιος,
καθώς φεύγεις, ξεχωρίζεις!

 Frida Kahlo Sun and Life

Οκτάβιο Πας - Ηλιόπετρα.

{...}
        γραφή φωτιάς επάνω στον νεφρίτη,
  άνασσα των φιδιών, σχισμή στον βράχο,
  στήλη του ατμού, πηγή μέσ' απ' την πέτρα,
  αυλή του φεγγαριού, αετοράχη,
  σπέρμα γλυκάνισου, θανάτου αγκάθι
  
ελάχιστο που δίνει αθάνατα άλγη,
  ποιμένισσα κοιλάδων υποβρύχιων,
  επόπτρια μες στην κοιλάδα του Άδη,
  λιάνα πιασμένη απ' τους γκρεμούς του ιλίγγου,
  φυτό που αναρριχάται όλο φαρμάκι,
  λουλούδι ανάστασης, ζωής σταφύλι,
  κυρά της αστραπής και της φλογέρας,
  βραγιά των γιασεμιών, στο τραύμα αλάτι,
  μπο
υκέτο ρόδα στον τουφεκισμένο,
  σελήνη της αγχόνης, χιόνι Αυγούστου,
  γραφή θαλάσσης πάνω στον βασάλτη,
  πάνω στην έρημο η γραφή του ανέμου,
  μια διαθήκη του ήλιου, ρόδι, στάχυ,

  όψη καμένη, καταφαγωμένη,
  όψη εφηβική, κατατρεγμένη,
  χρόνια φαντάσματα, κύκλιες ημέρες
  που σ' ίδια αυλή οδηγούν, στον ίδιο τοίχο,
  καίει η στιγμή, κι είναι μια όψη μόνο
  οι όψεις οι διαδοχικές της φλόγας,
  ένα όνομα όλα τα ονόματα είναι,
  όλα τα πρόσωπα είναι ένα μόνο,
  μονάχα μια στιγμή όλοι οι αιώνες,
  και πάντα στους αιώνες των αιώνων
  θα φράζουν του αύριο την οδό δυο μάτια,


μετάφραση-επίμετρο Κώστας Κουτσουρέλης

Vladimir Kush - Sunrise by the Ocean


Ζακ Πρεβέρ - Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΚΑΙΡΟΣ & 
Διονύσης Σαββόπουλος - Ήλιε-Ήλιε αρχηγέ

Πολλοί λίγοι γνωρίζουν ότι ο Διονύσης Σαββόπουλος εμπνεύστηκε το τραγούδι του «Εγερτήριο», που είναι πιο γνωστό με τον τίτλο «Ήλιε-Ήλιε αρχηγέ», από το παρακάτω ποίημα του Ζακ Πρεβέρ που μιλάει για το «σύντροφο ήλιο που τον κλέβει τ’ αφεντικό»…. 

Ζακ Πρεβέρ - Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΚΑΙΡΟΣ

Μπρος στης φάμπρικας την πύλη
ο εργάτης άξαφνα σταματά
τον τράβηξε η καλοκαιριά απ’ το μανίκι
κι όπως γυρνάει
και κοιτάει τον ήλιο
ολοκόκκινο ολοστρόγγυλο
χαμογελώντας στο μολυβένιο του ουρανό
του κλείνει φιλικά
το μάτι
Λοιπόν σύντροφε Ήλιε
δε σου φαίνεται
ηλίθιο
τέτοια μέρα να τη δίνεις
στ΄ αφεντικό; 



 Διονύσης Σαββόπουλος - Ήλιε-Ήλιε αρχηγέ

Ήλιος κόκκινος ζεστός στάθηκε στην κάμαρά μου
Ξύπνησε όλη η πολιτεία κάτω από τα παράθυρά μου
Το παιδί πάει στο σχολειό του κι ο εργάτης στη δουλειά
Πρωινά δυο μάτια ανοίγει όμορφη μια κοπελιά

Ε, ε, ήλιε, ήλιε αρχηγέ (ήλιε κόκκινε αρχηγέ)
δως το σύνθημα εσύ κι η χαρά θ’ αναστηθεί
Το σκοτάδι θα πεθάνει και θ’ ανάψει η χαραυγή

Ο εργάτης βλαστημάει και τραβάει για το σταθμό
Να ο ήλιος ανεβαίνει σα σημαία στον ουρανό
Μπρος στης φάμπρικας την πύλη ο εργάτης σταματά
Όμορφη η μέρα γνέφει κι απ’ το ρούχο τον τραβά

Ε, ε, σύντροφέ μου αχ τι κακό
μέρα μ’ ήλιο σαν κι αυτό να την τρώει τ’ αφεντικό

Σήκω ήλιε πιο ψηλά να σε δούνε τα παιδιά
Δες, χορεύει η κοπελιά με στεφάνι στα μαλλιά
Τα παιδιά θα μεγαλώσουν, θ’ αγαπούν την κοπελιά
Κι όλα τότε θαν’ δικά μας, ήλιος, ουρανός, χαρά.

Claude Monet (French - Sunrise (Marine) - 


Γιάννης  Ρίτσος 

💚 "...αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο"
(Ρωμιοσύνη)

💚 "Κει πάνου αχνοσβήνανε του σύθαμπου τα ρόδα,
κι ανάμεσά τους βούλιαζε του γήλιου η ρόδα".
(Επιτάφιος)

💚 "Βασίλεψες αστέρι μου, βασίλεψε όλη η πλάση
κι ο ήλιος κουβάρι ολόμαυρο, το φέγγος του έχει μάσει".

"
💚 Ποιος εξορίζει τον ήλιοαπ΄ τα μαλλιά των παιδιών...". 
(Το Εμβατήριο του Ωκεανού)

💚 "Αδελφέ μου κρυώνω
που ΄ναι ο ήλιος να ζεστάνω τα χέρια μου;".
(Το Τραγούδι της Αδελφής μου)

💚 " Κι ο ήλιος που γαντζώθηκε στ΄ αγκίστρι των σκιών
το γαλανό δρόμο θα βρει σπρωγμένος απ΄το αδρό σου χέρι...".
...διατηρεί όμως πάντα μια ολότητα ακερμάτιστη:

💚 " Μα ο ήλιος ποτέ δε μετριέται, δεν μπορείς να τον χωρίσεις
σε κομμάτια καθώς το σφυγμό σου και τα λόγια σου
ο ήλιος κάθε μέρα είναι ολόκληρος, κάθε μέρα
ξαναλέει απ΄ την αρχή την ιστορία του ως να του αποκριθείς
μονάχα με ένα ναι για να σε λογαριάσει ολόκληρο".
(Παραμονές Ήλιου)  

💚 "Ήλιε, ήλιεπου βάφεις μ΄ αίμα τη θάλασσα
γυμνός προσφέρομαι στη φλόγα σου
να φωτίσω τα μάτια των ανθρώπων".
(Το τραγούδι της Αδελφής μου)


Second Story Sunlight – Έντουαρντ Χόπερ

Γιώργος Σεφέρης - Ο δικός μας ήλιος

Ο ήλιος αυτός ήταν δικός μου και δικός σου: τον μοιραστήκαμε
ποιός υποφέρει πίσω από το χρυσαφί μεταξωτό ποιός πεθαίνει;
Μια γυναίκα φώναζε χτυπώντας το στεγνό στήθος της: «Δειλοί
μου πήραν τα παιδιά μου και τα κομμάτιασαν, σεις τα σκοτώσατε
κοιτάζοντας με παράξενες εκφράσεις το βράδυ τις πυγολαμπίδες
αφηρημένοι μέσα σε μια τυφλή συλλογή».
Το αίμα στέγνωνε πάνω στο χέρι που το πρασίνιζε ένα δέντρο
ένας πολεμιστής κοιμότανε σφίγγοντας τη λόγχη που του φώτιζε το πλευρό.
Ήταν δικός μας ο ήλιος, δε βλέπαμε τίποτε πίσω από τα χρυσά κεντίδια1
αργότερα ήρθαν οι μαντατοφόροι λαχανιασμένοι βρόμικοι
τραυλίζοντας συλλαβές ακατανόητες
είκοσι μερόνυχτα πάνω στη στέρφα γης και μόνο αγκάθια
είκοσι μερόνυχτα νιώθοντας ματωμένες τις κοιλιές των αλόγων
κι ούτε στιγμή να σταματήσουν για να πιουν το νερό της βροχής.
Είπες να ξεκουραστούν πρώτα κι έπειτα να μιλήσουν, σε είχε θαμπώσει το φως.
Ξεψύχησαν λέγοντας: «Δεν έχουμε καιρό» γγίζοντας κάτι αχτίδες·
ξεχνούσες πως κανείς δεν ξεκουράζεται.
Ούρλιαζε μια γυναίκα: «Δειλοί» σαν το σκυλί τη νύχτα
θα ήταν ωραία κάποτε σαν εσένα
με στόμα υγρό, τις φλέβες ζωντανές κάτω απ’ το δέρμα
με την αγάπη.
Ο ήλιος αυτός ήταν δικός μας· τον κράτησες ολόκληρο δε θέλησες να μ’ ακολουθήσεις
κι έμαθα τότε αυτά τα πράγματα πίσω από το χρυσάφι και το μετάξι·
δεν έχουμε καιρό. Σωστά μιλήσαν οι μαντατοφόροι.


Sunlight on Brownstones, 1956


Αγγελος Σικελιανός - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ

Ομπρός· βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα·
ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο!
Τι, ιδέτε εκόλλησεν η ρόδα του βαθιά στη λάσπη,
κι α, ιδέτε, χώθηκε τ’ αξόνι του βαθιά μες στο αίμα!
Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος·

σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα.
Δέστε, ακουμπάμε απάνω του ομοαίματοι αδερφοί του!
Ομπρός, αδέρφια, και μας έζωσε με τη φωτιά του
ομπρός, ομπρός, κι η φλόγα του μας τύλιξε, αδερφοί μου!

Ομπρός, οι δημιουργοί!... Την αχθοφόρα ορμή Σας
στυλώστε με κεφάλια και με πόδια, μη βουλιάξει ο ήλιος!
Βοηθάτε με κι εμένανε, αδερφοί, να μη βουλιάξω αντάμα...
Τι πια είν’ απάνω μου και μέσα μου και γύρα,
τι πια γυρίζω σ’ έναν άγιον ίλιγγο μαζί του!...

Χίλια καπούλια ταύροι τού κρατάν τη βάση·
δικέφαλος αϊτός, κι απάνω μου τινάζει
τις φτερούγες του και βογγάει ο σάλαγός του
στην κεφαλή μου πλάι και μέσα στην ψυχή μου,
και το μακρά και το σιμά για με πια είν’ ένα!...
Πρωτάκουστες, βαριές με ζώνουν Αρμονίες! Ομπρός, συντρόφοι,
βοηθάτε να σκωθεί, να γίνει ο ήλιος Πνέμα!

Σιμώνει ο νέος ο Λόγος π’ όλα θα τα βάψει
στη νέα του φλόγα, νου και σώμα, ατόφιο ατσάλι...
Η γη μας αρκετά λιπάστηκε από σάρκα ανθρώπου...
Παχιά και καρπερά, να μην αφήσουμε τα χώματά μας
να ξεραθούν απ’ το βαθύ τούτο λουτρό του αιμάτου,
πιο πλούσιο, πιο βαθύ κι απ’ όποιο πρωτοβρόχι!
Αύριο να βγει ο καθένας μας με δώδεκα ζευγάρια βόδια
τη γην αυτή να οργώσει την αιματοποτισμένη...
Ν’ ανθίσει η δάφνη απάνω της και δέντρο ζωής να γένει,
και η Άμπελος μας ν’ απλωθεί ως στα πέρατα της Οικουμένης...

Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος...
Σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ τη λάσπη·
σπρώχτε με στήθος και με γόνα, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα·
σπρώχτε με χέρια και κεφάλια, για ν’ αστράψει ο ήλιος Πνέμα!»


Παραλιακό Τοπίο», Κωνσταντίνος Παρθένης

Διονύσιος Σολωμός - Ελεύθεροι πολιορκημένοι

💛 Το χάραμα επήρα
Του Ήλιου το δρόμο,

Κρεμώντας τη λύρα
Τη δίκαιη στον ώμο
Κι απ’ όπου χαράζει
Ως όπου βυθά,

Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι.


💛 "Στην κεφαλή σου κρέμεται ο ήλιος μαγεμένος.
Παλληκαρά και μορφονιέ, γεια σου, Καλέ, χαρά σου".
"Μ΄ όλο που τότ΄ ασάλευτος στο νου μ΄ ο νιος εστήθη
Κι΄ είχε τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθη".
(Ελεύθεροι Πολιορκημένοι - β΄ σχεδίασμα)


💛 Αλλ' ήλιος, αλλ' αόρατος αιθέρας κοσμοφόρος
Ο στύλος φανερώνεται, με κάτου μαζωμένα
Τα παλικάρια τα καλά, μ' απάνου τη σημαία,
Που μουρμουρίζει και μιλεί και το Σταυρόν απλώνει 




TOWARDS THE SUN by Leonid Afremov

‘Ορφικός ύμνος Ήλιου

Κλῦθι μάκαρ, πανδερκὲς ἔχων αἰώνιον ὄμμα, Τιτὰν χρυσαυγής,
Ὑπερίων, οὐράνιον φῶς, αὐτοφυής, ἀκάμα<ς>, ζώιων ἡδεῖα πρόσοψι,
δεξιὲ μὲν γενέτωρ ἠοῦς, εὐώνυμε νυκτός, κρᾶσιν ἔχων ὡρῶν,
τετραβάμοσι ποσσὶ χορεύων, εὔδρομε, ῥοιζήτωρ, πυρόεις,
φαιδρωπέ, διφρευτά, ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων,
εὐσεβέσιν καθοδηγὲ καλῶν, ζαμενὴς ἀσεβοῦσι, χρυσολύρη,
κόσμου τὸν ἐναρμόνιον δρόμον ἕλκων, ἔργων σημάντωρ ἀγαθῶν,
ὡροτρόφε κοῦρε, κοσμοκράτωρ, συρικτά, πυρίδρομε, κυκλοέλικτε, φωσφόρε,
αἰολόδικτε, φερέσβιε, κάρπιμε Παιάν, ἀιθαλής, ἀμίαντε, χρόνου πάτερ,
ἀθάνατε Ζεῦ, εὔδιε, πασιφαής, κόσμου τὸ περίδρομον ὄμμα, σβεννύμενε λάμπων τε
καλαῖς ἀκτῖσι φαειναῖς, δεῖκτα δικαιοσύνης, φιλονάματε, δέσποτα κόσμου,
πιστοφύλαξ, αἰεὶ πανυπέρτατε, πᾶσιν ἀρωγέ, ὄμμα δικαιοσύνης, ζωῆς φῶς·
ὦ ἐλάσιππε, μάστιγι λιγυρῆι τετράορον ἅρμα διώκων·

-
Άκουσε, μακάριε, πού έχεις μάτι αιώνιον και βλέπει τα πάντα· συ ό Τιτάν πού λάμπεις ωσάν χρυσός, πού βαδίζεις υψηλά, και είσαι το επουράνιον φώς. Σύ είσαι αφ’ εαυτού γεννημένος, ακαταπόνητος, των ζώων γλυκύ θέαμα και είσαι της μεν αυγής ο δεξιός γεννήτωρ της δε νυκτός ο αριστερός· συνενώνεις τις εποχές χορεύοντας (κινούμενος κυκλικώς) με τέσσερα πόδια (ό δημιουργός των τεσσάρων εποχών του έτους), είσαι ταχύς, ορμητικός, πύρινος, με χαρωπόν βλέμμα, διφρηλάτης. και διέρχεσαι την όδόν του απέραντου ρόμβου με περιστροφικάς κινήσεις· καθοδηγείς τους ευσεβείς ανθρώπους εις τας καλάς πράξεις και εις τους ασεβείς επιδεικνύεις δυσμένειαν· συ έχεις χρυσήν λύραν και διανύεις τον άρμονικόν δρόμον του κόσμου, επισημαίνεις τα καλά έργα, συ είσαι ό νέος που τρέφεις τάς έποχάς. Είσαι ο κυρίαρχος του κόσμου, ό αυλητής, διατρέχεις δια του πυρός και περιστρέφεσαι κυκλικώς, φέρεις το φως εμφανίζεσαι με ποικίλες μορφές, φέρεις την ζωήν, είσαι καρποφόρος, ώ Παιάν αειθαλής, αμόλυντος, πατήρ του χρόνου.

Αθάνατε Ζευ, καθαρός και λαμπερός σε όλους, είσαι το κυκλικώς περιφερόμενον μάτι του κόσμου, πού σβήνει και λάμπει με ωραίες φωτεινές ακτίνες· δεικνύεις την δικαιοσύνη, αγαπάς το νερό. είσαι ό δεσπότης (ό κύριος) του κόσμου, ο φύλαξ της αληθείας, ο αιώνιος υπέρτατος, ό βοηθός εις όλους, είσαι ό οφθαλμός της δικαιοσύνης, το φως της ζωής· ώ συ, πού οδηγείς τους ίππους, και κατευθύνεις με λιγυρό μαστίγιο τέθριππον (με τέσσερα άλογα) άρμα, άκουσε τους λόγους μου και φανέρωσε εις τους μεμυημένους γλυκεία και ευχάριστη ζωή.


People In The Sun – Έντουαρντ Χόπερ


ΟΜΗΡΟΣ  -Προοίμιο της Οδύσσειας 

ΟΜΗΡΟΣ Απόδοση
«ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ

πλάγχθη, ἐπεὶ Τροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσεν·
πολλῶν δ᾽ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω,
πολλὰ δ᾽ ὅ γ᾽ ἐν πόντῳ πάθεν ἄλγεα ὃν κατὰ θυμόν,
ἀρνύμενος ἥν τε ψυχὴν καὶ νόστον ἑταίρων.
ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ὣς ἑτάρους ἐρρύσατο, ἱέμενός περ·
αὐτῶν γὰρ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο,
νήπιοι, οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο
ἤσθιον· αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ.»

«Τον άντρα τον πολύπραγο τραγούδησέ μου, ω Μούσα,
που περισσά πλανήθηκε, σαν κούρσεψε της Τροίας
το ιερό κάστρο, και πολλών ανθρώπων είδε χώρες
κι έμαθε γνώμες, και πολλά στα πέλαα βρήκε πάθια,
για μια ζωή παλεύοντας και γυρισμό συντρόφων.
Μα πάλε δεν τους γλύτωσε, κι αν το ποθούσε, εκείνους,
τι από δική τους χάθηκαν οι κούφιοι αμυαλωσύνη,
του Ήλιου του Υπερίονα σαν έφαγαν τα βόδια,
κι αυτός τους πήρε τη γλυκιά του γυρισμού τους μέρα.




Φαέθων

Ο Φαέθων σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία ήταν γιος του Ηλιου  και της Κλυμένης .

«ΦΑΕΘΩΝ» < φαέθων μτχ. τοῦ φαέθω = λάμπω, φωτίζω, στίλβω. Ὑπήρχε η φράση<: «πάννυχα καὶ φαέθοντα» = νύχτα-μέρα, νυχθημερόν. [«Φάος» εἶναι ὁ ἀσυναίρετος τύπος τῆς λέξης «φῶς», ἐξ οὗ: φαεινός, φαεσφόρος, φαείνω > φαίνω > φαίνομαι] αντίστοιχο θηλυκό: φαέθουσα (απὸ τη μετοχή) / φαεθοντίς (ποιητικά).

Ο μύθος
Μια μέρα, ο πατέρας του τον άφησε να οδηγήσει το άρμα του. Όμως ο Φαέθων δεν στάθηκε αντάξιος της εμπιστοσύνης του πατέρα του. Σύμφωνα με την μυθολογική εκδοχή, μόλις ο Φαέθων, που οδηγούσε το άρμα του Φοίβου -Ήλιου, είδε το φοβερό Σκορπιό στον ουρανό, τρόμαξε τόσο πολύ, ώστε έχασε την ψυχραιμία του και δεν μπόρεσε να ελέγξει τα ηνία του άρματος του πατέρα του. Επακολούθησε το αφήνιασμα των αλόγων, που είχε ως αποτέλεσμα να ανεβοκατεβαίνει ο Ήλιος, απειλώντας με καταστροφή τη Γη. Τελικώς μάλιστα, τα άλογα έφεραν το άρμα τόσο χαμηλά και κοντά στη γη, ώστε άρχισε να καίγεται και τα ποτάμια άρχισαν να ξεραίνονται από την εκπεμπόμενη θερμότητα. Ο Δίας , θέλοντας να προλάβει χειρότερες καταστροφές, τον γκρέμισε με ένα κεραυνό στον Ηριδανό ποταμό, σκοτώνοντάς τον.

Οι Ηλιάδες, οι αδελφές του Φαέθοντα, απαρηγόρητες για τον θάνατο του αδερφού τους, μεταμορφώθηκαν από τους θεούς σε λεύκες.

Η πιο διαδεδομένη μορφή του μύθου μας παραδίδεται από τον Οβίδιο  στις Μεταμορφώσεις του (Βιβλίο ΙΙ). Αλλά και ο Δάντης  αναφέρεται στο συγκεκριμένο μύθο στη  Θεία Κωμωδία του. (Canto XVII).

 Helios, Main figure (Johannes Benk) at the Naturhistorisches Museum, Vienna

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ 


Το Κορίτσια στον ήλιο είναι ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, παραγωγής 1968.
Σύνοψη της υπόθεσης:
Η νεαρή αγγλίδα τουρίστρια Άναμπελ (Αν Λόνμπεργκ), που περνά τις διακοπές της σε ένα παραλιακό ελληνικό χωριό, συναντά έναν αγροίκο βοσκό (Γιάννης Βόγλης) που με νοήματα προσπαθεί να της δώσει να καταλάβει πως δεν υπάρχει λόγος να τον φοβάται. Της προσφέρει μερικά αμύγδαλα, εκείνη το βάζει στα πόδια κι ο βοσκός τρέχει πίσω της. Οι αρχές της περιοχής, νομίζοντας ότι την έχει βιάσει, τον συλλαμβάνουν και τον κλείνουν στο κρατητήριο. Η Άναμπελ μάταια προσπαθεί να πείσει τον ενωμοτάρχη και τη γυναίκα που εκλήθη ως μεταφράστρια, ότι δεν συνέβη τίποτα κακό. Όταν τελικά εκείνος αφήνεται ελεύθερος, η κοπέλα έχει ήδη αναχωρήσει για την Αθήνα, κι ο βοσκός δεν αργεί να την ακολουθήσει. Τη βρίσκει και περνά μαζί της μια υπέροχη βραδιά, αλλά η Άναμπελ πρέπει να επιστρέψει στην πατρίδα της κι ο άδολος έρωτας, που έλαμψε για λίγο, θα μείνει χωρίς επαύριο.




ΜΟΥΣΙΚΗ 

Από το «Ήλιος και Χρόνος» του Θεοδωράκη  

- Η οδοντοστοιχία του ήλιου


Στίχοι - Μουσική : Μίκης Θεοδωράκης 

Η οδοντοστοιχία του Ήλιου με απειλεί
το κάγκελο του χρόνου με προστατεύει
ο Γιάννης, ο Ιάσων, ο Βύρων, ο Τάκης, ο Αλέκος,
στα κατάρτια ψηλά υψώστε,
στα κατάρτια ψηλά υψώστε,
τα λεμόνια, τα πορτοκάλια υψώστε.

Τα πέδιλα στην άμμο, φωνές κρέμα νιβέα
ιππόκαμπος, πασιέντσες, νεσκαφέ,
σημαίες ακριβές από φτηνό ύφασμα κρατούν,
σημαίες ακριβές από φτηνό ύφασμα κρατούν.




Ήλιε θα σε κοιτάξω στα μάτια – 1974

Ήλιε θα σε κοιτάξω στα μάτια
έως ότου ξεραθεί η όρασή μου, η όρασή μου,
να γεμίσει κρατήρες με σκόνη,
να γίνει Σελήνη δίχως διάστημα, κίνηση, ρυθμό,
χαμένος διάττων, διάττων,
εσβεσμένος από αιώνες, από αιώνες,
καταδικασμένος ν’ ακούει κραυγές ανθρώπων
να ανασαίνει πτωμαΐνη λουλουδιών.

Ο Άνθρωπος πέθανε! Ζήτω ο Άνθρωπος!
Ο Άνθρωπος πέθανε! Ζήτω ο Άνθρωπος
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

Νel sole –Al Bano

Yma Sumac – Vírgenes del Sol 1944


 Καλημέρα, ήλιε (ΛΟΪΖΟΣ)

Μουσική - Μάνος Λοΐζος, Στίχοι - Δημήτρης Χριστοδούλου Θα τον μεθύσουμε τον ήλιο, σίγουρα, ναι Θα τον τρελάνουμε τον φίλο, σίγουρα, ναι με το νταούλι και με το ζουρνά, καλημέρα ήλιε, καλημέρα με το νταούλι και με το ζουρνά, καλημέρα ήλιε, καλημέρα Γελά ο ήλιος κι αμολιέται στα στενά Χορεύει πάνω στο νταούλι κι αρχινά Το κόκκινο για τη ροδιά, το πράσινο για τα παιδιά για της Μυρσίνης την ποδιά μια Παναγιά Θα τον μεθύσουμε τον ήλιο, σίγουρα, ναι Θα τον κρατήσουμε τον ήλιο, σίγουρα, ναι πάνω στις στέγες, μέσα στις καρδιές, καλημέρα ήλιε, καλημέρα πάνω στις στέγες, μέσα στις καρδιές, καλημέρα ήλιε, καλημέρα Γελά ο ήλιος κι αμολιέται...


Στου ήλιου τ’ αλώνι (ΓΑΛΑΝΗ)

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις Στίχοι: Νίκος Γκάτσος. Από το δίσκο: Της γης το χρυσάφι. Στου ήλιου τ' αλώνι αυγή ξημερώνει κι εσύ με τη νύχτα καρδιά μου πολεμάς χτυπά μια καμπάνα, μην κλαις δόλια μάνα της γης το χρυσάφι δεν ήτανε για μας. Πού πάτε καράβια και τρένα κι αδέρφια μου εσείς πικραμένα γιατί με ξεχάσατε εμένα στην έρμη του κόσμου γωνιά. Χτυπά μια καμπάνα, μην κλαις δόλια μάνα της γης το χρυσάφι δεν ήτανε για μας αυγή ξημερώνει στου ήλιου τ' αλώνι κι εσύ με τη νύχτα πολεμάς. Στου ήλιου την πέτρα τα δάκρυά σου μέτρα και πάψε καρδιά μου χαρά να καρτερείς σταμάτα καμπάνα, μην κλαις δόλια μάνα της μοίρας το δρόμο ν' αλλάξεις δε μπορείς. Πού πάτε καράβια και τρένα κι αδέρφια μου εσείς πικραμένα γιατί με ξεχάσατε εμένα στην έρμη του κόσμου γωνιά. Σταμάτα καμπάνα, μην κλαις δόλια μάνα της μοίρας το δρόμο ν' αλλάξεις δε μπορείς τα δάκρυά σου μέτρα στου ήλιου την πέτρα και πάψε χαρά να καρτερείς.

Χασάπικο ΄40 (Ήλιε μου, βασιλιά μου)

Στίχοι: Νίκος Γκάτσος Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις Ήλιε μου ήλιε μου βασιλιά μου μη μ’ αφήνεις σήμερα συννεφιά συννεφιά στην καρδιά μου στο κορμί μου σίδερα Αγόρι ματωμένο θεριά σε ζωσανε χαράματα σε πήραν και σε σταυρώσανε Ήλιε μου ήλιε μου βασιλιά μου πες μου τι μου ζήλεψες φώτισες μια στιγμή την καρδιά μου κι ύστερα βασίλεψες Αγόρι ματωμένο θεριά σε ζωσανε χαράματα σε πήραν και σε σταυρώσανε


 Πατριωτάκια του ήλιου (ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ)

Ποίηση:Οδυσσέας Ελύτης Μουσική:Γιάννης Μαρκόπουλος Ψηλά μ' έναν πυρσό από στάχυα η λεβεντιά προχωρεί μες στα κύματα και τραγουδάει: Ω παιδιά που με νιώθετε πατριωτάκια του ήλιου με βέργες και παράξενα πουλιά στα χέρια, με χλοερές καρδιές και μάτια καθαρά που ακούτε από τις παραλίες την ανατολή να βουίζει ζεσταίνοντας στην αγκαλιά σας ένα φως απέραντο από την άκρη τ' ουρανού ως το βάθος της καρδιάς με πείσμα πορφυρό πατριωτάκια του ήλιου που λέτε: ο μόνος δρόμος είναι η ανατολή! Της ελιάς και της συκιάς και του κυπαρισσιού, των αμπελιών των ξεροπόταμων και των μεγάλων τρούλων η γη ακουμπάει από τη μια μεριά στην όχθη των ονείρων σας. Ακούστε με είμαι από τους δικούς σας δώστε μου ένα χέρι που ν' αγαπάει, με μιας να κόβει τα ολόκληρα όνειρα. Να κολυμπάει ελεύθερα στα νιάτα των νεφών. Η γη μιλάει κι ακούγεται απ' το ρίγος των ματιών.


 Ο ήλιος εβασίλεψε, Έλληνά μου (ΞΥΛΟΥΡΗΣ)

Στίχοι: Γιάννης Μακρυγιάννης
Μουσική: Χρήστος Λεοντής

Ο ήλιος εβασίλεψε Έλληνά μου, βασίλεψε και το φεγγάρι εχάθη, κι ο καθαρός Αυγερινός που πάει κοντά την Πούλια, τα τέσσερα κουβέντιαζαν και κρυφοκουβεντιάζουν. Γυρίζει ο ήλιος και τους λέει, γυρίζει και τους κραίνει: "Εψές όπου βασίλεψα πίσου από μια ραχούλα, άκ'σα γυναίκεια κλάματα κι αντρών τα μοιριολόγια, γι' αυτά τα 'ρωικά κορμιά στον κάμπο ξαπλωμένα και μες στο αίμα το πολύ είν' όλα βουτημένα. Για την Πατρίδα πήγανε στον Άδη τα καημένα"

ΗΛΙΟΣ ΘΕΟΣ -ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΚΟΥΛΑΣ

Στίχοι: Πάρης Μίτσος Μουσική: Μιχάλης Νικολούδης Σαν το σύννεφο φεύγω πετάω έχω φίλο τον Ήλιο-Θεό με του αγέρα το νέκταρ μεθάω αγκαλιάζω και γη κι ουρανό. Και χωρίς τα φτερά δεν φοβάμαι το γαλάζιο ζεστή αγκαλιά στα ψηλά τα βουνά να κοιμάμαι στο Αιγαίο να δίνω φιλιά. Λευτεριά στους ανέμους ζητάω έχω πάψει να είμαι θνητός ανεβαίνω ψηλά κι αγαπάω δίχως σώμα χρυσός αετός. Και χωρίς τα φτερά δεν φοβάμαι το γαλάζιο ζεστή αγκαλιά στα ψηλά τα βουνά να κοιμάμαι στο Αιγαίο να δίνω φιλιά. Σαν το σύννεφο φεύγω πετάω έχω φίλο τον Ήλιο-Θεό με του αγέρα το νέκταρ μεθάω αγκαλιάζω και γη κι ουρανό.


Ain’t no sunshine (BILL WITHERS)

πηγές 

https://itzikas.wordpress.com/
https://ennepe-moussa.gr/
https://fineartamerica.com/f
https://efhbos.wordpress.com/
https://latistor.blogspot.com/
http://koutsourelis.gr/
https://arxaia-ellinika.blogspot.com/
https://el.wikipedia.org/
https://www.psu.edu/
http://www.palmografos.com/
http://www.greek-language.gr/
https://www.artsandthecity.gr/









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου