Σκουριασμένο
το τσέρκι στο κρασοβάρελο
κατράμι ο ξεραμένος λιναρόσπορος
στο γόνατο.
Νοτισμένο
το κοντό χιλιομπαλωμένο παντελονάκι
στο σμίξιμο των φρυδιών
του χαφιέ της γειτονιάς.
Κι ο φόβος
απρόσωπος αυτοκράτορας
στη χασεδένια στολή
του χωροφύλακα.
Σ’ απόκρυφα μονοπάτια
κράτησα ζωντανή την ελπίδα μου.
Στα λιθάρια του χωματόδρομου
στη φαιά κουβέρτα της Αμερικάνικης βοήθειας
στον πλατύφυλλο βασιλικό
στο μικρό ράντζο τ’ απομεσήμερο
κάτω απ’ το μυρωδάτο αγιόκλημα.
Κράτησα τη ζωή μου
λιβανίζοντας
με κλωνάρια δενδρολίβανου
το λείψανο της μάνας μου.
Ξέπλυνα
από το σώμα μου
της ήττας την πένθιμη οσμή.
Μ’ άφθονο βρόχινο λασπόνερο,
εκεί που μαζί με τη γενιά μου
κατόρθωσα να διαβώ αλώβητος
τις συμπληγάδες των δικών σας λαθών.
το τσέρκι στο κρασοβάρελο
κατράμι ο ξεραμένος λιναρόσπορος
στο γόνατο.
Νοτισμένο
το κοντό χιλιομπαλωμένο παντελονάκι
στο σμίξιμο των φρυδιών
του χαφιέ της γειτονιάς.
Κι ο φόβος
απρόσωπος αυτοκράτορας
στη χασεδένια στολή
του χωροφύλακα.
Σ’ απόκρυφα μονοπάτια
κράτησα ζωντανή την ελπίδα μου.
Στα λιθάρια του χωματόδρομου
στη φαιά κουβέρτα της Αμερικάνικης βοήθειας
στον πλατύφυλλο βασιλικό
στο μικρό ράντζο τ’ απομεσήμερο
κάτω απ’ το μυρωδάτο αγιόκλημα.
Κράτησα τη ζωή μου
λιβανίζοντας
με κλωνάρια δενδρολίβανου
το λείψανο της μάνας μου.
Ξέπλυνα
από το σώμα μου
της ήττας την πένθιμη οσμή.
Μ’ άφθονο βρόχινο λασπόνερο,
εκεί που μαζί με τη γενιά μου
κατόρθωσα να διαβώ αλώβητος
τις συμπληγάδες των δικών σας λαθών.
γιώργος θ. τζιας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου