και το έρμο Μεσολόγγι στην πένα σου,
περπάτησες ξυπόλητη τη Λευτεριά
και στοίχειωσες κακοφορμισμένες πληγές,
αγνάντια στο πέλαγος,
στο λιοστάσι του Στρέφη.
Βύζαξες αιματοβαμμένους…
θέριεψες δειλούς και ανθρωπάκια
και στόλισες μετόπες ηρώων.
Μυστικός γητευτής των λέξεων,
σμίλεψες όρκους αργυροκέντητους,
στο γαλανό τ’ ουρανού και της θάλασσας.
Θρέμμα της Ζακυνθινής Γης,
τροβαδούρε του λεύτερου πολιορκημένου,
αντάμωσες τη Γυναίκα της Ζάκυνθος,
με την άλλη Γυναίκα,
τη Γυναίκα της οικουμένης,
με κλαίλιες και μπουγαρινιού αποστάγματα.
Και έσπειρες ελπίδες σε απελπισμένους…
Και σταύρωσες προδότες,
στον ιστό της γαλανόλευκης…
Και λευτέρωσες πεντάρφανες συνειδήσεις,
στο όνομα του Έλληνα
που έσερνες πάντα μέσα σου…
Ψυχές προγόνων…
και των τωρινών αδούλωτων φωνές…
ανταμώνουν κάθε χάραμα ,στους Στροφάδες…
με κλαδιά ελιάς… για τις χελιδονοφωλιές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου