Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

ΓΙΟΛΤΖΙΔΟΥ ΑΓΑΘΗ "Το φεγγάρι απόψε ήρθε και θρόνιασε στα μαλλιά σου."


Το φεγγάρι απόψε ήρθε και θρόνιασε στα μαλλιά σου.  Λαμπυρίζουν οι σκέψεις σου τόσο που ζηλεύουν την λάμψη τους τ’ αστέρια.

Κοιμήθηκα πάνω στο στέρνο σου.
 Με νανουρίζουν οι χτύποι της καρδιάς σου. Αισθάνθηκα, ότι τα χάδια σου έδιωχναν τους εφιάλτες μου.

Το φιλί σου μύριζε γιασεμί.
Μέθυσα από την γεύση του.
 Και χαμογελούσες σαν ο Μορφέας σε είχε στους κόλπους του.
Σχεδίαζα πάνω στα χείλη σου κι αυτή η πνοή σου με ερέθιζε.


Φίλα με , φίλα με , κράτησε σε με σφιχτά και φίλα με.

Είσαι ένας βαθύς χειμώνας που απρόσμενα ήρθες και στην άνοιξη της ζωής, μου έφερες νιφάδες χιονιού με τις ανάσες σου, που δρόσισαν τις διακλαδώσεις του νου μου.
Έφερες αέρηδες που έδιωξαν τις ξαφνικές καταιγίδες μου.

Είσαι η άνοιξη κι εγώ ανάμεσα στην χειμερία νάρκη που ζούσα, άκουσα έναν ήχο που ήρθε από την νυχτερινή ηλιαχτίδα της προσμονής σου.

Σε κάλεσα ανάμεσα από την σιωπή της φύσης, έτσι μπρούμυτα που στέκομαι πολλές φορές, άκουγα την σιωπή της κι αυτή η σιωπή είχε το άρωμά σου.

Έφευγε η σιωπή ανάμεσα από το κελάρυσμα της πηγής ανάμεσα στα βράχια της ζωής κι εκεί που άγγιζε το νερό την διψασμένη γη, εκεί σε περίμενα.

Το δέρμα σου θύμιζε άνθη γιασεμιού, ευωδιάζει την σκέψη μου, τρομάζω μην απομακρυνθώ, σ’ αγγίζω και φοβάμαι μη χαθεί αυτή η μυρωδιά.

Τα χάδια σου αφήνουν κομματάκια αστεριών στο κορμί μου.
Φεγγοβολούν όλα τα κύτταρά μου, με ζεσταίνει ο ερχομός σου σαν την τελευταία ηλιαχτίδα του χειμώνα  που αγκαλιάζει τον σπόρο της γης

Πηγή ηδονής ο έρωτάς σου, αναβλύζει το αθάνατο νερό, να πίνω επιθυμώ και να μεθώ, να πίνω επιθυμώ και να μετουσίωνα την στιγμή στην πεμπτουσία του έρωτος.

      Ροή επιθυμιών σαν κεραυνός που ξέσχισε τον βράχο κι      αναβλύζει η λάβα του κορμιού μου.
Μίλα μου ψιθυριστά   κεραυνέ μου εκεί ανάμεσα από την ρωγμή της αιωνιότητας.

Ζηλεύω το φως που λούζει τις κόγχες των ματιών σου. Ζηλεύω το αέρι που στολίζει την σχισμή των χειλιών σου. Ζηλεύω την γη που σε κρατάει.
Ω θεοί ζηλεύω το κάθε τι, μια θέωση επιθυμώ του εγώ μου να μπορώ να είμαι τα πάντα γύρω από σένα.

Μπορώ να μετρήσω όλα τ’ αστέρια στο κορμί σου που ήρθαν και φώτισαν τις διαδρομές μου.

Αγγίζω τις διακλαδώσεις , τις φλεβικές διακλαδώσεις των χεριών σου. Αίμα κόκκινο ανάμεσα από τις μπλε διακλαδώσεις. Αγγίζω, σ’ αγγίζω , θέλω να εκραγεί εκείνη η διακλάδωση, η φλεβική διακλάδωση και να μπω μέσα στο κόκκινο της ζωής σου.

Είσαι το μπλε τ’ απέραντου.
Από πού κλέβεις τα χρώματα και τα φοράς στην αύρα σου;;
Αφήνεις κρυστάλλους κάθε που μ’ αγγίζεις κι εγώ φοβάμαι μη σπάσω αυτό το άγγιγμα, είσαι τόσο διάφανος , στάζει το δειλινό μου στο μπλε σου και το μωβ που δημιουργείται, το λένε έρωτα οι θνητοί,
εγώ το ονομάζω θυσία της ιεροτελεστίας της ένωσης.

Όταν χαμογελάς πετράδια βυθού , λάβας πέφτουν πάνω στο κορμί μου. Με καίει το γέλιο σου, μ’ ερεθίζει με μεταμορφώνει.

Κάνε μου έρωτα με το βλέμμα σου.
 Κάνε μου έρωτα με το βλέμμα σου.
 Κάνε μου έρωτα με το βλέμμα σου.

Άκου, άκου την βροχή πόσο ηδονικά αγγίζει την γη, έτσι κι εσύ βροχή μου αγγίζεις την ψυχή μου.

Συμπληγάδες οι επιθυμίες μου, πάλλονται στο κάθε σου χάδι.
 Συμπληγάδες οι σκέψεις μου αναιρούν.
Τα πρέπει μου ανάμεσα στα θέλω μου.

Την ένωση επιθυμώ έτσι όπως αγγίζει το μελίσσι την ανθισμένη μυγδαλιά, την συνουσία επιθυμώ έτσι όπως ο θυμωμένος ωκεανός αγγίζει τον βράχο του φάρου, την συνουσία επιθυμώ έτσι όπως ο αετός ερωτοτροπεί ανάμεσα στο απέραντο.
Λίμνη θα σε ονοματίσω για να σε έχω μονάχα εγώ.
Λίμνη στη γη μου μεταμορφώσου.
Θέλω να μείνω στη στεριά σου, σ’ εκείνο το σημείο που   αναβλύζει η σπηλιά σου, αθάνατος ο χυμός σου με μεθά.

Θέλω να εισχωρήσεις στη Μήτρα μου.
Να σε φυλάξω στη μήτρα μου.
Να σε γεννήσω με ωδίνες ηδονής.
Να σε θρέψω με το αίμα μου.
Να σε νανουρίζει το λίκνισμα του κορμιού μου.

Τα φιλιά σου αφήνουν μελωδία στο στερέωμα του κορμιού μου, σειρήνες την ζηλεύουν κι εγώ σαν μαγεμένο καραβοκύρης χάνομαι στους ωκεάνιους ήχους σου.

Το άγγιγμά σου αφήνει έναν φυσικό ήχο, όπως τα κύματα κοχλάζουν στην άμμο.
Θυμάσαι που ήρθαν κοχύλια στα μαλλιά μου κι εσύ μου τα φόραγες?

Δεν ήμουν εγώ τότε, ήμουν αγέννητος  στην πλάνη της φαντασίας σου κι αυτό που θυμάμαι είναι ότι σ’ έψαχνα και πάντα έβρισκες υφάλους να κρύβεσαι γοργόνα μου, ακόμη αναρωτιέμαι.

Αγέννητη η γη σου.
Μα η ύπαρξη σου ζωντανή.


   Κοιμήσου εσύ.
 Κι εγώ θα πλέκω στα μαλλιά σου το φεγγαρόφωτο που σ έλουζε απόψε, μην εκπλαγείς.
   Κοιμήσου εσύ.
 Κι εγώ θα ζωγραφίζω με τις κόγχες των αστεριών πάνω στο κορμί σου ,απαστράπτουσες έξεις, μην απορήσεις.
Κοιμήσου εσύ.
 Κι εγώ θα φέρω από τα σύμπαντα, σκόνη θεραπευτική να σκεπάσω την γύμνια σου, μη τρομάξεις.
Κοιμήσου εσύ.
 Κι εγώ θα φυλακίσω τους αέρηδες στην χούφτα μου ,να φτιάξω πύλες φωτός στα όνειρα σου, μη φοβηθείς.
Κοιμήσου εσύ.
 Κι εγώ θα σκορπίσω μελωδίες από τα πελάγη , να σε νανουρίσουν και να αφήσουν ίχνη από τα χάδια μου στην ψυχή σου.
Κοιμήσου εσύ.
 Στο προσκεφάλι σου όλες οι ευωδιές της πλάσης, θα απλώσω.

Να με μάθεις να αναπνέω, κραύγασα!!!!

Αγαθή Γιολτζίδου







              

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου