πολυσύχναστο.
Για τις γυναίκες,άβατο.
Άντρες απ΄το πρωί μπαινόβγαιναν,
έπαιζαν τράπουλα,
έπιναν ούζο
κι έβριζαν.
Φιλίες και συμφωνίες
και τσακωμοί,
γέλια και προστυχόλογα
ανάκατα
κι ο ταχυδρόμος που ερχότανε,
με των ξενιτεμένων
επιταγές και γράμματα.
Χαρές και πένθη εδώ
κι οι συζητήσεις ατελείωτες,
ως να βρεθεί γωνία στο κέρμα
και πάντα το ερώτημα αναπάντητο,
τί έχουνε και ψοφάν τα έρμα
Άντρες διαρκώς μπαινόβγαιναν,
ηλιοκαμένοι και αξύριστοι,
με διψασμένο βλέμμα.
Παλιά,αυτό,
ήτανε καφενείο.
Τώρα,ετοιμόρροπο
στου δρόμου τη γωνία.
(Κι εγώ,
που απέξω ασπρίζω
κι από μέσα μου,
μες στα πολύβουα τριγυρίζω
τα παλιά,
χαμένα καφενεία).
Τάσος Σ. Μάντζιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου