Εκτεθειμένος στο πάθος της σάρκας
βαδίζω τις ανυπόφορες ώρες.
Ένα ποτήρι μισογεμάτο
μια ικανοποίηση παροδική
να ξεδιψά τα καλοκαίρια.
Μέσα στη σφαίρα του κενού
η φαντασία ξαγρυπνά.
Ντυμένος με μια λιμνοθάλασσα ιδρώτα
κάποιο απόγευμα
αγγίζω τη θύελλα,
της γυναίκας τα ίχνη.
Θαρρώ πως ξεσπά
πάνω μου η θάλασσα
στα άδυτα των ωραίων μας στιγμών
το αποκαλόκαιρο.
Carpe.
Φανταστικό!
ΑπάντησηΔιαγραφή