Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου. Διακρίνεται έφιππος ο Δημήτριος Καλλέργης (Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών-Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία, Αθήνα)
Στις 25 Ιανουαρίου 1833 ο νεαρός βασιλιάς ‘Οθων αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο. Η υποδοχή που του επιφυλάχθηκε ήταν αποθεωτική. Ο βασανισμένος ελληνικός λαός έβλεπε στο πρόσωπό του τον εγγυητή της τάξης και της εσωτερικής συμφιλίωσης, καθώς μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια η χώρα είχε περιπέσει σε μια περίοδο αναρχίας και εμφυλίου πολέμου.
Τόσο η Αντιβασιλεία όσο και ο ‘Οθων (μετά την ενηλικίωσή του στις 20 Μαΐου 1835) προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια λειτουργική διοίκηση και έναν οργανωμένο στρατό. Ο απολυταρχικός τρόπος διακυβέρνησής όμως, η επιμονή του να κρατά εκτός κυβέρνησης τους Έλληνες πολιτικούς και η σκανδαλώδη προτίμηση των συμπατριωτών του Βαυαρών στο δημόσιο βίο, επισκίαζαν τις προσπάθειές του και προκαλούσαν έντονες αντιδράσεις από τα τρία κόμματα («αγγλικό», «γαλλικό», «ρωσικό»), κορύφωσή των οποίων αποτέλεσε η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843.
Τον Ιανουάριο του ίδιου έτους η ανακοίνωσή της Ελλάδας, προς τις τρεις προστάτιδες δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία ότι αδυνατούσε να αποπληρώσει τα τοκοχρεολύσια του δανείου των 60.000.000 φράγκων για το εξάμηνο που έληγε την 1η Μαρτίου, αντιμετωπίστηκε αρνητικά και επιτιμητικά και από τους ισχυρούς «συμμάχους». Λάβαρο των επαναστατών της 3ης Σεπτεμβρίου
Η πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων για την αποπληρωμή του δανείου εντάθηκε. Ο Έλληνας βασιλιάς έκανε μεγάλες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, οι οποίες προκάλεσαν έντονη δυσαρέσκεια σε πολλές κοινωνικές ομάδες.
Ήδη από το φθινόπωρο του 1842 οι ηγέτες των τριών κομμάτων: Ανδρέας Μεταξάς, Κωνσταντίνος Ζωγράφος και Μιχαήλ Σούτσος του «ρωσικού», Ανδρέας Λόντος του «αγγλικού» και Ρήγας Παλαμήδης του «γαλλικού», είχαν προχωρήσει σε συνωμοτική κίνηση ώστε να εξαναγκάσουν τον Όθωνα να παραχωρήσει Σύνταγμα και να απομακρύνει τους Βαυαρούς από τον στρατό και τις κρατικές υπηρεσίες. Η κίνηση αυτή απέκτησε δυναμική όταν μυήθηκαν (Αύγουστος 1843) ο συνταγματάρχης Δημήτριος Καλλέργης, επικεφαλής του ιππικού στην Αθήνα, ο συνταγματάρχης Σπυρομήλιος, διοικητής της Σχολής Ευελπίδων και ο συνταγματάρχης Σκαρβέλης, διοικητής του πεζικού. Αρχικά ως ημερομηνία της εξέγερσης ορίστηκε η 25η Μαρτίου 1844.
Επειδή όμως οι φήμες για την συνωμοσία είχαν αρχίσει ήδη να κυκλοφορούν, οι ηγέτες αποφάσισαν να προχωρήσουν την 1η Σεπτεμβρίου 1843. Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης. Ο αγωνιστής του 1821 συμμετείχε στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου
Το σχέδιο είχε ως εξής. Ο Σκαρβέλης και ο Καλλέργης θα απέκλειαν με τις δυνάμεις τους τα ανάκτορα, ενώ ο παλαιός αγωνιστής και σημαίνον μέλος της συνωμοσίας Ιωάννης Μακρυγιάννης θα προκαλούσε αντιπερισπασμό με τους άνδρες του. Τελικά, μετά από σύσκεψη, η εξέγερση αναβλήθηκε για την επόμενη νύχτα. Η κυβέρνηση όμως, έχοντας πληροφορηθεί τα σχέδια των συνωμοτών, έστειλε αποσπάσματα τα οποία περικύκλωσαν την οικία του Μακρυγιάννη στην οποία οχυρώθηκαν ο ίδιος και λίγοι φίλοι του. Ταυτόχρονα, αύξησαν τα μέτρα φρούρησης των ανακτόρων και εξέδωσαν εντάλματα σύλληψης για 83 υπόπτους.
Το ίδιο βράδυ, ωστόσο φίλοι του Μακρυγιάννη διέσπασαν τον κλοιό και ενίσχυσαν την άμυνα της οικίας του. Ταυτόχρονα ο Καλλέργης, από το Μοναστηράκι, με την ιαχή «Ζήτω το Σύνταγμα» και επικεφαλής των ανδρών του βάδισε κατά των Ανακτόρων. Παράλληλα έδωσε εντολή σε έναν λόχο να λύσει την πολιορκία του Μακρυγιάννη.
Ήταν 1 π.μ όταν ο βασιλιάς, που εργαζόταν ακόμη στο γραφείο του, άκουσε τις ζητωκραυγές και πληροφορήθηκε την ανταρσία του στρατού του. Ο Όθων έστειλε τον υπασπιστή του ώστε να πληροφορηθεί τα αιτήματα των επαναστατών. Οι τελευταίοι όμως τον συνέλαβαν. Τότε αναγκάστηκε ο ίδιος να εμφανιστεί σε ένα παράθυρο των ανακτόρων και να ρωτήσει τον Καλλέργη τι ζητούσε. Ο Καλλέργης απάντησε ότι ο στρατός και λαός ζητούσαν σύνταγμα. Ο βασιλιάς απάντησε οργισμένα «Ας διαλυθούν και θα μεριμνήσω για την αίτησή τους». Ο συνταγματάρχης απάντησε «Μεγαλειότατε δεν θα διαλυθούν μέχρις ότου αποφασίσετε με το Συμβούλιο της Επικρατείας». Μπροστά στην επιμονή των επαναστατών και την άρνησή τους να συναντήσει τους πρεσβευτές των τριών Δυνάμεων ο Όθωνας αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Υπέγραψε την άμεση σύγκληση «Εθνικής Συνέλευσης», τον διορισμό νέου υπουργικού συμβουλίου και την απομάκρυνση όλων των ξένων που υπηρετούσαν σε κρατικές υπηρεσίες. Παράλληλα υπέγραψε διάταγμα, με το οποίο η 3η Σεπτεμβρίου ανακηρυσσόταν «ημέρα εορτάσιμος…» και απονεμόταν η βασιλική ευαρέσκεια στον Καλλέργη και στον Μακρυγιάννη επειδή τήρησαν την τάξη και την ασφάλεια κατά τα γεγονότα της ημέρας!
Μετά την υπογραφή των διαταγμάτων ο στρατός παρήλασε μπροστά από τα ανάκτορα ζητωκραυγάζοντας υπέρ του Συντάγματος και του «συνταγματικού» βασιλιά. Η Επανάσταση είχε θριαμβεύσει, έστω και προσωρινά. Στη νέα κυβέρνηση αντιπροσωπεύονταν και τα τρία κόμματα, ενώ τα βαυαρικά στρατεύματα και οι Βαυαροί κρατικοί υπάλληλοι αναχώρησαν από τη χώρα.
Παρόλα αυτά, η Επανάσταση δεν προώθησε τους δημοκρατικούς θεσμούς. Ο Οθων δεν τήρησε πιστά το σύνταγμα, επεμβαίνοντας διαρκώς και επιβάλλοντας φιλοβασιλικούς υπουργούς. Παράλληλα τα τρία κόμματα συνέχισαν να καθορίζουν την πολιτική τους με βάση τις οδηγίες των ξένων πρεσβειών.
Μετά από έναν οξύτατο κύκλο αντιπαράθεσης των πολιτικών αρχηγών ανέτειλε το άστρο του Ιωάννη Κωλέττη. Ο τελευταίος χρησιμοποίησε κατά κόρον βία και νοθεία προκειμένου να κερδίσει τις εκλογές. Την περίοδο 1846-47 κατείχε το πρωθυπουργικό αξίωμα και πέντε υπουργικές θέσεις… Δεν παρουσιαζόταν όμως ποτέ στη Βουλή καθιστώντας αδύνατο τον έλεγχο των πεπραγμένων του από την αντιπολίτευση. Η περίοδος της απόλυτης μοναρχίας του Όθωνα είχε δώσει τη θέση της σε εκείνη της κοινοβουλευτικής δικτατορίας του Κωλέττη. Νίκος Γιαννόπουλος, ιστορικός...
Η παραχώρηση συντάγματος και η εκδίωξη των Βαυαρών ήταν τα αιτήματα των πολιτικοκοινωνικών δυνάμεων που συσπειρώθηκαν στην αντιπολίτευση, στην οποία από τις αρχές του 1843 μετείχε η πλειονότητα των σημαντικότερων πολιτικών προσωπικοτήτων και των τριών κομμάτων. Και στην περίπτωση αυτή εφαρμόστηκε ο συνωμοτικός τρόπος δράσης, δηλαδή μια μορφή αντιπολίτευσης οικεία στην εσωτερική πολιτική ζωή τόσο στα χρόνια της Επανάστασης και της διακυβέρνησης από τον Καποδίστρια όσο και μετά την εγκαθίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού βασιλείου. Αποτέλεσμα της συνωμοτικής αυτής δράσης υπήρξε το Κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, το οποίο επέφερε πολιτειακή αλλαγή στην κατεύθυνση της συνταγματικής μοναρχίας. Οι πολιτικοί οργανωτές του κινήματος (Α. Μεταξάς, Αν. Λόντος, Κ. Ζωγράφος, Μ. Σούτσος, Ρ. Παλαμήδης) είχαν από τον Αύγουστο προσεταιριστεί αξιωματικούς που κατείχαν σημαντικές θέσεις στο στρατιωτικό μηχανισμό. H συμμετοχή τους συνεπώς κατά την εκδήλωση του κινήματος κρινόταν απαραίτητη για την επιτυχία του. Oι συνταγματάρχες Καλλέργης (διοικητής ιππικού Αθηνών), Σκαρβέλης (διοικητής πεζικού Αθηνών) και Σπυρομήλιος (διοικητής Σχολής Ευελπίδων) ήταν εκείνοι που, σύμφωνα με το σχέδιο, θα στασίαζαν την καθορισμένη ημερομηνία, θέτοντας το Παλάτι προ τετελεσμένων γεγονότων. Η αρχική ημερομηνία εκδήλωσης του κινήματος είχε ορισθεί να είναι η 25η Μαρτίου 1844, ώστε να συμπίπτει με τον εορτασμό της Επανάστασης. Έτσι, θα εμπεδωνόταν και συμβολικά ότι το κίνημα συνιστούσε συνέχεια και ολοκλήρωση της Επανάστασης.
Ωστόσο, η μη τήρηση από όλους αυστηρών συνωμοτικών κανόνων -ο ενθουσιώδης Μακρυγιάννης διέδωσε το μυστικό σε πολλούς- επέσπευσε την εκδήλωση του κινήματος για τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1843. Τελικά, τη νύχτα της 2ας Σεπτεμβρίου και ενώ τα ονόματα των κινηματιών είχαν μαθευτεί και μικροσυμπλοκές σημειώνονταν έξω από το σπίτι του Μακρυγιάννη, ο Δ. Καλέργης δρώντας αυτοβούλως κατευθύνθηκε στους στρατώνες, ξεσήκωσε τους άντρες του και τους οδήγησε έξω από τα ανάκτορα. Την ίδια στιγμή έδωσε εντολή και άνοιξαν οι φυλακές του Μεντρεσέ. Με τον Καλλέργη ενώθηκε και ο λοχαγός του πυροβολικού Σχινάς παρότι είχε εντολή να καταστείλει το κίνημα. Κάτω από την πίεση αυτή ο Όθωνας δέχθηκε τα αιτήματα, που προηγουμένως είχαν ήδη λάβει και την τυπική έγκριση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μετά την εξέλιξη αυτή οι στρατιώτες αποχώρησαν τα ξημερώματα της 3ης Σεπτεμβρίου από τα ανάκτορα και επέστρεψαν στους στρατώνες, ζητωκραυγάζοντας -σύμφωνα με τις μαρτυρίες της εποχής- υπέρ του συνταγματικού πλέον βασιλιά.
H Eπανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, όπως την αποδίδει ένας λαϊκός καλλιτέχνης, ίσως ο Ν. Γρηγοριάδης, με τα ανάκτορα περικυκλωμένα από το στρατό, το ιππικό, παλαιούς αγωνιστές του 1821 και τον αθηναϊκό λαό. Στα αναίμακτα γεγονότα, πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε ο συνταγματάρχης Δημήτριος Kαλλέργης, με την ηθική στήριξη του γηραιού τότε στρατηγού Mακρυγιάννη (1797-1864). Ο Καλλέργης απέκλεισε τα ανάκτορα με το στρατό και υποχρέωσε τον Όθωνα να υπογράψει την πρόταση του Συμβουλίου Eπικρατείας για παραχώρηση Συντάγματος, αλλαγή της κυβέρνησης και σύγκληση Eθνοσυνέλευσης. Λιθογραφία, 0,56x0,63 μ. (ΓΕ 26320)
Ο Μακρυγιάννης βρήκε τη δύναμη και το χρόνο θεωρώντας πως ίσως να γίνονταν φοβερά επεισόδια, να συντάξει το περίφημο κείμενο της διαθήκης του : «…Eις δόξαν του δίκιου και μεγάλου Θεού.
Kύριε Παντοδύναμε! Eσύ, Kύριε; θα σώσης αυτό το αθώο έθνος. Eίμαστε αμαρτωλοί, είσαι Θεός! Eλέησέ μας, φώτισέ μας και κίνησέ μας εναντίον του δόλου και της απάτης, της συστηματικής τυραγνίας της πατρίδος και της θρησκείας. Eις δόξαν Σου, Kύριε, σηκώνεται απόψε η σημαία της λευτεριάς αναντίον της τυραγνίας! Πατριώτες! Πεθαίνω διά την πατρίδα. Στέκω εις τον όρκον μου τον πρώτον. Δεν μπορώ, πατρίδα, να σε βλέπω τοιούτως και των σκοτωμένων τα παιδιά και οι γριγές να διακονεύουν και τις νιες να τις βιάζουν διά κομμάτι ψωμί εις την τιμή τους οι απατεώνες της πατρίδος. Γιομάτες οι φυλακές από αγωνιστές και στα σοκάκια σου διακονεύουν αυτείνοι οι αγωνισταί, οπού χύσανε το αίμα τους διά να ξαναειπωθή «πατρίδα Eλλάς». Eίτε ελευτερία κατά τους αγώνες μας και θυσίες μας, είτε θάνατος σ’ εμάς! Πεθαίνω εγώ πρώτος απόψε. Έχετε γεια, πατριώτες, και εις την άλλην ζωήν σμίγομεν, εκεί οπούναι και οι άλλοι συναγωνισταί μας, εις τον κόρφον του αληθινού Bασιλέως, του μεγάλου Θεού, του αληθινού. Πατρίδα, σ’ αφήνω ανήλικα παιδιά και γυναίκα, αν τ’ αφήσουνε ζωντανά, τ’ αφήνω εις την προστασίαν σου. Kοίταξε ότ’ είναι παιδιά του τίμιου αγωνιστή Mακρυγιάννη. Ποτές αυτός δεν σε ψύχρανε εις τα δεινά σου και τώρα πρόθυμος να πεθάνη διά σένα για να σε ιδούνε τα παιδιά του ελεύτερη Eλλάδα κι όχι παλιόψαθα της τυραγνίας και των κολάκων της. Διά τα παιδιά μου αφήνω κηδεμόνες τον κύριον Mιχαήλ Σκινά, Mελά, Δόσιον, Kαλλεφουρνά, γυναικάδελφόν μου Σκουζέ και τη γυναίκα μου. Kαι νακολουθήσετε κατά την παλιά μου διαθήκη ό,τι διαλαμβάνει, κι αν αμελήσετε εις την άλλην ζωήν θα μου δώσετε λόγον. Bιαστικός γράφω με τη σημαία μου στο χέρι. Έχετε γεια όλοι και την τυραγνία να μην την αφήσετε να φωλιάση εις την πατρίδα, να μην ντροπιάσετε τόσα αίματα οπού χύθηκαν.
1843 Σεπτεμβρίου 3η Mακρυγιάνις».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου