Δεν έχουμε όλοι τις ίδιες αντοχές, είτε εκ φύσεως, είτε δεν είμαστε το ίδιο καλά προπονημένοι. Άλλοι είμαστε μαραθωνοδρόμοι, άλλοι πάλι κατοστάρηδες. Κάποιοι από μας θα τερματίσουν, κάποιοι άλλοι θα σέρνονται λίγο πριν το τέρμα, ίσως να λυγίσουν και να πέσουν με το πρόσωπο στη γη. Πώς γράφεται η ήττα;
Δε βιώνουν με τον ίδιο τρόπο όλοι οι άνθρωποι την ίδια διαδρομή. Φαινομενικά μοιάζουμε, αλλά είμαστε ο καθένας εντελώς διαφορετικός από τον άλλον. Δε μιλάμε όλοι την ίδια γλώσσα, δεν έχουμε τις ίδιες προσλαμβάνουσες και την ίδια παιδική ηλικία. Δεν αγαπάμε το ίδιο, δεν αντιλαμβανόμαστε το ίδιο. Έτσι εντελώς διαφορετικά εισπράττουμε το ίδιο γεγονός, μια λέξη, ένα βλέμμα ή ένα άγγιγμα. Δύο άνθρωποι μόνοι σε ένα δωμάτιο θα νιώσουν ο καθένας τα δικά του συναισθήματα.
Η ζωή όμως συνεχίζεται και δε ρωτά ούτε για τις αντοχές μας, ούτε για τα ιδιαίτερα τερτίπια του χαρακτήρα μας. Συχνά η αισιοδοξία εναλλάσσεται με τη συγκρατημένη απελπισία και για να δείχνουμε δυνατοί φοράμε μάσκες, που ενίοτε γίνονται φίμωτρα και συνήθεια και μετά ανάγκη και εξάρτηση. Μέσα στο μέγα πλήθος των ομοειδών ασθμαινόντων, ίσως και να βρεθεί κάποια φωνή αντίδρασης. Είναι από εκείνον που θα βγει μπροστά και θα μιλήσει για το «παραμύθι», εκείνο που τώρα πια δεν ηρεμεί, δε νανουρίζει, αλλά φανερώνει τη γύμνια των ηρώων και κάνει σε όλους φανερό ότι τούτο το παραμύθι έχει μόνο Δράκο, που έχει κατασπαράξει την καλή Νεράιδα. Εμείς και ο Δράκος, ο Δράκος και εμείς. Όλοι παραμυθιαζόμαστε, απλώς κάποιοι έχουμε επίγνωση. Θεέ μου, πόσο μπερδεμένα είναι όλα, όταν το αυτονόητο γίνεται δυσνόητο!
Σκάλωμα και ακινησία. Δεν είναι ζωή αυτή που ζούμε. Και με βεβαιότητα καρδιάς μπορώ να πω ότι δεν ταιριάζει σε κανέναν ο φόβος και η παρατεταμένη αγωνία. Φόβος για το αύριο και την επιβίωσή μας. Για τα παιδιά μας και τους γονείς μας. Φόβος για τα οικονομικά και για κάθε λογής πανδημίες. Ας γίνει κάτι να τελειώνουμε, γρήγορα όμως. Την περίμενα πιο σβέλτη και πιο αποτελεσματική τη ζωή. Τώρα τι κάνει; Όλα τα κάνει αργά και βασανιστικά, αλλά το χειρότερο και με πολύ θόρυβο. Θα πτωχεύσουμε ξανά, κατά πώς τιτιβίζουν τα κοράκια; Θα νοσήσουμε; Θα θρηνήσουμε; Θα πενθήσουμε; Ίσως και να ζήσουμε.
Ας γίνει κάτι γρήγορα, γιατί τώρα δε ζούμε, είναι όλα σε αναστολή και όλα εκκρεμούν. Το λες και ντροπή. Τι θα λένε για μας τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας και το χειρότερο, ο ιστορικός του μέλλοντος; Εκτεθειμένοι από κάθε πλευρά. Τίποτα δεν μπορούμε να γιάνουμε, ούτε τη φτώχεια, ούτε την ανεργία, ούτε τον φόβο, ούτε το θανατικό. Κανείς μας δεν μπορεί να δώσει ασφάλεια στα παιδιά. Κουρελήδες με τρόμο στο βλέμμα και χορτασμένοι με αποφάγια ηδονής. Η τιμωρία και η ξεφτίλα μας. Οι ζωές μας ζαριά στα χέρια επιδέξιων τζογαδόρων και μεγάλα λόγια από μικρούς ανθρώπους.
Έχει πολλές μετωπικές η πραγματικότητα και μια βεβαιότητα που κραυγάζει βουβά τον μεγαλύτερο φόβο μας:
«Φοβάμαι να είμαι μόνος μου!».
Κουλουριάζεσαι στο κρεβάτι μέσα στα σκοτάδια σου με μάτια ορθάνοιχτα και χαμογελάς. Το παιχνίδι ίσως ακόμη παίζεται. Και μετά η αγωνία σου: «Ας βγάλουμε καλούς ανθρώπους στη βόλτα στον κόσμο. Παιδιά που θα βλέπουν το σπίτι του γείτονα στις φλόγες και θα τρέχουν να τις σβήσουν».
Πόσο όμορφοι είναι οι άνθρωποι όταν θέλουν. Όταν νοιάζονται, φτιάχνουν γέφυρα ασάλευτη ανάμεσα στην καρδιά και στην αιωνιότητα. Μετά από πολύ καιρό σήκωσα τα μάτια στον ουρανό και νομίζω ότι είδα δύο αστέρια να χορεύουν. Φωτίστηκαν για λίγο τα μέσα μου. Θα μετρήσουμε τις αντοχές μας, τα κότσια μας, θα σηκώσουμε τα μανίκια και θα το φτάσουμε μέχρι το τέλος. Θα ζήσουμε και θα είμαστε πάλι εδώ μαζί, θα δώσουμε ραντεβού για τα πιο όμορφα ηλιοβασιλέματα. Γιατί τα πιο όμορφα δεν τα ζήσαμε ακόμη, ούτε γνωρίσαμε τις πιο δυνατές συγκινήσεις. Φύσα αγέρι, φύσα αγέρι, κι ας φοράει το κορίτσι φόρεμα!
Από πού ακούγονται μουσικές; “Είσαι μικρός και δε χωράς τον αναστεναγμό μου...”
Η μαγκιά είναι να μείνουμε άνθρωποι, να μείνουμε όρθιοι. Κι ας μη μας γουστάρει η ζωή καμιά φορά, τη θέλουμε εμείς με πάθος! Ζ.Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου