Ο Βασίλης Στεριάδης (1947, Βόλος - 2003 Αθήνα) ήταν Έλληνας ποιητής και κριτικός. Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ιταλικά στο Universita per Stranieri στην Περούτζια της Ιταλίας. Εργάστηκε ως δικηγόρος μέχρι το 2002. Για δύο χρόνια (1974-75) υπήρξε σύμβουλος Γραμμάτων στην ετήσια έκδοση «Χρονικό».
Από το 1969 συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά (Λωτός, Χρονικό κ.ά.) και από το 1976 μέχρι το 1984 έγραφε άρθρα και κριτικές βιβλίων στην εφημερίδα Η Καθημερινή. Επινόησε τον λογοτεχνικό όρο Γενιά του '70, ιδιαίτερα προς το τέλος της χούντας και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Στη Νέα Ιωνία δημιουργήθηκε το Ίδρυμα «Εργαστήριο Νεωτερικής Ελληνικής Ποίησης Βασίλης Στεριάδης». Πρόσφατα, με απόφαση του Δήμου Νέας Ιωνίας, μια πλατεία κοντά στο σπίτι του ποιητή, πήρε το όνομα του.
Εργογραφία
Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2004) Η τέχνη της ανάγνωσης, Γαβριηλίδης
(2002) Χριστούγεννα της ισοπαλίας, Κέδρος
(1998) Ο κ. Ίβο. Το ιδιωτικό αεροπλάνο, Κέδρος
(1992) Ο προπονητής παίκτης, Κέδρος
(1983) Το χαμένο κολιέ, Κέδρος
(1979) Η κατηγορία Α1, Εγνατία
(1976) Ντικ ο χλομός, Κέδρος
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013) Ανθολογία της ελληνικής ποίησης (20ός αιώνας), Κότινος
(2008) Ενδοσκεληδόν, Ζήτρος
(2001) Για τον Βαγενά, Αιγαίον
(2000) Για τον Σινόπουλο, Αιγαίον
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ο καβαλλάρης
στη Γιολάντα
Κάποιο είδος ανθρώπινο μού κατέστρεψε την έμπνευση. Έτσι
έκλεισα το κορίτσι στα σκοτάδια του Μεγάλου Σαββάτου.
Ύστερα κάθισα πιο αναπαυτικά στα ξερά δαφνόφυλλα.
Θέλησα να καπνίσω κι έβαλα εκείνο το πικρό πράμα στο στόμα μου.
Την επιούσα έφευγα πίσω από τις μάντρες, έβγαινα ενισχυμένος σαν
τον Τελαμόνιο, μοναχός ευαγγέλιο. Συνάντησα ανθρώπους
όπως άλλοτε στην Αθήνα, κάτω ήταν το κρύο κι η ψυχή τους
σύνολον ενιαίον, συναχώματα και τέτοια. Κάτι απότομα
τρυφερό και στο βάθος, όπως οι ταξιδεμένες μητροπόλεις
Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου, η κοπέλα που διέκοψα μαζί της.
Στο μεταξύ όμως είχα γνωριστή με τα κουμπιά,
τα πλήκτρα και άλλα σύνεργα των γυναικών. Εκεί ήταν
και ο φίλος μου μονίμως καβάλα στο μαντρότοιχο
που αργότερο τον γέμισα κάτι περίεργες κουμπότρυπες
και τον έστειλα στον ουρανό. Εσύ το βιολί σου, μού έλεγε
γράφε ξερά κι ανυπόμονα, είναι θέματα αυτά,
ιστορίες μικρές για ένα άγριο παραθέρισμα.
✦✦✦✦
η αρραβωνιαστικιά μου
Ο εξάδελφος Μανώλης
πιθανή συγγένεια με το γένος των ανθρώπων
σαν τους σιχαμένους. Ο μικρός το δέμας, ειδικός
επί των κυττάρων της προσόψεως. Μου έλειπε το πρόσωπο
και το έχασα στον πόλεμο τους είπα, φυσικά τους είπα
ψέματα. Η θεία μου ήτανε πεθαμένη στην αρχή της άλλης
πόλης. Το κατάλαβε πως άκουγα τη μουσική που ερχόταν
από σπάνιο ύψος κι έγραφα κι έβριζα τη Μαρία
και τη μάνα που με γέννησε. Στο γάμο μου έφεραν λουλούδια
κι αντικείμενα από μέταλλο. Ήμουν περίλυπος μ’ αυτή τη θεία
που πέθανε. Έβγαινε ο ήλιος τώρα κι έκανε στην πόρτα
μια λευκή κηλίδα. Άρχισα να διορθώνομαι λίγο-λίγο
σαν παιδί. Έβγαζα μάτια, δόντια και μαλλιά
ώσπου είδα πάλι στην πραγματικότητα την αρραβωνιαστικιά
μου· ερχόταν απ’ την άλλη πόλη με το φίλο της, όπως
κρατάμε τα σκυλιά στην αλυσίδα. Έκοψα το τηλέφωνο
κι έγινα ιατρός ψυχών.
✦✦✦✦
ο γάμος μου και τα πουρνάρια
Καρφωμένος στην πέτρα απόγευμα πάλι θαύμαζα τα χέρια μου
την ιστορία μου. Ιδίως το γράμμα Φ από τα φτερά μου.
Τη γυναίκα μου που έμεινε κι αυτή στο γύψο
με τις προσευχές της. Παξιμάδια έπεφταν στριφογυρίζοντας ολοένα
όπως το χιόνι σε εποχές εποχούμενες πάνω στο έλκυθρο.
Τέσσερις πέντε εμπειρογνώμονες φιλονικούσανε για τα συμπτώματα
και την ουσία μου. Τους ξεγέλασα όλους. Η Πελαγία, η μάνα μου
χάρηκε πολύ που έγινα γιατρός και τι γιατρός. Είμαι
οτιδήποτε χρειάζεται για ουράνια χώματα και χρώματα
και πτώματα, κυρίως για τενεκέδες. Ύστερα, ένα χρόνο αργότερα
πάνω στις δυσκολίες του βίου μου, θέλω να πω όταν πέθανα
βρήκα τη θεία μου που είχε πεθάνει το φθινόπωρο. Είχα
ησυχάσει τώρα και αλήτευα στα κράσπεδα, στην αρχή
της άλλης πόλης, μουρμουρίζοντας εορτολόγια
και βίους αγίων σαν υποκριτής, φερσίματα ελαφρά
όπως οι πρόστυχοι.
Από το βιβλίο «Έξη Ποιητές» [Ιδιωτική Έκδοση, Αθήνα 3/1971]
https://diskoryxeion.blogspot.com/
(I)
ΘΕΑΤΡΟ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ
Όχι απλώς τζαζ και μπλουζ.
Το μυαλό μου ξαναπηγαίνει
στη μαύρη μπάντα της Νέας Υόρκης.
Με το τέρας.
Κίτρινος σαν το πρόσφατο
παγκόσμιο κύπελλο.
Όχι, αν διαφωνείς, πες τη μαλακία σου.
Τελευταία φορά που γράφω
κίτρινα ποιήματα για κίτρινους.
Εκτός αν γράψω
για τα λυπημένα μάτια της αγελάδας.
Ή για τον Λι Πο
που πνίγηκε μεθυσμένος.
Έκανε ν’ αγκαλιάσει ένα φεγγάρι
στον κίτρινο ποταμό.
Από τη συλλογή: «Χριστούγεννα της ισοπαλίας»
✦✦✦✦
(ΙΙ)
α
Κάτι στριφογυρίζει πάλι στο μυαλό μου
αλλά είπα να μη σκέφτομαι κάθε μέρα.
Από την μπαλκονόπορτα
μπορώ να βλέπω την ανυπόστατη προοπτική μιας μπόρας
και μου έρχονται στο νου παλιές κοινότυπες εκφράσεις
που δε μου άρεσαν καθόλου
όπως «ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός»
ή «είμαστε πάντα αιχμάλωτοι των εποχών»
ξέρεις, αυτό είναι μια κακή συνήθεια
από τότε που έγραφα νεανικά ποιήματα.
«Σταμάτησα να γράφω ποιήματα»
Ύστερα θα σηκωθώ από το σκοτάδι
και θα πω στον πατέρα μου: μην εκνευρίζεσαι
σταμάτησα να γράφω ποιήματα.
Από τη συλλογή: «Ο κ. Ίβο»
✦✦✦✦
(III)
ΟΜΙΛΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
Σχεδόν σε είπε,
θα σε πει ρόμπα και χαμένο τσόλι.
Αν αγαπήσει,
θα σε πει και καλτσοδέτα
και διαιτητή μαιμού.
Έξω από τις αγωνιστικές γραμμές
στις γειτονιές της εργατούπολης.
Τορίνο,
το πρώην λαϊκό αγόρι μπαίνει στο
χρηματιστήριο
με την Κυρία και τους μπανκονέρι.
Γι’ αυτό κι εσύ να προσέχεις, φυλάξου,
να μην κάνεις τη σφυρίχτρα σου τσίχλα.
Θα στη βάλουν ανάποδα
όπως και το σημαιάκι της δουλειάς
στο βοηθό σου.
Είτε περάσει ο καιρός είτε που
θα πεθάνεις.
Να ερωτεύεσαι λοιπόν, όπως εγώ.
Και να τραγουδάς.
Σεντ Λούις μπλουζ.
Όπως στο Τενεσί από την αυτοκράτειρα.
Με τη φωνή της σκίζει την τρομπέτα.
Λίγο πριν ξεκινήσει
για τον ουρανό με τα διαμάντια.
https://exitirion.wordpress.com/
ΣΤΑΜΑΤΗΣΑ ΝΑ ΓΡΑΦΩ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Αυτό το παλιό ξυπνητήρι μου θύμισε άξαφνα την ώρα
Αν ήξερες τη μοντέρνα ποίηση στους διαδρόμους του εγκεφάλου μας
θα μου έλεγες είναι μια μακαρίτισσα ιστορία.
Κοίταξα πάλι τα ρούχα μου:
Φορούσα ένα σακάκι από παλιό πετσί, από πετσί ανθρώπου.
Είναι και μερικά σημεία απροσδιόριστα
υποσκάπτουν τη σκέψη μου με βασανίζουν.
Ένα γράμμα σύννεφο
τ’ ανοίγω λέει φοβάμαι
το χθεσινό μου όνειρο εκεί η φωτιά από το χθεσινό μου όνειρο
κι αυτό ή το άλλο δωμάτιο που καίγεται.
Σκέφτηκα τότε την ποιότητα εκείνου του δωματίου
με σωρούς βιβλία, διαγράμματα και σχέδια για το μέλλον.
Φοβάμαι την κατάληξη
της προτεινόμενης ηθικής προστασίας
και την οδυνηρή εξίσωση πάνω στο αδιατάρακτο κενό.
Μια μέρα
θα βγω στην ακατάπαυστη βροχή με το σακάκι μου θα προχωρήσω καταπάνω της
ο σίγουρα ένοχος σε θετικά σημεία
με κάποιο παραλογισμό στη σκέψη, στην εμφάνιση
θ’ αρχίσω να βγάζω από μέσα μου ένα προς ένα
τα παλιά στίγματα του ονείρου
θα ξεχάσω τα πάντα
το σπίτι κάποτε με τα κλειστά παράθυρα
την υγρασία
και το κορίτσι με το φαγωμένο πρόσωπο
που με περίμενε στη σκάλα.
Ύστερα θα σηκωθώ απ’ το σκοτάδι
και θα πω στον πατέρα μου: μην εκνευρίζεσαι
σταμάτησα να γράφω ποιήματα.
✦✦✦✦
ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ
Θα καπνίσω ένα τσιγάρο και θα φύγω.
Αν μπορούσαν να κινηθούν τα μισάνοιχτα χείλη της Μέδουσας
ή αν ρωτούσαμε το μαντείο των Δελφών
πού θα μας πάνε οι άσκοπες αναζητήσεις
θα ’ρχοτανε η φωνή που χάσαμε τα ονόματά μας
ανάμεσα σε μερικές εκατοντάδες λέξεις
κι είμαστε μόνο «αυτός», «αυτή», «αυτό»
Δεν είναι κι άσχημο
τουλάχιστον κρατήσαμε το φύλο και το γένος
κάτι σώθηκε
Ακόμα η ικανότητα για αναπαραγωγή. Λοιπόν
ένα τσιγάρο ακόμα και θα φύγω
✦✦✦✦
Θα καπνίσω ένα τσιγάρο και θα φύγω.
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΠΟΙΗΜΑ
Έχω μια ώρα προθεσμία
γιατί ξεκίνησα νωρίς
και το μεγάλο ηλεκτρικό ρολόι είναι πάντα αμείλικτο
τίποτα δεν καταλαβαίνει απ’ τα προβλήματα του χρόνου.
Έχει σωπάσει τώρα το μεγάφωνο τουσταθμού
(ούτε ένα φύσημα για δοκιμή)
έγινε σύνορο η σιωπή μας. Έγινε φράχτης
αν αυτό το τρένο που περιμένουμε δεν ερχόταν ποτέ
θα ήμουν ο μόνος απ’ όλους αυτούς με τις αποσκευές
που θα ήξερε τον προορισμό του
✦✦✦✦
Ο κ. ΙΒΟ
Δεν έχει σημασία που είστε εσείς κ. Ίβο,
μπορεί να ήταν η Μαρία ή κάποιος άλλος.
Ξέρετε εμείς περιμένουμε κάποιον επισκέπτη
περισσότερο σαν πρόφαση.
Ίσως βέβαια να περιμένουμε κάποιον άλλον
αλλά όλες αυτές οι διαφορές στο ύψος και τις κινήσεις σας
είναι τυχαίες παραλλαγές του ίδιου,
λέω πως είμαστε πάντα εμείς κι εμείς
Μιλήστε δυνατά, κύριε Ίβο,
μη σας εκπλήσσουν αυτές οι παραπληρωματικές συμπτώσεις
απλές συνωνυμίες ανθρώπων
που ερωτεύτηκαν ξαφνικά τη φωνή τους
όταν εμείς συνερχόμασταν αλαλαγμένοι
ακόμα από τη στερεομετρία των ήχων
και δεν είχαμε καιρό για συναισθήματα,
μάλιστα επιταχύναμε τον ρυθμό της αναπνοής μας
ρίχνοντας μέσα μας περισσότερες συλλαβές
από κάρβουνο και πρωτεΐνες.
Έτσι φτάσαμε σ’ ένα παράδοξο αποτέλεσμα,
το καταλαβαίνετε αυτό, κύριε Ίβο,
προσπαθήστε πάλιν δια της εις άτοπον απαγωγής
αλλά τι λέω
εμείς δεν έχουμε ηλικία στα πρόσωπα
δε μεγαλώσαμε καθόλου
κάτω από το σοβά του τοίχου
καιροφυλακτεί μια παρατεταμένη χειμωνιάτικη σιωπή
γι’ αυτό μιλήστε δυνατά.
Μιλήστε λοιπόν
θ’ απομονώσουμε τις κραυγές από το περιβάλλον
και θα προχωρήσουμε στις πράξεις
είμαστε πρακτικοί άνθρωποι, κύριε Ίβο
ένα –
δύο –
τρία –
τέσσερα ιδιωτικά χάσματα χαραδροειδή
με χαίνουσα χωρητικότητα
τέσσερα πλην τέσσερα συν τέσσερα
δια τέσσερα επί τέσσερα
θα μου πείτε πως αυτό δεν είναι καν ένα ποίημα.
Ναι, το ξέρω, κύριε Ίβο
κάνετε σύγχυση φαίνεται με τη σύγχρονη συνενοχή σας.
Ελάτε πιο μέσα, κύριε Ίβο
χαίρομαι που αφήσατε ανοιχτή την πόρτα
δε βλέπω καμιά πιθανότητα να γνωριστούμε
θα σας μιλάμε πάντα στον πληθυντικό.
http://deepunctum.blogspot.com/Το ποίημα Τζένη
β
Αυτό που θέλω να σου πω δεν είναι μες στο ποίημα
όχι τόσο γιατί θέλω να σου μιλήσω,
αλλά γιατί κάθε φορά που ανοίγω ένα σπαραχτικό βιβλίο
με κομματιάζει η έλλειψη επικοινωνίας.
Έστειλα την αγάπη μου για ύπνο
λένε τα όνειρα κάνουν καλό στα ευαίσθητα παιδιά
και φύλαξα το πρόσωπό σου σε μια φωτεινή στιγμή
της αϋπνίας μου
σαν ένα μυστικό τηλεφώνημα το απόγευμα της Κυριακής.
Σκέψου κάθε πρωί όταν ξυπνάς
έχεις μια αίσθηση πιο σύγχρονη της μοναξιάς σου
γι' αυτό αλλάζεις ντύσιμο,
χτενίζεσαι με τον καινούργιο τρόπο
κοιτάζοντας με προσοχή μες στον αδιάφορο καθρέφτη
ύστερα παίρνεις τα βιβλία σου βαριεστημένη, πας στο μάθημα.
Τι να τα κάνεις τα μαθήματα
κι εγώ τα ποιήματα τι να τα κάνω;
Καλημέρα σου.
Από τη συλλογή Ο κ. Ίβο (1970)
[πηγή: Βασίλης Στεριάδης, Ο κ. Ίβο – Το ιδιωτικό αεροπλάνο, Εγνατία/Τραμ, Θεσσαλονίκη 21978, σ. 18]
(Ντικ ο χλομός, Κέδρος 1976)
Ντικ ο χλομός
Ποιος πηγαίνει το σύννεφο; Πάντως
Κάποιος πηγαίνει.
Οι μαργαρίτες ίσως
Και η Ανάσταση ή
Ο φίλος μου Τάσος, και φωνάζει
Ουρανέ, γιατί πέθανα;
Ουρανέ, είσαι τρύπιος και βρέχεις καρέκλες
Ουρανέ, είσαι από σάλιο.
Κάποιος πηγαίνει.
Οι μαργαρίτες ίσως
Και η Ανάσταση ή
Ο φίλος μου Τάσος, και φωνάζει
Ουρανέ, γιατί πέθανα;
Ουρανέ, είσαι τρύπιος και βρέχεις καρέκλες
Ουρανέ, είσαι από σάλιο.
Αν δεν ήσουν ωραία
Δεν θα ήσουν ούτε ανάσκελα
Θα ήσουν μάλλον η μια από τις εκατό καρέκλες
Στον ουρανό.
Και ο αγαπημένος σου θα ήταν
Μια επαρχιακή μπανάνα σαν τον Ντικ
Μαλόου.
Δεν θα ήσουν ούτε ανάσκελα
Θα ήσουν μάλλον η μια από τις εκατό καρέκλες
Στον ουρανό.
Και ο αγαπημένος σου θα ήταν
Μια επαρχιακή μπανάνα σαν τον Ντικ
Μαλόου.
Αγαπητέ μου Ντικ,
Από τις βόρειες επαρχίες
Είσαι ψηλός και Αντρέας και αρχίζει από μ.
Τώρα είσαι ψόφιος ή κοιμάσαι;
Μονάχα μην πεθάνεις στʼ αλήθεια φίλε μου
Και την πατήσεις σαν και εμένα.
Από τις βόρειες επαρχίες
Είσαι ψηλός και Αντρέας και αρχίζει από μ.
Τώρα είσαι ψόφιος ή κοιμάσαι;
Μονάχα μην πεθάνεις στʼ αλήθεια φίλε μου
Και την πατήσεις σαν και εμένα.
Δεν είσαι εν τάξει, ουρανέ μου.
Γιατί σε θέλω με εκατό γαλάζια συκώτια,
Αλλά μάλλον σε θέλω για μεγάλες δουλείες
Ή για θάνατο.
Γιατί σε θέλω με εκατό γαλάζια συκώτια,
Αλλά μάλλον σε θέλω για μεγάλες δουλείες
Ή για θάνατο.
Αγαπητέ μου Ντικ, όταν πεθάνεις
Να μου φέρεις το φιλμ η νύφη περπατάει
Με τα κόκκινα.
Ακόμα φέρε και κανένα κορίτσι
Μου αρέσουν οι λιγνές
Φερʼ ειπείν η Κάτια σου.
Να μου φέρεις το φιλμ η νύφη περπατάει
Με τα κόκκινα.
Ακόμα φέρε και κανένα κορίτσι
Μου αρέσουν οι λιγνές
Φερʼ ειπείν η Κάτια σου.
Είσαι ψηλός λίγο ασχημάντρας
Αλλά είσαι και ωραίος ανάμεσα στα κορίτσια.
Μου αρέσει που είσαι ασχημάντρας
Δικηγόρε – αθλητή ου
Και πελάτης του θανάτου.
Αλλά είσαι και ωραίος ανάμεσα στα κορίτσια.
Μου αρέσει που είσαι ασχημάντρας
Δικηγόρε – αθλητή ου
Και πελάτης του θανάτου.
Θα κάνεις μια δυνατή βουτιά
Και θα ξαναβρείς τα φτερωτά μυρμήγκια
Και τα κουβαλάς στο στομάχι μου
Ονομαζόμενος Ταξιάρχης Μιχαήλ στον αιώνα.
Και θα ξαναβρείς τα φτερωτά μυρμήγκια
Και τα κουβαλάς στο στομάχι μου
Ονομαζόμενος Ταξιάρχης Μιχαήλ στον αιώνα.
Δεν είσαι εν τάξει ουρανέ μου
Να μου φέρεις αμέσως τον Ντικ
Και μερικούς άλλους ψηλούς
Να κάνουμε ομάδα.
Να μου φέρεις αμέσως τον Ντικ
Και μερικούς άλλους ψηλούς
Να κάνουμε ομάδα.
Αγαπητέ μου Ντικ, από πότε κουφάθηκες;
Σε ζητάει ο ουρανός για να γίνουμε έντεκα
Να πεθάνεις αμέσως ηλίθιε,
Σου μιλάει ο Τάσος/
Να ψοφήσεις και αλλιώς δεν είσαι φίλος.
Σε ζητάει ο ουρανός για να γίνουμε έντεκα
Να πεθάνεις αμέσως ηλίθιε,
Σου μιλάει ο Τάσος/
Να ψοφήσεις και αλλιώς δεν είσαι φίλος.
Πώς να σε πάρω από το γήπεδο;
Να σου στείλω καλύτερα ένα ταξί
Να σου ρίξω μια σκάλα
Μια βόμβα στʼ αυτιά σου να ξεβουλώσουν
Να σου στείλω καλύτερα ένα ταξί
Να σου ρίξω μια σκάλα
Μια βόμβα στʼ αυτιά σου να ξεβουλώσουν
Να σου ρίξω ρετσίνι στα μάτια;
Αγαπητέ μου Τάσο.
Για να πεθάνω και να ρθω αποκλείεται
Δεν μʼ αφήνει η Κάτια.
Αλλά η Κάτια είναι τρύπια και λιγάκι τρελή
Όπως πέφτει από τα σύννεφα
Στο κουτί με τα κουφέτα.
Για να πεθάνω και να ρθω αποκλείεται
Δεν μʼ αφήνει η Κάτια.
Αλλά η Κάτια είναι τρύπια και λιγάκι τρελή
Όπως πέφτει από τα σύννεφα
Στο κουτί με τα κουφέτα.
Εσύ είσαι πεθαμένος και μπορείς και γράφεις
Τρελός όμως δεν είσαι
Οι πεθαμένοι δεν τρελαίνονται ποτέ
Είπε κάποιος πεθαμένος
Έχουν μια γλύκα στʼ αυτιά , μια ώθηση από μέσα
Μια γραφομηχανή.
Έχεις εκείνο το χρυσό συναίσθημα
Από το φλερτ της υδρογείου.
Τρελός όμως δεν είσαι
Οι πεθαμένοι δεν τρελαίνονται ποτέ
Είπε κάποιος πεθαμένος
Έχουν μια γλύκα στʼ αυτιά , μια ώθηση από μέσα
Μια γραφομηχανή.
Έχεις εκείνο το χρυσό συναίσθημα
Από το φλερτ της υδρογείου.
Είσαι άδειος σαν τον νοικοκύρη σου
Το γαλανό νεροχύτη – τι απέγιναν
Τα παλιά σου φλερτάκια, δεσποινίς ουρανέ;
Το γαλανό νεροχύτη – τι απέγιναν
Τα παλιά σου φλερτάκια, δεσποινίς ουρανέ;
Αυτό το καλοκαίρι
Έχει μια αγάπη για σένα,
Δια παντός αγαπημένος στα σκοτάδια
Λυρική νύχτα με φρούτα στον κόσμο
Και υγραέριο φως
Έχει μια αγάπη για σένα,
Δια παντός αγαπημένος στα σκοτάδια
Λυρική νύχτα με φρούτα στον κόσμο
Και υγραέριο φως
Να μου ρίξεις, αν θες, ένα γήπεδο.
Να μου ρίξεις τα άντερά σου
Να μου ρίξεις καλύτερα ένα ολόκληρο τραίνο
Για την περίοδο της μη στενοχώριας.
Να μου ρίξεις τα άντερά σου
Να μου ρίξεις καλύτερα ένα ολόκληρο τραίνο
Για την περίοδο της μη στενοχώριας.
Η γενική πλάκα
Και ήθελα να φύγω με τα λεφτά μου
Ή τη ζωή μου.
Ή τη ζωή μου.
Φασαρίες και μη φασαρίες
Θα ανεβάσεις πυρετό.
Τις γυρεύεις όταν τρέχεις Αθήνα – Πειραιά
Και τανάπαλιν – τούμπαλιν;
Να μου αγοράσεις μήπως καμιά κοπέλα
Καμιά πέτσινη φιλενάδα;
Και τανάπαλιν – τούμπαλιν;
Να μου αγοράσεις μήπως καμιά κοπέλα
Καμιά πέτσινη φιλενάδα;
Μοναξιές από τις μεγάλες μοναξιές σου
Δεν υπάρχει κανείς
ξεφτιλίστηκες. Μαθητή Μιχαήλ
ποιον θα κεράσω φωτεινή μπύρα
που φέρνει γρουσουζιά;
Δεν υπάρχει κανείς
ξεφτιλίστηκες. Μαθητή Μιχαήλ
ποιον θα κεράσω φωτεινή μπύρα
που φέρνει γρουσουζιά;
θα ήσουν κίτρινη στην παλιά σου παρέα
κοιμήσου τώρα πιο ήσυχη
όπως στο μεγάλο παγοποιείο.
Είσαι μια όμορφη κοπέλα
Με τη μύτη προς το έλεος της γης
Σα να ψάχνεις για πετρέλαιο.
Γιατί δεν φεύγεις και εσύ όπως οι φίλες σου;
Θα περάσει να σε πάρει το σπίτι σου;
Θα περάσει μήπως κανένα ταξί;
Τι άλλο θα περάσει;
κοιμήσου τώρα πιο ήσυχη
όπως στο μεγάλο παγοποιείο.
Είσαι μια όμορφη κοπέλα
Με τη μύτη προς το έλεος της γης
Σα να ψάχνεις για πετρέλαιο.
Γιατί δεν φεύγεις και εσύ όπως οι φίλες σου;
Θα περάσει να σε πάρει το σπίτι σου;
Θα περάσει μήπως κανένα ταξί;
Τι άλλο θα περάσει;
Ένα τραίνο που φεύγει πολύ μακριά
Μια γυναίκα γάτα μου είπε:
Μια γυναίκα γάτα μου είπε:
Χρόνια πολλά και πολλά φιλιά
Να προσέχεις τα τραίνα που φεύγουν μακριά
Και γίνονται γάτες. Έχεις δύο λεπτά
Γι να μαυρίσεις, δύο γαλλικά μέτρα δικά σου
Πεθαμένος εφʼ όρου ζωής.
Να προσέχεις τα τραίνα που φεύγουν μακριά
Και γίνονται γάτες. Έχεις δύο λεπτά
Γι να μαυρίσεις, δύο γαλλικά μέτρα δικά σου
Πεθαμένος εφʼ όρου ζωής.
Με απαλά νύχια θα περάσεις τη βαθειά πόρτα.
Αλλά μη βήχεις
Θα χαλάσεις το κοστούμι σου
Θα χαλάσεις το πάρτι με τους λοξούς
Κοιμήσου μόνο και μη σηκώνεσαι με τίποτα
Ούτε με ηλεκτρική σφαλιάρα
Ούτε με όλον τον τσιγαρόβηχα της Αθήνας.
Αλλά μη βήχεις
Θα χαλάσεις το κοστούμι σου
Θα χαλάσεις το πάρτι με τους λοξούς
Κοιμήσου μόνο και μη σηκώνεσαι με τίποτα
Ούτε με ηλεκτρική σφαλιάρα
Ούτε με όλον τον τσιγαρόβηχα της Αθήνας.
Έτσι θα ξαναπετάξεις μέχρι την εταιρία του ουρανού
Και θα φέρεις το μεγάλο εισιτήριο για βαθειά
Και μικρότερα εισιτήρια- αγγούρια
Ούτε για ταλέντα
Ούτε για σινεμά
Ούτε για το ξενοδοχείο του Μάρκου
Και θα φέρεις το μεγάλο εισιτήριο για βαθειά
Και μικρότερα εισιτήρια- αγγούρια
Ούτε για ταλέντα
Ούτε για σινεμά
Ούτε για το ξενοδοχείο του Μάρκου
Γιατί ξέρεις το βάθος, το κόκκινο νούμερο
Και σο βάθος αλλάζουν φανέλες οι ψυχές
«φόρεμα μείνε αεράτο για κείνον»
πεθαμένος ξανά και ξανά
το πρωί θα είσαι ήρεμος
αλλά πρόσεξε το βράδυ.
Και σο βάθος αλλάζουν φανέλες οι ψυχές
«φόρεμα μείνε αεράτο για κείνον»
πεθαμένος ξανά και ξανά
το πρωί θα είσαι ήρεμος
αλλά πρόσεξε το βράδυ.
................................................
Γαλάζια Κόρινθος
Ουρανός
Ο όποιος ουρανός να πάει να φέξει.
Το μεγάλο λαχείο «σιγουριά της ανοίξεως»
Εν τω μεταξύ η νύφη η παντοτινή
Με τα γαλάζια μυρμήγκια στην τσάντα της.
Εν τω μεταξύ η νύφη η παντοτινή
Με τα γαλάζια μυρμήγκια στην τσάντα της.
Λευκό- κίτρινο χρήμα του Μαΐου
Και του Πανεπιστημίου.
Να ήταν μπύρα ή να ήταν νύχτα
Και του Πανεπιστημίου.
Να ήταν μπύρα ή να ήταν νύχτα
Αχτύπητη μπόρα
Με τα ψώνια
Με την κιλότα
Η επαρχία με ψώνια τρουακάρ
Και το αρχιψώνιο τη Μαρία για σταρ
Η επαρχία μασάει τον Ρενέ Σαρ.
Και το αρχιψώνιο τη Μαρία για σταρ
Η επαρχία μασάει τον Ρενέ Σαρ.
Θα πρέπει να έχω θαφτεί
Η σχεδόν να έχω παντρευτεί
Μαζί με όλα τα βουτυρωμένα και τα φωτεινά
Όπως κατέρχονται από τον ουρανό
Η σχεδόν να έχω παντρευτεί
Μαζί με όλα τα βουτυρωμένα και τα φωτεινά
Όπως κατέρχονται από τον ουρανό
Ο Μιχαήλ και οι άγγελοι
Η μαστίχα της νύχτας
Το αμάξι μου ή ένα λουλακί σχολείο
Το καπέλο μου ή ένας άγριος πυρετός
Μέσα στα ελληνικά χόρτα
Η μαστίχα της νύχτας
Το αμάξι μου ή ένα λουλακί σχολείο
Το καπέλο μου ή ένας άγριος πυρετός
Μέσα στα ελληνικά χόρτα
Σε ποιο οροπέδιο πατάω;
Της Αγίας Παναγίας των αγγέλων;
Της Αγίας Παναγίας των αγγέλων;
Τίνος είναι το τραγούδι
Ο αδέσποτος σκύλος;
Ο αδέσποτος σκύλος;
Πληγή ζώσα που πέθανε
Κακιά και πονηρή
Κακιά και πονηρή
Από το ποίημα γαλάζια Κόρινθος
Μέχρι το ποίημα Λουλού.
Μέχρι το ποίημα Λουλού.
Λουλού, τα μάτια σου τέσσερα
Λουλού, το γαλάζιο μου κέρατο.
Τα άντερά μας, Λουλού
Το παντελόνι σου έγκυος
Το παντελόνι σου έγκυος
Τα όνειρά σου γεμάτα κοτόπουλα
Τα χαλασμένα σου φώτα στο δρόμο του κερατά
Λουλού, είμαι νούμερο, μη τα βάζεις μαζί μου
Που πήγα σο διάβολο
Που πήγα σο διάβολο
Κράτα τα πόδια σου κλειστά Λουλού.
(Επιλογή-Επιμέλεια: Νίκος Λέκκας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου