Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

Αλφόνς ντε Λαμαρτίν (21 Οκτωβρίου 1790 – 28 Φεβρουαρίου 1869)

Ο Αλφόνς ντε Λαμαρτίν (Alphonse Marie Louis de Prat de Lamartine, 21 Οκτωβρίου 1790 – 28 Φεβρουαρίου 1869), γνωστός στην Ελλάδα ως Λαμαρτίνος, ήταν Γάλλος ποιητής, μυθιστοριογράφος, ιστοριογράφος και πολιτικός, από τα μεγαλύτερα ονόματα του ρομαντισμού στην Γαλλία.
Καταγόμενος από οικογένεια μικροευγενών της Βουργουνδίας, πήρε την πρώτη του εκπαίδευση από την μητέρα του και κατόπιν φοίτησε σε εκκλησιαστικό κολλέγιο. Βαθειά ίχνη της φοίτησης αυτής διακρίνονται στο κατοπινό έργο του.
Φύση αισθηματική και με ζωηρή φαντασία, ταξίδεψε το 1811-12 στην Ιταλία. Στη Νεάπολη ερωτεύτηκε μια φτωχή κοπέλα από οικογένεια ψαράδων της Προτσίντα, την οποία απαθανάτισε αργότερα στο περίφημο μυθιστόρημά του Γκρατσιέλλα.
Το 1816, στην λουτρόπολη Αιξ-λε-Μπαιν, στις όχθες της λίμνης Μπουρζέ, σχετίστηκε με την σύζυγο του φυσικού και εφευρέτη Ζακ Σαρλ, Ζυλί Σαρλ (Julie Charles). Το ότι ήταν παντρεμένη και βαριά άρρωστη δεν εμπόδισε να αναπτυχθεί ένα δυνατό αλλά σύντομο ειδύλλιο. Συμφώνησαν να ξανασυναντηθούν στο Αιξ τον επόμενο χρόνο, αλλά η Ζυλί πέθανε. Ο θάνατός της ενέπνευσε στον Λαμαρτίνο την Λίμνη, ένα από τα αθάνατα ποιήματα της γαλλικής φιλολογίας.
Το 1820 έγινε αμέσως ευρύτατα γνωστός με την πρώτη του συλλογή Ποιητικοί ρεμβασμοί, που χαιρετίστηκε σαν αρχή νέας περιόδου στην γαλλική ποίηση. Το 1823 παντρεύτηκε μιαν Αγγλίδα και δημοσίευσε τους Νέους ρεμβασμούς. Το επόμενο έτος διορίστηκε γραμματέας της γαλλικής πρεσβείας στην Φλωρεντία και το 1829 έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Το 1832 πραγματοποίησε ταξίδι στην Εγγύς Ανατολή, καρπός του οποίου ήταν το Ταξίδι στην Ανατολή, το πρώτο πεζό έργο του. Στο βιβλίο αυτό διαφαίνεται ήδη (παρά τον θαυμασμό του για την αρχαία ελληνική τέχνη και τα με ελληνικά θέματα έργα του) ο φιλοτουρκισμός του Λαμαρτέν, ο οποίος τον οδήγησε αργότερα (1854) στην συγγραφή της Ιστορίας της Τουρκίας.
Κατά την διάρκεια του παραπάνω ταξιδιού του είχε εκλεγεί βουλευτής και διατήρησε την ιδιότητα αυτή ως το 1848, διακρινόμενος για την ρητορική του δεινότητα. Μετά την επανάσταση του 1848 (22-25 Φεβρουαρίου) διετέλεσε υπουργός των Εξωτερικών και κεντρική μορφή της νέας κατάστασης πραγμάτων. Έχασε όμως την δημοτικότητά του στις ταραχές του Ιουνίου που ακολούθησαν και απομακρύνθηκε από την εξουσία.
Έζησε τα τελευταία του χρόνια σε οικονομική στενοχώρια, αναγκασμένος να γράφει αδιάκοπα και μάλιστα έργα κατά παραγγελίαν.

Έργα


Ποίηση
  • Méditations poétiques (Ποιητικοί ρεμβασμοί, 1820, όπου περιλαμβάνεται Η Λίμνη)
  • La Mort de Socrate (Ο θάνατος του Σωκράτη, 1823)
  • Nouvelles Méditations poétiques (Νέοι Ποιητικοί ρεμβασμοί, 1823)
  • Le Dernier Chant du pèlerinage d'Harold (Το τλευταίο άσμα του προσκυνήματος του Χάρολντ, 1825)
  • Épîtres (Επιστολές, 1825)
  • Harmonies poétiques et religieuses (Ποιητικές και θρησκευτικές αρμονίες, 1830)
  • Recueillements poétiques (Ποιητικές περισυλλογές, 1839)
  • Le Désert, ou l'Immatérialité de Dieu (Η έρημος, ή Η εξαϋλωση του Θεού, 1856)
  • La Vigne et la Maison (Το αμπέλι και το σπίτι, 1857)

Έμμετρα μυθιστορήματα
  • Jocelyn (Ζοσλέν, 1836)
  • La Chute d'un ange (Η πτώση ενός αγγέλου, 1838)

Μυθιστορήματα
  • Raphaël (Ραφαέλ, 1849)
  • Graziella (1849)
  • Le Tailleur de pierre de Saint-Point (Ο οικοδόμος του Σαιν Πουάν, 1851)
  • Geneviève, histoire d'une servante (Ζενεβιέβ, ιστορία μιας υπηρέτριας, 1851)
  • Fior d'Aliza (1863)
  • Antoniella (Αντονιέλλα, 1867)

Θέατρο
  • Médée (Μήδεια, γραφ. 1813 ; δημοσ. 1873)
  • Saül (Σαούλ, γραφ. 1818, δημοσ. 1861)
  • Toussaint Louverture (Τουσσαίν Λουβερτύρ, 1850)

Ιστορικά, αυτοβιογραφικά
  • Voyage en Orient (Ταξίδι στην Ανατολή, 1835)
  • Histoire des Girondins (Ιστορία των Γιρονδίνων, 1847)
  • Trois Mois au pouvoir (Τρεις μήνες στην εξουσία, 1848)
  • Histoire de la révolution de 1848 (Ιστορία της επανάστασης του 1848, 1849)
  • Nouveau Voyage en Orient (Νέο ταξίδι στην Ανατολή 1850)
  • Histoire de la Restauration (Ιστορία της Παλινόρθωσης, 1851)
  • Histoire des Constituants (Ιστορία των Συντακτικών, 1853)
  • Histoire de la Turquie (Ιστορία της Τουρκίας, 1853-1854), όπου περιέχεται και ο Βίος του Μωάμεθ (Vie de Mahomet)
  • Histoire de la Russie (Ιστορία της Ρωσίας, 1855)
  • Mémoires inédits (Ανέκδοτα απομνημονεύματα, 1870)

Ελληνικές μεταφράσεις
  • Γκρατσιέλλα : Γιώργος Τσουκαλάς (¨΄Αγκυρα 1969)
  • Ταξίδι στην Ανατολή : Πωλίνα Πεφάνη ως Οδοιπορικό ψυχής (Στοχαστής 2002)
  • Την Λίμνη μετέφρασαν οι Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (βλ. Βικιθήκη), Γ.Σημηριώτης, Κλέων Παράσχος, Λεωνίδας Πολυδεύκης.
  • https://el.wikipedia.org/




Η ΛΙΜΝΗ 



Πάντα λοιπόν θα τρέχομε προς άγνωστο ακρογιάλι,
θα καταποντιζόμεθα στου τάφου τη νυχτιά,
χωρίς ποτέ έν’ απάνεμο μέσ’ στην ανεμοζάλη,
ούτ’ ένα καταφύγιο στη βαρυχειμωνιά!

Κοίταξε, λίμνη, κοίταξε! Δεν έκλεισ’ ένας χρόνος
πο ’παίζε με το κύμα σου χαρούμενη, τρελή,
και τώρα, τώρα ο δύστυχος, κάθομαι, λίμνη, μόνος
στην πέτρα εδώ, όπου πάντοτε μας έβλεπες μαζί.

Καθώς και τώρα, εμούγκριζες και τότε αγριεμένη
κι εξέσχιζες τα στήθη σου στου βράχου τα πλευρά,
ανήσυχη παράδερνες στην άκρη, θυμωμένη,
κι εράντιζες τα πόδια της με τον αφρό συχνά.

Θυμάσαι, λίμνη, μόνοι μας μια νύχτα εγώ κι εκείνη
ελάμναμε άφωνοι οι φτωχοί στα κρύα σου νερά·
τ’ αγέρι δεν ανάσαινε, είχες κι εσύ γαλήνη,
στον ύπνο σου δεν άκουες παρά τα δυο κουπιά.

Μεμιάς τραγούδι ουράνιο, πρωτάκουστο, δροσάτο,
το γέρο τον αντίλαλο τριγύρω μας ξυπνά·
έμειν’ ευθύς παράλυτο το κύμα σου το αφράτο
και τέτοια λόγια ακούστηκαν — θυμάσαι; — αρμονικά:
*

«Δίπλωσε, Χρόνε, δίπλωσε τ’ ακούραστα φτερά σου,
ώρες γλυκιές, μην τρέχετε, σταθείτε μια στιγμή,
κι εσύ μη φεύγεις, νύχτα μου, με την αστροφεγγιά σου·
τώρα που ζευγαρώσαμε είν’ εύμορφη η ζωή.

»Του κόσμου αυτού τα βάσανα, την ερημιά, τη φτώχεια
θέλουν να φύγουν άμετροι· γι’ αυτούς γοργά γοργά,
Χρόνε μου, πέτα κι άφησε στου έρωτα τα βρόχια
τα δυο μας να χορτάσομε τόσο γλυκιά σκλαβιά.

»Του κάκου! Οι ώρες φεύγουνε. Κανείς δε με προσμένει...
Κανείς δε μ’ ακουρμαίνεται... Η νύχτα είναι σκληρή...
Αχνίζουν τ’ άστρα, χάνονται... Κρυφά κρυφά προβαίνει
τ’ άσπλαχνο γλυκοχάραμα... Λυπήσου μας, αυγή!...

»Του κάκου! Όλα ξεγέλασμα, είν’ όνειρα και πλάνη·
ζωή μας είν’ η αγάπη μας και μοναχή χαρά.
Ας μη ζητούμε ανύπαρκτο στον κόσμο άλλο λιμάνι·
του Χρόνου η άγρια θάλασσα δεν έχει ακρογιαλιά.

»Χρόνε ζηλιάρη, δύστροπε! Πε μου, γιατί να σβηώνται,
σαν αστραπή να φεύγουνε οι ώρες της χαράς,
καθώς πετούν και φεύγουνε χωρίς να λησμονιώνται
κι οι μαύρες κι οι ολόπικρες στιγμές της συφοράς;

»Απ’ τη βαθιά την άβυσσον οπού μας καταπίνει,
απ’ την αιωνιότητα οπού μας πλημμυρεί
τίποτε, Χρόνε, τίποτε στο φως δεν αναδίνει,
δεν ξεφυτρώνει τίποτε... όλα τα τρως εσύ.

»Λοιπόν, απ’ όσα εχάρηκα δε θ’ απομείνει τρίμμα,
δεν θε ν’ αφήσω τίποτε σ’ αυτήν τη μαύρη γη!
Απ’ το γοργό μας πέρασμα δεν είναι τάχα κρίμα
να μη σωθεί ένα πάτημα, ω Χρόνε αδικητή;...»
*

Ω λίμνη, ω βράχοι μου άφωνοι, ω σεις, σπηλιές και δάση,
που βλέπετε τον πόνο μου, μια χάρη σας ζητώ:
εσείς οπού δε σκιάζεσθε κανείς να σας χαλάσει,
ποτέ μη μας ξεχάσετε, στο μνήμ’ αν πάω κι εγώ.

Κι όταν σε δέρνει ο σίφουνας, κι όταν βαθιά κοιμάσαι,
ω λίμνη μου αφροστέφανη, να μη μας λησμονείς·
εσύ είδες την αγάπη μας και μόνη εσύ θυμάσαι
πώς άναφταν τα στήθη μας, και θα μας συμπονείς.

Θέλω τα πεύκα, τα έλατα, οι βράχοι, η ρεματιά σου,
τ’ αφρού σου το μουρμούρισμα, τ’ αντίλαλου η φωνή,
τα δροσερά σου σύγνεφα, τ’ αγέρι, η καταχνιά σου,
η βρύση, ο καλαμιώνας σου, το χόρτο, το πουλί,
τ’ άστρο τ’ ασημομέτωπο, η μυρωδιά που χύνει
το γαλανό το κύμα σου, ω λίμνη μου γλυκιά,
ό,τι στην πλάση έχει αίσθηση, πνοή, νοημοσύνη,
όλα να λένε: «Αγάπησαν, τα μαύρα, φλογερά!»

μτφρ. Αριστοτέλης Βαλαωρίτης
(1824-1879)





Ο Λαμαρτίνος στον Πειραιά του 1832

του Στέφανου Μίλεση


Στις 19 Αυγούστου του 1832 στις 8 το πρωί αποβιβάζεται στον Πειραιά ο Γάλλος ποιητής Λαμαρτίνος συνοδεία φίλων του. 

Ο ιστοριογράφος, λογοτέχνης και πολιτικός Αλφόνς Ντε Λαμαρτίν γνωστός στην Ελλάδα με το ελληνοποιημένο, κατά τις συνήθειες τις εποχής, Λαμαρτίνος αποτελεί σήμερα έναν από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του ρομαντισμού της Γαλλίας. Με τη βοήθεια ενός από την παρέα των φίλων του, του ιατρού Ντελαρουαγιέρ βγαίνει από το βάρκα που αποβιβάζει την παρέα στην πειραϊκή γη, αφού η προσέγγιση πλοίου απευθείας στην ακτή, είναι φυσικά ακόμα αδύνατη.

Μετά από κάποιες συνεννοήσεις με τους ελάχιστους κατοίκους του πειραϊκού λιμένα, καταφέρνουν να προμηθευτούν άλογα για να ανέβουν στην Αθήνα όπου ήταν και ο προορισμός τους. Η συμφωνία με τους Έλληνες του λιμανιού για την προμήθεια αλόγων, όπως γράφει στο δικό του ημερολόγιο ο ιατρός Ντελαρουαγιέρ, στην κυριολεξία ήταν κακή, καθώς επρόκειτο για παλιάλογα τα οποία έφεραν κάτι χονδροκαμωμένες σέλες που προκαλούσαν στους αναβάτες τα γέλια καθώς τους ανάγκαζαν να ιππεύουν με αστείο τρόπο. Οι αναβατήρες των αλόγων ήταν φτιαγμένοι από σχοινιά και ο Λαμαρτίνος ήταν λυπημένος που θα κάλυπτε την απόσταση Πειραιά – Αθήνα ιππεύοντας σε τέτοιες συνθήκες.

Η πρόχειρη αυτή ιππασία λέει ο Ντελαρουαγιέρ φαίνεται ότι του χάλασε το κέφι η οποία μετέτρεψε την αδημονία να δει από κοντά την Ακρόπολη σε δυσφορία όσο περνούσε η ώρα και η συγκεκριμένη ιππασία κούραζε ολοένα και περισσότερο τους αναβάτες. Και σα να μην τους έφτανε μόνο αυτό, αλλά όσο κάλπαζαν στις ερημικές εκτάσεις μεταξύ των δύο πόλεων, ο ήλιος χάθηκε πίσω από πυκνά σύννεφα μειώνοντας λάμψη του λευκού μαρμάρου του Παρθενώνα, αυτή τη λάμψη που συνήθως προκαλούσε δέος σε όποιον την έβλεπε για πρώτη φορά από μακριά.

Δυστυχώς όμως όσο κι αν έψαχνε ο Ντελαρουαγιέρ τις αιτίες για να περιγράψει τη δυσφορία του Λαμαρτίνου αυτή δεν βρισκόταν ούτε στις αδυνατισμένα άλογα, ούτε στις κακές σέλες και στα αναβατόρια, πολύ περισσότερο δεν βρισκόταν στην απουσία ήλιου την ημέρα εκείνη. 

Η αλήθεια δυστυχώς κρυβόταν στα ίδια τα αισθήματα που έτρεφε ο Λαμαρτίνος για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Μπαίνοντας στην πόλη της Αθήνας από τον δρόμο της Ελευσίνας όπως είχε κάνει λίγα χρόνια μόλις πριν, ο συμπατριώτης του Σατωβριάνδος, ο Λαμαρτίνος βρήκε την πόλη των Αθηνών άσχημη και αδιάφορη. Τον υποδέχθηκε ο Πρόξενος της Αθήνας Γκρόπιους ο οποίος πρότεινε στον Λαμαρτίνο μια επίσκεψη στο Θησείο που ο Γάλλος ποιητής βρήκε επίσης αδιάφορο.

Η μόνη τοποθεσία που κίνησε το ενδιαφέρον του Λαμαρτίνου ήταν ο λόφος της Πνύκας κι αυτό όχι τυχαία, αλλά διότι την εποχή εκείνη ο Λαμαρτίνος είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον να εμπλακεί στην πολιτική δράση –ήταν υποψήφιος Βουλευτής- και υπό αυτό και μόνο το πρίσμα βρήκε ιδιαιτέρως ενδιαφέρον στο σημείο εκείνο από όπου οι πολιτικοί στην αρχαιότητα εκφωνούσαν τους περίφημους λόγους τους.

Η αναφορά στην ιδιότητα του Λαμαρτίνου ως πολιτικού όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα, είναι φυσικά λανθασμένη. Ο Λαμαρτίνος εξελέγη βουλευτής το 1833. Όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα δεν ήταν ακόμα εκλεγμένος. Κατά τη διάρκεια της πολιτικής του θητείας αγωνίστηκε με όλες του της δυνάμεις για την κατάργηση της δουλείας, την κατάργηση της θανατικής ποινής, για την ελευθερία του Τύπου, το δικαίωμα στην εργασία, τα οποία θα λέγαμε ότι πέτυχε. Ασχολήθηκε με την πολιτική ως το 1848 έτος που αποχώρησε και αφοσιώθηκε στην λογοτεχνία. 

Στις 20 Αυγούστου του 1832 στις 5 η ώρα το πρωί (την επομένη δηλαδή ημέρα της άφιξής του) για να αποφύγουν τους καυτές ακτίνες του ήλιου Λαμαρτίνος και Γκρόπιους ανέβηκαν στην Ακρόπολη. Εκεί ο Λαμαρτίνος μαγεύτηκε από αυτό που αντίκρισε. Τα αισθήματά του μετεβλήθησαν μεμιάς και μαγεμένος θα γράψει αργότερα «Είδος θείας αποκάλυψης της ιδεώδους ωραιότητας…». Έκθαμβος διατύπωσε την ερώτηση «Πότε θα βρεθεί εκ νέου παρόμοια εποχή και παρόμοιος λαός;».

Η επίσκεψη του Λαμαρτίνου στην Ελλάδα αποτελούσε μέρος ενός ευρύτερου ταξιδιού στην Ανατολή. Το ταξίδι αυτό θα αποτελέσει και το θέμα του πρώτου του πεζού έργου με τίτλο «Ταξίδι στην Ανατολή». Από αυτό το ταξίδι όμως εκείνο που θα τον μαγέψει περισσότερο είναι η Τουρκία. Για αυτό και το 1854 θα συγγράψει το έργο «Ιστορία της Τουρκίας». 

Ο φιλοτουρκισμός του Λαμαρτίνου παραλίγο να εξαργυρωθεί εκ μέρους την Τουρκίας όταν ο ίδιος εξέφρασε την επιθυμία να εγκατασταθεί μόνιμα στον Μαρμαρά. Τότε ο Βεζίρης ο Μουσταφά Ρεσίτ Πασάς προσπάθησε να του παραχωρήσει μια μεγάλη έκταση γης για 25 χρόνια, το μίσθωμα της οποίας θα κατέβαλε το Υπουργείο Οικονομικών της Τουρκίας. Το σχέδιο αυτό δεν επιτεύχθηκε. Ο Λαμαρτίνος από το 1851 και ύστερα υπέφερε από φτώχεια, χάνοντας τη σύζυγό του μετά από επώδυνη ασθένεια. Το 1869 πέθανε και ο ίδιος στο Παρίσι γράφοντας αδιάκοπα έργα κατόπιν παραγγελίας για να εξοικονομεί τους ελάχιστους και μοναδικούς πόρους διαβίωσης. http://pireorama.blogspot.com/














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου