Photo by Gertrude Käsebier
✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Α) ΕΙΜΑΙ ΜΙΑ ΕΡΩΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΝΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΟ
Πόσο παλαιός είναι ο κόσμος;
Στα μακρυά δάκτυλα απλώσαμε τον πλατύ δρόμο έως το φεγγάρι,
με μιαν σκανδαλιάρα διάθεση,
με το λευκό μαντήλι της γοργόνας
να σείεται στ´ ανεμολόγιο του ναυαγίου...
Κρατήσαμε ημερολόγιο,
ο ναύτης των ωρών μας χάθηκε στο βρώμικο λιμάνι,
το πλακόστρωτο βρωμούσε χαρμάνι, λάσπη φτωχή
και στα ρείθρα να ξεπλένονται συνειδήσεις...
Πόσο παλαιός είναι ο κόσμος;
Ένα παραθύρι για τον καθένα,
μια άρρυθμη εορτή με λικνιζόμενες υποσχέσεις,
το εκατομμυριοστό του δευτερολέπτου που η νύχτα φιλά την ημέρα,
η στιγμή της αναχώρησης που είπαν θάνατο
κι ένα κοράκι που τραγουδά την ματαιότητα...
Σαν ήμουν παιδί, αγαπούσα πολύ τα ταξίδια,
έπειτα βρήκα την ποίηση να κλαίει και μίκρυνε ο κόσμος...
Μια αυλή, ένα χαμόσπιτο, μια συνείδηση συλλογική που έρπει,
ένα ρόδο στα μαλλιά της ωραιότητος,
ένα νεκρό παιδί με τα αιμάτινα μάτια,
μια μάνα που με χαιρετά εξόριστη στην πλάτη του δελφινιού
που πλέει στο ουράνιο πέλαγος του παραδείσου...
Είμαστε ναυαγοί, φιλάσθενοι στο ρίγος του ανεμόμυλου,
όταν ο Δον-Κιχότε σπαθίζει την ψυχή μας,
όταν μια κόκκινη σημαία υψούται στο ευπρεπές μας όριο...
Ο κόσμος...Ο κόσμος και εγώ, ένας μονόλογος κρυφός και διαρκής...
Μην με μαρτυρήσετε, είμαι μια ερώτηση κι ένα ερωτηματικό...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Β) ΦΤΩΧΗ ΜΟΥ ΕΛΙΖΑ
Ήταν αργή η κίνηση, σαν υποψία μονολογούσε η μουσική,
μες στα διαστήματα των ονείρων
ξεχείλιζε μια υπόκωφη διαμαρτυρία,
ένα κυκλάμινο δρόσιζε την υψικάμινο
κι η ομίχλη στείρωνε τα πρωινά στις κουνιστές πολυθρόνες...
Πού είναι οι αποσκευές;
Το ταξίδι χλιαρό και μόνο...
Κανείς δεν ξέρει μουσική πια σε τούτο τον μακάβριο κόσμο...
Φόρεσα την ανάσα μου, κρύφτηκα στις άμουσες σελίδες
κι έχοντας πολεμίστρα στα δάκτυλα
έπαιξα με σφαίρες την ενάτη...
Φτωχή μου Ελίζα,
κανείς δεν ξέρει μουσική πια σε τούτο τον μακάβριο κόσμο...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Γ) ΩΣ ΕΙ
Τα χρώματα της πέτρας στην ίση των γραμμάτων ροπή,
των βράχων τα πελαγινά περάσματα στην ίσαλο των βλεμμάτων γραμμή,
τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια των κυμάτων,
που μας έκριναν ενόχους,
τα διαρκώς χειρονομούντα χέρια,
που σταύρωσαν τα γιασεμιά στην μυρωδιά τ´ απόβροχου κάποιο δειλινό,
όλα αυτά, αγαπητέ μου άγνωστε, μονολογούν την απουσία μου...
Ως ει παρούσα, πάντα, ως ει παρούσα...
Καθώς ο κόσμος μου γέρνει, θέλησα να φέρω το φως στα μέτρα μου...
Κρίθηκε ακατόρθωτο τ´ όνειρο
κι έκτοτε σας καλώ να με ακούτε, πάντα εσείς παρών κι εγώ απούσα...
Πεθαίνουν οι τριανταφυλλιές τον χειμώνα,
παγώνει ο καιρός και σκλαβώθηκα στην μισερή πραγματικότητα...
Τι στοιχίζει άραγε ένα άνθος μέσα σε τέτοιο βούρκο;
Θα σας πω εγώ, αγαπητέ μου,
ένα σύμπαν δρόμο κι έναν άνθρωπο σιδηροδέσμιο...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Δ) ΕΝΙΟΤΕ
Κάποτε τα καταφέραμε να γίνουμε μια σκηνή του δρόμου,
αρχάγγελοι να περπατάμε με τα φτερά τσεκουρεμένα,
ανακατεύοντας το γάλα από την ύστερή μας εποχή...
Μας φιμώσατε, κύριε και προσποιηθήκατε πως ήταν για το καλό μας,
έπειτα συνηθίσαμε στο σκοτάδι και αποκτήσαμε όραση νυχτερίδας...
Μεγαλώσαμε έτσι, αφτέρουγοι και μόνοι,
με την κατακρεουργημένη μας παιδικότητα
για προσκεφάλι να ονειρευόμαστε τ´ αστέρια...
Τώρα στην σκηνή προσθέσαμε την παγερή σας παρουσία,
τα γυάλινα σας μάτια να κοιτούν τους μονολόγους μας
και να σιωπούν πάνω στον θάνατό μας...
Μην ομιλείτε, κύριε, στα ποιητικά ανθολόγια
ενίοτε γίνονται και φόνοι...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ε) ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΡΑΚΤΙΚΗ
Στις αμυγδαλιές που φέτος θ´ ανθίσουν
και στην πολύχρωμη ζωή στο ρυάκι του χρόνου
με το μελίσσι να ψυχομαχά στην πάλη με τις εποχές
το βλέμμα σας θα είναι καρφωμένο, φιλάσθενο και μόνο...
Είναι μια πρακτική η αποστασιοποίηση,
ωσάν τον ετοιμοθάνατο που πλέκει το δευτερόλεπτο
αιώνα να το κάμει...
Καταληψίας του χώρου μου η σκιά σας,
του χρόνου μου γητευτής η ολιγόφρενη ιδεοληψία σας...
Καλέ μου κύριε,
τι γυρεύετε από την μοναξιά και την σιωπή των ανθρώπων;
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΣΤ´) ΕΙΔΟΠΟΙΟΣ ΔΙΑΦΟΡΑ
Και ξέρετε κύριε,
μας πρόκαμε ο γνώστης θάνατος
αφαιρώντας υπογραφές και δηλώσεις,
ξεριζώνοντας τα δειλινά απ´ τα όνειρα
στο αιμόφυρτό μας μέλλον βάζοντας τελεία.
Μηδαμινή εγώ, τόση δα ύπαρξη ουρανών
λοξοδρόμησα και γύρεψα καταφύγιο
σε τούτη την σκηνή,
θαρρώντας πως καμιά σκιά δεν ζει σιμά μου...
Η ειδοποιός διαφορά είναι, πως δεν με τρομάζετε, κύριε...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ζ) ΑΜΥΓΔΑΛΩΤΟ ΓΛΥΚΙΣΜΑ
Όταν ανοίξαμε τα παραθύρια,
η σκόνη φάνηκε σαν άχνη ζάχαρη,
σαν αμυγδαλωτό γλύκισμα της Μονεμβασιάς,
σαν πικραμύγδαλο που στα χείλη κολλούσε...
Είχε τόση αφορμή, όσο και αιτία,
τόσο πάτημα, όσο και βήμα,
τόση αναίδεια, όσο και εντροπία...
Πόσο ταξίδι μπορεί να γίνει η ζωή;
Λειτούργησα τις λέξεις,
απώθησα την ερημία στο σταμνί με τ´ ολοκάθαρο νερό...
Ο κόσμος μου λεηλατημένος κήπος
κι η ειρωνεία ήταν ότι τον είχα περάσει,
σαν γεννιόμουν, για παράδεισο...
Οι γενιές με προσπέρασαν, έγιναν οι πρόγονοί μου απόγονοι
κι ο ποιητής ένα μείγμα εποχών γιομάτος λάσπη, βροχές και χιόνια...
Γιατί γύρισες;
Για να επιστρέψεις και να μην επιτρέψεις τα μελλούμενα;
Ένα παιδί είμαι ακόμα, δεν γηράσκω και δεν διδάσκομαι,
ένα παιδί είμαι ακόμα κι εσύ πάντα γέροντας ίσκιος...
Σου επιτρέπω να φύγεις...Μαζί με την σκόνη, από το παραθύρι...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Η) ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ
Είχα αιχμαλωτίσει τ´ όνειρο,
αφρικανική σκόνη η ηχώ μου,
τύμπανα πολέμου η ανάσα μου...
Γυρισμός δεν υπήρχε, το ταξίδι αχανές τοπίο,
η γνώση ανύπαρκτη, ο ουρανός λιγοστός...
Ήμουν πάντα μια κατακόκκινη ανάμνηση,
λάθρα επιβαίνουσα με προορισμό το νησί των ναυαγών...
Ζητάτε από εμένα κατανόηση;
Επιθυμώ να γίνω γυαλάδα στο ξύλινο πάτωμα,
μια ικμάδα ν´ απαλύνω το βήμα,
το βλέμμα να φυλάξω, έτσι αποπροσανατολισμένο κι απροσπέλαστο...
Τόσα μπάρκα, τόσες αποσκευές,
μαντήλια λευκά, σαν φτερούγες στα ουράνια χαμένες,
τόση ελπίδα ξοδεμένη σ´ αλυσοδεμένα χρόνια..
Όλοι έχουμε απαχθεί από την αλυσίδα σας, στην αρχή μας ένα δόλιο τέλος γραμμένο,
δωσίλογο κι άκαρδο...
Αν φύγω με το πρώτο καράβι, άραγε, θα με προλάβετε;
Σας προκαλώ, δοκιμάστε με...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Θ) ΣΑΝΔΑΛΟΞΥΛΟ
Στοιβάξαμε σε τριγωνικό σχηματισμό σανδαλόξυλο,
προετοιμασία που πάντα κάναμε για να νικήσουμε τον φόβο μας...
Είναι το χρέος τόσο μεγάλη υπόθεση
κι όσο να πεις εξιλεώνεσαι, καθώς άνθρωπος είσαι,
ωσάν ένας ταξιδευτής,
εραστής μιας καθάριας γαλανής θάλασσας τ´ ουρανού...
Οι δυστυχίες, όμως, ποτέ δεν λογαριάζουν τα όνειρά μας,
έτσι κάθε δειλινό μυρίζουν οι γειτονιές σανδαλόξυλο,
οι μανάδες πλέκουν τραγουδώντας την ζεστασιά της καρδιάς τους,
τα παιδιά χτυπούν τους γυάλινους βώλους, καθώς δεν έχουν γνώση,
προδίδοντας πάντα την θέση μας
κι οι γέροι κι οι γριές κονταροχτυπιούνται διηγούμενοι ιστορίες
για την μαύρη μοίρα των νιων που χάθηκαν...
Παρθένα η ωραιότης της ζωής μας γίνηκε παραμύθι
κι εσείς, κύριε, πάντα φυσάτε αδιάφορα τον καπνό,
ωσάν τον κατάδικο που του ικανοποιήθηκε η τελευταία χάρη...
Μήπως και εσείς είστε μελλοθάνατος
στις νεκρικές πυρές που ζεσταίνουν τον κόσμο;
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ι) ΝΕΚΡΙΚΕΣ ΠΥΡΕΣ
Πού τελειώνει αυτό το δράμα;
Βλέπω μακρυά τις νεκρικές πυρές να σιγοκαίνε
κι αντιλαμβάνομαι πως ζείτε παντού,
κοσμοπολίτης αντικατοπτρισμός, παρόρμηση ερωτική,
αγύρτης συλλογισμός, ξεδιάντροπος μεσήλικας
κι ένας θεός βασανιστής στην ωριμότητα θεριστής,
στ´ αναλόγια βυζαντινή πλάγια και σφετερίστρια νότα...
Κι είστε εδώ, ακίνητος, με μιαν σφεντόνα στην ματιά,
να σημαδεύει το πιάνο, το παραθύρι, τις τριανταφυλλιές
κι εμένα, που χρόνια δεν σιωπώ για να σας ικανοποιήσω...
Θα μπορούσα να ερωτευτώ την εμμονή σας
να με κοιτάτε τόσον καιρό, ακόμα και εσάς τον ίδιο..
Θα ήταν έτσι πιο εύκολα τα πράγματα...
Όλα θα έπαιρναν την θέση τους...Όλα...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Κ) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΟΛΥΘΡΟΝΑΣ
Είμαι πολύ κουρασμένη και έχει βραδιάσει.
Επέστρεψε ο χρόνος και η καμπούρα μου με βαραίνει.
Μυρίζει μπαρούτι η κάμαρη.
Και να φανταστείτε δεν έχω σχέση με καμία τρομοκρατική οργάνωση,
ούτε με κανέναν ληστή αντάλλαξα ποτέ φιλήματα...
Απλά, μου έπεσαν οι βώλοι από τα χέρια, σαν ένα μικρό παιδί με προσπέρασε η γνώση...
Τους άφησα ηθελημένα να πέσουν, το παραδέχομαι!
Μου αρέσει ο θόρυβος του γυαλιού στην ησυχία...Τόσο όσο μου επιτρέπει η ακοή μου...
Βούλιαξα στην κουνιστή πολυθρόνα, ρίχνοντας έναν έναν τους βώλος στο ξύλινο πάτωμα.
Άτιμα χρόνια, με εξοντώσατε...
Κι εγώ γέρασα γυναίκα με αντρική ψυχή.
Απελπιστικά αντρική ψυχή.
Φοράω παντελόνια, είπα σε κάποιον, εγώ έχω μπέσα...Και τι κατάλαβα;
Με κατάπιε το σύστημα της πολυθρόνας
και κατάντησα ένας γέρικος μονόλογος γιομάτος αφορισμούς.
Ενίοτε, καυγαδίζω με τους φανταστικούς μου φίλους,
για τον έρωτα, για την προδοσία, για τα άσκοπα φιλιά
που μοίρασα σε άντρες που τελικά δεν φορούσαν παντελόνια...
Μυστήρια πράγματα! Αχ, λυπημένοι μου αρχάγγελοι, σας λεηλάτησε μιά γέρικη καμπούρα...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Λ) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-Ο ΔΥΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΔΕΚΑΤΟΣ ΕΝΑΤΟΣ
Τώρα που το σκέφτομαι, δεν έχω καμιά θλίψη,
ας ολιγωρούν τ´ αστέρια να με φωτίσουν,
ας γέρασε το σαρκίο μου, έτσι άτιμο κι απατηλό,
εγώ έρωτες ονειρεύομαι, άντρες με μπράτσα δυνατά,
με χέρια που χωρούν στην αγκάλη τους ολάκερο τον κόσμο...
Έτσι είμαι πλασμένη κι ας λένε κι ας λένε ό,τι θέλουν...
Είμαι γυναίκα και δεν θα πεθάνω παρά ορθή να πολεμώ...
Αχ, λησμόνησα!
Κι αυτός ο άτιμος άντρας είναι, ο χάρος και ο θάνατος...
Αυτός ο μαύρος νταγκλαράς με το σκεπασμένο πρόσωπο, αυτός ο βιαστής...
Δεν υποκύπτω με τίποτα...
Έριξα και τον τελευταίο μου βώλο, αν θυμάμαι καλά, είναι ο δυο χιλιάδες δέκατος ένατος...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Μ) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-Η ΔΙΑΘΗΚΗ
Παραμύθια, θα σας εξευτελίσω όλους, θα ευτελίσω ό,τι ονειρεύεστε.
Είναι έπειτα και το θέμα της διαθήκης, αλλά πέθαναν πια οι συμβολαιογράφοι,
θα τα πάρω όλα μαζί μου, όλα και τα μυστικά μου κλειδωμένα θα μείνουν στο μπαούλο..
Θα πεθάνω αδιάθετη. Ποιο κληρονόμοι και ποιοι απόγονοι;
Θα θάψω τα γραπτά μου, την ζωή μου και την καμπούρα μου αλώβητα.
Μου ανήκουν όλα! Καταλάβατε; Όλα!
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ν) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-Η ΚΑΜΠΟΥΡΑ
Γέρασα πολύ για να θυμάμαι τον Αύγουστο στην κληματαριά
και τα εντόσθια που λιβάνιζαν εκείνες οι άμουσες γειτόνισσες...
Όλα προσευχή τα έβλεπαν, το αλάτι στο φαΐ, την μνημοσύνη των δένδρων,
τα ορφανά σύγνεφα που θέριζαν τον ήλιο...
Τέτοιο ήλιο μουσουργό έχω να δω από παλιά, από πολύ παλιά...
Αλήθεια, λησμόνησα πόσο χρόνων είμαι...
Ίσως πια να μην ξέρω να προσθέτω, ίσως ούτε να αφαιρώ...
Συχνά με ρωτούν για την καμπούρα μου, αν πλήγιασε, αν μ´ εμποδίζει στο πλάγιασμα,
λες κι εγώ πια πλαγιάζω...
Μ´ αρέσει η νυχτιά, θαρρώ πως όλα βολεύονται στην θέση που τους αρμόζει,
όλα τόσο ειρηνικά μακάβρια, τόσο ξεκάθαρα κι αβασάνιστα...
Λογισμοί, θυμιάματα και θύμισες εξαντλούνται στο παραθύρι,
μια οργιά πέλαγο αφήνω ξέσκεπη,
να βλέπω τα φώτα να χαράζουν τον δρόμο
και τα εκπληκτικά φωνήεντα των ξενύχτηδων
να ξεβράζουν την εμετική ευτυχία ενός πιοτού, έτσι για την λύσσα της αντίστασης...
Το φιλοθεάμον κοινό των αστεριών χειροκροτεί
και κάποτε θυμώνει μ´ μένα που κλέβω τις στιγμές των άλλων...
Δυστροπίες των μεγάλων...
Μάλλον γέρασαν και τ´ αστέρια μαζί μου
και ξέχασαν την συντροφιά με τα χρωματιστά κραγιόνια
πάνω στα κολλαριστά πουκάμισα των αντρών
και στα μεσοπέλαγα μισοφόρια των κοριτσιών...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ξ) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-ΕΙΜΑΙ ΕΜΒΡΥΟ
Γέρασα πολύ, ανίκανη η μνήμη, δεν θυμάμαι τίποτα που να μην με βασανίζει...
Έχω μιαν εικόνα που συνεχώς επανέρχεται χωρίς έλεος, αυτήν με τις πευκοβελόνες,
τα γιομάτα δέος μάτια των σκύλων, σαν φυσούσε
και μαστιγώνονταν από το τσιμπήματά τους με κατατρέχουν.
Δεν μάζεψα τις πευκοβελόνες και άχρηστα χρόνια με προσπέρασαν με δικαιολογίες και καμώματα. Τώρα έφτασα να μην θυμάμαι παρά τα τσιμπήματα.
Και έχω και εκείνους όλους να μου ζητάνε να μάθουν πώς νιώθω. Λες και νιώθω...
Αχ, έρμα χρόνια κι Αυγουστιάτικα φεγγάρια, πρέπει λένε να σας μετρήσω πριν φύγω.
Άκου εκεί! Και γιατί να φύγω, παρακαλώ;
Για να μείνω πρέπει σώνει και καλά να μεθοκοπήσω πίνοντας τα χρόνια μου;
Αθεόφοβοι και τι είναι ο χρόνος, τάχα;
Εγώ είμαι έμβρυο και δεν έχω σχηματίσει άποψη για τίποτα...
Απέμεινα μόνη, στο ίχνος των φεγγαριών μου.
Δολοπλόκες πολιτείες, ξέφρενες και συνωστισμένες,
με τα περιπαικτικά σας ρολόγια και τα πλεκτά σας ζακετάκια.
Λες κι εγώ θέλω να σκεπαστώ...
Εγώ θέλω να τρέξω στους δρόμους σας γυμνή, όπως με γέννησε η μάνα μου,
με μια γύμνια τόσο αισχρή και συνάμα τόσο αθώα...
Να με ερωτευτεί το όνειρο και να με πάρει στο κατόπι
κι εγώ να δυσκολεύομαι να συγκεντρωθώ, να πετώ με τόση δύναμη κι ορμή,
μια κόμη της Βερενίκης ίδια, σαν αφορισμός να γίνω και σαν θάλασσα.
Γέρασα πολύ και ανάθεμά με κι αν μπορώ να ξεχωρίσω τις ηρωίδες...
Λίγο το κακό, εξάλλου, μπορώ όλες μαζί να τις παίξω, όσες ξέρω κι όσες δεν ξέρω...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ο) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-Ο ΠΑΛΑΙΟΠΩΛΗΣ
Δεν κατανοώ πια τίποτα, εξόν από το λάγνο βλέμμα του παλαιοπώλη
που του πούλησα την κουνιστή μου πολυθρόνα...
Όλοι ήθελαν να κουνιέμαι πάνω κάτω, να κοιμάμαι με μισάνοιχτο στόμα
και να λιμνάζω την καμπούρα μου, φοβούμενοι μην και τα τινάξω όρθια.
Δεν θέλω, καλοί μου, τους έλεγα,
αυτοί μου ετόνιζαν τα ευεργετικά αποτελέσματα των γηρατειών στην πολυθρόνα.
Έτσι μου συνέβη και ο έρωτας, χωρίς ερωτηματικά και ραβασάκια.
Του το είπα έξω από τις μασέλες μας, ότι έχει τόσο οίστρο αυτή η εμπορική πράξη,
που μα τον δαίμονα της Ευτέρπης, της γειτόνισσάς μου,
με ανεβάζει στα ουράνια η σκέψη ότι ο παλαιοπώλης θα κάθεται
και θα ζεσταίνει την θέση μου.
Μετά γέλασα πολύ, τόσο πολύ, που κάτι θυμήθηκα από την ιστορία μου.
Μάλλον Αχιλλέα τον έλεγαν, μπορεί και Έκτορα, κάτι σε αρχαίο πάντως,
εκείνον τον θεομπαίχτη που του πούλησα τον μπουφέ της γιαγιάς.
Ερωτύλος, μαυρομάτης, με χοντρή φωνή και κάτι χέρια σαν κουπιά μεγάλα.
Μέχρι εκεί όμως. Δεν ξέρω μήνα, έτος, ηλικίες, μήτε τι έκανα με δαύτον τον αλητήριο...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Π) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-Η ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΜΑΘΗΤΡΙΑ
Μνησίκακη ανθρωπότητα, τι γυρεύω εγώ εδώ στα χρόνια σας;
Μου φάγατε τα σωθικά στο μέτρημα, φράγκο φράγκο τα μάζεψα όλα,
με κανονικές τιμές και με εκπτώσεις, με λύπες και λύπες,
οι χαρές ήταν ζαρωμένες, ζητιάνες και ενοχικές,
κόρες που λούζονταν κρυφά με ανοιχτό το παράθυρο
να τις γδέρνει το φεγγάρι κι αυτές να ερωτοτροπούν με την εικόνα των Αγίων, βοήθειά μας... Ετούτη η κακία δεν έχει προηγούμενο,
να θέλετε να παραδεχτώ πως τάχα μου υπάρχει θάνατος...
Γέρασα πολύ και ανακατεύω έννοιες, υποχρεώσεις και δικαιώματα.
Αν καταλαβαίνω, θέλετε να πείτε πως υποχρεούμαι να πεθάνω. Δικαίωμα...
Δεν τελειώνω την παρτίδα, όπως εσείς το θέλετε...
Πάμε πάλι στην αρχή, να τα ξαναπώ,
να γεράσουν τα λόγια μου κι εγώ τίποτα να μην έχω διδαχθεί.
Δεν θέλω, είμαι η χειρότερη μαθήτρια.
Όπως και να έχει, εξακολουθώ να είμαι μια γυναίκα χωρίς μνήμη.
Αλήθεια, γυναίκα δεν είμαι;
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ρ) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-Η ΘΕΡΑΠΑΙΝΙΣ
Κι έτσι που κραυγάζουν τα άδειά μου χρόνια, εγώ επιμένω να μιμούμαι τις φωνές.
Φωνές πετούν στον αγέρα, υποσχετικές και λάγνες,
θηριωδίες στα μισόκλειστα μάτια των σύγνεφων.
Ω, τα μυστήρια, τα έζησα, περνώντας την Ελευσίνα
κι εκείνο τ´ άστρο του Βοριά,
την μεταφυσική διέλευση της καμήλου από την τρύπα της βελόνας...
Κι εκείνες τις ηρωικές αγκάλες που με θύμωσαν, τις ξέπλυνα μαρτύρια, τάματα, γιασεμιά
απ´ το κατώφλι του παραδείσου.
Ονειρεύτηκα, πολύ ονειρεύτηκα, τον θεό να κάθεται αγνάντια των καιρών
και κατά την προσφιλή του συνήθεια να γδέρνει την γενειάδα του
αρχινώντας θύελλες και πολέμους σύμφωνα με τ´ αντρικά πρότυπα του δικαίου.
Αχ, να μην μπορώ να θυμηθώ πότε γεννήθηκε ο θεός!
Τι κρίμα κι αυτό που με βαραίνει! Μήπως το γέννησα εγώ το άρρεν τούτο;
Ένδοξες μεταθανάτιες μέρες με καρτερούν,
θα λικνίζομαι στο σύμπαν, στην αέρινη προβολή μου
κι ο γιος μου ο μακάριος θα με ποτίζει κόκκινα σύγνεφα κρασί.
Ω, παραδεισένια παρηγοριά, εναγκαλίζομαι ημιθανής γητεύτρα θεραπαινίδα...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Σ) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-ΜΙΜΝΗΣΚΩ
Ήταν Μάης όταν ήρθαν τα μαντάτα.
Στην γενέθλιο δυστυχία μου προσετέθη και η σκιά στην γωνιά.
Ακίνητος ο επιβλέπων να με κοιτά, σαν γονιός να με ανέχεται και να αναμένει.
Του απηύθυνα τον λόγο με ήχους μισούς, μίζερους χαμηλόφωνος αλαλαγμούς,
ωσάν να ήμουν νυχτιά που κιότεψα να ξημερώσω και να ξημερωθώ...
Δεν μου μιλούσε, ποτέ δεν μου μίλησε
και δεν υπήρχε φόνος για να διαλευκάνω το μυστήριο.
Γέρασα κι αυτός εκεί, ακίνητος κι αμετακίνητος.
Σκληρός στην σιωπή κοιτώντας τους αιώνες να σέρνονται,
τις μυριάδες των νεκρών να ψαλμωδούν οικτίροντας την εφεύρεση της λήθης...
Ποιος μπορεί την ζωή να ξεχάσει;
Πεινά η ψυχή, μια μουσική να γεμίσει ορατά κι αόρατα.
Μιμνήσκω, άδολη και μαρτυρική νήσος με τα τόσα πατήματα των κατακτητών μου...
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Τ) ΕΚΜΥΣΤΗΡΕΥΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΣ-Η ΜΗΤΕΡΑ
«Αιώνες σοφίας βουβά ανασαίνουν, σε μνήμα στο χάος μακρά που κοιτά,
ζωή μου, στο χώμα νεκρή σε προσμένουν λουλούδια και λόγια και δάκρυα καυτά,
αν ήταν να έχω θανάτου βελόνι, να σκίσω του Άδη τα στήθη βαθειά,
θα είχα ελπίδα να σε βρω στ´ αλώνι, να κάψω τον χάρο με μια μου ματιά..»
-Θυμάμαι τα ταξίδια μας, μητέρα, εκείνα με την θαλασσιά χάντρα,
τα χέρια σου στην νόηση πάνω, τα μάτια που έβαφαν το σπίτι σιωπή,
τα όνειρα που κοίταζαν την πορτοκαλιά του κήπου
και μοσχοβολούσε δικαιοσύνη και αλήθεια ολάκερος ο κόσμος...
Μητέρα, θυμάμαι..
«Στα ύψη, στα βάθη, στα πλάτη, παντού, μυρίζει η αγάπη που έχω στο νου,
ψωμί που φυτεύεις στα χέρια φτωχού, τραγούδι που ψέλνεις στα χείλη βωβού,
το χρώμα που σπέρνεις με μια σου ματιά, το ίχνος π´αφήνεις σε βήμα φωτιά..»
-Θυμάμαι, μητέρα, κόκκινη η ψυχή σου, ευλογημένη η αλήθεια σου...
Θυμάμαι κι ας γέρασα..
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Υ) ΕΞΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ
Κι εσύ, αγαπητέ μου, ψάχνεις για θύμα. Έναν έρωτα ψάχνεις κι εσύ
να εξανθρωπιστείς, να γιάνει η πληγή σου, να καθαρίσεις, να συγχωρεθείς.
Θέλεις να πεθάνεις άνθρωπος..
Είναι δαπανηρό, δεν βρίσκεις; Φίλημα με τόσο ξόδι;
Μπορείς να με κοιτάς αιώνες; Δεν υποχωρώ..
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Φ) ΤΟ ΜΠΑΟΥΛΟ ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ
Συνοδεία στο απογευματινό τσάι η σκιά με τον καπνό, ησυχία..
Στον δρόμο ακούστηκαν πατήματα και διαβήματα των νέων ηχηρά,
με μιαν ξέφρενη κατακόκκινη σημαία να ερωτεύεται την ζωή..
Θα σε νικήσουμε, κύριε και θεός να είσαι και διάβολος ακόμα,
γιατί να ξέρεις το μπαούλο του φτωχού είναι γεμάτο όνειρα..
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Χ) ΨΩΜΙ ΜΕ ΚΡΑΣΙ
Είμαι μια φωτιά, δυο πανωφόρια είμαι,
χίλια δάκρυα και μια καμπούρα που σήκωσε πολλές βουρδουλιές...
Δουλεμένη ψυχή και κράση γερή,
όσο ψωμί και να μουλιάζεις στο κρασί, ούτε σε θαύματα πιστεύω,
ούτε στον έρωτα του θανάτου..Καημένε μου, θα παλέψω..
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ψ) Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΘΑΝΑΤΟΣ
Ακούστε, κάποιος είπε πως έρχεται ο παράδεισος,
πως δήθεν μου τάχα μου τα μαλλιά μου θα γίνουν φως
και πως οφείλω να γράψω πως ο θεός θα με αναστήσει...
Είμαι μια γριά γυναίκα..Τι μπορώ, άραγε, να κατανοήσω εγώ η ξεμωραμένη;
Ειλικρινά, διόλου δεν ενθυμούμαι τι ακριβώς με έμαθαν να λέω,
ποια ακριβώς είναι η ηλικία μου και τι ακριβώς είναι ο θάνατος.
Για να με καταλάβετε, εγώ έχω μια πανσιόν με μόνον έναν ενοικιαστή,
αυτόν τον ερωτύλο κλέφτη με την πίπα, το μαύρο καπέλο
και το χοντρό του κατάστιχο..
Είναι συγγραφέας, μα, γράφει μόνον ονόματα..
Μην του πείτε την ιστορία σας, για να ζήσετε..
✦ ✦ ✦ ✦
ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ Ω) Ο ΑΓΩΝΑΣ
Συχνά ονειρεύομαι πως ένα παιδί διψασμένο πίνει νερό από την χούφτα μου,
πως σέρνω χορό σε κύκλο με παιδιά χρωματιστά,
πως ένας γέρος με αγκαλιάζει τυλιγμένος στην κόκκινη συγχώρεση ενός άλλου κόσμου,
πως η μάνα μου ζει και πάλι τραγουδά για τον αδελφό της
με την τάβλα με τα τσιγάρα και με τον Γερμανό να τον σημαδεύει.
Συχνά ονειρεύομαι πως ο θάνατος θα νικηθεί, πως θα ζητά συγχώρεση γονατιστός,
πως ο πόνος θα γίνει λάσπη και τα καθάρια νερά θα τον ξεπλύνουν..
Κι έτσι έχω μοναχά ένα όνειρο στον τρύπιο αυτόν κόσμο να μην πεθάνω!
Να προλάβω να δω την αξιοπρέπεια και την δικαιοσύνη σημαία..
Είμαι μιά συστημική καμπούρα που γράφω την αλήθεια μου,
αλλά στον δικό μου κόσμο δεν θα ντρέπομαι να πεθάνω, γιατί τα παιδιά θα έχουν σωθεί!
✦ ✦ ✦ ✦
ΕΠΙΛΟΓΟΣ-ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟ
Ίσως και να είναι ο μονόλογος μια πράξη ελευθερίας, ίσως πάλι και να είναι μια κατάχρηση. Σκέφτηκα στην συννεφιά, πώς κρύβεται ο ήλιος και θρηνεί, σκέφτηκα τα ατάιστα στόματα των παιδιών με τα σκισμένα ρούχα.
Έπειτα ξανάγινα άνθρωπος και σκέφτηκα τα παρτέρια του κήπου, πάλι ξεχορτάριασμα ήθελαν. Είναι όλα βαλμένα σε τάξη, μέσα στην τόση αταξία υπάρχει τάξη, δεν βρίσκετε;
Μια συστημική και τρισάθλια τάξη, μια αισχρή ιδιοτέλεια, όπου προσθαφαιρώντας βγαίνει το διάφορο. Έτσι δικαιολογούνται τόσοι θάνατοι, ξελαφρώνει η γης.
Κι αν πάλι μονολογώ, εξαρτώμαι από τον νάρκισσο στίχο μου και καθρεφτίζομαι εις μάτην, όταν και καθώς νίβομαι. Δεν το βρίσκω διόλου εγκληματικό να στραγγίζω την περηφάνεια μου, απλά ομολογώ την απόλυτη εμπιστοσύνη που σας έχω...Όλοι είμαστε συνεργάτες στην σιωπή, στην αποδοχή του θανάτου σ´ έναν κόσμο απερίγραπτο.
Δεν θα με μαρτυρήσετε, έτσι δεν είναι;
Τόσος μονόλογος για μιαν θλίψη, μιαν αλήθεια κι ένα ψέμα..
Ας κάνουμε ένα διάλειμμα, ας θάψουμε τα πτώματα στον κήπο μου, ομολογώ θα είναι μεγάλη έμπνευση...Έπειτα, σας δίνω το ελεύθερο να με χρεώσετε. Εγώ τους σκότωσα όλους, είναι η έπαρση μιας ασήμαντης που αποτελειώνει τον κόσμο γράφοντας ποιήματα...
Κατάφερα και σκότωσα τους σκοτωμένους δεύτερη φορά! Έτσι φορτώθηκα όλο τ´ άδικο, όλο!Φτωχοί μου αναγνώστες, συνεργάτες μου στην αποδοχή, εγώ θα σας μαρτυρήσω, να το ξέρετε!
Γιατί θέλω να πεθάνω σ´ έναν άλλο κόσμο, θέλω έναν ένδοξο θάνατο γεμάτο αξιοπρέπεια!
Εσείς;
Οι μονόλογοι, το αλφάβητο της ζωής, είναι αφιερωμένοι με ευγνωμοσύνη, σεβασμό και απέραντη εκτίμηση στην κυρία Γεωργία Κοτσόβολου, από ψυχής!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου