Η κυρία Κλειώ, αφού ενημέρωσε τις αρχές με το κινητό της τηλέφωνο την επιθυμία της να βγει να περπατήσει, φόρεσε τα γυαλιά ηλίου της, έβαλε το κινητό και την ταυτότητά της σε μια τσαντούλα και βγήκε στο δρόμο. Είχε κουραστεί να μένει μέσα τώρα και τρεις βδομάδες με μοναδική άσκηση το περπάτημα στη βεράντα. Ευτυχώς η βεράντα είναι αρκετά μεγάλη. Τη γνωρίζει για πρώτη φορά αφού έχει πια περπατήσει το κάθε σημείο της εκατοντάδες φορές μέχρι το ρωλογάκι της που μετράει τα βήματα καταγράψει τουλάχιστον δύο χιλιόμετρα.
Περπάτησε μέσα απ’ τα περιβόλια μέχρι την παραλία, στη συνέχεια πήρε την ακρογιαλιά για λίγο και μετά κάθισε σε ένα παγκάκι να ξεκουραστεί. Μα γιατί ένοιωθε τόση κούραση κιόλας; Το ρωλογάκι είχε καταγράψει ενάμιση χιλιόμετρο. Αυτή περπατούσε δυο κάθε μέρα στο σπίτι. Κατάλαβε ότι το περπάτημα στο σπίτι δεν ήταν το ίδιο και αν ήθελε άσκηση, έπρεπε να περπατάει έξω.
Σηκώθηκε απ’ το παγκάκι και άρχισε το δρόμο της επιστροφής από τον κεντρικό δρόμο πια, όχι απ’ τα περιβόλια. Δεν είχε διάθεση να ξαναβγεί. Παρόλο που είχε καταλάβει ότι το περπάτημα στη φύση ήταν το ενδεδειγμένο για άσκηση, εκείνη δεν είχε τη διάθεση να το ξανακάνει και απόρησε. Τι ήταν αυτό που την πόνεσε και την αποθάρρυνε τόσο πολύ ώστε να μη θέλει να ξαναβγεί; Και ξαφνικά το συνειδητοποίησε. Αυτό που την τρόμαξε, αυτό που την πόνεσε και της προκάλεσε τόση μελαγχολία ήταν ο τεράστιος θόρυβος της έλλειψης ήχων. Σε όλο το δρόμο η κα Κλειώ δεν είχε ακούσει τίποτα. Καμιά φωνή, καμιά ενοχλητική μουσική, κανένα γέλιο, κανένα καυγά, ρε παιδί μου, τίποτα! Το βουητό της ζωής όπως την ξέρουμε είχε σβήσει, μόνο κάνα δυο σκυλιά είχε ακούσει να αλυχτάνε θλιμμένα. Αυτός ο τρομερός θόρυβος της σιωπής ήταν ανυπόφορος. Άνοιξε την πόρτα του σπιτιού της και μπήκε μέσα.
Ευτυχώς η βεράντα είναι μεγάλη!
Ισμήνη Κωνσταντοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου