Και πού πας όταν δεν έχεις
πού να πας;, σε ρώτησα,
πώς περπατάς με ξύλινα πόδια
και φορτωμένη με όλες
τις δίσεκτες λύπες μου,
ποιος προορισμός
να με χωρέσει;
Κι ύστερα ζεύτηκα τον πιο
βαρύ ερωτά μου
τα δάκρυα μου
κι να σώμα ορκισμένο
σε αγνότητα,
δωρισμένο στη χάρη του
κι αποχώρησα για το κενό.
Κι ίσα που ακούστηκες
πάνω απ τον ώμο μου,
πηγαίνεις παντού, ψέλλισες,
όταν έχεις πατήσει στις κορφές
της αγάπης
χωράς και πηγαίνεις παντού,
μη δειλιάζεις,
δεν σωριάζονται
οι γεμάτες ψυχές
στη ρότα τού άδειου,
μη διστάζεις,
όπου κι αν είσαι
ασφυκτικά θα μαι πλάι σου
και λυτρωτικά θα είσαι
κοντά μου,
κι ύστερα μας κύκλωσε
ομίχλη.
Κι ανάμεσά μας μετά,
μεσολάβησε
ένας συμπυκνωμένος
αέρας σκέτη ζαλάδα,
τόσο βαρύς κι ακριβός
σαν χρυσάφι,
τόσο μεστός σαν φορτίο
που θα μας ένωνε παντοτινά,
που διέλυε όλο το άδειο
τού κόσμου
και βάδιζε κι όλους
τους δρόμους.
Αποπνικτικός σαν χαρμάνι,
ο φύλακας έρωτας ήταν.
ΑΓΓΕΛΙΝΑ ΣΠΟΝΤΗ
Η φωτογραφία είναι από το Pinterest
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου