Το Παλαμήδι είναι ένα από τα ωραιότερα κάστρα της Ελλάδας και το μεγαλύτερο και καλύτερα διατηρημένο φρουριακό συγκρότημα της Ενετοκρατίας.
Ολοκληρώθηκε το 1714 σε χρόνο-ρεκόρ μόλις λίγων ετών για να εξυπηρετήσει τις στρατιωτικές και ναυτικές επιχειρήσεις των Βενετσιάνων εκείνης της εποχής.
Ακολουθεί τη φυσική γραμμή του λόφου και γίνεται ένα με το τοπίο γύρω του απόλυτα σεβόμενο το χώρο αλλά και το σκοπό που είχε αναλάβει να εξυπηρετήσει. Διατηρείται σε άριστη κατάσταση και αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα της βενετσιάνικης οχυρωματικής αρχιτεκτονικής.
Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία
Το κάστρο βρίσκεται στον ομώνυμο λόφο Παλαμήδι, ύψους 216 μέτρων, σε σημείο που δεσπόζει πάνω από την πόλη του Ναυπλίου και ελέγχει τον Αργολικό κόλπο.
Ιστορία
O λόφος του Παλαμηδιού, που οφείλει το όνομά του στον ομηρικό ήρωα Παλαμήδη, δεν φαίνεται να είχε οχυρωθεί συστηματικά μέχρι τα χρόνια της δεύτερης Eνετοκρατίας.
Η περιοχή του Ναυπλίου είχε κυριευθεί για πρώτη φορά από τους Ενετούς το 1470. Κατά την περίοδο της πρώτης Ενετοκρατίας, οι Ενετοί προέβησαν σε ενίσχυση και επέκταση του κάστρου της Ακροναυπλίας, χωρίς να τους απασχολήσει το Παλαμήδι. Το 1540, το Ναύπλιο καταλήφθηκε από τους Τούρκους. Τότε για πρώτη φορά αξιοποιήθηκε στρατηγικά το Παλαμήδι, αν και ακόμα ανοχύρωτο, από το βεζίρη Κασίμ πασά, ο οποίος κατά τη διάρκεια της τρίχρονης πολιορκίας του Ναυπλίου (1537-1540) κανονιοβολούσε την πόλη από εκεί.
Οι Ενετοί επέστρεψαν το 1686 και υπό τον Μοροζίνη κατέκτησαν ξανά την περιοχή, και μάλιστα μετά από σφοδρή μάχη για την κατάληψη του υψώματος του Παλαμηδίου.
Οι Ενετοί αντιλήφθηκαν τότε τη στρατηγική σημασία πολλών ελληνικών λιμανιών, μεταξύ άλλων και του Ναυπλίου, και εκτίμησαν τη θέση του βράχου του Παλαμηδιού, που προστάτευε με φυσικό τρόπο την είσοδο του Αργολικού κόλπου. Τα οχυρωματικά έργα φαίνεται ότι άρχισαν από τον Φραγκίσκο Μοροζίνι αμέσως μετά την επάνοδο των Ενετών αλλά η κατασκευή του φρουρίου πραγματοποιήθηκε ουσιαστικά επί των ημερών του Bενετσιάνου Γενικού Προβλεπτή του Στόλου, Aυγουστίνου Σαγρέδου(Agostino Sagredo), από το 1711 έως το 1714, καθιστώντας την οχύρωση του φρουρίου σε πραγματικό επίτευγμα τόσο από πλευράς οχυρωματικής όσο και από πλευράς ταχύτητας κατασκευής του.
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου Τουρκο-Ενετικού πολέμου, το 1715, οι Τούρκοι εισέβαλαν με 100,000 άντρες. Το Παλαμήδι έπεσε στα χέρια των Τούρκων μετά από προδοσία του Λασάλ (του ίδιου του στρατιωτικού μηχανικού που το είχε επιμεληθεί.) και αφού οι Τούρκοι χρειάστηκε να ανατινάξουν μέρος του φρουρίου. Aς σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της Tουρκοκρατίας, δεν επιτρεπόταν στους Xριστιανούς να εισέλθουν στο φρούριο.
Από το Παλαμήδι ξεκίνησε η απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους. Έπειτα από πολύμηνη πολιορκία, τη νύχτα της 29ης Nοεμβρίου του 1822, μια ομάδα από 350 παλικάρια με αρχηγό τον Στάικο Σταϊκόπουλο κατέλαβε με αιφνιδιασμό το Παλαμήδι. Πρώτος, ο Δημήτριος Mοσχονησιώτης πάτησε το πόδι του στο φρούριο, από τον προμαχώνα Aχιλλέα, τον ίδιο προμαχώνα από όπου είχαν μπει και οι Τούρκοι όταν πήραν το κάστρο από τους Ενετούς. Γι’ αυτό και τον έλεγαν Γιουρούς - Nτάπια.
Tο μεσημέρι της επόμενης ημέρας, αφού καθαρίστηκε πρόχειρα το ερειπωμένο Βενετσιάνικο εκκλησάκι του Αγίου Γεράρδου, τελέστηκε δοξολογία και το εκκλησάκι αφιερώθηκε έκτοτε στη μνήμη του Αποστόλου Aνδρέα, μιας και το κάστρο πατήθηκε την ημέρα της γιορτής του αγίου.
Έκτοτε και κάθε χρόνο την ημέρα αυτή, γιορτάζεται πανηγυρικά η απελευθέρωση της πόλης με δοξολογία στο ιστορικό αυτό εκκλησάκι.
Tο Παλαμήδι όμως εκτός από σπουδαίο φρούριο αποτέλεσε και τόπο περιβόητων φυλακών. Το 1834 φυλακίζεται στο Παλαμήδι για 11 μήνες ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, μαζί με τον Δημήτριο Πλαπούτα, για εσχάτη προδοσία (!) από το καθεστώς της Αντιβασιλείας. Ο θεωρούμενος ως χώρος της φυλακής του Κολοκοτρώνη σήμερα έχει λάβει θρυλικές διαστάσεις και δέχεται καθημερινά πολλούς επισκέπτες. Πρόκειται για ένα θεοσκότεινο βαθύ μπουντρούμι - αποθήκη, 1,05Χ0,69, μέσα στο βράχο, στο οποίο μπαίνει κανείς σκυφτός. Ωστόσο πρόσφατες μελέτες, βασισμένες σε μαρτυρίες της εποχής, θεωρούν εσφαλμένη την ταύτιση αυτού του χώρου με τη φυλακή του Κολοκοτρώνη, και τοποθετούν την φυλακή του ήρωα στον προμαχώνα Μιλτιάδη.
Ο Κολοκοτρώνης συνδέεται με το Παλαμήδι ακόμα και με τον θρύλο για τα 999 σκαλιά του Παλαμηδιού, αφού σύμφωνα με την προφορική λαϊκή παράδοση το χιλιοστό σκαλοπάτι το έσπασε το άλογο του Γέρου του Μωριά.
Γύρω στο 1840, ο προμαχώνας Mιλτιάδης, που είναι και ο μεγαλύτερος σε μέγεθος, μετατράπηκε σε μία από τις πιο σκληρές φυλακές βαρυποινιτών, που λειτούργησε εκεί ως το 1926 περίπου. Άλλη φυλακή υπήρχε και στον προμαχώνα του Αγίου Ανδρέα, για κρατούμενους με ελαφρότερες ποινές και υπό σχετικά καλύτερες συνθήκες.
Το 1962 χαρακτηρίζεται το Παλαμήδι ως επισκέψιμος αρχαιολογικός χώρος υπό τον Ε.Ο.Τ. Και ως το 1969 γίνονται επισκευές στο κάστρο. Μέχρι τις μέρες μας το Παλαμήδι λειτουργεί σαν αυτόνομος αρχαιολογικός χώρος, με μεγάλη επισκεψιμότητα όλο το χρόνο, διατηρώντας σχεδόν ακέραιη την εικόνα ενός βενετσιάνικου φρουριακού συγκροτήματος.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το κάστρο σχεδίασε ο Zιαξίχ (Giaxich) και κατασκεύασε ο Γάλλος Λασάλ (LaSalle). Το σχέδιο του Φρουρίου βασίζεται σε σύστημα αλληλοϋποστηριζόμενων προμαχώνων (ντάπιες), οι οποίοι αναπτύσσονται κλιμακωτά στον άξονα Δύσης-Aνατολής και συνδέονται μεταξύ τους με τείχη. Oι οκτώ συνολικά προμαχώνες του κάστρου είναι αυτοτελείς, ούτως ώστε αν ένας από αυτούς καταληφθεί, η άμυνα να συνεχίζεται από τους υπόλοιπους.
O κεντρικός προμαχώνας του Aγίου Aνδρέα, αποτελούσε το διοικητήριο και ήταν ο αρτιότερα εξοπλισμένος. Eδώ βρίσκεται το εκκλησάκι του Aγίου Aνδρέα, αφιερωμένο αρχικά στον Άγιο Γεράρδο, προστάτη άγιο της οικογένειας των Σαγρέδων. Ας σημειωθεί ότι οι ονομασίες των προμαχώνων άλλαζαν ανάλογα με τους κατόχους του φρουρίου.
Eκτός από τον προμαχώνα του Aγίου Aνδρέα, οι Eνετοί έχτισαν τους προμαχώνες Λεωνίδα και Mιλτιάδη στα βόρεια, τον προμαχώνα Pομπέρ στα βορειοδυτικά, τον Θεμιστοκλή στα νότια και τον Aχιλλέα στα ανατολικά. O προμαχώνας Eπαμεινώνδας ολοκληρώθηκε στη διάρκεια της Tουρκοκρατίας, ενώ ο προμαχώνας Φωκίων κατασκευάστηκε εξολοκλήρου από τους Tούρκους. O προμαχώνας Ρομπέρ ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του Γάλλου φιλέλληνα Francis Robert που σκοτώθηκε το 1826 στην πολιορκία της Ακρόπολης των Αθηνών.
Μια ανηφορική κλιμακωτή άνοδος ενισχυμένη με μικρές πολεμίστρες οδηγεί στο Φρούριο στη ΒΔ πλευρά του. Πρόκειται για τη σκάλα με τα 1000 σκαλοπάτια, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, που συνδέει το κάστρο με την πόλη. Η σκάλα αυτή, στη σημερινή της μορφή, κατασκευάστηκε την εποχή του Όθωνα από καταδίκους φυλακισμένους στο Παλαμήδι. H κλίμακα αυτή, που η παράδοση την ήθελε να έχει 999 σκαλοπάτια, γιατί το χιλιοστό το έριξε το άλογο του Κολοκοτρώνη, στην πραγματικότητα έχει λιγότερα σκαλοπάτια (857) και κατασκευάστηκε την εποχή του Όθωνα από καταδίκους που ήταν φυλακισμένοι στο Παλαμήδι, υπό την επίβλεψη του βαυαρικού στρατού.
Την εποχή των Ενετών υπήρχαν γαλαρίες που συνέδεαν το κάστρο με την πόλη.
Θρύλοι και Παραδόσεις
Για την ιστορία, ο Παλαμήδης πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο, όπως προαναφέρθηκε, αλλά δεν επέστρεψε. Κατηγορήθηκε από τον Οδυσσέα για προδοσία και δολοφονήθηκε. Για να εκδικηθεί, ο πατέρας του Παλαμήδη Ναύπλιος έστειλε τους υπόλοιπους γιους του να ξελογιάσουν τις γυναίκες των αρχηγών των Ελλήνων. Υπέκυψαν όλες πλην μιας (της Πηνελόπης).
Παράλληλες Ιστορίες
Στα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα (1833-1862) και του Γεωργίου Α΄ (1863-1913) το Παλαμήδι αποτελεί την πιο απάνθρωπη φυλακή στον ελληνικό χώρο. Οι συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων ήταν εφιαλτικές. Ο ίδιος ο Μάουρερ, διαπιστώνει κατά τη διάρκεια της υπουργίας του ότι «οι κρατούμενοι βρίσκονται μέσα σε θλιβερούς υπονόμους, ανάμεσα στα ίδια τους τα περιττώματα».
Επιπλέον το Παλαμήδι ορίζεται ως τόπος εκτελέσεων και μια γκιλοτίνα, προερχόμενη από τη Μασσαλία, τοποθετείται στο αλωνάκι (το κεντρικό πλάτωμα) του φρουρίου κοντά στην εκκλησία του Αγίου Ανδρέα, όπου οι μελλοθάνατοι παρακολουθούσαν για τελευταία φορά λειτουργία. Η πρώτη εκτέλεση θανατοποινίτη (ενός ληστοπειρατή) πραγματοποιείται το 1833. Το 19ο αιώνα γινόταν περίπου 25 εκτελέσεις το χρόνο εκεί. Από το 1890 το Παλαμήδι ήταν ο αποκλειστικός τόπος εκτελέσεων (μέχρι τότε η καρμανιόλα περιόδευε και σε άλλες πόλεις!). Από την εποχή εκείνη, γύρω στα 1890, οι δήμιοι είναι Έλληνες, τέως βαρυποινίτες (μέχρι τότε ήταν αλλοδαποί-) οι οποίοι λόγω της απέχθειας του λαού είχαν σαν τόπο διαμονής το Μπούρτζι. Η λαιμητόμος έπαψε να λειτουργεί το 1913.
Πληροφορίες για τον Επισκέπτη
Σήμερα η πρόσβαση στο φρούριο είναι δυνατή είτε μέσω αυτοκινητόδρομου που καταλήγει στην ανατολική του πύλη είτε από τη γνωστή κλίμακα που βρίσκεται στη δυτική πλευρά του, ανατολικά του προμαχώνα Γκριμάνι.
Πάνω στο φρούριο μπορεί κανείς σήμερα να θαυμάσει μεταξύ άλλων τους επιβλητικούς προμαχώνες, το ιστορικό εκκλησάκι του Aγίου Aνδρέα και τις εντυπωσιακές δεξαμενές που ακόμη και σήμερα συλλέγουν το βρόχινο νερό του λόφου.
Εννοείται πως η θέα από το κάστρο προς την πόλη του Ναυπλίου, την Ακροναυπλία, τον Αργολικό κόλπο και τα γύρω βουνά είναι εκπληκτική.
Το Κάστρο στη Λογοτεχνία
Δημώδες:
Όλα τα κάστρα να χαθούν όλα και να ρημάξουν
Το Παλαμήδι το πικρό θεός να το φυλάξη.
Εκεί ‘ναι οι κατάδικοι όλο βαρυποινίτες.
Μέσα είναι κι ο άνδρας μου στα σίδερα βαλμένος.
Με δυο ζυγίτσες σίδερα στα πόδια και στα χέρια…
Στη φυλακή τον έχουνε στα σκοτεινά μπουντρούμια
Ναύπλιο 1868
Ο ψηλός, απότομος και μοναχικός βράχος έξω από το Ναύπλιο ονομάζεται ακόμα και σήμερα Παλαμήδι. Πάνω στην κορυφή του, που υψώνεται 240 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, βρίσκεται ένα μεγάλο φρούριο κτισμένο από τους Ενετούς. Το φρούριο αυτό είναι απ’όλες τις πλευρές απροσπέλαστο εκτός από ένα σημείο ανατολικά όπου ο βράχος καταλήγει σε μια σειρά από λόφους. Επειδή φαίνεται ότι είναι απροσπέλαστο ονομάζεται «Ελληνικό Γιβραλτάρ». Μετά από μια μακρόχρονη πολιορκία παραδόθηκε στους Έλληνες μόνο αφού η Τουρκική φρουρά είχε σχεδόν ολόκληρη αποδεκατιστεί από τη πείνα. Το φρούριο είναι γερό αλλά σε κακή κατάσταση. Η φρουρά αποτελείται τώρα μόνο από 300 στρατιώτες.
Έχοντας την άδεια του στρατηγείου του Ναυπλίου μου έδειξαν κάθε σπιθαμή του φρουρίου. Με οδήγησαν και στην αυλή της φυλακής όπου είχαν περιφράξει ένα μέρος για να μπορούν οι φυλακισμένοι, μια φορά την ημέρα και εκ περιτροπής, να παίρνουν καθαρό αέρα.
Ήταν 5 το απόγευμα και όλοι οι φυλακισμένοι είχαν κάνει τον περίπατό τους, εκτός από πέντε, τους οποίους είδα να περπατάνε σε ένα τμήμα της αυλής. Κινούνταν με κόπο επειδή έσερναν στα πόδια τους βαριές αλυσίδες. Η άγρια εμφάνισή τους κίνησε το ενδιαφέρον μου και πλησίασα την περίφραξη για να τους δω καλύτερα. Οι πέντε άνδρες με πλησίασαν κι αυτοί και με μια βαθιά υπόκλιση με ρώτησαν εάν μπορούσα να τους δώσω ένα ελληνικό βιβλίο ή τουλάχιστον μια ελληνική εφημερίδα. Συμπτωματικά είχα μαζί μου ένα τόμο με τα ποιήματα του Αλέξανδρου Σούτσου. Τους έδωσα το βιβλίο αυτό ως δώρο και τους συμβούλευσα να το μάθουν όλο απέξω. Εκδηλώνοντας τη μεγάλη χαρά τους το δέχτηκαν, αλλά πόσο μεγάλη ήταν η έκπληξη μου όταν είδα ότι κρατούσαν το βιβλίο ανάποδα. Δεν εκτίμησα ιδιαίτερα τις γνώσεις τους και ρώτησα αν ξέρουν να διαβάζουν. Μου απάντησαν «Ουδέ γράμμα».
Μα τί θέλετε τότε το βιβλίo; «Θέλουμε να μάθουμε να διαβάζουμε», απάντησαν. Παρόλο που δεν κατάλαβα πως θα επιχειρούσαν να μάθουν ανάγνωση από ένα τυπωμένο βιβλίο απ΄το οποίο δεν καταλάβαιναν «ουδέ γράμμα» δεν θέλησα να συνεχίσω τις ερωτήσεις μήπως πιστέψουν ότι ήθελα να τους πάρω το βιβλίο.
Γι’ αυτό οδήγησα τη συζήτηση σε ένα άλλο θέμα και τους ρώτησα γιατί βρίσκονται στη φυλακή. Μου απάντησαν «Ορκιζόμαστε ότι βρισκόμαστε εδώ ενάντια στη θέλησή μας. Είμαστε εντελώς αθώοι γιατί είμαστε απλώς ειρηνικοί βοσκοί και δεν πειράξαμε ποτέ κανένα».
Μα δεν φυλακίζουν τίμιους ανθρώπους, τους είπα. Πρέπει να έχετε προσβάλει βαριά την ανθρώπινη κοινωνία για να σας εκδικείται τόσο φρικτά. «Κάνανε λάθος» ,είπαν, «πίστεψαν ότι ήμασταν ληστές στα βουνά, ενώ εμείς βοσκούσαμε τα κοπάδια μας». Παρ’ όλες τις διαβεβαιώσεις τους ότι η ζωή τους ήταν πάντα άμεμπτη δεν τους πίστεψα και πολύ και απομακρύνθηκα με τη συμβουλή να μελετήσουν καλά το βιβλίο.
Από τον αξιωματικό που με ξεναγούσε έμαθε ότι αυτοί οι πέντε άνδρες ήταν ξακουστοί ληστές που είχαν κάνει ένα σωρό φόνους, γι’αυτό και όλοι είχαν καταδικαστεί σε θάνατο και σε μερικές μέρες θα αντίκριζαν το τέλος τους.
Ε. ΣΛΗΜΑΝ
Ιθάκη, Πελοπόννησος και Τροία, Αρχαιολογικές εξερευνήσεις, Λειψία 1869
Από το βιβλίο Ναύπλιο μια πόλη στη λογοτεχνία, Θ. Γκόνης εκδόσεις Μεταίχμιο.
Α Ν Α Π Λ Ι
Κοιμάται η πλάση. Απ’ τα βουνά της Αρκαδίας αγνάντι
ανάλαφρο κι ολόδευω φυσάει γλυκά τ’ αγέρι’
ανατριχιάζει η θάλασσα και με τρελλά φιλάκια
στους κάβους κάτι σιγολέει, στους μώλους κάτι ψέλνει.
Μεσάνυχτα· του φεγγαριού οι αχτίδες παιχνιδίζουν
στου λιμανιού τ’ ατάραχα νερά, κι ασπρογαλιάζει
– θαρρείς πώς ονειρεύεται – πέρα ο Αργίτης κάμπος.
Πάνω απ’ τα σπίτια τα βουβά, τα κοιμισμένα, υψώνει,
σάμπως θεριό κουλουριαστό, το μαύρο Παλαμήδι…
Οι βάρκες σιγοπαίζουνε στου λιμανιού τις άκρες
και τα καϊκια δίπλα τους αρμονικά σαλεύουν.
Γαλήνη απέραντη, βαθιά σιωπή. Και δεν ταράζει
της νύχτας το περπάτημα φωνή ή ανθρώπου πάθος!
Ξάφνου το μαύρο το θεριό ξυπνάει κι αγριοκοιτάζει.
και μια στριγγιά βγάζει φωνή που ανατρομάζει ο κάμπος
και της γαλήνης τόνειρο το κόβει σα μαχαίρι
με το βαρύ του μούγκρισμα,
— Φύλακες γρηγορείτε !…
ΑΓΗΣ ΛΕΒΕΝΤΗΣ
Ο Νουμάς, Τόμ. 19, Αρ. 758 (1922)
Τοῦ ἑνοῦ ὁ πατέρας χρόνια δέκα
παράλυτος - ἴδιο στοιχειὸ
τοῦ ἄλλου κοντόμερη ἡ γυναῖκα
στὸ σπίτι λιώνει ἀπὸ χτικιό,
στὸ Παλαμήδι ὁ γυιὸς τοῦ Μάζη
κ᾿ ἡ κόρη τοῦ γιαβῆ στὸ Γκάζι.
Κώστας Βάρναλης
Η ΘΕΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΑΥΠΛΙΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου