"Ανακάλυψα πως αν αγαπάς τη ζωή, η ζωή θα σε αγαπήσει..."
"Οι άνθρωποι πάντα ζητούν προϋποθέσεις για την ευτυχία... Αγαπώ τη ζωή χωρίς προϋποθέσεις"
— Arthur Rubinstein
Ο Άρθουρ Ρούμπινσταϊν (Arthur Rubinstein, 28 Ιανουαρίου 1887 – 20 Δεκεμβρίου 1982) ήταν αμερικανοπολωνός πιανίστας, διεθνώς αναγνωρισμένος για τις εκτελέσεις έργων πολλών συνθετών. Από αρκετούς θεωρείται ως ο κορυφαίος στην εποχή του ερμηνευτής έργων του Φρεντερίκ Σοπέν,με την υψηλής κυκλοφορίας εφημερίδα The New York Times να τον συγκαταλέγει –κατά τη νεκρολογία του– στους σπουδαιότερους πιανίστες του 20ου αιώνα. Οι δημόσιες εμφανίσεις του διήρκεσαν επί οκτώ δεκαετίες
Ο Ρούμπισταϊν γεννήθηκε στο Λοτζ του βασιλείου της Πολωνίας (τμήμα τηςΡωσικής αυτοκρατορίας, τα χρόνια της διαμονής του) στις 28 Ιανουαρίου, 1887, από εβραϊκή οικογένεια. Ήταν ο νεότερος από τα επτά παιδιά της Φελίτσια Μπίλα Φάτζμα (γεν. Χάιμαν) και του Ισαάκ Ρούμπισταϊν. Ο πατέρας του διατηρούσε βιοτεχνία υφασμάτων.
Το βαφτιστικό όνομα του Ρούμπισταϊν επρόκειτο να είναι Λίο, αλλά ο οκτάχρονος αδελφός του ζήτησε "το όνομά του να είναι Άρτουρ. Αφού ο Άρτουρ X (γιος ενός γείτονα) παίζει βιολί τόσο όμορφα, τότε το μωρό μπορεί να γίνει μεγάλος μουσικός!". Έτσι τον ονόμασαν Άρτουρ, αν και στις αγγλόφωνες χώρες είναι γνωστός ως Άρθουρ Ρούμπινσταϊν. Ο πράκτοράς του στις Η.Π.Α. Σολ Χούροκ, όμως, επέμενε να καταγραφεί ως Άρτουρ, και τα άλμπουμ που κυκλοφόρησαν στη Δύση περιείχαν και τις δύο εκδοχές του ονόματός του.
Σε ηλικία δύο ετών, ο Ρούμπινσταϊν γοητεύτηκε από το πιάνο, παρακολουθώντας τα μαθήματα πιάνου της μεγαλύτερης αδελφής του. Στην ηλικία των τεσσάρων αναγνωρίστηκε ως παιδί θαύμα. Ο πατέρας του είχε προτίμηση στο βιολί και του αγόρασε ένα βιολί, αλλά ο Ρούμπιστάιν το απέρριψε, γιατί σκέφτηκε ότι το ένστικτό του τον οδηγούσε στην αρμονία και την πολυφωνία. Ο Ούγγρος βιολιστής Γιόζεφ Γιόακιμ, ακούγοντας τον τετράχρονο να παίζει, εντυπωσιάστηκε και είπε στην οικογένεια του Αρθούρου, "Το αγόρι μπορεί να γίνει πολύ μεγάλος μουσικός -σίγουρα έχει το ταλέντο... Όταν θα έρθει η στιγμή της σοβαρής μελέτης, Φέρτε τον σε μένα και θα χαρώ να επιβλέψω την καλλιτεχνική του μόρφωση". Στις 14 Δεκεμβρίου, 1894 ο επτάχρονος Άρθουρ έκανε το ντεμπούτο του με έργα Μότσαρτ,Σούμπερτ και Μέντελσον.
Σε ηλικία δέκα ετών, ο Ρούμπισταϊν μετακόμισε στο Βερολίνο για να συνεχίσει τις σπουδές του, δίνοντας και την πρώτη του εκτέλεση με τη Φιλαρμονική του Βερολίνου το 1900, σε ηλικία 13 ετών. Ο Γιόζεφ Γιόακιμ πρότεινε τον Καρλ Χάινριχ Μπαρτ ως δάσκαλο του πιάνου για το αγόρι. Ως μαθητής του Μπαρτ ο Ρούμπισταϊν κληρονόμησε και μια διάσημη παιδαγωγική γενεαλογία. Ο Μπαρτ ήταν μαθητής του Λιστ, ο οποίος με τη σειρά του διδάχτηκε από τον Τσέρνυ, μαθητή του Μπετόβεν
Το 1904, Ο Ρούμπινσταϊν μετακόμισε στο Παρίσι, όπου συνάντησε τους συνθέτες Μορίς Ραβέλ και Πολ Ντικά και τον βιολιστή Ζακ Τιμπό. Έπαιξε επίσης το Κοντσέρτο Νο. 2 του Καμίγ Σαιν-Σανς, παρουσία του συνθέτη. Μέσω της γνωριμίας του με την οικογένεια του Γιούλιους Βερτχάιμ (στην κατανόηση του οποίου για τη διάνοια του Σοπέν ο Ρούμπιστα ιν απέδιδε την έμπνευσή του για τα έργα του συγκεκριμένου συνθέτη) ήλθε σε επαφή με τον βιολονίστα Πολ Κοτσάνσκι και τον συνθέτη Κάρολ Σιμανόφσκι.
Ο Ρούμπινσταϊν το 1906 |
Ο Ρούμπινσταϊν έκανε το ντεμπούτο του στο Κάρνεγκι Χολ το 1906 και κατόπιν έδωσε σειρά συναυλιών στις Η.Π.Α., στην Αυστρία, την Ιταλία και τηΡωσία. Σύμφωνα με την προσωπική του μαρτυρία και του γιου του στο φιλμ του Φρανσουά Ράιχενμπαχ L'Amour de la vie (1969) δεν έτυχε ευνοϊκής υποδοχής στις Η.Π.Α. Το 1908, άφραγκος και απελπισμένος ο Ρούμπινσταϊν, κυνηγημένος από τους πιστωτές του και υπό την άπειλή της έξωσής του από το δωμάτιο του ξενοδοχείου που έμενε στο Βερολίνο, έκανε αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας δι απαγχονισμού. Αργότερα εκμυστηρεύτηκε ότι ένιωσε "ξαναγεννημένος" με μια απέραντη αγάπη για τη ζωή. Το 1912 έκανε το ντεμπούτο του στο Λονδίνο και βρήκε σπίτι εκεί στο Έντιθ Γκρόουβ, Τσέλσι, στο μουσικό σαλόν του Πολ και της Μιούριελ Ντράπερ, μαζί με τον Κοτσάνσκι, τον Ιγκόρ Στραβίνσκι, τον Ζακ Τιμπό, τον Πάμπλο Καζάλ, τον Πιέρ Μοντέ και άλλους.
Κατά τη διάρκεια του Α' Π.Π., ο Ρούμπινσταϊν διέμενε στο Λονδίνο δίνοντας ρεσιτάλ και συνοδεύοντας τον βιολονίσταΓιουτζίν Ισάγιε. Το 1916 και το 1917, έκανε τις πρώτες περιοδείες στην Ισπανία και τη Νότια Αμερική, όπου συνάντησε θετική υποδοχή. Κατά τη διάρκεια αυτών των περιοδειών ενθουσιάστηκε με τη μουσική των Ενρίκε Γκρανάντος, Ισαάκ Αλμπένιθ, Μανουέλ ντε Φάλα και Έιτορ Βίλα-Λόμπος. Ενθουσιάστηκε ιδιαίτερα με το Rudepoêma και το έργο του Στραβίνσκι Trois mouvements de Petrouchka.
Αηδιασμένος με τη Γερμανία κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν έπαιξε ξανά εκεί, Η τελευταία παρουσία του στη Γερμανία ήταν το 1914. Το φθινόπωρο του 1919 ο Ρούμπινσταϊν έκανε περιοδεία στη βρετανική επαρχία με σοπράνο την 'Εμα Καλβέκαι τενόρο τον Βλάντιμιρ Ρόζινγκ. Το 1921 ο Ρούμπισταϊν έκανε δύο περιοδείες στις Η.Π.Α., ταξιδεύοντας στη Νέα Υόρκημε τον Κάρολ Σιμανόφσκι και τον στενό του φίλο Πολ Κοτσάνσκι.
Το 1934 ο πιανίστας, που ανέφερε ότι παραμέλησε την τεχνική του στα πρώιμα χρόνια, βασιζόμενος στο φυσικό του ταλέντο περισσότερο, αποσύρθηκε από τα κοντσέρτα για αρκετούς μήνες εντατικής μελέτης και πρακτικής. Κατόπιν, ο Ρούμπισταϊν περιόδευσε και πάλι στις Η.Π.Α. το 1937, επικεντρώνοντας εκεί την καριέρα του κατά τη διάρκεια του Β' Π.Π.διαμένοντας στο Μπρέντγουντ της Καλιφόρνιας. Έγινε αμερικανός πολίτης το 1946. Όντας στην Καλιφόρνια ο Ρούμπισταϊν έκανε μουσική για αρκετές ταινίες, ανάμεσά τους το Song of Love με την Κάθριν Χέπμπορν. Εμφανίστηκε ως ο εαυτός του, στις ταινίες Carnegie Hall και Of Men and Music.
Τα χέρια του πιανίστα στο μουσείο του Λοντς |
Αν και έμεινε περισσότερο γνωστός ως σολίστας κονσέρτων, ο Ρούμπινσταϊν θεωρείτο εξαιρετικός μουσικός δωματίου, συνεργαζόμενους με μουσικούς όπως ο βιολονίστας Χένρικ Σέρινγκ, ο Γιάσα Χάιφετς, ο Πάμπλο Καζάλς, οΓκρεγκόρ Πιατιγκόρσκι και το Κουαρτέτο Γκουαρνέρι. Ο Ρούμπινσταϊν ηχογράφησε το μεγαλύτερο τμήμα του κεντρικού ρεπερτορίου του, ιδιαίτερα εκείνο που σχετιζόταν με τους ρομαντικούς συνθέτες. Όταν, πέθανε η εφημερίδα, The New York Times περιγράφοντάς τον έγραψε, "Ο Σοπέν ήταν η ειδικότητά του ... ". Η αλήθεια είναι ότι με εξαίρεση το Études, ηχογράφησε τα περισσότερα από τα έργα του Σοπέν. Το 1964, εν μέσω του Ψυχρού Πολέμου, έδωσε ένα θρυλικό ρεσιτάλ στη Μόσχα, με καθαρό πρόγραμμα Σοπέν Ήταν ένας από τους πρώτους υπέρμαχους των Ισπανών, των Νοτιοαμερικανών και των Γάλλων συνθετών των αρχών του 20ού αι. (όπως οιΝτεμπισί και Ραβέλ). Επιπρόσθετα, ο Ρούμπινσταϊν προώθησε τη μουσική του συμπατριώτη του Κάρολ Σιμανόφσκι. Επίσης, σε συζήτηση με τον Αλεξάντερ Σκριάμπιν, κατονόμασε τον Μπραμς ως αγαπημένο του συνθέτη, απάντηση που εξόργισε τον Σκριάμπιν.
Το 1969 κυκλοφόρησε το Arthur Rubinstein – The Love of Life. Κέρδισε το Όσκαρ για καλύτερο ντοκιμαντέρ. Ένα τηλεοπτικό αφιέρωμα, το Rubinstein at 90, είχε ως θέμα του αυτά που έπαιξε επί 8 συνεχείς δεκαετίες. Στα μέσα του 1970 η όραση του Ρούμπινσταϊν άρχισε να μειώνεται. αποσύρθηκε από τη σκηνή σε ηλικία 89 ετών τον Μάιο του 1976, δίνοντας το τελευταίο του κονσέρτο στο Γουίγκμορ Χολ, όπου είχε πρωτοπαίξει πριν από 70 χρόνια.
Ο Ρούμπινσταϊν, που μιλούσε καλά οκτώ γλώσσες θυμόταν ένα πολύ μεγάλο τμήμα του ρεπερτορίου, όχι απλά εκείνο που αφορούσε στο πιάνο, στη θαυμάσια μνήμη του. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του, έμαθε το Symphonic Variations του Σίζαρ Φρανκ στο τραίνο, καθοδόν για το κονσέρτο, χωρίς πιάνο, εξασκώντας τα περάσματα στο γόνατό του. οπιανίστας περιέγραψε τη μνήμη του ως φωτογραφική.
Ο Ρούμπινσταϊν είχε εξαιρετικά ανεπτυγμένες ακουστικές δυνατότητες, που του επέτρεπαν να παίζει ολόκληρες συμφωνίες στο μυαλό του. Τούητη την ικανότητα συχνά δοκίμαζαν οι φίλοι του, που τού ζητούσαν να παίξει από μνήμης αποσπάσματα κάποιας όπερας. Η αυτοβιογραφία του Ρούμπινσταϊν εκδόθηκε σε δύο τόμους: My Young Years (1973) Τα χρόνια της νιότης μου και Τα πολλά μου χρόνια (1980). Πολλοί δυσαρεστήθηκαν από την έμφαση που δόθηκε σε προσωπικά ανέκδοτα περί μουσικής. Ο πιανίστας Εμάνουελ Αξ, ένας από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του Ρούμπινσταϊν, απογοητεύτηκε βαθιά από το My Many Years: "Έως τότε," είπε στο Σακς, "είχα κάνει τον Ρούμπινσταϊν είδωλο. Ήθελα να ζήσω μια ζωή σαν τη δική του, το βιβλίο τα άλλαξε όλα αυτά"
Ο πιανίστας πέθανε στο σπίτι του στην Γενεύη, της Ελβετίας, κατά τη διάρκεια του ύπνου του στις 20 Δεκεμβρίου, 1982, σε ηλικία 95 ετών και το σώμα του αποτεφρώθηκε. Κατά την πρώτη επέτειο του θανάτου του μία λάρνακα με τις στάχτες του θάφτηκε στην Ιερουσαλήμ, έτσι όπως ζήτησε στη διαθήκη του,κάτι που χρειάστηκε σχετική διάταξη για τοΔάσος της Ιερουσαλήμ
Τον Οκτώβριο του 2007, η οικογένειά του δώρισε στη Σχολή Τζούλιαρντ εκτεταμένη συλλογή πρωτότυπων και αντιγράφων χειρογράφων, όπως και δημοσιευμένα έργα που είχαν κατασχεθεί από τους Ναζί κατα τον Β΄Π.Π. από την κατοικία του στο Παρίσι. Εβδομήντα ένα αντικείμενα επιστράφηκαν στα τέσσερα παιδιά του, και ήταν η πρώτη φορά που εβραϊκή περιουσία επιστράφηκε στους νόμιμους κληρονόμους.
Το 1974 ο Γιαν Γιάκομπ Μπιστρίτζκι καθιέρωσε τον διεθνή διαγωνισμό Άρτουρ Ρούμπινσταϊν, κάθε τρία χρόνια στο Ισραήλ, με σκοπό την προώθηση νέων ταλέντων στο πιάνο https://el.wikipedia.org/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου